Πρὸς ὅλους ὅσους, ὑποτίθεται, ψάχνουν θεῖες ἐντολὲς γιὰ τὴν Ἀποτείχιση, καὶ ὅταν τὶς βρίσκουν κάνουν πῶς δὲν βλέπουν.
Τοῦ Ἀδαμαντίου Τσακίρογλου
Ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ καὶ ἀποστολικὴ περικοπὴ ἀποτελοῦν τρανὴ ἀπόδειξη (ποὺ ἀντιτίθεται ξεκάθαρα στὴν σημερινὴ πρακτική), γιὰ τὸ πῶς πρέπει νὰ συμπεριφερόμαστε στοὺς πλανηθέντες ἀδελφοὺς καὶ ἰδίως τοὺς (εἶναι ξεκάθαρο, τοὺς μὴ καταδικασμένους) αἱρετικοὺς δηλ. τοὺς Οἰκουμενιστές. Μάλιστα ἐδῶ πρέπει νὰ τονιστεῖ, ὅτι δὲν εἶναι τυχαῖο ὅτι οἱ περικοπὲς αὐτὲς διαβάζονται τὴν Δευτέρα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καθὼς ἡ βλασφημία κατὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, δηλ. ἡ αἵρεση, δὲν συγχωρεῖται «Διὰ τοῦτο λέγω ὑμῖν, πᾶσα ἁμαρτία καὶ βλασφημία ἀφεθήσεται τοῖς ἀνθρώποις, ἡ δὲ τοῦ πνεύματος βλασφημία οὐκ ἀφεθήσεται» (Ματθ. ιβ' 31-32). Ὅπως ἔλεγε ὁ «μακαριστὸς π. Ἀθανάσιος Μυτιληναῖος: «»Βλασφημία κατά του Αγίου Πνεύματος, είναι η συνειδητή διαστροφή της αληθείας και η αμετανοησία.
Μᾶς διδάσκει τὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀπόσπασμα ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΙΗ´ 10 – 20:
«15Ἐὰν δὲ ἁμαρτήσῃ εἰς σὲ ὁ ἀδελφός
σου, ὕπαγε ἔλεγξον αὐτὸν μεταξὺ σοῦ καὶ αὐτοῦ μόνου· ἐάν σου ἀκούσῃ, ἐκέρδησας
τὸν ἀδελφόν σου· 16ἐὰν δὲ μὴ ἀκούσῃ, παράλαβε μετὰ σοῦ ἔτι ἕνα
ἢ δύο, ἵνα ἐπὶ στόματος δύο μαρτύρων ἢ τριῶν σταθῇ πᾶν ῥῆμα. 17ἐὰν
δὲ παρακούσῃ αὐτῶν, εἰπὲ τῇ ἐκκλησίᾳ· ἐὰν δὲ καὶ τῆς ἐκκλησίας παρακούσῃ, ἔστω
σοι ὥσπερ ὁ ἐθνικὸς καὶ ὁ τελώνης18».
Ἡ ἑρμηνεία τῆς τελευταίας σειρᾶς τῆς παραπάνω περικοπῆς ἀπὸ τοὺς Κολιτσάρα Τρεμπέλα εἶναι ἡ ἑξῆς: «Ἐὰν δὲ καὶ εἰς τὴν Ἐκκλησία παρακούσῃ, μὴ τὸν θεωρῇς πλέον ὡς ἀληθινὸ μέλος τῆς χριστιανικῆς κοινωνίας, ἀλλ’ ἔχε τον καθὼς τὸν εἰδωλολάτρη καὶ τὸν Τελώνη», δηλαδὴ μὴν ἔχεις κοινωνία μαζί του.
