Κυριακή Β΄Νηστειών - Ερμηνεία της Αποστολικής περικοπής από τον Ιερό Χρυσόστομο

 

ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ΝΗΣΤΕΙΩΝ [: Εβρ.1,10-2,3]                              

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ

   «Ὃταν δὲ πάλιν εἰσαγάγῃ τὸν πρωτότοκον εἰς τὴν οἰκουμένην, λέγει· καὶ προσκυνησάτωσαν αὐτῷ πάντες ἄγγελοι Θεοῦ. καὶ πρὸς μὲν τοὺς ἀγγέλους λέγει· ὁ ποιῶν τοὺς ἀγγέλους αὐτοῦ πνεύματα, καὶ τοὺς λειτουργοὺς αὐτοῦ πυρὸς φλόγα· πρὸς δὲ τὸν υἱόν· ὁ θρόνος σου, ὁ Θεός, εἰς τὸν αἰῶνα τοῦ αἰῶνος· ῥάβδος εὐθύτητος ἡ ῥάβδος τῆς βασιλείας σου (:και όταν θα εισαγάγει ο Πατήρ με δόξα και δύναμη τον Υιό που γεννήθηκε από Αυτόν πριν δημιουργηθεί όλη η κτίση, για να κρίνει την οικουμένη, λέει: “Να Τον προσκυνήσουν όλοι οι άγγελοι του Θεού”. Ο Υιός λοιπόν που έγινε άνθρωπος είναι Κύριος και των αγγέλων· και για τους αγγέλους λέει: “Ο Θεός κάνει τους αγγέλους Του ταχυκίνητους και αιθέριους σαν τους ανέμους, και τους λειτουργούς που Τον υπηρετούν λαμπρούς και δραστικούς σαν την πύρινη φλόγα”.Για τον Υιό όμως λέει: “Ο βασιλικός Σου θρόνος, Θεέ, μένει στερεός και ασάλευτος στους ατέλειωτους αιώνες. Η βασιλική Σου ράβδος είναι ράβδος και εξουσία ευθύτητας και δικαιοσύνης”)» [Eβρ. 1,6-8].

     Ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός ονομάζει έξοδο την ένσαρκο έλευσή Του, όπως όταν λέγει «ἰδοὺ ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ σπεῖραι (:Ιδού, βγήκε ο σπορέας έξω στο χωράφι για να σπείρει)», Ματθ.13,4· και πάλι: «ἐξῆλθον παρὰ τοῦ πατρὸς καὶ ἐλήλυθα εἰς τὸν κόσμον (:ήμουν στους κόλπους του Πατρός μου ως γνήσιος Υιός Του και βγήκα από τον Πατέρα όταν έγινα άνθρωπος και ήλθα στον κόσμο)», Ιω.16,28· και σε πολλά σημεία μπορεί κανείς να το δει αυτό. Ο Παύλος όμως την ονομάζει είσοδο λέγοντας: «Ὃταν δὲ πάλιν εἰσαγάγῃ τὸν πρωτότοκον εἰς τὴν οἰκουμένην (:και όταν πάλι εισαγάγει τον πρωτότοκο Υιό Του στην οικουμένη)», εννοώντας είσοδο την ανάληψη της σάρκας.

   Γιατί όμως μιλούν διαφορετικά για το ίδιο πράγμα και για ποια αιτία λέχτηκαν αυτά; Φαίνεται από την ίδια τη σημασία των λόγων. Ο Χριστός δηλαδή σωστά ονομάζει τον ερχομό Του έξοδο, επειδή ήμασταν έξω από τον Θεό. Και όπως στα βασιλικά ανάκτορα οι φυλακισμένοι και αντίπαλοι του βασιλιά στέκουν απέξω και εκείνος που θέλει να τους συμφιλιώσει δεν τους εισάγει μέσα, αλλά ο ίδιος βγαίνει έξω και μιλάει μαζί τους, ώσπου να τους κάνει άξιους να δουν τον βασιλιά, το ίδιο έκαμε και ο Χριστός. Πρώτα λοιπόν εξήλθε προς εμάς, δηλαδή έλαβε σάρκα, και αφού μας είπε τα σχετικά με τον βασιλιά, τότε μας εισήγαγε, αφού μας καθάρισε τα αμαρτήματα και μας συμφιλίωσε. Γι΄αυτό ονομάζει τη Σάρκωσή Του έξοδο.

   Ο Παύλος όμως την ονομάζει είσοδοαπό μεταφορά εκείνων που κληρονομούν και παραλαμβάνουν κάποια νομή και κτήμα. Γιατί λέγοντας: «και όταν πάλι εισαγάγει τον πρωτότοκο στην οικουμένη», αυτό δηλώνει όταν του αναθέτει την οικουμένη· τότε δηλαδή την απέκτησε ολόκληρη, όταν έγινε γνωστός σε αυτήν. Και δεν τα λέγει αυτά για τον Θεό Λόγο, αλλά για τον Χριστό που σαρκώθηκε. Και σωστά. Γιατί, αν ήταν μέσα στον κόσμο, όπως λέγει ο Ιωάννης, και ο κόσμος μέσω Αυτού δημιουργήθηκε, πώς ήταν δυνατό να έρθει αλλιώς, αν δεν έπαιρνε σάρκα;

    «Καὶ προσκυνησάτωσαν αὐτῷ (:και να Τον προσκυνήσουν)», λέγει, «πάντες ἄγγελοι Θεοῦ (:όλοι οι άγγελοι του Θεού)» [Εβρ. 1,6]. Όταν πρόκειται να πει κάτι μεγάλο και υψηλό, το προετοιμάζει και το κάνει ευπρόσδεκτο παρουσιάζοντας τον Πατέρα να εισάγει τον Υιό. Και πρόσεχε: Είπε παραπάνω ότι δεν μας μίλησε μέσω των προφητών, αλλά μέσω του Υιού. Έδειξε ότι ο Υιός είναι ανώτερος από τους αγγέλους και το απέδειξε αυτό από το όνομα και από το ότι παρουσίασε τον Πατέρα να εισάγει στον κόσμο τον Υιό. Εδώ πλέον το αποδεικνύει και από άλλο πράγμα. Ποιο λοιπόν είναι αυτό; Από την προσκύνηση. Και αυτό δείχνει πόσο ανώτερος είναι· όσο δηλαδή ο κύριος από τον δούλο. Γι΄αυτό όπως ένας, που εισάγει κάποιον στα ανάκτορα του βασιλιά, προστάζει αμέσως να Τον προσκυνήσουν όλοι οι αξιωματούχοι των ανακτόρων, έτσι κάνει και Αυτός· μιλάει για την είσοδο στον κόσμο του Λόγου που σαρκώθηκε και γι΄αυτό προσθέτει το: «ας Τον προσκυνήσουν όλοι οι άγγελοι του Θεού».

   Άραγε μόνο οι άγγελοι και όχι οι άλλες δυνάμεις; Μακριά μια τέτοια σκέψη. Γιατί, άκουσε τα επόμενα: «καὶ πρὸς μὲν τοὺς ἀγγέλους λέγει· ὁ ποιῶν τοὺς ἀγγέλους αὐτοῦ πνεύματα, καὶ τοὺς λειτουργοὺς αὐτοῦ πυρὸς φλόγα·πρὸς δὲ τὸν υἱόν· ὁ θρόνος σου, ὁ Θεός, εἰς τὸν αἰῶνα τοῦ αἰῶνος (:και για τους αγγέλους λέει: “Ο Θεός κάνει τους αγγέλους Του ταχυκίνητους και αιθέριους σαν τους ανέμους, και τους λειτουργούς που Τον υπηρετούν λαμπρούς και δραστικούς σαν την πύρινη φλόγα”. Για τον Υιό όμως λέει: “Ο βασιλικός Σου θρόνος, Θεέ, μένει στερεός και ασάλευτος στους ατέλειωτους αιώνες”)» [Εβρ. 1,8].

    Να η πιο μεγάλη διαφορά: εκείνοι δηλαδή είναι κτιστοί, ενώ Αυτός άκτιστος. Και γιατί για τους αγγέλους Του λέγει: «Αυτός που κάνει», ενώ για τον Υιό Του δεν είπε: «Αυτός που κάνει»; Αν και βέβαια μπορούσε να πει έτσι τη διαφορά· για τους αγγέλους του λέγει: «αυτός που κάνει τους αγγέλους Του σαν ανέμους», ενώ για τον Υιό: «ο Κύριος με δημιούργησε»· και πάλι: «ο Θεός Τον έκανε Κύριο και Χριστό». Αλλά ούτε εκείνο λέχθηκε για τον Χριστό Κύριο Υιό, ούτε αυτό για τον Θεό Λόγο, αλλά για τη σάρκωση. Γιατί, όπου ήθελε να φανερώσει την πραγματική διαφορά δεν περιέλαβε μόνο τους αγγέλους, αλλά και όλες τις ουράνιες δυνάμεις που Τον υπηρετούν. Βλέπεις με ποιον τρόπο και με πόση σαφήνεια ξεχωρίζει κτίσματα και κτίστη, υπηρέτες και κύριο, κληρονόμο και γνήσιο Υιό και δούλους;

     Στον Υιό όμως λέγει: «ὁ θρόνος σου, ὁ Θεός, εἰς τὸν αἰῶνα τοῦ αἰῶνος (:“Ο βασιλικός Σου θρόνος, Θεέ, μένει στερεός και ασάλευτος στους ατέλειωτους αιώνες)». Ιδού ένα σύμβολο βασιλείας«Ῥάβδος εὐθύτητος ἡ ῥάβδος τῆς βασιλείας σου (:η βασιλική Σου ράβδος είναι ράβδος και εξουσία ευθύτητας και δικαιοσύνης”)». Να πάλι και άλλο σύμβολο βασιλείας.

