Ένας πνευματικός θησαυρός! Η Ομολογία πίστεως και υπακοής στην Εκκλησία, από την Βασίλισσα Θεοδώρα, σύζυγο του λατινόφρονα αυτοκράτορα Μιχαήλ Η΄ του Παλαιολόγου.

Θα αντιπαρέλθουμε εν συντομία  τα αναγκαία ιστορικά γεγονότα, για να απολαύσουμε και να θαυμάσουμε ένα  κείμενο γεμάτο αρχοντιά και λεβεντιά, γραμμένο από μια αρχόντισσα, «ονόματι και πράγματι». Ένα κείμενο, υπόδειγμα  μαθήματος «αγίας υπακοής» στην Εκκλησία του Χριστού, σε όλους τους καλοπροαίρετους Χριστιανούς, μηδενός εξαιρουμένου. «Ο έχων ώτα ακούειν, ακουέτω και νουν, νοείτω»! 
  

 Ο αυτοκράτορας Μιχαήλ Η΄ ο Παλαιολόγος (1223 -1282) και Πατριάρχης ο Ιωάννης Βέκκος ήταν λατινόφρονες αμφότεροι και η εποχή παράλληλη εν πολλοίς με την σημερινή: Πολιτική και «θρησκευτική διπλωματία», έχθρες και συμμαχίες εναλλασσόμενες. Σκοπιμότητες με στόχο την ορθόδοξη πίστη, την πίστη του λαού, αλλά και με τις ισχυρές κοσμικές δυνάμεις και τους πάπες πρωταγωνιστές να διψούν, για να επιβάλλουν την οικουμενική κυριαρχία τους. 

