«Τοῦτο γὰρ φρονείσθω ἐν ὑμῖν ὃ καὶ ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ, ὃς ἐν μορφῇ Θεοῦ ὑπάρχων οὐχ ἁρπαγμὸν ἡγήσατο τὸ εἶναι ἴσα Θεῷ, ἀλλ' ἑαυτὸν ἐκένωσε μορφὴν δούλου λαβών, ἐν ὁμοιώματι ἀνθρώπων γενόμενος, καὶ σχήματι εὑρεθεὶς ὡς ἄνθρωπος ἐταπείνωσεν ἑαυτὸν γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δὲ σταυροῦ.
διὸ καὶ ὁ Θεὸς αὐτὸν ὑπερύψωσε καὶ ἐχαρίσατο αὐτῷ ὄνομα τὸ ὑπὲρ πᾶν ὄνομα, ἵνα ἐν τῷ ὀνόματι ᾿Ιησοῦ πᾶν γόνυ κάμψῃ ἐπουρανίων καὶ ἐπιγείων καὶ καταχθονίων, καὶ πᾶσα γλῶσσα ἐξομολογήσηται ὅτι Κύριος ᾿Ιησοῦς Χριστὸς εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός (:Εφόσον δηλαδή είστε μαθητές και δούλοι του Ιησού Χριστού, πρέπει να μιμηθείτε την ταπείνωση και την αυταπάρνησή Του. Ας υπάρχει λοιπόν μέσα σας αυτό το φρόνημα της ταπεινώσεως και αυταπαρνήσεως που είχε κι ο Ιησούς Χριστός. Ο Ιησούς Χριστός δηλαδή, αν και είχε την ίδια ουσία και φύση με τον Θεό Πατέρα και ως απαράλλακτη και ζωντανή εικόνα του Θεού είχε τη μορφή και τη φύση του Θεού, δεν θεώρησε την ισότητά Του με τον Θεό Πατέρα αποτέλεσμα αρπαγής· διότι εάν ήταν αποτέλεσμα αρπαγής, δεν θα τολμούσε να το αποθέσει, από φόβο μήπως το χάσει. Αλλά κένωσε τον εαυτό Του, συγκαλύπτοντας και κρύβοντας για κάποιο διάστημα τη δόξα και το μεγαλείο της θεότητός Του. Πήρε μορφή δούλου και έγινε όμοιος με τους ανθρώπους. Και ενώ παρουσιάστηκε με την εξωτερική όψη του ανθρώπου, δεν ήταν μόνον άνθρωπος, όπως φαινόταν, αλλά ήταν συγχρόνως και Θεός. Και ταπείνωσε τον εαυτό Του δείχνοντας τέλεια υπακοή μέχρι θανάτου, και μάλιστα θανάτου σταυρικού, που είναι ο πλέον οδυνηρός και ατιμωτικός θάνατος. Για την ταπείνωση λοιπόν και την υπακοή Του αυτή ο Θεός Τον υπερύψωσε και ως άνθρωπο και Του χάρισε όνομα, το όνομα Κύριος Ιησούς Χριστός, που είναι πάνω από κάθε άλλο όνομα. Τον υπερύψωσε, ώστε στο όνομα του Ιησού να γονατίσουν ταπεινά και να Τον προσκυνήσουν λατρευτικά και οι άγγελοι στον ουρανό και οι άνθρωποι στη γη και οι ψυχές των νεκρών στα καταχθόνια˙ αλλά κι αυτά τα δαιμονικά όντα που είναι στα καταχθόνια με τρόμο να υποκλιθούν μπροστά στο μεγαλείο Του. Και έτσι κάθε γλώσσα να ομολογήσει φανερά, δυνατά και ξεκάθαρα ότι ο Ιησούς Χριστός είναι Κύριος. Και με την ομολογία αυτή και την αναγνώριση του Ιησού Χριστού ως Κυρίου θα δοξάζεται ο Θεός Πατήρ)»[Φιλιπ. 2,5-11].
