Ὁ μόνος ρόλος ποὺ διαδραματίζουν οἱ δῆθεν ποιμένες εἶναι νὰ μεταφέρουν καὶ ἐπιβάλλουν τὶς προσταγὲς τῶν ἀρχόντων στὸ πλήρωμα τῆς ἐκκλησίας.
Πρέπει νὰ τὸ χωνέψουμε. Τὸ πλήρωμα τοῦ σκάφους δὲν μπορεῖ. Δὲν φτάνει. Δὲν ἐπαρκεῖ. Ὅπως «ἡ τῶν ἐκ Ζεβεδαίου μήτηρ οὐκ ἐξαρκοῦσα ᾐτεῖτο προσκαίρου βασιλείας τιμήν», ἔτσι καὶ οἱ νῦν ἀρχιποίμενες καὶ ποιμένες. Οὐκ ἐξαρκοῦσι. Δὲν φτάνουν. Εἶναι λίγοι, μικροί, χωματένιοι, ταπεινωμένοι στὰ γήϊνα, στοὺς φόβους, στὶς τιμὲς καὶ στὰ συμφέροντα, σὰν καὶ ὅλους μας. Δὲν ἀποδείχθηκε τώρα αὐτό, μὲ τὰ παρόντα γεγονότα. Χρόνια ἀποδεικνύεται, φαίνεται, φωνάζει. Ὅμως οὔτε βλέπουμε, οὔτε ἀκοῦμε, οὔτε ἀντιλαμβανόμεθα. Γιατὶ εἴμαστε ὅλοι νωθροί, βολεμένοι, κακομοίρηδες. Κλεισμένοι στὸν ἐγωϊσμό μας, στὴν εὐσέβειά μας, στὴν καλοπέρασί μας. Χρήματα, κτήματα, θελήματα. Θέσεις, δόξα, τιμή. Ἔγινε ἡ καλοπέρασι καὶ ἡ εὐζωΐα τὸ μόνο ἰδανικό. Ἡ ἱερωσύνη ἔγινε δρόμος ἀνόδου, προβολῆς, ἐξουσίας. Ὁ ἄλλος, ὁ ἀδελφός, τὸ πρόβατο τοῦ Χριστοῦ ἔγινε -ὡς «πνευματικοπαίδι»- τὸ ἀντικείμενο τῆς δικῆς μου προβολῆς, ἡ ἀπόδειξις καὶ ταυτόχρονα τὸ πεδίον τῆς ἐξουσίας μου, τὸ καύχημά μου. Σὰν τοὺς Ἐβραίους ποὺ προσυλήτιζαν καὶ περιέτεμναν «ἵνα καυχώνται ἐν τῇ τῶν ἄλλων σαρκί». Ὁ «θεολόγος» ἔγινε διανοούμενος-εἰδικὸς , σὰν τοὺς τραγελαφικοὺς λοιμοξιολόγους καὶ τοὺς ἄλλους, ποὺ δῆθεν συμβουλέυουν τοὺς κυβερνῶντες ὅ,τι τοὺς χρειάζεται γιὰ νὰ προχωρήσουν τὸ προαποφασισμένο σχέδιο.
Ὁ μόνος ρόλος ποὺ
διαδραματίζουν οἱ δῆθεν ποιμένες εἶναι νὰ μεταφέρουν καὶ ἐπιβάλλουν τὶς
προσταγὲς τῶν ἀρχόντων στὸ πλήρωμα τῆς ἐκκλησίας. Οὔτε θέλουν νὰ σταματήσουν
τὸν κατήφορο, οὔτε μποροῦν, οὔτε ἔχουν γραμμὲς -κόκκινες ἤ πράσινες ἤ βυσινιές.
Δὲν θέλουν γιατὶ δὲν πιστεύουν σὲ τίποτα ἄλλο ἀπὸ τὴν θέσι τους μέσα στὸ
σύστημα καὶ τὴν ἀπόλαυσι ὅσων τοὺς παρέχει. Δὲν μποροῦν διότι τὸ λουρὶ ποὺ τοὺς
ἔχουν δέσει καὶ τοὺς κρατοῦν –καὶ φυσικὰ δὲν εἶναι μόνον τὰ
οἰκονομικά– τοὺς ἐπιτρέπει νὰ κινοῦνται στὴν περίμετρο του, μόνον.
