Οι ύβρεις του Αργολίδος προς το ποίμνιο!


 «Αιδώς Αργείοι» (Γ΄)

«Αθαιρεσίες πασπαλισμένες μ σπαράγματα Πατερικν λόγων»!
Μητροπολίτης Αργολίδος Νεκτάριος - Κιβωτός της Ορθοδοξίας


πειδὴ τὰ διατυπωθέντα ἀπὸ τὸν Σεβασμιώτατο Ἀργολίδος, (Ἡ γῆ εἶναι τετράγωνη) κατὰ τὴν γνώμη μου δὲν πρέπει νὰ μένουν καὶ νὰ αἰωροῦνται στὸ ἐκκλησιαστικὸ στερέωμα ὡς τοξικὸ νέφος,  συνεχίζω τὸν σχολιασμό.
Ἐπαναλαμβάνω ὅτι ἀφορμὴ παίρνω ἀπὸ τὸ δημοσίευμα. Δὲν στρέφομαι ἐναντίον τοῦ προσώπου, τὸ ὁποῖο δὲν γνωρίζω, οὔτε ἐναντίον τῆς ἀρχιερατικῆς του ἰδιότητος, μὴ γένοιτο! Τὶς ἀπόψεις ποὺ διετυπώθησαν καὶ τὸν τρόπο ποὺ ἐξεφράσθησαν σχολιάζω. Ἐξ ἄλλου θὰ ἦτο ἄδικο νὰ ἑστιάσουμε  μόνο στὸ πρόσωπό του, διότι δὲν εἶναι ὁ πρῶτος ἤ ὁ μόνος ποὺ διατυπώνει τέτοιες ἀπόψεις. Πλέον εἶναι πέλαγος μέσα στὸ ὁποῖο κολυμπᾶ τὸ χριστεπώνυμο πλήρωμα καὶ ὅσοι δὲν πνίγονται ψάχνουν βράχο ἤ σανίδα ἤ κάτι νὰ πιαστοῦν.

Ἔχει βέβαια καὶ τὸ καλὸ ὅτι ἀρχίζουμε νὰ ψάχνουμε λόγο γνήσιο ἐκκλησιαστικὸ, πίστεως καὶ ἁγιότητος καὶ γινόμαστε πιὸ προσεχτικοὶ καὶ ἐπιφυλακτικοί, ὅταν ἀκοῦμε τοὺς συγχρόνους ρασοφόρους νὰ ἀποφαίνονται καὶ δὲν καταπίνουμε ἀμάσητο ὅτι λέγεται. Ἡ ἐποχὴ τῆς τυφλῆς ἐμπιστοσύνης καὶ ἀπροϋποθέτου ὑπακοῆς παρῆλθε ἀνεπιστρεπτί καὶ μακάρι νὰ μὴν χαθεῖ καὶ ἡ πίστις, ἀπὸ τοὺς κλωνιζομένους, λόγῳ τῆς στάσεως κάποιων ἐκ τῶν ρασοφόρων.
Ἀφοῦ, λοιπόν, τελειώνει ἐπὶ τροχάδην μὲ τὶς πράξεις καὶ τὶς εὐθύνες τῆς Ἱεραρχίας γιὰ τὸ κλείσιμο τῶν ἐκκλησιῶν μὲ τὰ χαρακτηριστικὸ «Ὅτι ἔγινε, ἔγινε» στρεφεται ἐναντίον τοῦ κλήρου καὶ τοῦ ποιμνίου καὶ ἐδῶ δὲν φείδεται οὔτε χάρτου, οὔτε χρόνου, οὔτε χαρακτηρισμῶν:
Δειλοὶ, ποὺ παραμένουν στὸ σκοτάδι τῆς ἀνωνυμίας, μὲ ἀμετρία στὶς φωνές, μὲ θορυβώδη τρόπο, ποὺ νομίζουν ὅτι ὑπερασπίζονται τὴν ἐκκλησία, ποὺ προβαίνουν σὲ διδασκαλία, παραινέσεις καὶ ὁδηγίες πρὸς τὴ Σύνοδο τοὺς ἐπισκόπους τοὺς κληρικοὺς λαϊκοὶ ὄντες.