    Έπειτα πάλι στον Λόγο που σαρκώθηκε: «ἠγάπησας δικαιοσύνην καὶ ἐμίμησας ἀνομίαν· διὰ τοῦτο ἔχρισέ σε, ὁ Θεός, ὁ Θεός σου ἔλαιον ἀγαλλιάσεως παρὰ τοὺς μετόχους σου (:αγάπησες τη δικαιοσύνη και μίσησες την αδικία. Γι΄αυτό, Θεέ, ο Πατήρ Σου, ο Οποίος ως προς την ανθρώπινη φύση Σου είναι Θεός Σου, Σε έχρισε με το χρίσμα του Αγίου Πνεύματος, που φέρει χαρά και αγαλλίαση σε Αυτόν που το παίρνει. Και Σου έδωσε το χρίσμα αυτό ασυγκρίτως τελειότερο απ΄ό,τι σε εκείνους που μετέχουν μαζί με Εσένα στη χρίση αυτή· διότι δεν έδωσε και σε Σένα το Άγιο Πνεύμα σε περιορισμένο βαθμό, όπως στους άλλους πιστούς, αλλά Σου το έδωσε ολόκληρο)» [Εβρ.1,9]. Τι σημαίνει «ο Θεός σου»; Επειδή δηλαδή είπε κάτι μεγάλο, πάλι το μετριάζει.

     Εδώ έβαλε εναντίον των Ιουδαίων, και εναντίον των οπαδών του Παύλου του Σαμοσατέα, των οπαδών του Αρείου, και εναντίον του Μαρκέλλου, του Σαβελλίου και του Μαρκίωνα. Πώς; Εναντίον των Ιουδαίων, δείχνοντας πως ο Ίδιος είναι και Θεός και άνθρωπος. Εναντίον των άλλων, δηλαδή των οπαδών του Παύλου του Σαμοσατέα, λέγοντας αυτά για την αιώνια ύπαρξη και την άκτιστη ουσία Του· γιατί το «ο θρόνος σου, εσύ που είσαι Θεός, θα παραμείνει στους αιώνες των αιώνων», το ανέφερε σε αντιδιαστολή προς το «έκαμε». Εναντίον των οπαδών του Αρείου λέγει πάλι το ίδιο και ότι δεν είναι δούλος· αν όμως είναι κτίσμα, είναι δούλος. Προς τον Μάρκελλο και τους άλλους, ότι αυτά τα πρόσωπα είναι δύο, διαφορετικά κατά την υπόσταση. Προς τους Μαρκιωνιστές, ότι δεν χρίεται η θεία φύση, αλλά η ανθρώπινη. Έπειτα λέγει: «περισσότερο από τους μετόχους σου». Ποιοι όμως είναι οι μέτοχοι, παρά οι άνθρωποι; Δηλαδή, ο Χριστός δεν έλαβε το Πνεύμα με μέτρο, σε περιορισμένο βαθμό, αλλά εξ ολοκλήρου[ βλ. και Ιω.3,34: «ὃν γὰρ ἀπέστειλεν ὁ Θεός, τὰ ῥήματα τοῦ Θεοῦ λαλεῖ· οὐ γὰρ ἐκ μέτρου δίδωσιν ὁ Θεὸς τὸ Πνεῦμα(:ο Ιησούς Χριστός, τον οποίο απέστειλε ο Θεός, δεν λέει τίποτε το δικό Του, αλλά λέει τα λόγια του Θεού. Και τα διδάσκει αυτά αλάνθαστα, διότι ο Θεός δεν Του έδωσε το Άγιο Πνεύμα όπως κάποτε στους προφήτες περιορισμένα και σε ορισμένες στιγμές της ζωής τους, αλλά Του το έδωσε ολοκληρωτικά, αδιάκοπα και απεριόριστα˙ και συνεπώς αυτός κατέχει την πλήρη και απόλυτη θεϊκή αποκάλυψη και διδάσκει με ακρίβεια τη διδασκαλία του Θεού)»].

     Βλέπεις πώς συνδέει πάντοτε στον λόγο για την άκτιστη φύση και τον λόγο για την οικονομία; Τι υπάρχει σαφέστερο απ’αυτό; Είδες πως δεν είναι το ίδιο, κτίσμα και γέννημα; Γιατί δεν θα τα ξεχώριζε και προς αντιδιαστολή του «έκαμε» δεν θα πρόσθετε το : «στον Υιό του όμως είπε, ο θρόνος Σου, εσύ που είσαι Θεός, θα παραμείνει στους αιώνες των αιώνων»· ούτε το όνομα «Υιός» θα το αποκαλούσε ανώτερο όνομα· αν σήμαινε το ίδιο το γέννημα είναι το ίδιο, και εκείνοι δημιουργήθηκαν, ποια είναι η διαφορά; Να πάλι το «ο Θεός» με το άρθρο.

   Και πάλι λέγει: «Καὶ σὺ κατ᾿ ἀρχάς, Κύριε, τὴν γῆν ἐθεμελίωσας, καὶ ἔργα τῶν χειρῶν σού εἰσιν οἱ οὐρανοί·αὐτοὶ ἀπολοῦνται, σὺ δὲ διαμένεις· καὶ πάντες ὡς ἱμάτιον παλαιωθήσονται, καὶ ὡσεὶ περιβόλαιον ἑλίξεις αὐτούς, καὶ ἀλλαγήσονται· σὺ δὲ ὁ αὐτὸς εἶ, καὶ τὰ ἔτη σου οὐκ ἐκλείψουσι(:Και πάλι η Αγία Γραφή λέει για τον Υιό: “ κι Εσύ, Κύριε, στην αρχή της δημιουργίας στήριξες τη γη και την εδραίωσες μέσα στο ουράνιο στερέωμα, και έργα των χειρών Σου είναι οι ουρανοί. Αυτοί θα χάσουν το σημερινό τους σχήμα και θα εξαφανιστούν. Εσύ όμως παραμένεις αναλλοίωτος και αμετάβλητος. Και όλος ο κόσμος θα παλιώσει σαν ένα ένδυμα. Και εσύ θα τον περιστρέψεις και θα τον περιτυλίξεις σαν εξωτερικό ρούχο που φορούν οι άνθρωποι θα αλλάξει και θα γίνει καινούργιος. Εσύ όμως είσαι πάντοτε ο ίδιος, και τα έτη Σου θα είναι ατελείωτα”)».

    Για να μη νομίσεις, ακούοντας τη φράση:«και όταν παρουσιάζει τον πρωτότοκο στην οικουμένη», ότι είναι δώρο που Του δόθηκε τελευταία, αυτό και παραπάνω το διόρθωσε, και πάλι το διορθώνει λέγοντας: «κατ᾿ ἀρχάς (:στην αρχή της δημιουργίας)»· όχι τώρα, αλλά από την αρχή. Να πάλι καταφέρει καίριο πλήγμα και στον Παύλο τον Σαμοσατέα και στον Άρειο προσαρμόζοντας στον Υιό αυτά που λέγονται για τον Πατέρα. Μαζί με αυτό όμως υπαινίχτηκε και κάποιο άλλο πρόσθετο έργο, μεγαλύτερο από αυτό. Υπαινίχτηκε δηλαδή τη μεταμόρφωση του κόσμου λέγοντας: «καὶ πάντες ὡς ἱμάτιον παλαιωθήσονται, καὶ ὡσεὶ περιβόλαιον ἑλίξεις αὐτούς, καὶ ἀλλαγήσονται (:και όλος ο κόσμος θα παλιώσει σαν ένα ένδυμα και εσύ θα τον περιστρέψεις και θα τον περιτυλίξεις σαν εξωτερικό ρούχο που φορούν οι άνθρωποι· θα αλλάξει και θα γίνει καινούργιος)»[Εβρ.1,10-12].

    Αυτό το λέγει και στην προς Ρωμαίους, ότι δηλαδή θα μεταμορφώσει τον κόσμο. Και για να δηλώσει πόσο εύκολο είναι το πράγμα πρόσθεσε: «ἑλίξεις αὐτούς(:θα περιστρέψεις τον κόσμο και θα τον περιτυλίξεις σαν εξωτερικό ρούχο που φορούν οι άνθρωποι)». Όπως δηλαδή θα τύλιγε κάποιος ένα μανδύα, έτσι Αυτός θα τυλίξει και θα αλλάξει τον κόσμο. Αν όμως κάνει τόσο εύκολα την προς το καλύτερο και το ανώτερο μεταμόρφωση και δημιουργία, θα χρειαζόταν κάποιον άλλον στην κατώτερη δημιουργία; Μέχρι πότε δεν θα ντρέπεστε; Συγχρόνως όμως αυτό είναι και πάρα πολύ μεγάλη παρηγοριά, η γνώση ότι δεν θα είναι έτσι τα πράγματα, αλλά τα πάντα θα μεταβληθούν και όλα θα αλλάξουν, ενώ Αυτός παραμένει διαρκώς ζωντανός και αιώνια ζει«Σὺ δὲ ὁ αὐτὸς εἶ(:Εσύ όμως είσαι πάντοτε ο Ίδιος)» λέγει, «καὶ τὰ ἔτη σου οὐκ ἐκλείψουσι (:και τα έτη Σου θα είναι ατελείωτα)»[Εβρ.1,12].

   «Πρὸς τίνα δὲ τῶν ἀγγέλων εἴρηκέ ποτε· κάθου ἐκ δεξιῶν μου ἕως ἂν θῶ τοὺς ἐχθρούς σου ὑποπόδιον τῶν ποδῶν σου;(: Σε ποιον άλλωστε από τους αγγέλους έχει πει ποτέ ο επουράνιος Πατέρας: “Κάθισε τώρα μετά την Ανάληψή σου στα δεξιά μου, ωσότου υποτάξω τους εχθρούς σου νικημένους κάτω από τα πόδια Σου ως υποπόδιο, για να έχεις αιωνίως αδιαφιλονίκητη την εξουσία”; Σε κανέναν)»[Εβρ.1,13]. Να πάλι τους ενθαρρύνει, αφού πρόκειται οι εχθροί τους να ηττηθούν και εχθροί τους είναι οι ίδιοι που είναι και εχθροί του Χριστού. Αυτό πάλι είναι γνώρισμα βασιλικής εξουσίας, ισοτιμίας, τιμής, όχι αδυναμίας, το να οργίζεται ο Πατέρας για αυτά που γίνονται στον Υιό. Αυτό είναι δείγμα πολλής αγάπης και γνησιότητας, σαν από πατέρα προς υιό. Εκείνος δηλαδή που οργίζεται γι’αυτόν, πώς είναι ξένος από αυτόν;

   «Ωσότου υποτάξω τους εχθρούς σου νικημένους κάτω από τα πόδια Σου ως υποπόδιο, για να έχεις αιωνίως αδιαφιλονίκητη την εξουσία». Αυτό λέγει και στον δεύτερο ψαλμό: «ὁ κατοικῶν ἐν οὐρανοῖς ἐκγελάσεται αὐτούς, καὶ ὁ Κύριος ἐκμυκτηριεῖ αὐτούς. τότε λαλήσει πρὸς αὐτοὺς ἐν ὀργῇ αὐτοῦ καὶ ἐν τῷ θυμῷ αὐτοῦ ταράξει αὐτούς(:αλλά ο Θεός που κατοικεί στους ουρανούς θα γελάσει περιφρονητικά μαζί τους και ο Κύριος θα τους περιπαίξει και θα τους χλευάσει. Κι αμέσως τότε θα μιλήσει σε αυτούς με αγανάκτηση και θα τους συνταράξει με την τρομερή έκρηξη του θυμού Του)» [Ψαλμ.2,4-5].

