Πρεσβύτερος
Ἰουστῖνος Τσιουτέα
Τηλ. : 6987378286
E-mail : iustin2004@yahoo.gr
Πολύκαστρο 06-12-2021
Πρός τόν
Σεβασμιώτατο
Μητροπολίτη Γουμενίσσης, Ἀξιουπόλεως καί Πολυκάστρου
κ. Δημήτριο
Ἱερά Μονή Παναγίας (Ἐπισκοπεῖο)
Γουμένισσα
Τ. Κ. : 613 00
Τηλ. : 23430 43383
Fax : 23430 20535
E-mail : gimgap@gmail.com
Σεβασμιώτατε,
Μέ τήν παρούσα ἐπιστολή ἐπιθυμῶ νά ἀπαντήσω ἐκτενέστερα,
ὅπως Σᾶς προανήγγειλα στήν ἀπό 02-12-2021 ἐπιστολή μου, στά γραφόμενά Σας στήν
ἐπιστολή Σας μέ ἀρ. πρωτ. 420/02-12-2021.
Γράφετε : «Θά ἀκολουθηθῆ ὡς πρός σέ, ἡ
προβλεπόμενη διαδικασία, βάσει τοῦ νόμου περί ἐκκλησιαστικῶν δικαστηρίων, πρός
ἀξιολόγηση τῶν τελεσθεισῶν ὑπό σοῦ πράξεων καί παραλείψεων».
Ἐπικαλεῖστε, λοιπόν, ἐναντίον μου τόν νόμο 5383 τοῦ 1932 «Περί τῶν
Ἐκκλησιαστικῶν Δικαστηρίων καί τῆς πρό αὐτῶν διαδικασίας».
Ὀφείλω, ὅμως, νά ὑπογραμμίσω ὅτι, σύμφωνα μέ τόν ὁμότιμο
Καθηγητή τῆς Πατρολογίας τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Α.Π.Θ., Αἰδεσιμολογιώτατο
Πρωτοπρεσβύτερο Θεόδωρο Ζήση (Σχ. βλ. «Ἀπάντηση στά δικαστικά ἔγγραφα τῆς
Μητροπόλεως», 14-03-2017, ἐν Μετά τήν «σύνοδο» τῆς Κρήτης. Ἡ
διακοπή μνημοσύνου καί ἡ δικαστική μου δίωξη, ἐκδ. «Φίλη
Ὀρθοδοξία» 16, Θεσσαλονίκη, Ἀπρίλιος 2017, σελ. 189-196) εἶναι παράνομη καί
ἀδικαιολόγητη ἡ δικαστική δικαιοδοσία, πού ἐπιβάλλει ὁ ἀνωτέρω ἀντικανονικός,
ἀντισυνταγματικός, δεσποτοκρατικός, ἐπισκοποκεντρικός, μεσαιωνικός νόμος.
Κατά τήν γνώμη ἐγκύρων νομικῶν καί θεολόγων, ἀντιβαίνει καί στό Σύνταγμα καί στούς Ἱερούς Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας, καί, ἀντί νά βελτιώσει τήν ἐκκλησιαστική δικαιοδοσία, κατέστησε τήν ἀπονομή της ἐπισφαλῆ καὶ ἄδικη. Μελετᾶται ἤδη ἀπό καιρό ἡ ἀναθεώρησή του, ἡ ὁποία πρέπει νά γίνει μέ βάση τό φιλάνθρωπο πνεῦμα τῶν Ἱερῶν Κανόνων καί πρός τήν κατεύθυνση νά μειωθεῖ ἡ δεσποτοκρατία, τό δικονομικό χάσμα μεταξύ Ἐπισκόπων ἀφ᾽ ἑνός, παντοδυνάμων καί πανισχύρων, καί Πρεσβυτέρων καί Διακόνων ἀφ᾽ ἑτέρου, ἀδυνάμων καί δούλων.
Εἶναι δυνατὸν νά ὑπάρχει σύνθεση δικαστηρίου, στήν ὁποία
ἕνα μόνο μέλος, ὁ Ἐπίσκοπος, ἔχει ἀποφασιστική ψῆφο, τά δέ ὑπόλοιπα μέλη,
ἐπιλεγμένα ἀπό τόν Ἐπίσκοπο, εἶναι ἀνίσχυρα καί ἀνενέργητα, συνήθως δέ καί ἄλαλα,
γιά νά μήν δυσαρεστήσουν τόν δεσπότη; Αὐτό συμβαίνει μέ τήν σύνθεση τῶν
ἐπισκοπικῶν διαστηρίων γιά Πρεσβυτέρους καί Διακόνους, πού προβλέπει ὁ ἐν λόγῳ
νόμος, ἄγνωστη παντελῶς καί ἀδιανόητη στήν Ἱεροκανονική Παράδοση. Εἶναι δυνατόν
νά μήν ἐξεγείρεται τό περί δικαίου αἴσθημα, ἀκόμη καί στό πιό ὑπανάπτυκτο
σύστημα ἀπονομῆς δικαιοσύνης, ὅταν ὁ κατήγορος εἶναι συγχρόνως καί δικαστής; Κι
ὅμως, αὐτό ἰσχύει κατά μοναδική πρωτοτυπία στήν Κρατική Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος.
