[Γαλ.
3,22- 4,5]
«Συνέκλεισεν ἡ γραφὴ τὰ πάντα ὑπὸ
ἁμαρτίαν, ἵνα ἡ ἐπαγγελία ἐκ πίστεως ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ δοθῇ τοῖς πιστεύουσι (:τώρα
όμως έγινε με τον νόμο το εντελώς αντίθετο από τη δικαίωση. Ο γραπτός νόμος του
Θεού δηλαδή έκλεισε ολοκληρωτικά τα πάντα κάτω από την αμαρτία, για να ποθήσουν
οι άνθρωποι τον ιατρό και σωτήρα· και έτσι η ευλογία που υποσχέθηκε ο Θεός, να
δοθεί με την πίστη στον Ιησού Χριστό σε όλους όσους πιστεύουν)» [Γαλ.3,22].
Εάν η υπόσχεση του Θεού είχε δοθεί μέσω
του μωσαϊκού νόμου, εύλογα θα φοβόσουνα μήπως, εκπίπτοντας από τον νόμο,
εκπέσεις και από τη δικαίωση· εάν όμως για τον λόγο αυτόν δόθηκε, για να
περικλείσει τα πάντα, δηλαδή για να ελέγξει και να δείξει τις αμαρτίες τους,
όχι μόνο δεν σε εμποδίζει να επιτύχεις την υπόσχεση, αλλά και συνεργεί στο να
την επιτύχεις. Αυτό λοιπόν δηλώνοντας έλεγε τα παραπάνω λόγια ο Παύλος· διότι
επειδή οι Ιουδαίοι δεν αισθάνονταν, ούτε την άφεση επιθυμούσαν, έδωσε τον
μωσαϊκό νόμο ώστε να ελέγχει για τα τραύματα, για να ποθήσουν τον Ιατρό· διότι
το ρήμα «συνέκλεισεν» σημαίνει «έλεγξε», και αφού έλεγξε, κρατούσε αυτούς σε
φόβο.
Είδες ότι όχι μόνο δεν είναι εναντίον
των υποσχέσεων του Θεού, αλλά και ότι προκειμένου αυτές οι υποσχέσεις να
εκπληρωθούν, δόθηκε ο νόμος αυτός; Διότι εάν μεν ο νόμος διεκδικούσε για τον
εαυτό του το πράγμα και την αυθεντία, ορθώς θα λέγονταν αυτά· εφόσον όμως σε
Άλλον τρέχει, και για Εκείνον έπραττε τα πάντα, πώς τότε στρέφεται κατά των
υποσχέσεων του Θεού; Διότι εάν δεν είχε δοθεί ο μωσαϊκός νόμος, όλοι θα
εκτρέπονταν προς την κακία, και κανένας από τους Ιουδαίους δεν επρόκειτο να
ακούσει τον Χριστό· τώρα όμως αφού δόθηκε, δύο πράγματα κατόρθωσε, και στην
αρετή να παιδαγωγήσει με μέτρο όσους αφοσιώθηκαν σε Αυτόν, και να πείσει να
γνωρίσουν τα αμαρτήματά τους, πράγμα το οποίο τους έκανε μάλιστα προθυμότερους
στο να ζητούν τον Υιό.
Εκείνοι λοιπόν οι οποίοι δεν πίστεψαν σε
Αυτόν, δεν απίστησαν λόγω του ότι δεν γνώρισαν τα αμαρτήματά τους. Και αυτό
δηλώνοντας έλεγε: «ἀγνοοῦντες γὰρ τὴν τοῦ Θεοῦ δικαιοσύνην, καὶ τὴν ἰδίαν
δικαιοσύνην ζητοῦντες στῆσαι, τῇ δικαιοσύνῃ τοῦ Θεοῦ οὐχ ὑπετάγησαν (:δεν
φρόντισαν δηλαδή να γνωρίσουν τη δικαίωση που δίνει ο Θεός από αγαθότητα και
ζητούν να στήσουν τη δική τους αντίληψη σχετικά με τη δικαίωση. Γι' αυτό και
δεν υπέταξαν τον εαυτό τους στη δικαίωση του Θεού)» [Ρωμ.10,3].