Έχω πει τα σχετικά με τους αιρετικούς(βλ. Ιερού Χρυσοστόμου, Υπόμνημα στην προς Φιλιππησίους επιστολήν, ομιλία Γ΄)· είναι πλέον η κατάλληλη ευκαιρία λοιπόν να πω και τα δικά μας. Εκείνοι λένε ότι το «οὐχ ἁρπαγμὸν ἡγήσατο», σημαίνει το «να αρπάξει». Αποδείξαμε ότι αυτό είναι εντελώς ευάλωτο και ανόητο, διότι ούτε σε ταπεινοφροσύνη κανείς προτρέπει από αυτό, ούτε τον Θεό θαυμάζει κατ’ αυτόν τον τρόπο, αλλά ούτε τον άνθρωπο. Τι λοιπόν συμβαίνει, αγαπητοί; Προσέχετε στα λεγόμενα τώρα. Επειδή λοιπόν πολλοί άνθρωποι νομίζουν ότι στερούνται του δικού τους αξιώματος, όταν είναι ταπεινόφρονες, και υποβιβάζονται και ταπεινώνονται, επισημαίνοντας αυτόν τον φόβο και επεξηγώντας ότι δεν πρέπει έτσι να διάκεινται, λέει ότι ο Θεός ο μονογενής, ο Οποίος ως απαράλλακτη και ζωντανή εικόνα του Θεού είχε τη μορφή και τη φύση του Θεού και δεν είχε τίποτε μικρότερο από τον Πατέρα, ο ίσος προς Αυτόν, δεν θεώρησε ότι είχε εξ αρπαγής την ισότητά Του προς τον Θεόν. Τι όμως σημαίνει αυτό, μάθαινε.
Εκείνο που θα αρπάξει κανείς και θα λάβει χωρίς να του ανήκει, δεν τολμά να το αποθέσει φοβούμενος μήπως χαθεί, μήπως διαφύγει, αλλά συνεχώς το κατέχει αυτό· εκείνος όμως που έχει εκ της φύσεώς του ένα αξίωμα, δεν φοβάται και να κατέλθει από το αξίωμά του εκείνο, επειδή γνωρίζει ότι δεν θα πάθει τίποτε από αυτό. Όπως, για να μιλήσω με παράδειγμα, ο Αβεσσαλώμ άρπαξε την εξουσία και δεν τολμούσε τότε να αποθέσει αυτήν. Και θα έλθουμε σε άλλο παράδειγμα. Αν τα παραδείγματα δεν θα μπορέσουν να παραστήσουν το πράγμα, μη δυσφορείτε, διότι έτσι είναι τα παραδείγματα· αφήνουν το περισσότερο στη διάνοια να το συμπεράνει. Έστω ότι επαναστάτησε κάποιος εναντίον του βασιλέως και άρπαξε τη βασιλεία. Αυτός δεν τολμά να αποθέσει και να κρύψει το πράγμα, διότι εάν μία μόνο φορά το κρύψει, αμέσως έχει χάσει αυτό. Ή ας έλθουμε και σε άλλο παράδειγμα. Για παράδειγμα, άρπαξε κάποιος κάτι, κατέχει αυτό συνεχώς· διότι αν το αφήσει, αμέσως το έχασε. Και γενικά αυτοί που κατέχουν κάτι από αρπαγή, φοβούνται να το αποθέσουν και να το κρύψουν και να μην είναι διαρκώς η σκέψη τους σε εκείνο, στο οποίο είναι. Όμως δεν συμβαίνει έτσι σε εκείνους που δεν το έχουν εξ αρπαγής· όπως ο άνθρωπος έχει ένα αξίωμα, το να είναι λογικός. Δεν βρίσκω παράδειγμα· διότι δεν υπάρχει σε εμάς αρχή εκ φύσεως, διότι κανένα από τα αγαθά δεν είναι φυσικό. Όσον αφορά όμως τον Θεό, τα πάντα είναι συνδεδεμένα προς τη φύση Του.
Τι λοιπόν λέει; Ότι ο Υιός του Θεού δεν φοβήθηκε να κατέλθει από το αξίωμά Του, διότι δεν θεώρησε ότι είχε τη θεότητα εξ αρπαγής, ούτε φοβόταν μήπως κανείς αφαιρέσει τη φύση ή το αξίωμά Του. Για τον λόγο αυτόν και απέθεσε αυτό, έχοντας την πεποίθηση ότι θα αναλάβει αυτό και πάλι όταν θα έχει ολοκληρωθεί η αποστολή Του· και το έκρυψε, επειδή θεωρούσε ότι δεν θα ελαττωθεί καθόλου από αυτό. Για τον λόγο αυτόν δεν είπε «δεν άρπαξε», αλλά «οὐχ ἁρπαγμὸν ἡγήσατο(:δεν θεώρησε αποτέλεσμα αρπαγής)». Δεν