«Ὁ ὢν ἐκ τοῦ Θεοῦ τὰ ῥήματα τοῦ Θεοῦ ἀκούει (:εκείνος που κατάγεται από τον Θεό και απέκτησε με την άσκηση της αρετής πραγματική συγγένεια με τον Θεό, ακούει με προσοχή και ενδιαφέρον τους λόγους του Θεού και τους εγκολπώνεται)»[Ιω.8,47], λέγει ο Κύριος. Δηλαδή υπακούει στις εντολές του Θεού και μετατρέπει τους λόγους σε έργα, ζει και πολιτεύεται κατά Χριστόν, εκτελεί το θέλημα του ουρανίου Πατρός, και γίνεται « κληρονόμος μὲν Θεοῦ, συγκληρονόμος δὲ Χριστοῦ»[βλ. Ρωμ.8,17: «εἰ δὲ τέκνα, καὶ κληρονόμοι, κληρονόμοι μὲν Θεοῦ, συγκληρονόμοι δὲ Χριστοῦ, εἴπερ συμπάσχομεν ἵνα καὶ συνδοξασθῶμεν(:αφού λοιπόν είμαστε παιδιά, είναι φυσικό να είμαστε και κληρονόμοι του Θεού ως πατέρα μας και συγκληρονόμοι του Χριστού ως αδελφού μα. Και γινόμαστε συγκληρονόμοι του Χριστού εάν βεβαίως πάσχουμε μαζί με Αυτόν, έτσι ώστε και να δοξαστούμε μαζί Του)»].
Όποιος όμως παρακούει τον Θεό,
διαπράττει την αμαρτία, και επιδίδεται σε αυτήν αμετανόητα. Είναι δούλος της
αμαρτίας και δεν είναι από τον Θεό αλλά από τον Πονηρό, αφού με την κακή
προαίρεση μεταπλάσσει την φύση την οποίαν έλαβε από τον Θεό, και την εξομοιώνει
με τον πατέρα της απωλείας. Γι’ αυτό και ο Κύριος έλεγε στους Ιουδαίους: «ὑμεῖς
ἐκ τοῦ πατρὸς τοῦ διαβόλου ἐστέ, καὶ τὰς ἐπιθυμίας τοῦ πατρὸς ὑμῶν θέλετε ποιεῖν.
ἐκεῖνος ἀνθρωποκτόνος ἦν ἀπ᾿ ἀρχῆς καὶ ἐν τῇ ἀληθείᾳ οὐχ ἕστηκεν, ὅτι οὐκ ἔστιν
ἀλήθεια ἐν αὐτῷ· ὅταν λαλῇ τὸ ψεῦδος, ἐκ τῶν ἰδίων λαλεῖ, ὅτι ψεύστης ἐστὶ καὶ ὁ
πατὴρ αὐτοῦ(:εσείς, που καυχιέστε ότι είστε παιδιά του Θεού, έχετε πατέρα τον
διάβολο. Απ’ αυτόν κατάγεστε και τον δικό του χαρακτήρα και τα ιδιώματα
κληρονομήσατε. Κι όσα αμαρτωλά και φονικά επιθυμεί ο πατέρας σας αυτός, αυτά
και σεις θέλετε και είστε αποφασισμένοι να κάνετε. Εκείνος που από την αρχή της
δημιουργίας του ανθρώπου ήταν φονιάς του ανθρώπου˙ και με το ψέμα του παρέσυρε
τον άνθρωπο στην αμαρτία και το θάνατο. Και δεν μπορεί να σταθεί στην αλήθεια, διότι
δεν υπάρχει μέσα του κανένας πόθος για την αλήθεια και καμία διάθεση να πει
κάποτε την αλήθεια. Όταν λέει το ψέμα, το βγάζει από μέσα του. Λέει ψέματα,
διότι είναι ψεύτης και πατέρας του ψεύδους, ο πρώτος επινοητής και ο κύριος
υποβολέας του)»[Ιω.8,44].
