Η δικτατορική δυσοσμία ενός ακόμη μητσοτακικού διαγγέλματος
Κωνταντίνου Βαθιώτη, Αναπλ. Καθηγητή Νομικής Σχολής Δ.Π.Θ.
Δυστυχώς κάθε νέο διάγγελμα του κ. Μητσοτάκη προκαλεί στον σκεπτόμενο
Έλληνα πολίτη ολοένα και περισσότερα αρνητικά
συναισθήματα που δηλητηριάζουν το μυαλό και την ψυχή του. Το δηλητήριο που
έσταξε αυτήν την φορά οφείλεται στα ακόλουθα:
Πρώτον, για μία ακόμη φορά ο πρωθυπουργός της
χώρας μίλησε με τρόπο που υποτιμά την νοημοσύνη του Έλληνα και ταυτοχρόνως τον προσβάλλει, αν όχι τον ταπεινώνει. Διότι, μετά απ’ ό,τι
έχει συμβεί με την Τουρκία, ο κ. Μητσοτάκης τόλμησε ξεδιάντροπα να ευχαριστήσει τον Πρόεδρο της Τουρκίας «για τη θετική ανταπόκριση στο τηλεφώνημά του»! Η
ευχαριστία αυτή, πέρα από το γεγονός ότι συνιστά εμπαιγμό των Ελλήνων, οι οποίοι βλέπουν τον πρωθυπουργό τους να επιδίδεται
σε “τουρκολειχία” ενώ ο κ. Ερντογάν επί
τόσους μήνες δοκιμάζει την αντοχή του νευρικού μας
συστήματος σχεδόν καθημερινά με προκλητικές και απειλητικές ενέργειες σε βάρος της
ελληνικής κυριαρχίας, ξυπνά επιπλέον οδυνηρές
μνήμες, αφού παραπέμπει στην φράση που είχε εκστομίσει ο κ. Σημίτης το 1996 μετά
την τραγωδία των Ιμίων: «Θέλω να ευχαριστήσω την κυβέρνηση
των Ηνωμένων Πολιτειών για την πρωτοβουλία και τη βοήθειά τους».
Μάλιστα, μετά την ευχαριστία του προς τον Τούρκο Πρόεδρο, ο κ. Μητσοτάκης προέβη σε μια ύπουλη συμπλήρωση, δηλώνοντας: «Την ίδια ώρα, πάντως, η μεγάλη απειλή που πολιορκεί τη χώρα και τον πλανήτη παραμένει ο κορωνοϊός». Δι’ αυτού του τρόπου προσπάθησε εμμέσως να υποβαθμίσει την ελληνοτουρκική κρίση, συντασσόμενος με την φρικτή δήλωση της Προέδρου της Δημοκρατίας, η οποία στις 23 Οκτωβρίου είχε αντιστοίχως υποβαθμίσει ευθέως την εν λόγω κρίση, λέγοντας ότι «πρόκειται απλώς για μια δυσάρεστη εξέλιξη, ενώ το μεγάλο πρόβλημα της χώρας μας είναι ο κορωνοϊός».
Δεύτερον, υπολαμβάνοντας ο κ.
Μητσοτάκης ότι ο λαός που τον ακούει αποτελείται μόνο από ευήθεις, ακαταλόγιστους, τυφλωμένους ή ακόμη και “ψεκασμένους” (ότι ο λαός που κυβερνά ο κ. Μητσοτάκης αποτελείται και από “ψεκασμένους”
πολίτες είναι διαπίστωση που έγινε προκλητικά από αυτόν τον ίδιον, αφού δεν
δίστασε πριν από το τέλος της ομιλίας του να αναφερθεί απαξιωτικά σε αυτήν την
πληθυσμιακή ομάδα· επ’ αυτού βλ. αναλυτικότερα κατωτέρω), προκύπτει εναργώς από
την καταγέλαστη προσπάθειά του να
παρουσιάσει τον κορωνοϊό σαν έναν επιτιθέμενο εχθρό που τελεί πολεμικές πράξεις. Τούτη την φορά
μίλησε για μια (οιονεί ανθρωπόμορφη) απειλή που «πολιορκεί τη χώρα και τον πλανήτη», διευκρινίζοντας ότι «πριν από ένα μήνα είχε
εκφράσει την ελπίδα ότι θα μπορέσουμε να συνυπάρξουμε μαζί
του, με προφυλάξεις που δεν θα διαταράσσουν ουσιαστικά την οικονομική και
κοινωνική ζωή», αλλά «δυστυχώς, τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν έτσι».
Ο έμφρων πολίτης αναρωτιέται: Άραγε πώς
είναι δυνατόν να ελπίζει ένας πολιορκούμενος να συνυπάρξει ειρηνικά με κάποιον
που τον πολιορκεί; Ή έχουμε πόλεμο με τον κορωνοϊό (στο
τέλος του διαγγέλματός του ο κ. Μητσοτάκης δήλωσε ότι «ο πόλεμος με τον κορωνοϊό δεν τέλειωσε») και η συνύπαρξη
είναι αδιανόητη (εξού και όλα αυτά τα θλιβερά μέτρα που προσπαθούν να δικαιολογηθούν μέσα
στο τεχνητό πολεμικό κλίμα που διαμορφώνεται παγκοσμίως από τους σατανικούς
ηγέτες) ή δεν έχουμε πόλεμο και επομένως μπορούμε (και πρέπει) να συμπεριφερόμαστε απέναντι στον κορωνοϊό όπως κάναμε μέχρι σήμερα σε σχέση με κάθε άλλο ιό: χωρίς δηλαδή να
λαμβάνουμε και να ανεχόμαστε μέτρα που διαλύουν τον κοινωνικο-οικονομικό ιστό
μας, αλλά επιδιώκοντας μια “ειρηνική συνύπαρξη” στο μέτρο του
δυνατού.
Τρίτον, κάθε νομικός επιστήμονας και ιδίως
κάθε μελετητής του Συνταγματικού και του
Ποινικού Δικαίου μένει άφωνος, ακούγοντας τον κ. Μητσοτάκη να δηλώνει
ότι: «Επιβάλλεται να θέσω εκ νέου την υγεία και την ασφάλεια των Ελλήνων πάνω από κάθε άλλη επιλογή. Αυτό είναι το χρέος που έχω και αυτό υπηρετώ».
Σε όποιον έχει στοιχειώδεις νομικές γνώσεις και κοινή λογική είναι ξεκάθαρο ότι η υγεία από μόνη της δεν μπορεί να προσκτάται τέτοια βαρύτητα ώστε να εκτοπίζει άνευ ετέρου (και δη κατά τρόπον
τόσο αυτονόητο όσο επιχειρεί να εμφανισθεί) ένα σύνολο συνταγματικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων του πολίτη, αποτελούμενο από: το
δικαίωμα της ελεύθερης ανάπτυξης της
προσωπικότητας και της συμμετοχής στην κοινωνική, την οικονομική και την πολιτική ζωή της χώρας (άρ. 5 παρ. 1), την ελευθερία της κίνησης (άρ. 5 παρ. 4), την ελευθερία του συνέρχεσαι (άρ. 11), την θρησκευτική ελευθερία (άρ. 13) και την ελευθερία της
γνώμης (άρ. 14), ύπερθεν των οποίων ίσταται ο σεβασμός και
η προστασία της αξίας του ανθρώπου (άρ. 2 παρ. 1).
Αφ’ ης στιγμής η καλούμενη πανδημία του κορωνοϊού παρουσιάζει πολύ χαμηλό ποσοστό θνητότητας, η δε συντριπτική πλειονότητα των
εντοπιζόμενων κρουσμάτων αφορά ασυμπτωματικούς
πολίτες ή έχοντες ήπια συμπτώματα της νόσου, η εμφάνιση της υγείας ως ενός καθοριστικού
μεγέθους ένεκα του οποίου δύναται να ισοπεδωθούν όλα τα
προαναφερθέντα δικαιώματα του ανθρώπου, ομού μετά της αξιοπρέπειάς του, είναι παντελώς αδικαιολόγητη. Το να επιλέγεται η καταστροφή
της κοινωνικής και οικονομικής ζωής των πολιτών απλώς και μόνο για να
εμποδισθεί η εξάπλωση των κρουσμάτων (μια έννοια που ούτως ή άλλως είναι στο έπακρον ξεχειλωμένη, αφού σε αυτήν εντάσσονται όλως αυθαιρέτως όχι μόνο
όσοι εμπράκτως έχουν μολυνθεί αλλά και όσοι βρίσκονται σε ένα απομακρυσμένο προστάδιο μολύνσεως!), τα οποία, μάλιστα,
δεν ανιχνεύονται πάντοτε με αξιόπιστο
τρόπο, θυμίζει το σχολικό παράδειγμα που ανέφερε ο σημαντικότερος Έλλην
συνταγματολόγος, ο Αριστόβουλος Μάνεσης (Συνταγματικά
δικαιώματα, α΄ Ατομικές ελευθερίες, Θεσσαλονίκη 1982, σελ. 77) για να διδάξει
την κλασική περίπτωση παραβίασης της αρχής της αναλογικότητας: «δεν πρέπει η αστυνομία να κυνηγάει τα σπουργίτια με κανόνια».
Σε ένα τέτοιο κραυγαλέα δυσανάλογο κυνήγι έχουν αποδυθεί σήμερα
ο κ. Μητσοτάκης και οι αντίστοιχοι ηγέτες των περισσότερων χωρών του πλανήτη,
οι οποίοι μοιάζουν με φάλτσους οργανοπαίκτες μιας αλλόκοτης
ορχήστρας η οποία διευθύνεται από έναν παρανοϊκό μαέστρο: Διακατεχόμενοι από
ένα είδος υγειονομικής ψύχωσης, οι ηγέτες αυτοί
επιδιώκουν καθημερινά να ωθούν υγιείς ανθρώπους στην
υποβολή τους σε τεστ (για να εντοπίσουν ίχνη κορωνοϊκού φορτίου που μπορεί να υπάρχει εδώ και
μήνες), δίνοντας την εντύπωση ότι διαγωνίζονται για το ποια χώρα θα
καταγράψει το μεγαλύτερο ρεκόρ κρουσμάτων, ώστε να καταλήξει
μοιραία σε ένα απάνθρωπο δεύτερο γενικό “lockdown”, υπό το κράτος του
οποίου: κάποιοι πολίτες θα χάσουν την δουλειά τους, κάποιοι άλλοι θα
εξαναγκασθούν και πάλι να εργάζονται εξ αποστάσεως μοιάζοντας με δούλους που για να είναι πιο αποδοτικοί μαστιγώνονται από το
αφεντικό τους, ενώ άπαντες θα είναι υποχρεωμένοι να κυκλοφορούν με “μάσκα παντού”, παρουσιάζοντας εικόνα “φιμωμένων ζομπανθρώπων”.
Τι κι αν μας επιτρέπουν ακόμη να κυκλοφορούμε χωρίς να πρέπει να
ενημερώνουμε τις αρχές κατά τρόπον απολύτως
αντισυνταγματικό συντάσσοντας αυτοβεβαίωση ή στέλνοντας εκείνα
τα αποτρόπαια SMS (για την κραυγαλέα αντισυνταγματικότητα μιας
τέτοιας υποχρεωτικής γνωστοποίησης η οποία θίγει τον ίδιο τον πυρήνα της ελευθερίας που το Σύνταγμα διακηρύσσει ως απαραβίαστη βλ. Δαγτόγλου, Συνταγματικό Δίκαιο, Ατομικά Δκαιώματα, Α΄, 2005, σελ. 347,
αριθμ. περ. 467· Μάνεση, ό.π., σελ. 134).
Δυστυχώς, την ώρα που γράφονται οι γραμμές αυτές έγινε γνωστό ότι επανήλθαν τα
SMS ως προϋπόθεση για την μετακίνηση του πληθυσμού της Θεσσαλονίκης! Συνεπώς,
αυτή η κυβέρνηση δείχνει απροκάλυπτα ότι εναντιώνεται
με πλήρη επίγνωση ενάντια στις αρχές του Κράτους Δικαίου, ούσα κατά τούτο εξαιρετικά
επικίνδυνη για τον λαό.
