Τοῦ Ἀδαμάντιου Τσακίρογλου
Πολλὲς
φορὲς μιλοῦμε γιὰ τὴν μετάνοια, τὴν θεία ἐξομολόγηση, τὴν πίστη, τὴν ἀγάπη. Ὅλα
αὐτὰ εἶναι πολὺ σημαντικὰ καὶ ἀπαραίτητα, μένουν ὅμως χωρὶς σημασία, ἐὰν δὲν
δεχθοῦν τὴν κορωνίδα τῶν πρακτικῶν ἐκφράσεών τους, τὴν συγγνώμη. Ἡ
συγγνώμη εἶναι αὐτὴ ποὺ ἐπιβεβαιώνει τὴν
ἀληθινὴ μετάνοιά μας.
Ἡ συγγνώμη
εἶναι ὁ καταπέλτης ποὺ συντρίβει τὸ πανίσχυρο τεῖχος τοῦ ἐγωισμοῦ μας καὶ τὸ
παράθυρο, ποὺ φέρνει φῶς καὶ φρέσκο ἀέρα στὴν ψυχή μας. Ἡ συγγνώμη ἀποδεικνύει
τὴν πίστη μας καὶ τὴν ἀπεριόριστη προσπάθειά μας νὰ γίνουμε μιμητὲς Χριστοῦ.
Τέλος, ἡ συγγνώμη εἶναι αὐτὴ ποὺ ἐπιβεβαιώνει τὴν ἀγάπη μας στὸν Θεό, γιατί
ὅπως μᾶς συγχωρεῖ αὐτός, ἔτσι συγχωροῦμε καὶ ἐμεῖς τὴν εἰκόνα του, τοὺς
ἀνθρώπους.
Φυσικὰ μέσῳ
αὐτῶν τῶν λόγων δὲν ξεχωρίζουμε μεταξὺ αὐτοῦ ποὺ ζητάει καὶ αὐτοῦ ποὺ δίνει
συγγνώμη. Καὶ στοὺς δύο τὰ παραπάνω εἶναι κοινά. Καὶ οἱ δύο ἔχουν νὰ πολεμήσουν
στὴν ἀρχὴ μὲ τὴν μνησικακία, τὸ πάθος, τὴν κρίση, τὸ τραῦμα ποὺ μπορεῖ νὰ μὴν
ἔχει ἀκόμη ἐπουλωθεῖ, τὴν περηφάνεια. Καὶ οἱ δύο, μέσω τῆς συγγνώμης, γίνονται
ἀθλητὲς καὶ μιμητὲς Χριστοῦ καὶ λαμβάνουν τὸν στέφανο τῆς νίκης, γεύονται τὸ τί
ἐστὶ ἀγάπη, ἐνθυμοῦνται τί σημαίνει Θεοῦ κρίση. Καὶ οἱ δύο ἀποκτοῦν μέσῳ τῆς
συγγνώμης τὸ ἀπὸ τὸν Θεὸ δοσμένο δικαίωμα νὰ πάρουν τὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα του καὶ
ἔτσι νὰ πάρουν ἄφεση ἁμαρτιῶν καὶ ζωὴ αἰώνια.
Καὶ ἐμεῖς
οἱ ἴδιοι πολλὲς φορὲς ἰσχυριζόμαστε, ὅτι ζητᾶμε συγγνώμη ἢ ὅτι συγχωροῦμε.
Εἶναι ὅμως πραγματικὰ ἔτσι; Εἶναι ἡ συγγνώμη ποὺ ζητᾶμε τὸ ἀποτέλεσμα μιᾶς
βαθιᾶς αὐτοκριτικῆς, εἰλικρινοῦς μετανοίας, καὶ ἀναγνώρισης τοῦ προσωπικοῦ μας
λάθους χωρὶς ὑπεκφυγές, χωρὶς δικαιολογίες; Εἶναι ἡ συγγνώμη ποὺ ζητᾶμε τὸ
ἀποτέλεσμα τῆς συνειδητοποίησης, ὅτι μὴ ζητώντας συγγνώμη, πρῶτα ἁμαρτάνουμε
μπροστὰ στὸν Θεὸ καὶ μετὰ στοὺς συνάνθρωπούς μας;
Γιατί,
κακὰ τὰ ψέματα, πολλὲς φορές, ὅταν ζητᾶμε συγγνώμη, προσθέτουμε αὐτόματα καὶ
ἕνα «ἀλλά», θέλοντας μὲ αὐτὸ νὰ διασώσουμε τὰ ὑποτιθέμενα ἀπομεινάρια τῆς
χαμένης μας τιμῆς καὶ ὑπερηφάνειας. Λέμε συγγνώμη καὶ μετὰ ζητοῦμε νὰ
ἀναγνωρίσει καὶ ὁ ἄλλος τὰ λάθη του, γιατί ὅπως λέμε σήμερα, στὸ κάθε πρόβλημα
ἀνήκουν πάντα δύο πλευρές, χωρὶς νὰ περιοριζόμαστε ἀποκλειστικὰ καὶ μόνο στὸν
δικό μας παράγοντα.
Ἀλλὰ καὶ
ὅταν συγχωροῦμε, συγχωροῦμε ἔτσι, ὥστε αὐτόματα νὰ διαγράφουμε τὸ λάθος τοῦ
ἄλλου μὲ τέτοιο τρόπο, ὥστε νὰ μὴν εἴμαστε πιὰ σὲ θέση νὰ τὸ θυμηθοῦμε; Γιατί,
τί ἄλλο σημαίνει συγχωρῶ, ἂν μὴ ὅτι ξεχνάω σὲ σημεῖο ὁλικῆς ἀμνησίας;
Ἂς
φανταστοῦμε, ὅτι ὁ Θεὸς δὲν ξεχνάει μετὰ ἀπὸ κάθε πτώση μας καμία ἁμαρτία.
Τότε θὰ ἦταν πιὰ ἀδύνατο νὰ σωθεῖ
ἄνθρωπος καὶ νὰ κερδίσει τὴν βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Ἂς φανταστοῦμε ὅτι ὁ Θεὸς
μᾶς πεῖ, ὄχι αὐτὸ δὲν σοῦ τὸ συγχωρῶ, μὲ πλήγωσες πολύ. Τότε δὲν θὰ εἴχαμε πιὰ
τόσους ἁγίους καὶ ἁγίες, ποὺ ἄλλαξαν ριζικὰ τὴν ζωή τους.
Ἐὰν λοιπὸν
ὁ παντοδύναμος Θεὸς αὐτὸ κάνει καὶ αὐτὸ διδάσκει, παρόλο ποὺ τὸν πληγώνουμε,
τὸν ὑβρίζουμε μὲ τὸν ἕνα ἢ τὸν ἄλλο τρόπο, τὸν προδίδουμε καθημερινά, ἐμεῖς
εἴμαστε καλύτεροι καὶ δικαιότεροι καὶ δὲν τὸ ἐπιτρέπουμε;
Ἂς γίνουμε
λοιπὸν ἄνθρωποι τῆς συγγνώμης, φέροντας αὐτὴν τὴν σφραγίδα τοῦ γνησίου
Χριστιανοῦ.
Ἀδαμάντιος Τσακίρογλου