Δικάζει ἐν ἔτει 2021 μέ βάση ἕναν ἀπαρχαιωμένο νόμο, ἡλικίας 89 ἐτῶν!!!
Στήν συγκεκριμένη δική μου περίπτωση, Ἐσεῖς,
ὁ αἱρετίζων καί οὐσιαστικά κατηγορούμενος, θέλετε νά μέ δικάσετε ὡς Πρόεδρος
τοῦ δικαστηρίου μαζί μέ τούς ἁπλῶς παριστάμενους, χωρίς ψῆφο καί οὐσιαστικά
χωρίς λόγο, συνεργάτες Σας, Πρωτοσύγκελο Ἀρχιμ. Ἀγαθάγγελο Σφονδυλιά καί
Πρωτοπρεσβ. Ἰγνάτιο Καλογεράκη, οἱ ὁποῖοι εἶναι οὐσιαστικά κι αὐτοί
κατηγορούμενοι. Δέν εἶναι βέβαιο καί ἀναμενόμενο Ἐσεῖς, ὁ κατήγορος – δικαστής,
νά μεροληπτήσετε ὑπέρ τῶν δικῶν Σας θέσεων καί νά ἀδικήσετε ἐμένα, τόν δῆθεν
«κατηγορούμενο»;
Ἐσεῖς, ἄραγε, θά παραστεκόσασταν σέ ἕνα τέτοιο δικαστήριο
ἐναντίον Σας;
Δέν πρόκειται, λοιπόν, νά ἀναγνωρίσω καί νά ἀποδεχθῶ ἕνα
τέτοιο ἀντικανονικό καί μεσαιωνικό νόμο καί ἕνα τέτοιο ἐπισκοπικό ἤ συνοδικό
δικαστήριο, διότι δέν θά εἶναι δίκαιο καί ἀμερόληπτο δικαστήριο, ἀλλὰ ἐχθρικό
καταδικαστήριο.
Ἐπίσης, ὁ ἐν λόγῳ νόμος ἰσχύει ἀποκλειστικά καί μόνο γιά
μνημονεύοντες καί ὄχι γιά ἀποτειχισμένους ἱερεῖς, ὅπως ἐγώ.
Εἶναι δυνατόν Ἐσεῖς, πού εἶστε αἱρετίζων, ὅπως κατέδειξα
στήν ἀπό 30-11-2021 ἐπιστολή ἀποτειχίσεώς μου ἀπό Ἐσᾶς, νά θέλετε νά δικάσετε
ἐμένα, πού εἶμαι ὀρθοφρονών καί ἀποτειχισμένος;
Οἱ ποινές τῶν αἱρετιζόντων κατά τῶν Ὀρθοδόξων δέν ἔχουν
καμμία ἀπολύτως ἰσχύ, ὅπως κατέδειξε θαυμάσια σέ ἐξαίρετη ὁμιλία του στίς
17-11-2021 ὁ Ὁσιολογιώτατος μοναχός Σεραφείμ Ζήσης μέ τίτλο : «Ἰσχύουν οἱ
ποινές τῶν αἱρετιζόντων κατά τῶν Ὀρθοδόξων»; (Σχ. βλ. https://www.youtube.com/watch?v=x8KD-U2fVPY&t=4468)
Θά παραθέσω μόνο τό παράδειγμα τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ
Παλαμᾶ.