«Άνθρωποι που δεν έχουν ανοίξει ούτε την Αγία Γραφή και η μόνη «πνευματική» τροφή τους είναι τα χαμηλού επιπέδου θρησκευτικά περιοδικά και εφημερίδες, έχουν την απαίτηση από κατηχούμενοι να γίνουν κατηχητές, από μαθητές να γίνουν δάσκαλοι».
«Αναφέρομαι στους ανθρώπους που έχουν μεσάνυχτα από θεολογία και όμως αποφαίνονται σα να ᾽ναι Μεγάλοι Αθανάσιοι και έχουν την απαίτηση να υποκύψει η εκκλησία στις αξιώσεις και απαιτήσεις τους».
Τὰ παραπάνω εἶναι ἕνα μικρὸ δείγμα ἀπὸ τοὺς χαρακτηρισμοὺς ποὺ ἐκτοξεύει ὁ Σεβασμιώτατος πρὸς μέλη τῆς ἐκκλησίας, πρόβατα δηλαδὴ τῶν ὁποίων εἶναι ποιμήν, μὲ τὴν στενὴ ἤ εὐρύτερη ἔννοια. Δὲν γνωρίζω πῶς συμπεραίνει ὅλα αὐτά. Πῶς μπορεῖ νὰ ξέρει κάποιος ἄν ὁ ἄλλος ἔχει ἀνοίξει τὴν Ἁγία γραφὴ ἤ ὄχι; Πῶς μπορεῖ νὰ ξέρει ἄν ἡ πνευματικὴ τροφὴ κάποιου εἶναι χαμηλοῦ ἐπιπέδου θρησκευτικά περιοδικά καὶ ἐφημερίδες;  Πῶς μπορεῖ νὰ ξέρει ἄν κάποιος ἔχει μεσάνυχτα ἀπὸ θεολογία;  Ἄν πάρει κάποιος τὸ κείμενό του Σεβασμιωτάτου, χωρὶς νὰ γνωρίζει τὸν συγγραφέα, τί συμπέρασμα θὰ βγάλει γιὰ τὴν θεολογικὴ κατάρτισι τοῦ συγγράψαντος καὶ τὴν «πνευματική του τροφή»; Ἀπὸ ποὺ φαίνεται ὅτι ἔχει ἀνοίξει τὴν ἁγία Γραφή πολὺ δὲ περισσότερο ὅτι τὴν ἔχει κατανοήσει καὶ τὴν ἀκολουθεῖ; Καὶ τί σημαίνει ἔχει ἀνοίξει τὴν Γραφή; Οἱ ἱεχωβάδες καὶ οἱ Προτεστάντες ὅλο τὴν γραφή μελετοῦν. Καὶ ποιὰ τὰ ἀποτέλεσμα; «Οὐ γὰρ οἱ ἀκροαταὶ τοῦ νόμου δίκαιοι παρὰ Θεῷ, ἀλλ᾿οἱ ποιηταὶ τοῦ νόμου»(Ρωμ Β΄ 13)
 Κρίνει συνεχῶς τοὺς ἄλλους καὶ τοὺς κατακεραυνώνει, ἀλλὰ δὲν μπαίνει στὸν κόπο νὰ ἀναρωτηθῇ ἄν αὐτοὶ οἱ ἄλλοι, οἱ ἐλάχιστοι καὶ προβληματικοὶ ἀδελφοί, ἔχουν σκανδαλιστεῖ ἀπὸ τὶς ἐνέργειές του καὶ ὅλης τῆς ἱεραρχίας. «Μηκέτι οὖν ἀλήλους κρίνωμεν, ἀλλὰ τοῦτο κρίνατε μᾶλλον τὸ μὴ τιθέναι πρόσκομμα τῷ ἀδελφῷ ἤ σκάνδαλον» (Ρωμ ΙΔ 13). Δὲν αἰσθάνεται ὑποχρέωσι ὡς ποιμὴν, ὡς δυνατὸς, ὡς καταρτισμένος «τὰ ἀσθενήματα τῶν ἀδυνάτων βαστάζειν καὶ μὴ ἑαυτῷ ἀρέσκειν;» (Ρωμ. ΙΕ,1)
Ὑπάρχει βέβαια καὶ ἡ ἐπισήμανσις γι᾿ αὐτοὺς ποὺ «εἶν᾿ ὅτι ἀκριβῶς κατηγοροῦν», ὁπότε δὲν προχωρῶ, ἀλλὰ θεωρῶ καλὸ νὰ προσεχθοῦν οἱ πατερικὲς χρήσεις (τὰ πατερικά χωρία)  μὲ τὶς ὁποῖες προσπαθεῖ νὰ θεμελιώσῃ τὰ λεγόμενά του ἤ μᾶλλον νὰ δώσῃ μιὰ πατερικὴ ψιμιθιὰ στὶς ὕβρεις μὲ τὶς ὁποῖες περιλούζει τὸ ποίμνιον.
