Αριστείδης Π. Δασκαλάκης: «εύδει ποιμήν»
(απ’ το «Ουχ εύδει ποιμήν» δεν κοιμάται ο βοσκός – αρχαιοελληνική
παροιμία)
Πολλές φορές στην εποχή μας, ακούγοντας ένα επίσκοπο να ομιλεί, θυμάσαι τα
λόγια του Κυρίου: «ἠγάπησαν γὰρ τὴν δόξαν τῶν ἀνθρώπων μᾶλλον ἤπερ τὴν δόξαν
τοῦ Θεοῦ» (Ιω. 12,43), ή γι’ αυτούς που δεν πιστεύουν αλλά καμώνονται πως
πιστεύουν: «Το χειρότερο από το να μιλούν άσχημα για εσένα είναι να μη
μιλούν καθόλου για εσένα» (Όσκαρ Ουάιλντ).
Ο επίσκοπος Λαρίσης στις
26/4/20 στον Ι.Ν. Αγίου Θωμά, σε ένα κήρυγμα περίεργο, προς τα ντουβάρια του ιερού
ναού, φάσκων και αντιφάσκων διατύπωσε θέσεις αθεολόγητες, κενοφανείς και ξεκάθαρα αντιεπιστημονικές, συνεργώντας
ψυχή τε και σώματι στο ανοσιούργημα των κυβερνώντων.
Κάτω απ’ την λεπτή κι εύθραυστη κρούστα, ενός πληθωρικού λόγου, βρίσκει
κανείς χωρίς πολύ-πολύ ψάξιμο και σκέψη, θέσεις που δημιουργούν ερωτηματικά και
σκανδαλίζουν συνάμα.
Στο μεγαλύτερο μέρος του κηρύγματος θα έλεγε κανείς πως ακούει κυβερνητικό
εκπρόσωπο ή κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο της αντιπολίτευσης (η οποία αποτελεί
συμπολίτευση στο θέμα του κλεισίματος των ιερών ναών).
Ο Ιερώνυμος Λαρίσης, μίλησε με πολύ πικρία –όπως ο ίδιος υποστηρίζει– για
τους άδειους ναούς. Μας είπε πως αυτό προκλήθηκε όχι από επιβολή ανθρώπων αλλά
από ανάγκη. Όπως παραφράστηκαν πολλές άλλες έννοιες (η αγάπη, η
ισότητα, η θυσία) έτσι και η ανάγκη. Έννοιες καρικατούρες που προσβάλλουν τη
γλώσσα μας.
Είναι ευθύνη της Εκκλησίας μας είπε (που την επέβαλε μάλλον η πολιτεία).
Είναι ευθύνη της εκκλησίας τα άδεια καθίσματα; Κι εδώ βλέπουμε πως οι λέξεις
αρχίζουν να χάνουν σιγά-σιγά το νόημά τους.
Αν όντως ίσχυε αυτό, τότε γιατί η διοικούσα εκκλησία δεν «έριξε πόρτα» –κατά
το κοινώς λεγόμενο– στο λαό, όταν ακόμα οι οδηγίες των «ειδικών» προέτρεπαν για
προσοχή (πριν τις τελικές απαγορεύσεις);
Δεν υπήρχε ανάγκη τότε; H ανάγκη ενεφάνει όταν ο πρωθυπουργός έκλεισε
οριστικά τους ναούς μην συναινώντας στην απόφαση της Ιεράς Συνόδου της
Εκκλησίας της Ελλάδος, όταν η δεύτερη παλινδρομούσε ανάμεσα σε πρωινές ωριαίες
Ακολουθίες και τρίωρα ατομικής προσευχής; Τότε, η διοικούσα εκκλησία, μετά απ’
την απαγόρευση του πρωθυπουργού κατάλαβε την ανάγκη;
Ουραγός καταϊδρωμένος; Ή μήπως «όσα
δε φτάνει η αλεπού τα κάνει κρεμαστάρια»;
Δεν ήταν άνθρωπος αυτός που ακύρωσε τις αποφάσεις της τρομοκρατημένης Ιεράς
Συνόδου; Η ανάγκη ήταν; Ή μήπως η ανάγκη για έλλειψη αντίστασης, για συμπόρευση
με την εξουσία, για αποφυγή σύγκρουσης με το κατεστημένο και τη νέα τάξη
πραγμάτων;
O επίσκοπος μας είπε ότι έτσι πρέπει να γίνει.
