κ. Ιερώνυμε: Η Ορθοδοξία δια τους Έλληνες συνιστά το Πνευματικό μας αλεξίσφαιρο, και δεν είναι προνόμιο ουδεμίας Δ.Ι.Σ να δρα αντίθετα προς τον κλήρο και τον λαό.
Χαράλαμπος
Β. Κατσιβαρδάς, Δικηγόρος
Σήμερον γράφω το
παρόν άρθρο εξ αφορμής του συνεντεύξεως την οποία παρεχώρησε ο νυν Αρχιεπίσκοπος Αθηνών κ. Ιερώνυμος εις
την Κυριακάτικη εφημερίδα «Καθημερινή» (σελ 6), με πηχυαίο τίτλο: «Η Εκκλησία
έχει ανάγκη από Αγίους».
Εγώ δεν θα σταθώ
εις το γεγονός της παγκοίνως γνωστής αδρανούς και παθητικής εν γένει στάσης του
νυν Αρχιεπισκόπου σε μείζονα και κρίσιμα ζητήματα, τα οποία καθόρισαν τον ρόλο
της Εκκλησίας εις την κοινωνία, ήτοι: την κατάργηση των διατάξεων του ποινικού
κώδικα, περί κακόβουλης βλασφημίας του Θεού και καθύβριση θρησκευμάτων, επίσης
το μείζων και ακανθώδες ζήτημα της Μακεδονίας μας αλλά και, την στάση του με το
οιονεί πραξικοπηματικό σφράγισμα των Εκκλησιών, διαρκούσης της υγειονομικής
κρίσεως, καθώς και την εν γένει εκκωφαντική
απουσία του, ως προς την ευθεία αμφισβήτηση περί της Θείας κοινωνίας, όπως κατ’
αντιστοιχία την αφωνία του με τους απηνείς διωγμούς των Ιερών και Μητροπολιτών
οι οποίοι αντιστάθηκαν.
Τα ως άνω
μνημονεύω εντελώς ενδεικτικά, δίχως εμπαθή διάθεση, αλλά ούτε και πρόθεση
συγκρίσεως του μακαριστού Αρχιεπισκόπου
κ Χριστοδούλου και του νυν, διότι όπως, όπως πολύ ορθά είπε ο νύν
Αρχιεπίσκοπος, τους πάντες θα τους κρίνει Ιστορία, εξάλλου, εγώ δεν γνωρίζω
προσωπικά τον κ. Ιερώνυμο και η διατύπωση, δριμείας πολλές φορές κριτικής, ή
διατύπωσης μίας εμπεριστατωμένης διαφορετικής απόψεως, σχετίζεται προς ορισμένους
χειρισμούς του, τους οποίους εγώ, ως απλός δούλος του Κυρίου μας, ων Δικηγόρος
και ουχί Θεολόγος, εκδηλώνω, ωθούμενος από δικαιολογημένη αγανάκτηση.
Καθίσταται λοιπόν
πρόδηλο, ότι εγώ δεν εμπλέκομαι εις κύκλους διαδοχής ή εξουσίας, αλλά ουδόλως
και με αγγίζουν, αφενός, διότι παρέλκουν του ιδικού μου φυσικού πεδίου
δικαιοδοσίας, υπό την έννοια ότι φυσικός μου χώρος είναι τα δικαστήρια και όχι
η Διαρκής Ιερά Σύνοδος και αφετέρου απάδουν παρά σάγγας των άμεσων
ενδιαφερόντων μου.
Όμως πέραν από
Δικηγόρος, είμαι ένας ενεργός πολίτης, ο οποίος μελετά το Σύνταγμα του Κράτους
μας, την Ιστορία, τον Πολιτισμό, μελετώ το μεγαλείο της αείζωος και ζείδωρης
Ορθοδόξου Παραδόσεως, της πολιτισμικής κιβωτούς του Γένους μας, κατανοώ την
ύπαρξη σοβούντων αντιμαχιών και ερίδων, πάσης φύσεως, εισέτι και εις τους
αυτούς κόλπους της Εκκλησίας, επιδιώκω ως έσχατος να βιώσω πνευματικά, ( ο Θεός
θα το Κρίνει), με αποτέλεσμα να εναντιώνομαι δημοκρατικά, έλλογα και εύλογα, ως
προς τις πράξεις ή παραλείψεις του Προκαθημένου.
Ως εκ τούτου, δεν
στρέφομαι ούτε κατά του προσώπου του νυν Αρχιεπισκόπου, αλλά ούτε εργαλειοποιώ
την γόνιμη θα έλεγα κριτική μου, δηλονότι δεν, σφετερίζομαι την όποια διαφορετική μου άποψη, ίνα συνασπιστώ
με τυχόν, το εντός της Ιεραρχίας αντίπαλο δέος, όποιο και εάν είναι αυτό, το
οποίο ενδεχομένως να υπάρχει, αποβλέποντας, να διεκδικήσει εν ευθέτω χρόνω, τον
θώκο του, αμφισβητώντας καθολικώς την μέχρι τούδε παρουσία του.
