Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού
γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα: «Η ΕΛΕΗΜΟΣΥΝΗ»
Σήμερα, αγαπητοί μου, τετάρτη Κυριακή
από του Πάσχα, Κυριακή του Παραλύτου, η Εκκλησία μας προβάλλει την αρετή της
ελεημοσύνης, με την ευαγγελική περικοπή. Βλέπομε τον Κύριον να ελεεί τον 38
ολόκληρα χρόνια παράλυτον άνθρωπον και να τον θεραπεύει, αφού επερίμενε χρόνια
ολόκληρα να ιαθεί, πεταμένος, τρόπον τινά, εκεί σε μία άκρη της κολυμβήθρας της
Βηθεσδά. Αλλά και την αποστολική περικοπή που ακούσαμε από τις Πράξεις
των Αποστόλων, ο απόστολος Πέτρος αναστήνει από τους νεκρούς την ελεήμονα
Ταβιθά. Παντού προβάλλεται η ελεημοσύνη του Θεού στον άνθρωπο, αλλά και η
ελεημοσύνη του ανθρώπου προς τον συνάνθρωπό του.
Απέραντο κεφάλαιον είναι η ελεημοσύνη. Αυτή κατέβασε τον Θεόν Λόγον από τον ουρανό εις την γη, αυτή ανεβάζει τον άνθρωπο από τη γη εις τον ουρανό. Τόση είναι η δύναμις όντως, τόση είναι η δύναμις της ελεημοσύνης. Γιατί το φάσμα της είναι ευρύτατο. Είναι η προσφορά ελέους που είναι το πρώτο παιδί της αγάπης. Κι επειδή ο Θεός αγαπά τον άνθρωπο, γι΄αυτό προσφέρει το έλεός Του, την ελεημοσύνη Του. Αλλά και ο αγαπών άνθρωπος, πάντοτε στέκεται με διάθεση ελεημοσύνης προς τον άλλον άνθρωπον.
Αλλά
ας δούμε με πολύ λίγα λόγια την ιστορία της Ταβιθά ή της Δορκάδος, όπως
μεταφράζει ο ευαγγελιστής Λουκάς, που είναι ο συγγραφεύς των Πράξεων των
Αποστόλων. Σημειώνει λοιπόν ο Λουκάς: «Ἐν Ἰόππῃ δέ τις ἦν μαθήτρια ὀνόματι
Ταβιθά, ἣ (η οποία) διερμηνευομένη λέγεται Δορκάς· αὕτη ἦν πλήρης ἀγαθῶν ἔργων καὶ ἐλεημοσυνῶν ὧν ἐποίει». Ότι στην Ιόππη, η σημερινή Γιάφα είναι, το μοναδικό
λιμάνι του Ισραήλ, εκεί, λέγει, ήτο κάποια μαθήτρια που την έλεγαν Ταβιθά· η
οποία διερμηνεύεται Ελληνικά Δορκάς. Ζαρκάδι. Δορκάς. Ζαρκάδι. Αυτή
ήταν γεμάτη από αγαθά έργα και από ελεημοσύνες που ασκούσε γύρω της. Και
εκείνον τον καιρό, η ελεήμων αυτή γυναίκα, αρρώστησε και πέθανε. Και τότε
προσεκάλεσαν τον Πέτρον και αυτός την ανέστησε. Μάλιστα, όταν ο Πέτρος έφθασε
εις την Ιόππη, σημειώνει πάλι ο Λουκάς: «Παρέστησαν αὐτῷ πᾶσαι αἱ χῆραι (στάθηκαν μπροστά του, του ’καναν
παράσταση, του επέδειξαν) κλαίουσαι καὶ ἐπιδεικνύμεναι
χιτῶνας καὶ ἱμάτια ὅσα ἐποίει μετ᾿ αὐτῶν οὖσα ἡ Δορκάς». Όσον καιρόν ήταν μαζί τους, τους ελεούσε πάρα πολύ,
τις χήρες γυναίκες. «Να», λέγει, «αυτό εκείνη μου το ‘φτιαξε, αυτό
εκείνη μου το δώρισε». Και έκλαιγαν οι γυναίκες αυτές οι χήρες.