Πως; Nα κλείσουν οι εκκλησιές, να χαρακτηριστεί το Άχραντο Σώμα κι Αίμα του
Κυρίου μολυσματικό, να σιγήσουν οι καμπάνες, να βεβαιωθούν πρόστιμα σε
Επιτάφιο.
Αντιπαρέβαλε το Αποστολικό ανάγνωσμα της ημέρας (όσες φορές κι αν ακούσω το
κήρυγμα, ομοιότητα δε βρίσκω).
Κατ’ αρχήν βλέπουμε στις Πράξεις των Αποστόλων, πλήθη λαού να συρρέουν
(άνευ απαγόρευσης κυκλοφορίας και συνωστισμού). Οι Απόστολοι θαυματούργησαν
εκείνη την ημέρα. Φυλακίστηκαν, γιατί; Γιατί κήρυξαν Χριστό. Κάτι αντίθετο με
τα πιστεύω των αρχιερέων.
Τονίζει ο Ιερώνυμος Λαρίσης ότι αρχιερέας ήταν αιρετικός Σαδδουκαίος. Έχω
ένα ερώτημα. Εάν ήταν ορθόδοξος Εβραίος Φαρισαίος, θα πίστευε στο κήρυγμα των
Αποστόλων;
Είπε επίσης ότι οι Απόστολοι έκαναν κήρυγμα και θεραπεία ζωής όπου η
ιατρική της εποχής «σήκωνε τα χέρια ψηλά». Αυτό ήταν το έργο τους; Ή και με τις
πράξεις τους να κηρύξουν ότι είναι οι χρησμένοι –απ’ το Άγιο Πνεύμα– Απόστολοι
του Κυρίου; Ότι η δύναμη του Κυρίου είναι υπεράνω των νόμων της φύσης;
Ήρθε ο Κύριος για να κάνει φιλανθρωπικό έργο στη γη (συμπληρώνοντας έτσι το
έργο κάποιων καλοπροαίρετων ανθρώπων έστω και άπιστων) ή για να σώσει τον
άνθρωπο;
Αυτό δεν ήταν και το έργο των Αποστόλων; Nα κηρύξουν με λόγους και πράξεις
το σωτηριώδες μήνυμα του Ευαγγελίου; Μήπως και το έργο της διοικούσας εκκλησίας με τη συνέργεια πολλών χριστιανικών οργανώσεων, κατάντησε στεγνό
κατευναστικό κήρυγμα (απέναντι σε αίρεση, οικουμενισμό, πανθρησκεία, δίωξη
πίστεως, προσβολή θρησκευτικής συνειδήσεως) από λόγο εποικοδομητικό, προφητικό,
αφυπνιστικό; Μήπως η εκκλησία κατάντησε Μ.Κ.Ο. συσσιτίων; Μήπως τελικά πλέον,
ισχύει αυτό που έλεγε το άθεο καθεστώς περί «οπίου του λαού» (δεν εννοώ την
πίστη στο Θεό αλλά την ανθρώπινη κατάντια);
Οι Απόστολοι διώχθηκαν γιατί το κήρυγμά τους «θρυμμάτισε» τα πιστεύω της
εποχής. Αυτά που οδήγησαν το Χριστό στο Σταυρό.
Δεν βλέπουμε όμως τώρα κάποιο επίσκοπο φυλακή (με ελάχιστες εξαιρέσεις που
παρενοχλήθηκαν για ανοιχτούς ναούς).
Απεναντίας βλέπουμε μία απόλυτη ταύτιση, μια σκανδαλώδη σιωπή αρχιερέων
(δέσποτα, έχουμε σήμερα αρχιερείς αιρετικούς όπως τότε με τους Σαδδουκαίους;)
Και συμπληρώνει, ότι η εκκλησία δεν αντιδρά με φωνασκίες και ύβρεις.