Σ' αὐτὸ τὸ σημεῖο πρέπει πρωτίστως νὰ διευκρινιστεῖ τὸ ἑξῆς σημαντικό: Κανεὶς ἀποτειχισμένος δὲν διέκοψε τὴν κοινωνία ἔτσι ξαφνικά, ἐπειδὴ ξύπνησε ἕνα πρωΐ πλανεμένος. Ἀντιθέτως πιστὸς στὴν εὐαγγελικὴ ἐντολή, ἔστειλε πρῶτα προσωπικὲς ἐπιστολές, μετὰ δημόσιες, ἐνημερώνοντας τὴν Ἐκκλησία καὶ ζητώντας τὴν μετάνοια τοῦ ἑκάστοτε Οἰκουμενιστοῦ. Εἶναι περιττὸ νὰ ποῦμε, ὅτι ὅλες αὐτὲς οἱ ἐπιστολὲς πετάχθηκαν στὸν κάλαθο τὼν ἀχρήστων τοῦ ἑκάστοτε ἐπισκόπου, ὁ ὁποῖος (καὶ αὐτὸ μποροῦν νὰ τὸ ἐπιβεβαιώσουν σχεδὸν ὅλοι οἱ μὴ μνημονεύοντες) ὄχι μόνο δὲν ἔλαβε ὑπόψη τὸν ἔλεγχο, ἀλλά, ἂν ὑποθέσουμε ὅτι οἱ ἀποτειχισμένοι εἶναι πλανεμένοι, πέταξε στὸν ἴδιο κάλαθο καὶ τὰ λόγια τοῦ Ἰησοῦ ἀπὸ τὸ σημερινὸ Ευαγγέλιο: «12 Τί ὑμῖν δοκεῖ; ἐὰν γένηταί τινι ἀνθρώπῳ ἑκατὸν πρόβατα καὶ πλανηθῇ ἓν ἐξ αὐτῶν, οὐχὶ ἀφεὶς τὰ ἐνενήκοντα ἐννέα ἐπὶ τὰ ὄρη πορευθεὶς ζητεῖ τὸ πλανώμενον; 13 καὶ ἐὰν γένηται εὑρεῖν αὐτό, ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι χαίρει ἐπ’ αὐτῷ μᾶλλον ἢ ἐπὶ τοῖς ἐνενήκοντα ἐννέα τοῖς μὴ πεπλανημένοις. 14 οὕτως οὐκ ἔστι θέλημα ἔμπροσθεν τοῦ πατρὸς ὑμῶν τοῦ ἐν οὐρανοῖς ἵνα ἀπόληται εἷς τῶν μικρῶν τούτων». Καὶ δὲν ἀρκοῦνται μόνο σ’ αὐτό, ἀλλὰ καὶ δίνουν ἐντολὴ στοὺς πιστοὺς νὰ μὴν ἔχουν σχέση μὲ ἀποτειχισμένους, διότι εἶναι τάχα πλανεμένοι. Δηλ. κάνουν χρήση τῆς περικοπῆς τοὺ Ευαγγελίου, τὴν ὁποία στὸ θέμα τῆς αἱρέσεως ἀρνοῦνται. Γι’ αὐτὸ ὀνομάζεται ψευδοποιμένας, λύκος καὶ ὄφις ἀπὸ τὸν Χριστό, τοὺς Ἀποστόλους καὶ τοὺς Πατέρες. Καὶ γι’ αὐτὸ δὲν θεωρεῖται ἀληθινὸ μέλος τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἀπαιτεῖται ἡ διακοπὴ κοινωνίας μὲ αὐτόν. Τὸ πόσο ξεκάθαρη ἐντολὴ εἶναι ἡ «μὴ τὸν θεωρῇς πλέον ὡς ἀληθινὸ μέλος τῆς χριστιανικῆς κοινωνίας, ἀλλ’ ἔχε τον καθὼς τὸν εἰδωλολάτρη καὶ τὸν Τελώνη» ἀποδεικνύεται στὶς παρακάτω πατερικὲς παρακαταθῆκες:
«Oἵτινες τὴν ὑγιῆ ὀρθόδοξον πίστιν προσποιοῦντες ὁμολογεῖν, κοινωνοῦσι δὲ τοῖς ἑτερόφροσιν, τοὺς τοιούτους , εἰ μετὰ παραγγελίαν μὴ ἀποστῶσιν, μὴ μόνον ἀκοινωνήτους ἔχειν, ἀλλὰ μηδὲ ἀδελφοὺς ὀνομάζειν...» (TLG, Basilius Theol., Asceticon magnum sive Quaestiones (regulae fusius tractatae), Volume 31);
