ΠΝΟΗ ΑΙΣΙΟΔΟΞΙΑΣ
Ὁ Μακάριος καὶ ὁ Ἰωάννης ὑπέφεραν πολύ·
τοὺς καταδίωκε ὁ Ἰουλιανὸς ὁ Παραβάτης
(361-363 μ.Χ.) γιὰ τὴν Πίστη τους·
(κατὰ μίαν ἄλλη ἄποψη, τοὺς καταδίωκαν οἱ Ἀρειανοὶ ἐπὶ τοῦ αἱρετικοῦ Αὐτοκράτορα Οὐάλεντος (364-378 μ.Χ.)· καὶ ἀπὸ ὅ,τι ἀναφέρει ὁ Μ. Βασίλειος γιὰ νὰ τοὺς στηρίξει, καὶ τὸ αὐτοκρατορικὸ περιβάλλον –«οἱ κρατοῦντες» ἀνώτεροι ὑπάλληλοι– καὶ οἱ δικοί τους –«οἱ γνώριμοι», ἴσως οἰκογενειακοί– πρόσθεταν τὶς ἀπειλές τους
καὶ τὶς κολακεῖες τους.
Ὁ Μέγας Βασίλειος θέλοντας νὰ τονώσει τὸ ἠθικό τους, ἀντιπαραβάλλει τοὺς κόπους ποὺ ἔχουν οἱ γήινες ἐπιδιώξεις μὲ τὶς θλίψεις, ποὺ ὁ πιστὸς Χριστιανὸς σηκώνει χάριν τοῦ Χριστοῦ. Καὶ τὸ πιὸ ἰσχυρὸ ἀντίβαρο, ἡ συμμαχία στὸν ἀγῶνα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ· καὶ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, ποὺ εἶναι τὸ τέρμα τῶν κόπων καὶ τῶν πόνων μας.
Αὐτὴ ἡ μεταφυσικὴ διάσταση τῆς ἐπιστολῆς εἶναι γιὰ τοὺς δύσκολους καιρούς, ὅπου ἀποθρασύνονται οἱ ἐχθροί της Πίστεως, ἡ πνοὴ τῆς αἰσιοδοξίας γιὰ τὴν τελικὴ νίκη τῆς Ἀληθείας καὶ γιὰ τὴ βράβευση τῶν ἀγωνιστῶν της.
Σὰν τὸ Μακάριο καὶ τὸν Ἰωάννη τῆς 18ης ἐπιστολῆς τοῦ Μ. Βασιλείου πολλοὶ σήμερα ἀγωνίζονται, διώκονται καὶ βασανίζονται· εἶναι αὐτοὶ ποὺ ἔχουν τὴ χάρη νὰ βαστάζουν μέσα στὴν ψυχὴ τοὺς τὴν ὑπόθεση τοῦ Χριστοῦ καὶ στὴ δική μας ἐποχή.
Μ. Βασιλείου Ἐπιστολὴ 18η
Μακαρίω
καὶ Ἰωάννη
Καὶ ἄλλοι μὲν ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ κοπιάζουν γιὰ τοὺς καρποὺς τῆς γὴς ἢ γιὰ ἄλλα γήινα ἀγαθά, ἔχασαν παντελῶς τὶς ἐλπίδες τους καὶ ἀπόλαυσαν τὰ ἀγαθὰ ποὺ περίμεναν
μονάχα μὲ τὴ φαντασία
τους· ἀλλὰ καὶ ἄλλοι εἰς τοὺς ὁποίους συνέβη νὰ ἀποβοῦν τὰ ἀποτελέσματα κατὰ τὴν ἐπιθυμία τους,
ἀναγκάσθηκαν καὶ αὐτοὶ νὰ ἐλπίσουν καὶ μία δεύτερη
φορά, ἀφοῦ ἡ πρώτη τους ἐλπίδα γρήγορα ἔφυγε καὶ μαράθηκε.