«Πρὸ δὲ τοῦ ἐλθεῖν τὴν πίστιν ὑπὸ νόμον
ἐφρουρούμεθα συγκεκλεισμένοι εἰς τὴν μέλλουσαν πίστιν ἀποκαλυφθῆναι (:προτού
όμως έλθει η νέα αυτή κατάσταση, στην οποία ισχύει πλέον η πίστη, ο νόμος μάς
φρουρούσε κλεισμένους καλά, σαν να ήμασταν μέσα σε κάποιο φρούριο· για να
καταφύγουμε έτσι στην πίστη που έμελλε να αποκαλυφθεί μετά από καιρό)» [Γαλ.3,23].
Είδες πώς παρέστησε με σαφήνεια αυτά τα οποία είπαμε; Διότι μέσω του
«ἐφρουρούμεθα» και «συγκεκλεισμένοι» τίποτε άλλο δεν θέλει να δηλώσει παρά την
ασφάλεια η οποία δόθηκε από τις εντολές του νόμου· διότι σαν να κρατούσε αυτούς
μέσα σε ένα τείχος με τον φόβο, και στον βίο τον σύμφωνο με αυτόν, ο νόμος
κρατούσε αυτούς στην πίστη.
«ὥστε ὁ νόμος παιδαγωγὸς ἡμῶν γέγονεν
εἰς Χριστόν, ἵνα ἐκ πίστεως δικαιωθῶμεν (:συνεπώς ο μωσαϊκός νόμος έγινε
παιδαγωγός μας και μας προετοίμαζε να ποθήσουμε και να γνωρίσουμε τον Χριστό
για να λάβουμε τη δικαίωση και τη σωτηρία από την πίστη μας σε Αυτόν)» [Γαλ.3,24].
Και ο παιδαγωγός δεν εναντιώνεται στον διδάσκαλο, αλλά και συνεργεί,
απαλλάσσοντας τον νέο από κάθε κακία και με κάθε επιμέλεια προετοιμάζοντάς τον
να δέχεται τα μαθήματα από το διδάσκαλο. Για τον λόγο αυτόν λέγει: «᾿Ελθούσης
δὲ τῆς πίστεως οὐκέτι ὑπὸ παιδαγωγόν ἐσμεν(:όταν λοιπόν ήλθε η νέα κατάσταση,
στην οποία ισχύει η πίστη, δεν είμαστε πλέον κάτω από την παιδαγωγία του
νόμου).Πάντες γὰρ υἱοὶ Θεοῦ ἐστε διὰ τῆς πίστεως ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ(: διότι με
την πίστη στον Ιησού Χριστό όλοι γίνατε και είστε υιοί Θεού ενήλικες, ώριμοι
και χειραφετημένοι)» [Γαλ. 3,25-26]. Εάν λοιπόν ο νόμος είναι παιδαγωγός και
φρουρούμαστε κεκλεισμένοι κάτω από αυτόν, όχι μόνο δεν είναι αντίθετος προς τη
χάρη, αλλά και συνεργός είναι· εάν όμως, ενώ ήλθε η χάρη, επιμένει να ισχύει,
τότε είναι αντίθετος· διότι εάν, ενώ οφείλουμε να εξέλθουμε προς την πίστη,
αυτός μας κρατεί κεκλεισμένους, τότε καταστρέφει τη σωτηρία μας.