είχε την εξουσία επειδή την άρπαξε, αλλά εκ της φύσεώς Του, όχι δοτή, αλλά μόνιμη και ασφαλή. Για τον λόγο αυτόν δεν αποφεύγει να αναλάβει και το σχήμα των υπερασπιστών Του. Ο τύραννος φοβάται να αποθέσει κατά τη διάρκεια του πολέμου την πορφύρα, ο βασιλιάς όμως κάνει αυτό με πολλή ασφάλεια. Γιατί; Διότι δεν έχει την εξουσία εξ αρπαγής. Λοιπόν δεν την απέθετε, όχι επειδή δεν άρπαξε, αλλά επειδή την είχε εκ φύσεως, και επειδή δεν μπορούσε ποτέ να απομακρυνθεί, την έκρυψε. Αυτό δηλαδή, την ισότητά Του προς τον Θεόν, δεν είχε επειδή την άρπαξε, αλλά εκ της φύσεώς Του· για τον λόγο αυτό κένωσε τον εαυτό Του. Πού είναι αυτοί που λένε ότι υπέκυψε στην ανάγκη, ότι υποτάχτηκε;
«Ἐκένωσε(:Αλλά κένωσε)», λέγει, «ἑαυτὸν, ἐταπείνωσεν ἑαυτὸν γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου(:τον εαυτό Του, συγκαλύπτοντας και κρύβοντας για κάποιο διάστημα τη δόξα και το μεγαλείο της θεότητός Του, ταπείνωσε τον εαυτό Του δείχνοντας τέλεια υπακοή μέχρι θανάτου)»[: Φιλιπ.2,8]. Πώς «ἐκένωσε»; «Μορφὴν δούλου λαβών, ἐν ὁμοιώματι ἀνθρώπων γενόμενος, καὶ σχήματι εὑρεθεὶς ὡς ἄνθρωπος(:Πήρε μορφή δούλου και έγινε όμοιος με τους ανθρώπους και παρουσιάστηκε με την εξωτερική όψη του ανθρώπου)»[:Φιλιπ.2,7]. Στο σημείο αυτό προς το «ἀλλήλους ἡγούμενοι ὑπερέχοντας ἑαυτῶν(:με την ταπεινοφροσύνη να θεωρεί ο καθένας σας όλους τους άλλους ανώτερους απ’ τον εαυτό του και έτσι να τους σέβεται και να τους τιμά)»[Φιλιπ.2,3], είπε αυτό, δηλαδή το «ἑαυτὸν ἐκένωσε(:κένωσε τον εαυτό Του)»· διότι εάν υποτάχτηκε σε αυτό, δεν θα ήταν το πράγμα εκδήλωση της ταπεινοφροσύνης, εκτός αν προτίμησε αυτό αυτοπροαίρετα και κατά τη δική Του κρίση· διότι ή δεν γνώριζε ότι αυτό πρέπει να γίνει και θα είναι ατελής, ή, αν και γνώριζε, περίμενε τον κατάλληλο καιρό του πράγματος και θα συνέβαινε σαν να μη γνωρίζει τον κόσμο. Ή εάν γνώριζε και ότι πρέπει να γίνει και πότε να γίνει, για ποιο λόγο δέχτηκε να υποταγεί; Για να δείξει την υπεροχή του Πατρός; Αυτό δεν δείχνει την υπεροχή του Πατρός, αλλά τη δική Του απλότητα· διότι δεν ήταν αρκετό το όνομα του Πατρός να δείξει τα πρεσβεία του Πατρός; Χωρίς βέβαια αυτό, τα πάντα κοινά έχει ο Υιός· διότι δεν μπορεί η τιμή αυτή να διαβεί από τον Πατέρα στον Υιό.
Τι λοιπόν ισχυρίζονται οι αιρετικοί; «Ιδού», λέγουν, «δεν έγινε άνθρωπος»· οι οπαδοί του Μαρκίωνος, εννοώ· αλλά τι; «Ἐν ὁμοιώματι ἀνθρώπων(:όμοιος με τους ανθρώπους)», λέγει. Πώς όμως είναι δυνατόν να γίνει όμοιος προς τους ανθρώπους; Περιβαλλόμενος σκιά; Ασφαλώς αυτό είναι είδωλο, και όχι ομοίωμα ανθρώπου· διότι το ομοίωμα ανθρώπου είναι άλλος άνθρωπος. Τι όμως θα απαντήσεις στον Ιωάννη, όταν λέγει: «ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο(:ο Λόγος έγινε μέσα στον χρόνο άνθρωπος)» [Ιω.1,14]; Αλλά και ο ίδιος ο μακάριος Παύλος λέγει αλλού: «ἐν ὁμοιώματι σαρκὸς ἁμαρτίας(:με σάρκα, η οποία έμοιαζε μόνο, αλλά δεν ήταν και πραγματική σάρκα της αμαρτίας)» [Ρωμ.8,3].