Τι κι αν μας
επιτρέπουν ακόμη να μετακινούμαστε από τον έναν νομό στον άλλον.
Τι κι αν μας
επιτρέπουν ακόμη να επισκεπτόμαστε τους φίλους ή τους συντρόφους μας.
Μέχρι να ενεργοποιηθεί ξανά αυτό το εφιαλτικό μενού του Μαρτίου, θα
δεσπόζει μια υποχρέωση που καθιστά το πρώτο “lockdown” εν
μέρει ηπιότερο έναντι της τωρινής κατάστασης: Πρόκειται για την θέσπιση της υποχρεωτικής καθολικής μασκοφορίας ανεξαρτήτως ζώνης στην οποία υπάγεται η
περιοχή όπου κινείται ο δύσμοιρος πολίτης.
Παραθέτω ακολούθως συνοπτικά όλους τους λόγους για τους οποίους το μέτρο
αυτό είναι προδήλως αντισυνταγματικό, με αποτέλεσμα να
εκτίθεται ανεπανόρθωτα ο κ. Μητσοτάκης, όταν λέει ότι «το τελευταίο τρίμηνο
πορευτήκαμε με μικρές μόνο εκπτώσεις στις καθημερινές μας
συνήθειες».
– “Μάσκα παντού” = ειδεχθές προσωπείο.
– “Μάσκα παντού” = στέρηση του χαμόγελου και του
γέλιου: ακύρωση της εκφραστικής και επικοινωνιακής δυνατότητας του ανθρώπου.
– “Μάσκα παντού” = αλλοίωση της ανθρώπινης εικόνας
και αδυναμία ταυτοποίησης (“φοράς μάσκα και δεν σε γνώρισα”).
– “Μάσκα παντού” = νόθευση της ανθρώπινης φωνής (“δεν άκουσα τι
είπατε, μιλήστε πιο δυνατά”), ειδικότερα του ηχοχρώματος (ο δάσκαλος ή ο
συνήγορος στερούνται της θεατρικότητας του λόγου και θυμίζουν ρομπότ).
– “Μάσκα παντού” = παρεμπόδιση της όσφρησης (αντί να μυρίζουμε
τις ευωδίες της φύσης, εισπνέουμε το νωτισμένο πανί της μάσκας).
– “Μάσκα παντού” = εξομοίωση με ζώα που φορούν
φίμωτρο.
– “Μάσκα παντού” = διαβολικό διαβατήριο
αγοραπωλησίας: προείκασμα αντίχριστου χαράγματος.
– “Μάσκα παντού” = βλάσφημη όψη καρνάβαλου-μασκαρά
εντός της εκκλησίας.
– “Μάσκα παντού” = τρομακτική/τρομοκρατική όψη
δικαστή.
– “Μάσκα παντού” = εγκατάσταση πηγής μικροβίων επί του προσώπου.
– “Μάσκα παντού” = στέρηση οξυγόνου και δυσκολία αναπνοής.
– “Μάσκα παντού” = πρόκληση ψυχικής δυσφορίας.
– “Μάσκα παντού” = εξαναγκασμένη αυτοπροσβολή.
–“Μάσκα παντού” = αφύσικη κατάσταση. Καμία
κινηματογραφική ταινία ή τηλεοπτική σειρά αλλά και κανένα διαφημιστικό σποτ δεν
θα τολμούσε να έχει σενάριο ή πλάνα με μασκοφορεμένους πολίτες, ειδικότερα: με
μασκοφορεμένους δικαστές, με μασκοφορεμένους εραστές κ.λπ. Άρα η αδυναμία να
μεταφερθεί η σημερινή καθημερινή πραγματικότητα στην μικρή ή την μεγάλη οθόνη
πιστοποιεί ότι ζούμε παρά φύσιν.
– “Μάσκα παντού” = αποπροσωποποίηση, εξαθλίωση και
αποκτήνωση.
– “Μάσκα παντού” = δεν σε ακούω-δεν σε βλέπω. Άρα, ο “αόρατος
εχθρός” μάς μεταμόρφωσε σε κωφαλάλους αοράτους κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσίν του, καταλύοντας την εικόνα που επέλεξε να
έχουμε ο Δημιουργός μας. Τέτοια δύναμη θα μπορούσε να έχει
μόνο ο σατανάς! Μήπως, λοιπόν, ο κορωνοϊός και η μάσκα είναι όργανα του διαβόλου;
Σημειωτέον ότι τα δρακόντεια μέτρα που εφαρμόζονται για
την αναχαίτιση της διάδοσης του κορωνοϊού ως δήθεν
πρόσφορα για την προστασία της δημόσιας υγείας, οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στην διάλυση της ψυχικής υγείας των πολιτών, οι οποίοι αργά ή γρήγορα θα καταρρεύσουν όχι από τον ιό ή από τον φόβο για την αόρατη δράση του, αλλά από την δηλητηριώδη επίδραση του φαρμάκου που “για το καλό
του” επέλεξαν να του χορηγήσουν οι ψυχοπαθείς
διαχειριστές της υγειονομικής κρίσης, επαληθεύοντας την λατινική ρήση του Σενέκα του Πρεσβύτερου “quaedam remedia graviora ipsis pericula sunt”, ελληνιστί: “μερικά φάρμακα είναι χειρότερα από τους
ίδιους τους κινδύνους” (πρβλ. Ρ. Μπέρτον, Η ανατομία της
Μελαγχολίας, Τόμ. ΙΙ, μτφ.: Π. Χοροζίδης, εκδ. Ηριδανός, Αθήνα
2008, σελ. 48: «Το φάρμακο είναι χειρότερο από το ίδιο
το κακό, η θεραπεία πιο επώδυνη από την αρρώστια»).
Φυσικά, η “ιατρική” αυτή συνταγή είναι πασίγνωστη στους Έλληνες από την
αντίστοιχη διαχείριση της οικονομικής κρίσης που επέλεξε η τρόικα
(ή οι “θεσμοί” [sic], βάσει της νέας ορολογίας που επέβαλαν όσοι είχαν πρόβλημα
με τις λέξεις αλλά όχι βεβαίως με την ουσία τους!) όταν εφαρμόζονταν τα
μνημόνια. Ως εκ τούτου, το ελληνικό Σύνταγμα μέχρι στιγμής
έχει γίνει κουρελόχαρτο δύο φορές: την πρώτη επί εποχής μνημονίων και την δεύτερη επί εποχής κορωνοϊού.
Με ένα τόσο κουρελιασμένο Σύνταγμα θα ήταν εύλογο να
αναρωτηθούμε αν θα είχε σήμερα κάποιο νόημα η προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας, προκειμένου να αποφανθεί περί της (αντι)συνταγματικότητας των μέτρων. Πολύ φοβούμαι ότι μια τέτοια προσφυγή,
καίτοι θα ήταν επιβεβλημένη σε ένα κράτος Δικαίου, για την ελληνική περίπτωση δεν θα ήταν παρά μια αφορμή δημιουργίας ή αναγνώρισης προσχημάτων
συνταγματικότητας μέσα στους κόλπους ενός αυταρχικού
καθεστώτος (επ’ αυτού βλ. Κ. Χρυσόγονο, Η καταστρατήγηση του
Συντάγματος στην εποχή των μνημονίων, εκδ. Λιβάνη, Αθήνα 2013, σελ. 23/24, ο
οποίος αναφέρεται στην μετάλλαξη ενός Συντάγματος από
κανονιστικό σε προσχηματικό).
Πέραν των ανωτέρω δεν πρέπει να παροραθεί ένα πολύ σημαντικό στοιχείο που
δείχνει ότι ο κ. Μητσοτάκης προσπάθησε να παραπλανήσει τον μη εξοικειωμένο με τα νομικά πολίτη: Προκειμένου να εξηγήσει το
«χρέος» που «έχει και υπηρετεί», το οποίο υποτίθεται ότι συνδέεται με την λήψη
των συγκεκριμένων δρακόντειων μέτρων, δίπλα στην υγεία επικαλέσθηκε (δήθεν ενισχυτικά) ένα άλλο μέγεθος, το οποίο μας είναι
γνωστό από την εποχή της 11ης Σεπτεμβρίου, όταν
δηλαδή άνοιξε ο ασκός του Αιόλου για την παγκόσμια περιστολή των θεμελιωδών δικαιωμάτων του πολίτη. Το μέγεθος αυτό
ονομάζεται ασφάλεια.
Είναι εντυπωσιακό ότι μετά την επίθεση στους Δίδυμους
Πύργους και τον πόλεμο κατά του τότε “αόρατου εχθρού”, δηλ. της τρομοκρατίας, οι συρρικνώσεις που υπέστη παγκοσμίως
η ελευθερία των πολιτών, θυσιαζόμενη στον βωμό της ασφάλειας, αποτέλεσαν μόνιμο σημείο τριβής μεταξύ των εκάστοτε κυβερνώντων και κυβερνωμένων, μεταξύ
“συντηρητικών” και “προοδευτικών”, προπάντων μεταξύ νομικών –ιδίως συνταγματολόγων και ποινικολόγων– που με τα ένθεν κι ένθεν
προβαλλόμενα επιχειρήματά τους κατέδειξαν πόσο δύσκολο είναι να απαντηθεί
“με μία λέξη” το διπολικό ερώτημα “ελευθερία ή
ασφάλεια”.
Μέχρι πρότινος τονιζόταν ότι στην πραγματικότητα δεν πρόκειται για δίλημμα υπό την έννοια του “τι από τα δύο” πρέπει να προκριθεί, αφού ένα κράτος είναι υποχρεωμένο να προστατεύει εξίσου και την ελευθερία και την ασφάλεια, αλλά για ένα δίλημμα
ποσοτικής φύσεως, υπό την έννοια του “πόση ελευθερία ή πόση ασφάλεια” πρέπει να προστατευθεί ή, αντιστοίχως,
να θυσιασθεί in concreto. Ο ισχυρός πονοκέφαλος κατά την “επιχείρηση δοσομέτρησης” αμφοτέρων των μεγεθών οφείλεται μάλλον
σε μια (από την φύση του πράγματος) κατ’ αρχήν
υπεροχή της ασφάλειας έναντι της ελευθερίας: η πρώτη μπορεί να “ζήσει” και χωρίς
την δεύτερη, η δεύτερη όμως δεν μπορεί να “ζήσει” χωρίς την πρώτη· εξού και ο
γλαφυρός παραλληλισμός: η ασφάλεια είναι για την ελευθερία
ό,τι ο αέρας για την αναπνοή (Hans–Detlef Horn, Τιμητικός Τόμος για τον Schmitt Glaeser, 2003, σελ. 435 κ.ε., 437).
Ωστόσο, και η ασφάλεια δεν μπορεί να υπάρξει
χωρίς ελευθερία, αφού όποιος είναι αφημένος στο έλεος μιας κυρίαρχης
εξουσίας, στην πραγματικότητα δεν είναι ασφαλής (Di Fabio, Sicherheit in
Freiheit, NJW 2008, σελ. 421 κ.ε., 422). Επιπλέον, η ασφάλεια χωρίς την ελευθερία θα ήταν ανυπόφορη, δεδομένου ότι όποιος
προτιμά την ασφάλεια έναντι της ελευθερίας, γίνεται εν τέλει σκλάβος της πρώτης (επ’ αυτού βλ. Βαθιώτη, Τραγικά διλήμματα στην εποχή του “πολέμου κατά της τρομοκρατίας”. Από την
σανίδα του Καρνεάδη στο “Ποινικό Δίκαιο του Εχθρού”, εκδ. Νομική Βιβλιοθήκη,
2010, σελ. 63, υποσ. 198).