Ἔτσι ἀρκοῦνται σὲ φραστικὰ φανταστικὰ πυροτεχνήματα γιὰ συζητήσεις καὶ ἀγῶνες
μὲ τοὺς ἐξουσιαστὲς. Ἀποτέλεσμα; Ἀκόμη καὶ ἡ Ἀνάστασις νὰ πάει ἀπὸ τὴ Κυριακὴ
τοῦ Πάσχα στὸ Μ. Σάββατο. Τί νὰ συζητήσεις τώρα; Τί νὰ πῇς; Τί νὰ ζητήσῃς; Καὶ
μόνον αὐτὸ ἀποδεικνύει τὴν ἀνεπάρκεια, τὴν πλάνη, τὴν ἔλειψι.
Ὁ μόνος τρόπος νὰ μετακινηθοῦν ἀπὸ τὸ
βάθρο τῆς ὑπεροψίας καὶ νὰ ἀνασηκωθοῦν λιγάκι ἀπὸ τὸν βόθρο τῆς προδοσίας εἶναι
νὰ φοβηθοῦν ἀπὸ τὸν λαὸ περισσότερο ἀπὸ ὅσο φοβοῦνται τοὺς ἄρχοντες.
Ἀλλὰ καὶ ὁ λαὸς εἶναι –εἴμαστε,
δηλαδὴ, νὰ μὴν παρεξηγηθοῦμε– τοῦ ἰδίου φυράματος. «Οἱ ἀκολουθίες εἶναι
μεγάλες, αὐτὸς ὁ παπᾶς εἶναι καλὸς τελειώνει στὸ ἄψε-σβῆσε, ἀλεύρι-τιγάνι
τελειώσαμε. Καὶ τί τὶς θέλεις τὶς νηστεῖες; Χρειάζονται πλέον; Πλάκα κάνεις;
Σαράντα μέρες, γιατί; Καὶ δὲν εἶναι δικαίωμά μου αὐτό; Καὶ δὲν εἶναι ἐπιλογή
μου ἐκεῖνο; Καὶ βάλαμε στὸ κεφάλι μας ἀφέντη; Οἱ αὐστηρότητες δὲν μοῦ ἀρέσουν.
Θέλω κατανόησι» καὶ ὅσα ἄλλα νεοορθόδοξα κονανίστικα καὶ λυβικά καὶ ἐπισκοπικά.
Ἔτσι, λίγο-λίγο, ἀπὸ τὰ μικρὰ στὰ μεγαλύτερα καὶ ἀπὸ τὰ μεγάλα στὰ μέγιστα,
καταλήξαμε στὰ σημερινὰ ἀποκαλυπτικά. Στὶς ἐκκλησίες, πλέον, κάνει κουμάντο ὁ
κάθε στιγμιαῖος τσαρλατάνος τῆς ἐξουσίας. Εἴτε τὰ ἐνεργούμενα τῶν νεοεποχιτῶν
μὲ τὸ The Great Reset στὸ γραφεῖο τους, εἴτε οἱ εἰδήμονες συνεργάτες τους στοὺς ὁποίους
ἐξασφάλισαν τὸ ἀκαταδίωκτο νομίμως, ὥστε νὰ συνεχίσουν ἄφοβα τὴν ἐπένδυσι τῶν
ἐπιθυμιῶν τους μὲ ψευτοεπιστημονικὸ μανδύα.