Αυτού του είδους οι άνθρωποι
είναι φανερά αθλιότεροι και από τους δαιμονιζόμενους, έστω και αν διαφεύγουν
την προσοχή των πολλών. Πράγματι, ενώ οι δαιμονιζόμενοι κατακόπτουν τα σώματά
τους και μερικές φορές βλάπτουν σωματικώς όποιους συναντούν, εκείνοι που δια
των πονηρών επιθυμιών τους έχουν εξομοιωθεί με τον αρχέκακο εχθρό, διαφθείρουν
τις ψυχές τις δικές τους και όσων τους συναναστρέφονται απρόσεκτα. Και ενώ οι
πρώτοι στον καιρό του θανάτου αποβάλλουν μαζί με το σώμα και την επήρεια των
δαιμόνων, οι δεύτεροι, επειδή αμαρτάνουν αμετανόητα, έχουν αθάνατη και μόνιμη
την βλάβη. Επίσης, τον ενοχλούμενο φανερά στο σώμα από τον δαίμονα όλοι τον
λυπούμαστε όταν τον αντικρύσουμε, ενώ τον φονιά και τον φιλάργυρο, τον
υπερήφανο και τον αναίσχυντο, και τον ανυπότακτο και όλους τους ομοίους των,
όχι μόνον δεν τους λυπόμαστε, αλλά και τους μισούμε· διότι ο ένας περιπίπτει
στο πάθος ακούσια, ενώ αυτός που αγαπά την αμαρτία προσελκύει με την ελεύθερή
του προαίρεση το κακό, μερικές φορές μάλιστα αποκρύπτοντας τη βλαπτικότητα και
την κακοήθεια της νόσου του.
Επειδή όμως οι περισσότεροι
άνθρωποι δεν είναι σε θέση να αντιληφθούν την εναντίον μας μανία του διαβόλου,
από τις επιθέσεις εκείνου κατά της ψυχής και από την συνεργία του στην αμαρτία,
παραχώρησε ο Θεός να υπάρχουν και κατά το σώμα δαιμονοφόρητοι, ώστε να μάθουμε
από αυτούς όλοι, πόσο φοβερή είναι η κατάσταση της ψυχής που έκαμε αυτόν ένοικό
της δια των πονηρών έργων.
Όταν λοιπόν ο Μονογενής Υιός του
Θεού, από απροσμέτρητο πέλαγος φιλανθρωπίας, χαμήλωσε τους ουρανούς και
κατέβηκε στη γη[πρβ. Ψαλμ,143,5:«Κύριε, κλῖνον οὐρανοὺς καὶ κατάβηθι, ἅψαι τῶν ὀρέων,
καὶ καπνισθήσονται(:Εσύ όμως, Κύριε, που είσαι τόσο συγκαταβατικός προς εμάς
τους ευτελείς ανθρώπους, χαμήλωσε τους ουρανούς και κατέβα. Άγγιξε με τα χέρια
Σου τα βουνά και θα ανάψουν και θα γεμίσουν καπνό)»], για να ελευθερώσει τις
ψυχές μας από την τυραννία του διαβόλου, απεδίωκε τα δαιμόνια και από τους
φανερά κατά το σώμα δαιμονιζόμενους. Το έκαμε αυτό για να παρουσιάσει και να
επιβεβαιώσει με τη φανερώς ενεργούμενη ελευθερία και ίαση, τη συντελούμενη
κρυφά απελευθέρωση και ίαση της ψυχής.
Πράγματι, και όταν χάρισε την
θεραπεία στην ψυχή του παραλυτικού, όχι μόνον δεν επευφημήθηκε από εκείνους που
έβλεπαν μόνο τα φαινόμενα, αλλά και βλασφημήθηκε. Γι’ αυτό θεράπευσε και τη
σωματική του παράλυση, για να μάθουν, όπως ο ίδιος έλεγε προς τους παρόντες, «ὅτι
ἐξουσίαν ἔχει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπὶ τῆς γῆς ἀφιέναι ἁμαρτίας(:ότι ο υιός του
ανθρώπου, ο Μεσσίας, ο εκπρόσωπος της ανθρωπότητας και ένδοξος Κριτής της κατά
τη δευτέρα παρουσία Του, έχει εξουσία να συγχωρεί στη γη τις αμαρτίες των
ανθρώπων)»[Ματθ.9,6].
Κυρίως γι’ αυτό λοιπόν
απομακρύνει τους δαίμονες από τους δαιμονιζόμενους, για να μάθουμε ότι Αυτός
είναι που τους αποδιώκει και από τις ψυχές μας, και μας χαρίζει την αιώνια
ελευθερία.