«καὶ σχήματι εὑρεθεὶς ὡς ἄνθρωπος(:παρουσιάστηκε με την εξωτερική όψη του ανθρώπου)». Ιδού, λέγει, και κατά το σχήμα- «και σχήματι»-, και «ὡς ἄνθρωπος». Τούτο όμως δεν σημαίνει άνθρωπος αληθώς, το να είναι «ὡς ἄνθρωπος», και το να είναι κατά το σχήμα άνθρωπος· διότι το να είναι κατά το σχήμα άνθρωπος, δεν σημαίνει ότι είναι εκ φύσεως άνθρωπος. Βλέπετε με πόση ευγνωμοσύνη εκθέτω εγώ τις ιδέες των εχθρών; Διότι η λαμπρά νίκη και γινομένη υπό ευνοϊκότερους όρους είναι αυτή, όταν δεν αποκρύπτουμε ότι οι γνώμες αυτές είναι ισχυρές· διότι το να αποκρύπτουμε αυτές είναι απάτη μάλλον, παρά νίκη.
Τι λοιπόν ισχυρίζονται; Πάλι αυτά θα επαναλάβουμε: ότι η λέξη «σχήματι(:κατά το σχήμα)», δεν σημαίνει εκ φύσεως, και το να είναι «ὡς ἄνθρωπος» και το να είναι όμοιος προς άνθρωπο, δεν σημαίνει αυτό ότι είναι άνθρωπος. Άρα και το ότι έλαβε μορφή δούλου δεν σημαίνει ότι έλαβε μορφή δούλου. Ασφαλώς εδώ γίνεται μάχη· και γιατί δεν εξηγείς προηγουμένως εσύ εκείνο; Διότι όπως ακριβώς νομίζεις ότι αυτά είναι αντίθετα προς εμάς, έτσι και εμείς ισχυριζόμαστε ότι εκείνο είναι αντίθετο προς εσένα· διότι δεν είπε «ως μορφή δούλου», ούτε «όμοιος με μορφή δούλου», ούτε «κατά το σχήμα μορφής δούλου», αλλά «μορφὴν δούλου λαβών (:πήρε μορφή δούλου)». Τι λοιπόν συμβαίνει; Διότι πράγματι γίνεται μάχη. Καμία μάχη, μη γένοιτο. Αλλά ποιος ο ψυχρός και καταγέλαστος λόγος αυτών; «Μορφή δούλου έλαβε», λέγουν, «όταν αφού περιζώστηκε την ποδιά, έπλυνε τα πόδια των μαθητών». Αυτό είναι μορφή δούλου; Αυτό όμως δεν είναι μορφή δούλου, αλλά έργο δούλου. Είναι δε διαφορετικό το να είναι έργο δούλου και το να λάβει μορφή δούλου. Και γιατί δεν είπε ότι έκανε έργο δούλου, το οποίο ήταν σαφέστερο; Πουθενά όμως δεν λέγεται στη Γραφή η μορφή αντί του έργου, διότι η διαφορά είναι μεγάλη· διότι η μεν μορφή αναφέρεται στη φύση, το δε έργο στην ενέργεια. Και συνήθως δε πουθενά όταν ομιλούμε, δεν εννοούμε τη μορφή αντί του έργου. Άλλωστε δε, κατά τη γνώμη εκείνων, ούτε το έργο έκανε, ούτε περιζώστηκε. Εάν βέβαια το πράγμα ήταν φαντασία, δεν ήταν αλήθεια· εάν δεν είχε χέρια, πώς έπλυνε; Εάν δεν είχε μέση, πώς περιζώστηκε την ποδιά; Και ποια ενδύματα έλαβε; Διότι «έβγαλε τα εξωτερικά ενδύματα αυτού», λέγει[βλ. Ιω.13,4-5: «Ἐγείρεται ἐκ τοῦ δείπνου καὶ τίθησι τὰ ἱμάτια, καὶ λαβὼν λέντιον διέζωσεν ἑαυτόν· εἶτα βάλλει ὕδωρ εἰς τὸν νιπτῆρα, καὶ ἤρξατο νίπτειν τοὺς πόδας τῶν μαθητῶν καὶ ἐκμάσσειν τῷ λεντίῳ ᾧ ἦν διεζωσμένος(:Σηκώνεται δηλαδή από το τραπέζι του δείπνου την ώρα που όλοι είχαν πάρει τις θέσεις τους σε αυτό, και βγάζει τα εξωτερικά Του ενδύματα και, αφού πήρε μία πετσέτα, ζώστηκε με αυτήν· Έπειτα ρίχνει νερό στη λεκάνη που υπήρχε εκεί για το πλύσιμο των ποδιών και άρχισε να πλένει τα πόδια των μαθητών και να τα σκουπίζει με την πετσέτα με την οποία ήταν ζωσμένος)»]. Ώστε ούτε το έργο εδώ είναι γεγονός τετελεσμένο, αλλά απάτη μόνο, ούτε έπλυνε τους μαθητές· διότι εάν η ασώματος φύσις δεν φάνηκε, δεν ήταν με σώμα. Ποιος λοιπόν έπλυνε τους μαθητές;