Δυο παραδείγματα θα πω (για να μην απλωθεί το κείμενο).
Το χαστούκι του Αγίου Νικολάου στον Άρειο. Ο χαρακτηρισμός του Αγίου Μάρκου
του Ευγενικού για τους αιρετικούς («καθάρματα, αλητήριοι») σε επιστολή του προς
τον επίσκοπο Ευρίπου Θεοφάνη.
Ο επίσκοπος Λαρίσης επίσης αναφέρει το εντυπωσιακό, ότι ξεβολευτήκαμε που
δεν κάναμε τα συνηθισμένα. Απεφάνθη, ότι ο πιστός λαός από συνήθεια και μόνο
προσερχόταν σε ναούς το Άγιο Πάσχα, από συνήθεια και μόνο κοινωνούσε των
αχράντων μυστηρίων κ.λπ.
Έστω και κάποιοι εάν ανήκουν σε αυτούς, έχουν το δικαίωμα της συνηθείας,
μπας κι ο καλός Θεός δώσει μέσω της συνηθείας και καταλάβουν τα ανώτερα νοήματα
που ο δέσποτας αντιλαμβάνεται. Η προσευχή σεβασμιότατε δε γίνεται στο σπίτι
πολλές φορές από συνήθεια; Ή μήπως κρίνετε ότι ο πιστός πρώτα πρέπει να περάσει
το «μάθημα» της ατομικής προσευχής (προαπαιτούμενο), για να μπορέσει μετά να
«δηλώσει» το δυσκολότερο… εκείνο της μετοχής στα Ιερά Μυστήρια; Επίσης, πως
ένας από συνήθεια πιστός (και όχι συνειδητός) εάν αποκοπεί απ’ το οξυγόνο της
ζωής, τα Ιερά Μυστήρια θα μπορέσει να πλησιάσει το Θεό μόνο προσευχητικά;
Κάποιος επίσκοπος στην Κύπρο (Λεμεσού) είπε (περίπου) ότι κάποτε θα
πεθάνουμε σωματικά. Εάν είναι για το Χριστό ας μη φοβηθούμε και τώρα.
Σημασία έχει ο πνευματικός θάνατος που επέρχεται με τη διακοπή του Οξυγόνου των Αχράντων Μυστηρίων και όχι η σωτηρία της ζωής χωρίς Χριστό.
Επίσης είναι ξεκάθαρο απ’ το κήρυγμα, ότι βρέθηκε η ευκαιρία για απολογία
κι αντεπίθεση, ρίχνοντας στο μίξερ της κατακρίσεως διάφορους ομολογητές της
πίστεως που καταφέρονται εναντίον της σκανδαλώδους σιωπής απέναντι στην
παναίρεση του Οικουμενισμού –ειπώθηκε άκουσον άκουσον ότι οι αποτειχισμένοι ιερείς είναι χωρίς Χριστό, αυτοί που αποτειχίστηκαν εφαρμόζοντας Πατερικές
Συνοδικές προτροπές και Κανόνες για να μείνουν με τον Χριστό– και σε αυτούς που
απέδωσαν αίσχος στη διοικούσα εκκλησία για τη σιωπηρή αποδοχή της δίωξης της
Ορθοδοξίας με το πρόσχημα της επιδημίας.
Σεβασμιότατε πέσατε –εσείς που κατηγορήσατε ομολογητές για κατάκριση
αναιτίως– στο παράπτωμα της ιεροκατάκρισης.
Διαπομπεύεται τον π. Βασίλειο Βολουδάκη συνδέοντάς τον με πολιτική
παράταξη (συκοφαντικά) και προσδίδοντάς του κίνητρα πολιτικών οφελών. Αλλά κι
έτσι να ήταν, αυτό αφορά θέμα δόγματος δέσποτα; Κινδυνεύει η πίστη; Έμπασε σε
κανένα ναό ή αίθουσα για συμπροσευχή ή συλλείτουργο, ο π. Βασίλειος, κανένα
Παπικό ή σχισματικό; Τότε θα υπήρχε αιτιολογία ελέγχου.
