Γράφει ὁ Ἀναστάσιος Ὁμ. Πολυχρονιάδης
Δρ. pd. Θεολογίας ΑΠΘ
Βρισκόμαστε σέ μία περασμένη ἐποχή...
Κρατοῦσε ἐδῶ καί ἑπτά μῆνες ἕνας ὕπουλος διωγμός κατά τῶν Χριστιανῶν...
Ἒπιασαν ἕναν ἐπίσκοπο...
Κοινωνοῦσε Χριστιανούς...
Τόν ὁδήγησαν στή γαλάζια αἴθουσα τοῦ δικαστηρίου...
Τοῦ ἔκανε ἐντύπωση τό χρῶμα...
Σκέπτεται...
Οἱ προηγούμενοι κρατοῦντες δήλωναν ἄθεοι...
Ἦταν ἀντίΧριστοι...
Βέβαια, τίποτα ἀπό ὅλα αὐτά δέν θά συνέβαινε, ἄν πολλοί ἐκ τῶν συνεπισκόπων του τηροῦσαν τήν κατά Θεόν στάση ἔναντι τῆς ἐξουσίας...
Ὅμως ἡ ἐξουσία μεθάει καί ὁ Χριστός ξεχνιέται...
Ἐξαιτίας τῆς συμπεριφορᾶς τους ὁδηγήθηκε ὁ ἐπίσκοπος ἐνώπιον τῶν ἀρχῶν τοῦ κόσμου τούτου...
Ναί, ἐξαιτίας τους...
Τί ἁμαρτία, ἡ Ὀδύσσεια αὐτή...!
Ἡ διαδικασία ἀρχίζει..
Ὁ ἐπίσκοπος ὁμολογεῖ...
Σκεπτόμενος ἐκεῖνο πού λέγει τό Εὐαγγέλιο, καί πολλοί ἐκ τῶν συνεπισκόπων του ξέχασαν, κλείνοντας τό στόμα τους μέ ἕνα «μαντήλι»: «πειθαρχεῖν δεῖ Θεῶ μᾶλλον ἤ ἀνθρώποις».
Μάλιστα, ὁ ἐπί γῆς φόβος αὐτῶν, ἔγινε αἰτία ἀναβολῆς καί τῆς καθιερωμένης σύναξής τους...
Θαρρεῖς καί ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι κενό γράμμα...
Στίς ἐρωτήσεις τοῦ δικαστηρίου, ἐντός τῆς γαλάζιας αἴθουσας, γιά τήν κατηγορία πού τοῦ ἀποδίδονταν, ἐκείνης τῆς διασπορᾶς ἀσθενειῶν ἀπό τή μετάδοση Σώματος καί Αἵματος Χριστοῦ στούς πιστούς, ὁ ἐπίσκοπος συνεχῶς ὁμολογοῦσε:
«Εἶμαι Χριστιανός»...
«Εἶμαι Χριστιανός»...
.............
Δέν ἔμαθα ποτέ τήν ἀπόφαση...
Ἕνα εἶναι σίγουρο, ὅτι οἱ διωγμοί τῆς Πίστεως δέν τελειώνουν ποτέ...
Τό πρόβλημα ὅμως δέν βρίσκεται στούς διῶκτες...
Ἐκείνους τούς γνωρίζεις...
Ξέρεις ποιοί εἶναι...
Τό πρόβλημα εἶναι μέ τούς ταγούς τῶν διωκομένων...
Ὅταν ἐκεῖνοι συσχηματίζονται...
Φοβούμενοι νά μιλήσουν...
Κάνοντας ὑποχωρήσεις, γιά νά μήν χάσουν τίς «θέσεις»...
Ξεχνώντας ἀπόλυτα τόν προορισμό τους...
Παραδίδοντας τά κλειδιά τῆς Ἐκκλησίας στούς κρατοῦντες...
Πιστεύοντας ἀπατηλά ὅτι θά ζήσουν, ἐπί γῆς, αἰωνίως...
«Ἀκυρώνοντας» τόν Παῦλο... Κάνοντας τό ὠμοφόριό τους «θηλιά» γιά τούς ποιμαινόμενους...
Πηγή.