Ο Μιχαήλ ανέκτησε την Κωνσταντινούπολη από τους Λατίνους (1261), που την είχαν κατακτήσει το 1204 με την τέταρτη Σταυροφορία, αλλά δεν έπαψε η απειλή τους. Για να περιορίσει, λοιπόν, την επιθετικότητά τους, δεν δίστασε να υποκύψει στις απαιτήσεις του πάπα και να δεχθεί την υποταγή στη Ρώμη, με σειρά υποχωρήσεων σε σοβαρά εκκλησιαστικά θέματα, χωρίς την συγκατάθεση του τότε Πατριάρχη Ιωσήφ. Η υποταγή επιβεβαιώθηκε από τη σύνοδο της Λυών (1274). Η ψευδοένωση αυτή όμως προκάλεσε στο Βυζάντιο βαθιά εσωτερική κρίση. Παρέμεινε γράμμα κενό, διότι υποεκτίμησε ο Μιχαήλ την πίστη των Ορθοδόξων, καθώς ο κλήρος και ο λαός ποτέ δεν τις δέχθηκαν, μένοντας σταθερά προσηλωμένοι στα δογματικά πιστεύω της Ορθόδοξης Ανατολικής Εκκλησίας. Ο Μιχαήλ και ο Βέκκος αντέδρασαν με διώξεις και φυλακίσεις, εξοντώσεις, θανάτους των αντιπάλων τους.  Μέχρι τον θάνατό του ο Μιχαήλ παρέμεινε στην  καρδιά του λαού ως ο προδότης της πίστεως.
Ο Μιχαήλ είχε απροσδόκητο θάνατο. Πέθανε ξαφνικά στη Θράκη. Ο γιος του και διάδοχός του Ανδρόνικος ο Β΄, που ήταν παρών, δεν ζήτησε να του κάνουν ούτε την καθιερωμένη εξόδιο ακολουθία. Γράφει η Ιστορία του Ελληνικού Έθνους (Εκδοτική Αθηνών): «Ο γιος του Ανδρόνικος αποφάσισε να μην τελέσει νεκρώσιμη ακολουθία, εφόσον ο Μιχαήλ δεν είχε ποτέ αποκηρύξει επίσημα το λατινικό δόγμα. Παρ` όλα αυτά διέταξε να μεταφερθεί το λείψανο του πατέρα του σε κάποια ερημική τοποθεσία και να καλυφθεί με χώμα, για να το προφυλάξει από τα θηρία». Η δε Σύνοδος, όπως θα δούμε παρακάτω, του στέρησε και τα καθιερωμένα μνημόσυνα.
Ιδιαίτερα διδακτική, συγκινητική και αφοπλιστική είναι η Ομολογία επιβεβαίωσης της συνοδικής αποφάσεως από την Θεοδώρα την Αυγούστα, την σύζυγο του Μιχαήλ. Πράξη ξένη προς την σημερινή πραγματικότητα, απόκοσμη για έναν «ηγέτη» του σήμερα, για έναν άρχοντα είτε πολιτικό είτε εκκλησιαστικό. Αταίριαστη για τους παρόντες καιρούς η υπέρβαση αυτή. Ξεκαβαλίκεμα κυριολεκτικό από την αλαζονεία της εξουσίας, αδύνατο, ασύλληπτο. Ταπεινώνεται η βασίλισσα, σεβόμενη τις αποφάσεις, την Παράδοση και την πίστη της Εκκλησίας. Κάνει την ευλογημένη υπακοή η άνασσα και γίνεται παράδειγμα για τους επερχομένους. Παράλληλα ομολογεί και καταγγέλλει την πλάνη του αυτοκράτορα συζύγου της και το κακό που προκάλεσε.  
 «Θεοδώρα εν Χριστώ τω Θεώ πιστή Αυγούστα και Αυτοκρατόρισσα Ρωμαίων, Δούκαινα, Κομνηνή, η Παλαιολογίνα. Νομίζω πως δεν έχω την ίδια γνώμη για το ό,τι συμβαίνει με τις αρετές, αυτές που ο καθένας θα μπορέσει να κατορθώσει, όσον αφορά την σωτηρία του, με αυτήν καθ` εαυτήν την ευσέβεια. Διότι εκείνες είναι καλό να γίνονται και να παραμένουν κρυφές και εντελώς αφανείς από όλους, έτσι ώστε ο ουράνιος πατέρας, ο Θεός, που τις βλέπει στα κρυφά, να τις ανταποδώσει φανερά. Την ευσέβεια δε, την μητέρα και πηγή όλης της αρετής, είναι ωφέλιμο προς σωτηρία να μην την κρύβει κανείς, αλλά να την καθιστά φανερή σε όλους και να γίνεται γνωστή δημοσίως. Και όπως νομίζω, αυτό είναι το φως μας, το οποίο μας προτρέπουν τα ιερά Ευαγγέλια, να λάμπει μπροστά στους ανθρώπους. Γι` αυτόν τον λόγο ουδέποτε απέφυγε η βασιλεία μου να εκφράζει και να υπερασπίζεται την προς Θεόν ευσέβεια, αλλά ούτε και τώρα το αποφεύγει. Διατρανώνει δε μάλλον και διαβεβαιώνει να πιστεύουμε και να ομολογούμε σε όλα έτσι ακριβώς όπως και εκ της Παραδόσεως η Εκκλησία του Θεού μας δίδαξε. Αυτό μεν το γνωρίζει ο Θεός, αυτός που ερευνά τα βάθη των καρδιών μας.