Έβαλε καμία υπογραφή στη ψευδοσύνοδο του Κoλυμπαρίου; Δώρισε Κοράνι ως Ιερό
Βιβλίο; Μήπως τελεί αγιασμούς σε Μασονικές στοές; Άναψε την επτακάντηλο με
φωτεινό χαμόγελο; Συναγελάζεται με Μασόνους, οικουμενιστές, παπικούς;
Χαρακτήρισε ποτέ τον Χριστό «κοπανατζή» ενεργώντας μέγιστη ιεροσυλία;
Μήπως χάριν αυτής της κάλπικης ψευδοαγάπης (ανθρωπάρεσκης που αποστρέφεται
το Θεό) αποφάσισε κι αυτός να μην κοινωνεί των Αχράντων Μυστηρίων από
συμπαράσταση στους «από συνήθεια» πιστούς, λυπώντας και ξανασταυρώνοντας τον
Κύριο;
Και η κατάκριση συνεχίζει, για μια κυρία που την κρίνει ο δέσποτας
ψυχασθενή, επειδή τον ήλεγξε για το κλείσιμο των ναών (τη μέγιστη αίρεση, που
αποδέχεται μολυσματικότητα στο Άγιο Δισκοπότηρο ). Η κυρία αυτή του είπε επίσης
να πάψει να κηρύττει ότι υπάρχει πανδημία. Κι επειδή ο δέσποτας είπε ότι ακούει
τους ειδικούς (μάλλον τους κυβερνώντες) τον παραπέμπω στον Παγκόσμιο Οργανισμό
Υγείας να δει, πότε μια επιδημία χαρακτηρίζεται πανδημία και πότε όχι.
Ακούγοντάς τον, θα πίστευε κανείς ότι επιχαίρει για την απαγόρευση των
Ιερών Ακολουθιών και της Θείας Κοινωνίας στον πιστό λαό. Να θέλει, οι «άπιστοι»
να τιμωρηθούν.
Μας μίλησε βέβαια ανεπιτυχώς, κάνοντας χρήση της προτεσταντικής καραμέλας
που λέγεται: «κατ’ οίκον εκκλησία». Για το ξεφτισμένο επιχείρημα της «Κατ’ οίκον
Εκκλησίας» (πιο ξεφτισμένο και απ’ την ανίερη ψευτοαγαπολογία του
Οικουμενισμού)
Που αναφέρεται αυτός ο Παύλειος όρος;
«Ἀσπάζονται ὑμᾶς αἱ ἐκκλησίαι τῆς Ἀσίας. ἀσπάζονται ὑμᾶς ἐν Κυρίῳ πολλὰ
Ἀκύλας καὶ Πρίσκιλλα σὺν τῇ κατ᾿ οἶκον αὐτῶν ἐκκλησίᾳ» (Α Κορ. 16,19).
«ἀσπάσασθε τοὺς ἐν Λαοδικείᾳ ἀδελφοὺς καὶ Νυμφᾶν καὶ τὴν κατ᾿ οἶκον
αὐτοῦ ἐκκλησίαν» (Κολ. 4,15).
«καὶ Ἀπφίᾳ τῇ ἀγαπητῇ καὶ Ἀρχίππῳ τῷ συστρατιώτῃ ἡμῶν καὶ τῇ κατ᾿ οἶκόν
σου ἐκκλησίᾳ» (Φιλημ. 1,2).
«συνιδών τε ἦλθεν ἐπὶ τὴν οἰκίαν Μαρίας τῆς μητρὸς Ἰωάννου τοῦ
ἐπικαλουμένου Μάρκου, οὗ ἦσαν ἱκανοὶ συνηθροισμένοι καὶ προσευχόμενοι»
(Πραξ. 12,12).
Παρατηρούμε απ’ τις Επιστολές και τις Πράξεις, ότι η έκφραση «κατ’ οίκον
εκκλησία», σημαίνει την εκκλησία (δηλαδή τους πιστούς) που συναθροίζονται σε
σπίτι, σε ιδιωτικό χώρο.