    Και πάλι Αυτός λέγει: «πλὴν τοὺς ἐχθρούς μου ἐκείνους, τοὺς μὴ θελήσαντάς με βασιλεῦσαι ἐπ᾿ αὐτούς, ἀγάγετε ὧδε καὶ κατασφάξατε αὐτοὺς ἔμπροσθέν μου(:αλλά και τους εχθρούς μου εκείνους που δεν με θέλησαν για βασιλιά τους, φέρτε τους εδώ και κατασφάξτε τους μπροστά μου)» [Λουκά 19,27]. Το ότι βέβαια είναι δικά Του τα λόγια, άκουσε τι λέγει και αλλού: «Ποσάκις ἠθέλησα ἐπισυνάξαι τὰ τέκνα σου ὃν τρόπον ὄρνις τὴν ἑαυτῆς νοσσιὰν ὑπὸ τὰς πτέρυγας, καὶ οὐκ ἠθελήσατε! ἰδοὺ ἀφίεται ὑμῖν ὁ οἶκος ὑμῶν ἔρημος(:πόσες φορές θέλησα να συμμαζέψω τα παιδιά σου με τη στοργή που έχει η κλώσσα καθώς μαζεύει το πλήθος των μικρών πουλιών της κάτω από τις φτερούγες της! Και δεν θελήσατε! Ιδού, για τιμωρία σας αφήνεται ο οίκος σας έρημος και απροστάτευτος από τον Θεό)»[Λουκά 13,34].

     Και πάλι: «διὰ τοῦτο λέγω ὑμῖν ὅτι ἀρθήσεται ἀφ᾿ ὑμῶν ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ καὶ δοθήσεται ἔθνει ποιοῦντι τοὺς καρποὺς αὐτῆς(:γι’ αυτό σας λέω ότι θα αφαιρεθεί από σας η βασιλεία και η ιδιαίτερη προστασία του Θεού και θα δοθεί σε έθνος το οποίο θα παράγει τα αγαθά έργα, που είναι οι καρποί της βασιλείας αυτής)» [Ματθ.21,43]. Και πάλι: «καὶ ὁ πεσὼν ἐπὶ τὸν λίθον τοῦτον συνθλασθήσεται· ἐφ᾿ ὃν δ᾿ ἂν πέσῃ, λικμήσει αὐτόν(:και εκείνος που θα πέσει με εχθρικές διαθέσεις πάνω στον λίθο αυτόν τον ακρογωνιαίο θα τσακιστεί˙ επιπλέον, σε όποιον πέσει βαρύς ο λίθος αυτός θα τον κομματιάσει και θα τον σκορπίσει σαν σκόνη. Όποιος δηλαδή πολεμήσει τον Χριστό, θα αντικρίσει την οργή Του και θα καταλήξει στον όλεθρο και τον αφανισμό)»[Ματθ.21,44]. Άλλωστε Αυτός που πρόκειται να τους κρίνει εκεί, πολύ περισσότερο θα τους τιμωρήσει εδώ για την απρέπειά τους προς αυτόν. Επομένως το «ώσπου να θέσω τους εχθρούς σου υποπόδιο των ποδών σου», είναι απόδειξη τιμής μόνο προς τον Υιό.

    «Oὐχὶ πάντες εἰσὶ λειτουργικὰ πνεύματα εἰς διακονίαν ἀποστελλόμενα διὰ τοὺς μέλλοντας κληρονομεῖν σωτηρίαν;(:δεν είναι όλοι οι άγγελοι υπηρετικά πνεύματα, που ενεργούν όχι από δική τους πρωτοβουλία, αλλά αποστέλλονται από τον Θεό για να υπηρετούν εκείνους που πρόκειται να κληρονομήσουν την αιώνια ζωή;)»[Εβρ.1,14]. «Τι το παράξενο», λέγει, «αν υπηρετούν τον Υιό, όταν βοηθούν και για τη δική μας σωτηρία;» Πρόσεχε πώς εξυψώνει το φρόνημά τους και δείχνει τη μεγάλη τιμή που μας κάνει ο Θεός, εφόσον όρισε τους αγγέλους, που είναι ανώτεροι από μας, να έχουν αυτήν την υπηρεσία που είναι προς όφελός μας. Όπως θα μπορούσε να πει κάποιος· «σε αυτό τους χρησιμοποιεί», λέγει, «αυτή είναι η υπηρεσία των αγγέλων, το να διακονούν τον Θεό για τη δική μας σωτηρία». Ώστε αυτό είναι το έργο των αγγέλων, το να κάνουν τα πάντα για τη σωτηρία των αδελφών· ή καλύτερα το έργο είναι του Χριστού, γιατί Αυτός ως Κύριος σώζει, ενώ αυτοί είναι δούλοι. Και εμείς είμαστε δούλοι και σύνδουλοι των αγγέλων. «Γιατί», λέγει, «βλέπετε με ανοικτό το στόμα προς τους αγγέλους; Δούλοι είναι του Υιού του Θεού και πολλές φορές στέλνονται για μας και υπηρετούν για τη δική μας σωτηρία». Ώστε είναι ομόδουλοί μας. Σκεφτείτε πως δεν δίνει μεγάλη διαφορά στα κτίσματα, αν και είναι μεγάλη η απόσταση ανάμεσα στους αγγέλους και στους ανθρώπους. Όμως τους κατεβάζει κοντά μας, σαν να λέγει: «για μας κουράζονται, για μας τρέχουν, εμάς, όπως θα μπορούσε να πει κάποιος, υπηρετούν. Αυτή είναι η υπηρεσία τους, το να στέλνονται παντού για μας».

    Και με αυτά τα παραδείγματα είναι γεμάτη και η Παλαιά και η Καινή Διαθήκη. Όταν δηλαδή φέρνουν χαρμόσυνο άγγελμα στους ποιμένες, στη Μαρία, στον Ιωσήφ, όταν κάθονται στο μνήμα, όταν στέλνονται να πουν στους μαθητές: «ἄνδρες Γαλιλαῖοι, τί ἑστήκατε ἐμβλέποντες εἰς τὸν οὐρανόν; οὗτος ὁ Ἰησοῦς ὁ ἀναληφθεὶς ἀφ᾿ ὑμῶν εἰς τὸν οὐρανόν, οὕτως ἐλεύσεται, ὃν τρόπον ἐθεάσασθε αὐτὸν πορευόμενον εἰς τὸν οὐρανόν(:Άνδρες Γαλιλαίοι, γιατί στέκεστε και παρατηρείτε με βλέμμα ακίνητο στον ουρανό; Αυτός ο Ιησούς, που αναλήφθηκε από ανάμεσά σας στον ουρανό, θα έλθει με τον ίδιο τρόπο, με το σώμα Του δηλαδή και καθισμένος πάνω σε σύννεφο, όπως Τον είδατε και τώρα γεμάτοι θαυμασμό και κατάπληξη να πηγαίνει στον ουρανό)»[Πράξ.1,11], όταν ελευθερώνουν τον Πέτρο από τη φυλακή, όταν μιλούν στον Φίλιππο, πώς δεν μας υπηρετούν; Σκέψου λοιπόν πόση είναι η τιμή, όταν ο Θεός στέλνει διακόνους τους αγγέλους σαν προς φίλους, όταν άγγελος παρουσιάζεται στον Κορνήλιο, όταν άγγελος βγάζει όλους τους αποστόλους από τη φυλακή και λέγει: «Πορεύεσθε, καὶ σταθέντες λαλεῖτε ἐν τῷ ἱερῷ τῷ λαῷ πάντα τὰ ῥήματα τῆς ζωῆς ταύτης(:Πηγαίνετε αμέσως και σταθείτε γεμάτοι θάρρος στον ιερό περίβολο του ναού και κηρύξατε δημόσια στον λαό όλα τα λόγια της νέας αυτής ζωής, την οποία σας μετέδωσε ο Ιησούς και από πείρα γνωρίσατε)»[Πράξ.5,20]. Και γιατί λέγω τα άλλα; Και στον ίδιο τον Παύλο άγγελος παρουσιάζεται.

     Βλέπεις ότι μας υπηρετούν για τον Θεό, και ότι μας υπηρετούν στα πολύ μεγάλα πράγματα; Γι΄αυτό λέγει ο Παύλος: «εἴτε Παῦλος εἴτε Ἀπολλὼς εἴτε Κηφᾶς εἴτε κόσμος εἴτε ζωὴ εἴτε θάνατος εἴτε ἐνεστῶτα εἴτε μέλλοντα, πάντα ὑμῶν ἐστιν(:είτε ο Παύλος, είτε ο Απολλώς, είτε ο Κηφάς, είτε ολόκληρος ο κόσμος, είτε η ζωή, είτε ο θάνατος, είτε όσα υπάρχουν τώρα είτε όσα θα υπάρχουν στο  μέλλον, όλα είναι δικά σας και θα υπηρετούν την σωτηρία σας)» [Α΄Κορ.3,22]. Στάλθηκε βέβαια και ο Υιός, όχι όμως ως διάκονος, ούτε ως υπηρέτης, αλλά ως Υιός και μονογενής και θέλοντας τα ίδια με τον Πατέρα. Ή καλύτερα, δεν στάλθηκε, γιατί δεν πήγε από τόπο σε τόπο, αλλά ανέλαβε σάρκα. Οι άγγελοι όμως αλλάζουν τόπους και αφήνοντας τους πρώτους στους οποίους βρίσκονται, έτσι έρχονται σε άλλους στους οποίους δεν ήταν. Και ενθαρρύνοντας πάλι αυτούς λέγει: «Γιατί φοβάστε; Οι άγγελοι μάς υπηρετούν».