Ώστε,
αγαπητοί, η αρετή της ελεημοσύνης αναστήνει και νεκρούς! Ναι. Την ανέστησε και
την χάρισε πάλι εις αυτό το πλήθος των ανθρώπων που ήταν οι ευεργετούμενοί της.
Αυτό στέκεται μία συμβολική εικόνα, ότι ο αληθινά ελεήμων εγείρεται από την
πνευματική νέκρωση εις ζωήν αιώνιον.
Πράγματι,
το περιεχόμενον του κριτηρίου είναι η ελεημοσύνη. Όταν Αυτός ο Χριστός
θα πει: «Ήμουν γυμνός και περιεβάλετέ με, πεινασμένος, διψασμένος, ξένος.
Δηλαδή κάνετε ελεημοσύνη σε μένα». Και με τα λόγια Του αυτά ο Κύριος θέλει
να δείξει ότι η ελεημοσύνη δεν είναι απλώς μία πράξη φιλανθρωπίας ή συμπαθείας, αλλά
μία πράξη αγάπης, που ουσιαστικά αποτείνεται σε αυτό το πρόσωπο του Χριστού. Τι είπε ο Κύριος; «Ἐμοί ἐποιήσατε». Σε μένα το κάνατε. Είναι μία
πράξη με διάσταση οντολογική και θεολογική.
Η ελεημοσύνη
εξομοιώνει τον άνθρωπο με τον Θεό. Γιατί ο Θεός είναι ελεήμων και
οικτίρμων και φιλάνθρωπος και ελεεί. Και έτσι ο άνθρωπος, όταν
ασκεί την ελεημοσύνη, γίνεται παιδί του Θεού. Γνήσιο παιδί του Θεού.
Λέγει ο Κύριος: «Γίνεσθε οὖν οἰκτίρμονες, καθὼς καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν οἰκτίρμων
ἐστίν». Και
θα είσαστε παιδιά του Υψίστου Θεού.
Και
πρώτιστα είναι η ελεημοσύνη με υλικήν διάστασιν. Γράφει ο Ευαγγελιστής
Ιωάννης στην Α΄του επιστολή: «Ὃς δ᾿ ἂν ἔχῃ τὸν βίον τοῦ κόσμου καὶ θεωρῇ τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ χρείαν ἔχοντα καὶ κλείσῃ τὰ σπλάγχνα αὐτοῦ ἀπ᾿ αὐτοῦ, πῶς ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ μένει ἐν αὐτῷ;». «Εάν κανείς έχει»,
λέει, «όλα τα αγαθά του κόσμου, αλλά κλείσει τα σπλάχνα του, δηλαδή δεν
αφήσει να αναπτυχθούν οι δυνάμεις της ψυχής, το συναίσθημα, η βούλησις που θα
ενεργήσει ό,τι το συναίσθημα, αλλά και η διάνοια έχουν σκεφθεί, έχουν
αισθανθεί, πώς είναι δυνατόν», λέγει, «σε έναν τέτοιον άνθρωπο να
κατοικήσει η αγάπη του Θεού;». Δεν είναι δυνατόν. Εδώ προκύπτει η ανάγκη
να κάνουμε τον πεινώντα αδελφό μας συμμέτοχο των αγαθών μας. Είναι ξέρετε,
ο πιο γόνιμος συνεταιρισμός. Είναι αυτή η κοινωνικότητα η καλώς πάντοτε
εννοουμένη.
Λέγει
ο Ιερός Χρυσόστομος: «Κοινωνία τό πρᾶγμα ἐστίν». «Το πράγμα», λέει, «είναι κοινωνία».
Γίνομαι κοινωνός με τον άλλον κι ο άλλος με εμένα. Και μάλιστα μία θαυμαστή
κοινωνία, όπως λέγει ο Απόστολος Παύλος εις την προς Εβραίους επιστολή του: «Τῆς δὲ εὐποιΐας (εὐποιΐα είναι οι καλές πράξεις, αγαθές πράξεις) καὶ κοινωνίας
μὴ ἐπιλανθάνεσθε». Μην ξεχνάτε. Να έχετε κοινωνία με τους άλλους,
να τους προσφέρετε τα αγαθά σας, και τα υλικά και τα πνευματικά, όπως λίγο
ευρύτερα, θα το δούμε λίγο πιο κάτω. «Τοιαύταις γὰρ θυσίαις εὐαρεστεῖται ὁ Θεός». Γιατί ο Θεός με τέτοιες θυσίες ευαρεστείται. Ναι.
