ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΖ΄ΛΟΥΚΑ
ΕΡΜΗΝΕΙΑ
ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
Υπομνηματισμός των εδαφίων Β΄Κορ. 6,14-7,1
«Μὴ γίνεσθε ἐτεροζυγοῦντες
ἀπίστοις· τίς γὰρ μετοχὴ δικαιοσύνῃ καὶ ἀνομίᾳ; Τίς δὲ κοινωνία φωτὶ πρὸς σκότος;
Τίς δὲ συμφώνησις Χριστῷ πρὸς Βελίαλ; Ἢ τίς μερὶς πιστῷ μετὰ ἀπίστου; (:Μη συνάπτετε στενό σύνδεσμο προς τους απίστους,
με τους οποίους δεν μπορείτε να αποτελέσετε ταιριαστό ζευγάρι, ώστε να μπαίνετε
στον ίδιο ζυγό μαζί τους· διότι ποια συνάφεια και ανάμειξη μπορεί να υπάρχει
μεταξύ της δικαιοσύνης και της παρανομίας; Και ποια επικοινωνία μεταξύ φωτός
και σκότους; Και ποια συμφωνία μπορεί να γίνει μεταξύ του Χριστού και του
Σατανά; Ή ποιο μερίδιο δύναται να έχει ένας πιστός με έναν άπιστο;)» [Β΄Κορ. 16,14-15].
Είδες πώς χρησιμοποιεί τις λέξεις αυτές καθ’ εαυτές και που είναι ικανές να αποτρέψουν από σφάλματα; Δεν είπε δηλαδή: «παρανομία», που είναι πιο έντονη, ούτε είπε: «με τους ανθρώπους του σκότους και τους ανθρώπους του φωτός», αλλά χρησιμοποιεί τις ακριβώς αντιφατικές έννοιες, το φως και το σκοτάδι. Ούτε είπε: «ανάμεσα στους ανθρώπους του Χριστού και στους ανθρώπους του διαβόλου», αλλά λέξεις που είναι πολύ πιο αντίθετες, «του Χριστού και του Βελίαρ», με την εβραϊκή αυτή λέξη ονομάζοντας τον αποστάτη.
«Ἢ τίς μερὶς πιστῷ μετὰ ἀπίστου; (: Ή ποιο μερίδιο δύναται να έχει ένας
πιστός με έναν άπιστο;)» [Β΄Κορ.
6,15]. Εδώ λοιπόν, για να μη θεωρηθεί
ότι κατηγορεί αόριστα την κακία και επαινεί την αρετή, αναφέρει και πρόσωπα χωρίς να τα ονομάζει. Και δεν είπε: «κοινωνία», αλλά ανέφερε τα έπαθλα,
λέγοντας: «μερίδα». «Τίς
δὲ συγκατάθεσις ναῷ Θεοῦ μετὰ εἰδώλων; Ὑμεῖς γὰρ ναὸς Θεοῦ ἔστε ζῶντος (:Και πώς μπορεί να βρίσκονται μαζί στον
ίδιο τόπο ο ναός του Θεού και τα είδωλα; Ναι· δεν έχουν καμία θέση τα είδωλα σε
σας. Διότι εσείς είστε ναός του ζώντος Θεού)» [Β΄Κορ. 6,16]. Με αυτά εννοεί το εξής: «Ούτε ο βασιλιάς σας έχει τίποτα το κοινό με τον διάβολο(γιατί “ποια
συμφωνία υπάρχει μεταξύ του Χριστού και του Βελίαρ;”), ούτε τα ίδια τα
πράγματα· γιατί “τι κοινό μπορεί να έχει το φως με το σκοτάδι;”. Επομένως ούτε εσείς δεν πρέπει να έχετε».
Πρώτα αναφέρει τον βασιλιά και έπειτα αυτούς, πράγμα με το οποίο προπάντων τους
ξεχωρίζει.
Στη συνέχεια, λέγοντας: «ο ναός του Θεού με τον ναό των ειδώλων»,
και διακηρύσσοντας ότι «εσείς είστε ναός
του ζωντανού Θεού», κατ’ ανάγκη
προσθέτει και τη μαρτυρία, δείχνοντας ότι το πράγμα δεν είναι κολακεία. Ποια
είναι λοιπόν η μαρτυρία; «Ἐνοικήσω (:θα κατοικήσω)», λέγει,
«ἐν
αὐτοῖς καὶ ἐμπεριπατήσω (:μέσα
τους και θα περιπατήσω ανάμεσά τους)»,
δείχνοντας τον μεγάλο Του δεσμό μαζί τους·
«καὶ αὐτοὶ ἔσονταί μοι λαός (:και θα είμαι Εγώ ο δικός τους Θεός και
αυτοί θα είναι λαός μου)» [Β΄Κορ.