«Ἐξελθόντι δὲ αὐτῷ ἐπὶ τὴν γῆν(:και
όταν βγήκε στη στεριά)», σύμφωνα με την περικοπή του Ευαγγελίου που διαβάστηκε
σήμερα, «ὑπήντησεν αὐτῷ ἀνήρ τις ἐκ τῆς πόλεως, ὃς εἶχε δαιμόνια ἐκ χρόνων ἱκανῶν
καὶ ἱμάτιον οὐκ ἐνεδιδύσκετο καὶ ἐν οἰκίᾳ οὐκ ἔμενεν, ἀλλ᾿ ἐν τοῖς
μνήμασιν(:Τον συνάντησε κάποιος άνθρωπος που καταγόταν από την πόλη, ο οποίος
είχε μέσα του δαιμόνια από πολλά χρόνια. Αυτός δεν φορούσε πάνω του ρούχα ούτε
έμενε σε σπίτι, αλλά ζούσε μέσα στα μνήματα)»[Λουκ.8,27].«Εξήλθε», λέγει, όχι
«ήλθε στην ξηρά», για να δείξει ότι ήλθε με πλοίο, αφού ήδη και τη θύελλα του
ανέμου κατέπαυσε, και την θάλασσα γαλήνευσε με την επιτίμησή Του· διότι όταν
από την Γαλιλαία επιβιβάστηκε στο πλοίο με τους μαθητές Του, είπε προς αυτούς,
όπως λέγει παραπάνω ο Ευαγγελιστής: «Διέλθωμεν εἰς τὸ πέραν τῆς λίμνης(:ας
περάσουμε στο απέναντι μέρος της λίμνης Γεννησαρέτ)»[Λουκ.8,22]. Από εδώ
φαίνεται ότι προείδε το γεγονός, και από ευσπλαχνία ήλθε αυτόκλητος βοηθός στον
βασανιζόμενο τόσο φοβερά και τόσο πολλά έτη από τους δαίμονες.
Ο Λουκάς λοιπόν λέγει ότι ήταν
ένας και είχε πολλά δαιμόνια, ο Μάρκος όμως ομιλεί και αυτός περί ενός, «ἐν
πνεύματι ἀκαθάρτῳ(:κυριευμένος από πνεύμα ακάθαρτο)». Ο δε Ματθαίος ισχυρίζεται
ότι ήσαν δύο μαζί και βασανίζονταν από πολλά δαιμόνια. Την αιτία λοιπόν, για
την οποία άλλοι Ευαγγελιστές ομιλούν για έναν, άλλοι δε για περισσοτέρους, και
δαιμονιζόμενους και δαιμόνια, την φανέρωσε και ο Λουκάς και ο Μάρκος· διότι το
ένα, το οποίο ο Μάρκος ονόμασε ακάθαρτο πνεύμα, εξεταζόμενο στη συνέχεια από
τον Κύριο λέγει: «Λεγεὼν ὄνομά μοι, ὅτι πολλοί ἐσμεν(:Το όνομά μου είναι
Λεγεών, δηλαδή ταξιαρχία στρατιωτών. Κι έχω αυτό το όνομα, διότι εδώ μέσα
είμαστε πολλοί)»[Μάρκ.5,9]. Πράγματι η «λεγεώνα» είναι ορμαθός και πολυάριθμο
σύστημα αγγέλων ή ανθρώπων, οι οποίοι στέκονται, μετακινούνται μαζί και
αποβλέπουν και κινούνται προς ένα έργο και σκοπό. Γι’ αυτό και οι
δαιμονιζόμενοι εκείνοι, αφού ως ενεργούμενοι και φερόμενοι κατά τέτοιο σύστημα
συνευρίσκονταν μαζί και στα μνήματα και στα όρη και διώκονταν μαζί αδιάσπαστα,
άλλοτε μεν αναφέρονται σε ενικό αριθμό, άλλοτε δε σε πληθυντικό, και αυτοί και
τα πονηρά πνεύματα που τους ταλαιπωρούσαν.