Διότι είναι
θυσία να προσφέρεις στον άλλον κάτι, είτε έχεις πολλά, είτε δεν έχεις πολλά. Ακόμη
περισσότερο γίνεται θυσία εάν δεν έχεις πολλά, έχεις λίγα αγαθά. Και ακόμη να
αποδεχθείς τον άλλον άνθρωπο και να είσαι κοινωνός του. Κι εκείνος κοινωνός
σου. Δεν είναι μικρό πράγμα.
Ξαναλέγω, είναι μία θυσία.
Μην
ισχυριστεί κανείς ότι με την ελεημοσύνη θα φτωχύνει. Μην το πει κανείς ποτέ
αυτό. Ότι αν κάνω ελεημοσύνη κάπου, θα φτωχύνω… Όχι. Λέει ο ψαλμωδός στον 36ο ψαλμόν
του: «Νεώτερος ἐγενόμην καὶ γὰρ ἐγήρασα καὶ οὐκ εἶδον δίκαιον ἐγκαταλελειμμένον». Ήμουνα παιδί, λέει, και
γέρασα, και δεν είδα ευσεβή άνθρωπο, που ασκούσε την ελεημοσύνη, να
εγκαταλειφτεί· «οὐδὲ τὸ σπέρμα αὐτοῦ ζητοῦν ἄρτους». Ούτε τα παιδιά του να γίνονται
ψωμοζητιάνοι. Ζητοῦν ἄρτους.
Όλη
την ημέρα ελεεί και δανείζει ο δίκαιος. Δανείζει χωρίς τόκο. Κατά τον λόγο του
Χριστού: «Δανείζετε μηδέν ἀπελπίζοντες». Απελπίζω θα πει από+ελπίζω· δηλαδή να πάρω
τον τόκο. Η ελπίδα μου είναι ο τόκος από το κεφάλαιον. Δηλαδή δώστε χρήματα
στον έχοντα ανάγκη. Θα σας τα επιστρέψει. Αλλά μη ζητήσετε τόκον. Έτσι
λοιπόν όλη την ημέρα ευλογεί και δανείζει ο δίκαιος «καὶ τὸ σπέρμα αὐτοῦ -οι
απόγονοί του- εἰς εὐλογίαν ἔσται». Έχουν όλη την ευλογία. Δεν στερούνται τίποτε. Έχουν
όλα τα αγαθά. Και όταν βεβαιώνει η Γραφή ότι με τις Παροιμίες 19,17: «Δανείζει Θεῷ ὁ ἐλεῶν πτωχόν».
Δανείζει τον Θεός εκείνος ο οποίος ελεεί τον πτωχόν. Τι έχομε να φοβηθούμε; Ότι
ο Θεός αφού σε Εκείνον δανείζουμε, ότι ο Θεός δεν θα πληρώσει τα χρέη Του; Αυτό
φοβόμαστε;
Να
μην πει κανείς λοιπόν ότι εγώ δεν έχω χρήματα. Τον ελέγχει η χήρα με τα δύο
λεπτά που κατέθεσε εις το γαζοφυλάκιον του ναού. Και την επήνεσε ο
Κύριος. Δύο λεπτά! Τον ένα πέμπτον της δεκάρας. Δύο λεπτά… Αλλά
τον ελέγχει και η χήρα εις τα Σαρεπτά της Σιδωνίας, που δεν είχε τίποτε,
μάλιστα όταν βγήκε να μαζέψει δύο ξυλάρια, λέγει, και να κάνει, να ψήσει ένα
λίγο αλευράκι, να φάει αυτή και τα παιδιά της, κι όπως είπε εις τον προφήτη
Ηλία: «Και μετά θα πεθάνουμε, δεν έχουμε τίποτε άλλο». Είχε πέσει λιμός.
Κι εκείνο το φοβερόν… Της λέει ο προφήτης: «Άντε, πήγαινε, ψήσε το ψωμάκι
και κοίταξε, πρώτα θα φέρεις σε μένα και μετά θα φας εσύ και τα παιδιά σου».