    Και αφού είπε για τον Υιό και τα σχετικά με την οικονομία του Θεού, τη δημιουργία και τη βασιλεία, και αφού έδειξε την ισοτιμία Του προς τον Πατέρα και ότι ως Κύριος εξουσιάζει όχι μόνο τους ανθρώπους, αλλά και τις ουράνιες δυνάμεις, στη συνέχεια ο Παύλος τους προτρέπει, μιλώντας έτσι, ώστε να προσέχουμε σε αυτά που ακούσαμε, και λέγει: «Διὰ τοῦτο δεῖ περισσοτέρως ἡμᾶς προσέχειν τοῖς ἀκουσθεῖσι, μή ποτε παραῤῥυῶμεν(:ο Υιός λοιπόν είναι ασυγκρίτως ανώτερος από τους αγγέλους. Γι΄αυτό κι εμείς πρέπει να προσέχουμε πολύ περισσότερο σε εκείνα που ακούσαμε με το κήρυγμα, διότι όλα αυτά είναι λόγοι του Υιού και των Αποστόλων Του. Είναι επιτακτική ανάγκη να προσέχουμε, μήπως από απροσεξία μας συμβεί να παρασυρθούμε και πέσουμε έξω)»[Εβρ.2,1].

    Εδώ ήθελε να πει ότι πρέπει να τα προσέχουμε περισσότερο από τον νόμο, αλλά το παρασιώπησε· το κάνει όμως φανερό με αυτό που λέγει, όχι με συμβουλή ούτε με προτροπή, γιατί έτσι ήταν καλύτερα. «Εἰ γὰρ ὁ δι᾿ ἀγγέλων λαληθεὶς λόγος(:και αλίμονό μας εάν πέσουμε έξω· διότι, εάν ο νόμος που ανήγγειλε ο Θεός στον Μωυσή διαμέσου αγγέλων)»,λέγει, «ἐγένετο βέβαιος, καὶ πᾶσα παράβασις καὶ παρακοὴ ἔλαβεν ἔνδικον μισθαποδοσίαν (:αποδείχτηκε έγκυρος και ισχυρός, και κάθε παράβασή του και παρακοή τιμωρήθηκε δίκαια με την ανάλογη τιμωρία), πῶς ἡμεῖς ἐκφευξόμεθα τηλικαύτης ἀμελήσαντες σωτηρίας; ἥτις ἀρχὴν λαβοῦσα λαλεῖσθαι διὰ τοῦ Κυρίου, ὑπὸ τῶν ἀκουσάντων εἰς ἡμᾶς ἐβεβαιώθη(: πώς εμείς θα ξεφύγουμε την τιμωρία, εάν αμελήσουμε μια τόσο μεγάλη και σπουδαία σωτηρία; Τη σωτηρία αυτή δεν μας τη γνωστοποίησαν κάποιοι άγγελοι, όπως έγινε στον νόμο, αλλά αφού άρχισε να την κηρύττει ο Ίδιος ο Κύριος, μας την παρέδωσαν ως αληθινή και αξιόπιστη οι άγιοι Απόστολοι που την άκουσαν κατευθείαν από το στόμα του Κυρίου)»[Εβρ.2,2-3].

   Γιατί πρέπει εμείς να προσέχουμε περισσότερο σε αυτά που ακούσαμε; Δεν είναι και εκείνα και αυτά του Θεού; Ή λοιπόν λέγει ότι πρέπει να τα ακούμε περισσότερο από τον μωσαϊκό νόμο ή ότι σε μεγαλύτερο βαθμό πρέπει να τα προσέχουμε· δεν κάνει σύγκριση, μακριά μια τέτοια σκέψη. Επειδή λοιπόν από τον πολύ χρόνο είχαν μεγάλη υπόληψη για την Παλαιά Διαθήκη, ενώ αυτά σαν νέα ακόμη τα περιφρονούσαν, δείχνει με κύρος ότι σε αυτά πρέπει να προσέχουν περισσότερο. Πώς; Σαν να λέγει ότι του Θεού είναι βέβαια και αυτά και εκείνα, αλλά όχι με όμοιο τρόπο. Και αυτό μας το δείχνει ύστερα. Πρώτα όμως το δείχνει λιγότερο καθαρά και στη συνέχεια πιο φανερά, λέγοντας «εἰ γὰρ ἡ πρώτη ἐκείνη ἦν ἄμεμπτος, οὐκ ἂν δευτέρας ἐζητεῖτο τόπος(:είναι πραγματικά ανώτερη και καλύτερη η νέα διαθήκη·διότι εάν η πρώτη εκείνη ήταν τέλεια και δεν είχε ελλείψεις, δεν θα υπήρχε ανάγκη να εισαχθεί και να συναφθεί δεύτερη)»[Εβρ.8,7]· και πάλι: «ἐν τῷ λέγειν καινὴν πεπαλαίωκε τὴν πρώτην· τὸ δὲ παλαιούμενον καὶ γηράσκον ἐγγὺς ἀφανισμοῦ(:μιλώντας δηλαδή ο Θεός για Νέα Διαθήκη, με αυτό που είπε κατέστησε παλαιά την πρώτη. Κι εκείνο που παλιώνει και γηράσκει, κοντεύει να εξαφανιστεί)» [Εβρ.8,13] και πολλά άλλα τέτοια. Αλλά δεν τολμά ακόμη να πει κάτι τέτοιο στην αρχή, μέχρι που να προσελκύσει και να κερδίσει την εμπιστοσύνη του ακροατή με τις περισσότερες προετοιμασίες.

    «Γιατί λοιπόν», πες μας, «πρέπει να προσέχουμε περισσότερο;». «Μή ποτε(:μην τυχόν)», λέγει, «παραῤῥυῶμεν(:και απομακρυνθούμε από αυτά)»[Εβρ.2,1]. Δηλαδή, να μην καταστραφούμε, να μην πέσουμε. Και δείχνει εδώ πόσο φοβερό πράγμα είναι η πτώσηγιατί είναι δύσκολο εκείνο που απομακρύνθηκε να επιστρέψει πάλι, επειδή αυτό έγινε από ραθυμία. Αυτή τη λέξη την πήρε από τις Παροιμίες. Γιατί λέγει: «Υἱέ, μὴ παραῤῥυῇς, τήρησον δὲ ἐμὴν βουλὴν καὶ ἔννοιαν (:υιέ μου, πρόσεχε μην παρεκκλίνεις από τον δρόμο μου και παρασυρθείς στον ολισθηρό κατήφορο της απωλείας. Φύλαξε τη δική μου συμβουλή και οδηγία)»[Παροιμ. 3,21]. Δείχνει έτσι και το εύκολο του ολισθήματος και το φοβερό της καταστροφής· δηλαδή δεν είναι ακίνδυνη για μας η παρακοή. Και με όσα προσθέτει δείχνει ότι είναι μεγαλύτερη η τιμωρία. Αυτήν όμως την αφήνει πάλι στην αναζήτηση και όχι στο συμπέρασμα. Γιατί πραγματικά αυτό κάνει τον λόγο λιγότερο ενοχλητικό, να μην προσθέτει μόνος του την απόφαση, αλλά να αφήνει την εξουσία στον ακροατή, για να βγάλει αυτός την απόφαση. Το ίδιο κάνει και ο προφήτης Νάθαν στην Παλαιά Διαθήκη και ο Χριστός στο Ευαγγέλιο του Ματθαίου λέγοντας: «Ὅταν οὖν ἔλθῃ ὁ κύριος τοῦ ἀμπελῶνος, τί ποιήσει τοῖς γεωργοῖς ἐκείνοις; (:όταν λοιπόν έλθει ο κύριος του αμπελιού, τι είναι δίκαιο να κάνει στους καλλιεργητές εκείνους;)»[Ματθ.21,40], αναγκάζοντας τους ίδιους τους ακροατές να βγάλουν την απόφαση· γιατί αυτό είναι η πιο μεγάλη νίκη.

    Έπειτα, αφού είπε: «εἰ γὰρ ὁ δι᾿ ἀγγέλων λαληθεὶς λόγος ἐγένετο βέβαιος(:εάν ο νόμος που ανήγγειλε ο Θεός στον Μωυσή διαμέσου αγγέλων αποδείχτηκε έγκυρος και ισχυρός)»δεν πρόσθεσε «πολύ περισσότερο είναι αυτός που κηρύχτηκε από τον Χριστό», αλλά αυτό το άφησε και είπε το μικρότερο, «πῶς ἡμεῖς ἐκφευξόμεθα τηλικαύτης ἀμελήσαντες σωτηρίας;(:πώς εμείς θα ξεφύγουμε την τιμωρία, εάν αμελήσουμε μια τόσο μεγάλη και σπουδαία σωτηρία;)». Και πρόσεχε πώς κάνει τη σύγκριση. «Εἰ γὰρ(:εάν λοιπόν)», λέγει, «ὁ δι᾿ ἀγγέλων λαληθεὶς λόγος(:ο νόμος που ανήγγειλε ο Θεός στον Μωυσή διαμέσου αγγέλων)». Εκεί «δι᾿ ἀγγέλων(:μέσω των αγγέλων)»εδώ όμως «διὰ τοῦ Κυρίου(: μέσω του Κυρίου)»· και εκεί λόγος, εδώ όμως σωτηρία.

    Έπειτα, για να μην πει κανείς: «Τι λοιπόν, όσα λέγεις εσύ, Παύλε, είναι του Χριστού;», τον προλαβαίνει και δείχνει ότι έχει το αξιόπιστο. Γιατί και το ότι τα άκουσε εκείνος αυτά δείχνει το αξιόπιστο και με το ότι αυτά λέγονται τώρα από τον ίδιο τον Θεό, όχι απλώς με φωνή που κατέβαινε από τον ουρανό, όπως συνέβηκε στην περίπτωση του Μωυσή, αλλά με σημεία που γίνονταν και πράγματα που παρείχαν την επιβεβαίωση.