Διότι, όπως ακριβώς ο λύχνος, αφού
φώτισε στη νύχτα, αν, όταν έλθει η ημέρα, αναγκάζει να μη βλέπουμε τον ήλιο,
όχι μόνο δεν πρόσφερε, αλλά κατέστρεψε, έτσι και ο νόμος, όταν γίνεται εμπόδιο
προς τα μεγαλύτερα. Αυτοί λοιπόν οι οποίοι τον τηρούν τώρα, αυτοί πολύ
περισσότερο τον κατηγορούν· διότι και ο παιδαγωγός τότε κάνει καταγέλαστο τον
νέο, όταν, ενώ ο καιρός καλεί αυτόν να απομακρυνθεί, τον κρατεί κοντά του. Για
τον λόγο αυτόν και ο Παύλος λέγει: «᾿Ελθούσης δὲ τῆς πίστεως οὐκέτι ὑπὸ
παιδαγωγόν ἐσμεν (:όταν λοιπόν ήλθε η νέα κατάσταση, στην οποία ισχύει η πίστη,
δεν είμαστε πλέον κάτω από την παιδαγωγία του νόμου)». Ώστε δεν είμαστε υπό την
ανάγκη ενός παιδαγωγού πλέον.
«Πάντες γὰρ υἱοὶ Θεοῦ ἐστε διὰ τῆς πίστεως
(:διότι δια της πίστεως είστε όλοι υιοί του Θεού)». Ω, πόσο μεγάλη είναι η
δύναμη της πίστεως και πώς, προχωρώντας, την αποκαλύπτει! Διότι, προηγουμένως
μεν έδειξε ότι η πίστη αναδείκνυε αυτούς υιούς του πατριάρχη· διότι «γινώσκετε
ἄρα (:μάθετε συνεπώς και καταλάβετε)», τους έλεγε, «ὅτι οἱ ἐκ πίστεως, οὗτοί
εἰσιν υἱοὶ ᾿Αβραάμ(:ότι γνήσια παιδιά του Αβραάμ δεν είναι όσοι τηρούν τον
νόμο, αλλά όσοι κυριαρχούνται από την πίστη»[Γαλ.3,7]· τώρα όμως δείχνει ότι
είναι και παιδιά του Θεού· «Πάντες γὰρ υἱοὶ Θεοῦ ἐστε διὰ τῆς πίστεως ἐν Χριστῷ
᾿Ιησοῦ (:διότι δια της πίστεως είστε όλοι υιοί Θεού εν Χριστώ Ιησού)»· δια της
πίστεως , όχι δια του νόμου.
Ύστερα, επειδή είπε μεγάλο και θαυμαστό
πράγμα, λέγει και τον τρόπο της υιοθεσίας: «Ὃσοι γὰρ εἰς Χριστὸν ἐβαπτίσθητε,
Χριστὸν ἐνεδύσασθε(: και είστε υιοί του Θεού, διότι όσοι βαπτιστήκατε στο όνομα
του Χριστού, πιστεύοντας σε Αυτόν ως σωτήρα, ντυθήκατε τον Χριστό και ενωθήκατε
μαζί Του)»[Γαλ.3,27]. Και γιατί δεν είπε: «διότι όσοι βαπτιστήκατε στον Χριστό,
έχετε γεννηθεί από τον Θεό»; Διότι αυτό ήταν το φυσικό επόμενο για να αποδείξει
ότι ήσαν υιοί του Θεού· διότι λέγει αυτό με τρόπο πολύ φρικωδέστερο· διότι αφού
ο Χριστός είναι Υιός του Θεού, και εσύ έχεις ενδυθεί Αυτόν, έχοντας μέσα σου
τον Υιό, και αφού αφομοιώθηκες προς Αυτόν, έχεις οδηγηθεί σε μία συγγένεια και
σε μία εικόνα.