Πρόκλησις! Πρόκλησις! Με συγχωρείτε που θα πω τη φράση. Θα μπορούσε να του
αντείπει: «Α, παλιόγερε, θες να φας το ψωμί των παιδιών μου;». Δεν είπε
τέτοιο πράγμα. Το έκανε. Και μέχρι που πέρασε ο λιμός, το σταμνάκι της με το
αλεύρι και ο καμψάκης, λέει, εκείνο το λαδικό με το λάδι, δεν τελείωναν! Δεν
τελείωναν. Όταν
ευλογεί ο Θεός, όλα είναι παρόντα τα αγαθά.
Γι΄αυτό
να μην έχουμε τη δικαιολογία ότι είμεθα πτωχοί. Μάλιστα πολλοί
τσιγκουνεύονται αν και η εποχή μας έχει βεβαίως πτωχούς, κάθε εποχή έχει τους
πτωχούς, όχι όσους είχε κάποτε εδώ, στην πατρίδα μας. Και η Ευρώπη έχει πτωχούς
και κοιμώνται κάτω από τα γιοφύρια των ποταμών. Και η Αμερική έχει πτωχούς.
Ναι. Ναι. Πλούσιες χώρες, αλλά έχουν και πτωχούς. Ωστόσο μην πει κανείς ότι «να…
δεν έχω πολλά». Πολλοί δεν ανάβουν το κανδήλι τους, μαλώνει φερειπείν ο
σύζυγος τη σύζυγο, γιατί… , γιατί …θα τελειώσει το λάδι και είναι ακριβό. Δεν καταλαβαίνουν
ότι εκεί είναι μία άλλη περιοχή. Η περιοχή της θυσίας και λατρείας. Τι είναι το
κανδήλι; Είναι λατρεία στον Θεό. Και φοβάσαι να λατρεύσεις τον Θεό, ότι θα
φτωχύνεις, αδελφέ; Μην το κάνεις αυτό. Μην το κάνεις.
Λέγει
ωραιότατα και χαρακτηριστικότατα ο Ιερός Χρυσόστομος σαν απάντηση: «Ἒχεις ὀβολόν; -ο οβολός είναι το ένα λεπτόν. Ἀγόρασον τόν
οὐρανόν». Με εκείνον τον οβολόν, αν τον κάνεις
ελεημοσύνη, θα αγοράσεις τον ουρανόν,την βασιλείαν του Θεού. Οὐκ ἔχεις ὀβολόν;». Δεν έχεις οβολόν; «Δός
ποτήριον ψυχροῦ ὕδατος». Δώσε τουλάχιστον ένα ποτήρι κρύο
νερό. Γιατί λέει «ψυχροῦ»; Μη βαρεθείς να δώσεις από τη βρύση της κουζίνας σου,
πήγαινε στο πηγάδι, να αντλήσεις, σήμερα έχομε το ψυγείο, βγάλε από το ψυγείο
σου ένα ποτήρι κρύο νερό και δώσε· που δείχνει φροντίδα, επιμέλεια στην
προσφορά. «Ἐμπορία καί πραγματεία ὁ οὐρανός». Τι νομίζεις; Ο ουρανός; Είναι εμπορία
και πραγματεία. Πραγματεύεσαι εδώ στη γη για να κερδίσεις τον ουρανόν. «Δός ἄρτον και λαβέ Παράδεισον».
«Δώσε», λέγει, «ψωμί και πάρε Παράδεισον». «Δὸς µικρὰ, καὶ λαβὲ µεγάλα· δὸς θνητὰ, καὶ λαβὲ ἀθάνατα.
Λύτρον ψυχῆς ἐστιν ἐλεηµοσύνη.
Μὴ πενίαν προβάλλου». Μην προβάλλεις τη φτώχεια. Γι΄αυτό σας είπα, είναι η απάντηση που
δίνει εδώ ο Ιερός Χρυσόστομος.
«Μέγα οὖν πρᾶγµα ἐλεηµοσύνη· ἱκανή ἐστι καὶ ἄλλας ἁµαρτίας
ἐξαλεῖψαι, καὶ τὴν κρίσιν ἀπελάσαι».