«Ὅταν οὖν εὐποιεῖν δέῃ, πᾶς ἄνθρωπός σοι ἐγγὺς ἔστω· ὅταν δὲ ὁ τῆς ἀληθείας γυμνάζηται λόγος, ἐπιγίνωσκε τὸν οἰκεῖον καὶ τὸν ἀλλότριον. Κἂν ἀδελφὸν ἔχῃς ὁμοπάτριον καὶ ὁμομήτριον, καὶ μὴ κοινωνήσῃ σοι κατὰ τὸν τῆς ἀληθείας νόμον, ἔστω σοι τοῦ Σκύθου βαρβαρικώτερος·» (Χρυσοστόμου ΕΠΕ 7,400 και P.G. 55, 461)
Ἡ δὲ παρακάτω πατερικὴ διδαχὴ συνδέει τὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο καὶ τὸν Απόστολο:
• «Ἡ δὲ
διχοστασία πόθεν; Ἀπὸ τῶν δογμάτων τῶν παρὰ τὴν
διδαχὴν τῶν ἀποστόλων... Καὶ τί ποιήσομεν τοῖς τὰ τοιαῦτα κακουργοῦσιν;
Οὐκ εἶπεν, Ὁμόσε χωρεῖτε καὶ πυκτεύετε, ἀλλ', Ἐκκλίνατε
ἀπ' αὐτῶν. Εἰ μὲν γὰρ ἐξ ἀγνοίας ἢ πλάνης τοῦτο ἐποίουν, ἔδει διορθοῦν· ἐπειδὴ
δὲ εἰδότες ἁμαρτάνουσιν, ἀποπηδᾶτε. Καὶ ἀλλαχοῦ δὲ τοῦτο λέγει· Συστέλλεσθε γὰρ, φησὶν, ἀπὸ παντὸς ἀδελφοῦ ἀτάκτως
περιπατοῦντος. Καὶ Τιμοθέῳ περὶ τοῦ χαλκέως διαλεγόμενος, τοιαῦτα παρῄνει
λέγων· Ὃν καὶ σὺ φυλάσσου. (TLG, Joannes Chrysostomus Scr. Eccl., In epistulam
ad Romanos (homiliae 1–32) (2062: 155); MPG 60. Vol 60, pg 675, ln 49 κ. ε.)
Καὶ γιὰ γίνει κατανοητό, ὅτι ἠ εὐαγγελικὴ περικοπὴ δὲν ἐννοεῖ νὰ ἔχουμε ἄλλο φρόνημα, ἀλλὰ νὰ διατηροῦμε τὴν κοινωνία μὲ τέτοιους ἀνθρώπους, ὅπως ἑτεροδιδασκαλοῦν ἄνευ ἀποδείξεως αὐτόκλητοι κήρυκες, ἂς δοῦμε τί σημαίνει «, ἀλλ’ ἔχε τον καθὼς τὸν εἰδωλολάτρη καὶ τὸν Τελώνη» (ἐδῶ):
«Θεωρούνταν αδιανόητο, όπως συμπεραίνεται από αρκετά χωρία της Καινής Διαθήκης, να τρώει κάποιος μαζί τους στο ίδιο τραπέζι ή να πηγαίνει σπίτι τους, ενώ σε καμία περίπτωση οι ραβίνοι δεν θα δέχονταν έναν τελώνη για μαθητή τους, γιατί τότε, εφόσον είχαν τέτοιες συναναστροφές, θα γίνονταν υπαινιγμοί σε βάρος τους, κάτι που συνέβη στον Ιησού, και θα κινδύνευαν να χαρακτηριστούν και αυτοί αμαρτωλοί που δεν τηρούσαν τα καθιερωμένα... Οι τελώνες λοιπόν τοποθετούνταν στην ίδια θρησκευτική και κοινωνική θέση με τους αμαρτωλούς, τους εθνικούς και τις πόρνες.»