     Τι σημαίνει όμως: «εἰ γὰρ ὁ δι᾿ ἀγγέλων λαληθεὶς λόγος ἐγένετο βέβαιος»; Και στην προς Γαλάτας επιστολή λέγει περίπου το ίδιο: «Τί οὖν ὁ νόμος; τῶν παραβάσεων χάριν προσετέθη, ἄχρις οὗ ἔλθῃ τὸ σπέρμα ᾧ ἐπήγγελται, διαταγεὶς δι' ἀγγέλων ἐν χειρὶ μεσίτου(:και αφού από την τήρηση του νόμου δεν αποκτάται η κληρονομιά, γεννιέται το ερώτημα: “Για ποιον λοιπόν σκοπό δόθηκε ο νόμος;” Απάντηση: “Προστέθηκε ο νόμος στην επαγγελία, έτσι ώστε με τις καθημερινές μας παραβάσεις του να οδηγηθούμε σε συναίσθηση της ενοχής και της αδυναμίας μας, μέχρι να έλθει ο απόγονος του Αβραάμ, για χάρη του οποίου είχαν δοθεί οι επαγγελίες”. Οπότε εμείς με τη συναίσθηση των αδυναμιών μας ευκολότερα θα εγκολπωνόμασταν τον απόγονο του Αβραάμ, δηλαδή τον Χριστό, διαμέσου του Οποίου μας δίνονται οι ευλογίες. Έτσι ο νόμος είχε προσωρινή ισχύ. Διατάχθηκε με τη μεσολάβηση αγγέλων και δόθηκε με τα χέρια του Μωυσή, ως μεσίτη μεταξύ Θεού και Ιουδαίων)» [Γαλ. 3,19].

    Και πάλι: «οἵτινες ἐλάβετε τὸν νόμον εἰς διαταγὰς ἀγγέλων, καὶ οὐκ ἐφυλάξατε (:εσείς πήρατε τον νόμο τον οποίο διέταξε ο Θεός διαμέσου αγγέλων, και δεν τον τηρήσατε, αλλά τον παραβήκατε)» [Πράξ. 7,53]. Και παντού λέγει ότι ο νόμος έχει δοθεί μέσω αγγέλων. Μερικοί λοιπόν ισχυρίζονται ότι εννοεί τον Μωυσή. Αλλά αυτό δεν ευσταθεί γιατί εδώ μιλάει για πολλούς αγγέλους. Και αγγέλους εννοεί εδώ εκείνους που βρίσκονται στον ουρανό. Τι λοιπόν μπορούμε να πούμε; Ή τον δεκάλογο εννοεί μόνο (γιατί εκεί ο Μωυσής μιλούσε και ο Θεός απαντούσε), ή ότι ήταν παρόντες άγγελοι που τους πρόσταζε ο Θεός, ή ότι μιλάει έτσι για όλα όσα λέγονται και γίνονται στην Παλαιά Διαθήκη, επειδή συμμετείχαν σε όλα άγγελοι. Πώς όμως αλλού λέγει ότι «ὁ νόμος διὰ Μωϋσέως ἐδόθη(: ο νόμος, που τον παρέβαιναν οι άνθρωποι και για το λόγο αυτό γίνονταν ένοχοι και ανάξιοι να λάβουν τη χάρη της υιοθεσίας, δόθηκε διαμέσου ανθρώπου και δούλου, του Μωυσή)»[Ιω.1,17] και εδώ ότι δόθηκε μέσω των αγγέλων. Γιατί λέγει: «κατέβη δὲ Κύριος ἐπὶ τὸ ὄρος τὸ Σινὰ ἐπὶ τὴν κορυφὴν τοῦ ὄρους ἐν γνόφῳ(:και ο Κύριος κατέβηκε στο όρος το Σινά στην κορυφή του όρους)» [Έξ.19,20].

    «Εἰ γὰρ ὁ δι᾿ ἀγγέλων λαληθεὶς λόγος ἐγένετο βέβαιος». Τι σημαίνει «βέβαιος»; Αληθινός, όπως θα μπορούσε να πει κανείς, και αξιόπιστος, γιατί στον κατάλληλο καιρό πραγματοποιήθηκαν όλα όσα λέχτηκαν. Ή λοιπόν αυτό εννοεί, ή ότι επικράτησε και οι απειλές πραγματοποιούνταν· ή «λόγο» εννοεί τα προστάγματα. Γιατί οι άγγελοι, αποστελλόμενοι από τον Θεό, πρόσταζαν πολλά έξω από τον μωσαϊκό νόμο· όπως στην περίπτωση του «Κλαυθμώνα»[Κριτ.2,1: « Καὶ ἀνέβη ἄγγελος Κυρίου ἀπὸ Γαλγὰλ ἐπὶ τὸν Κλαυθμῶνα καὶ ἐπὶ Βαιθὴλ καἱ ἐπὶ τὸν οἶκον Ἰσραὴλ καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς· τάδε λέγει Κύριος· ἀνεβίβασα ὑμᾶς ἐξ Αἰγύπτου καὶ εἰσήγαγον ὑμᾶς εἰς τὴν γῆν, ἣν ὤμοσα τοῖς πατράσιν ὑμῶν, καὶ εἶπα· οὐ διασκεδάσω τὴν διαθήκην μου τὴν μεθ᾿ ὑμῶν εἰς τὸν αἰῶνα(:Άγγελος Κυρίου ανέβηκε από τα Γάλγαλα σε μια τοποθεσία την οποία ονόμαζαν Κλαυθμώνα και στη Βαιθήλ, όπου κατοικούσαν οι Ισραηλίτες, και είπε σε αυτούς: «Αυτά λέγει ο Κύριος: “Σας έβγαλα ελεύθερους από την Αίγυπτο και σας οδήγησα στη χώρα αυτή, για την οποία ορκίστηκα στους προπάτορές σας και είπα: Ουδέποτε θα αθετήσω τη συμφωνία μου με εσάς”)»], των Κριτών και του Σαμψών. Γι΄αυτό λοιπόν δεν είπε «νόμος», αλλά «λόγος». Και νομίζω πως ίσως το λέγει αυτό για να δηλώσει με αυτό μάλλον τα όσα οικονομήθηκαν μέσω αγγέλων. Τι λοιπόν θα πούμε; Ότι παραβρίσκονταν τότε οι άγγελοι που είχαν αναλάβει το ισραηλιτικό έθνος, και αυτοί έκαναν τις σάλπιγγες και τα άλλα, τη φωτιά, τον γνόφο.

    «Και κάθε παράβασή του», λέγει, «και παρακοή τιμωρήθηκε δίκαια με την ανάλογη τιμωρία». Όχι η μία και η άλλη όχι, αλλά κάθε παράβαση και παρακοή. Τίποτε δεν έμεινε χωρίς ανταπόδοση, λέγει, αλλά : «έλαβε δίκαιη ανταπόδοση», αντί να πει «τιμωρία». Και γιατί είπε έτσι; Έτσι συνηθίζει ο Παύλος, να μην κάνει μεγάλη διάκριση στις λέξεις, αλλά αδιάφορα και σε εύφημα πράγματα να χρησιμοποιεί κακόηχη· όπως και αλλού λέγει: «λογισμοὺς καθαιροῦντες καὶ πᾶν ὕψωμα ἐπαιρόμενον κατὰ τῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ, καὶ αἰχμαλωτίζοντες πᾶν νόημα εἰς τὴν ὑπακοὴν τοῦ Χριστοῦ(:και όταν λέω οχυρώματα, δεν εννοώ πύργους ή φρούρια υλικά, αλλά πνευματικά. Δηλαδή ανατρέπουμε συλλογισμούς πονηρούς και κάθε υψηλοφροσύνη που υψώνεται σαν πύργος και εμποδίζει τους ανθρώπους να γνωρίσουν τον αληθινό Θεό. Ακόμη με τα όπλα μας κατανικούμε σαν άοπλο και παραδομένο αιχμάλωτο κάθε ανθρώπινη επινόηση και σοφιστεία, και οδηγούμε όσους παραπλανώνται από αυτές στο να υπακούσουν στον Χριστό)» [Β΄Κορ.10,5].

    Και πάλι αλλού ανέφερε την ανταμοιβή αντί για την κόλαση, και εδώ καλεί μισθό την τιμωρία. «Εἴπερ δίκαιον παρὰ Θεῷἀνταποδοῦναι τοῖς θλίβουσιν ὑμᾶς θλῖψιν(:θα αξιωθείτε πράγματι με τα παθήματα αυτά να κληρονομήσετε τη βασιλεία του Θεού, αφού είναι δίκαιο βέβαια για τον Θεό να ανταποδώσει θλίψη σε όσους σας θλίβουν)»[Β΄Θεσ. 1,6], λέγει. Δηλαδή δεν χάθηκε η δικαιοσύνη, αλλά την εφάρμοσε ο Θεός και έστρεψε την τιμωρία σε αυτούς που αμάρτησαν. Όμως τα αμαρτήματα δεν γίνονται όλα στα φανερά, εκτός αν παραβιαστούν οι εντολές.

    «Πώς λοιπόν εμείς», λέγει, «θα ξεφύγουμε την τιμωρία, εάν αμελήσουμε μια τόσο μεγάλη και σπουδαία σωτηρία;)»[Εβρ.2,3]. Με αυτό δήλωσε ότι δεν ήταν μεγάλη εκείνη η σωτηρία. Και σωστά πρόσθεσε και το «τόσο μεγάλη». «Γιατί», λέγει, «δεν θα μας σώσει τώρα από πολέμους, ούτε θα μας δώσει τη γη και τα αγαθά της, αλλά θα καταργηθεί ο θάνατος, θα αφανιστεί ο διάβολος, θα μας δοθεί η βασιλεία των ουρανών, η αιώνια ζωή». Όλα λοιπόν αυτά τα δήλωσε με συντομία λέγοντας: «αν αμελήσουμε για μια τόσο μεγάλη σωτηρία». Στη συνέχεια προσθέτει και το αξιόπιστο: «ἥτις ἀρχὴν λαβοῦσα λαλεῖσθαι διὰ τοῦ Κυρίου (:τη σωτηρία αυτή δεν μας τη γνωστοποίησαν κάποιοι άγγελοι, όπως έγινε στον νόμο, αλλά αφού άρχισε να την κηρύττει ο ίδιος ο Κύριος)»[Εβρ.2,3]. Δηλαδή από την ίδια την πηγή έχει την αρχή της· δεν τη διαβίβασε στη γη άνθρωπος, ούτε κτιστή δύναμη, αλλά ο ίδιος ο Μονογενής.