Τι λοιπόν θα πούμε πάλι προς τον Παύλο τον Σαμοτέα; Και τι λέγει εκείνος; Και αυτός το ίδιο λέγει: «Αλλά δεν είναι αυτό κένωση, το να νίψει τους ομοδούλους του, ενώ είχε την ανθρώπινη φύση και ψιλός άνθρωπος». Εκείνα που είπαμε προς του Αρειανούς, αυτά πρέπει να πούμε και προς αυτούς· διότι δεν έχουν καμία διαφορά μεταξύ τους, εκτός από λίγο χρόνο, διότι και αυτά και εκείνοι λένε ότι ο Υιός του Θεού είναι κτίσμα. Τι λοιπόν θα πούμε προς αυτούς; Εάν άνθρωπος έπλυνε ανθρώπους, δεν εκένωσε, ούτε ταπείνωσε τον εαυτό του. Εάν, όντας άνθρωπος, δεν άρπαξε την ισότητά Του προς τον Θεό, δεν είναι επαινετός· διότι το να γίνει μεν άνθρωπος, ενώ είναι Θεός, είναι ταπείνωση μεγάλη, ανέκφραστη, απερίγραπτη· το να ενεργεί όμως τα ανθρώπινα, ενώ είναι άνθρωπος, ποια ταπείνωση;
Και πού η μορφή του Θεού λέγεται έργο του Θεού; Διότι εάν ήταν άνθρωπος ψιλός και εξαιτίας των έργων του λέγεται «μορφή Θεού», γιατί δεν λέμε το ίδιο και για τον Πέτρο; Διότι πραγματοποίησε μεγαλύτερα έργα απ’ Αυτόν. Γιατί δεν λέγεις και για τον Παύλο, ότι είχε «μορφή Θεού»; Γιατί δεν έφερε και από τον εαυτό του το παράδειγμα ο Παύλος, ο οποίος έπραξε πάρα πολλά ταπεινά και δεν έπαψε να λέγει: «Οὐ γὰρ ἑαυτοὺς κηρύσσομεν, ἀλλὰ Χριστὸν Ἰησοῦν Κύριον, ἑαυτοὺς δὲ δούλους ὑμῶν διὰ Ἰησοῦν(:Λέω ότι το Ευαγγέλιο κηρύττει τη δόξα του Χριστού επειδή με αυτό δεν κηρύττουμε τον εαυτό μας, ούτε δοξάζουμε τον εαυτό μας, αλλά κηρύττουμε τον Ιησού Χριστό ως Κύριο και Δεσπότη, ενώ τους εαυτούς μας δούλους δικούς σας για τη δόξα του Ιησού)» [Β΄Κορ.4,5]. Αυτά προκαλούν γέλιο και είναι φλυαρία. Πώς κένωσε τον εαυτό του, πες, και τι είναι η κένωση; Τι η ταπείνωση; Ή επειδή ενήργησε θαύματα; Αυτό έκανε και ο Παύλος και ο Πέτρος, ώστε να μην είναι αυτό εξαιρετικό προνόμιο του Υιού.
Τι λοιπόν σημαίνει το «ἐν ὁμοιώματι ἀνθρώπων γενόμενος»; Πολλά μεν χαρακτηριστικά είχε τα δικά μας, πολλά δε δεν είχε, όπως το ότι δεν γεννήθηκε από συνουσία, αμαρτία δεν έπραξε. Αυτά υπήρχαν σε Αυτόν, τα οποία δεν υπάρχουν σε κανένα άνθρωπο. Δεν ήταν μόνο αυτό που φαινόταν, αλλά και Θεός. Φαινόταν μεν άνθρωπος, όμως δεν ήταν όμοιος με τα πολλά των ανθρώπων. Βέβαια ως προς τη σάρκα μεν ήταν όμοιος. Αυτό λοιπόν λέγει ότι δεν ήταν ψιλός άνθρωπος. Για τον λόγο αυτόν λέει: «όμοιος προς τους ανθρώπους»· διότι εμείς μεν είμαστε ψυχή και σώμα· εκείνος δε Θεός και ψυχή και σώμα. Για τον λόγο αυτόν λέγει «όμοιος». Για να μη νομίσεις όταν ακούσεις ότι εκένωσε τον εαυτό Του, ότι έπαθε κάποια μεταβολή και μετάπτωση και εξαφάνιση, ενώ μένει, λέγει, εκείνο που ήταν, έλαβε εκείνο που δεν ήταν, και γενόμενος άνθρωπος, έμενε Θεός Λόγος διαπαντός. Ώστε κατά τούτο έγινε όμοιος προς τον άνθρωπο, και για τον λόγο αυτόν λέγει: «καὶ σχήματι εὑρεθεὶς ὡς ἄνθρωπος(:και παρουσιάστηκε με την εξωτερική όψη του ανθρώπου)». Δεν μεταβλήθηκε η φύση, ούτε έγινε σύγχυση, αλλά έγινε κατά το σχήμα.