Άρα η κριτική μου
είναι άδολη, ανιδιοτελής και την καταθέτω, με πόνο ψυχής, ως ένα άσημο πρόσωπο,
ένας απλός πολίτης, ο οποίος βιοπορίζεται ασκώντας το επάγγελμα του Δικηγόρου,
εις τα πλαίσια λοιπόν αυτό, δίχως την διάθεση αμφισβήτησης ή ρήξεως, υπέβαλα
μηνυτήρια αναφορά δια την μεροληπτική μεταχείριση των Ορθοδόξων Χριστιανών, εις
τις 29-04-2020, εν σχέσει προς τους Μουσουλμάνους αρξαμένης της θρησκευτικής
εορτής «Ραμαζάνι», υπό την ιταμή ανοχή της πολιτείας εν συνεργεία με την
απόφαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου.
Δηλαδή, η
επίσημος Εκκλησία κατ’ ουσίαν μολονότι κατά το άρθρο 3 του Συντάγματος, πέραν
της κρατούσης θρησκείας, υπό την έννοια ότι συνιστά την κυρίαρχη παράδοση,
καθίσταται αναμφίλεκτα συνυφασμένη με την εθνική μας ταυτότητα, εξ ιδρύσεως του
Ελλαδικού Κράτους, αγνόησε την ιστορική αλήθεια και την θεολογία του
εθνοαπελευθερωτικού αγώνα και σύρθηκε, σε άλογες και ακατάληπτες καταστάσεις (ενδεικτικά μνημονεύω: να μην κτυπήσουν οι καμπάνες και να μην διαμοιρασθεί το
Άγιο Φως), αυτή η στάσης της δυσαρέστησε, το απλό ποίμνιο, διότι η Ορθοδοξία
μας συνιστά το πνευματικό μας αλεξίσφαιρο, συνιστά την βρώση και την πόση μας,
ημών των χοϊκών ανθρώπων.
Εγώ που
αντέδρασα, λοιπόν, όπως και ένα μεγάλο μέρος πολιτών δεν είμαι «ταλιμπάν» ήτοι
φουντομετανταλιστής όπως καταφρονητικά, ο κ. Παπαχελάς (ο δημοσιογράφος ο
οποίος διεξήγαγε την συνέντευξη) ανέφερε, απαξιώνοντας συλλήβδην και
στιγματίζοντας ρατσιστικά και αδιάκριτα την γόνιμη σκέψη, εγκαινιάζοντας
τοιουτοτρόπως μία καινοφανή και νεοπαγή μορφή ολοκληρωτισμού, ο
αντιδρών-αντιφρονών από την καθεστηκυία αντίληψη εξοστρακίζεται και ψέγεται ως
«εξτρεμιστής»
Ως εκ τούτου η
λογική αυτή, του εν λόγω δημοσιογράφου, ο οποίος την διατύπωσε ατυχώς
επιδιώκοντας να υπερθεματίσει δια, την κατά αυτόν, ορθή στάση του
Αρχιεπισκόπου, ως προς το κλείσιμο των
Εκκλησιών το Πάσχα και να καθαγιάσει, τρόπον τινά την στάση του κ. Ιερωνύμου.
Ο καθείς ασφαλώς έχει
τις απόψεις τους εις την πλουραλιστική δημοκρατική κοινωνία, εις την οποία
ζούμε, όμως πρέπει να υπάρχει και η ανοχή απόψεων και ως προς τρίτους, άρα
λοιπόν έχω εκ του άρθρου 14 του Συντάγματος αναφαίρετο δικαίωμα και πόσο μάλλον
ως βαπτισμένος Χριστιανός ορθόδοξος, όντας μέλος εις το πλήρωμα της Εκκλησίας
μας, να στοχάζομαι ελεύθερα και να διατυπώνω σύννομα και άνευ λογοκρισία την
γνώμη μου.
Η περιθωριοποίηση
της Εκκλησίας μας και η απομόνωσή της ως ένας άνευρος, παρωχημένος και
απραχαιωμένος θεσμός, ο οποίος επιλαμβάνεται μόνον τα του οίκου του, δίχως να
αγγίζει τις καρδιές των πιστών εις την καθημερινή μάχη της κοινωνίας, της
πολιτικής, της διπλωματίας, των διεθνών σχέσεων, φρονώ ότι απάδει του διακριτού
ρόλου της Εκκλησίας μας, η οποία δύναται να εύρει την «χρυσή τομή» την επαμφοτερίζουσα
συνάλληλη ισορροπία, μεταξύ κράτους και πολιτείας, διότι εν προκειμένω ορούμε
μία Εκκλησία η οποία συντάσσεται υποτασσόμενη, άνευ ετέρου τινός, προς τας
βουλάς της εκάστοτε εξουσίας.
