Ὁμιλία Ιερού Χρυσοστόμου εἰς τήν παραβολὴν τοῦ ἐμπεσόντος εἰς τούς λῃστάς

 (παραβολή του καλού Σαμαρείτη)

ΚΥΡΙΑΚΗ Η΄ΛΟΥΚΑ [:Λουκ.10,25-37]

     Ακούσαμε, αδελφοί μου, στο Ευαγγέλιο, τον Κύριό μας Ιησού Χριστό να λέει: «Κατέβαινε κάποιος άνθρωπος από την Ιερουσαλήμ στην Ιεριχώ κι έπεσε στα χέρια ληστών· αυτοί αφού τον έγδυσαν από τα ρούχα του, τον χτύπησαν γεμίζοντάς τον με πληγές και τον παράτησαν μισοπεθαμένο. Ένας ιερέας κι ένας Λευίτης, περνώντας από εκείνο τον δρόμο, αν και τον είδαν, τον προσπέρασαν και  συνέχισαν τον δρόμο τους. Ένας Σαμαρείτης όμως που ήρθε στον τόπο αυτό, όταν τον είδε τον σπλαχνίστηκε, και αφού έβαλε λάδι και κρασί και τα ανακάτεψε, τα έβαλε στις πληγές του, έδεσε προσεκτικά τα τραύματά του, κι αφού τον έβαλε πάνω στο δικό του ζώο, τον οδήγησε σε ένα πανδοχείο και έδωσε στον πανδοχέα δύο δηνάρια και του είπε: ‘’Φρόντισε τον άνθρωπο αυτόν και αν ξοδέψεις περισσότερα, εγώ όταν θα επανέλθω, θα σου τα αποδώσω’’».

    Ας δούμε λοιπόν το νόημα της παραβολής και με συνετή καρδιά κατανοώντας το σε βάθος, ας γνωρίσουμε τα μυστήρια του Θεού.       

     «Άνθρωπος» είναι ο Αδάμ· «Ιερουσαλήμ» είναι η επουράνια πολιτεία και η σύνεση· «Ιεριχώ» δε ο κόσμος. Όσο λοιπόν ο Αδάμ, πριν από την παρακοή, είχε το επουράνιο φρόνημα και τον ισάγγελο τρόπο συμπεριφοράς, ανεμπόδιστη είχε την είσοδο και την κατοικία και τη ζωή στην επουράνια πόλη Ιερουσαλήμ, εφαρμόζοντας τις εντολές του Θεού, και κανείς δεν τον νικούσε, ούτε τον τραυμάτιζε. Όταν όμως παράκουσε τον Θεό και δε φύλαξε την εντολή Του, αλλά παρασύρθηκε από το φίδι, τότε κατέβηκε στην «Ιεριχώ», δηλαδή στη γη, και απασχολούνταν με τις εργασίες της γης· γιατί η Ιερουσαλήμ ερμηνεύεται ως ανάβαση, ενώ η Ιεριχώ ως κατακλυσμός. Κατέβηκε λοιπόν από την Ιερουσαλήμ στην Ιεριχώ, από τη  ζωή δηλαδή των ουρανών, στη ζωή όπου επικρατεί η απάτη του διαβόλου.

    Πράγματι όταν κάποιος φυλάσσει τις εντολές του Θεού, τότε ζει ως πολίτης στους ουρανούς, όπως ακριβώς λέει ο Απόστολος Παύλος: «ἡμῶν γὰρ τὸ πολίτευμα ἐν οὐρανοῖς ὑπάρχει, ἐξ οὗ καὶ σωτῆρα ἀπεκδεχόμεθα Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν (:Η συμπεριφορά και τα φρονήματα των κοσμικών ανθρώπων είναι τελείως αντίθετα με τα δικά μας· διότι η δική μας πατρίδα, των πιστών μαθητών του Κυρίου, και τα δικά μας πολιτικά δικαιώματα είναι στους ουρανούς, από όπου με πολύ πόθο περιμένουμε τον Σωτήρα μας, τον Κύριο Ιησού Χριστό)» [Φιλιππ. 3,20]. 