    «ὑπὸ τῶν ἀκουσάντων εἰς ἡμᾶς ἐβεβαιώθη(:τη σωτηρία αυτή δεν μας τη γνωστοποίησαν κάποιοι άγγελοι, όπως έγινε στον νόμο, αλλά αφού άρχισε να την κηρύττει ο ίδιος ο Κύριος, μας την παρέδωσαν ως αληθινή και αξιόπιστη οι άγιοι Απόστολοι που την άκουσαν κατευθείαν από το στόμα του Κυρίου)». Τι σημαίνει «ἐβεβαιώθη»; Πιστεύτηκε ή πραγματοποιήθηκε. «Γιατί», λέγει, «έχουμε τον αρραβώνα· δηλαδή δεν έσβησε, δεν έληξε, αλλά εξακολουθεί να ισχύει και να επικρατεί». Και η αιτία είναι η ενέργεια της θείας δύναμης. Τι σημαίνει «ὑπὸ τῶν ἀκουσάντων»;. Δηλαδή, εκείνοι που την άκουσαν από τον Κύριο, αυτοί μας τη βεβαίωσαν. Αυτό είναι μεγάλο και αξιόπιστο.

    Το ίδιο λέγει και ο Λουκάς στην αρχή του Ευαγγελίου: «καθὼς παρέδοσαν ἡμῖν οἱ ἀπ᾿ ἀρχῆς αὐτόπται καὶ ὑπηρέται γενόμενοι τοῦ λόγου(:όπως μας τα παρέδωσαν με την προφορική τους διδασκαλία εκείνοι που από την αρχή του μεσσιακού έργου του Σωτήρος έγιναν αυτόπτες μάρτυρες του Ιησού Χριστού και υπηρέτες του κηρύγματός Του)»[Λουκά 1,2]. Πώς λοιπόν βεβαιώθηκε; «Και τι γίνεται», αναρωτιέται ίσως κάποιος, «αν τα έπλασαν εκείνοι που τα άκουσαν;» Αναιρώντας λοιπόν αυτό και δείχνοντας πως η χάρη δεν είναι ανθρώπινη, πρόσθεσε: «συνεπιμαρτυροῦντος τοῦ Θεοῦ(:και μαζί με τη μαρτυρία των Αποστόλων πρόσθεσε τη μαρτυρία Του και ο ίδιος ο Θεός)»Αν δηλαδή τα έπλασαν εκείνοι, δεν θα ήταν δυνατό να δώσει μαρτυρία σε αυτούς ο Θεός. Μαρτυρούν δηλαδή εκείνοι, μαρτυρεί όμως και ο Θεός.

     Πώς μαρτυρεί ο Θεός; Όχι με λόγο ούτε με φωνή(γιατί ήταν και αυτό αξιόπιστο), αλλά πώς; «Σημείοις τε καὶ τέρασι καὶ ποικίλαις δυνάμεσι (:ο Θεός επιβεβαίωνε το κήρυγμα των Αποστόλων με θαύματα και καταπληκτικά έργα και ποικίλες υπερφυσικές δυνάμεις)». Σωστά ανάφερε το «καὶ ποικίλαις δυνάμεσι (:και ποικίλες υπερφυσικές δυνάμεις)», για να δηλώσει την αφθονία των χαρισμάτων, πράγμα που δεν έγινε στους προηγούμενους, ούτε έγιναν τόσα θαύματα και τόσο διαφορετικά. Δηλαδή δεν πιστέψαμε απλώς σε εκείνους-τους αποστόλους-, αλλά με σημεία και τέρατα. Επομένως, δεν πιστεύουμε σε εκείνους, αλλά στον ίδιο τον Θεό«καὶ Πνεύματος Ἁγίου μερισμοῖς κατὰ τὴν αὐτοῦ θέλησιν (:και θεία χαρίσματα, τα οποία το Άγιο Πνεύμα διαμοίραζε στους πιστούς σύμφωνα με το θέλημά Του)». Τι λοιπόν σημαίνει αυτό, τη στιγμή που και οι γόητες κάνουν θαύματα και οι Ιουδαίοι έλεγαν ότι με τη δύναμη του Βεελζεβούλ ο Χριστός βγάζει τα δαιμόνια; Αλλά δεν κάνουν τέτοια θαύματα· γι΄αυτό είπε: «καὶ ποικίλαις δυνάμεσι». Γιατί εκείνα δεν ήταν δύναμη, αλλά αδυναμία και φαντασία και μάταια πράγματα. Γι΄αυτό είπε: «με τον διαμοιρασμό των χαρισμάτων του αγίου Πνεύματος, σύμφωνα με το θέλημά Του».

     Εδώ νομίζω πως υπονοεί και κάτι άλλο. Φυσικό δηλαδή ήταν να μην υπήρχαν εκεί πολλοί με χαρίσματα και να είχαν εκλείψει αυτά, επειδή αυτοί έγιναν νωθρότεροι. Για να τους παρηγορήσει και σε αυτό και για να μην τους αφήσει να πέσουν, ανάθεσε τα πάντα στη θέληση του Θεού. «Αυτός», λέγει, «ξέρει τι συμφέρει στον καθένα και έτσι καταμερίζει τη χάρη», πράγμα που κάνει και στην προς Κορινθίους λέγοντας: «νυνὶ δὲ ὁ Θεὸς ἔθετο τὰ μέλη ἓν ἕκαστον αὐτῶν ἐν τῷ σώματι καθὼς ἠθέλησεν(:τώρα όμως ο Θεός σοφά τοποθέτησε στο σώμα καθένα από τα μέλη ακριβώς όπως θέλησε σύμφωνα με την αγαθότητα και την πανσοφία Του, πάντοτε το συμφέρον και την εξυπηρέτηση ολόκληρου του σώματος)»[:Α΄Κορ.12,18], και «Ἑκάστῳ δὲ δίδοται ἡ φανέρωσις τοῦ Πνεύματος πρὸς τὸ συμφέρον(:δίνεται λοιπόν στον καθένα το χάρισμα με το οποίο φανερώνεται η ενέργεια του Αγίου Πνεύματος, για να υπηρετηθεί το συμφέρον και η ωφέλεια όλων των μελών της εκκλησίας)»[:Α΄Κορ.12,7].

     Δείχνει ότι το χάρισμα δίνεται σύμφωνα με τη θέληση του Πατέρα. Πολλές φορές όμως πολλοί δεν έλαβαν χάρισμα από ακάθαρτο και νωθρό βίο, και μερικές φορές, αν και είχαν καλό και καθαρό βίο, δεν έλαβαν· για ποιο λόγο; Για να μην εκτραπούν, να μην υπερηφανευτούν, να μη γίνουν ραθυμότεροι, να μην αλαζονευτούν περισσότερο. Γιατί αν και χωρίς χάρισμα η ίδια η συνείδηση του καθαρού βίου μπορεί να οδηγήσει σε έπαρση, πολύ περισσότερο όταν υπάρχει και η χάρη. Ώστε τα χαρίσματα δίνονταν περισσότερο στους ταπεινούς και στους απλοϊκούς και πιο πολύ στους απλοϊκούς· γιατί λέγει: «καθ᾿ ἡμέραν τε προσκαρτεροῦντες ὁμοθυμαδὸν ἐν τῷ ἱερῷ, κλῶντές τε κατ᾿ οἶκον ἄρτον, μετελάμβανον τροφῆς ἐν ἀγαλλιάσει καὶ ἀφελότητι καρδίας(:και όλοι κάθε μέρα σύχναζαν στο ιερό με ακούραστο ζήλο και με μια ψυχή. Και αφού έκοβαν άρτο στα σπίτια όπου συναθροίζονταν σε κοινά τραπέζια, έπαιρναν την τροφή που τους προσφερόταν, κι έτρωγαν με καρδιά γεμάτη από αγαλλίαση και με παιδική ειλικρίνεια και απλότητα)»[Πράξ.2,46]. Πραγματικά και με τον τρόπο αυτόν τους προέτρεψε περισσότερο· και αν ήταν ραθυμότεροι, τους παρακίνησε.   

    Γιατί αυτός που είναι ταπεινός και δεν έχει μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του γίνεται πιο επιμελής, όταν λάβει ένα χάρισμα, επειδή το έλαβε χωρίς να αξίζει και επειδή θεωρεί τον εαυτό του ανάξιο γι΄αυτό. Αυτός όμως που νομίζει ότι έχει κατορθώσει κάτι, θεωρεί ότι το πράγμα είναι οφειλή προς αυτόν και φουσκώνει από αλαζονεία. Ώστε ο Θεός οικονομεί το πράγμα αυτό όπως συμφέρει. Αυτό μπορεί να το δει κανείς να συμβαίνει και στην εκκλησία· γιατί άλλος μπορεί να κηρύττει και άλλος ούτε το στόμα του μπορεί να ανοίξει. Κανείς λοιπόν ας μη λυπάται γι΄αυτό, γιατί «ἑκάστῳ δὲ δίδοται ἡ φανέρωσις τοῦ Πνεύματος πρὸς τὸ συμφέρον(:δίνεται λοιπόν στον καθένα το χάρισμα με το οποίο φανερώνεται η ενέργεια του Αγίου Πνεύματος, για να υπηρετηθεί το συμφέρον και η ωφέλεια όλων τω μελών της εκκλησίας)»[:Α΄Κορ.12,7]. Αν δηλαδή ένας οικοδεσπότης γνωρίζει τι να εμπιστευτεί στον καθένα, πολύ περισσότερο ο Θεός που γνωρίζει καλά τον νου των ανθρώπων και ξέρει τα πάντα πριν γεννηθούν αυτοί. Ένα είναι μόνο το άξιο λύπης, η αμαρτία, και κανένα άλλο.