Επίσης, δεν συνάντησε και δεν
ανεγνώρισε απλώς τον Ιησού ο Λεγεών των πονηρών πνευμάτων διαμέσου του ανθρώπου
εκείνου, αλλά και «ἰδὼν δὲ τὸν Ἰησοῦν καὶ ἀνακράξας προσέπεσεν αὐτῷ καὶ φωνῇ
μεγάλῃ εἶπε·τί ἐμοὶ καὶ σοί, Ἰησοῦ, υἱὲ τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου; δέομαί σου, μή με
βασανίσῃς(:όταν όμως είδε τον Ιησού, από το φόβο του έβγαλε μια δυνατή κραυγή,
έπεσε στα πόδια Tου και
με φωνή μεγάλη είπε: “Ποια σχέση υπάρχει ανάμεσα σε μένα και σένα και τι ζητάς
από μένα, Ιησού, Υιέ του Θεού του υψίστου; Σε παρακαλώ, μη με βασανίσεις και μη
μου επιβάλεις την τιμωρία να κλειστώ από τώρα μέσα στο σκοτάδι του
Άδη”)»[Λουκ.8,28].
«Παρήγγειλε γὰρ», λέγει, «τῷ
πνεύματι τῷ ἀκαθάρτῳ ἐξελθεῖν ἀπὸ τοῦ ἀνθρώπου (:ο Χριστός διέταξε το ακάθαρτο
πνεύμα να βγει και να φύγει από τον άνθρωπο)»[Λουκ.8,29].Έχοντας καταπλεύσει
για τον σκοπό αυτόν ο Κύριος από ευσπλαχνία στην παραλία εκείνη όπου ζούσε ο
δαιμονιζόμενος, διέταξε μεν τον λεγεώνα των δαιμόνων να εξέλθει από τον
άνθρωπο, δεν του είπε όμως πού να απέλθει. Γι’ αυτό εκείνο το παμμίαρο σμήνος
των πονηρών πνευμάτων κατελήφθη από αμηχανία, και φοβήθηκε μήπως παραδοθεί τώρα
από τον Κύριο στη μέλλουσα καταδίκη, στην προετοιμασμένη γι’ αυτά γέεννα του
πυρός, με την οποία θα παραδοθούν σε τέλεια ακινησία, αφού θα καταργηθεί κάθε
ενέργειά τους. Αναγκάστηκε λοιπόν να προσέλθει, και να προσπέσει,
χρησιμοποιώντας ταπεινότερα και αληθινά λόγια προς τον Κύριο, τα οποία Τον
μαρτύρησαν ότι είναι Υιός του Υψίστου. Μέσα στην πονηρία τους νόμιζαν ότι με
αυτήν την μαρτυρία, σαν με κάποια κολακεία, θα μεταπείσουν τον Κύριο των όλων.
Και ο Κύριος ανέχτηκε την
μαρτυρία των δαιμόνων, προς καταρτισμό των ευρισκομένων στο πλοίο· διότι πριν
από λίγο, βλέποντας ο κόσμος τα τόσο μεγάλα θαύματά του στη θάλασσα, έλεγαν
μεταξύ τους με απορία: «Τίς ἄρα οὗτός ἐστιν, ὅτι καὶ τοῖς ἀνέμοις ἐπιτάσσει καὶ
τῷ ὕδατι, καὶ ὑπακούουσιν αὐτῷ;(: Ποιος λοιπόν να είναι αυτός; Είναι πολύ
μεγαλύτερος απ’ ό,τι Τον θεωρούσαμε μέχρι τώρα· διότι διατάζει ακόμη και τους
ανέμους και τα κύματα της λίμνης, και Τον υπακούουν)»[Λουκ.8,25]. Τώρα όμως έμαθαν
ότι είναι ο Υιός του Θεού του Υψίστου· διότι πάντοτε, ακόμη και ο διάβολος,
είναι συνεργός στη βουλή του Θεού, όχι όμως επειδή το θέλει ούτε αποβλέποντας
σε αυτό. Γι’ αυτό και κάποιος από τους θεοφόρους λέγει, ότι «το κακό συνεργεί
στο αγαθό, όχι με καλή προαίρεση»[ βλ. Ιω. Χρυσοστόμου «Προς Σταγείριον» και
Μεγάλου Βασιλείου « Ὅτι οὐκ ἐστίν αἴτιος τῶν κακῶν ὁ Θεός»] .