Αφού λοιπόν είπε ότι έλαβε μορφή δούλου, στη συνέχεια έλαβε θάρρος να πει και αυτό, ως να αποστομώνει εκείνο όλους. Επειδή και όταν λέει ««ἐν ὁμοιώματι σαρκὸς ἁμαρτίας (:με σάρκα, η οποία έμοιαζε μόνο, αλλά δεν ήταν και πραγματική σάρκα της αμαρτίας)»[:Ρωμ.8,3], δεν εννοεί αυτό, ότι δηλαδή δεν είχε σάρκα, αλλά ότι η σάρκα εκείνη δεν αμάρτησε, αλλά ήταν όμοια προς τη σάρκα του αμαρτωλού. Κατά τι όμοια; Κατά τη φύση, όχι κατά την κακία· για τον λόγο αυτόν ήταν όμοια προς την ψυχή του αμαρτωλού. Όπως ακριβώς λοιπόν εκεί το όμοιο επειδή δεν είναι όλα ίσα, έτσι και εδώ η ομοιότητα επειδή δεν είναι όλα ίσα, όπως το ότι δεν γεννήθηκε από συνουσία, το ότι ήταν χωρίς αμαρτία, το ήταν δεν ήταν ψιλός άνθρωπος. Και καλώς είπε «ὡς ἄνθρωπος» διότι δεν ήταν ένας από τους πολλούς ανθρώπους, αλλά ως ένας από τους πολλούς· διότι ο Θεός Λόγος δεν μεταβλήθηκε σε άνθρωπο, ούτε η ουσία Του μεταβλήθηκε, αλλά ως άνθρωπος εφάνη, όχι με σκοπό να μας εξαπατήσει με φαντασιοκοπίες, αλλά να μας διδάξει την ταπεινοφροσύνη. Όταν λοιπόν λέει: «ὡς ἄνθρωπος», αυτό εννοεί, επειδή και αλλού αποκαλεί Αυτόν «άνθρωπο», όταν λέγει: «Εἷς γὰρ Θεός, εἷς καὶ μεσίτης Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων, ἄνθρωπος Χριστὸς Ἰησοῦς(:Και θέλει τη σωτηρία όλων, διότι ένας και μόνος είναι ο Θεός, Θεός όλων των ανθρώπων και όχι μόνο κάποιου ορισμένου έθνους. Ένας είναι και ο μεσίτης μεταξύ του Θεού και των ανθρώπων, ο Ιησούς Χριστός, που έγινε άνθρωπος)» [Α΄Τιμ.2,5].
Είπαμε και τα προς αυτούς· και είναι ανάγκη να πούμε και προς αυτούς που αρνούνται ότι έχει αναλάβει ψυχή. Εάν η φράση «μορφή Θεοῦ» σημαίνει τέλειος Θεός, και η φράση «μορφὴ δούλου» σημαίνει τέλειος δούλος. Πάλι ο λόγος προς τους Αρειανούς. «Ἐν μορφῇ Θεοῦ ὑπάρχων (:Ο Ιησούς Χριστός δηλαδή, αν και είχε την ίδια ουσία και φύση με τον Θεό Πατέρα και ως απαράλλακτη και ζωντανή εικόνα του Θεού, είχε τη μορφή και τη φύση του Θεού)», λέγει, «οὐχ ἁρπαγμὸν ἡγήσατο τὸ εἶναι ἴσα Θεῷ(:δεν θεώρησε την ισότητά Του με τον Θεό Πατέρα αποτέλεσμα αρπαγής)». Εδώ ο λόγος είναι για τη θεότητα, πουθενά το «έγινε», πουθενά το «έλαβε».
«ἀλλ' ἑαυτὸν ἐκένωσε μορφὴν δούλου λαβών, ἐν ὁμοιώματι ἀνθρώπων γενόμενος(:αλλά κένωσε τον εαυτό Του συγκαλύπτοντας και κρύβοντας για κάποιο διάστημα τη δόξα και το μεγαλείο της θεότητός Του. Πήρε μορφή δούλου και έγινε όμοιος με τους ανθρώπους)»[:Φιλιπ.2,7]. Εδώ το «έλαβε» και το «έγινε» αναφέρονται στην ανθρώπινη φύση. Αυτό έγινε, αυτό έλαβε, εκείνο υπήρχε[λαβών, γενόμενος, ὑπάρχων]. Ας μην τα συγχέομε λοιπόν, ούτε να τα διαχωρίζουμε. Ένας είναι ο Θεός, ένας είναι ο Χριστός, ο Υιός του Θεού. Όταν δε πω το «ένας», εννοώ ένωση, όχι σύγχυση, η φύση αυτή να μεταβληθεί σε εκείνη, αλλά ενωμένη.