Μονάχα σ’ αὐτοὺς ποὺ καταπονοῦνται χάριν τῆς εὐσεβείας δὲν ἐξαφάνισε τὶς ἐλπίδες τὸ ψεῦδος, οὔτε τὸ ἀποτέλεσμα κατάστρεψε τοὺς ἀγῶνες καὶ τὰ βραβεῖα τους, ἐφόσον αὐτοὺς τοὺς παραλαμβάνει μόνιμη καὶ ἀσφαλὴς ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
Νὰ μὴ σᾶς ταράζει λοιπὸν καμιὰ συκοφαντία, μήτε φοβέρα τῶν κρατούντων νὰ σᾶς τρομάζει· οὔτε καὶ νὰ σᾶς λυπεῖ εἰρωνεία καὶ ὕβρις τῶν γνωστῶν σᾶς ἀνθρώπων· οὔτε κρίση δυσμενὴς ἀπὸ ἐκείνους, ποὺ προσποιοῦνται ὅτι σᾶς νοιάζονται κρύβοντας τὶς δόλιες προθέσεις τοὺς κάτω ἀπὸ συμβουλές· τίποτε νὰ μὴ σᾶς τρομάζει ἐφόσον μαζί σας συναγωνίζεται ὁ λόγος (τὸ δόγμα) τῆς ἀληθείας. Ἀντιμέτωπος ὅλων αὐτῶν ἂς μάχεται ὁ ὀρθὸς λογισμὸς καὶ ἂς παρακαλεῖ νὰ τοῦ γίνει σύμμαχος ὁ Διδάσκαλος τῆς εὐσεβείας, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, χάριν τοῦ ὁποίου εἶναι γλυκὺ πρᾶγμα νὰ πάσχει κανεὶς καὶ τὸ νὰ πεθάνει εἶναι κέρδος.
Τὸ κείμενο:
Οὔτε γεωργοὺς οἱ κατὰ γεωργίαν ξενίζουσι πόνοι, οὔτε ναύταις ὁ κατὰ θάλασσαν χειμὼν ἀπροσδόκητος, οὔτε τοῖς μισθαρνοῦσιν ὁ θερινὸς ἱδρὼς παράδοξος, οὔτε μὴν τοῖς εὐσεβῶς ζῆν ἑλομένοις ἡ κατὰ τὸν ἐνεστῶτα κόσμον θλίψις ἀμελέτητος. Ἀλλ' ἑκάστῳ τῶν εἰρημένων οἰκεῖος καὶ γνώριμος συνέζευκται πόνος· οὐ δι' ἑαυτὸν αἱρετός, ἀλλὰ δι' ἀπόλαυσιν ἀγαθῶν προσδοκωμένων. Ἐλπίδες γάρ, πάντα τὸν τῶν ἀνθρώπων βίον συνέχουσαι καὶ συγκροτοῦσαι, τὴν ἐφ' ἑκάστῳ τούτων παραμυθοῦνται δυσκολίαν.
Τῶν μὲν οὖν ὑπὲρ γῆς καρπῶν ἢ τῶν κατὰ γῆν πονούντων οἳ μὲν παντάπασιν ἐψεύσθησαν τῶν ἐλπίδων, μέχρι μόνης φαντασίας τὴν ἀπόλαυσιν ἔχοντες, οἷς δὲ καὶ κατὰ γνώμην ἐκβῆναι συνέβη τὸ τέλος δευτέρας ἐδέησε πάλιν ἐλπίδος, παραδραμούσης καὶ μαρανθείσης ἐν τάχει τῆς προτέρας. Μόνοις δὲ τοῖς ὑπὲρ εὐσεβείας καμοῦσιν οὐ ψεῦδος ἠφάνισε τὰς ἐλπίδας, οὐ τέλος ἐλυμήνατο τοῖς ἄθλοις, βεβαίας καὶ μονίμου διαδεχομένης τῆς τῶν οὐρανῶν βασιλείας. Μὴ τοίνυν ὑμᾶς ταραττέτω διαβολὴ ψευδής, μηδὲ φοβείτω τῶν κρατούντων ἀπειλή· μὴ γέλως λυπείτω καὶ ὕβρις τῶν γνωρίμων, μηδὲ κατάγνωσις παρὰ τῶν κήδεσθαι προσποιουμένων παραινέσεως προσποιήσει, ἕως ἂν ὁ τῆς ἀληθείας ἡμῖν συναγωνίζηται λόγος. Ἀντιμαχέσθω δὲ τοῖς πᾶσι λογισμὸς ὀρθός, σύμμαχον παρακαλῶν γενέσθαι αὐτῷ τὸν τῆς εὐσεβείας Διδάσκαλον, τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, δι' ὃν καὶ τὸ κακοπαθεῖν ἡδὺ καὶ τὸ ἀποθανεῖν κέρδος.
Basilius Theol.:
Epistulae: Epistle 18, section 1, line 26