     Κατέβηκε από τη δόξα στην αδοξία, από τον παράδεισο της απολαύσεως στη γη με τα αγκάθια, από τη ζωή στον θάνατο· «ᾗ δ᾿ ἂν ἡμέρᾳ φάγητε ἀπ᾿ αὐτοῦ» (:διότι από την ημέρα που τυχόν φάτε από αυτό το δένδρο», λέει, «θανάτῳ ἀποθανεῖσθε (:θα σας κυριαρχήσει ο θάνατος)» [Γεν.2,17], δηλαδή η αμαρτία· επειδή η αμαρτία, η παρακοή στο θέλημα του Θεού είναι θάνατος της ψυχής. Κατέβηκε από τη δικαιοσύνη του Παραδείσου, από την αγιοσύνη του ουρανού και ήρθε στην Ιεριχώ, δηλαδή στο βάραθρο της παρακοής, στον θάνατο στον οποίο οδηγεί η αμαρτία.  Και «πέφτει στα χέρια των ληστών», δηλαδή του διαβόλου και των δυνάμεών του.

   «Δρόμος», είναι η ζωή αυτή όπου βάδισε ο Αδάμ κι έπεσε στα χέρια των ληστών και τον απογύμνωσαν.  Και ποια στολή τού έβγαλαν; Τη στολή της υπακοής, τη φιλία με τους αγγέλους, την αθάνατη δόξα, τη συναναστροφή με τον Χριστό, την απόλαυση του παραδείσου, την επουράνια ζωή.  Αυτήν την στολή του έβγαλαν.  Και πληγές προξένησαν σε αυτόν, δηλαδή τις αμαρτίες, πορνείες, μοιχείες, ειδωλολατρίες, δηλητηριάσεις με μαγικά φίλτρα, δολοφονίες, φιλονικίες, θυμό και όλη την υπόλοιπη εργασία των κακών. Αυτά τα έργα μαστιγώνουν τον άνθρωπο, αυτά προξενούν  δυσωδία και  φθορά.

   Και ότι είναι αυτό ακριβώς, μάθε το από τον Δαβίδ, το πώς δηλαδή, απεικονίζοντας στον εαυτό του τις πληγές του Αδάμ, λέει ορθά αποκαλώντας τις, «μώλωπες»: «Προσώζεσαν καὶ ἐσάπησαν οἱ μώλωπές μου ἀπὸ προσώπου τῆς ἀφροσύνης μου (:Βρώμισαν και σάπισαν τα τραύματα των αμαρτιών μου εξαιτίας της αφροσύνης μου)» [Ψαλμός 37,6]. Κάθε, επίσης, αμαρτία προκαλεί μώλωπα και τραύμα στον άνθρωπο. Τραυματίστηκε λοιπόν από την παρακοή, πληγώθηκε από τις ανομίες, όπως λέει ο προφήτης: «Ἐπλήγην ὡσεὶ χόρτος καὶ ἐξηράνθη ἡ καρδία μου, ὅτι ἐπελαθόμην τοῦ φαγεῖν τὸν ἄρτον μου (:Μαράθηκα και χτυπήθηκα σαν το χορτάρι που το ξηραίνει ο ήλιος και στέγνωσε η καρδιά μου, επειδή λησμόνησα να φάω τον άρτο μου [Ψαλμ. 101,5]· αυτό σημαίνει ότι "λησμόνησα να φυλάξω δηλαδή την εντολή του Θεού".

     «Τον άφησαν», λέει, «μισοπεθαμένο», όχι γιατί δεν ήθελαν να τον σκοτώσουν, αλλά επειδή δεν το επέτρεψε ο Θεός«Οὐ θελήσει θέλω τόν θάνατον τοῦ ἁμαρτωλοῦ (:δεν θέλω κανένας άνθρωπος αμαρτωλός, καμία ψυχή να χαθεί και να κολασθεί με τον αιώνιο θάνατο, αλλά θα την περιμένω)», λέγει, «ὡς τό ἐπιστρέψαι καί ζῆν αὐτόν (:Θα εξαντλήσω κάθε περιθώριο χρόνου και κάθε προσμονή για την επιστροφή της με τη μετάνοια στη ζωή)» [Ιεζ. 18,23].  Και πού τον εγκαταλείπουν; Στον «δρόμο», δηλαδή στη ζωή αυτή· «δρόμος» λέγεται τούτη η ζωή, επειδή όλοι οι άνθρωποι περνούν απ’ αυτήν

    «Κι όταν έφτασε στον δρόμο ο ιερεύς», λέει, «και τον είδε, τον προσπέρασε». «Ιερέα» ονομάζει τον  μακάριο Μωυσή και τον Ααρών. Σε αυτό προσμαρτυρεί και ο Δαβίδ, λέγοντας ότι ο Μωυσής κι ο Ααρών είναι από τους ιερείς του και ο Σαμουήλ απ’ αυτούς που επικαλούνται το όνομά του. Αυτός λοιπόν  ο αξιοθαύμαστος Μωυσής που έγινε ένδοξος, αυτός που με δεκαπλή μάστιγα χτύπησε τους Αιγυπτίους· αυτός που την Ερυθρά θάλασσα έσχισε στα δύο και αποξήρανε και οδήγησε περνώντας μέσα απ’ αυτήν τον λαό, αυτός που γλύκανε το νερό στο Μαρρά, αυτός που πίσω από ένα πυκνό σύννεφο συνομίλησε με τον Θεό, αυτός που πολλά αξιοθαύμαστα έκανε, αυτός, καθώς βάδιζε τον δρόμο της ζωής αυτής και είδε τον άνθρωπο να κείται στη γη γεμάτος με τραύματα, τον προσπέρασε, χωρίς να τον σηκώσει.