«Αφήνω δε τη «διδασκαλία, τις παραινέσεις, τις οδηγίες» λαϊκών μελών της εκκλησίας προς τη Σύνοδο, τους επισκόπους, τους κληρικούς.
Άνθρωποι που δεν έχουν ανοίξει ούτε την Αγία Γραφή και η μόνη «πνευματική» τροφή τους είναι τα χαμηλού επιπέδου θρησκευτικά περιοδικά και εφημερίδες, έχουν την απαίτηση από κατηχούμενοι να γίνουν κατηχητές, από μαθητές να γίνουν δάσκαλοι».
Γιὰ τοὺς χαρακτηρισμοὺς περὶ ἀσχέτων, ἀγραμμάτων κλπ δὲν μποροῦμε νὰ σχολιάσουμε, ὅπως εἴπαμε παραπάνω.. Ὅμως συνεχίζοντας λέει μὲ σαφήνεια: έχουν την απαίτηση από κατηχούμενοι να γίνουν κατηχητές, από μαθητές να γίνουν δάσκαλοι. Ποιοί; Οἱ ἄσχετοι, οἱ βοσκοί, οἱ ξυλουργοὶ, ὁ χύδην ὄχλος. Βλέπει ὅτι ὑπάρχουν καὶ δροῦν τέτοια ἄτομα καὶ  διαμαρτύρεται. Ἐξ ἄλλου τὸ ἴδιο εἶχε κάνει, κατὰ τὴν γνώμη του, καὶ ὁ Μέγας Βασίλειος πρὶν 1700 χρόνια:
«όταν έβλεπε τον οικοδόμο, τον μανάβη και τον μπακάλη της εποχής του να «θεολογούν» πάνω σε δύσκολα θεολογικά θέματα, όπως το δόγμα της Αγίας Τριάδος. Θέματα που απασχόλησαν πολύ καιρό τις τοπικές και Οικουμενικές Συνόδους, όπου έγιναν ατέρμονες συζητήσεις και αντιδικίες, ο βοσκός ή ο ξυλουργός τα είχαν λυμένα και θα έπρεπε ο Μ. Βασίλειος από ποιμένας να γίνει αγόμενο και φερόμενο πρόβατο, να ακολουθήσει τον ποιμαινόμενο!».