Ούτως εχόντων των πραγμάτων, προξενεί μείζονα
κατάπληξη το γεγονός ότι, ενώ στο πλαίσιο της ανάλυσης του “πολέμου κατά της
τρομοκρατίας” χύνονταν τόνοι μελάνης για να βρεθεί η χρυσή τομή ανάμεσα στην ασφάλεια και την ελευθερία, στον σημερινό
“πόλεμο κατά του κορωνοϊού” κάθε ερμηνευτικό αγκάθι
αποσκορακίσθηκε με απόλυτη ευκολία και επιτυχία χάρη κυρίως στην αγαστή συνεργασία δημοσιογράφων και “ειδικών”-“επιστημόνων” (δηλ. ανάμεσα στους
εκπροσώπους της “τέταρτης” και της “πέμπτης εξουσίας”), αφού θεωρήθηκε
αυθαιρέτως ότι το αγαθό της δημόσιας υγείας ως έκφανση της ασφάλειας δικαιούται να συντρίψει κάθε ελευθερία!
Τι τραγική ειρωνεία: Ο κορωνοϊός απεδείχθη ότι είναι ένας “αόρατος εχθρός” με όντως αόρατη δύναμη: κατέστησε αόρατα πλειάδα θεμελιωδών δικαιωμάτων ομού μετά της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, αφού τα εξαφάνισε από το θεωρητικό πεδίο της
συζήτησης με έναν μαγικό τρόπο. Πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, ουδείς ασχολείται πλέον με τις κατακρεουργημένες ελευθερίες του ανθρώπου, ειδικότερα οι συνταγματολόγοι και ποινικολόγοι είναι άφαντοι, δίδοντας την
εντύπωση ότι διά της σιωπής τους ευλογούν τα εκάστοτε λαμβανόμενα μέτρα.
Φυσικά, οι δημοσιογράφοι, τα “ελληνικά HOAXES” και εν γένει κάθε πλοκάμι του σημερινού φασιστοειδούς καθεστώτος προσπαθούν να φιμώσουν όποια αντίθετη άποψη διατυπώνεται για την προσφορότητα και την αναγκαιότητα των επίμαχων δρακόντειων μέτρων.
Τέταρτον, ο κ. Μητσοτάκης προσπάθησε να χαϊδέψει με ύπουλο και παραπλανητικό τρόπο τα αφτιά του ελληνικού λαού
αγγίζοντας την ευαίσθητη χριστουγεννιάτικη χορδή του. Δήλωσε
ειδικότερα ότι θέλει (δήθεν) να διεκδικήσουμε μια «ομαλότερη κοινωνική ζωή και μεγαλύτερη κίνηση στην αγορά των Χριστουγέννων και των γιορτών», ρίχνοντας στάχτη
στα ήδη τραυματισμένα μάτια των Ελλήνων, οι οποίοι είδαν και άκουσαν μόλις πριν
από δύο εβδομάδες ένα από τα “ανάλγητα
μέντιουμ” της κυβέρνησης, την κ. Παγώνη, να προβλέπει ότι «δεν θα μπορέσουμε να κάνουμε ρεβεγιόν Χριστούγεννα και Πρωτοχρονιά», εκτός κι αν
επιτύχουμε «διψήφια νούμερα κρουσμάτων». Προσέφερε έτσι ένα ψεύτικο κίνητρο στον Έλληνα που σαν μελλοθάνατος βάτραχος (δεν αντιλαμβάνεται
ότι) έχει ριχτεί ήδη μέσα στην κατσαρόλα με
το βραστό νερό (κατά το περίφημο παράδειγμα του Ελβετού φιλοσόφου Ολιβιέ Κλερκ), μέσα στο οποίο θα πρέπει να παραμείνει χωρίς να
εκδηλώσει διάθεση βίαιης απόδρασης μέχρι να επέλθει ο “ξαφνικός θάνατος” από την απότομη αύξηση της θερμοκρασίας του νερού,
δηλ. από την αιφνιδιαστική επιβολή ενός δεύτερου “γενικού lockdown”.
Το κλειδί για την ορθή ανάγνωση της παραπλανητικής δήλωσης του κ.
Μητσοτάκη βρίσκεται σε μια υποθετική πρόταση που χρησιμοποίησε σε
άλλο σημείο του διαγγέλματός του. Είπε δηλαδή ότι, χάρη στα νέα δρακόντεια
μέτρα, «θα μπορέσουμε, στις αρχές του Δεκεμβρίου,
να ζήσουμε σε ένα ομαλότερο περιβάλλον, ακόμα πιο ώριμοι και
συνειδητοποιημένοι» (πόσο θλιβερές εκθέσεις ιδεών πρέπει να έγραφε ο κειμενογράφος του, όταν
πήγαινε σχολείο!) «εφόσον τα μέτρα αποδώσουν». Δεν χρειάζεται,
όμως, καμία ιδιαίτερη γνώση και σοφία για να γίνει αντιληπτό ότι τα μέτρα δεν μπορούν εκ των πραγμάτων να αποδώσουν, αφού η καθημερινή αύξηση των απατηλών
κρουσμάτων θα καλπάζει μετά βεβαιότητος αχαλίνωτη, όσο οι τρομοκρατημένοι πολίτες που λατρεύουν φανατικά το σώμα και την υγεία τους θα προσέρχονται για
υποβολή σε τεστ, ευρισκόμενοι υπό την παραλυτική επήρεια του αενάως υποδαυλιζόμενου από τα ΜΜΕ φόβου.
Έτσι, η χριστουγεννιάτικη υπόσχεση θα μετατραπεί
σε έναν ακόμη εφιάλτη, όχι μόνο για εκείνους που θα θελήσουν να χαλαρώσουν κάνοντας βόλτα για
χριστουγεννιάτικες αγορές αλλά και για τους ορθόδοξους
χριστιανούς που, όπως στερήθηκαν τον εορτασμό της Αναστάσεως, τώρα θα στερηθούν τον εορτασμό της γέννησης του Χριστού. Σημειωτέον ότι η απουσία οιασδήποτε αναφοράς στις τραγικές συνέπειες που έχουν για τους θρησκευόμενους Έλληνες τα δρακόντεια υγειονομικά μέτρα είναι αποκαλυπτική της
παγερής αδιαφορίας του κ. Μητσοτάκη γι’
αυτήν την τόσο οδυνηρή πτυχή της υγειονομικής
κρίσης.
Πέμπτον, ο κ. Μητσοτάκης
ομολόγησε ότι σκοπός αυτής της απίστευτα επικίνδυνης
κυβέρνησης είναι να εφαρμόζει δυστοπικές τεχνικές που προσιδιάζουν σε απολυταρχικά καθεστώτα. Τούτο προκύπτει από την διαίρεση της ελληνικής
επικράτειας σε δύο ζώνες: σε εκείνη που
αποκαλείται “ζώνη επιτήρησης” και σε εκείνη που
ονομάζεται “ζώνη αυξημένου κινδύνου”.
Όποιος εμπνεύσθηκε αυτήν την θλιβερή
διχοτόμηση της Ελλάδος σε “Βορείους και Νοτίους” είναι μάλλον κάποιος ψυχοπαθής που αντιγράφει εφιαλτικά σενάρια ξένων τηλεοπτικών
σειρών. Ιδού η πιθανή πηγή έμπνευσης του συγκεκριμένου σατανικού μυαλού:
Στην ισπανική σειρά “La Valla” (ελληνιστί “Ο
φράχτης”), τα γυρίσματα της οποίας ολοκληρώθηκαν το 2019, προβλήθηκε δε από τον
Ιανουάριο μέχρι τον Απρίλιο του τρέχοντος έτους, έχει ξεσπάσει –ω του
θαύματος!– επιδημία νοροϊού-norovirus. Στην πραγματικότητα,
ο νοροϊός προκαλεί ιογενή γαστρεντερίτιδα σε ανθρώπους όλων των
ηλικιών. Ορισμένοι “ειδικοί” πιστεύουν ότι η μόλυνση με νοροϊό είναι η δεύτερη συχνότερη μολυσματική ασθένεια μετά το κοινό κρυολόγημα. Οι περισσότεροι
ασθενείς αναρρώνουν ακόμη και χωρίς θεραπεία. Εντούτοις, σε κάποιες περιπτώσεις
η πάθηση μπορεί να καταστεί ιδιαιτέρως σοβαρή, θέτοντας σε κίνδυνο την ζωή βρεφών, ατόμων τρίτης ηλικίας ή ασθενών με
μειωμένο ανοσοποιητικό. Κατά τούτο η ομοιότητα με την δράση του κορωνοϊού
είναι προφανής!
Η σειρά ξεκινά το 2020, δηλ. χρονιά του Γ΄ Παγκοσμίου
Πολέμου, η οποία έχει προκαλέσει παγκόσμιο
χάος (αυτό που επιδιώκεται να προκληθεί και στην εποχή του δικού μας κορωνοϊού
ώστε αργά ή γρήγορα να προϋπαντήσουμε τον παγκόσμιο
κυβερνήτη που προετοιμάζεται επιμελώς εδώ και χρόνια από την περίφημη Νέα Τάξη Πραγμάτων). Μεταξύ άλλων, η ανθρωπότητα βρίσκεται αντιμέτωπη με
ένα πολύ μεγάλο πρόβλημα: την έλλειψη βασικών αγαθών, όπως του νερού. Είναι
χαρακτηριστικό ότι μετά από 25 χρόνια η συντριπτική πλειονότητα των πολιτών θα
φθάσει σε σημείο να προμηθεύεται το νερό με το σταγονόμετρο και μόνο με δελτίο,
γι’ αυτό κρίνεται αναγκαία η μείωση του πληθυσμού – φυσικά, οι περιορισμοί δεν
ισχύουν για τους πλουσίους και τα μέλη της κυβερνήσεως. Μάλιστα, ενώ για την
“αγέλη” το νερό είναι είδος εν ανεπαρκεία, ο κατά τα λοιπά συμπαθής Υπουργός
Υγείας απολαμβάνει την πισίνα του. Αυτά, λοιπόν, συμβαίνουν εν έτει 2045, όπου όλα είναι πλέον “τακτοποιημένα” σε μια άκρως δυστοπική κοινωνία, η οποία,
συγκρινόμενη με την δυστοπία που ζούμε στο δικό μας σατανικό 2020, κάνει τους
Έλληνες (;) διαχειριστές της υγειονομικής κρίσης να μοιάζουν με “στρουμφάκια” έναντι των Ισπανών κυβερνώντων.
Σε αυτήν, λοιπόν, την σειρά, ο πληθυσμός είναι διαιρεμένος σε δύο τομείς: Ο Τομέας Α΄ αποτελείται από τους πλουσίους, ενώ ο Τομέας Β΄ από τους φτωχούς, υλοποιείται δε ένας διαρκής έλεγχος με βεβαιώσεις από
τομέα σε τομέα. Είναι αξιομνημόνευτο ότι οι αστυνομικοί φορούν μαύρες στολές και μπότες που παραπέμπουν στα ναζιστικά τάγματα εφόδου των SS, ενώ το καθεστώς δεν διστάζει ακόμη και
να δολοφονήσει τους λεγόμενους “αντιστασιακούς”. Κάποια στιγμή, σε
ένα από τα 13 επεισόδια, μια ηλικιωμένη γυναίκα προβαίνει στην ακόλουθη
διαπίστωση: «Τελικώς, στο όνομα της ασφάλειας μας έχουν στερήσει
ένα πράγμα». «Ποιο είναι αυτό;», ρωτά την γιαγιά το εγγονάκι της, το οποίο
παίρνει την προφανή για τους νομικούς απάντηση: «Η ελευθερία μας».
Όποιος δεν ανατρίχιασε ακόμη από τον παραλληλισμό της διαίρεσης της ελληνικής επικράτειας σε δύο ζώνες με την διαίρεση του ισπανικού πληθυσμού σε δύο τομείς, τότε θα νιώσει
σίγουρα μια κάποια ανατριχίλα μόλις συνδυάσει την λέξη “επιτήρηση” με ένα χωρίο από το εξαιρετικό βιβλίο του συναδέλφου Θεόδωρου Παπαθεοδώρου –ο λόγος του μετρά διπλά, διότι έχει τόσο την
ιδιότητα του νομικού (καθηγητής Αντεγκληματικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου
Πελοποννήσου και Επισκέπτης Καθηγητής της Νομικής Σχολής του Ευρωπαϊκού
Πανεπιστημίου Κύπρου) όσο και του πολιτικού (έχει διατελέσει Υφυπουργός
Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού της Ελλάδος)– που φέρει
τον τίτλο “Επιτηρούμενη Δημοκρατία. Η ηλεκτρονική
παρακολούθηση των πολιτών στην κοινωνία της διακινδύνευσης” (εκδ. Βιβλιόραμα,
Αθήνα 2009).