Και να απομακρύνει ακόμη και την κρίσιν. Γιατί το λέει η Καινή Διαθήκη: «Ἡ γὰρ κρίσις ἀνέλεος τῷ μὴ ποιήσαντι ἔλεος». Αλλά κατανικιέται, λέει, η κρίσις του Θεού, όταν
υπάρχει το έλεος εκ μέρους σου, η ελεημοσύνη. «Σοῦ σιωπῶντος ἕστηκε καὶ συνηγορεῖ». Ενώ εσύ σιωπάς, η ελεημοσύνη σου
στάθηκε και γίνεται συνήγορός σου. «Μᾶλλον δὲ σοῦ σιωπῶντος µυρία στόµατα συνηγορεῖ ὑπὲρ σοῦ». «Μάλλον», λέει,
«ενώ εσύ δεν λες τίποτε, κατά την κρίσιν, μύρια στόματα συνηγορούν για σένα».
Ποια είναι τα στόματα αυτά; Εκείνων που εσύ ευεργέτησες και ελέησες.
«Δός ποτήριον ψυχροῦ ὕδατος· οὐκ ἔχεις τοῦτο;». Ούτε αυτό δεν έχεις; Ούτε ένα ποτήρι
κρύο νερό δεν έχεις; «Συμπένθησον τῷ θλιβομένῳ, καί ἔξεις μισθόν». Δείξε τη λύπη σου μαζί με εκείνον
που λυπάται και θα έχεις μισθόν. Δηλαδή τα ελάχιστα παίρνει ο Ιερός
Χρυσόστομος, γιατί και ο Χριστός πήρε τα ελάχιστα. Ένα ποτήρι νερό. Δεν έχεις
ένα ποτήρι νερό; Και συμπληρώνει: «Διατί οὖν ποτηρίου ἐμνημόνευσε
ψυχροῦ;». Γιατί, λέει, ο Κύριος είπε για ποτήρι κρύο
νερό; «Ἀδάπανον εἶπεν τήν ἐλεημοσύνην». Γιατί η ελεημοσύνη δύναται να
θεωρηθεί και αδάπανος. Μπορείς αν κάνεις ελεημοσύνη, χωρίς να ξοδεύεις
τίποτα, αν δεν έχεις τίποτα.
Καμία
λοιπόν δικαιολογία δεν υπάρχει, για να μην ασκηθεί, αγαπητοί μου, η ελεημοσύνη.
Πρέπει πάντοτε να ελεούμε καθ’ οιονδήποτε τρόπον. Που λέγει πάλι ο Ιερός
Χρυσόστομος: «Ὣσπερ τό ἰμάτιον ἀεί μεθ’ ἡμῶν ἐστίν, οὕτω καί ἡ ἐλεημοσύνη». Όπως πάντοτε φοράμε τα ρούχα μας, δεν
υπάρχει περίπτωση να μη φοράμε τα ρούχα μας. Όπως πάντοτε, λέγει, φοράμε τα
ρούχα μας, έτσι πάντοτε πρέπει να ελεούμε. Ξαναλέγω, δεν είναι μόνο η
υλική, δεν είναι μόνο να δώσω χρήματα. Είναι πολλά πράγματα. Να
ποιήσω ἔλεος μετά τοῦ πλησίον.
Να ασκήσω το έλεός μου, την αγάπη μου στον κοντινό μου.
Ίσως
να υπάρξει ο ισχυρισμός ότι αυτός που σήμερα δυστυχεί, υπήρξε άσωτος. Και τώρα
πρέπει να τιμωρηθεί. Αν έτσι εσκέπτετο ο Κύριος, τότε θα έπρεπε τον σημερινό
παραλυτικό στο θαύμα το καταπληκτικό αυτό, να του πει: «Δεν σε κάνω καλά.
Στάθηκες παλιάνθρωπος». Πού το ξέρομε; Το είπε αργότερα ο Κύριος. Διότι
όπως λέει ο Ιερός Χρυσόστομος: «Δώσε την ελεημοσύνη σου και μετά να τον
θεραπεύσεις αυτόν τον άνθρωπο, αν δεν στάθηκε σωστά». Όταν τον είδε εις τον
ναόν, τι του είπε ο Κύριος; «Πρόσεξε, μην ξαναμαρτήσεις, μην σου γίνει κάτι
χειρότερο». Άρα λοιπόν κατέληξε να γίνει παράλυτος από την παράλυτη ζωή που
έκανε, από την ασωτία που έκανε. Αλλά τι; Τον θεραπεύει. Και να
πει, να σχολιάσει ο Ιερός Χρυσόστομος κάτι που και μένα με έχει βγάλει αυτή η
θέση του Ιερού Χρυσοστόμου από μία δυσκολία… Φερειπείν να δώσω σε
φυλακισμένους. Λαμβάνουμε πάρα πολλά γράμματα από φυλακισμένους. Ακόμα και από
Μουσουλμάνους, κι από… ό,τι θέλετε, ό,τι θέλετε. Τέλος πάντων... Στέλνουν
επιστολές και ζητούν χρήματα. Ακούστε τι λέει ο Ιερός Χρυσόστομος: «Μή ὃπου φιλανθρωπίας καιρός ἐξετάζωμεν πονηρίαν· μή τήν
κακίαν ἀλλά τήν συμφοράν ἐλεοῦμεν». Μην
εξετάζουμε, λέει, τη φιλανθρωπία, όταν έρχεται η ώρα να την ασκήσουμε. Και να
πούμε… «Αυτός ήταν παλιάνθρωπος…». Όχι. Θα επαναλάβω τη φρασούλα του: «Μή τήν κακίαν (δηλαδή
δεν θεραπεύουμε την κακία), ἀλλά τήν συμφοράν ἐλεοῦμεν». Ελεούμε τη συμφορά, εις την οποίαν ο άλλος τώρα
αυτήν τη στιγμή βρίσκεται. Είναι καταπληκτικό!
Ακόμη,
ο Ιερός Χρυσόστομος, αυτός ο κήρυξ της ελεημοσύνης, κάπου παραπονείται
και λέει: «Μου λέτε συνεχώς ότι μιλάω πάντα για την ελεημοσύνη». Ε, για
τι άλλο να μιλούσε; Είναι ο ιεροκήρυξ εκείνος που δεν άφησε κανένα πράγμα επί
του χώρου του επιστητού, πνευματικού χώρου, που να μην το πει, που να μην το
αναλύσει. Κι όμως χαρακτηρίζεται ο ιεροκήρυξ της ελεημοσύνης. Γιατί πάντοτε,
συνεχώς βέβαια μιλούσε γι' αυτήν. «Ποίαν απόκρισιν», λέει ο Ιερός
Χρυσόστομος, «θα δώσουμε στον Κριτή, όταν ντύνουμε τους τοίχους με πολύτιμα
μάρμαρα και χαλιά και αφήνουμε γυμνό τον συνάνθρωπό μας;». Έτσι θα λέγαμε
κι εμείς σήμερα, αγαπητοί μου. Πώς μπορούμε να τρώμε και να χορταίνουμε, είναι εποχή
ευημερίας, μιλάμε για φτώχεια, αλλά είναι εποχή ευημερίας, πώς μπορούμε λοιπόν
να τρώμε και να χορταίνουμε και ταυτόχρονα να αισθανόμαστε ότι άλλοι πεινούν;
Άλλοι ζητούν χωνευτικά της πολυφαγίας των, σόδες και τέτοια και άλλοι ζητούν
τρόπους να ικανοποιήσουν μόλις την πείνα τους. Άλλοι να ζητούν πώς θα
αδυνατίσουν -και έχουν τόσο πληθύνει αυτά τα κέντρα αδυνατίσματος…- κι άλλοι
κοιτάζουν πώς να σταθούν στα πόδια τους από την αδυναμία της πείνας.
Αλλά
δεν είναι μόνον η υλική πείνα. Είναι και η πνευματική πείνα, αγαπητοί. Αν υπάρχουν
αδερφοί μας που πεινούν από ψωμί, υπάρχουν όμως ακόμη περισσότεροι που πεινούν
από πνευματικό ψωμί. Πεινούν τον άρτον της ζωής, που είναι ο Χριστός.
Πόσοι μέσα ακριβώς στα υλικά τους αγαθά κολυμπούν και ταυτόχρονα λιμοκτονούν
πνευματικά! Γιατί; Γιατί ζουν το δράμα του Ταντάλου. Δεν ερμηνεύω ποιος
ήταν ο Τάνταλος. Και σε αυτούς έχουμε χρέος να κάνουμε ελεημοσύνη. Προπαντός σε
αυτούς έχουμε χρέος να κάνουμε ελεημοσύνη. Σε εκείνους που νομίζουν
ότι έχουν πλούτη και δεν βλέπουν τη φτώχεια τους. Νομίζουν ότι τα έχουν όλα,
αλλά αισθάνονται ένα κενό μεσ’ την ψυχή τους. Αλλά λένε: «Είμαι
πλούσιος…Είμαι πλούσιος...». Κι όπως απαντάει ο Κύριος σε τέτοιους
πλουσίους, που νομίζουν ότι είναι πλούσιοι, λέγει ο Κύριος, είναι στον 7ο
άγγελο της Εκκλησίας της Λαοδικείας, τα εξής: «Καί οὐκ οἶδας (και δεν ξέρεις) ὅτι σύ εἶ (ότι
εσύ είσαι) ὁ ταλαίπωρος καί ὁ ἐλεεινός καί
πτωχός καί τυφλός καί γυμνός». Δεν έχουν όμως συνείδησιν. Οὐκ οἶδας. Δεν γνωρίζεις. Γιατί υπάρχει η
πνευματική φτώχεια. Γι΄αυτό, ας τους δώσουμε, αγαπητοί μου, ένα βιβλίο να
διαβάσουν· την Αγία Γραφή πρώτιστα και κυριότατα. Μία συμβουλή, μία χειραγώγηση
στον δρόμο του Θεού, μία συζήτηση. Τη σύσταση ακόμη να ακούσουν ένα κήρυγμα.
Επιτέλους και μία προσευχή γι’ αυτούς. Εξάλλου οι άνθρωποι
σήμερα θέλουν πιο πολύ την καρδιά μας, παρά το πορτοφόλι μας. Μην μου πείτε ότι
υπάρχει η κρατική μέριμνα. Όσο κι αν υποτεθεί ότι σε τίποτα δεν υπολείπεται η
κρατική μέριμνα, ποτέ δεν πρόκειται να καλύψει τις ανθρώπινες ανάγκες. Ποτέ.
Όσο και αν είναι ευημερούν το κράτος…
Η
ελεημοσύνη είναι πάντοτε έργο της Εκκλησίας. Παντοτινό έργο της Εκκλησίας. Και
των Χριστιανών. Προπαντός η κάλυψις των πνευματικών αναγκών. Αγαπητοί, οι
φρόνιμοι άνθρωποι, φροντίζουν τις οικονομίες τους να τις καταθέτουν στην
Τράπεζα. Ώστε εν καιρώ να μπορούν να αξιοποιήσουν το κεφάλαιο που θα
χρειαστούν. Υπάρχει όμως και μία άλλη Τράπεζα· που ενώ οι καταθέσεις σε
αυτήν την τράπεζα μπορεί να είναι πολύ μικρές. Όμως οι τόκοι είναι αφάνταστα
μεγάλοι. Είναι η Τράπεζα των ουρανών. Καταθέσεις μας; Οι ελεημοσύνες
μας. Όσο μικρές και αν είναι. Ἓν ποτήριον ψυχροῦ ὓδατος. Υπεύθυνος τραπεζίτης; Αλλά και
εγγυητής; Ο Θεός. Τόκος ασφαλής; Η Βασιλεία του Θεού. Μας το βεβαίωσε ο Ίδιος ο
Κύριος: «Δανείζει Θεῷ ὁ ἐλεῶν πτωχόν». Θα αποτίσει, θα πληρώσει, θα δώσει και πολύ, πολύ,
πολύ παραπάνω. Ανάμεσα στις τράπεζες της γης και την Τράπεζα του ουρανού, ας
κρίνει, αγαπητοί μου, ο καθένας μας πού πρέπει να καταθέτει τις οικονομίες του.
Ο τρόπος της εκλογής θα αποδείξει τον αληθινά έξυπνο και φρόνιμο Χριστιανό.
ΠΡΟΣ
ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και
με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή μακαριστό γέροντα
Αθανάσιο Μυτιληναίο,
μεταφορά
της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας σε
ηλεκτρονικό κείμενο και επιμέλεια: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
·
Απομαγνητοφώνηση
ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
·
[εκφωνήθηκε
στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 5-5-1996] (Β335)