Ἄρα δικαίως καὶ αὐτὸς διαμαρτύρεται. Ὅπως καὶ ὁ μέγας Βασίλειος. Μὲ μιὰ διαφορά. Ὁ Μ. βασίλειος ἀναφέρεται σὲ αἱρετικοὺς ποὺ στρατολογοῦσαν ὁπαδοὺς καὶ πράγματι μὲ ἰσχυρογνωμοσύνη καὶ ἐπιμονὴ προσπαθοῦσαν νὰ ἐπιβάλλουν τὶς ἀπόψεις τους, ἀναφερόμενοι ὄντως σὲ ζητήματα θεολογικὰ ποὺ οὐδεὶς μπορεῖ νὰ προσπελάσει ἀκόμη καὶ ὁ πλέον σοφὸς καὶ ὁ πλέον εὐπαίδευτος, ὅπως τὰ περὶ σχέσων τῶν προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος. Πράγματι ἦταν κωμικοτραγικὸ ἄνθρωποι χωρὶς τὶς στοιχειώδεις προϋποθέσεις νὰ ἐρίζουν καὶ νὰ ἀντιλέγουν καὶ νὰ ἐπιχειρηματολογοῦν. Τὸ πρόβλημα ὅμως δὲν ἦταν τὸ ἐπάγγελμά τους, ἦταν τὸ θέμα μὲ τὸ ὁποῖο προσπαθοῦσαν νὰ καταπιαστοῦν, ἀπροσπέλαστο γιὰ τὸν ὁποιονδήποτε, καὶ ἡ αὐθάδειά τους. Ξυλουργὸς ἦταν καὶ ὁ ἴδιος ὁ Κύριος καὶ ὁ Ἅγιος Παϊσιος ὁ ἁγιορείτης. Ψαράδες ἦταν οἱ ἁπόστολοι, δὲν τοὺς ἐμπόδισε ὅμως νὰ θεολογήσουν ἀφοὺ εἶχαν δεχτεῖ τὴν Χάρι τοῦ Παρακλητου κατὰ τὴν Πεντηκοστὴ ποὺ χθὲς ἑορτάσαμε.
Ἄν γινόταν πιὸ σαφὴς μὲ παραδείγματα, ἀφοῦ εἶναι ἀπὸ τὸ διαδύκτιο, θὰ μπορούσαμε νὰ τὸ ἐλέγξουμε. Νὰ δοῦμε ἄν προκειται γιὰ ἐπίδοξους κατηχητὲς καὶ διδασκάλους. Τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ γιὰ τὴν ἀναφορά του στὸν Μέγα Βασίλειο. Ἄς μᾶς πεῖ σὲ ποιά λόγια τοῦ Ἁγίου ἀναφέρεται συγκεκριμένα ὥστε νὰ ἐξετάσουμε τί καὶ γιατὶ τὸ ἔχει πεῖ ὁ ἅγιος.
Στὴν ἀναφορά του στὸν Ἅγιο Γρηγόριο ὑπάρχει κάτι συγκεκριμένο ἀπὸ τὸν ἅγιο:
«Το ερώτημα του φίλου και συνασκητού του, αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου είναι και σήμερα εξαιρετικά επίκαιρο και το απευθύνω σε όλους τους αργόσχολους «θεολογούντες» του internet, που θέλουν στανικά να επιβάλουν τις απόψεις τους: «Τί στρατηγεῖν ἐπιχειρείς, ἐνταγμένος ἐν στρατιώταις;»
Πώς να το κάνουμε αδελφοί μου; Οι αγνοούντες χρειάζονται διδασκαλία. Όχι προβιβασμό στη θέση του δασκάλου.
Τὸ χωρίον εἶναι  ἀπὸ τὸν 32ο λόγο τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου (P.G. 36, 173Α - 212 C). Ὁ ἅγιος περιγράφει μιὰ κατάστασι γενικῆς εχθρας καὶ πολέμου, ὁ ἕνας ἐναντίον τοῦ ἄλλου, οἱ ἱερεῖς πολεμοῦν μεταξύ τους καὶ ἐναντίον τοῦ λαοῦ, ὁ λαὸς μεταξύ του καὶ ἐναντίον τῶν ἱερέων, οἱ γονεῖς πολεμοῦν τὰ τέκνα καὶ τὰ τέκνα τοὺς γονεῖς κλπ. Ὁ νόμος τῆς αἰδοῦς ἔχει περιφρονηθῇ καὶ κυριαρχεῖ ὁ νόμος τῆς αὐθάδειας:
Καὶ τοῦτό ἐστιν, ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον, ὃ διέσπασε μέλη, διέστησεν ἀδελφοὺς, πόλεις ἐτάραξε, δήμους ἐξέμηνεν, ὥπλισεν ἔθνη, βασιλεῖς ἐπανέστησεν, ἱερεῖς λαῷ καὶ ἀλλήλοις, λαὸν ἑαυτῷ καὶ ἱερεῦσι, γονεῖς τέκνοις, τέκνα γονεῦσιν, ἄνδρας γυναιξὶ, γυναῖκας ἀνδράσι. Πάντα τὰ τῆς εὐνοίας ὀνόματα, δούλους καὶ δεσπότας ἀλλήλους, ἀλλήλους διδασκάλους καὶ μαθητὰς, πρεσβύτας καὶ νέους, καὶ τὸν τῆς αἰδοῦς ἀτιμάσαν νόμον, τοῦ μεγίστου πρὸς ἀρετὴν βοηθήματος, τὸν τῆς αὐθαδείας εἰσήνεγκεν· (P.G. 36, 177Β).