 Ας γνωρίζουν δε και όλοι οι άνθρωποι ότι δεν υπάρχει μέσα μας άλλο κανένα φρόνημα, παρά αυτό το γνήσιο της Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας. Επειδή δε, με τη χάρη του Θεού, αυτό πιστεύει και γι` αυτό μεσολαβεί η βασιλεία μου, είναι φανερό λοιπόν, πως και την καταστροφική υπόθεση και πράξη, αυτήν που συνέβη στον παρελθόντα χρόνο με κακό τρόπο εις βάρος της Εκκλησίας και της προκάλεσε πολύ μεγάλη αναταραχή, την αποστρέφεται μέσα από τα βάθη της ψυχής της, την μισεί, την σιχαίνεται, είτε ειρήνη είτε οικονομία είτε με κάποιο άλλο παραπλήσιο όνομα κι αν ονομαζόταν ψευδώς.
 Επιπλέον, αυτούς που ακόμη την επαινούν και πρόσκεινται σ` αυτήν, τους θεωρεί (η βασιλεία μου) εχθρούς της Εκκλησίας του Θεού, εργαζόμενους κακοτρόπως την δική τους σωτηρία, εχθρούς δε και καταστροφείς αυτών που τους πιστεύουν και, επειδή γίνονται αίτιοι να χάνονται ψυχές, τους θέτει εκτός Εκκλησίας. Διότι, αν και εκείνο τον καιρό, όσο κρατούσε η υπόθεση, περνούσε απαρατήρητο το μεγάλο κακό που προξενούσε στις ψυχές, τώρα όμως δεν μπορεί να ξεγελάσει την βασιλεία μου, καθώς της δίδαξαν αυτά τα γεγονότα, που είναι λόγια και πράξεις που συνέβησαν αληθινά και βέβαια. Παρ` όλα αυτά και τότε, ενόσω λέω διενεργούνταν η υπόθεση, η βασιλεία μου πιεζόταν πάρα πολύ και προσπαθούσε, με τη χάρη του Θεού, να εμποδίσει το ασυνήθιστο και πρωτοφανές του πράγματος και αγανακτούσε γι` αυτό, αν και δεν γνώριζε ακριβώς πόσο μεγάλο ήταν το κακό που γινόταν. Αλλά και τώρα αγανακτεί πολύ περισσότερο, αφού βλέπει καθαρά πως το τέλος, στο οποίο κατέληξε εκείνη η κακή επινόηση, δεν ήταν καθόλου καλό. Γι` αυτά τα πράγματα έτσι έχει η κατάσταση.
 Επειδή δε και τον Βέκκο για τα βλάσφημά του δόγματα, ακόμη δε και τον Μελιτηνιώτη και τον Μετοχίτη, ως ομόφρονες αυτού, τους καταδίκασε η Εκκλησία και τους αποκήρυξε και τους αποξένωσε από την κοινωνία της ως τέτοιους, που τους πρέπει, τους θεωρεί και η βασιλεία μου ακοινώνητους και απόβλητους, ακολουθώντας την απόφαση της Εκκλησίας.
 Επειδή δε η ίδια Εκκλησία αποφάσισε να μην τιμήσει και τον αποθανόντα δικό μου αυθέντη και βασιλιά και σύζυγό μου με τα καθιερωμένα μνημόσυνα, εξαιτίας της υποθέσεως που προείπαμε και της αναταραχής που προκάλεσε, η βασιλεία μου, προτιμώντας τον φόβο του Θεού και την υπακοή στην αγία του Εκκλησία, συμφωνεί και αποδέχεται την απόφασή της γι` αυτό το θέμα και ουδέποτε θα την αναγκάσει να κάνει μνημόσυνα για τον βασιλιά μου και σύζυγό μου, αλλά και τίποτε άλλο πέρα από αυτά που είναι στην τάξη της Εκκλησίας. Διότι θέλει η βασιλεία μου να συμπορεύεται και να ακολουθεί με ακρίβεια την Εκκλησία του Θεού, η οποία μας προετοιμάζει από εδώ την σωτηρία μας και θέλει να κάνει γνωστή και να φανερώνει σε όλους την ευσέβειά της, την οποία αφού την παρέλαβε από παλιά από τους πατέρες και πολιτεύθηκε μαζί της μέχρι σήμερα, θα την φυλάξει και μέχρι το τέλος, φυλασσόμενη με την δύναμη του οικτίρμονος Θεού, αυτού που την έπλασε και την ανέδειξε».

(Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΣΧΙΣΜΑΤΟΣ, Αρχιμ. ΑΝΔΡΟΝΙΚΟΥ ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΠΟΥΛΟΥ

Μετάφραση – Επιμέλεια:Σάββας Ηλιάδης Δάσκαλος
Στην εικόνα η Αγία Θεοφανώ η Αυτοκράτειρα,σύζυγος του Λέοντα ΣΤ΄ του Σοφού. 
Πηγή: "Τρελογιάννης"