«Ἐταπείνωσεν ἑαυτὸν γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δὲ σταυροῦ (:Και ταπείνωσε τον εαυτό Του δείχνοντας τέλεια υπακοή μέχρι θανάτου, και μάλιστα θανάτου σταυρικού, που είναι ο πλέον οδυνηρός και ατιμωτικός θάνατος)»[:Φιλιπ.2,8]. «Ιδού», λέγει ίσως κάποιος, «έχει γίνει υπήκοος με τη θέλησή του, δεν ήταν ίσος προς Εκείνον στον Οποίο υπάκουσε». Αυτό δεν μειώνει Αυτόν καθόλου, αγνώμονες και ανόητοι, καθόσον εμείς υπακούουμε και στους φίλους, και δεν μας υποβιβάζει αυτό καθόλου. Ως Υιός στον Πατέρα υπάκουσε, χωρίς να περιπέσει σε δουλικό αξίωμα, αλλά σε αυτό ακριβώς φυλάσσοντας μάλιστα το θαύμα της γνησιότητας, στη μεγάλη τιμή προς τον Πατέρα. Τίμησε τον Πατέρα όχι για να ατιμάσεις εσύ Αυτόν, αλλά για να θαυμάσεις περισσότερο, ώστε και από αυτό να μάθεις, ότι είναι γνήσιος Υιός, από το ότι δηλαδή έχει τιμήσει τον Πατέρα περισσότερο από όλους. Κανείς δεν τίμησε έτσι τον Θεό. Όσο ύψος είχε, τόσο μεγάλη ταπείνωση υπέστη ως αντίρροπο. Όπως είναι μεγαλύτερος όλων, και κανείς δεν είναι ίσος προς Αυτόν, έτσι και στην τιμή προς τον Πατέρα νίκησε όλους, χωρίς να αναγκαστεί ούτε παρά τη θέλησή Του, αλλά και αυτό είναι εκδήλωση της αρετής του ή δεν μπορώ πώς να το πω. Μέγα και το να γίνει δούλος και πάρα πολύ ανέκφραστο· το να υποστεί όμως θάνατο, πάλι πολύ περισσότερο.
Αλλά υπάρχει και κάτι άλλο μεγαλύτερο και παραδοξότερο από αυτό. Γιατί; Διότι δεν είναι όμοιος ο κάθε θάνατος· διότι ο θάνατος αυτός φαινόταν ότι είναι περισσότερο επονειδιστικός, αυτός είναι πλήρης αισχύνης, αυτός είναι ο κατεξοχήν κατηραμένος· «ἐπικατάρατος(:Καταραμένος να είναι)», λέγει, «πᾶς ὁ κρεμάμενος ἐπὶ ξύλου (:όποιος κρεμιέται και πεθαίνει πάνω στο ξύλο)» [Γαλ.3,13]. Για τον λόγο αυτό και οι Ιουδαίοι προσπάθησαν με τούτον τον τρόπο να θανατώσουν Αυτόν, για να Τον καταστήσουν και επονείδιστο, ώστε αν και με το να θανατωθεί, κανείς δεν απομακρύνεται από αυτόν, αλλά με το να θανατωθεί έτσι πολλοί θα απομακρυνθούν. Για τον λόγο αυτόν και δύο ληστές σταυρώθηκαν μεταξύ αυτού, για να μετάσχει με αυτούς στη δόξα και να εκπληρωθεί το λεχθέν «καὶ ἐν τοῖς ἀνόμοις ἐλογίσθη(:και λογαριάστηκε μεταξύ των παρανόμων ανθρώπων)» [Ησ. 53,12]. Αλλά τόσο περισσότερο λάμπει η αλήθεια, τόσο περισσότερο γίνεται φαιδρή· διότι όταν είναι τόσο πολλά τα τεχνάσματα που γίνονται από τους εχθρούς εναντίον της δόξης Αυτού, και λάμπει πολύ, τόσο μεγαλύτερο αποδεικνύεται το θαύμα· διότι όχι μόνο με το να Τον θανατώσουν, αλλά και με το να Τον θανατώσουν κατ’ αυτόν τον τρόπο νόμιζαν ότι θα καταστήσουν Αυτόν βδελυρό, και ότι αποδεικνύουν Αυτόν βδελυρότερο από όλους. Τίποτε όμως δεν κατόρθωσαν. Έτσι δε και οι δύο ληστές ήσαν μιαροί, ύστερα όμως ο ένας μεταβλήθηκε· διότι και όταν ήσαν επάνω στον σταυρό, ονείδιζαν Αυτόν· και ούτε η συνείδηση των δικών τους αμαρτημάτων, ούτε και το ότι βρίσκονταν στην κόλαση, ούτε και το ότι έπασχαν και αυτοί τα ίδια, συγκρατούσε τη μανία τους. Πράγμα που βεβαίως και ο ένας είπε στον άλλο και τον αποστόμωσε λέγοντας: «Οὐδὲ φοβῇ σὺ τὸν Θεόν, ὅτι ἐν τῷ αὐτῷ κρίματι εἶ;(:Σε λίγο θα εμφανιστείς ενώπιον του Θεού. Ούτε τον Θεό δεν φοβάσαι; Ο φόβος του Θεού δεν σε συγκρατεί να μην προσθέτεις και τώρα νέες αμαρτίες στον εαυτό σου; Δεν θυμάσαι το παρελθόν σου και τα τόσα σου εγκλήματα; Διότι κι εσύ υφίστασαι την ίδια καταδίκη και την ίδια ποινή του σταυρού που υφίσταται και Αυτός)» [Λουκά 23,40]. Τόσο μεγάλη είχαν την κακία.
