Ο π. Αθανάσιος µιλούσε για τον στάρετς Παΐσιο Βελιτσκόφσκυ µε δέος και σεβασµό και διηγόταν τα ακόλουθα για να δείξει το ύψος των πνευµατικών του αναβάσεων… Κάποτε καθόταν στο καλύβι του και προσευχόταν. Ξαφνικά είδε (σαν σε έκσταση, όπως συνήθως Αποκαλύπτεται σε τέτοιους ανθρώπους) πλήθος δαιµόνων να κυκλώνουν ένα είδος θυσιαστηρίου και σε λίγο άλλους δαίµονες να συνοδεύουν τον σατανά µε δαιµονική επισηµότητα. Ο σατανάς κάθισε πάνω στο θυσιαστήριο και δεχόταν τους δαίµονες που ερχότανε ένας-ένας µε τις αναφορές τους και απαντούσαν στις ερωτήσεις του.
-Εσύ που ήσουν; Ρώτησε ο σατανάς τον πρώτο δαίµονα. Ήµουν στο καλύβι ενός µοναχού, που ζει στην ησυχία έξω από το µοναστήρι, µα δεν µπορούσα να τον πλησιάσω, γιατί όσες φορές δοκίµασα εκείνος έπεφτε κατά γης, φυσικά έκανε µετάνοιες και προσευχές, και ήταν καλυµµένος ολόκληρος µε µια φωτιά που µε έκαιγε, και για αυτό µου ήταν τελείως αδύνατο να φτάσω κοντά του. Ο σατανάς τότε διέταξε να τον δείρουν όπως και τους άλλους που δεν τα κατάφεραν στις δαιµονικές επιδιώξεις τους. Κι ήταν όλοι αυτοί 5-6 δαίµονες. Μετά ο σατανάς άρχισε να γρυλίζει και να λέει:
Ω! πόσο με ενοχλούν αυτά τα παλιόχαρτα! (εννοούσε τα πατερικά βιβλία σε µεταφράσεις του π. Παϊσίου). Θα ‘ρθει καιρός όµως που όλα θα υποταχθούν στην θέληση µου, και αυτά τα βιβλία θα εξαφανιστούν. Και η εποχή αυτή, πρόσθεσε ο γέρων Αθανάσιος ήρθε.
Η περίφηµη βιβλιοθήκη της µονής Νεάμτς κατακάηκε και τα λίγα βιβλία για την νοερή προσευχή που γλύτωσαν από την καταστροφή έχουν µείνει στ’ αζήτητα, κανείς πια δεν ενδιαφέρεται γι’ αυτά…
Ο γέροντας Αθανάσιος συνέχισε: Πρέπει να διαβάζουμε διαρκώς πατερικά βιβλία. Όλοι οι άγιοι πατέρες διάβαζαν πολύ, διάβαζαν ως ότου να λάβουν το χάρισµα της προσευχής. Τον Οκτώβριο του 1873 ο Αθανάσιος αρρώστησε και στις 23 του µηνός πέθανε και κηδεύτηκε στο κοινό κοιµητήριο.
Όσιος Παΐσιος Βελιτσκόφσκυ-Εκδ.Πέτρου Μπότση