Ο Κύριος, λοιπόν, θέλοντας να
φανερώσει στους παρόντες ότι ο δαίμονας που τόσο φρίττει ενώπιόν Του δεν είναι
ένας, αλλά πλήθος πολύ, τον ρώτησε: «Τί σοί ἐστιν ὄνομα; ὁ δὲ εἶπε· λεγεών· ὅτι
δαιμόνια πολλὰ εἰσῆλθεν εἰς αὐτόν(:τον ρώτησε λοιπόν ο Ιησούς λέγοντάς του:
’’Ποιο είναι το όνομά σου;”. Και εκείνος απάντησε: ‘’Λεγεών’’, δηλαδή ταξιαρχία
στρατιωτών. Και είχε αυτό το όνομα, διότι είχαν μπει μέσα στον άνθρωπο αυτό όχι
μόνο ένα αλλά πολλά δαιμόνια)». Λέγουν ορισμένοι ότι το τάγμα της λεγεώνας
αποτελείται από έξι περίπου χιλιάδες.
«Καὶ παρεκάλει αὐτὸν(:και Τον
παρακαλούσαν τα δαιμόνια)», λέγει, «ἵνα μὴ ἐπιτάξῃ αὐτοῖς εἰς τὴν ἄβυσσον ἀπελθεῖν(:να
μην τα διατάξει και πάνε στα τρίσβαθα του Άδου)». Βλέπεις ότι είναι ο φόβος,
όπως είπαμε παραπάνω, αυτός που τους ανάγκασε και να προσέλθουν, και να
προσπέσουν, και να χρησιμοποιήσουν σχήματα και λόγια αληθινά και ταπεινότερα.
Κοίταξε όμως και την παντοκρατορική εξουσία του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος
ημών Ιησού Χριστού. Πράγματι· ο δαίμονας και χωρίς να το θέλει Τον μαρτύρησε
Κύριο και της αβύσσου. Και ποιος είναι Αυτός που επιβλέπει αβύσσους; Βεβαίως
Αυτός που κάθεται στους ουρανούς, Αυτός που περιέχει και κατευθύνει τα πάντα.
Βλέπε επίσης και ότι το στίφος
των δαιμόνων δεν μπορεί να μένει πουθενά, αν δεν έχει πάρει από Αυτόν την άδεια
ή την παραχώρηση. Γι’ αυτό και όταν προστάχτηκε από τον Κύριο να φύγει, αλλά
δεν έλαβε εντολή πού να απέλθει, κατελήφθη από μεγάλη βία, και βρήκε ως
καταφύγιο τους χοίρους, οι οποίοι έβοσκαν στο όρος, ώστε να διαφύγει μέσω
αυτών. Αλλά ούτε κατ’ αυτών είχε από μόνον του την εξουσία, πολύ δε περισσότερο
δεν την έχει εναντίον των ανθρώπων. Διότι, λέγει: «ἦν δὲ ἐκεῖ ἀγέλη χοίρων ἱκανῶν
βοσκομένων ἐν τῷ ὄρει· καὶ παρεκάλουν αὐτὸν ἵνα ἐπιτρέψῃ αὐτοῖς εἰς ἐκείνους εἰσελθεῖν·
καὶ ἐπέτρεψεν αὐτοῖς. ἐξελθόντα δὲ τὰ δαιμόνια ἀπὸ τοῦ ἀνθρώπου εἰσῆλθον εἰς τοὺς
χοίρους, καὶ ὥρμησεν ἡ ἀγέλη κατὰ τοῦ κρημνοῦ εἰς τὴν λίμνην καὶ ἀπεπνίγη(:στο
μεταξύ εκεί κοντά ήταν ένα κοπάδι από πολλούς χοίρους που έβοσκαν στο βουνό.
Και τα δαιμόνια Τον παρακαλούσαν να τους επιτρέψει να μπουν σε εκείνους τους
χοίρους. Και ο Κύριος τους το επέτρεψε, επειδή αυτοί που έτρεφαν τους χοίρους
το έκαναν αυτό παραβαίνοντας τον μωσαϊκό νόμο, ο οποίος απαγόρευε ως ακάθαρτο
το χοιρινό κρέας. Με τον τρόπο αυτό ο Κύριος τιμώρησε την παρανομία τους αυτή.