6,16· βλ. και Λευιτικόν 26,11-12: «Καὶ θήσω τὴν σκηνήν μου ἐν ὑμῖν, καὶ οὐ βδελύξεται
ἡ ψυχή μου ὑμᾶς, καὶ ἐμπεριπατήσω ἐν ὑμῖν·καὶ ἔσομαι ὑμῶν Θεός, καὶ ὑμεῖς ἔσεσθέ
μοι λαός(:Θα εγκαταστήσω επίσης
την ιερή σκηνή της κατοικίας μου μέσα στον τόπο, όπου θα διαμένετε και δεν θα
σας σιχαθεί η ψυχή μου παρ’ όλες τις αδυναμίες σας. Και θα περιπατώ ανάμεσά σας
και θα είμαι ο Θεός σας και εσείς θα είστε ο λαός μου)»]. «Τι;», λέγει, «Έχεις τον Θεό μέσα σου και τρέχεις προς τους
απίστους; Τον Θεό που δεν έχει τίποτα το κοινό με αυτούς; Και πώς είναι δυνατόν
να σου συγχωρεθεί αυτό; Σκέψου καλά Ποιος περιπατεί, Ποιος κατοικεί μέσα σου».
«Διὸ ἐξέλθετε ἐκ μέσου αὐτῶν καὶ ἀφορίσθητε,
λέγει Κύριος, καὶ ἀκαθάρτου μὴ ἅπτεσθε, κἀγὼ εἰσδέξομαι ὑμᾶς (:Γι΄αυτό εξέλθετε ανάμεσα από τους απίστους
και ξεχωριστείτε από αυτούς, λέγει ο Κύριος, και μην εγγίζετε οτιδήποτε
ακάθαρτο. Και εγώ θα σας δεχθώ με στοργή πατρική)»[Β΄Κορ.6,17]. Και δεν είπε: «μην
κάνετε αμαρτίες», αλλά θέλοντας να μιλήσει με περισσότερη ακρίβεια, «ούτε να τους εγγίζετε», λέγει, «ούτε να τους πλησιάζετε». Αλλά ποιος
είναι ο μολυσμός του σώματος; Είναι η μοιχεία, η πορνεία, η ασέλγεια.
Και ποιος είναι ο μολυσμός της ψυχής;
Οι ακάθαρτες σκέψεις, όπως τα αισχρά
κοιτάγματα, η μνησικακία, ο δόλος και όλα τα παρόμοια. Θέλει λοιπόν να
είμαστε καθαροί και στα δύο. Είδες πόσο μεγάλη θα είναι η αμοιβή; Θα απαλλαχθούμε από τα κακά, θα ενωθούμε με
τον Θεό. Άκουσε και τη συνέχεια: «καὶ ἔσομαι ὑμῖν εἰς πατέρα καὶ ὑμεῖς ἔσεσθέ
μοι εἰς υἱοὺς καὶ θυγατέρας, λέγει Κύριος παντοκράτωρ(: και θα είμαι για σας πατέρας και εσείς θα
είστε για μένα γιοι και θυγατέρες, λέγει ο Κύριος ο Παντοκράτωρ)» [Β΄Κορ.6,18]. Είδες ο προφήτης προαναγγέλλει
από την αρχή την τωρινή ευγένεια, την αναγέννησή μας με τη χάρη του Θεού;
«Ταύτας οὖν ἔχοντες τὰς ἐπαγγελίας, ἀγαπητοί
(:Αφού λοιπόν έχουμε τις
υποσχέσεις αυτές, αγαπητοί)».
Ποιες υποσχέσεις; Ότι είμαστε ναοί του
Θεού, υιοί Του και θυγατέρες Του, ότι κατοικεί μέσα μας και περιπατεί μεταξύ
μας, ότι είμαστε λαός Του, ότι Τον έχουμε Θεό και Πατέρα μας, «καθαρίσωμεν
ἑαυτοὺς ἀπὸ παντὸς μολυσμοῦ σαρκὸς καὶ πνεύματος, ἐπιτελοῦντες ἁγιωσύνην ἐν φόβῳ
Θεοῦ(:ας καθαρίσουμε τους εαυτούς
μας από καθετί, που μολύνει το σώμα και το πνεύμα μας και ας τελειοποιούμαστε
σε αγιοσύνη με τον φόβο του Θεού)» [Β΄Κορ.