«Οὐκ ἔνι ᾿Ιουδαῖος οὐδὲ ῞Ελλην, οὐκ ἔνι
δοῦλος οὐδὲ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ· πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν
Χριστῷ ᾿Ιησοῦ(:δεν υπάρχουν πλέον διαφορές εθνικότητας, κοινωνικής τάξεως και
φύλου. Δεν υπάρχει διαφορά Ιουδαίου και Έλληνα, δεν υπάρχει διάκριση δούλου και
ελεύθερου, δεν υπάρχει διάκριση άνδρα και γυναίκας· διότι όλοι εσείς γίνατε
ένας νέος άνθρωπος με την ένωσή σας με τον Ιησού Χριστό)»[Γαλ.3,28]. Είδες
ακόρεστη ψυχή; Διότι αφού είπε ότι γίναμε υιοί του Θεού δια της πίστεως, δεν
σταματά μέχρι αυτό το σημείο, αλλά επιζητεί να βρει κάτι περισσότερο, το οποίο
δύναται να παραστήσει σαφέστερα την εγγύτερη ένωση με τον Χριστό. Και αφού είπε
ότι «έχετε ενδυθεί Αυτόν», ούτε σε αυτή τη λέξη αρκείται, αλλά ερμηνεύοντας
αυτήν, προχωρεί βαθύτερα από αυτήν την ένωση, και λέγει ότι «όλοι είστε ένας
άνθρωπος εν Χριστώ Ιησού»· δηλαδή, μία μορφή, έναν τύπο έχετε όλοι, τον του
Ιησού Χριστού. Τι θα ήταν φρικωδέστερο από αυτά τα λόγια; Ο Έλληνας και ο
Ιουδαίος και ο πρώην δούλος, όχι αγγέλου, ούτε αρχαγγέλου, αλλά αυτού του ίδιου
του Κυρίου των πάντων έχοντας τη μορφή, περιφέρεται, εμφανίζοντας στον εαυτό
του τον Χριστό.
«Εἰ δὲ ὑμεῖς Χριστοῦ, ἄρα τοῦ ᾿Αβραὰμ
σπέρμα ἐστὲ καὶ κατ' ἐπαγγελίαν κληρονόμοι(:εάν λοιπόν εσείς που είστε εθνικοί
Χριστιανοί ανήκετε στον Χριστό, άρα διαμέσου του Χριστού, που είναι ο
ευλογημένος απόγονος του Αβραάμ, είστε και εσείς απόγονοι του Αβραάμ· και
σύμφωνα με την υπόσχεση είστε και κληρονόμοι της ευλογίας)»[Γαλ.3,29]. Είδες
πώς αυτό το οποίο έλεγε προηγουμένως για τον απόγονο, το απέδειξε τώρα, ότι
δηλαδή σε αυτόν και στον απόγονο αυτού έχουν δοθεί οι ευλογίες;
«Λέγω δέ, ἐφ' ὅσον χρόνον ὁ κληρονόμος
νήπιός ἐστιν, οὐδὲν διαφέρει δούλου, κύριος πάντων ὤν(: και για να σας διευκρινίσω
την αλήθεια αυτή, χρησιμοποιώ και άλλο ένα παράδειγμα. Λέω λοιπόν το εξής: Για
όσο χρόνο κάθε κληρονόμος είναι ανήλικος, δεν διαφέρει σε τίποτα από τον δούλο,
αν και είναι κύριος όλης της πατρικής περιουσίας που κληρονόμησε).ἀλλὰ ὑπὸ
ἐπιτρόπους ἐστὶ καὶ οἰκονόμους ἄχρι τῆς προθεσμίας τοῦ πατρός(:και δεν διαφέρει
από τον δούλο, διότι, ενώ είναι κύριος της πατρικής του κληρονομιάς, εξαρτάται
από επιτρόπους που τον κηδεμονεύουν και οικονόμους που διαχειρίζονται την
πατρική του περιουσία, μέχρι τον χρόνο που όρισε ο πατέρας), οὕτω καὶ ἡμεῖς,
ὅτε ἦμεν νήπιοι, ὑπὸ τὰ στοιχεῖα τοῦ κόσμου ἦμεν δεδουλωμένοι(:έτσι και εμείς
οι Χριστιανοί, όταν ήμασταν σε νηπιώδη πνευματική κατάσταση, ήμασταν
υποδουλωμένοι στη στοιχειώδη και ανεπαρκή θρησκευτική γνώση του κόσμου που
βρίσκεται στην άγνοια και την αμάθεια)»[Γαλ.4,1-3].