Στην σελίδα 38 του πονήματός του, ο ανωτέρω συγγραφέας, εστιάζοντας την
προσοχή του στην χρήση καμερών βιντεοεπιτήρησης, διατυπώνει τις ακόλουθες
σκέψεις που μπορούν να φωταγωγήσουν τις πραγματικές
προθέσεις των διαχειριστών της σημερινής υγειονομικής κρίσης: «Με τη χρήση των νέων
τεχνολογιών στην υπηρεσία της επιτήρησης και της τιμωρίας, η εξουσία δεν ασκείται με βάση τη λογική της διαίρεσης του δημόσιου από
τον ιδιωτικό χώρο. Η εξουσία της επιτήρησης εγκαθιδρύεται πλέον στο επίκεντρο
του “όλου χώρου” και διακτινώνεται στο σύνολό του. Πρόκειται για το νέο κοινωνικό πανοπτικό, το οποίο εξάγει την
επιτήρηση από τη φυλακή και την εγκαθιστά
μέσα στην κοινωνία, ενώ παράλληλα μπορεί να ενοποιεί συμβολικά και πρακτικά τη δημόσια και
την ιδιωτική σφαίρα διαβίωσης. Επιτυγχάνεται έτσι η διπλή κατάργηση της
κατάτμησης του χώρου. Από τη μια πλευρά, η φυλακή παραμένει ο έγκλειστος χώρος
και οι πρακτικές της εφαρμόζονται πλέον και
στον ευρύτερο κοινωνικό χώρο, ο οποίος τίθεται υπό το διαρκές βλέμμα της επιτήρησης. Από την άλλη, η διακριτότητα του δημόσιου από τον ιδιωτικό χώρο στο πλαίσιο της
κοινωνίας περιορίζεται από αυτή αισθητά. […] Ο
πολλαπλασιασμός των καμερών ασφαλείας σε δημόσιους και ιδιωτικούς χώρους εθίζει τον πολίτη σε πρακτικές καταγραφής προσωπικών δεδομένων, οι οποίες πλέον δεν είναι απλώς ανεκτές από την κοινή γνώμη στο πλαίσιο
συγκεκριμένων δικονομικών εγγυήσεων, αλλά επιθυμητές –αν όχι απαιτητέες–
στο όνομα της αποτροπής του κινδύνου θυματοποίησης. Έτσι, η κοινωνία του ελέγχου εφηύρε τη νέα μηχανική των πολλαπλών χρήσεων: προστασίας, επιτήρησης, πληροφόρησης, πειθάρχησης αλλά και τιμωρίας».
Ο Παπαθεοδώρου σπεύδει να μας
προειδοποιήσει, διατυπώνοντας την ακόλουθη, εξαιρετικά επίκαιρη θέση (σελ. 78):
«Από τη στιγμή που οι αρμόδιες υπηρεσίες μπορούν να διαθέτουν ένα μεγάλο αριθμό
πληροφοριών και δεδομένων που αφορούν τη ζωή και την κοινωνική δράση των
πολιτών, είναι ορατός ο κίνδυνος της υπερβολικής
θωράκισης του ποινικού κράτους, της επιβολής νέων κοινωνικών ταξινομήσεων και
ιεραρχιών, καθώς και της παραβίασης των ατομικών δικαιωμάτων και ελευθεριών. Ο κίνδυνος εδράζεται
περισσότερο στο γεγονός ότι τα αποτελέσματα των εφαρμογών των νέων τεχνολογιών
στο ποινικό πεδίο δεν λειτουργούν πρωτίστως προς όφελος του κοινωνικού
σχηματισμού, αλλά επενεργούν πέρα και πάνω
από την κοινωνία, τροφοδοτώντας τη διαμόρφωση μιας νέας πανοπτικής
εξουσίας με θολό περίγραμμα. Εγκαθιδρύουν έναν νέο κώδικα κοινωνικής λειτουργίας,
σύμφωνα με τον οποίο η πειθαρχοποίηση κοινωνικών συμπεριφορών, κινήσεων, αντιδράσεων και σωμάτων αποτελεί
αξιωματικά την κανονικότητα της κοινωνικής ένταξης. Μια τέτοια
στρατηγική οδηγεί σταδιακά στη νομιμοποιημένη
αποδοχή μιας αυταρχικής δημοκρατίας, στο πλαίσιο της οποίας ο αποκλεισμός και ο στιγματισμός των πλειόνων συγκροτεί την αμυντική ασπίδα
για τους λίγους».
Αλλά και σε ό,τι αφορά την χρήση του όρου “ζώνη
αυξημένου κινδύνου”, είναι προφανές ότι επελέγη μια ορολογία που θυμίζει “κατάσταση εξαίρεσης” (“Ausnahmezustand”), αφού αυτή ορίζεται ως η κατάσταση
εκείνη στο πλαίσιο της οποίας πρέπει να
αποτρέπεται ο κίνδυνος. Όπως, όμως, προσφυώς επισημαίνεται, επειδή ο
κίνδυνος είναι διαρκής, η “κατάσταση
εξαίρεσης” μετατρέπεται σε “κατάσταση διαρκείας” (“Dauerzustand”): ένα
οπωσδήποτε παράδοξο φαινόμενο που
προκαλεί μείζονα ανησυχία στον πολίτη,
δεδομένου ότι μπορεί να συνδυασθεί τόσο με την περίφημη φράση του Carl Schmitt ότι «κυρίαρχος είναι όποιος αποφασίζει για την κατάσταση έκτακτης ανάγκης» (Πολιτική Θεολογία,
μτφ.: Π. Κονδύλης, εκδ. Λεβιάθαν, Αθήνα
1994, σελ. 17) αλλά και με το λατινικό χομπσιανό απόφθεγμα “auctoritas non veritas facit legem”, ελληνιστί «η αυθεντία/εξουσία και όχι η αλήθεια δημιουργεί τον νόμο» (για τις σκέψεις
αυτές βλ. Uwer, Der unsichtbare Dritte. Günther Jakobs, Carl Schmitt und der ganz normale
Ausnahmezustand, εις: Uwer/Organisationsbüro [επιμ. έκδ.], Bitte bewahren Sie Ruhe. Leben im
Feindstrafrecht, 2006, σελ. 37 επ., 44).
Κατόπιν αυτών, νομίζω ότι δεν χωρεί πλέον καμία αμφιβολία ότι ο κ.
Μητσοτάκης επί τη ευκαιρία της υγειονομικής κρίσης (φυσικά σε απόλυτο
οσφυοκαμπτικό συντονισμό με τους Ευρωπαίους ομολόγους του) υλοποιεί ένα τρομερό πρόγραμμα δυστοπικής-αντιδημοκρατικής κοινωνίας. Το πρόγραμμα αυτό
εφαρμόζεται από μια κυβέρνηση που εμφανίζεται
μεν να ασκεί εξουσία υπό τον μανδύα της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, κάτω από τον οποίο
όμως κρύβεται το σκοτεινό πρόσωπο της πλέον σκληρής,
μοχθηρής και ανάλγητης εξουσίας». Το πιο τρομερό, όμως, είναι ότι ένα μεγάλο τμήμα του ελληνικού λαού συνεχίζει να στήνεται απαθώς μπροστά στο χαζοκούτι και να ακούει αποχαυνωμένο (σαν τους πολίτες της δυστοπικής κοινωνίας του έτους 2081 που περιγράφεται από τον Kurt Vonnegut στην σύντομη ιστορία
του με τίτλο “Harrison Bergeron”, δημοσιευθείσα το 1961· μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο το 1995 και η
παρακολούθηση της ταινίας αυτής από όλους τους Έλληνες συνιστάται μετ’
επιτάσεως) αφ’ ενός τον κυβερνήτη του, ο οποίος το τροφοδοτεί ανενδοίαστα με φούμαρα, αφ’ ετέρου τους πάσης φύσεως “ψαλμωδούς” του καθημερινού φόβου που συντηρείται συστηματικώς από τα ΜΜΕ.
Έκτον, για να μπορέσει ο κ. Μητσοτάκης να εδραιώσει την αποχαύνωση του πολίτη, αποκρύπτοντας τις πραγματικές προθέσεις της κυβέρνησής του, επικαλέσθηκε το
γνωστό “τυράκι” που είναι δοκιμασμένο
εδώ και πολλά χρόνια από την Ευρωπαϊκή Ένωση ως ιδανικό μέσο για την παγίδευση του Έλληνα στην φάκα της αυτοκαταστροφής του (αναφέρομαι στις
περίφημες επιχορηγήσεις για τον αφανισμό των ελληνικών επιχειρήσεων,
καλλιεργειών κ.λπ.). Πρόκειται για τις οικονομικές
παροχές (στην ωραιοποιημένη γλώσσα του τεχνοκράτη κ. Μητσοτάκη: «χρηματοδοτικά εργαλεία»), π.χ. «αποζημιώσεις, δάνεια, απαλλαγές και διευκολύνσεις
που θα πλησιάσουν το 1,5 δισ.», που ανακοινώνονται οσάκις τα εφαρμοζόμενα
μέτρα επιφέρουν δεινά εις βάρος του πολίτη, στην βάση της
θυμοσοφικής λογικής “να σε κάψω Γιάννη να σ’ αλείψω λάδι”. Στις παροχές αυτές
θα προβεί για μία ακόμη φορά η παρούσα κυβέρνηση, προκειμένου να συσκοτίσει τον επικείμενο οικονομικό Αρμαγεδώνα και να διατηρήσει σε καταστολή τον δυστυχή Έλληνα, ο οποίος σε πολύ μακρινές εποχές θα είχε επαναστατήσει.
Για να κατασιγάσει, λοιπόν, τις αντιδράσεις και την δυσφορία του Έλληνα
πολίτη, ο κ. Μητσοτάκης προσπαθεί να τον αποπροσανατολίσει
με λίγα ψίχουλα, ώστε να μην αντιληφθεί την σχεδιαζόμενη καταστροφή του
κοινωνικο-οικονομικού ιστού της χώρας. Ταυτοχρόνως, αφενός τον καθιστά εξαρτώμενο από τις κρατικές επιχορηγήσεις και αφετέρου τον εθίζει στον οικονομικό και κοινωνικό παρασιτισμό. Η αποφασιστική
στιγμή έχει ήδη έρθει: Οι Έλληνες πολίτες, αντί να
δεχθούν τα ψίχουλα της κυβέρνησης που καταρρακώνουν το φιλότιμο και την
εργατικότητά τους, οφείλουν να επιλέξουν την υπεράσπιση των ατομικών τους ελευθεριών, γιατί η
επαπειλούμενη φτώχεια και ανεργία θα γίνει ο πραγματικός, ορατός αλλά και αδυσώπητος
εχθρός τους στην θέση του δήθεν “αόρατου εχθρού”.
Η αιτία που σήμερα ο ελληνικός λαός έχει απολέσει
τα αντανακλαστικά διαμαρτυρίας και αντίστασής του ενόψει της εκάστοτε διαφαινόμενης βιβλικής καταστροφής περιγράφεται στο πολύ
σημαντικό βιβλίο του συναδέλφου Κωνσταντίνου
Τσουκαλά “Ο αόρατος Λεβιάθαν” (εκδ. Πόλις, Αθήνα
2020, σελ. 115 επ.). Στην ενότητα με τίτλο “Η
μεταμόρφωση των σαστισμένων μαζών” ο συγγραφέας επισημαίνει τα ακόλουθα:
Εν αντιθέσει προς ό,τι συνέβαινε τις εποχές όπου «η οργή, ο διάχυτος φόβος
και η κυνική αποφασιστικότητα του αυτενεργούντος πλήθους ενεργοποιούνταν από
την προϊούσα και συλλογικά βιούμενη ταξική του ανασφάλεια και υποβάθμιση»,
«σήμερα οι διαφοροποιημένοι κοινωνικοί ρόλοι τείνουν ολοένα και
περισσότερο να συγχέονται κατά μήκος ενός διάχυτου,
ρευστού, βουβού, εν πολλοίς ανονόμαστου και μόνο ποσοτικά εκφραζόμενου
κοινωνικού και συμβολικού συνεχούς, δίχως σαφείς ταξικές διαχωριστικές γραμμές.
Ο πολλαπλασιασμός των επισφαλών μορφών
μερικής, προσωρινής, εποχιακής, εναλλακτικής και κατ’ οίκον απασχόλησης και η
εξατομικευμένη πρόσληψη των όρων της επιβίωσης εισπράττονται με τη μορφή μιας
συνεχώς μεταλλασσόμενης ατομικής υπαρξιακής συνθήκης. Ακόμη λοιπόν κι αν
οι αδικημένες και αποσβολωμένες κοινωνικές ομάδες μοιράζονται μια κοινή ταξική αβεβαιότητα, λειτουργούν ως ολοένα και λιγότερο πολιτικά, ταξικά και οργανωτικά συσπειρώσιμες. Από τη στιγμή που η κοινή ιδιότητα του αποκλεισμένου, του ανέργου και του μισθωτού δεν επιβεβαιώνεται
καθημερινά –και από κοινού με ορατούς άλλους που αντιμετωπίζουν το ίδιο
πρόβλημα, στον ίδιο κοινωνικό χώρο και χρόνο–, από τη στιγμή δηλαδή που η επιβιωτική εργασία δεν εμφανίζεται ούτε ως
διαρκής “συν-εργασία” ούτε και ως μόνιμος “συγ-χρωτισμός” με άλλους, τα κοινά
προβλήματα τείνουν να διαθλώνται μέσα από μια φαινόμενη εξατομικευμένη
ποικιλομορφία».
Και καταλήγει ο Τσουκαλάς: «Η εξέλιξη αυτή
συνέβαλε αποφασιστικά στην προϊούσα αποσύνθεση όλων των
ισχυρών συλλογικών συνειδήσεων που κάποτε δομούνταν και
ανατροφοδοτούνταν στη βάση της ταξικής θέσης, της συμμετοχής σε μια συγκεκριμένη παραγωγική μονάδα, της άσκησης ενός ονοματισμένου επαγγέλματος και της ταύτισης με μια δεδηλωμένη εργασιακή ειδίκευση» (ό.π., σελ.
118/119).
Τώρα, λοιπόν, ο Έλληνας μπορεί να αντιληφθεί για ποιον λόγο προωθείται τόσο φανατικά η εξ αποστάσεως εργασία: διότι αποξενώνει τον πολίτη από τον εκάστοτε συνάδελφο-ομοϊδεάτη του και έτσι απενεργοποιεί τα επικίνδυνα για το αυταρχικό καθεστώς αντανακλαστικά
συσπείρωσης των πολιτών, οι οποίοι δεν πρέπει ποτέ να τολμήσουν να σηκώσουν
κεφάλι, αλλ’ αντιθέτως θα πρέπει να το έχουν πάντοτε
υπάκουα κατεβασμένο, όπως το έχουν και τις περισσότερες ώρες της ημέρας, όταν σκυμμένοι –και τώρα πλέον φιμωμένοι λόγω της υποχρεωτικής
μασκοφορίας– ελέγχουν διαρκώς την οθόνη του κινητού, βομβαρδιζόμενοι αδιαλείπτως από χαλκευμένες ειδήσεις του “καθεστώτος”.
Φυσικά, την ίδια σκοπιμότητα εξυπηρετεί και η απαγόρευση κυκλοφορίας, καθώς και η αναστολή
λειτουργίας των χώρων ψυχαγωγίας, πολιτισμού και άθλησης, αφού έτσι οι πολίτες
αναγκάζονται να διάγουν έναν μονήρη βίο χωρίς να ανταλλάσσουν
κριτικές απόψεις μεταξύ τους για το πολίτευμα της “κοινοβουλευτικής δικτατορίας” μέσα στο οποίο τους έλαχε να ζήσουν. Η
ανταλλαγή τέτοιων απόψεων ενέχει τον κίνδυνο
σύλληψης, επεξεργασίας και εφαρμογής ιδεών ανατροπής του ενεστώτος
απολυταρχικού καθεστώτος! Και επειδή ο κίνδυνος αυτός είναι υπαρκτός και για
όλες τις υπόλοιπες χώρες στις οποίες εφαρμόζονται παρόμοια μέτρα, ουδείς πρέπει
πλέον να αμφιβάλλει ότι ζούμε σε μια πρωτοφανή
εποχή: την εποχή της παγκόσμιας υγειονομικής δικτατορίας. Ως εκ τούτου, η
δήλωση του κ. Μητσοτάκη ότι «οι νέοι κανόνες, που θα ισχύσουν από τις 6:00 το
πρωί της Τρίτης, επικεντρώνονται στις δύο εστίες που, διαπιστωμένα, ευνοούν τη
μετάδοση του ιού, δηλ. στη διασκέδαση και την κινητικότητα των πολιτών» δεν
είναι τίποτε άλλο παρά ένα κατάπτυστο καμουφλάζ του
υποχθόνιου σχεδίου.
Η ανωτέρω διαπίστωση εξηγεί για ποιον λόγο στην τωρινή μορφή “lockdown” μένουν ανοιχτά τα σχολεία: διότι οι μαθητές, ακόμη κι αν συσπειρωθούν, δεν μπορούν
να υλοποιήσουν μια επικίνδυνη για το “καθεστώς” απόφαση ανατροπής! Ταυτοχρόνως, τα
ανοιχτά σχολεία αποτελούν μια ασφαλιστική
δικλείδα, ώστε οι γονείς, βλέποντας τον εφιάλτη του “hard lockdown” να πλησιάζει, να εγκλωβιστούν στον τόπο κατοικίας τους.
Δεν πρέπει να εκπλαγούμε αν στην επόμενη φάση επιβληθεί απαγόρευση λειτουργίας και των κομμωτηρίων (όπως και επί εποχής
πρώτου “lockdown”), αφού ως γνωστόν μέσα σε αυτά, εκτός από τον καλλωπισμό της
κόμης, δίδεται μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να σχολιάσουμε
πολύπλευρα την τρέχουσα κατάσταση. Μάλιστα, δεδομένου ότι ο εκάστοτε
κομμωτής έχει την ευκαιρία να συνομιλήσει με εκατοντάδες πελάτες, η δυνατότητα
συζήτησης μαζί του είναι άκρως ευεργετική, αφού μέσα σε λίγα
λεπτά της ώρας μπορεί να συνοψίσει σκέψεις και επιχειρήματα που, για να καταλήγαμε μόνοι μας σε αυτά, θα έπρεπε να επενδύσουμε άπειρο χρόνο
αναζητώντας καθέναν από τους εναλλασσόμενους πελάτες του κομμωτηρίου.
Έβδομον, ο κ. Μητσοτάκης
προέβη σε μιαν ύβριν ολκής: Στιγμάτισε μια
κατηγορία πολιτών που δεν συμφωνεί με τους “ειδικούς” και τους
“πολιτικούς” σε ό,τι αφορά την προσφορότητα και την αναγκαιότητα των δρακόντειων
μέτρων, χαρακτηρίζοντάς τους “ψεκασμένους”. Μιμήθηκε έτσι τον
προκάτοχό του, τον κ. Τσίπρα, ο οποίος είχε αποκαλέσει “ψεκασμένους” όσους
συμμετείχαν στο συλλαλητήριο για το Μακεδονικό. Η κοινή ορολογία αποδεικνύει πόσο διαφορετικά είναι τα ονοματεπώνυμα των
πολιτικών που κυβερνούν εδώ και δεκαετίες αυτήν την βαθύτατα προδομένη χώρα, αλλά πόσο ίδια η ανθελληνική στάση των εκάστοτε πρωθυπουργών και των μελών της κυβερνήσεώς τους.
Ειδικότερα, ο κ. Μητσοτάκης ζήτησε να μείνουν στο απυρόβλητο οι “επιστήμονες” και να πάψει η αμφισβήτηση της επάρκειάς τους ή η εις βάρος
τους επίκριση ότι παίζουν πολιτικά παιχνίδια. Κατέληξε δε στην φράση ότι «αν χάσουμε την εμπιστοσύνη μας στους ειδικούς, θα υπακούσουμε πιο εύκολα
στα κελεύσματα των εύκολων και απλοϊκών συνθημάτων», ενώ έκανε μια
δημοκρατική παραχώρηση εμφανιζόμενος να αποδέχεται την «θεμιτή πολιτική κριτική».
Δυστυχώς, με την έκκληση αυτή ο κ. Μητσοτάκης ζητά στην ουσία να
συμπεριφερόμαστε έναντι των επιστημόνων έτσι όπως η ίδια η
επιστήμη δεν θέλει να συμπεριφερόμαστε. Διότι η επιστήμη προόδευσε, επειδή ακριβώς οι ερευνητές δεν πήραν ποτέ τίποτε ως
δεδομένο, αλλά αμφισβήτησαν κάθε “και” και κάθε “ιώτα”. Πέραν τούτου, όταν η
επιστήμη δεν τεκμηριώνει τους ισχυρισμούς της
με την τήρηση της αδιάβλητης επιστημονικής διαδικασίας που συνοψίζεται στην παρατήρηση, στο πείραμα και στο συμπέρασμα, αλλά τουναντίον διατυπώνει αξιωματικές και δογματικές θέσεις, σε αυτήν την περίπτωση καθένας έχει το θεμιτό,
εύλογο και νόμιμο δικαίωμα να απορρίπτει τις παραδοχές της και να αρνηθεί την
συμμόρφωσή του.
Μια από τις πιο εύστοχες τοποθετήσεις μέσω της οποίας καταδεικνύεται το φοβερό ατόπημα της απαξίωσης των αμφισβητιών ως δήθεν
“ψεκασμένων” ή “συνωμοσιολόγων” είναι εκείνη του Ευάγγελου Παπανούτσου στο κλασικό έργο του “Το δίκαιο της πυγμής”, όπως καταγράφεται στο δοκίμιό του με τίτλο “Η αξία της αμφιβολίας” (εκδ. Νόηση, 1975/2012, σελ. 229/230):
«Το “ίσως” (πιθανόν ναι – πιθανόν όχι), μια μικρή
δισύλλαβη λέξη, είναι το αλάτι της φιλοσοφίας. […] Την αρχή αυτή,
θεμελιώδη κανόνα ή αξίωμα του κριτικού στοχασμού, τη λησμονούν (ή όταν τη
θυμούνται, την περιφρονούν) οι άνθρωποι που από αφέλεια ή μωρία είναι “βέβαιοι” για όλα. Οι δογματικοί. Τους αναγνωρίζουμε αμέσως από την ευκολία με την οποία αποφαίνονται για κάθε ζήτημα (είτε επιστημονικό θέμα είναι είτε
πρόβλημα ηθικό) και από την επιμονή τους να μη δέχονται ή να μη προσέχουν τις αντιρρήσεις σας. Μιλούν ανεπιφύλακτα, και είναι αμετακίνητοι στη γραμμή που έχουν
χαράξει. “Αυτή είναι η ορθή λύση! Άλλη δεν υπάρχει” – “Δύο και δύο κάνουν
τέσσερα”… Από την ομοταξία τους στρατολογούνται οι φανατικοί και οι αδιάλλακτοι που καταδυναστεύουν τις φιλικές συντροφιές, τις πολιτικές παρατάξεις, κάποτε χώρες ολόκληρες. Η κριτική, ο αντίλογος, η βάσανος της “απόδειξης” είναι ο μεγάλος τους εχθρός. Τον φοβούνται όπως ο διάβολος το λιβάνι, και τον αποφεύγουν. Όταν υποχρεωθούν να
τον αντιμετωπίσουν, ρίχνονται απάνω του σαν τα φοβιτσιάρικα
σκυλιά και δαγκώνουν: ο διαφωνών, ακόμη και στις λεπτομέρειες του πιστεύω τους, είναι ματαιόσπουδος σοφιστής ή αμφισβητίας κακόπιστος. Εκείνοι μόνο κατέχουν την “αλήθεια”. Και το δικαίωμα να την υπερασπίζουν
απέναντι σε όσους αρνούνται να την προσκυνήσουν».
Εξαίσιο όσο και επίκαιρο παράδειγμα για την ανάγκη
διαρκούς αμφισβήτησης περιέχεται στο κεφάλαιο “H αβεβαιότητα
του ειδικού” από το βιβλίο του Jerome Groopman “Πώς σκέφτονται οι γιατροί” (μτφ.: Π. Σταυρόπουλος, εκδ. Κλειδάριθμος, Αθήνα 2008, σελ. 175 επ.). Ο συγγραφέας εκκινεί από την
θέση ότι «η επιστημολογία, η φύση του γιγνώσκειν, έχει κεντρική σημασία στον
τομέα [της ιατρικής]. Αυτά που γνωρίζουμε βασίζονται σε ένα μέτριο μόνο επίπεδο κατανόησης. Αν έχεις κατά νου αυτή την αλήθεια,
είσαι έτοιμος να αμφισβητήσεις όσα νομίζεις
ότι ξέρεις, αμέσως μόλις δεις κάτι που σου δείχνει ότι μπορεί να μην είναι
σωστά».
Ακολούθως, διευκρινίζει ότι «δεν μπορεί ο καθένας στην ιατρική να κάνει
διαρκώς υπολογισμούς για την αξία των πληροφοριών», διότι τότε «θα
τρελαινόμασταν». «Όταν όμως βρίσκεσαι σε έναν υποτομέα μιας ειδικότητας, όταν
εκπαιδεύεις τους άλλους, πρέπει όχι μόνο να ξέρεις τι
ξέρουν οι άλλοι αλλά και πώς το ξέρουν. Πρέπει να ρωτάς τακτικά τους πάντες
και τα πάντα». Το δίδαγμα αυτό προέκυψε από τον χειρισμό ενός δύσκολου
περιστατικού στο νοσοκομείο της Μινεσότα, όπου είχε διακομισθεί η τετράχρονη
Χόλι, η οποία είχε κολλήσει ιό στο νηπιαγωγείο της. Η ακτινογραφία
θώρακος έδειξε ότι το περίγραμμα της καρδιάς της είχε παραμορφωθεί: «αντί για
το συνηθισμένο σχήμα αρβύλας, η καρδιά είχε σφαιροειδή εμφάνιση, σαν ένα
μπαλόνι νερό που κρεμόταν μέσα στο στήθος» (ό.π., σελ. 177).
Ο επιμελητής παιδοκαρδιολόγος που κλήθηκε στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών
εξήγησε στην μητέρα με ποιον τρόπο θα επιχειρούσε να εισχωρήσει υποξιφοειδώς
στο περικάρδιο και πώς θα τραβούσε το συσσωρευμένο υγρό χρησιμοποιώντας μια
βελόνα μεγάλης διαμέτρου. Όταν ο επιμελητής έσπρωξε βαθιά την βελόνα, με
αποτέλεσμα να υποχωρήσει ο σάκος του περικαρδίου, έλαβε χώρα η ακόλουθη στιχομυθία ανάμεσα στον επιμελητή και στον παριστάμενο νεαρό
καθηγητή Ιατρικής Τζέιμς Λοκ.
– «Γιατί βάζεις τη βελόνα κάτω από το ξιφοειδές;», ρώτησε ο Λοκ.
«Επειδή έτσι με δίδαξαν οι καθηγητές μου
όταν εκπαιδευόμουν», απάντησε ο επιμελητής.
– «Και γιατί νομίζεις ότι σου το δίδαξαν αυτό οι καθηγητές σου;», ξαναρώτησε ο Λοκ.
– «Επειδή έτσι διδάχτηκαν κι εκείνοι», κατέληξε ο γιατρός.
Όταν, όμως, o καρδιολόγος τράβηξε προς τα πίσω το έμβολο της σύριγγας,
συνάντησε μεγάλη αντίσταση και προσπαθώντας να ελιχθεί πηγαίνοντας βαθύτερα,
είδε την σύριγγα να γίνεται κατακόκκινη από αίμα. Για να σωθεί η Χόλι, χρειάστηκε να υποβληθεί αμέσως σε χειρουργική επέμβαση. Τα πράγματα θα είχαν
πάρει μη αναστρέψιμη τροπή, αν ο καρδιολόγος είχε εισχωρήσει μια σπιθαμή ακόμη
με την βελόνα, διότι σχεδόν όλο το υγρό δεν υπήρχε κάτω από το περικάρδιο, αλλά
είχε συσσωρευθεί στο πλάι.
Συγκλονισμένος ο Λοκ, άρχισε να ρωτά διαφόρους γιατρούς
για ποιον λόγο η συγκεκριμένη επέμβαση διενεργείτο με αυτόν και όχι με κάποιον
άλλον τρόπο, για να λάβει την ίδια απάντηση από όλους, δηλ. ότι ο τρόπος αυτός τους παραδόθηκε από τους δασκάλους τους. Εν συνεχεία, ο εκπαιδευόμενος ανέτρεξε
στην ιατρική βιβλιογραφία αναγόμενος μέχρι την δεκαετία του 1920 και έκανε την
εξής διαπίστωση:
«Αποδείχτηκε ότι μια από τις πρώτες δημοσιεύσεις σχετικά με το πώς πρέπει
να γίνεται η αποστράγγιση υγρού από την καρδιά είχε γραφτεί από μια γυναίκα
ιατρό. Η πρώτη της προσπάθεια έγινε βάζοντας τη βελόνα από την πλάτη και
στέφθηκε με επιτυχία. Εκείνη την εποχή […] ο μόνος τρόπος για να δεις αν υπήρχε
υγρό, ήταν με επικρούσεις στην καρδιά, δηλαδή να χτυπάς τα δάχτυλά σου πάνω στο
στήθος και να ακούσεις τον μουντό ήχο από το υγρό, που διέφερε από τις ψηλές
νότες από τον αέρα που γέμιζε τα πνευμόνια. Μετά την
επιτυχημένη αναφορά [στην] αποστράγγιση με βελόνα από την πλάτη στη δεκαετία
του 1920, η προσέγγιση αυτή υιοθετήθηκε ευρέως. Σύντομα όμως
ανέκυψαν επιπλοκές. Οι στεφανιαίες αρτηρίες περνούν πάνω από την επιφάνεια του
μυ της καρδιάς, και μερικές φορές η βελόνα που έμπαινε από τη ράχη τρυπούσε
αυτά τα αγγεία. Έτσι οι καρδιολόγοι άρχισαν να αναζητούν το τμήμα εκείνο της
καρδιάς όπου είχες τις μικρότερες πιθανότητες να χτυπήσεις πάνω σε στεφανιαία
αρτηρία […] και αποδείχτηκε ότι αυτό το μέρος ήταν κάτω
από το ξιφοειδές» (ό.π., σελ. 179/180).
Μετά το περιστατικό της Χόλι, ο συγγραφέας μάς ενημερώνει ότι ο Λοκ
επέστρεψε στο μάθημα και δίδαξε τους εκπαιδευόμενούς του «να μην πηγαίνουν κάτω
από το ξιφοειδές. Πρέπει πάντα να πηγαίνουν εκεί που
βρίσκεται το υγρό. Ακολουθούμε το νόμο του Σάτον. Ο νόμος του Σάτον
πήρε το όνομά του από τον Γουίλι Σάτον, διάσημο ληστή τραπεζών του Μπρούκλιν
στη δεκαετία του 1930, ο οποίος λήστευε τη
μια τράπεζα μετά την άλλη και είχε αποκομίσει μεγάλη περιουσία πριν τελικά
συλληφθεί. Στη δίκη, ο δικαστής ρώτησε τον Σάτον γιατί λήστευε τράπεζες. “Γιατί εκεί βρίσκονται τα λεφτά”, απάντησε εκείνος».
Ας φαντασθούμε, λοιπόν, ποια οδυνηρή
συνέπεια θα είχε για την Ιατρική Επιστήμη η τυχόν απαγόρευση αμφισβήτησης τής μέχρι το περιστατικό της Χόλι παραδεδομένης μεθόδου αποστράγγισης του υγρού από την καρδιά. Κι όμως, τέτοια
απαγόρευση αμφισβήτησης φαίνεται ότι κυριαρχεί σήμερα απ’ άκρου εις άκρον του
πολύπαθου πλανήτη μας, σε κάθε χώρα του οποίου έχει στηθεί ένα “καζάνι συνωμοσιολογικής κολάσεως” (στην Ελλάδα οι αμφισβητίες καλούνται “ψεκασμένοι”, στις γερμανόφωνες χώρες “Covidioten”), μέσα στο οποίο πρέπει να εξολοθρεύονται όλες οι αντίθετες απόψεις περί την διαχείριση
της παρούσας υγειονομικής κρίσης.
Πέραν των προαναφερθέντων, ο κ. Μητσοτάκης δεν δικαιούται να ζητά εμπιστοσύνη ή τυφλή υπακοή στους
“ειδικούς”-“επιστήμονες” που έχει επιλέξει για να τους συμβουλεύεται ή/και για
να ενημερώνουν τον ελληνικό λαό: Όχι μόνο γιατί κάποιοι εξ αυτών έχουν βεβαρημένο βιογραφικό λόγω συνεργασίας με φαρμακευτικές εταιρείες, όχι μόνο γιατί
κάποιοι άλλοι βγαίνουν στο γυαλί και ξερνούν
σκληρόκαρδα στα μούτρα των Ελλήνων όλο το μίσος που έχουν για τον άνθρωπο, αλλά προπάντων γιατί
μέχρι σήμερα οι αντιφάσεις, οι παλινωδίες και οι ασάφειες των
“ειδικών”-“επιστημόνων” είναι αμέτρητες, με κορυφαία όλων,
βεβαίως, την αρχική δήλωση περί επικινδυνότητας της χρήσης μάσκας, η οποία
κατέληξε να αντικατασταθεί σήμερα από το εμετικό
σύνθημα “μάσκα παντού”. Εσείς λοιπόν είστε, κ. Μητσοτάκη, εκείνος που
χρησιμοποιείτε (εξευτελιστικά για το ανθρώπινο είδος) συνθήματα, και όχι
κάποιοι δήθεν “ψεκασμένοι” πολίτες που ανήκουν στον λαό, ο οποίος απολύτως πλανεμένα σας εμπιστεύθηκε!
Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφερθεί ότι ο Luc Antoine Montagnier, Γάλλος ιολόγος και κάτοχος του βραβείου Νόμπελ (2008) για την ανακάλυψη του
ιού της επίκτητης ανοσολογικής ανεπάρκειας (HIV), διατελέσας επί
χρόνια ερευνητής του ινστιτούτου Παστέρ στην
Γαλλία, σε συνέντευξή του που αναρτήθηκε στο Διαδίκτυο, δήλωσε ότι οι επιστήμονες
αρνούνται να πουν την αλήθεια, διότι επικρατεί ένα κλίμα “γενικής συγκάλυψης” (“general coverup”): «ακόμη και οι
Αμερικανοί, Γάλλοι ή Άγγλοι επιστήμονες», επισημαίνει ο Montagnier, «ισχυρίζονται ψευδώς ότι ο ιός προήλθε από την φύση, επειδή πληρώνονται για να μην πουν την αλήθεια ή επειδή φοβούνται ότι, αν την αποκαλύψουν, θα χάσουν την
θέση τους».
Όγδοον, το διάγγελμα του κ. Μητσοτάκη περιέχει
κάποιες ασαφείς αναφορές που γεννούν εύλογες απορίες.
Επί παραδείγματι, δήλωσε ότι τα νέα δρακόντεια μέτρα αποτελούν «αναγκαία
προσαρμογή της άμυνάς μας, καθώς η επίθεση του
ιού εκδηλώνεται κατά κύματα». Αν έτσι έχει το πράγμα, και η διαπίστωση του
δεύτερου κύματος δεν ήταν μια (παγκόσμια)
πολιτική απόφαση, τότε μήπως πρέπει να προετοιμαζόμαστε για έναν αναβαθμισμένο νέο εφιάλτη περιοριστικών της ελευθερίας μας μέτρων, ο οποίος θα ξεσπάσει
με την έλευση ενός τρίτου, τέταρτου και πέμπτου κύματος; Μήπως έχουμε εγκλωβιστεί σε ένα σπιράλ
παρανοϊκής (συντονισμένης) επίθεσης που δέχονται παγκοσμίως οι πολίτες από
τις κυβερνήσεις τους, οι οποίες βαφτίζουν το
κρέας ψάρι, δηλαδή τις επιθέσεις κύματα;
Επιπλέον, ο κ. Μητσοτάκης δήλωσε ότι «υπάρχουν πόλεις που μέσα σε λίγες μέρες ξεπέρασαν τον κίνδυνο, ενώ άλλες, που δεν
είχαν πρόβλημα, αδράνησαν, με αποτέλεσμα αυτήν τη στιγμή
να απειλούνται». Αναρωτιέται κανείς ποιες ακριβώς είναι αυτές οι
πόλεις και από ποια στοιχεία προκύπτει ότι
συμβαίνει όντως το φαινόμενο που περιγράφεται.
Ασάφεια εντοπίζεται και ως προς την παράθεση του λόγου εξαιτίας του οποίου
τα ξενοδοχεία και τα κομμωτήρια επιτρέπεται (ευτυχώς) να λειτουργούν ακόμη: «Γιατί εκεί τα στοιχεία δείχνουν ότι το πρόβλημα ελέγχεται»! Πόθεν προκύπτει και
αυτή η διαπίστωση; Και άραγε βάσει ποιων στοιχείων μπήκε λουκέτο στα θέατρα και τους κινηματογράφους; Προέκυψε ότι
εντοπίσθηκαν κρούσματα σε αυτούς τους χώρους, όπου όλοι είναι μασκοφορεμένοι; Κι αν ναι, τότε τι νόημα έχει τελικώς η υποχρεωτική μασκοφορία;
Αλλά και ως προς την λειτουργία των ξενοδοχείων πρέπει να γίνει η
εξής επισήμανση: Εκ των πραγμάτων εισέρχονται και αυτά στο σπιράλ του αργού οικονομικού θανάτου, αφού θα εκλείπει ο
λόγος να επισκεφθεί κάποιος μια μικρή πανέμορφη επαρχιακή πόλη (π.χ. το
Ναύπλιο) όταν αυτή θα εμπίπτει στην ζώνη Β, δεδομένης της αναστολής της
λειτουργίας των χώρων εστίασης και καφέ. Ποιος θα
θελήσει τότε να επισκεφθεί αυτήν την πόλη και να μείνει στο ξενοδοχείο; Θα
καταλύσει σε κάποιο δωμάτιό του και θα προβεί σε τηλεπαραγγελία φαγητού; Ο κ. Μητσοτάκης,
λοιπόν, εμφανίζεται να λαμβάνει μέτρα στοχευμένα, ενώ στην πραγματικότητα διαλύει εν γνώσει του την ελληνική οικονομία, οδηγώντας στην απελπισία χιλιάδες επαγγελματίες των συναφών κλάδων.
Περαιτέρω, ο κ. Μητσοτάκης δήλωσε ότι «πρέπει να
δράσουμε τώρα, πριν λυγίσουν οι Μονάδες Εντατικής από το βάρος ζωών που
κινδυνεύουν». Αυτό ήταν, όμως, το επιχείρημα που δέσποσε και όταν αποφασίσθηκε το πρώτο
“lockdown”, ενώ σήμερα υποτίθεται ότι οι κλίνες ΜΕΘ έχουν πολλαπλασιασθεί·
άλλωστε, ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης στο προηγούμενο διάγγελμά του τόνισε ότι «διαθέτουμε μεγαλύτερο αριθμό κρεβατιών εντατικής θεραπείας και πολύ
περισσότερους γιατρούς και νοσηλευτές στα νοσοκομεία μας». Η προπαρατεθείσα
επιχειρηματολογία είναι παντελώς αβάσιμη και γελοία, αφού η κυβέρνηση είχε τον απαιτούμενο χρόνο για να δημιουργήσει τις κατάλληλες νοσοκομειακές
δομές αποκλειστικά για την αντιμετώπιση περιστατικών κορωνοϊού.
Είναι, λοιπόν, αναγκαίο να διαφωτισθεί αναλυτικά ο πολίτης
για τα εκάστοτε (γενικά και αφηρημένα) στοιχεία που επικαλείται ο κ.
Μητσοτάκης και το επιτελείο των (υφ)υπουργών ή ειδικών, τους οποίους
χρησιμοποιεί προτού λάβει τις πολιτικές του αποφάσεις. Η ανάγκη αυτή είναι επιτακτική, δεδομένου ότι ο κ. Μητσοτάκης επικαλέσθηκε την προληπτική δράση της κυβέρνησης. Κι όταν μια κυβέρνηση πετσοκόβει τις ελευθερίες των πολιτών προληπτικά (μόλις που χρειάζεται
να αναφερθεί ότι ο προληπτικός χαρακτήρας μιας επέμβασης ανασύρει στην μνήμη
μας τον προληπτικό πόλεμο που διεξήγαγαν οι ΗΠΑ
μετά την 11η Σεπτεμβρίου ενάντια στην τρομοκρατία· επ’ αυτού βλ. π.χ. Χατζηκωνσταντίνου, Ο προληπτικός πόλεμος ή η παραχάραξη της λογικής, εκδ.
Παπαζήση, Αθήνα 2005), η επιταγή της διαφάνειας πρέπει να
τηρείται με θρησκευτική ευλάβεια. Παρεμπιπτόντως: Με βάση ποιο κριτήριο εισηγήθηκε κάποιος αντίχριστος νους να εισέρχονται σε
κάθε ιερό ναό ασχέτως τετραγωνικών μέτρων μόνο 9 άτομα;
Για τον ίδιο λόγο, είναι απαράδεκτο το γεγονός ότι τα επίμαχα δρακόντεια μέτρα
που πλήττουν βάναυσα τα θεμελιώδη δικαιώματα του πολίτη
αποφασίσθηκε, επί τη βάσει του «έτσι θέλω,
έτσι διατάσσω, η θέλησή μου είναι ο μοναδικός λόγος» (βλ. την γνωστή
ιουβενάλειο ρήση από τις Σάτυρες: “hoc volo, sic jubeo, sit pro ratione
voluntas”), να διαρκέσουν επί έναν ολόκληρο μήνα, ενώ θα έπρεπε να
επανεξετασθούν το αργότερο μετά το πέρας δύο εβδομάδων,
όπως ίσχυε και επί πρώτου “lockdown”. Αλλά αυτά είναι ψιλά γράμματα για
κυβερνήτες απολυταρχικών καθεστώτων.
Τα προληπτικά μέτρα για τον περιορισμό των “προσταδιακών μολύνσεων”, και δη χωρίς αξιόπιστα στοιχεία, παραπέμπουν στην λογική του “Ποινικού Δικαίου του Εχθρού” (επ’ αυτού βλ. Βαθιώτη, Τραγικά διλήμματα στην εποχή του “πολέμου κατά της τρομοκρατίας”, ό.π.,
σελ. 193 επ.) που διαπνέει την συνεχή μετατόπιση
του αξιοποίνου σε ολοένα και πρωιμότερο στάδιο, προκειμένου να ανακοπεί ο τρομοκρατικός σχεδιασμός εν τη γενέσει του: Όπως στην εποχή του πολέμου κατά της τρομοκρατίας προωθήθηκε η πρώιμη επέμβαση του νομοθέτη στην σφαίρα ελευθερίας και προσωπικότητας
του ατόμου, ώστε να καταπολεμηθεί ακόμη και η “υποψία εγκληματικής δράσης” και όπως οι πανευρωπαϊκά ή και
διηπειρωτικά δικτυωμένες μυστικές υπηρεσίες αναζητούσαν πιθανούς δράστες κυρίως μαζικών εγκλημάτων, έτσι και στην εποχή
του πολέμου κατά του κορωνοϊού εξομοιώθηκαν με τα
επιβεβαιωμένα κρούσματα τα απλώς ύποπτα ή πιθανά, με αποτέλεσμα να λαμβάνονται δρακόντεια υγειονομικά μέτρα σε ένα απομακρυσμένο μολυσματικό προστάδιο. Nota bene: Ο ανωτέρω παραλληλισμός του ύποπτου-πιθανού κρούσματος με τον ύποπτο τρομοκράτη οδηγεί σε ένα
φρικώδες συμπέρασμα: Ο πόλεμος κατά της τρομοκρατίας αποτέλεσε το νομικό πρόπλασμα για τον πόλεμο κατά του κορωνοϊού!
Σημειωτέον ότι μέσω της λογικής του “Ποινικού Δικαίου του Εχθρού”
επιχειρήθηκε να νομιμοποιηθούν ακόμη και τα “προληπτικά
βασανιστήρια” για την έγκαιρη αναχαίτιση μιας τρομοκρατικής επίθεσης. Άραγε, την σημερινή εποχή, κάποια από τα δρακόντεια
υγειονομικά μέτρα δεν ισοδυναμούν με καθημερινό
βασανισμό των αθώων πολιτών για την αναχαίτιση της επίθεσης που έχει εξαπολύσει ο
“τρομοκράτης” κορωνοϊός; Αν, όμως, ισχύει ακόμη
ότι «μόνο ένα Ποινικό Δίκαιο εδραζόμενο στο Κράτος
Δικαίου που δεν νοθεύει τον ακρογωνιαίο λίθο, ο οποίος είναι η προστασία της αξίας του ανθρώπου, αποτελεί εγγύηση προστασίας των εννόμων αγαθών των πολιτών στο σύνολό τους» (βλ. την
παραδοχή της Ά. Μπενάκη-Ψαρούδα, Ποινική καταστολή και
συνταγματικά δικαιώματα, εφημ. ΤΟ ΒΗΜΑ, 1.3.2009, σελ. Α20, η οποία δικαίως
στηλιτεύει το “Ποινικό Δίκαιο του Εχθρού”, παρομοιάζοντάς το με τον “πόλεμο κατά του Kακού” και καταλήγοντας στην θέση ότι ένα
τέτοιο Ποινικό Δίκαιο που επιδιώκει να αδρανοποιήσει
τον “ύποπτο” προκαλεί εν τέλει «άλλου είδους φόβο και
ανασφάλεια του πολίτη, ο οποίος μοιάζει να παλινδρομεί ανάμεσα σε μια Σκύλλα
και σε μια Χάρυβδη»), τότε η υγειονομική πολιτική που ασκείται για την
αναχαίτιση του κορωνοϊού, εξαιτίας της οποίας καταρρακώνεται
η αξία του ανθρώπου, σημαίνει ότι ζούμε σε ένα Κράτος Αδίκου. Και το γεγονός ότι ουδείς τολμά να προσφύγει στο Συμβούλιο της Επικρατείας, προεξοφλώντας την απορριπτική στάση του, σημαίνει ότι ζούμε σε ένα κράτος που
στερείται τον σημαντικότερο πυλώνα του, την Δικαιοσύνη, επομένως ότι ζούμε υπό
ένα κρυπτοτυραννικό καθεστώς.
Κύριε Μητσοτάκη, κλείσατε το διάγγελμά σας με την φράση «οι λέξεις τελειώνουν». Καλό είναι να γνωρίζετε ότι αυτό που τελειώνει είναι η υπομονή του βασανιζόμενου πολίτη, ο οποίος
πυροβολείται καθημερινά από τους ανάλγητους “ψαλμωδούς” του κορωνοϊκού τρόμου. Κι όταν τελειώνει η
υπομονή ενός τμήματος του λαού απέναντι σε μια απολυταρχική κυβέρνηση, αρχίζει η επικίνδυνη για τους τυράννους αντίστροφη
μέτρηση – τότε είναι που ακούγεται το πριόνισμα των κλαδιών
πάνω στο οποίο νομίζετε ότι κάθεστε με ασφάλεια, για να αξιοποιήσω
την παρομοίωση του κειμενογράφου σας.
Ο Francis Bacon στο Δοκίμιό του με τίτλο “Για τις
ανταρσίες και τις ταραχές” (Δοκίμια, εκδ. Ζήτρος, μτφ.: Σπ. Φέγγος, Αθήνα 2000, σελ. 98) έγραφε: «Ο Επιμηθεύς, όταν οι θλίψεις και τα κακά
πέταξαν από το κουτί της Πανδώρας, έκλεισε τελικά το καπάκι και κράτησε μέσα
την ελπίδα. Σίγουρα, η προσεκτική και επιδέξια συντήρηση των ελπίδων και η διαρκής προσφορά τους στους ανθρώπους είναι ένα από τα καλύτερα αντίδοτα κατά του δηλητηρίου της δυσαρέσκειας. Και είναι σαφής
ένδειξη σοφής διακυβέρνησης και πολιτικής, όταν η κυβέρνηση μπορεί να κρατήσει τις καρδιές των ανθρώπων με την ελπίδα, ενώ δεν μπορεί να
τις ικανοποιήσει· και όταν μπορεί να χειρίζεται τα πράγματα με τέτοιο τρόπο,
ώστε κανένα κακό να μην εμφανίζεται τόσο
μεγάλο, που να μην αφήνει διέξοδο στην ελπίδα».
Είναι πλέον σε πολλούς εξ ημών απολύτως
προφανές ότι επιχειρείτε να κλείσετε τα στόματα των Ελλήνων μπουκώνοντάς τα με φρούδες ελπίδες επεξεργασμένες στον αργαλειό του ψεύδους και της απάτης. Το δεύτερο
αυτοκτονικό “hard lockdown” απέχει ίσως λίγες μόνο ημέρες από το ήδη υλοποιούμενο “light lockdown” (όπως ήδη τονίσθηκε: μόνο εν μέρει light) – η κοινή λογική θέτει το εξής
αμείλικτο (ρητορικό) ερώτημα: πώς θα
αναχαιτισθούν τα νέα ρεκόρ κρουσμάτων, στα οποία τόσο πολύ έχετε επενδύσει, ώστε να μην
αποφασίσετε αυτό που (υποτίθεται ότι) από την αρχή θέλατε να αποφύγετε, δηλ.
ένα νέο “lockdown”; Και μόνο το γεγονός ότι όλους αυτούς
τους μήνες φροντίζατε επιμελώς, τόσο εσείς όσο και οι συνεργάτες σας, να διατηρείτε σταθερά στο προσκήνιο τον εν λόγω στρατιωτικό όρο-φόβητρο, δείχνει ότι μας προθερμαίνατε για την δεύτερη ψυχρολουσία.
Αλλ’ ακόμη κι αν δεν τολμήσετε εν τέλει την επιβολή ενός “hard lockdown”, ελάχιστα διαφέρει από την εικόνα των πόλεων του Μαρτίου η σημερινή βουβή
εικόνα που παρουσιάζουν και πάλι οι περισσότερες πόλεις μας όχι μόνο την νύχτα αλλά και τις περισσότερες ώρες της ημέρας, αφού ο κόσμος, για να διασκεδάσει, θα πρέπει να κλειστεί στα σπίτια του. Μάλιστα, μόνο εκεί
μπορεί να νιώθει άνθρωπος, αφού, αν αποφασίσει
να περπατήσει στην φύση, θα πρέπει να μεταλλαχθεί σε “ζομπάνθρωπο”. Σε τι παράνοια και παραχάραξη της λογικής έχει οδηγήσει το
απάνθρωπο μέτρο της υποχρεωτικής καθολικής μασκοφορίας μπορεί να γίνει
αντιληπτό αν παρατηρήσουμε την αντεστραμμένη
εικόνα που εμφανίζουν όσοι πολίτες βγάζουν βόλτα τα σκυλιά τους: οι σκύλοι ελεύθεροι αλλά οι κύριοί τους με φίμωτρο!
Μετά από όλα αυτά, δεν θα ήταν καθόλου υπερβολικό να ανακηρυχθεί παγκοσμίως
το 2020 ως η μοναδική στην ιστορία της ανθρωπότητας χρονιά ομηρείας των πολιτών από τις ίδιες τις κυβερνήσεις τους. Επίσης, την ημέρα
κήρυξης της πανδημίας του κορωνοϊού (11.3.2020) οι επόμενες γενιές (αν
υπάρξουν) θα πρέπει να καταθέτουν στεφάνι στην μνήμη της
πλέον ενταφιασμένης ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Ο υποκρυπτόμενος “αόρατος μαριονετίστας” που σχεδίασε αυτό το ανήκουστο και αλλόκοτο έγκλημα σε βάρος της ανθρωπότητας δύναται, με όρους
Ποινικού Δικαίου, να χαρακτηρισθεί ως “αυτουργός
πίσω από τον αυτουργό” (Täter hinter dem Täter). Μάλιστα, θα μπορούσε να
συζητηθεί και το περίφημο φαινόμενο των λεγόμενων “οργανωτικών μηχανισμών εξουσίας” (“organisatorische Machtaparrate”) που ενδημούν σε ολοκληρωτικά καθεστώτα, το οποίο επιτρέπει την αξιολόγηση του
υποκρυπτόμενου “αόρατου μαριονετίστα” ως έμμεσου
αυτουργού, δεκτού γενομένου ότι αυτός είναι που έχει ενεργοποιήσει τον οργανωτικό
μηχανισμό. Στα γρανάζια του μοιάζουν παγιδευμένοι οι ηγέτες-μαριονέτες των επιμέρους χωρών, οι οποίοι θεωρούνται
εναλλάξιμοι τροχοί του.
Ολοκληρώνω με μία παράκληση: Συνεχίστε, κ. Μητσοτάκη, να μιλάτε για “πόλεμο με τον κορωνοϊό” και για “διεξαγόμενες μάχες” (άραγε, πόσες ακόμη προβλέπει το “στρατιωτικό μενού” σας;). Όσο πιο πολύ αξιοποιείτε την μιλιταριστική λογική (η στρατικοποίηση της κρίσης δεν αποκλείεται να
βγάλει στον δρόμο εκτός από την αστυνομία και τον
στρατό), τόσο ευκολότερα θα καταλάβουν και οι τελευταίοι υπνωτισμένοι πολίτες ότι
εφαρμόζεται σχεδόν κατά γράμμα το “1984” του Τζωρτζ Όργουελ (μτφ.: Νίνα Μπάρτη, Αθήνα, 1978).
Προειδοποιητικά, και όχι προφητικά,
διαβάζουμε στο εν λόγω δυστοπικό μυθιστόρημα τα ακόλουθα: «Δεν έχει
σημασία αν γίνεται πραγματικά πόλεμος και αφού δεν είναι δυνατόν να υπάρξει
καμιά αποφασιστική νίκη, δεν έχει σημασία αν ο πόλεμος πηγαίνει καλά ή άσχημα.
Αυτό που είναι απαραίτητο είναι να υπάρξει πολεμική κατάσταση. Η συστηματοποίηση
της νοημοσύνης που απαιτεί το κόμμα από τα μέλη του […] επιτυγχάνεται πιο εύκολα σε ατμόσφαιρα πολέμου» (ό.π., σελ. 190)».
Στο ίδιο μυθιστόρημα βρίσκεται και η εξής βαρυσήμαντη φράση: «Το έγκλημα της σκέψης δεν επιφέρει τον θάνατο: το έγκλημα της σκέψης ΕΙΝΑΙ
ο θάνατος» (ό.π., σελ. 35). Ίσως μόνο έτσι θα μπορέσει το παρόν “καθεστώς” να
συνεχίσει να κυβερνά: έχοντας θανατώσει την σκέψη του πολίτη με εργαλείο τον φόβο και οδηγό το απόφθεγμα που αναφέρεται στο
προαναφερθέν δοκίμιο του Francis Bacon (ό.π., σελ. 95) “dolendi modus, timendi non item”, ελληνιστί: «υπάρχει όριο στον πόνο, όχι στον φόβο».
ΥΓ1: Σε αυτό το διάγγελμα εντοπίζονται φραστικά
ατοπήματα που μαρτυρούν είτε προχειρότητα είτε γλωσσική ανεπάρκεια είτε ακόμη και πανικό. Επί παραδείγματι, ο
κ. Μητσοτάκης είπε ότι «Το σημερινό μου μήνυμα είναι
εκείνο που ήθελα εξαρχής να μην χρειαστεί να κάνω». Ωστόσο, όπως κάθε
Έλληνας γνωρίζει, ακόμη και ένα παιδί του Δημοτικού, τα μηνύματα δεν τα κάνει
κάποιος αλλά τα στέλνει. Βεβαίως, πρόκειται
για lapsus calami, το οποίο χρεώνεται
στον γλωσσικά ελλιποβαρή κειμενογράφο του κ.
Μητσοτάκη.
ΥΓ2: Ο κειμενογράφος του κ. Μητσοτάκη είχε μια αποφθεγματική αναλαμπή, η οποία προτείνω να ενταχθεί στο “Ημερολόγιο της Σοφίας” που, κατ’ απομίμησιν του Λέοντος Τολστόι (κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Printa, μτφ.: Νάνσυ Κουβαράκου, Αθήνα 2006), μπορεί να επιμεληθεί ένας μελλοντικός
αναλυτής της σημερινής δυστοπίας. Έγραψε ο κειμενογράφος και απήγγειλε ο κ.
Μητσοτάκης: «Γιατί αν η ζωή παραμένει προτεραιότητα,
η οικονομία δεν παύει να είναι αυτή που πρέπει να διατηρηθεί ζωντανή για να την
υπηρετεί»! “Ουάου”, που θα φώναζαν και οι αμερικανοθρεμμένοι σύμβουλοι του κ.
Μητσοτάκη. Μόνο που ο τελευταίος ξεχνά ότι στην στάθμιση που έκανε, όταν μας
είπε ότι υπηρετεί το χρέος του, έβαλε στην μια πλευρά της πλάστιγγας την υγεία και την ασφάλεια και όχι την ζωή. Εν μέρει ορθώς, αφού
ο κίνδυνος για την ανθρώπινη ζωή από τον κορωνοϊό είναι
εξαιρετικά χαμηλός. Εν τούτοις, στην
άλλη πλευρά της πλάστιγγας έβαλε μόνο την οικονομία, ενώ οι κονιορτοποιούμενες ελευθερίες του πολίτη μαζί με την βάναυσα προσβεβλημένη ανθρώπινη αξιοπρέπεια παρέμειναν παντελώς αόρατες!
ΥΓ3: Αλλά, αυτήν την φορά, ο κειμενογράφος του κ. Μητσοτάκη, εκτός από
αποφθεγματική, είχε και ποιητική έμπνευση. Θαυμάστε: «ο κορονοϊός ξέρει να περνά από τις χαραμάδες της αμέλειας κάποιων λίγων,
που υπονομεύουν την προσπάθεια των πολλών». Στο σπίτι, όμως, του κρεμασμένου δεν
μιλάμε για σχοινί. Ας επιχειρήσει η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη μια ενδοσκόπηση
με διάθεση αυτοκριτικής και θα ανακαλύψει από την χαραμάδα ποιας αμελούς ή
ακόμη καλύτερα ποιας δολίας συμπεριφοράς περνά ο κορωνοϊός. Είναι ντροπή, κ.
Μητσοτάκη, να καταφέρεστε κατά των δήθεν αμελών πολιτών, την ώρα που η
κυβέρνησή σας αντί να μεριμνά για την θωράκιση του συστήματος Υγείας, φρόντιζε να σκορπά εκατομμύρια ευρώ για την υλοποίηση της προπαγάνδας στα
ΜΜΕ με την προώθηση των εμετικών συνθημάτων τύπου “μένουμε σπίτι, μένουμε
ασφαλείς”.