Ἡ παραπάνω εὐαγγελικὴ περικοπὴ συνοψίζεται στὸν Ἀπόστολο μὲ τὰ ἑξῆς λόγια (Ἐφ. Ε΄, 11); «καὶ μὴ συγκοινωνεῖτε τοῖς ἔργοις τοῖς ἀκάρποις τοῦ σκότους, μᾶλλον δὲ καὶ ἐλέγχετε·».
Πάλι ἔρχονται οἱ Πατέρες γιὰ νὰ (ἀπο)δείξουν τὴν συμφωνία τῆς Ἐκκλησίας στὸ θέμα τῶν σχέσεων ποὺ πρέπει νὰ ἔχουμε μὲ τοὺς αἱρετικούς, πρὶν αὐτοὶ καταδικασθοῦν συνοδικῶς καὶ ἀποκοποῦν ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία:
«... Ἀκούσατε οἱ ὀρθόδοξοι, καὶ τοῖς αἱρετικοῖς μὴ συγκαταβαίνετε·... μὴ δότε τόπον τῷ διαβόλῳ, μὴ δότε θήραν τοῖς λύκοις... Οὕτως οὖν ποιεῖτε καὶ ὑμεῖς, ποιμένες, καὶ μὴ συγκοινωνεῖτε τοῖς ἔργοις τοῖς ἀκαθάρτοις τοῦ σκότους· μᾶλλον δὲ καὶ ἐλέγχετε, ὥσπερ καὶ οἱ ἀπόστολοι καὶ ὁ θεοπάτωρ Δαυῒδ... Εἶτα θέλων διδάξαι, ἵνα οἱ μέλλοντες προΐστασθαι τῶν Ἐκκλησιῶν, οὕτως ἐκδιώκωσι τοὺς αἱρετικοὺς, ἐποίησεν φραγέλλιον ἐκ σχοινίων, καὶ εἰσελθὼν πάντας ἐξέβαλεν ἐκ τοῦ ἱεροῦ, καὶ ἀπώσατο, καὶ ἐξεδίωξε... Ὅρα πῶς οἱ λόγοι ἔργον ἐγένοντο· οἱ γὰρ ἐχθροὶ καὶ ἐπίβουλοι τῆς Ἐκκλησίας, ἤγουν οἱ αἱρετικοὶ, καθ' ἑκάστην γενεὰν τῇ ἀπωλείᾳ παραδίδονται, κατὰ τὸν λόγον τοῦ Κυρίου» (TLG. Joannes Chrysostomus Scr. Eccl., De pseudoprophetis [Sp.] Vol 59, pg 557-559).
Ὰν θέλουν νὰ λέμε, ὅτι ἀγωνιζόμαστε νὰ ἐφαρμόζουμε τὸ Εὐαγγέλιο, τότε ἂς τὸ πράξουμε, ὅπως ἁρμόζει. Κι ἂν δὲν μποροῦμε, τότε ἂς τὸ παραδεχθοῦμε ἐν ταπεινώσει χωρὶς νὰ προσπαθοῦμε νὰ δικαιολογήσουμε τὰ ἀδικαιολόγητα. Ὁ λόγος ποὺ δὲν ἠττᾶται ἡ αἵρεση εἴμαστε ἐμεῖς καὶ ἡ ἀνακολουθία μας.
Ἀδαμάντιος Τσακίρογλου