Ὅλα αὐτὰ προέρχονται πάλι ἀπὸ αἱρετικὲς ἀπόψεις δογματικῆς φύσεως ποὺ ἔχουν παρουσιαστεῖ καὶ ἔχουν κάνει τὴν Ἐκκλησία κομμάτια ἀπὸ τὶς διάφορες ἀπόψεις περὶ τοῦ Χριστοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος:
Τοῦτό ἐστιν ὃ πολλὰ εἶναι μέρη τὴν μίαν Ἐκκλησίαν πεποίηκε, καὶ διέστησεν, οὐκ εἰς ἕνα Παῦλον, ἢ Κηφᾶν, ἢ Ἀπολλὼ, ἢ τὸν δεῖνα φυτευτὴν, ἢ τὸν δεῖνα ποτιστήν· πολλοὺς δὲ ἀνέδειξε Παύλους, καὶ Ἀπολλὼς, καὶ Κηφὰς, ἀφ' ὧν ἀντὶ Χριστοῦ καλούμεθα, τὸ μέγα καὶ καινὸν ὄνομα, καὶ ὧν εἶναι λεγόμεθα· καὶ εἴθε τοσοῦτον εἶχον εἰπεῖν· ἀλλὰ καὶ πολλοὺς (ὃ φρίττω λέγων) Χριστοὺς ἀνθ' ἑνὸς, τὸν γεννώμενον, τὸν κτιζόμενον, καὶ τὸν ἀπὸ Μαρίας ἀρχόμενον, καὶ τὸν ἀναλύοντα ὅθεν εἰς τὸ εἶναι προῆλθε, καὶ τὸν ἄνουν ἄνθρωπον, καὶ τὸν ὄντα, καὶ τὸν φαινόμενον. Ὡς δὲ καὶ πολλὰ Πνεύματα, τὸ ἄκτιστον, καὶ τὸ κτίσμα, καὶ τὸ ὁμότιμον, καὶ τὸ ἐνέργημα, καὶ τὸ ψιλὸν ὄνομα. (P.G. 36, 180A).
Ἄνθρωποι θερμόαιμοι μὲ λόγια καὶ πράξεις λόγῳ τῆς ὑπερβολῆς καὶ τοῦ πάθους ξεφεύγουν ἀπὸ τὸ καλὸ καὶ τὴν ἀρετή:
Τὸ γὰρ αὐτὸ καὶ περὶ δικαιοσύνην, καὶ περὶ σοφίαν πάθος, θερμότης περὶ πρᾶξιν καὶ λόγον, ἔξω τοῦ καλοῦ καὶ τῆς ἀρετῆς δι' ὑπερβολὴν πίπτουσα. (P.G. 36, 181A).
Ὁ ἅγιος προσπαθεῖ νὰ διδάξει τὴν μετριπάθεια καὶ τὴν ἑνότητα.  Ὅτι ἡ ἐκκλησία εἶναι ἕνα σῶμα:
 Οἱ γὰρ πάντες ἓν σῶμά ἐσμεν ἐν Χριστῷ· οἱ δὲ καθ' ἕνα Χριστοῦ, καὶ ἀλλήλων μέλη. (P.G. 36, 185D).
Καὶ ὑπάρχει τάξις, ἔχει ὁ κάθε ἕνας τὸν ρόλο του καὶ λειτουργοῦν ὅλοι σὰν ἕνα σῶμα:
Τάξις κἂν ταῖς Ἐκκλησίαις, τὸ μὲν εἶναί τι ποίμνιον, τὸ δὲ ποιμένας διώρισε· καὶ τὸ μὲν ἄρχειν, τὸ δὲ ἄρχεσθαι· καὶ τὸ μὲν οἷον εἶναι κεφαλὴν, τὸ δὲ πόδας, τὸ δὲ χεῖρας, τὸ δὲ ὀφθαλμὸν, τὸ δὲ ἄλλο τι τῶν μελῶν τοῦ σώματος, πρὸς τὴν τοῦ παντὸς εὐαρμοστίαν καὶ τὸ συμφέρον, ἢ προεχομένων, ἢ προεχόντων· καὶ, ὥσπερ ἐν τοῖς σώμασιν, οὔτε ἀπέῤῥηκται ἀλλήλων τὰ μέλη, ἀλλ' ἓν σῶμα τὸ πᾶν ἐστιν ἐκ διαφόρων συγκείμενον (P.G. 36, 185Β).
Μέσα σ᾿ αὐτὸ τὸ πλαίσιο ὅπου ὁ κάθε ἕνας ἐξαγριωμένος καὶ πεφυσιωμένος θέλει νὰ κάνει τὸν διδάσκαλο γιὰ νὰ περάσῃ τὶς θεωρίες του καὶ νὰ ἰκανοποιήσῃ τὸν ἐγωϊσμό του, ὁ ἅγιος προσπαθεῖ νὰ συγκρατήσῃ ὅσους τὸν ἀκοῦνε,  ὥστε νὰ παραμείνουν στὰ «σίγουρα καὶ χαμηλά» καὶ σ` αὐτὰ ποὺ οἱ ἰκανότητές τους ἐπαρκοῦν καὶ νὰ μὴν παρασυρθοῦν σὲ δρόμους ποὺ πολλὰ ὑπόσχονται, ἀλλὰ ἔχουν καὶ τεράστιους κινδύνους, μεγάλο ρίσκο:
Μέγα τὸ διδάσκειν; Ἀλλὰ τὸ μανθάνειν ἀκίνδυνον. Τί σεαυτὸν ποιεῖς ποιμένα, πρόβατον ὤν; Τί γίνῃ κεφαλὴ, ποὺς τυγχάνων; Τί στρατηγεῖν ἐπιχειρεῖς, τεταγμένος ἐν στρατιώταις; Τί τὰ μεγάλα καὶ οὐκ ἀσφαλῆ κέρδη τῆς θαλάσσης ἐπιδιώκεις, ἐνὸν ἀκινδύνως γεωργεῖν γῆν, εἰ καὶ κερδαίνοις ἐλάσσονα; (P.G. 36, 189A).

 Ἐδῶ χρησιμοποιεῖ τὴν φράσι Τί στρατηγεῖν ἐπιχειρεῖς, τεταγμένος ἐν στρατιώταις;. Γιὰ ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι παρασυρμένοι ἀπὸ αἱρετικὲς θεολογικὲς θέσεις ἔχουν ἐκμανεῖ καὶ θέλουν νὰ διαδώσουν τὶς ἀπόψεις τους διδάσκοντας καὶ παρασύροντας τοὺς ἄλλους. Στὴν περίπτωσί μας ὅμως οἱ ὑβριζόμενοι ὑπὸ τοῦ σεβασμιωτάτου, οὔτε αἱρετικοὶ ἤ ἀκολουθοῦντες αἱρετικοὺς εἶναι, οὔτε στὰ ἀπροσπέλαστα ἄδυτα τῆς θεολογίας προσπαθοῦν νὰ διεισδύσουν, οὔτε ξύπνησαν ἕνα πρωΐ καὶ θέλουν νὰ κάνουν τοὺς δασκάλους καὶ νὰ ἐπιβάλλουν στανικὰ τὶς ἀπόψεις τους σὲ Συνόδους καὶ ἐπισκόπους, ὅπως θεωρεῖ ὁ Σεβασμιώτατος. Ἄνθρωποι εἶναι ποὺ πιστεύουν στὸν Θεό, ὅσο πιστεύει ἕκαστος, καὶ βλέπουν ξαφνικὰ νὰ τοὺς κλείνουν τὶς ἐκκλησίες, νὰ τοὺς πετοῦν ἔξω, νὰ μὴν μποροῦν νὰ γιορτάσουν Πάσχα, νὰ τοὺς κυνηγοῦν ἀστυνόμοι, νὰ τοὺς ὑβρίζουν ἱεράρχες, δημοσιογράφοι, πολιτικοὶ, ἄθεοι, ἀντίθεοι καὶ κάθε νεοεποχίτικο φροῦτο. Διαμαρτύρονται, φωνάζουν, ἀρθρογραφοῦν, ὅπως καὶ ὅσο μπορεῖ ὁ καθένας, μπορεῖ νὰ λένε καὶ λάθος πράγματα -θεολογικῶς νοούμενα- ἀλλὰ, τέλος πάντων, δὲν προσπαθοῦν νὰ γίνουν κατηχητὲς καὶ διδάσκαλοι.