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος διέκοψε τό μνημόσυνο τοῦ Πατριάρχου
Ἰωάννου Καλέκα, πρό συνοδικῆς κρίσεως, λόγῳ τῶν αἱρετικῶν φρονημάτων του. Αὐτό
μᾶς τό πληροφορεῖ ὁ ἴδιος ὁ Καλέκας στό μικρό κείμενο Ἀφορισμοῦ, πού ἐξέδωσε
ἐναντίον τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου καί τῶν ὁμοφρόνων του «ὡς τολμήσαντας ἀκανονίστως
καί ἀκρίτως ἀποκόψαι τό μνημόσυνόν μου». Τόν ἀφορισμό ὑπογράφει μόνο ὁ Καλέκας
: «Ἰωάννης ἐλέῳ
Θεοῦ ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, νέας Ῥώμης καί οἰκουμενικός πατριάρχης». Κατά τόν Καθηγητή Π. Χρήστου, ὁ
Ἀφορισμός «ἐξηνέχθη
ὑπό μόνου τοῦ Πατριάρχου, θεωροῦντος ἑαυτόν ὡς ἐντεταλμένου εἰς τοῦτο ὑπό τῶν
κατά τό 1342 καί 1343 συγκροτηθεισῶν κλειστῶν συνόδων, αἱ ὁποῖαι εἶχον
καταδικάσει τά συγγράμματα τοῦ Παλαμᾶ καί αὐτόν δέ τόν ἴδιον πιθανῶς ὑπό τήν
προϋπόθεσιν τῆς ἐμμονῆς εἰς τήν τακτικήν του». Κατόπιν ὁ Ἀφορισμός ὑπεγράφη καί ἀπό
ἄλλους (Σχ. βλ. Ἁγίου
Γρηγορίου Παλαμᾶ, Συγγράμματα, τ. Β΄, ἔκδ. Π.
Χρήστου, Θεσσαλονίκη 1966, σ. 37). Ἀξίζει νά ὑπογραμμισθεῖ καί πάλι σέ σχέση μέ
τήν σημερινή ἐκκλησιαστική ἐπικαιρότητα ὅτι, ὅταν ὁ Ἅγιος Γρηγόριος διέκοψε τήν
μνημόνευση τοῦ Πατριάρχου, αὐτός (ὁ Πατριάρχης) δέν εἶχε καταδικασθεῖ ἀπό
σύνοδο, ὁ δέ Ἅγιος Γρηγόριος δέν ἦταν τότε Ἐπίσκοπος, ἀλλά ἕνας ἁπλός
ἱερομόναχος τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Καί τό πολύ σημαντικό ἐπίσης γιά τά σημερινά˙ τό
ὅτι αὐτές τίς ποινές, πού τοῦ ἐπεβλήθησαν ἀπό τήν ἐπίσημη αἱρετική «Ἐκκλησία»,
δέν τίς ἐτήρησε, ἀλλά ἐξακολούθησε νά λειτουργεῖ κρυφά, ὅπως προκύπτει ἐπίσης
ἀπό Ἐγκύκλιο, πού ἔστειλε ὁ Καλέκας πρός τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας,
ἐνημερώνοντάς το γιά τίς δῆθεν βλάσφημες διδασκαλίες καί τήν ἀπείθεια τοῦ Ἁγίου
Γρηγορίου : «Ὁ δέ γε ἀρχηγός
καί προστάτης τῶν βλασφημιῶν Παλαμᾶς, τά ἴσα καί αὐτός μετά τῆς ἑταιρείας αὐτοῦ
καταψηφισθείς (οὔτε γάρ τῆς ἐνστάσεως ἐνεδίδου, οὐθ’ὁπωσοῦν καθυφίει τῆς ἀλόγου
ἀδολεσχίας), ἐκκήρυκτος καί Ἐκκλησίας Θεοῦ καί ἱερωσύνης γίνεται, ὥς γε
διέξεισι τά κατ’ αὐτόν ὑπομνήματα, σεσημασμένα ὑπό τε τοῦ τότε πατριαρχοῦντος
τῆς βασιλίδος τῶν πόλεων, ὑπό τε τοῦ Θεουπόλεως Ἀντιοχείας, καί τῶν καθ’
ἕκαστον ἀρχιερέων, τῶν τε νῦν ἐνθάδε παρόντων, καί τῶν εἰς τάς λαχούσας ἰόντων.
Γίνεται μέν οὕτως ἡ τούτων ἐπίσχεσις καί ἀργία, εἰ καί, μηδέν ἡγησάμενοι τήν
ἐπιτίμησιν, ἀντείχοντο τῆς ἱερωσύνης, τολμηρῶς ἀναφέροντες τάς μυστικάς θυσίας
ἐν ἀποκρύφῳ» (Σχ. βλ. P.G. 150, 880D).