     Μην πεις «γιατί δεν έχω χρήματα;» ή «αν είχα, θα έδινα στους φτωχούς». Δεν ξέρεις, αν είχες, αν δεν ήσουν και περισσότερο πλεονέκτης· τώρα βέβαια τα λες αυτά, αλλά όταν τα αποκτήσεις, θα γίνεις άλλος άνθρωπος. Γιατί και όταν είμαστε χορτασμένοι νομίζουμε πως μπορούμε να νηστεύουμε· όταν όμως αφήσουμε να περάσει ένα μικρό χρονικό διάστημα μάς έρχεται άλλη σκέψη. Πάλι, όταν δεν είμαστε μεθυσμένοι νομίζουμε πως  μπορούμε να νικήσουμε το πάθος της μέθης· όταν όμως μας κυριέψει, δεν έχουμε πια την ίδια γνώμη. Μην πεις: «γιατί δεν έχω το χάρισμα της διδασκαλίας;» ή «αν το είχα, θα οικοδομούσα πάρα πολλούς». Δεν ξέρεις, αν το είχες, μήπως απέβαινε προς καταδίκη σου, μήπως ο φθόνος ή η οκνηρία γίνονταν αιτία να κρυβεί το τάλαντο. Τώρα βέβαια είσαι απαλλαγμένος απ΄ όλ’ αυτά και αν δεν δώσεις την κανονισμένη μερίδα τροφής δεν κατηγορείσαι, τότε όμως θα γίνεις υπεύθυνος για άπειρα πράγματα.

     Άλλωστε ούτε τώρα είσαι έξω από το χάρισμα. Δείξε στο μικρό, ποιος θα ήσουν αν είχες το χάρισμα εκείνο· γιατί λέγει ο Κύριος: «εἰ οὖν ἐν τῷ ἀδίκῳ μαμωνᾷ πιστοὶ οὐκ ἐγένεσθε, τὸ ἀληθινὸν τίς ὑμῖν πιστεύσει; (:εάν λοιπόν στον άδικο πλούτο δεν φανήκατε αξιόπιστοι και τίμιοι, αλλά τον διαχειριστήκατε εγωιστικά και αντίθετα με το θέλημα του Θεού που σας τον εμπιστεύτηκε, τον αληθινό και αιώνιο πλούτο της βασιλείας ποιος θα σας τον εμπιστευθεί; Κανείς)» [Λουκά 16,11]. Δείξε όπως η χήρα· γιατί δύο οβολούς είχε εκείνη και όλα όσα είχε τα έδωσε.

    Ζητάς χρήματα; Δείξε ότι περιφρονείς τα λίγα, για να σου εμπιστευτώ και για τα πολλά· αν όμως δεν περιφρονείς αυτά, πολύ περισσότερο δεν θα περιφρονήσεις και εκείνα. Πάλι, στον λόγο δείξε ότι χρησιμοποιείς όπως πρέπει την παραίνεση και τη συμβουλή. Δεν έχεις την εξωτερική ευγλωττία; Δεν έχεις πλούτο νοημάτων; Αλλά όμως ξέρεις αυτά τα κοινά. Έχεις παιδί, γείτονα, φίλο, αδελφό, συγγενείς. Αν δεν μπορείς να βγάλεις δημόσια στην εκκλησία μακρό λόγο, μπορείς να τους συμβουλευτείς αυτούς ιδιαιτέρως. Εδώ δεν χρειάζεται η ρητορεία ούτε πολλά λόγια· δείξε σε αυτούς ότι, αν είχες ευγλωττία λόγου, δεν θα αδιαφορούσες. Αν στο μικρό δεν φροντίζεις, πώς θα σου εμπιστευτώ για το μεγάλο; Το ότι λοιπόν αυτό το μπορεί ο καθένας, άκουσε πώς το επέτρεψε ο Παύλος και στους λαϊκούς: «Διὸ παρακαλεῖτε ἀλλήλους(:αφού λοιπόν έχουμε τέτοιον υψηλό προορισμό, γι’ αυτό να προτρέπετε ο ένας τον άλλον)», λέγει, «καὶ οἰκοδομεῖτε εἷς τὸν ἕνα, καθὼς καὶ ποιεῖτε (:και να οικοδομείτε στην αρετή ο καθένας σας τον κάθε έναν ξεχωριστά, όπως άλλωστε και ήδη το κάνετε)» [Α΄Θεσ. 5,11]· και Α΄Θεσ.4,18: «Ὥστε παρακαλεῖτε ἀλλήλους ἐν τοῖς λόγοις τούτοις(:αφού λοιπόν τα πιστεύετε και τα ξέρετε αυτά για τους πεθαμένους, να παρηγορείτε ο ένας τον άλλο με τους λόγους αυτούς της ελπίδας που σας γράφω)»].

      Ο Θεός γνωρίζει πώς να μοιράσει στον καθένα τα χαρίσματα. Μήπως είσαι εσύ καλύτερος από τον Μωυσή; Άκουσε πώς δυσανασχετεί. «Μὴ ἐγὼ (:Μήπως εγώ)», λέγει, «ἐν γαστρὶ ἔλαβον πάντα τὸν λαὸν τοῦτον, ἢ ἐγὼ ἔτεκον αὐτούς, ὅτι λέγεις μοι, λάβε αὐτὸν εἰς τὸν κόλπον σου, ὡσεὶ ἄραι τιθηνὸς τὸν θηλάζοντα, εἰς τὴν γῆν ἣν ὤμοσας τοῖς πατράσιν αὐτῶν;(: μήπως εγώ συνέλαβα στην κοιλιά μου όλον αυτόν τον λαό ή εγώ τον γέννησα, ώστε να μου λες: πάρε αυτόν τον λαό στην αγκαλιά σου, όπως η τροφός παίρνει στην αγκαλιά της το νήπιο που θηλάζει και οδήγησέ τους στη γη, την οποία ορκίστηκες στους πατέρες τους;)» [Αριθμ.11,12]. Και τι έκαμε ο Θεός; Αφαίρεσε απ’ αυτόν τη χάρη και την έδωσε στους άλλους, δείχνοντας ότι ούτε όταν βάσταζε τον λαό ήταν δικό του το χάρισμα, αλλά του Πνεύματος. Αν είχες το χάρισμα πολλές φορές θα υπερηφανευόσουν, πολλές φορές θα είχες παρεκτραπεί· δεν ξέρεις εσύ τον εαυτό σου, όπως σε ξέρει ο Θεός. Ας μη λέμε: «σε τι αποβλέπει αυτό και γιατί γίνεται αυτό;». Όταν οικονομεί ο Θεός, ας μην Του ζητούμε ευθύνες. Γιατί αυτό είναι γνώρισμα της χειρότερης ασέβειας και ανοησίας. Δούλοι είμαστε και μάλιστα δούλοι που διαφέρουμε πολύ από τον Κύριο και δεν γνωρίζουμε αυτά που συμβαίνουν κάθε ημέρα.

      Ας μην περιεργαζόμαστε την απόφαση του Θεού, αλλά εκείνο που μας έδωσε ας το διατηρούμε, είτε είναι μικρό είτε είναι το πιο ασήμαντο, και οπωσδήποτε θα προκόψουμε. Ή καλύτερα, τίποτε δεν είναι μικρό από τις δωρεές του Θεού. Στενοχωριέσαι γιατί δεν έχεις το χάρισμα της διδασκαλίας; Πες μου λοιπόν, τι νομίζεις πως είναι μεγαλύτερο, το χάρισμα της διδασκαλίας ή το χάρισμα της θεραπείας ασθενειών; Ασφαλώς το δεύτερο. Τι όμως, δεν νομίζεις πως από τη θεραπεία των ασθενειών μεγαλύτερο είναι το να ανοίγει κανείς τα μάτια των τυφλών; Δεν νομίζεις πως μεγαλύτερο είναι να ανασταίνει νεκρούς; Και πες μου ακόμη, δεν νομίζεις πως είναι μεγαλύτερο το να κάνει αυτό με σκιές και σουδάρια, από το να το κάνει με λόγια; Τι λοιπόν, θέλεις, πες μου, να ανασταίνεις νεκρούς με σκιές και σουδάρια ή να έχεις το χάρισμα της διδασκαλίας; Οπωσδήποτε θα πεις το πρώτο, να ανασταίνεις δηλαδή νεκρούς με σκιές και σουδάρια.

     Αν λοιπόν σου δείξω πως πολύ ανώτερο από αυτό είναι άλλο χάρισμα, και ενώ μπορεί να το λάβεις δεν το λαμβάνεις, και γι΄αυτό δικαίως χάνεις και αυτά, τι θα πεις; Αλλά το χάρισμα αυτό είναι δυνατό να το έχει όχι ένας ούτε δύο, αλλά όλοι οι άνθρωποι. Ξέρω ότι αισθανθήκατε κατάπληξη και μεγάλη απορία, αφού πρόκειται να ακούσετε ότι μπορείτε να έχετε χάρισμα ανώτερο από το να ανασταίνετε νεκρούς, να ανοίγετε τα μάτια των τυφλών και να κάνετε εκείνα που γίνονταν και στην εποχή των αποστόλων· και ίσως το θεωρείτε αυτό αναξιόπιστο. Ποιο λοιπόν είναι αυτό το χάρισμα; Η αγάπη. Όμως πιστέψτε με, γιατί ο λόγος αυτός δεν είναι δικός μου, αλλά του Χριστού, που μιλάει μέσω του Παύλου. Τι λοιπόν λέγει; «Ζηλοῦτε δὲ τὰ χαρίσματα τὰ κρείττονα. καὶ ἔτι καθ᾿ ὑπερβολὴν ὁδὸν ὑμῖν δείκνυμι(:επιδιώκετε λοιπόν με ζήλο τα χαρίσματα που φέρνουν μεγαλύτερη ωφέλεια, και γι’ αυτό είναι και ανώτερα. Και τώρα σας δείχνω ένα πολύ ανώτερο ακόμα δρόμο, και μέσο έξοχο και υπέροχο, με το οποίο αποκτώνται τα καλύτερα χαρίσματα. Και το μέσο αυτό είναι η αγάπη)»[Α΄Κορ. 12,31].