Κατά την Αποστολική περίοδο, προσευχή μπορούσε να γίνει σε διάφορους
τόπους, κήρυγμα στις Συναγωγές, εκδηλώσεις σε Ιουδαϊκά κτίρια, αλλά ποτέ σε
αυτά τα μέρη δεν γινόταν η Ευχαριστία, η οποία φανέρωνε την Εκκλησία του Θεού.
Τα παρακάτω εδάφια δείχνουν τι λάμβανε χώρα στην κατ’ οίκον εκκλησία.
«Ἐν δὲ τῇ μιᾷ τῶν σαββάτων συνηγμένων τῶν μαθητῶν κλάσαι ἄρτον,
ὁ Παῦλος διελέγετο αὐτοῖς, μέλλων ἐξιέναι τῇ ἐπαύριον, παρέτεινέ τε τὸν λόγον
μέχρι μεσονυκτίου» (Πραξ. 20,7).
«ἦσαν δὲ λαμπάδες ἱκαναὶ ἐν τῷ ὑπερῴῳ οὗ ἦμεν
συνηγμένοι» (Πραξ. 20,8).
«ἀναβὰς δὲ καὶ κλάσας ἄρτον καὶ γευσάμενος ἐφ᾿ ἱκανόν
τε ὁμιλήσας ἄχρις αὐγῆς, οὕτως ἐξῆλθεν» ( Πραξ. 20,11).
(Ανέβηκε δε και πάλι επάνω, έκοψε τον άρτο της Θείας Ευχαριστίας και έφαγε
και αφού επί αρκετές ακόμα ώρας, μέχρι την αυγή, τους μίλησε, έτσι κουρασμένος
από την αϋπνία και το κήρυγμα ανεχώρησε).
Η Εκκλησία, λοιπόν, ταυτιζόταν με την Ευχαριστιακή Σύναξη των πιστών, η
οποία ετελείτο στις οικίες των πιστών (κάποιες
που προσφέρονταν και διετίθεντο γι’ αυτό το σκοπό). Γι’ αυτό σύμφωνα με τον
Απόστολο Παύλο η Ευχαριστιακή Σύναξη, η «κατ’ οίκον εκκλησία» και η «εκκλησία του
Θεού», ως όροι και έννοιες, ταυτίζονται.
Και ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος που μετέτρεψε δωμάτιο (που το ονόμασε Αγία
Αναστασία για να δείξει την πίστη του στην Ανάσταση του Κυρίου) στο σπίτι που
τον φιλοξενούσαν, στην πνιγμένη τότε από την αίρεση Κωνσταντινούπολη, έκανε
σωστή εφαρμογή του όρου «κατ’ οίκον εκκλησία» και λέγοντας και το ιστορικό: «Αυτοί
έχουν τους οίκους, εμείς τον Ένοικον»!
Πως διαγράφει Ιεραρχία τα λόγια του Κυρίου:
«Τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν» (Λουκ 22,19) χάριν μιας
ανθρωπάρεσκης αγάπης στον άνθρωπο, υπέρτερης της αγάπης προς τον Θεό;
Παρ’ όλα αυτά, μας δίνετε λοιπόν σεβασμιότατε την ιδέα τέλεσης Ακολουθιών,
με ευλαβείς ιερείς, σε οικίες, όπως σε εκείνα τα πρωτοχριστιανικά χρόνια που
επικαλείστε.
Αλήθεια σεβασμιότατε σε ποιον μιλάτε εκεί απ’ το θρόνο; Στα άδεια
καθίσματα; Στα κενά στασίδια και τα ψυχρά ντουβάρια;
Προσέξτε γιατί τώρα που δεν υπάρχει εκεί ο πιστός λαός, οι πέτρες και τα
ντουβάρια δεν θα λυπηθούν και θα εφαρμοστεί ο νόμος «ἐὰν οὗτοι σιωπήσωσιν,
οἱ λίθοι κεκράξονται» (Λουκ. 19,40).
Χριστός Ανέστη!