Κάποτε ὁ Ἅγιος Σπυρίδων βρισκόταν σέ μία Τοπική Σύνοδο στήν Λήδρα τῆς Κύπρου, δηλαδή στή σημερινή Λευκωσία πού ἦταν καί τότε πρωτεύουσα τοῦ Νησιοῦ.
Ἐπίσκοπος Λήδρας ἦταν ὁ μαθητής του Τριφύλλιος, ὁ ὁποῖος
ἦταν ἀρχαϊστής καί ὅπως προβλέπουν οἱ Πράξεις τῆς Ἐκκλησίας, προΐστατο τῆς Θείας Λειτουργίας. Ὅλοι οἱ ἄλλοι Ἐπίσκοποι καί Συνεπίσκοποι ἦσαν στό Σύνθρονο. Φαίνεται ἦταν τό Εὐαγγέλιο τοῦΠαραλύτου πού λέγει «ἆρον τόν κράββατόν σου καί ὕπαγε εἰς τόν οἶκον σου.
Ὁ Τριφύλλιος, λόγῳ τοῦ ἀρχαϊσμοῦ του, εἶπε... ἆρον τόν σκίμποδά σου καί ὕπαγε εἰς τόν οἶκον σου. Δέν ἤθελε νά πεῖ τήν λαϊκή αὐτή λέξη... κράββατον, κρεββάτι πού λέμε σήμερα.
Καί τότε ὁ Ἅγιος Σπυρίδων, ὅπως λέγει ὁ ἱστορικός Σωκράτης τοῦ 5ου μ.Χ. Αἰῶνος, σηκώνεται ἐπιδεικτικά καί μέ τά ἄμφια ὅπως ἦταν πήγαινε πρός τήν ἔξοδο. Ὅλοι ἐνόμισαν ὅτι κάτι ἔπαθε, πλησιάζουν καί τοῦ λένε: «Γέροντα τί ἔχεις; Καί τί ἀπήντησε ὁ Ἅγιος Σπυρίδων εἰς ἐπήκοον ὅλων;
Δέν μπορῶ νά μείνω ἐδῶ μ’ ἕναν ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος ντρέπεται νά πεῖ αὐτό πού εἶπε ὁ Χριστός!!!».
* * *
Ὁ Ἅγιος πού ἑορτάζουμε σήμερα καί πού ὁλόσωμο φυλάσσεται τό σκήνωμά του στόν ναό Του στό νησί τῆς Κέρκυρας, ὡς φρουρός καί προστάτης ἔναντι τῆς παπικῆς ἀπειλῆς ἐτέλεσε κι ἕνα φοβερό θαῦμα πού ἀποτελεῖ καταπέλτη κι βροντερή ἀπάντηση σ’ αὐτούς πού θέλουν νά μᾶς ὑποτάξουν στόν Πάπα.
«Ὅταν ἐπί Ἑνετικῆς κατοχῆς ἀνηγέρθη Παπικόν Ἁλτάριον ἐντός τοῦ ἐν Κερκύρᾳ Ἱεροῦ Ναοῦ Του, ἀφοῦ συνεβούλευσε καί θαυμαστῶς ὑπέδειξε περί αὐτοῦ τά δέοντα, ἀλλά δέν εἰσηκούσθη, τότε, ὤ τοῦ θαύματος, δι’ ἀστραπιαίου πυρός κατέκαυσε τοῦτο, πρός χαράν τῶν Ὀρθοδόξων, οὐ μόνον διδάσκων ἀλλά μεγαλύνων καί διατρανώνων τοιουτοτρόπως διά μίαν ἀκόμη φοράν τήν Ὀρθόδοξον Πίστιν».
Καταλαβαίνουμε λοιπόν ἐμεῖς σήμερα πόσο ἔχουμε ξεφύγει ἀπό τήν γραμμή τῶν Ἁγίων μας Πατέρων καί πόσο ἔχουμε βάλει νερό στό κρασί μας!
Ἐάν ὁ ὑπέρμαχος τῆς Α’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ὁ στῦλος καί πρόμαχος τῆς Ὀρθοδοξίας γιά τήν ἀλλαγή καί μίας μόνο λέξεως ἐτήρησε τέτοια στάση κι ἀκρίβεια, ἄς ἀναλογισθοῦμε πόσο εὐθυνόμαστε ὁ καθένας ἀπό μᾶς, ἀναλόγως τῆς θέσεως πού εὑρίσκεται καί τό ἀξίωμα πού κατέχει, γιά τόν κατήφορο πού ἔχουμε πάρει ὡς Ἐκκλησία σήμερα.
Ὅταν καθημερινά ἀνεχόμαστε τίς καινοτομίες τῶν ἐπισκόπων, τίς λειτουργικές ἀναγεννήσεις, τίς μεταγλωττίσεις τῶν ἱερῶν κειμένων στή Θ. Λατρεία, τήν ἐκκοσμίκευση ἐντός τῶν ἱερῶν ναῶν, τήν ἀνίερη τέλεση τῶν μυστηρίων καί τήν μετατροπή τους σέ φιέστες και φολκλορικές συναθροίσεις, τήν ἀπρεπῆ ἐνδυμασία ἐντός τοῦ ναοῦ ἰδιαιτέρως τῶν γυναικῶν, φθάσαμε στό σημεῖο νά μήν ἀναγνωρίζουμε τόν ἱερό ναό, ὅπως ἦταν ὅταν εἴμαστε παιδιά, καί νά νομίζουμε πώς εἴμαστε σέ θέατρο.
Κι ὅταν δέν ἐνδιαφερόμαστε γιά τά μικρά καί ἁπλά, τότε πῶς εἶναι δυνατόν νά νοιαζόμαστε γιά τήν διατήρηση τῶν ὀρθῶν δογμάτων, γιά τήν τήρηση τῆς ὀρθοδόξου πίστεως, ὅπως τήν παρελάβαμε ἀπό τούς Ἁγίους μας;
Συνηθίσαμε σέ ὅλες αὐτές τίς ἀλλαγές καί τίς καινοτομίες καί γι’ αὐτό δέν μᾶς ἀγγίζει πλέον ὁποιαδήποτε προδοσία στά θέματα τῆς πίστεως. Γι’ αὐτό δέν ἀντιδροῦμε κι ἀρκούμαστε σέ μία τυφλή ὑπακοή σέ ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς μας, ἀλλά ὄχι στούς Ἁγίους μας τῶν παλαιῶν ἐποχῶν.
Εἴμαστε ἄνθρωποι τῆς Ν. Ἐποχῆς καί ὅσο κι ἄν δέν θέλουμε νά τό ἀποδεχθοῦμε, ὅλοι μας ὑπηρετοῦμε τή Ν. Ἐποχή καί τόν ἐρχομό τοῦ Ἀντιχρίστου.
* * *
Ποιό εἶναι τό χρέος μας ἀπέναντι στήν πανταχόθεν βαλλόμενη Ὀρθοδοξία; Νά μιμηθοῦμε ἐκείνους πού ἀγωνίσθηκαν ὑπέρμετρα γιά νά διατηρήσουν καί νά μᾶς παραδώσουν ἀκέραια τήν πίστη καί ν’ ἀπομακρυνθοῦμε ἀπό ὅλους ὅσους τήν προδίδουν καί βεβηλώνουν τήν μνήμη τῶν Ἁγίων μας.
«Φεύγετε τῶν τοιούτων» μᾶς προτρέπει ὁ Ἀπ. Παῦλος.
«Οὐ χωρεῖ συγκατάβασις εἰς τά τῆς πίστεως» μᾶς λέγει ὁ Ἅγ. Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός.
X.N.