Καὶ νὰ ἔρχονται οἱ ὄντως ψευδοποιμένες
-ὅπως οἱ ἴδιοι μὲ τὶς πράξεις τους ἀποδεικνύουν ὅτι εἶναι- οἱ συνεργάτες τῶν
δολίων αὐτῶν κυβερνώντων, νὰ λένε ὅτι δὲν πειράζει ποὺ ἔκλεισαν οἱ ἐκκλησίες,
δὲν εἶναι τίποτε τὸ νὰ φορᾶς δυό-τρεῖς μουρῖδες, οὔτε τὸ νὰ μὴν φιλᾶς εἰκόνες
καὶ ἐσχάτως ὅτι δὲν ἔγινε καὶ κάτι ἄν κάνουμε Ἀνάστασι τὸ Μ. Σάββατο μαζὶ μὲ
τοὺς Ἐβραίους, ἀντὶ γιὰ τὴν Κυριακὴ τοῦ Πάσχα. Τόση φασαρία γιὰ τέσσερις πέντε
ὧρες; «Για τον Θεό δεν παίζει ρόλο ούτε η ώρα, ούτε τα κοσμικά έθιμα»
(1) κοάζει ἀπὸ τὸ τέλμα τοῦ ἄργους μασκοφορεμένος βάτραχος-ἀρχιερεῦς
ἐνώνοντας τοὺς κοασμοὺς του μὲ τὸν χορὸ τῶν ἀνὰ τὴν Ἐλλάδα ὁμοίων καὶ ὁμοφρόνων
του. (Καὶ μὴν μοῦ πεῖ κανεὶς μεγαλοβδομαδιάτικα ὅτι ὁ χαρακτηρισμὸς βάτραχος
εἶναι προσβλητικὸς καὶ βαρὺς γιατὶ πρὸ ὁλίγου στὴν ἐκκλησία ἄκουσα νὰ τοὺς ἀποκαλεῖ,
ὁ ἵδιος ὁ Κύριος, μές᾿ ἀπὸ τὸ εὐαγγέλιο: ὄφεις, γεννήματα ἐχιδνῶν,
ὁδηγοὺς τυφλούς καὶ ὑποκριτές). Ξέρουν καλά αὐτοὶ, τί παίζει ρόλο γιὰ τὸν Θεό.
Αὐτοὶ ἔγιναν ἀντιπρόσωποι τοῦ Θεοῦ, πλέον, καὶ παραμέρισαν τοὺς ἁγίους καὶ τοὺς
Πατέρες καὶ τὶς γραφές. Οἱ παπίσκοι τῆς ἀνατολῆς, οἱ φεουδάρχες τοῦ Πνεύματος,
οἱ ἐπιτελοῦντες τὸ πρόσταγμα τοῦ ἀρχεκάκου, αὐτοὶ ξέρουν
καλὰ τί παίζει ρόλο γιὰ τὸν Θεό. Ὅπως ξέρουν ὅτι «νεοεποχὶτες,
νεοταξίτες, σιωνιστὲς, παπικοί, οἰκουμενιστές» εἶναι ἀνακαλύψεις «γερόντων» γιὰ
νὰ κρατοῦν τοὺς ὀπαδούς τους!!! (1)
Φυσικὸ εἶναι βέβαια οἱ οἰκουμενιστὲς
ἐπίσκοποι, οἱ συνεργάτες τῶν σιωνιστῶν, οἱ ὁμοτράπεζοι τῶν παπιστῶν (μέχρι καὶ
προλόγους γράφουν γιὰ τὸν Πάπα), τὰ ὄργανα τῶν νεοεποχιτῶν νὰ δηλώνουν ὅτι
τίποτα ἀπὸ αὐτὰ δὲν ὑπάρχει, ἀλλὰ εἶναι κατασκευάσματα συγχρόνων «γερόντων»
πρὸς ἄγραν ἀφελῶν ὁπαδῶν. Νὰ τοὺς παραθέσεις ὅσα λέει ὁ ἅγιος Παΐσιος, ὁ ἅγιος
Πορφύριος, ὁ ἅγιος Ἰουστῖνος ὁ Πόποβιτς, ὁ Φλωρίνης Αὐγουστῖνος Καντιώτης, ὁ π.