7,1]. Ας μην εγγίζουμε ακάθαρτους, γιατί έτσι μολύνουμε το πνεύμα μας. Και δεν
σταματάει σε αυτά μόνο, αλλά προσθέτει, «τελειοποιηθείτε
στην αγνότητα με φόβο Θεού». Γιατί
δεν αρκεί να μην εγγίζουμε ακάθαρτο για να είμαστε καθαροί, αλλά μας χρειάζεται
και κάτι άλλο, προσπάθεια, προσοχή, ευλάβεια, για να γίνουμε αγνοί.
Και
σωστά είπε: «με φόβο Θεού». Γιατί είναι δυνατό να ενεργεί κανείς φρόνιμα όχι
από φόβο Θεού, αλλά από ματαιοδοξία. Εκτός από αυτό και άλλο υπαινίσσεται,
λέγοντας τη φράση: «με φόβο Θεού», τον τρόπο δηλαδή με τον οποίο θα επιτύχουμε
την αγνότητα. Γιατί, αν και είναι
τυραννική η δύναμη της επιθυμίας, θα εξαφανίσεις τη μανία της, αν
περιτειχιστείς με τον φόβο του Θεού. Εδώ ονομάζει «αγιοσύνη» όχι μόνο τη
σωφροσύνη, αλλά την απαλλαγή από κάθε αμαρτία. Γιατί «άγιος» είναι ο καθαρός. Καθαρός θα μπορούσε να γίνει κανείς όχι αν
αποφύγει μόνο την πορνεία, αλλά και την πλεονεξία και τον φθόνο και τον
παραλογισμό και τη ματαιοδοξία, και προπάντων τη ματαιοδοξία, που πρέπει να την
αποφεύγουμε πάντοτε βέβαια, αλλά πολύ περισσότερο όταν δίνουμε ελεημοσύνη.
Γιατί, αν έχει αυτήν την αρρώστια, δεν είναι ελεημοσύνη, αλλά επίδειξη και
σκληρότητα. Πραγματικά, όταν δεν ελεείς,
αλλά εξευτελίζεις, αυτό όχι μόνο δεν είναι ελεημοσύνη, αλλά είναι και προσβολή·
γιατί διέσυρες τον αδελφό.
Δεν
είναι λοιπόν ελεημοσύνη το να δίνεις χρήματα, αλλά το να τα δίνεις από συμπόνια.
Γιατί και στα θέατρα δίνουν και στα παιδιά που χρησιμοποιούν για πορνεία και σε
όσους βγαίνουν στη σκηνή, αλλά αυτό δεν είναι ελεημοσύνη. Και εκείνοι που
ασχημονούν στα σώματα των γυναικών που πορνεύουν δίνουν, αυτό όμως δεν είναι
φιλανθρωπία, αλλά αισχρότητα. Με αυτόν μοιάζει και ο ματαιόδοξος. Όπως δηλαδή
εκείνος μεταχειρίζεται αισχρά το σώμα της πόρνης και γι΄αυτό την πληρώνει, έτσι
και εσύ ζητάς να πληρωθείς από τον άνθρωπο που εξευτελίζεις και να περιβάλλεις
με κακή φήμη και τον εαυτό σου και εκείνον.
Και μαζί με αυτά και η ζημία είναι
απερίγραπτη. Γιατί η ύπουλη αυτή
αρρώστια και αυτή η απανθρωπιά αρπάζει τις αρετές μας σαν θηρίο και σαν
ορμητικό και λυσσασμένο σκυλί. Γιατί η πλεονεξία είναι απανθρωπιά και
σκληρότητα ή καλύτερα χειρότερη κι απ’ αυτό. Γιατί ο σκληρός δεν ελεεί τον
φτωχό, ενώ εσύ κάνεις κάτι χειρότερο· εμποδίζεις να ελεήσουν εκείνοι που
θέλουν. Πραγματικά, όταν διαπομπεύεις την ελεημοσύνη, και την υπόληψη του
φτωχού καταστρέφεις και αποτρέπεις εκείνον που θέλει να ελεήσει, αν είναι
αδιάφορος. Γιατί όχι μόνο δεν πρόκειται να τον ξαναελεήσει, επειδή θα πιστεύει
ότι ελεήθηκε και δεν έχει ανάγκη, αλλά και θα τον επικρίνει πολύ, αν ξαναπάει
να ζητήσει και θα τον θεωρήσει αδιάντροπο.