Συνεπῶς, δέν δέχομαι, οὔτε ἀναγνωρίζω τήν ποινή τῆς
ἀργίας, στήν ὁποία μέ θέσατε ἀπό τίς 02-12-2021, διότι δέν ἔχω τελέσει πράξεις
καί παραλείψεις, πού χρειάζονται ἀξιολόγηση. Ἑπομένως, ἡ ποινή τῆς ἀργίας εἶναι
οὐσιαστικά ἄκυρη, ἀφ’ ἑνός μέν διότι δέν ὑπάρχει καμμία ἀπολύτως αἰτιολογία
περί αὐτῆς, ἀφ’ ἑτέρου δέ διότι ἐτέθη κατά πρωθύστερον σχῆμα, πρίν δηλαδή
διαπιστωθεῖ κάποια ἀξιόποινη πράξη ἐκ μέρους μου. Ἄρα καί ἡ ἐντολή Σας, «νά ἀπόσχης ἀπό
κάθε ἱερατική δραστηριότητα μέχρι πέρατος τῆς δικαστικῆς διαδικασίας», εἶναι ἀνίσχυρη
καί μή ἐφαρμόσιμη.
Μέ τήν ἐπιβολή τῆς ποινῆς τῆς ἀργίας λογίζεστε ὡς
καταφρονητής καί καταπατητής τοῦ 15ου Ἱεροῦ Κανόνος τῆς ΑΒ΄ Συνόδου, ὁ
ὁποῖος ρητῶς διακελεύει ὅτι δέν πρέπει νά τιμωροῦνται οἱ ἀποτειχιζόμενοι
κληρικοί. Λέγει συγκεκριμένα : «Οἱ τοιοῦτοι οὐ μόνον τῇ κανονικῇ
ἐπιτιμήσει οὐχ ὑπόκεινται πρό συνοδικῆς διαγνώσεως ἑαυτούς τῆς πρός τόν
καλούμενον Ἐπίσκοπον κοινωνίας ἀποτειχίζοντες, ἀλλά καί τῆς πρεπούσης τιμῆς
τοῖς ὀρθοδόξοις ἀξιωθήσονται». Ὅπως ἑρμηνεύει ὁ ὅσιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, «οἱ χωριζόμενοι αὐτοί, ὄχι μόνον διά
τόν χωρισμόν δέν καταδικάζονται, ἀλλά καί τιμῆς τῆς πρεπούσης, ὡς ὀρθόδοξοι,
εἶναι ἄξιοι». (Σχ. βλ. Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Πηδάλιον, ἐκδ. Β.
Ρηγόπουλος, Θεσσαλονίκη 2003, σελ. 358). Ἑπομένως, ὁ ἀνωτέρω Ἱερός Κανών ἐπιβάλλει τήν ὑποχρεωτικότητα τῶν ἐπισκόπων νά μήν
τιμωροῦν τούς ἀποτειχισμένους.
Ἐπιφυλάσσομαι νά ἀπαντήσω ἐν καιρῷ καί
στήν 421/02-12-2021 ἐπιστολή σας.
Υ.Γ. Παρακαλῶ, ὅπως προβεῖτε ἀρμοδίως στήν
καταχώρηση τῆς παρούσας ἀναφορᾶς μου στό βιβλίο εἰσερχομένων, κατ' αὔξοντα
ἀριθμό, μέ χαρακτηρισμό καί μνεία τοῦ θέματος, στό ὁποῖο ἀναφέρεται, καί τοῦ
ἀριθμοῦ τῶν στοιχείων, πού τό συνοδεύουν, καί μοῦ χορηγήσετε, συμφώνως πρός τήν
διάταξη τοῦ ἄρθρου 12 τοῦ Κώδικα Διοικητικῆς Διαδικασίας (Ν.2690/1999),
βεβαίωση καταχώρησης τοῦ ἐγγράφου μέ ὅλα τά παραπάνω στοιχεία.
Σύμφωνα πρός τήν ὡς ἄνω μνημονευθείσα διάταξη,
προβλέπεται ρητῶς ἡ ὑποχρέωση τῆς ὑπηρεσίας νά χορηγεῖ βεβαίωση καταχώρησης τοῦ
ἐγγράφου μέ ὅλα τά παραπάνω στοιχεία.
Ἐπίσης, σύμφωνα μέ τήν διάταξη τοῦ ἄρθρου 106 τοῦ
ὑπαλληλικοῦ κώδικα (Ν. 3528/2007), κάθε παράβαση ὑπαλληλικοῦ καθήκοντος, πού
συντελεῖται μέ ὑπαίτια πράξη ἤ παράλειψη, πού μπορεῖ νά καταλογιστεῖ στόν
ὑπάλληλο, συνιστᾶ πειθαρχικό παράπτωμα.
Μέ τιμή
π. Ἰουστῖνος Τσιουτέα
ἐλάχιστος ἐν πρεσβυτέροις