Και αφού βγήκαν τα δαιμόνια απ’ τον άνθρωπο, μπήκαν στους χοίρους. Τότε το
κοπάδι όρμησε με ασυγκράτητη μανία προς τον γκρεμό, και έπεσε κάτω στη λίμνη
και πνίγηκε)».
Τα δαιμόνια λοιπόν, ζητώντας
δήθεν πρόφαση φυγής, και έχοντας κακοποιό προαίρεση, ζήτησαν την άδεια κατά των
χοίρων, επειδή ο Σωτήρας τα έδιωχνε από τους ανθρώπους. Συνειδητοποίησαν ότι
την στιγμή εκείνη δεν διώκονταν από έναν ή δύο, αλλά δια του Ενός από όλους
τους ανθρώπους. Και ο Κύριος τους το επέτρεψε, για να γνωρίσουμε εμείς από όσα
έπαθαν οι χοίροι, ότι ούτε τον άνθρωπο εκείνον δεν θα λυπούνταν να τον
καταστρέψουν τελείως, αν δεν αναχαιτίζονταν και πριν αοράτως από την δύναμη
Εκείνου.
«Ἰδόντες δὲ(:όταν όμως είδαν)»,
λέγει, «οἱ βόσκοντες τὸ γεγενημένον ἔφυγον, καὶ ἀπήγγειλαν εἰς τὴν πόλιν καὶ εἰς
τοὺς ἀγρούς(:Μόλις είδαν αυτό που έγινε εκείνοι που έβοσκαν τους χοίρους,
έφυγαν και ανήγγειλαν το συμβάν της καταστροφής των χοίρων στους κατοίκους της
πόλεως και σ’ όσους έμεναν έξω στην ύπαιθρο)»[Λουκ.8,34]. Λάβετε τώρα παρακαλώ
στον νου σας τον άσωτο υιό του Ευαγγελίου, που σώθηκε με την απομάκρυνση από
τους χοίρους, για να καταλάβετε ποιοι ήσαν αυτοί που έβοσκαν τους χοίρους, ή
μάλλον ποιοι ομοιάζουν με αυτούς. Πράγματι ο χοιρώδης βίος εξ αιτίας της
ακαθαρσίας του, συμβολίζει κάθε πονηρό πάθος. Και χοίροι είναι κυρίως αυτοί που
περιφέρουν τον ρυπωμένο από τη σάρκα χιτώνα. Προϊστάμενοί τους, ένα είδος
βοσκών, είναι εκείνοι που υπερέχουν από αυτούς στην ηδυπάθεια, και λαμβάνουν
πρόνοια για την σάρκα και την δίαιτά τους, με τέτοιο τρόπο ώστε να εκπληρώνουν
την επιθυμία τους.
Σ’ εμάς όμως δεν επιτρέπει ο
χρόνος ούτε, όπως βλέπετε, ο θόρυβος του πλήθους, να ασχοληθούμε λεπτομερώς με
τη συνέχεια, ποια δηλαδή είναι η γύμνωση που προκαλείται στην ψυχή από την
αμαρτία, την οποία υποδήλωνε ο δαιμονιζόμενος εκείνος, και ποια η διαβίωση στα
όρη [διότι, λέγει «ἱμάτιον οὐκ ἐνεδιδύσκετο καὶ ἐν οἰκίᾳ οὐκ ἔμενεν, ἀλλ᾿ ἐν τοῖς
μνήμασιν(:αυτός δεν φορούσε πάνω του ρούχα ούτε έμενε σε σπίτι, αλλά ζούσε μέσα
στα μνήματα)»] και ποιες οι αλυσίδες, οι χειροπέδες και τα δεσμά τα οποία
εκείνος έσπαζε και έφευγε διωκόμενος.
Αλλά ας αποφύγουμε και εμείς,
μάλιστα οι μοναχοί, την συναναστροφή και συμβίωση με τους χοίρους· διότι κατά
τη ρήση του Παύλου «μὴ πλανᾶσθε· φθείρουσιν ἤθη χρηστὰ ὁμιλίαι κακαί.