Τι ελεημοσύνη είναι λοιπόν αυτή, όταν και
τον εαυτό σου προσβάλλεις και εκείνον που την έλαβε κι εκείνον που την όρισε
και μάλιστα διπλά· γιατί, αν και έχεις αυτόν θεατή της ελεημοσύνης, επιζητάς
μετά από αυτόν και τα βλέμματα των συνανθρώπων σου και ακόμα παραβαίνεις τον
νόμο που απαγορεύει αυτό, αν και νομοθετήθηκε από αυτόν. Είχα σκοπό να εξετάσω
και τα άλλα, τη νηστεία και την προσευχή, και να δείξω πόση ζημιά κάνει και
εκεί η ματαιοδοξία, αλλά θυμήθηκα, ότι δεν ολοκλήρωσα κάτι σπουδαίο στην προηγούμενη
ομιλία μου[βλ. ομιλία ΙΒ΄, παράγραφος 4]. Ποιο ήταν αυτό; Όταν μιλούσα για την
υγεία και τις απολαύσεις, έλεγα πως ως προς τα επίγεια αγαθά οι φτωχοί
βρίσκονται σε πλεονεκτικότερη θέση από τους πλούσιους, και το απέδειξα καθαρά.
Εμπρός λοιπόν, σήμερα ας δείξουμε και κάτι άλλο, ότι όχι μόνο στα επίγεια, αλλά και στα ουράνια αγαθά πλεονεκτούν αυτοί.
Πραγματικά τι μας οδηγεί στη βασιλεία των
ουρανών, ο πλούτος ή η φτώχεια; Ας ακούσουμε τα λόγια του ίδιου του Κυρίου των
ουρανών, που λέγει για τους πλουσίους: «Εὐκοπώτερόν ἐστι κάμηλον διὰ τρυπήματος ραφίδος
διελθεῖν ἢ πλούσιον εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ εἰσελθεῖν (:είναι να περάσει μια καμήλα από την τρύπα
που ανοίγει η βελόνα, παρά ο πλούσιος να μπει στη βασιλεία του Θεού)» [Ματθ. 19,24], ενώ για τους φτωχούς
το αντίθετο: «Εἰ θέλεις τέλειος εἶναι, ὕπαγε πώλησόν σου τὰ ὑπάρχοντα καὶ δὸς πτωχοῖς,
καὶ ἔξεις θησαυρὸν ἐν οὐρανῷ, καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοι (:Εάν θέλεις να είσαι τέλειος, πήγαινε,
πούλησε τα υπάρχοντά σου και μοίρασέ τα στους φτωχούς, και θα έχεις θησαυρό
στους ουρανούς. Κι έλα να με ακολουθήσεις)» [Ματθ.19,21].
Αν
θέλετε, ας εξετάσουμε το λεγόμενο και από τις δύο πλευρές. «Στενός είναι», λέει, «και γεμάτος πίκρες ο δρόμος εκείνος που
οδηγεί στη ζωή». Ποιος βαδίζει
λοιπόν στον στενό δρόμο, εκείνος που ζει στις απολαύσεις ή εκείνος που ζει με
στερήσεις; Εκείνος που είναι απερίσπαστος ή εκείνος που σηκώνει χίλια φορτία;
Ο τεμπέλης και ο αδιάφορος ή ο γεμάτος φροντίδες και ενδιαφέροντα; Αλλά τι
χρειάζονται οι συλλογισμοί μας, τη στιγμή που μπορούμε να μεταφέρουμε τον λόγο
μας στα ίδια τα πρόσωπα; Φτωχός ήταν ο Λάζαρος και μάλιστα πάρα πολύ φτωχός.
Πλούσιος ήταν εκείνος που τον περιφρονούσε, όταν ήταν ξαπλωμένος στην είσοδο
του σπιτιού του. Ποιος μπήκε όμως στη βασιλεία των ουρανών και χαιρόταν στους
κόλπους του Αβραάμ; Ποιος ψηνόταν στο τηγάνι και δεν είχε ούτε σταγόνα νερού; Μα και πολλοί φτωχοί θα πάνε στην κόλαση
και πολλοί πλούσιοι θα απολαύσουν τα απερίγραπτα εκείνα αγαθά. Είναι όμως
φανερό ότι γίνεται το αντίθετο. Οι
πλούσιοι που σώζονται είναι λίγοι, ενώ οι φτωχοί είναι πολύ περισσότεροι.
Σκέψου με ακρίβεια, εξετάζοντας τα εμπόδια
του πλούτου και τα αρνητικά στοιχεία της φτώχειας. Ή καλύτερα ούτε του πλούτου
ούτε της φτώχειας, αλλά και τα δύο έχουν
τα κακά τους. Ας δούμε λοιπόν ποιο από τα δύο αντιμετωπίζεται καλύτερα. Τι
μειονεκτήματα λοιπόν πιστεύετε ότι έχει η φτώχεια; Το ψεύδος. Και τι ο πλούτος;
Τον εγωισμό, τη μητέρα των κακών, που και τον διάβολο έκαμε διάβολο, ενώ πιο
μπροστά δεν ήταν. Πάλι «Ρίζα γὰρ πάντων τῶν κακῶν ἐστιν ἡ φιλαργυρία(: όλων
των κακών ρίζα είναι η φιλαργυρία)»[Α΄Τιμ.6,10].
Ποιος βρίσκεται λοιπόν κοντά σε αυτήν τη ρίζα, ο πλούσιος ή ο φτωχός; Δεν είναι
ολοφάνερο πως βρίσκεται ο πλούσιος; Γιατί, όσο πιο πολλά αποκτά κανείς, τόσο
πιο πολλά θέλει.
Η
ματαιοδοξία επίσης καταστρέφει χιλιάδες κατορθώματα. Αλλά και κοντά σε αυτήν
έχει στήσει τη σκηνή του ο πλούσιος. «Αλλά»,
λέγει ίσως κάποιος, «τα μειονεκτήματα της
φτώχειας, τις θλίψεις και τις δυσκολίες, δεν τα λες;». Μα αυτά τα έχουν και
οι πλούσιοι και μάλιστα πιο πολύ από τους φτωχούς. Τα κακά επομένως, που
νομίζουμε ότι έχει μόνο η φτώχεια, τα έχουν και οι δύο. Εκείνα όμως που έχει ο
πλούτος, είναι μόνο δικά του. Μα τι να πούμε, όταν ο φτωχός κάνει μεγάλα κακά από έλλειψη των απαραιτήτων; Αλλά
κανένας φτωχός, κανένας δεν κάνει τόσα
κακά από τη φτώχεια του, όσα οι πλούσιοι για να αποκτήσουν περισσότερα και να
μη χάσουν όσα έχουν· γιατί ο φτωχός
δεν επιθυμεί τόσο τα αναγκαία, όσο ο πλούσιος τα περίσσια. Αφού λοιπόν και
θέλει και έχει τη δύναμη να αποκτήσει περισσότερα είναι φανερό ότι θα κάνει
περισσότερα.
Ούτε βέβαια ο φτωχός φοβάται τόσο πολύ την
πείνα, όσο ο πλούσιος τρέμει και στενοχωριέται να μη χάσει την περιουσία του
και δεν μπορέσει να πάρει όλα τα υπάρχοντα των άλλων. Όταν λοιπόν τον κυβερνά
και η ματαιοδοξία και ο εγωισμός και η φιλαργυρία, αυτή η ρίζα όλων των κακών, ποια ελπίδα σωτηρίας θα έχει, αν δεν τον
χαρακτηρίζει βαθιά πίστη; Πώς θα βαδίσει στο στενό δρόμο; Ας μην αναμασούμε λοιπόν τις απόψεις των
πολλών, αλλά ας μελετάμε τα πράγματα. Γιατί, πώς δεν είναι παράλογο να μην πιστεύουμε σε άλλους όταν πρόκειται για
χρήματα, αλλά να τα μετρούμε και να τα λογαριάζουμε και όταν παίρνουμε
αποφάσεις για ουσιαστικά θέματα να παρασυρόμαστε εύκολα από τις γνώμες των
άλλων, αν και έχουμε αλάνθαστη ζυγαριά και γνώμονα και κανόνα τις παραγγελίες
των θείων νόμων;
Γι΄αυτό σας παρακαλώ όλους και σας ικετεύω,
αδιαφορώντας για τις γνώμες του ενός και
του άλλου, να αντλείτε για όλα αυτά πληροφορίες από τις Γραφές και αφού μάθουμε
ποιος είναι ο αληθινός πλούτος, αυτόν ας επιδιώκουμε, για να κερδίσουμε όλοι
μας, με τη χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον Οποίο,
μαζί με τον Πατέρα και το άγιο Πνεύμα ανήκει η δόξα, η δύναμη και η τιμή τώρα
και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ
ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια
κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος