Οἱ προϋποθέσεις τῶν κατὰ Χριστὸν Διαλόγων εἶναι
ἀποθησαυρισμένες στὰ κείμενα τῶν Ἁγίων Πατέρων καὶ εἶναι σαφεῖς καὶ
ἀδιαπραγμάτευτες. Οἱ Οἰκουμενιστές, ὅμως, τὶς διαστρεβλώνουν ...«ἐπιτυχῶς»! Κι
αὐτὸ γιατὶ οἱ πνευματικοὶ ποιμένες τοὺς τὸ ἐπιτρέπουν. Ἀρνοῦνται νὰ κάνουν ἐκεῖνο
ποὺ δίδαξε ὁ ἑορταζόμενος σήμερα Μέγας Χρυσόστομος (κι ἂς μὴν ὀνομάστηκε
ἐπισήμως Μέγας).
Ὅλοι οἱ Ἅγιοι
Πατέρες, ἀλλὰ καὶ ὁ σήμερα ἑορταζόμενος ἱ. Χρυσοστόμος, μᾶς διδάσκει πὼς πρώτη
προϋπόθεση τῶν Διαλόγων μὲ τοὺς αἱρετικούς,
εἶναι ὅτι πρέπει νὰ τοὺς βλέπουμε ὡς ἀσθενεῖς, νὰ τοὺς προσεγγίζουμε μὲ καλωσύνη ὡς ἰατροί καὶ νὰ μὴ συμμετέχουμε «ἰσότιμα» στοὺς Διαλόγους, ὡς ἀναζητοῦντες
τὴν ἀλήθεια ἀπὸ κοινοῦ. Οὐδεὶς
Ἅγιος ἀποδέχτηκε αὐτὴν τὴν "ἰσότητα" τὴν ὁποία καθιέρωσαν οἱ
Οἰκουμενιστὲς καὶ στὴν πράξη ἀποδεχτήκαμε. Ἀντίθετα οἱ Ἅγιοι πάντα ἦσαν τοῦ
πνεύματος τῆς παρακάτω ἀπαντήσεως ποὺ διασώζει ὁ Μ. Ἀθανάσιος σὲ μιὰ περίπτωση
Διαλόγου Ὀρθοδόξων καὶ Ἀρειανῶν:
«Ἐμεῖς δὲν ἤρθαμε ἐδῶ γιὰ νὰ ἀνακαλύψουμε τὴν ἀλήθεια τῆς πίστεως, αὐτὴν τὴν ἔχουμε, ἀλλὰ ἤρθαμε γιὰ νὰ συνετίσουμε τοὺς αἱρετικοὺς ποὺ ἀντιλέγουν στὴν παραδοθεῖσα ἀληθινὴ πίστη: «ἡμεῖς οὐ δεόμενοι πίστεως συνήλθομεν (ἔχομεν γὰρ ἐν ἑαυτοῖς ὑγιαίνουσαν τὴν πίστιν), ἀλλ' ἵνα τοὺς ἀντιλέγοντας τῇ ἀληθείᾳ καὶ καινοτομεῖν ἐπιχειροῦντας ἐντρέψωμεν».
Καὶ κατέληξαν:
«Μόνο ἂν
ἀποδεχθῆτε τὴν παραδεδομένη πίστη ποὺ ἐμεῖς ἐδῶ πιστὰ ἐκφράζουμε, μπορεῖ νὰ
ὑπάρξει μεταξύ μας ὁμοφροσύνη. Ἐπειδὴ δὲ αὐτοί, ὡς ἀμαθεῖς καὶ δόλιοι, ἐπέμεναν
στὶς θέσεις,
οἱ Πατέρες τοὺς
κατεδίκασαν «ὡς μὴ ὄντας ἀληθῶς Χριστιανούς» (Μ. Ἀθανασίου, Ἐπιστολὴ περὶ τῶν γενομένων ἐν τῇ Ἀριμίνῳ τῆς Ἰταλίας καὶ ἐν
Σελευκείᾳ τῆς Ἰσαυρίας συνόδων).
Στὶς συζητήσεις
τῶν Πατέρων μὲ τοὺς αἱρετικούς, ὁ ὀρθόδοξος ποιμένας ἔχει τὸν πρῶτο λόγο. Διδάσκει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος. «Κἂν λέγῃ σοι ὁ αἱρετικός,…
κατάσπασον αὐτοῦ τὸ φρόνημα εἰς τὴν γῆν ...καὶ μὴ ἀφῇς ἀποπηδῆσαι, μηδὲ
ἀναχωρῆσαι εἰς τὸν λαβύρινθον τῶν λογισμῶν· ἀλλὰ κάτασχε, καὶ ἀπόπνιξον, μὴ τῇ
χειρί, ἀλλὰ τῷ ρήματι· μὴ δῷς αὐτῷ διαστολὰς καὶ διαφυγάς, ἃς βούλεται. Ἐκεῖθεν
θόρυβον ἐμποιοῦσι τοῖς διαλεγομένοις, ἐπειδὴ ἡμεῖς αὐτοῖς ἀκολουθοῦμεν καὶ οὐκ
ἄγομεν ὑπὸ τοὺς νόμους τῶν θείων Γραφῶν. Περίθες τοίνυν αὐτῷ τειχίον πάντοθεν,
τὰς ἀπὸ τῶν Γραφῶν μαρτυρίας, καὶ οὐδὲ χᾶναι δυνήσεται» (Χρυσοστόμου Ἰω., Ἀπόδειξις τοῦ χρησίμως τὰς περὶ Χριστοῦ καὶ ἐθνῶν καὶ τῆς
ἐκπτώσεως Ἰουδαίων προφητείας ἀσαφεῖς εἶναι).
Καὶ ὁ ἅγιος
Παΐσιος τοῦ ἰδίου πνεύματος δὲν ἦταν, ὅταν ἔλεγε γιὰ τοὺς διαλεγομένους Οἰκουμενιστές: «Μαζεύονται καὶ συνεδριάζουν καὶ
κάνουν συζητήσεις ἀτέλειωτες γιὰ πράγματα ποὺ δὲν χωράει συζήτηση, ποὺ οὔτε οἱ
ἴδιοι Πατέρες συζήτησαν ἐδῶ καὶ τόσα χρόνια. Ὅλες αὐτὲς οἱ ἐνέργειες εἶναι τοῦ πονηροῦ· ...συγκαλοῦν συνέδρια μὲ
ἑτεροδόξους, γιὰ νὰ γίνεται ντόρος καὶ νομίζουν ὅτι θὰ προβάλουν ἔτσι τὴν
Ὀρθοδοξία, μὲ τὸ νὰ γίνουν δηλαδὴ ταραμοσαλάτα μὲ τοὺς κακοδόξους» (Διονυσίου Δ. Τάτση, Πρεσβ., "Ἀθωνικὸν ἡμερολόγιον").
Σήμερα, λοιπόν,
ὄχι ἁπλῶς δὲν χρησιμοποιοῦμε σταθερὰ -γιὰ νὰ ἀποδείξουμε τὶς κακοδοξίες τους-
«τὰς τῶν Γραφῶν μαρτυρίας», ἀλλὰ συμμετέχουμε ἰσότιμα καὶ ἀνεχόμαστε
ἀναντίρρητα τὴν διδασκαλία τῶν ἀρρώστων ὡς πρὸς τὴν Πίστη καὶ δολίων ὡς πρὸς
τὴν διάθεση ἑτερόδοξων ἡγετῶν. Δηλαδή, εὐοδώνουμε τὶς «ἐνέργειες τοῦ πονηροῦ» καὶ τῶν παμπάλαιων συμμάχων του
Παπικῶν (καὶ Προτεσταντῶν), οἱ ὁποῖοι προκλητικὰ καὶ πεισματικὰ ἀμετανόητοι
λέγουν -μεσοῦντος τοῦ Διαλόγου- ὅτι ἡ Ἐκκλησία μας εἶναι ἐλλειμματική (Πάπας
Βενέδικτος), ἢ ἀσθενής (Πάπας Φραγκίσκος).
Καὶ πῶς θὰ
δεχθοῦν νὰ θεραπευθοῦν οἱ ἄρρωστοι Παπικοὶ ἀπὸ ἐμᾶς, ποὺ τοὺς ἐπιτρέπουμε
νὰ μᾶς βλέπουν, ὄχι ὡς ἰατρούς, ἀλλὰ ὡς «ἀφελεῖς» ἀσθενεῖς;
Δεύτερο
στοιχεῖο-προϋπόθεση στὴν διδασκαλία τοῦ ἱ. Χρυσοστόμου
(συνέχεια τῆς πρώτης) εἶναι, πὼς αὐτὴν τὴν ἐπιχείρηση θεραπείας τῶν αἱρετικῶν,
πρέπει νὰ τὴν διεξάγουν οἱ δυνατοί, οἱ καλῶς κατηρτισμένοι καὶ ἐστηριγμένοι
στὴν Πίστη: «Ταῦτα
πρὸς τοὺς ἰσχυροτέρους λέγω καὶ ἀνεπηρεάστους καὶ δυναμένους ἐκ τῆς ἐκείνων
ὁμιλίας μηδεμίαν παραδέξασθαι (=νὰ
δεχθοῦν) βλάβην». Οἱ ἄλλοι ἀσθενέστεροι πιστοί –διδάσκει ὁ Ἅγιος– πρέπει νὰ ἀποφεύγουν τὴν συναναστροφὴ μὲ τοὺς αἱρετικούς, γιὰ νὰ μὴ γίνει
ἡ αἰτία τῆς φιλίας, ἀφορμὴ ἀσεβείας: «εἴ
τις ἀσθενέστερος εἴη, φευγέτω τούτων τὰς συνουσίας, ἀποπηδάτω τοὺς συλλόγους,
ὥστε μὴ τὴν τῆς φιλίας ὑπόθεσιν ἀφορμὴν ἀσεβείας γενέσθαι»· διότι ὅπως διδάσκει καὶ ὁ ἀπ. Παῦλος «οἱ κακὲς συναναστροφὲς καταστρέφουν
τὰ καλὰ ἤθη».
Ὅπως
ἀντιλαμβάνεται κανεὶς ἐκ τῶν ἀνωτέρω, ὅλα αὐτὰ ἰσχύουν γιὰ τοὺς ὀρθόδοξους Ποιμένες καὶ πιστούς, τοὺς «ἀνεπηρεάστους»! Δηλαδή, ὁ ἱ. Χρυσόστομος, ὅταν
μιλᾶ γιὰ δυνατούς, δὲν
ἐννοεῖ ὡς
δυνατούς, ἐκείνους ποὺ διαστρέφουν τήν Πίστη, δηλ. τοὺς αἱρετικούς Οἰκουμενιστὲς Πατριάρχες, Ἐπισκόπους καὶ θεολογοῦντες!
Δυνατοί, δὲν εἶναι οἱ αἱρετικοί Οἰκουμενιστές. Αὐτοί μόνο μία δύναμη ἀπέδειξαν
ὅτι ἔχουν τὴν δύναμη νὰ κατεδαφίζουν συστηματικὰ τὴν
ὀρθοδοξία!
Ἄρα τὸ πρόβλημα
σήμερα, ἔχει γιὰ μᾶς ἄλλες διαστάσεις. Ὅσα διδάσκει ὁ ἱ. Χρυσόστομος γιὰ τοὺς
Διαλόγους, δὲν ἀφοροῦν, δὲν ἀπευθύνονται πρὸς τοὺς Οἰκουμενιστές
κακο-ὀρθόδοξους ποιμένες. Τὶς συμβουλὲς τοῦ Ἁγίου πρέπει νὰ τὶς ἐξετάσουν, ὅσοι
νομίζουν πὼς πολεμοῦν τοὺς αἱρετικοὺς καί, πρωτίστως, τοὺς Οἰκουμενιστές.
Καὶ δυστυχῶς,
πολλοὶ ἀντι-Οἰκουμενιστὲς καὶ ἱστολόγια, εὐκαίρως-ἀκαίρως ἀποδέχονται τοὺς Διαλόγους, φιλοσοφοῦντες καὶ θεολογοῦντες
«μετ’ εὐτελείας» θεολογικῆς, ὡς ἐκτὸς τόπου καὶ χρόνου. Ὡς «μωροὶ καὶ
τυφλοὶ» λέγουν καὶ κάνουν ἐκεῖνα ποὺ ταιριάζει νὰ λέγονται καὶ νὰ γίνονται
σὲ καιρὸ εἰρήνης τῆς Ἐκκλησίας. Δὲν ταιριάζουν τώρα, ποὺ βουλιάζουμε στὴν
αἵρεση, ποὺ καθημερινὰ μολυνόμαστε ἀπ’ αὐτή· τώρα ποὺ ἦρθε καὶ ἔρχεται «τὸ βδέλυγμα τῆς ἐρημώσεως»· τώρα ποὺ τὰ μάτια μας εἶδαν καὶ τὰ
αὐτιά μας ἄκουσαν κάθε εἴδους βλασφημία καὶ οἰκουμενιστικὴ διαστροφή, ὄχι μόνο
δογματική, ἀλλὰ καὶ ἠθική!
«Πρέπει νὰ
γίνονται οἱ Διάλογοι»,
μᾶς λένε οἱ διάφοροι ἱστολόγοι (Τελεβάντος), ἀλλὰ καὶ διάφοροι ἀντι-Οἰκουμενιστὲς
Ἱεράρχες. «Ἡ
Ἐκκλησία ἀνέκαθεν ἦταν ὑπὲρ τῶν Διαλόγων, ἀπὸ ἀγάπη, γιὰ τὴν παγκόσμια εἰρήνη..., ἀρκεῖ ὅσοι τοὺς διεξάγουν νὰ μὴν
ἐκκλίνουν ἀπὸ τὴν Πίστη»!!!
Οἱ ἀφελεῖς!
Ὁμιλοῦν, ὡσὰν τοὺς Διαλόγους νὰ τοὺς διεξάγει ὁ Μ. Ἀθανάσιος, ὁ Μ. Βασίλειος, ὁ
ὅσιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης, κι ΟΧΙ Οἰκουμενιστές, ὅπως ὁ Ζηζιούλας καὶ ὁ
Βαρθολομαῖος, καὶ οἱ συλλειτουργοί τους, ὡς ὁ Μεσσηνίας, ὁ Σύρου, ὁ
Δημητριάδος, ὁ Ἀργολίδος, ὁ Ἀλεξανδρουπόλεως καὶ ὅλος ὁ θίασος τῶν
Οἰκουμενιστῶν!!!
Ὅταν κάνεις
πόλεμο μὲ ἕνα δόλιο ἐχθρό, δὲν φιλοσοφεῖς περὶ εἰρήνης, ἀνεκτικότητας, δὲν
κάνεις διάλογο μὲ τὸν ἐχθρό, δὲν προτρέπεις τοὺς πολεμιστὲς νὰ δείξουν
ὑποχωρητικότητα καὶ ὅ,τι −τέλος πάντων− ἐν καιρῷ εἰρήνης ἀπαιτεῖται καὶ
ἐπιβάλλεται, γιατὶ ἔτσι ἐνσπείρεις τὴν ἀπροθυμία, τὴν ἡττοπάθεια, τὴν σύγχυση στὸ στράτευμα. Σὲ καιρὸ πολέμου
προσπαθεῖς νὰ διεγείρεις τὴν ἀνδρεία γιὰ τὴν ὑπεράσπιση τῆς πατρίδος καὶ τῆς
Πίστεως.
Αὐτοῦ τοῦ εἴδους,
ὅμως, οἱ ἀντι-Οἰκουμενιστές, ἐνῶ γνωρίζουν ὅτι οἱ ἐχθροὶ τῆς Πίστεως Παπισμός,
Προτεσταντισμός, Οἰκουμενισμὸς κ.ἄ., συνεχῶς προελαύνουν στὸν χῶρο τῆς
Ἐκκλησίας, δὲν ἀντιμετωπίζουν τοὺς Οἰκουμενιστὲς ὡς ἐχθροὺς τῆς Πίστεως, ἀλλ’ ὡς ...διαχειριστὲς τῶν Ἱερῶν καὶ Ὁσίων μας (!!!) καὶ τοὺς
ἀποδέχονται ὡς ἐκπροσώπους τους στοὺς Διαλόγους!!! Κι αὐτὸ γιατὶ ἔχουν ἐκπέσει
(ἐκτὸς τῶν ἄλλων) στὴν αἵρεση τοῦ ἐπισκοποκεντρισμοῦ. Δὲν μποροῦμε, λένε, νὰ
ἀρνηθοῦμε καὶ νὰ ἀπομακρυνθοῦμε ἀπὸ ἐπισκόπους ποὺ δὲν ἔχουν καθαιρεθεῖ, ἂς
ἔχουν αἱρετικὸ φρόνημα!
Καὶ ξεχνοῦν ὅτι,
ἀκόμα καὶ οἱ Μ. Ἀθανάσιος, Μ. Βασίλειος, Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, Γρηγόριος ὁ
Παλαμᾶς, Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός, οἱ Ἅγιοι τῆς Πίστεως, οἱ ὄντως δυνατοί, ἀκολουθοῦντες τὴν Ἐντολὴ τοῦ
Κυρίου, εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννη, τοῦ ἀπ. Παύλου («αἱρετικὸν ἄνθρωπον... παραιτοῦ»),
συμβούλευαν νὰ ἀπομακρυνόμαστε
ἀπὸ
τοὺς αἱρετικούς, δυνατοὶ καὶ ἀδύνατοι, ἐφ’ ὅσον αὐτοὶ δὲν ἔχουν διάθεση νὰ ἀκούσουν τὴν ἀλήθεια, ἐφόσον μὲ δολιότητα αὐξάνουν
τὶς αἱρέσεις, ἐφόσον ἄλλα λένε σὲ ὀρθόδοξο περιβάλλον καὶ ἄλλα στοὺς αἱρετικούς
(ὡς ὁ πατρ. Βαρθολομαῖος), ἐφόσον μᾶς ὁδηγοῦν ἐξοφθάλμως πρὸς τὴν Πανθρησκεία
καὶ τὸν Ἀντίχριστο!
* * *
Γράφει ὁ Ἅγιος
Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, πὼς ἡ ὕπαρξη αἱρετικῶν σὲ κάποια πόλη ξεσήκωσε τοὺς
ποιμένες, οἱ ὁποῖοι, ὡσὰν «γενναῖοι σκύλακες» ποὺ βλέπουν τοὺς αἱρετικοὺς «λύκους… τὴν ποίμνην ἅπασαν
διαφθείροντας», κατέβηκαν
στὴν μάχη κατὰ τῶν αἱρετικῶν καὶ δὲν σταμάτησαν τὸν ἀγῶνα πρὶν νὰ τοὺς ἐκδιώξουν ἀπὸ τὴν πόλη τους, «αὐτοὺς πάντοθεν ἀπελαύνοντες» (Ἰω. Χρυσοστόμου, Πρὸς Ἀνομοίους περὶ ἀκαταλήπτου, λόγ. Β΄).
Λοιπόν, σήμερα,
βλέπουμε νὰ ἔχει ἐπικρατήσει στὴν Ἐκκλησία μία κατάσταση, ποὺ σὲ καμιὰ ἄλλη
περίοδο τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας δὲν παρατηρεῖται. Δηλαδή, βλέπουμε νὰ
διδάσκεται καὶ νὰ ἐμπεδώνεται ἐπισήμως στοὺς πιστούς −διὰ λόγων καὶ πράξεων−
μία αἵρεση, ἡ αἵρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ· νὰ ἐπεκτείνεται αὐτὴ ἀνεμπόδιστα καὶ
ταχύτατα· οἱ ἴδιοι οἱ Ἐπίσκοποι νὰ παραδέχονται ὅτι αὐτὴ εἶναι ΠΑΝΑΙΡΕΣΗ, καὶ παρόλα
αὐτά, νὰ μὴν πολεμοῦν αὐτὴ τὴν αἵρεση ὀρθόδοξα, νὰ ἀρνοῦνται νὰ κατονομάσουν
τοὺς ἀρχηγοὺς τῆς αἱρέσεως· νὰ ἀρνοῦνται νὰ τοὺς κυνηγήσουν ὡς ἄλλοι «σκύλακες» ἤ, τουλάχιστον, νὰ ἀπομακρυνθοῦν
ἀπὸ αὐτούς. Κι ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλὰ νὰ κάνουν καὶ τὰ ἀντίθετα· νὰ συμμετέχουν
στὴν διαδικασία
ἐπεκτάσεως τῆς
αἱρέσεως, ὡς ἐνεργὰ μέλη τοῦ Π.Σ.Ε. καὶ
τῶν παντοειδῶν Διαλόγων, τοὺς ὁποίους κατὰ τὰ ἄλλα
καταγγέλλουν! Καὶ τὸ χειρότερο, νὰ ἀποδέχονται ὅτι οἱ ἀποφάσεις τῆς Κολυμπαρίου Συνόδου εἶναι
κακόδοξες, καὶ ταυτόχρονα νὰ ἀποδέχονται τὴν κοινωνία μὲ τοὺς κακοδόξως ἀποφασίσαντας!!!
Ἔχουν «νοῦν Χριστοῦ» αὐτὰ τὰ καμώματα τῶν συγχρόνων
Ποιμένων; Διασώζουν κάποια ἴχνη ἁγιοπατερικῆς λογικῆς ὅσοι, ὄχι μόνο
διαλέγονται, ἀλλὰ καὶ κοινωνοῦν μὲ τοὺς Παναιρετικοὺς Οἰκουμενιστές; Ἔχουν ὡς
διδάσκαλό τους οἱ σύγχρονοι ἀντι-αἱρετικοί—ἀντι-οἰκουμενιστὲς Γέροντες καὶ
Πατέρες τὸν ἱερὸ Χρυσόστομο, ὁ ὁποῖος στεντορείᾳ τῇ φωνῇ φωνάζει:
«Ἐχθρούς γάρ Θεοῦ
οὐ μόνον τούς αἱρετικούς, ἀλλά και τούς τοῖς τοιούτοις κοινωνοῦντας, μεγάλῃ καί πολλῇ τῇ φωνῇ
ἀπεφήνατο»; (Ἅγιος
Θεόδωρος ὁ Στουδίτης, P.G. 99, σ. 1049).
Μακάρι νὰ
“φιλοσοφήσουν” οἱ σύγχρονοι πατέρες στὰ Πατερικὰ κείμενα, ὅπως αὐτὰ τοῦ ἁγίου
Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου.
Σημάτης Παναγιώτης