φθείρουσιν ήθη χρηστά ομιλίαι κακαί (: μην πλανάτε τον εαυτό σας με ψέματα. Και
μη συναναστρέφεστε με τους παλιούς σας φίλους που είχατε όταν ήσασταν
ειδωλολάτρες. Μην ξεχνάτε ότι οι κακές συναναστροφές διαφθείρουν τα καλά
ήθη)»[Α΄Κορ.15,33], και ως επί το πλείστον καθένας είναι ή γίνεται όμοιος με
τους συντρόφους του. Τι το όφελος να φύγεις οριστικώς από τον κόσμο και να
καταφύγεις στα αφιερωμένα στον Θεό φροντιστήρια, να εξέρχεσαι όμως καθημερινώς
από αυτά και να συμφύρεσαι πάλι με τον κόσμο; Πώς, πες μου, τριγυρνώντας στις
αγορές θα αποφύγεις τα προσανάμματα των παθών, δια των οποίων επέρχεται ο
θάνατος της ψυχής, που χωρίζει τον άνθρωπο από τον Θεό; Αυτός είναι ο θάνατος «ὁ
ἀναβαίνων εἰς ἡμᾶς διά τῶν θυρίδων», οι οποίες είναι μέσα μας, δηλαδή των
αισθήσεων. Αυτές έγιναν αφορμή να εκπέσουν από την αθανασία και οι προπάτορες
εκείνοι.
Ας φύγουμε λοιπόν όλοι μας
μακριά, άλλοι από την συμβίωση με τα κακά, έστω και αν μας φαίνεται ότι
υπερτερούμε πολλών στην καταγωγή και στην δόξα και στην σωματική ρώμη και στον
υλικό πλούτο, και άλλοι από την ομοίωση προς τους χοίρους, λαμβάνοντας στον νου
μας την λίμνη εκείνη του ασβέστου πυρός, μέσα στην οποίαν, φευ!, θα πέσουν όσοι
αμετανόητα υπηρετούν τις προσβολές των δαιμόνων. Και βλέποντας το βάραθρο στο
οποίο κρημνίζονται όταν πεθαίνουν, όσοι μέχρι το τέλος τους ομοιάζουν ως προς
τον τρόπον της ζωής με τους χοίρους, ας απομακρυνθούμε χωρίς επιστροφή από τον
όντως δυσώδη βίο της αμαρτίας, και ας προσέλθουμε έτσι καλώς και δικαίως στην
πηγή των μύρων, την οποία μας χάρισε ο Θεός, και εκχύνεται μέσα από τη λάρνακα
από την σωρό του εντοπίου μας Χριστομάρτυρος αγίου Δημητρίου.
Και αφού με την χρήση τούτων
αγιασθούμε και ενισχυθούμε, να κηρύττουμε και στους αγρούς και στις πόλεις,
όπου και αν είμαστε, την θειότατη δύναμη και ενέργεια του θείου αυτού μύρου.
Δεν εννοώ με την γλώσσα και τα λόγια -διότι ποιος δεν άκουσε με την δική του
ακοή την συρροή των θαυμάτων που γίνονται εδώ;-, αλλά με την μεταβολή της ζωής
μας προς το καλύτερο, ώστε βλέποντάς μας όλοι να πουν: «αὕτη ἡ ἀλλοίωσις τῆς
δεξιᾶς τοῦ Ὑψίστου(:αυτή η μεταβολή της καταστάσεώς μας είναι έργο της δεξιάς
του Υψίστου Θεού μας)»[Ψαλ.76,11], με την οποία δεξιά έχει ζωγραφηθεί ο μέγας
Δημήτριος, και δια της οποίας μετασχηματίζει αυτούς που τον πλησιάζουν προς το
θειότερο, ώστε να έχει και στον ουρανό συμπολίτες αυτούς που ευτύχησαν να είναι
στη γη συγκάτοικοί του. Αυτό είθε να συμβεί με τις πρεσβείες εκείνου, και να
επιτύχουμε όλοι τις υπεσχημένες ουράνιες μονές, και την εκεί συνοίκηση με τους
αγίους, χάριτι και φιλανθρωπία του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, στον οποίο πρέπει
δόξα στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια: Ελένη Λιναρδάκη,
φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
· Γρηγορίου του Παλαμά Άπαντα τα
έργα, Ομιλίαι (ΜΓ΄-ΞΓ΄), ομιλία Ν΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο
Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1986, τόμος 11, σελίδες
197-211.
· http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
· Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
· Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και
ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η
Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
· Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους
εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα,
εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
· http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
· http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm