Γράφει ὁ κ. Γεώργιος Τραμπούλης, Θεολόγος
Δέν προσμετρᾶς τήν ἐκτροπή, ἄν δέν τήν
ἀντιπαραβάλης μέ τόν κανόνα. Δέν ἀντιλαμβάνεσαι τήν διοικητική καί
ἐκκλησιολογική ἀπόκληση τῶν ἡμερῶν μας, ἄν δέν ἀντιπαραβάλης τήν
σημερινή κατάσταση μέ τόν λόγο καί τήν πράξη τῶν Πατέρων. Στήν Ἐκκλησία
τῆς Ἑλλάδος τά τελευταῖα χρόνια καί εἰδικότερα μετά τήν ἐπίσκεψη τοῦ
πάπα Ἰωάννη Παύλου Β΄ τό 2001, ἐπί ἀρχιεπισκοπείας κυροῦ Χριστοδούλου,
παρατηρεῖται τό τραγικό φαινόμενο τῆς σταδιακῆς ἀλλοίωσης τοῦ ὀρθοδόξου
φρονήματος, ἡ βαθειά ἐκκοσμίκευση τῆς Ἐκκλησίας, ἡ παντελής ἄρνηση
στηλίτευσης τῶν αἱρετικῶν πλανῶν, ὁ ἐφησυχασμός τῶν συνειδήσεων, ἡ
ἔλλειψη σθεναροῦ καί ἀποφασιστικοῦ φρονήματος καί ἡ σταδιακή υἱοθέτησης
τῶν οἰκουμενιστικῶν πλανῶν πού φθείρουν τήν συνείδηση τῶν πιστῶν, ἀλλά
ταυτόχρονα ἐπιτυγχάνεται ἡ προσέγγιση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μέ τήν
παπική.
Ἔχει ἀλλοιωθῆ τό Ὀρθόδοξον φρόνημα
Αὐτό ἔγινε ἰδιαίτερα αἰσθητό στίς ἡμέρες
μας, ὅπου ἡ Πολιτεία ἔκλεισε τίς ἐκκλησίες χωρίς καμμία ἀντίσταση τόσο
ἀπό τήν πλευρά τῆς ἐκκλησιαστικῆς διοίκησης ὅσο καί τοῦ πιστοῦ λαοῦ ἀλλά
καί τήν ἔλλειψη ὁποιασδήποτε ἀντίδρασης στήν πρόσκληση, πρόκληση ἀπό
τόν πρωθυπουργό στόν αἱρετικό Πάπα νά ἐπισκεφθῆ τήν Ἑλλάδα τό 2021, κατά
τούς ἑορτασμούς τῶν διακοσίων χρόνων ἀπό τήν ἑλληνική ἐπανάσταση.
Δυστυχῶς, ὁ πιστός λαός πολύ καιρό τώρα ἐμποτίζεται μέ τήν παπική
θεολογία μέ ἀποτέλεσμα νά ἀλλοιώνεται τό ὀρθόδοξο φρόνημά του ἀφενός μέ
τήν ἀνοχή, τήν ἄγνοια ἀλλά καί τήν ἀδιαφορία αὐτῶν πού ἔχουν ὡς διακονία
νά προστατεύουν τό ποίμνιο ἀπό τήν αἵρεση, ἀφετέρου διότι μέ αὐτόν τόν
τρόπο δικαιολογοῦνται οἱ ὅποιες ἐκκλησιολογικές παρεκτροπές τῶν
ἐπισκόπων καί εἰδικότερα τῶν προκαθημένων.
Ἡ ἀπόλυτος ἐπισκοποκεντρική ἄσκησις τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἐξουσίας
Δέν προκαλεῖ πιά κατάπληξη ὅτι οἱ
ἑκάστοτε κυβερνήσεις στά σοβαρά ἐκκλησιαστικά προβλήματα συνομιλοῦν πιά
μόνο μέ τόν ἑκάστοτε Ἀρχιεπίσκοπο, χωρίς αὐτός νά ἔχη λάβει τήν
ἐπιβεβλημένη ἐξουσιοδότηση ἀπό τήν Σύνοδο, ὅπως ὁρίζουν οἱ ἱεροί
Κανόνες, σάν νά εἶναι αὐτός ὁ κυρίαρχος τῆς Ἐκκλησίας, παραμερίζοντας
ἔτσι τήν Ἱερά Σύνοδο τῆς Ἱεραρχίας. Καί μάλιστα πολλές φορές, ἄν ὄχι
ὅλες, στίς συζητήσεις αὐτές ἀκολουθεῖται ἡ ὁδός τῆς μυστικῆς διπλωματίας
καί παίρνονται ἀποφάσεις μέ τήν πλήρη ἄγνοια τῶν ἄλλων Ἱεραρχῶν.
Δυστυχῶς, τά παραδείγματα πού ἐπιβεβαιώνουν αὐτή τήν πρακτική τίς
τελευταῖες δεκαετίες εἶναι πολλά, ἐπαληθεύοντας τήν ἀπόλυτη
ἐπισκοποκεντρική ἄσκηση τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἐξουσίας. Καί συμβαίνει αὐτό
παρά τό γεγονός ὅτι στό πολίτευμα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ὁ
Ἀρχιεπίσκοπος εἶναι πρῶτος μεταξύ ἴσων καί ὑπάγεται ὅπως καί οἱ ἄλλοι
Ἱεράρχες στήν Ἱερά Σύνοδο καί ἐνεργεῖ ὡς ἐκπρόσωπός της κατόπιν ἐντολῆς
της.
Πρέπει νά σημειωθῆ ὅτι ἄν καί ἡ Διαρκής
Ἱερά Σύνοδος εἶναι δημιούργημα τῶν νεωτέρων χρόνων, ἀφοῦ, σύμφωνα μέ τόν
μακαριστό καθηγητή Κωνσταντῖνο Μουρατίδη, «δέν ἀπαντᾶ εἰς τό δίκαιο τῆς
μιᾶς καί ἀδιαιρέτου Ἐκκλησίας καί ἀκόμη δέν δύναται νά χαρακτηρισθῆ ὅτι
εἶναι κατά πάντα κανονικός θεσμός δεδομένου, ὅτι ἔρχεται σέ ἀντίθεση
πρός τούς ἱερούς κανόνας, οἱ ὁποῖοι ἀπαιτοῦν τήν συμμετοχή εἰς τήν
ἀνωτάτη ἐκκλησιαστική ἀρχή πού εἶναι ἡ Σύνοδος τῆς Ἱεραρχίας, ὅλων τῶν
ἐν ἐνεργείᾳ ἐπισκόπων τῶν ἐχόντων ἐπισκοπές ἤ μητροπόλεις, ἐν τούτοις
ἐπειδή προβλέπεται διαδοχική συμμετοχή εἰς αὐτήν ὅλων τῶν ἐπισκόπων
εἶναι πλησιέστερος πρός τίς κανονικές Συνόδους» καί γίνεται ἡ χρήση της,
πού σκοπό ἔχει βασικά νά φροντίζη γιά τήν ἀκριβῆ ἐκτέλεση τῶν ἀποφάσεων
τῆς Ι.Σ.Ι., «συμφώνως πρός τίς συγκεκριμένες ἐντολές αὐτῆς».
«Μιμούμενοι τόν πάπαν τῆς Ρώμης, ἀναζητοῦν τήν ἐξουσίαν, τήν τέρψιν καί τήν δόξαν»
Καὶ ἐνῶ κατά τήν Ἱερά Παράδοση ἡ
Ἐκκλησία ὡς ὀργανισμός ἀλλά καί ὡς ὀργάνωση εἶναι θεανθρώπινος, δηλαδή
«αὐτός οὗτος ὁ Θεάνθρωπος Χριστός», παρατηρεῖται σήμερα στήν Ἐκκλησία
τῆς Ἑλλάδος ἀλλά καί σέ ὅλες τίς Τοπικές Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες τό
φαινόμενο οἱ Προκαθήμενοι, «μιμούμενοι τόν πάπαν τῆς Ρώμης, νά ἀναζητοῦν
τήν ἐξουσίαν, τήν τέρψιν καί τήν δόξαν», ὅπως χαρακτηριστικά γράφει ὁ
ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς καὶ νά υἱοθετοῦν τήν ἐκκλησιολογική ἀνάγκη τοῦ
πρώτου. Ἔτσι, παρατηρεῖται ὁ κάθε Προκαθήμενος ὡς «πρῶτος ἄνευ ἴσων», ὡς
ἄλλος πάπας, νά παραγκωνίζη τό ἁρμόδιο ὄργανο, μέ τό ὁποῖο διοικεῖται ἡ
Ἐκκλησία, τήν Ι.Σ.Ι., καί μέσω τῆς Δ.Ι.Σ., ὡς ἄλλου κονκλαβίου, τό
ὁποῖο ἐλέγχεται ἄμεσα ἀπό τούς ἰδίους, νά κυβερνοῦν τήν Ἐκκλησία. Καί
ἐνῶ οἱ Προκαθήμενοι πρίν ἐνθρονιστοῦν καταγγέλλουν τήν παρεκτροπή, μόλις
ἐνθρονιστοῦν ἀμβλύνεται ἡ συνοδική τους συνείδηση.
«Ἱεράρχαι θεωροῦν ‟συνοδικό σύστημα” διοικήσεως τήν δυνατότητα ἁπλῶς ἐλευθέρας ἐκφράσεως τῆς ἀπόψεώς των»
Χαρακτηριστικές ἦταν οἱ δηλώσεις τοῦ
πρώην Μητροπολίτου Καλαβρύτων Ἀμβροσίου, ὁ ὁποῖος σέ ἐπιστολή πού εἶχε
ἀποστείλει στόν κυρό Ἀρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο μετά τήν ἐπίσκεψή του στό
Βατικανό τοῦ ἔθετε θέμα καταλύσεως τοῦ Συνοδικοῦ συστήματος, ὅπου μεταξύ
τῶν ἄλλων ἔγραφε: «Ἡ πρό τῆς μεταβάσεως καταφρονηθεῖσα Ἱεραρχία ἔστω καί
τώρα κατόπιν ἑορτῆς ἄς ἀναλάβει τίς εὐθύνες της. Τό ‟ἔλλειμμα
συνοδικότητας”, διά τό ὁποῖον κατηγορεῖστε, Μακαριώτατε, πρέπει νά σᾶς
ἀνησυχεῖ, εἶστε ὁ Ἀρχιεπίσκοπος μας. Εἴμαστε ἀδελφοί σας ἰσότιμοι καί
συνυπεύθυνοι στήν διοίκηση τῆς Ἐκλησίας». Ἀλλά καί ὁ νῦν Μακαριώτατος κ.
Ἱερώνυμος ὡς Μητροπολίτης Θηβῶν σέ συνέντευξή του στίς 22 Ὀκτωβρίου
2006, στό Ἔθνος τῆς Κυριακῆς, εἶχε δηλώσει «Τί τραγικό πρᾶγμα στήν
ἐκκλησιαστική ζωή! Ἱεράρχες νά θεωροῦν ‟συνοδικό σύστημα” διοικήσεως τή
δυνατότητα ἁπλῶς ἐλευθέρας ἐκφράσεως τῆς ἀπόψεώς των καί ὄχι τόν
Συνοδικό τρόπο ζωῆς, πού ἀρχίζει ἀπό τή ζωή τῆς ἐνορίας, περνᾶ στή
συνοδική διοίκηση τῆς Μητροπόλεως, συνεχίζει στή βιοτή τῆς μοναχικῆς
πολιτείας, φθάνει στή σύναξη τῆς Ἱεραρχίας διαπερνώντας ὅλα τά ἐπίπεδα
τῆς ὀργάνωσης τῆς ζωῆς τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ βίου». Τούς ἴδιους ἀκριβῶς
λόγους ἐπανέλαβε ὁ Μακαριώτατος καί κατά τόν ἐνθρονιστήριο λόγο του,
σήμερα ὅμως κατηγορεῖται ἀπό τόν Μητροπολίτη Κερκύρας γιά ἔλλειψη
συνοδικότητας.
Οἱ Πατέρες ἐβίωναν τήν Ἐκκλησίαν ὡς θεανθρώπινον ὀργανισμόν
Ὅμως ἡ πρακτική τῶν Πατέρων ἦταν σέ ἄλλη
βάση, σκοπός τους καί φροντίδα ἦταν ἡ ἑνότητα ὅλου τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ
σώματος, διότι ζοῦσαν τήν Ἐκκλησία ὡς θεανθρώπινο ὀργανισμό, ἔχοντας ὡς
κεφαλή της τόν Χριστό.
Δυστυχῶς στίς ἡμέρες μας ἡ παπική
θεολογία ἔχει ἐμποτίσει βαθειά τό ὀρθόδοξο οἰκοδόμημα, ὁ κίνδυνος
ἔκπτωσης στήν καθιδρυματικότητα καί ἡ μετατροπή τῆς Ἐκκλησίας σέ
ἐκκοσμικευμένο θεσμό εἶναι κάτι περισσότερο ἀπό προφανής. Τό
ἐκκλησιαστικό ὑπούργημα τοῦ ἐπισκόπου σταδιακά, ὅλο καί περισσότερο,
μετασχηματίζεται ὡς ἐργαλεῖο διαχείρισης τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἐξουσίας.
Ὅμως ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός δέν σταυρώθηκε, γιά νά ἱκανοποιήση τίς
βλέψεις ἑνός πριγκιπικοῦ σώματος, ἀλλά ἐπειδή «ἠγάπησε τήν ἐκκλησίαν καί
ἑαυτόν παρέδωκεν ὑπέρ αὐτῆς, ἵνα αὐτήν ἁγιάσῃ καθαρίσας τῷ λουτρῷ τοῦ
ὕδατος ἐν ρήματι, ἵνα παραστήσῃ αὐτήν ἑαυτῷ ἔνδοξον τήν ἐκκλησίαν, μή
ἔχουσαν σπίλον ἤ ρυτίδα ἤ τι τῶν τοιούτων, ἀλλ’ ἵνα ᾖ ἁγία καί ἄμωμος»
(Ἐφ. ε΄ 25-27).
Εἰς τήν Ὀρθόδοξον Παράδοσιν ὁ ἐπίσκοπος ὑπάρχει ἐν τῷ συνεδρίῳ τῶν πρεσβυτέρων
Ἡ συνοδικότητα εἶναι ἕνα πάρα πολύ
σοβαρό ζήτημα καί δέν εἶναι ἁπλῶς ἡ δημιουργία μιᾶς ἐκκλησιαστικῆς
ὀλιγαρχίας ὀγδόντα ἕνα ἐπισκόπων, ἀλλά καί ἔκφραση τῆς ποιοτικῆς
ἑνότητας τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία δέν μπορεῖ νά γίνη ἀντικείμενο μόνον
ποσοτικῶν ὑπολογισμῶν καί πλειοψηφιῶν. Ἡ συνοδικότητα ἀφορᾶ ὄχι μόνον
τούς ἐπισκόπους, ἀλλά τούς πρεσβυτέρους καί τούς λαϊκούς.
Στήν Ὀρθόδοξη Παράδοση ὁ ἐπίσκοπος
ὑπάρχει ἐν τῷ συνεδρίῳ τῶν πρεσβυτέρων καί δέν εἶναι μονοπρόσωπη ἀρχή. Ἡ
συνοδικότητα ἀφορᾶ ἐπίσης καί τά χαρίσματα τῶν λαϊκῶν, τά ὁποῖα
ἀσκοῦνται ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ καί ὑπέρ τῆς
Ἐκκλησίας. Λαϊκός, μοναχός, πρεσβύτερος ἤ ἐπίσκοπος ὁ ὁποῖος δέν ἔχει
τήν αἴσθηση ὅτι ζοῦμε καί δουλεύουμε γιά τό ἕνα σῶμα τοῦ Χριστοῦ τόν
συμφέρει καλύτερα νά σιωπᾶ, διότι κινδυνεύει σωτηριολογικά. Ἄν ὑπάρχη
ἕνα πραγματικό πρόβλημα στήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, ἀλλά καί σέ ὅλη τήν
Ὀρόδοξη Ἐκκλησία, εἶναι ὅτι δέν ἔχουμε κατορθώσει νά ἐμβαθύνουμε στήν
θεολογία καί τήν πρακτική ὅτι πορευόμεθα ὅλοι μαζί πρός τά ἔσχατα καί
ὄχι καθ’ ἕνας μας ἀτομικά. Κανένας δέν εἶναι περιττός στήν Ἐκκλησία,
τονίζουν οἱ Πατέρες, ὅσο καί ἁμαρτωλός καί ἄν εἶναι.
Ὁ πιστός λαός εἶναι τό ζωντανόν χαρισματικόν σῶμα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ
Ἄν αὐτό τό πνεῦμα συλλογικότητας
ἐνεγοποιηθῆ καί καταλάβουν ὅλοι ὅτι ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι μία ἁπλή
δημόσια ὑπηρεσία, ἡ ὁποία ἀποστέλλει ἐγκυκλίους στά μέλη τους, ἀλλά κάθε
κίνησή της ἀφορᾶ τούς πάντες, τότε πολλά θά ἀλλάξουν.
Ἄν συνεδριάζη Συνοδικῶς ἡ Ἱεραρχία, ἀλλά
καί ἄν ἐνημερώνεται ἀπαραιτήτως ὁ πιστός λαός καί ἄν ἡ συμμετοχή του
εἶναι ἐνεργή, τότε, ὅπως λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, τό ὅραμα
μιᾶς Ἐκκλησίας ὡς πόλης ὑπεράνω ὄρους κειμένης θά ξαναγίνη ὁρατό καί
περίλαμπρο. Ὁ πιστός λαός δέν εἶναι ἄλογο ποίμνιο, εἶναι τό ζωντανό
χαρισματικό σῶμα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, πού ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ πολλές συνόδους
τίς χαρακτήρισε ληστρικές καί τίς ἀπέρριψε. Ὁ πιστός λαός ἐν Πνεύματι,
ὄχι μόνον τήν Φερράρα διέγραψε, ἀλλά συνολικά δεκατρεῖς Συνόδους
ἑνωτικές ἀπέρριψε πού συνῆλθαν ὡς οἰκουμενικές ἀπό τό 1054 ὥς τό 1453
καί τίς ἀφάνισε.
"Ὀρθόδοξος Τύπος"