Ἐπιφάνιος Θεοδωρόπουλος, ὁ π. Ἀθανάσιος Μυτιλιναῖος, ὁ π. Ἱωάννης Ρωμανίδης, ὁ
π. Γεώργιος Καψάνης –γιὰ νὰ ἀναφέρω μερικοὺς μόνον ἀπὸ τοὺς συχρόνους
κεκοιμημένους ἁγίους πατέρες ἀγιοκαταταχθέντας ἤ μή; Τί νὰ πῇς καὶ τί νὰ κάνῃς;
Αὐτοὶ οὔτε ἀκούουν, οὔτε ἐνδιαφέρονται. Θέλουν στανικὰ νὰ ἐπιβάλλουν τὰ δικά
τους. Ἔχουν συμμαχήσει μὲ τὸν καίσαρα, ὅπως γινόταν πάντα ἀπὸ τοὺς μισθωτοὺς
ποιμένες, καὶ θέλουν νὰ ἐπιβληθοῦν στοὺς ἱερεῖς καὶ στὸν λαό. Καὶ
αὐτὸ κάνουν. Ἐξουσία καὶ μόνο ἐξουσία. Ἄς λέει ὁ Κύριος: «Οἱ βασιλεῖς τῶν
ἐθνῶν κυριεύουσιν αὐτῶν, καὶ οἱ ἐξουσιάζοντες αὐτῶν εὐεργέται καλοῦνται· ὑμεῖς
δὲ οὐχ οὕτως, ἀλλ᾿ ὁ μείζων ἐν ὑμῖν γινέσθω ὡς ὁ νεώτερος, καὶ ὁ ἡγούμενος
ὡς ὁ διακονῶν.» Αὐτοὶ ὄχι μόνο ἀπαιτοῦν νὰ ἐξουσιάζουν καὶ νὰ κυριεύουν τὸν
λαό, ἀλλὰ ἔφεραν τὰ πράγματα σὲ τέτοιο σημεῖο ὥστε νὰ ἐπαληθεύεται σχεδὸν τὸ
προφητικὸ «καὶ οὐκ ἔστιν ἐν τῷ καιρῷ τούτῳ … οὐδὲ ὁλοκαύτωσις, οὐδὲ θυσία,
οὐδὲ προσφορὰ, οὐδὲ θυμίαμα». Μὲ τὴν διαφορὰ ὅτι ὅλα αὐτὰ «ὑπάρχουν» μὲ
νεοεποχίτικο τρόπο. Ὑπάρχουν ἐκκλησίες ἀλλὰ ἤ εἶναι κλειστὲς, ἤ μπαίνουν
καμπόσοι, ἤ μπαίνεις μὲ μουρόπανα, ἤ πρέπει νὰ κάνεις τέστ γιὰ ἀρρώστιες ἤ ὅτι
ἄλλο σκεφτοῦνε αὔριο. Γίνεται Ἀνάστασις, ἀλλὰ γίνεται ἀπόγευμα Μ. Σαββάτου,
γίνεται μαζὶ μὲ τὸ Ἐβραϊκὸ Φάσκα, δὲν διαβάζεται ὁ Ὄρθρος τῆς ἀναστάσεως καὶ
τελειώνουμε κατὰ τὶς 10 διότι … καιροφυλακτεῖ ἀπ᾿ἔξω ὁ κωρονοϊός. Σὲ λίγες
μέρες ὅμως, μόλις περάσει τὸ Πάσχα, ὅλα θὰ εἶναι ἐλέυθερα καὶ ἀνοιχτά. Καὶ οἱ
φύλακες τί κάνουν; Βρίζουν,φοβερίζουν ἀπειλοῦν ... ὅποιον διαμαρτυρηθεῖ.
Καὶ μεῖς; Ἄντὶ νὰ κοιτάζουμε τὰ χάλια
μας καὶ τὸ ψυχομαχητό μας ψάχνουμε νὰ δοῦμε ἄν ἀπόμεινε κανένας παπᾶς ποὺ νὰ
πονῇ καὶ νὰ σέβεται ὅσα παρέλαβε καὶ να τολμᾷ νὰ τὰ κάνει ὅπως γινόταν χιλιάδες
χρόνια τώρα, γιὰ νὰ πᾶμε νὰ κάνουμε ἀνάστασι.