     Όμοια επίσης και ο Λευίτης, δηλαδή η τάξη των προφητών. Και εκείνοι, πράγματι, που εμφανίστηκαν ύστερα από τον Μωυσή και βάδισαν τον ίδιο δρόμο της ζωής, ενώ βρήκαν γεμάτο πληγές άνθρωπο, τον Αδάμ, δεν τον σήκωσαν. Ούτε ο Μωυσής με τον νόμο, ούτε οι προφήτες με τα  θαυμαστά σημεία τους, δεν θεράπευσαν το τραύμα του Αδάμ. Κανένας δεν τον λύτρωσε από τον θάνατο, κανένας δεν έκλεισε της αμαρτίας το τραύμα· επειδή και οι ίδιοι ήταν δεσμώτες της αμαρτίας.  Παρά το ότι με τη σεμνή ζωή τους έγιναν φίλοι του Θεού, επειδή ωστόσο ήσαν ομόσαρκοι με τον Αδάμ και καρποφορούσαν από τη ρίζα τη νεκρή, δεν μπορούσαν, κλαδιά όντας αυτοί, να ανασπάσουν τη ρίζα από την αμαρτία. 

    Κάποιος όμως Σαμαρείτης, λέγει, σπουδαίος στα έργα, σπλαχνικός στην προαίρεση, με συμπάθεια προς τους ομοδούλους του, όταν ήρθε στο μέρος αυτό και τον είδε καταπληγωμένο, τον σπλαχνίστηκε, και του έβαλε λάδι και κρασί και κατέδεσε τα τραύματά του, δηλαδή τις αμαρτίες  του.  Το πρόσωπο και την  μορφή του Σαμαρείτη παίρνει ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός. Αλλά  θα πει κάποιος από τους ακροατές· «Τι; Αποκαλείς τον Κύριο, "Σαμαρείτη’";». Ναι, Σαμαρείτη Τον λέγω, όχι για τη φύση της Θεότητάς Του, αλλά για τον σπλαχνικό τρόπο Του. Ο Σαμαρείτης ως προς τη φύση του σώματός του ήταν όμοιος με τους άλλους, κατά τη σπλαχνική προαίρεσή του όμως δεν ήταν όμοιος, αλλά αναδείχτηκε ανώτερός τους· έτσι και ο Κύριος, άνθρωπος ως προς την όψη του σώματος, φάνηκε όμοιος με τους προφήτες και τους πατριάρχες κατά την ανθρώπινη φύση που έλαβε από την Μαρία, με τη δύναμη της θεότητός Του όμως αναδείχθηκε απ’ όλους ανώτερος· ίσος με αυτούς ως προς το ανθρώπινο σχήμα, όχι ίσος στην υπερκόσμια δόξα.

     Εκείνοι από αδιαφορία και ασπλαχνία, προσπέρασαν χωρίς έλεος τον κατατραυματισμένο άνθρωπο· ο Σαμαρείτης όμως φάνηκε πιο σπλαχνικός και πιο ευσεβής και ελεήμονας.  Όμοια κι ο Χριστός, ενώ οι πατριάρχες κι οι προφήτες αδιαφόρησαν για τον άνθρωπο, που ξέπεσε με την παρακοή του, Εκείνος μόνο φάνηκε σπλαχνικός και ελεητικός, κατά τον λόγο του προφήτη: «Οἰκτίρμων καὶ ἐλεήμων ὁ Κύριος, μακρόθυμος καὶ πολυέλεος (:Οικτίρμονας και ελεήμονας είναι ο Κύριος, μακρόθυμος και πολυέλαιος [Ψαλμ. 102,8]· και πάλι: «επειδή Εσύ, Κύριε, είσαι ευσπλαχνικός». Και όπως ακριβώς ο Σαμαρείτης δεν ήταν από το έθνος των Ιουδαίων, αλλά προερχόταν από άλλη χώρα, έτσι κι ο Χριστός δεν ήταν από τη γη, αλλά από τον ουρανό.