Ἄρα τὰ παραθέματα τῶν ἁγίων Μεγάλου Βασιλείου (δὲν ὑπάρχει ἀλλὰ μόνον γενικὴ ἀναφορά) καὶ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου –ποὺ παρουσιάζει ὁ Σεβασμιώτατος– δὲν ἔχουν σχέσι μὲ τὸ σημερινὸ πρόβλημα.
Σχετικὸ εἶναι –καὶ ἀφορᾶ τὴν εὐθύνη τοῦ Σεβασμιωτάτου, ἀλλὰ καὶ ὅλης τῆς ἱεραρχίας, νὰ ὀρθοτομοῦν τὸ  λόγο τῆς ἀληθείας– αὐτὸ ποὺ λέγει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος στὴν ἴδια ὁμιλία:
Οὐ γὰρ ὁ τομὸς διαιρεῖ λόγος, ἡ Χριστοῦ μάχαιρα, τοὺς πιστεύοντας ἀπὸ τῶν ἀπίστων, οὐδὲ πῦρ βάλλεται, καὶ ἀνάπτεται, ἡ δαπανῶσα τὴν ὕλην καὶ ἐσθίουσα  πίστις, καὶ ἡ ζέσις τοῦ Πνεύματος· ἀλλ' ἐναντίως ἢ πρότερον, δαπανώμεθα καὶ τεμνόμεθα. (P.G. 36, 179C).

Δηλαδή: Ὁ κοφτερὸς λόγος, τὸ μαχαίρι τοῦ Χριστοῦ δὲν χωρίζει τοὺς πιστοὺς ἀπὸ τοὺς ἀπίστους, οὔτε ἀνάπτεται ἡ φωτιά τοῦ Πνεύματος καὶ τῆς πίστεως γιὰ νὰ κάψει τὰ ξερά χόρτα τῆς ἀπιστίας, ἀλλὰ ξοδευόμαστε καὶ χωριζόμαστε μεταξύ μας.
Ἰδοὺ Σεβασμιώτατε πεδίον δόξης λαμπρόν. Νὰ ξεχωρίσετε τὰ τῆς πίστεως ἀπὸ τὰ ἀλλότρια. Πόσοι δεδηλωμένοι ἄθεοι φώναζαν καὶ διερύγνυαν τὰ ἱμάτια τους κατὰ τῶν Χριστιανῶν; Πολιτικοὶ δημοσιογράφοι, ἐπιστήμονες καὶ οἱ λοιποὶ... Μιλῆστε σ᾿ αὐτούς. Χωρίστε τοὺς πιστοὺς ἀπὸ τοὺς ἀπίστους, ὅπως λέει ὁ ἅγιος Γρηγόριος. Κάψτε τὶς συκοφαντίες τους μὲ τὸ πύρ τοῦ Πνεύματος.
Αὐτὴ εἶναι, νομίζω, ἡ ὑποχρέωσί σας καὶ ὄχι νὰ καθυβρίζετε τοὺς (λίγο ἤ πολὺ ἤ ὁ Θεός ξέρει πόσο) πιστούς.
Ἀλλὰ αὐτὸ φαίνεται ὅτι δὲν εἶναι στὶς μέρες μας πολὺ πιασάρικο καὶ δὲν γίνεται ἀφορμὴ γιὰ τηλεοπτικὲς προσκλήσεις...



Δείτε και