Ἐκεί καταντήσαμε. Νὰ κάθομαι τώρα
ἐγὼ νὰ γράφω αὐτὰ βράδυ Μεγάλης Δευτέρας. Νὰ μὴ μιλήσεις, θὰ σκάσῃς. Νὰ
μιλήσεις, εἶσαι βρωμιάρης, ἀσεβὴς, ἐπηρμένος καὶ ἱεροκατήγορος καὶ ἔχεις καὶ τὸ
θράσος νὰ θὲς νὰ μεταλάβεις.
Ἔχωμε μπεῖ σὲ μεγάλη νύχτα καὶ τὸ
σκοτάδι γίνεται ὅλο καὶ πιὸ πηχτό. Εἴμαστε πολλοὶ καὶ εἶναι λίγοι. Μὴν μένουμε
ἀδρανεῖς, σὲ ὅσα ἐξαρτοῦνται ἀπὸ μᾶς. Μὴν ἀκοῦμε τοὺς συγχρόνους φαρισαίους. Μὴ
μᾶς κοιμίζουν οἱ διάφοροι μὲ ψευτοευλάβειες καὶ ΠάσχαΟΝLine (Στὴν Ἐκκλησία ἀπὸ τὸ σπίτι. Μὲ
τὸν Πέτρο Γαϊτάνο. Γιὰ ὅσους « δεν θα μπορούν να επισκεφθούν δια ζώσης τους
ιερούς ναούς την περίοδο της Μεγάλης Εβδομάδας και της Ανάστασης»
(2))!!!
Ἡ πραγματικὴ ἑνότης εἶναι νὰ εἶσαι μὲ
τὸν Ἕνα καὶ τοὺς δικούς Του, τοὺς ἁγίους Πατέρες. Ἡ πραγματικὴ ἀσφάλεια εἶναι
νὰ γίνῃς ἄξιος νὰ πιῇς ἀπὸ τὸ ποτήριον τοῦ θανάτου ποὺ προσφέρει στοὺς φίλους
Του. (Ποτήριον θανάτου ἐπηγγείλω πιεῖν τοῖς φίλοις σου, ὃ ποτήριον πρὸ
τούτων, πιεῖν ὁ αὐτὸς ἔλεγες, ἁμαρτημάτων καθαρτήριον. Ἰδιόμελον ἀποστίχων
ὄρθρου Μ. Δευτέρας). Τὰ μουρόπανα τῆς ξεφτίλας καὶ τὰ ἐμβόλια τῆς ἀπάτης
εἶναι σύμβολα καὶ ἐργαλεία ἐπονείδιστης ζωῆς καὶ αἰσχροῦ θανάτου. Καὶ τὸ νὰ
γιορτάζεις ἀνάστασι τὸ μεγάλο Σάββατο μαζὶ μὲ τοὺς ἐβραίους εἶναι πρόβα γιὰ τὴν
πανθρησκεία ποὺ ἔρχεται ἀκάθεκτη. Αὐτὰ κατάφερε ἡ λεβέντικη ἱεραρχία μας μὲ
τοὺς «ἀγῶνες» της. Αὐτὰ ἀκολουθοῦμε καὶ μεῖς σὰν πειθήνια δίποδα κάνοντας
«ὑπακοή». Τυφλοὶ οἱ ὁδηγοὶ, γκαβοὶ καὶ εὐ-βλαβεῖς ἐμεῖς. Τό μόνο σίγουρο τὸ
γκρεμοτσάκισμα.
Τζανάκης Γεώργιος. Ἀκρωτήρι Χανίων. Μ. Δευτέρα 2021
(1)https://imargolidos.gr/%ce%b1%cf%81%ce%b3%ce%bf%ce%bb%ce%af%ce%b4%ce%bf%cf%82-%ce%bd%ce%b5%ce%ba%cf%84%ce%ac%cf%81%ce%b9%ce%bf%cf%82-%cf%84%ce%bf-%cf%83%cf%8d%ce%bd%ce%b4%cf%81%ce%bf%ce%bc%ce%bf-%cf%84%ce%bf%cf%85/