    Τι σημαίνει «και έναν πολύ ανώτερο δρόμο»; Αυτό που λέγει σημαίνει το εξής: οι Κορίνθιοι τότε υπερηφανεύονταν για τα χαρίσματα  και όσοι είχαν το χάρισμα να μιλούν διάφορες γλώσσες, το μικρότερο χάρισμα, φέρονταν αλαζονικά στους άλλους. Λέγει λοιπόν: «Θέλετε γενικά χαρίσματα; Εγώ σας δείχνω έναν δρόμο χαρισμάτων, όχι απλώς ανώτερο, αλλά πολύ ανώτερο». Στη συνέχεια λέγει: «Ἐὰν ταῖς γλώσσαις τῶν ἀνθρώπων λαλῶ καὶ τῶν ἀγγέλων, ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, γέγονα χαλκὸς ἠχῶν ἢ κύμβαλον ἀλαλάζον· καὶ ἐὰν ἔχω προφητείαν καὶ εἰδῶ τὰ μυστήρια πάντα καὶ πᾶσαν τὴν γνῶσιν, καὶ ἐὰν ἔχω πᾶσαν τὴν πίστιν, ὥστε ὄρη μεθιστάνειν, ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, οὐδέν εἰμι(:εάν υποθέσουμε ότι μιλώ τις γλώσσες των ανθρώπων και των αγγέλων, δεν έχω όμως αγάπη μοιάζω με τον άψυχο χαλκό που βουίζει όταν τον χτυπούν, ή με το κύμβαλο που βγάζει μεγάλο θόρυβο χωρίς κάποια σημασία· και αν έχω το χάρισμα της προφητείας και γνωρίζω όλα τα μυστικά και τα σχέδια των βουλών του θεού και έχω όλη την γνώση που μπορεί να αποκτήσει ο άνθρωπος, και αν έχω όλη την πίστη ώστε και να μετακινώ ακόμη βουνά, δεν έχω όμως αγάπη δεν είμαι τίποτε)» [Α΄Κορ.13,1-2].

    Είδες χάρισμα; Λοιπόν ζήλεψε αυτό το χάρισμα. Αυτό είναι ανώτερο από το να ανασταίνεις νεκρούς· αυτό είναι πολύ καλύτερο από όλα τα άλλα. Και ότι το πράγμα είναι έτσι, άκουσε τι λέγει ο Χριστός μιλώντας στους μαθητές· «ἐν τούτῳ γνώσονται πάντες ὅτι ἐμοὶ μαθηταί ἐστε, ἐὰν ἀγάπην ἔχητε ἐν ἀλλήλοις(:απ’ αυτό θα μάθουν όλοι ότι είστε δικοί μου μαθητές, από το αν δηλαδή έχετε αγάπη μεταξύ σας. Η αγάπη αυτή θα σας εξασφαλίσει την αναγνώριση, τον σεβασμό και την εκτίμηση των ανθρώπων περισσότερο από τη θαυματουργική σας δράση)»[Ιω.13,35].

     Στη συνέχεια, για να δείξει με ποιο πράγμα, δεν ανέφερε τα θαύματα, αλλά τι; «Αν έχετε αγάπη μεταξύ σας». Και πάλι προς τον Πατέρα λέγει: «ἵνα πάντες ἓν ὦσι, καθὼς σύ, πάτερ, ἐν ἐμοὶ κἀγὼ ἐν σοί, ἵνα καὶ αὐτοὶ ἐν ἡμῖν ἓν ὦσιν, ἵνα ὁ κόσμος πιστεύσῃ ὅτι σύ με ἀπέστειλας(:Σε παρακαλώ για όλους αυτούς, για να είναι όλοι ένα με την αγάπη και την ομοφροσύνη που θα κυριαρχεί μεταξύ τους. Όπως εσύ, Πάτερ, είσαι ενωμένος με Εμένα κι εγώ ενωμένος με Εσένα, επειδή έχουμε και οι δύο την ίδια ουσία και φύση, έτσι σε παρακαλώ να είναι κι αυτοί ένα έχοντας κοινωνία και ένωση με μας, για να πιστέψει ο κόσμος ότι Εσύ με απέστειλες. Και θα το πιστέψει ο κόσμος που είναι διαιρεμένος και διχασμένος, καθώς θα βλέπει το καταπληκτικό αυτό θαύμα της ενότητας και συμφωνίας των πιστών στο πρόσωπό μου)» [Ιω.17,21].

     Και Αυτός έλεγε προς τους μαθητές Του: «ἐντολὴν καινὴν δίδωμι ὑμῖν ἵνα ἀγαπᾶτε ἀλλήλους, καθὼς ἠγάπησα ὑμᾶς ἵνα καὶ ὑμεῖς ἀγαπᾶτε ἀλλήλους(:και σας δίνω γι’ αυτό νέα εντολή: Να αγαπάτε δηλαδή ο ένας τον άλλο. Όπως εγώ σας αγάπησα, έτσι κι εσείς να αγαπιέστε μεταξύ σας)»[Ιω. 13,34]. Από εκείνους λοιπόν που ανασταίνουν νεκρούς, αυτός είναι πιο σεβαστός και πιο λαμπρός. Και σωστά. Γιατί εκείνο το χάρισμα ανήκει ολόκληρο στη χάρη του Θεού, ενώ αυτό και στη δική σου προσπάθεια. Αυτό πράγματι είναι γνώρισμα του Χριστιανού· αυτό δείχνει τον μαθητή του Χριστού, αυτόν που βασανίζεται, αυτόν που δεν έχει κανένα κοινό στη γη. Χωρίς αυτό ούτε το μαρτύριο μπορεί να ωφελήσει σε κάτι.

    Και για να μάθεις, πρόσεχε αυτό καλά. Ο Παύλος έλαβε δύο ή καλύτερα τρεις κορυφαίες αρετές, να ενεργεί θαύματα, να γνωρίζει τα πάντα, να ζει ενάρετα, χωρίς την αγάπη όμως είπε ότι αυτά δεν είναι τίποτε. Και πώς αυτά δεν αξίζουν τίποτε, εγώ θα το πω. «Καὶ ἐὰν ψωμίσω(:και αν διαθέσω)», λέγει, «πάντα τὰ ὑπάρχοντά μου καὶ ἐὰν παραδῶ τὸ σῶμά μου ἵνα καυθήσωμαι, ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, οὐδὲν ὠφελοῦμαι(:όλα τα υπάρχοντα μου για να θρέψω με ψωμί τους φτωχούς, και αν παραδώσω το σώμα μου για να καώ, δεν έχω όμως αγάπη, δεν ωφελούμε σε τίποτε από τις θυσίες αυτές)» [Α΄Κορ.13,3]. Γιατί είναι δυνατό και όταν ακόμη μοιράζει και προσφέρει κανείς τα χρήματά του, να μην έχει αγάπη. Αυτά όμως σας λέχθηκαν ικανοποιητικά στο μέρος περί της αγάπης, και εκεί παραπέμπω τους αναγνώστες. Τώρα όμως, όπως είπα, ας επιθυμήσουμε με ζήλο αυτό το χάρισμα, ας αγαπήσουμε ο ένας τον άλλον, και δεν θα χρειαστούμε τίποτε άλλο για την επίτευξη της αρετής, αλλά όλα σε μας θα είναι εύκολα χωρίς κόπους και όλα θα τα κατορθώσουμε πολύ γρήγορα.

     Αλλά να και τώρα, λέγει, αγαπάμε ο ένας τον άλλον· γιατί ο ένας έχει δύο ή τρεις φίλους και ο άλλος τέσσερις. Αυτός όμως δεν είναι αγάπη για τον Θεό, αλλά για να αγαπιέται κανείς ο ίδιος, ενώ η αγάπη για τον Θεό δεν έχει αυτήν την αρχή, αλλά αυτός θα συμπεριφέρεται σε όλους σαν να ήταν αδελφοί του· τους ομοπίστους, επειδή είναι γνήσιοι αδελφοί, θα τους αγαπάει, ενώ τους αιρετικούς, τους ειδωλολάτρες και τους Ιουδαίους, επειδή είναι αδελφοί κατά τη φύση αλλά φαύλοι και αχρείοι, θα τους ευσπλαχνίζεται, θα λιώνει και θα κλαίει γι’αυτούς.

    Με αυτό θα γίνουμε όμοιοι με τον Θεό, αν τους αγαπάμε όλους, ακόμη και τους εχθρούς μας, και όχι αν κάνουμε θαύματα. Γιατί και τον Θεό τον θαυμάζουμε και όταν ενεργεί θαύματα, Τον θαυμάζουμε όμως πολύ περισσότερο όταν κάνει φιλανθρωπίες και όταν δείχνει ανεξικακία. Εάν λοιπόν και στην περίπτωση του Θεού αυτό είναι πολύ αξιοθαύμαστο, πολύ περισσότερο στην περίπτωση των ανθρώπων είναι ολοφάνερο ότι αυτό μας καθιστά αξιοθαύμαστους. Αυτό λοιπόν ας ποθήσουμε με ζήλο. Έτσι δεν θα έχουμε τίποτε λιγότερο από τον Παύλο και τον Πέτρο και από εκείνους που ανέστησαν άπειρους νεκρούς, έστω και αν δεν μπορούμε να σβήσουμε πυρετό. Χωρίς την αγάπη όμως και αν ακόμη ενεργήσουμε μεγαλύτερα θαύματα από τους αποστόλους και αν ριψοκινδυνέψουμε άπειρες φορές για χάρη της πίστης, δεν θα έχουμε κανένα όφελος. Και αυτά δεν τα λέγω εγώ, αλλά τα γνωρίζει καλά εκείνος ο τρόφιμος της αγάπης. Σε εκείνον λοιπόν ας πιστεύουμε.

     Έτσι ασφαλώς θα μπορέσουμε να επιτύχουμε τα αγαθά που μας έχει υποσχεθεί ο Θεός, στα οποία είθε να μετάσχουμε όλοι μας, με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, μαζί με τον οποίο στον Πατέρα και συγχρόνως στο Άγιο Πνεύμα ανήκει η δόξα, η δύναμη και η τιμή, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων.Αμήν.

   ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,

    επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος     

"'Ακτίνες"