Ωσαύτως οι θρησκευτικοί ταγοί θα πρέπει
πρωτίστως να κάνουν πράξεις και όχι να ρητορεύουν όπως οι πολιτικοί οι οποίοι
εξαπατούν την κοινή γνώμη προκειμένου να εξυπηρετήσουν άδηλες σκοπιμότητας κατ’
εντολήν των άθεων και υπό άλλων υποκινουμένων δυνάμεων διευθυντηρίων, Ο Χριστός
ήλθε ταπεινός εις την Γη, ήτο Επαναστάτης, δεν ήλθε ως Βασιλεύς, άρα μας δίδαξε
την δικαιοσύνη, και την «μάχη» εντός της κοινωνίας ήλθε σε σύγκρουση με το
πολιτικό κατεστημένο, δίδαξε την Αλήθεια και Θυσιάστηκε και την αιώνια ζωή μας.
Ημείς; Καλή η διπλωματία, αλλά το ράσο απαιτεί
και θυσίες, όπως οι Άγιοι, το να γίνεις κανείς Άγιος ομολογεί τον Χριστό μας,
προυπόθεση είναι να είσαι παληκάρι, αγωνιστής, να διαπνέεσαι από Χριστοήθεια,
διάκριση και θυσιαστικό πνεύμα, να μην λογαριάζεις τι θα επιφέρει η ρήξη με την
εκάστοτε κυβέρνηση, δεν ομιλώ ακραία ομιλώ για το ακμαίο, φλογερό και νηπτικό
πνεύμα το οποίο πρέπει νας μα κατακλύζει προκειμένου να τελούμε εις διαρκή
εγρήγορση άχρι εσχάτων.
Άρα η Εκκλησία έχει ανάγκη από Αγίους; Βεβαίως όμως ο Άγιος δεν είναι θώκος ή αξίωμα
ο οποίος καταλαμβάνεται, ήπια, ή με δημόσιες σχέσεις και ανταλλάγματα, είναι το
ύπατο αξίωμα το οποίοι διεκδικείται βιωματικά με τη θυσία εισέτι και της ζωής
μας, προασπίζοντας τις αρχές τις αξίες μας και την πίστη μας, διότι ο
μεγαλύτερος Δημοκράτης είναι ο Θάνατος όπως έλεγε και αξιομακάριστος Καθηγητής
Πανεπιστημίου Πατέρας Γεώργιος Μεταλληνός.
Εγώ είμαι ένας
απλός Δικηγόρος ουτιδανός, πλην όμως πονώ και στέργω τον τόπο των προγόνων μας
τους οποίους θα αντιμετωπίζω οψέποτε ορίσει ο Κύριος Υμών Ιησού Χριστός και
Αρχηγός μου και κοιμηθώ και επιβάλλεται να λογοδοτήσω προς αυτούς (ήτοι τους
προγόνους μας) για τα πεπραγμένα μου, διότι είμεθα Έλληνες Χριστιανοί Ορθόδοξοι
αυτή είναι η ταυτότητά μας, δεν θέλω να καταλήξω να ενστερνιστώ την ρήση του
Δικηγόρου και Δημοτικού Συμβούλου Αθηναίων Βασιλείου Καπερνάρου: «ότι οι
Μεγάλοι Έλληνες ευρίσκονται εις τα νεκροταφεία»
Ωσαύτως ας με
συγχωρέστε για την αμετροέπεια μου, ασκώ μία καλοπροαίρετη κριτική, από αγάπη
διότι οι Ιερείς δεν πρέπει να ταυτίζονται με τις κίβδηλες ελίτ της εξουσίας,
διότι διαπλάθουν κοινωνικά πρότυπα και πρέπει να παραδειγματίζουν δια την στάση
τους, επίσης τα ως άνω δεν είναι λόγια φανατικού είναι φράσεις αυτογνωσίας και
ανάνηψις.
Εν κατακλείδι
κλείνω, με την φράση του Πατέρα Γεωργίου από την Λειβαδιά, ο οποίος δια του
πύρινου λόγου του, μεταλαμπαδεύει τα νάματα της Ορθοδοξίας και δια του βίου του
παραδειγματίζει τις νεότερες γενιές, ποιώντας ψυχωφελές και θεάρεστο έργο:
«Η Ελλάδα έχει
ανάγκη από ταπεινούς αγωνιστές λεβέντες, όπως είναι και οι Άγιοι μας»
Εν ολίγοις ο
Άγιος προαπαιτεί θυσία και όχι ρητορική και παθητική στάση.
Νυν, εν παντί και
πάντοτε και υπέρ πάντων ο αγών, πάλαι τε και επ’ εσχάτων άχρι εσχάτων!
Πηγή: Ἐδῶ.