«Νήπιο» εδώ λέγει όχι στην ηλικία, αλλά
στο φρόνημα, για να δείξει ότι ο μεν Θεός από την αρχή ήθελε να χαρίσει αυτά·
αλλά επειδή ακόμη ήμασταν σε νηπιώδη κατάσταση, επέτρεψε να είμαστε υπό τα στοιχεία
του κόσμου, δηλαδή τις νουμηνίες και τα Σάββατα· διότι αυτές οι ημέρες γίνονται
για εμάς από την περιφορά του ήλιου και της σελήνης. Εάν λοιπόν και τώρα σας
οδηγούν υπό την εξουσία του νόμου, δεν κάνουν τίποτε άλλο, παρά να σας οδηγούν
πίσω, ενώ βρίσκεστε στον χρόνο της ώριμης ηλικίας. Βλέπεις πόσο κακό είναι η
τήρηση των ημερών; Τον Κύριο, τον οικοδεσπότη, τον κυρίαρχο πάντων, τον
υποβιβάζει στην τάξη του δούλου.
«Ὃτε δὲ ἦλθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου,
ἐξαπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν υἱὸν αὐτοῦ, γενόμενον ἐκ γυναικός, γενόμενον ὑπὸ
νόμον(:όταν όμως συμπληρώθηκε ο χρόνος που είχε ορίσει η πανσοφία του Θεού,
απέστειλε ο Θεός στον κόσμο τον Υιό Του, ο οποίος έγινε άνθρωπος από γυναίκα
και υποτάχθηκε στον μωσαϊκό νόμο), ἵνα τοὺς ὑπὸ νόμον ἐξαγοράσῃ, ἵνα τὴν υἱοθεσίαν
ἀπολάβωμεν(: προκειμένου να εξαγοράσει εκείνους που ήταν υποδουλωμένοι στην
κατάρα του μωσαϊκού νόμου, για να λάβουμε την υιοθεσία που ο Θεός μάς είχε
υποσχεθεί)» [Γαλ. 4,4-5].
Δύο αιτίες και κατορθώματα της Σαρκώσεως
θέτει εδώ, και την απαλλαγή από τα κακά και τη χορήγηση των αγαθών· τα οποία
δεν ήταν δυνατόν να κατορθωθούν από κανένα, παρά μόνο από Αυτόν. Ποια λοιπόν
ήσαν αυτά; Να απαλλαγούμε από την κατάρα του νόμου και να οδηγηθούμε στην
Υιοθεσία· διότι «ἵνα τοὺς ὑπὸ νόμον ἐξαγοράσῃ (:για να εξαγοράσει εκείνους οι
οποίοι ήσαν δούλοι κάτω από τον νόμο)», λέγει, «ἵνα τὴν υἱοθεσίαν ἀπολάβωμεν
(:και για να λάβουμε την υιοθεσία)». Καλώς είπε «να λάβουμε», δείχνοντας ότι
ήταν οφειλόμενη· διότι άνωθεν είχε υποσχεθεί, όπως και έδειξε ο Ίδιος δια
πολλών ότι δόθηκαν γι' αυτά υποσχέσεις στον Αβραάμ.
«Και από πού είναι φανερό ότι γίναμε
υιοί;» λέγει. Είπε έναν τρόπο, ότι ενδυθήκαμε τον Χριστό, ο οποίος είναι Υιός·
λέγει τώρα και δεύτερο τρόπο, ότι λάβαμε το πνεύμα της υιοθεσίας·, διότι δεν θα
μπορούσαμε να ονομάσουμε Πατέρα τον Θεό, εάν προηγουμένως δεν είχαμε γίνει
υιοί. Εάν λοιπόν η χάρις μάς ανέδειξε από δούλους ελεύθερους, από νήπια
τέλειους, από εχθρούς κληρονόμους και υιούς, πώς δεν είναι άτοπο και εσχάτης
αγνωμοσύνης το να εγκαταλείψουμε μεν αυτήν, και να επιστρέψουμε προς τα
οπίσω;
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ
ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη,
φιλόλογος