    Ήρθε στη γη· ήταν Θεός κι έγινε άνθρωπος για χάρη μας· ήταν Δεσπότης και ντύθηκε τη μορφή του δούλου. Ένιωσε συμπάθεια για μας· από τον ουρανό κατέβηκε στη γη, είδε τον άνθρωπο ριγμένο, καταληστευμένο, καταλαβωμένο από τις πορνείες, τις ειδωλολατρίες, τις μοιχείες,  τους φόνους·  είδε και σπλαχνίσθηκε το δικό Του το πλάσμα και του έβαλε κρασί και λάδι· αφού δηλαδή ανάμειξε τα δύο, έκαμε αλοιφή και τα έβαλε στον άνθρωπο.  Τι σημαίνει τώρα: «ανάμειξε κρασί με λάδι»; Αυτό σημαίνει ότι αφού έμιξε την Θεότητα με την ανθρωπότητα, αφού έμιξε την ευσπλαχνία με τη σωτηρία, έσωσε τον άνθρωπο. Αφού έμιξε οίνο και λάδι, δηλαδή αφού έμιξε Πνεύμα άγιο με το αίμα Του, ζωοποίησε τον άνθρωπο· διότι με το να στάξει το αίμα του Κυρίου από την πλευρά Του στη γη, ξέπλυνε το χειρόγραφό μας από τις αμαρτίες. Και τι σημαίνει «Κατέδεσε τις πληγές του»; Σημαίνει το εξής, ότι έδεσε τον διάβολο και έλυσε τον άνθρωπο· έδεσε το σκάφος και  ζωοποίησε το πλοίο που ναυάγησε· δέσμευσε και υπόταξε τις δυνάμεις του πονηρού, και ελευθέρωσε τον άνθρωπο.

   Αν θέλεις να το σκεφτείς και διαφορετικά, άκου: «Αφού έμιξε οίνο με έλαιο»· σαν έλαιο προσκομίζει τον λόγο της παρακλήσεως, και προσθέτει σαν στυπτικό κρασί τη διδασκαλία, που περιμαζεύει τη διασκορπισμένη σκέψη, κατά τον λόγο του Αποστόλου: «Ἒλεγξον, ἐπιτίμησον, παρακάλεσον (:να ελέγξεις, να επιτιμήσεις, να παρακαλέσεις)» [Β΄Τιμ. 4,2].  «Και τον ανέβασε πάνω στο ίδιο του το ζώο»· αφού πήρε δηλαδή ο Χριστός την ανθρώπινη σάρκα πάνω στους δικούς Του ώμους της θεότητας, την ανέβασε στον Πατέρα από τη γη στον ουρανό· διότι ούτε χρυσό, ή άργυρο, ή πολύτιμους λίθους ανέβασε, αλλά τον κατ’ εικόνα άνθρωπο ανέβασε από τη γη στους ουρανούς, στο μεγάλο και θαυμαστό και ευρύχωρο πανδοχείο, σε αυτήν την καθολική Εκκλησία.

    Και την παράδωσε στον πανδοχέα, στον μακάριο Παύλο, στον στύλο των Χριστιανών, τον γνήσιο πανδοχέα, δίδοντάς του δύο δηνάρια· και διαμέσου του Παύλου στους αρχιερείς και τους δασκάλους και τους λειτουργούς κάθε Εκκλησίας·  «Έδωσε δύο δηνάρια», την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη, λέγοντας· «περιποιήσου τούτον τον άνθρωπο, κι αν ξοδέψεις κάτι ακόμα, εγώ θα επιστρέψω και θα σου το ξεπληρώσω». Εννοεί τούτο· «Φρόντισε», λέγει, «για τον λαό που προέρχεται από τα έθνη και τον εμπιστεύτηκα σε σένα μέσα στην Εκκλησία. Επειδή είναι άρρωστοι οι άνθρωποι, τραυματισμένοι από της αμαρτίες, θεράπευσέ τους, θέτοντας επάνω σαν θεραπευτικό έμπλαστρο, τους προφητικούς λόγους και τα ευαγγελικά διδάγματα, αποκαθιστώντας την υγεία τους με τις νουθεσίες και τις παρακλήσεις της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης και πείθοντάς τους να στέκονται μακριά από την αμαρτία και να αφήσουν την πλάνη της αμαρτίας. Αν όμως κι έτσι μείνουν αδιόρθωτοι, πείσε τους με τα δικά σου κατορθώματα, λύγισέ τους με τους αυστηρούς σου λόγους· γίνε το πρότυπο και το καλό παράδειγμά τους, με τους  λόγους, με τα έργα σου,  τη συμπεριφορά,  την πίστη,  την αγάπη, τη σεμνότητα, για να ακολουθήσουν τα ίχνη σου και να μιμηθούν  την ενάρετη ζωή σου.

    Κι αν κάμεις τούτο, αν από μέρους σου κάμεις κάποια προσθήκη λόγων ή έργων, αν δαπανήσεις κάτι ακόμα, θα σου το δώσω στην επιστροφή, δηλαδή στην Δευτέρα Παρουσία μου, την ανταποδοτική,  θα σου δώσω μισθό άξιο των κόπων σου».  Γι’ αυτό κι ο Παύλος με το θάρρος των υποσχέσεων αυτών λέει: «Εγώ με πολλή χαρά θα ξοδέψω για χάρη του Χριστού και θα αναλωθώ για τις ψυχές σας», εννοώντας την διδασκαλία του προς τους εθνικούς και την κηρυκτική του διακονία· γιατί αυτός είναι που οικοδομεί και στηρίζει τις Εκκλησίες του Θεού και με τις πνευματικές νουθεσίες του θεραπεύει όλους τους ανθρώπους και μοιράζοντας τα ωφέλιμα στον καθένα, οδηγεί τις ψυχές στην αιώνια ζωή. «Στους πάντες έγινα», λέει, «τα πάντα, για να σώσω τους πάντες». 

   Αυτός είναι της Εκκλησίας ο καλός πανδοχέας, όλους τους δέχεται κι όλους τους φροντίζει· δεν απομακρύνει τον πόρνο, ούτε τον μέθυσο, ούτε τον μοχθηρό και υβριστή των άλλων, ούτε τον άρπαγα αποστρέφεται, ούτε τον ειδωλολάτρη βδελύσσεται, ούτε κανένα άλλον ασεβή κι ακάθαρτο δεν αποδιώχνει, αλλά τους δέχεται όλους. Όπως ακριβώς ένας γιατρός πλένει τις πληγές, τις καθαρίζει και  σφουγγίζει τη βρωμιά τους με λουτρό της αναγεννήσεως. Προσφέρει τους στυπτικούς λόγους, όπως το κρασί, για να μην οδηγούμαστε στις αμαρτίες που διαπράχθηκαν από άγνοιά μας, δηλαδή τις κακίες μας. 

   Και πάλι μας θεραπεύει με παράκληση, σαν με λάδι αλείφοντας τις ψυχές μας· μας λέει αυτός (δηλαδή ο Παύλος)· «Παρακαλῶ οὖν ὑμᾶς, ἀδελφοί, διὰ τῶν οἰκτιρμῶν τοῦ Θεοῦ, παραστῆσαι τὰ σώματα ὑμῶν θυσίαν ζῶσαν, ἁγίαν, εὐάρεστον τῷ Θεῷ, τὴν λογικὴν λατρείαν ὑμῶν (:αφού τόση αγαθότητα μάς δείχνει ο Θεός, οφείλουμε και εμείς να δείξουμε διαγωγή αντάξια με τις δωρεές Του. Σας προτρέπω, λοιπόν, αδελφοί, στο όνομα της ευσπλαχνίας και των οικτιρμών που μας έδειξε ο Θεός, να προσφέρετε τα σώματά μας ως θυσιαστήριο και θυσία ζωντανή, αγία ,ευάρεστη από τον Θεό, χρησιμοποιώντας τα μέλη σας ως όργανα αποκλειστικά και μόνο αγίων πράξεων και ποτέ ως όργανα αμαρτίας. Αυτή η θυσία είναι και η μόνη κατάλληλη και καθαρά πνευματική λατρεία, αυτή που γίνεται με τις λογικές δυνάμεις του ανθρώπου)» [Ρωμ. 12,1]  Όσοι λοιπόν τυχαίνει να είμαστε μαθητές των λόγων του Παύλου, ας φυλάξουμε τις εντολές του Χριστού, για να μην ξεπέσουμε από την επουράνιο Ιερουσαλήμ, την πόλη του αληθινού και ζωντανού Θεού.

    Και μακάρι, με θεραπευμένα τα τραύματα της ψυχής και του σώματός μας, υγιείς και τέλειοι στην πίστη να παρουσιαστούμε στον Χριστό, σώοι και θαρραλέοι, χωρίς να υστερούμε σε κανένα καλό έργο και να απολαύσουμε την αγαθή υπόσχεση στους ουρανούς με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, μαζί με τον Οποίο, στον Πατέρα και το Πανάγιο Πνεύμα, ας είναι δόξα τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,

Μετάφραση και επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

Πηγή.