«Διὸ(:Για την ταπείνωση λοιπόν και την υπακοή Του αυτή)», λέγει, «καὶ ὁ Θεὸς αὐτὸν ὑπερύψωσε καὶ ἐχαρίσατο αὐτῷ ὄνομα τὸ ὑπὲρ πᾶν ὄνομα(:ο Θεός Τον υπερύψωσε και ως άνθρωπο και Του χάρισε όνομα, το όνομα Κύριος Ιησούς Χριστός, που είναι πάνω από κάθε άλλο όνομα)»[:Φιλιπ.2,9]. Όταν αναφέρεται στη σάρκα ο μακάριος Παύλος, όλα έπειτα τα ευτελή τα λέγει άφοβα· διότι έως ότου μεν δεν έλεγε ότι έλαβε μορφή δούλου, αλλά ομιλούσε για τη θεότητα, πρόσεχε πώς μιλούσε υψηλώς. Υψηλώς εννοώ κατά τη δύναμη, διότι δεν ομιλεί κατά την αξία Αυτού, άλλωστε δε δεν μπορεί. «Ὃς ἐν μορφῇ Θεοῦ ὑπάρχων (:Ο Ιησούς Χριστός δηλαδή, αν και είχε την ίδια ουσία και φύση με τον Θεό Πατέρα και ως απαράλλακτη και ζωντανή εικόνα του Θεού είχε τη μορφή και τη φύση του Θεού)», λέγει, «οὐχ ἁρπαγμὸν ἡγήσατο τὸ εἶναι ἴσα Θεῷ (:δεν θεώρησε την ισότητά Του με τον Θεό Πατέρα αποτέλεσμα αρπαγής· διότι εάν ήταν αποτέλεσμα αρπαγής, δεν θα τολμούσε να το αποθέσει, από φόβο μήπως το χάσει)». Επειδή όμως είπε ότι έγινε άνθρωπος, έπειτα ομιλεί για τα ταπεινά άφοβα, έχοντας την πεποίθηση ότι δεν βλάπτει καθόλου την θεότητα το να λέγονται τα ταπεινά, διότι τα δέχεται εκείνα η σάρκα Αυτού.
«Διὸ καὶ ὁ Θεὸς αὐτὸν ὑπερύψωσε καὶ ἐχαρίσατο αὐτῷ ὄνομα τὸ ὑπὲρ πᾶν ὄνομα, ἵνα ἐν τῷ ὀνόματι ᾿Ιησοῦ πᾶν γόνυ κάμψῃ ἐπουρανίων καὶ ἐπιγείων καὶ καταχθονίων, καὶ πᾶσα γλῶσσα ἐξομολογήσηται ὅτι Κύριος ᾿Ιησοῦς Χριστὸς εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός (:Για την ταπείνωση λοιπόν και την υπακοή Του αυτή ο Θεός Τον υπερύψωσε και ως άνθρωπο και Του χάρισε όνομα, το όνομα Κύριος Ιησούς Χριστός, που είναι πάνω από κάθε άλλο όνομα. Τον υπερύψωσε, ώστε στο όνομα του Ιησού να γονατίσουν ταπεινά και να Τον προσκυνήσουν λατρευτικά και οι άγγελοι στον ουρανό και οι άνθρωποι στη γη και οι ψυχές των νεκρών στα καταχθόνια˙ αλλά κι αυτά τα δαιμονικά όντα που είναι στα καταχθόνια με τρόμο να υποκλιθούν μπροστά στο μεγαλείο Του. Και έτσι κάθε γλώσσα να ομολογήσει φανερά, δυνατά και ξεκάθαρα ότι ο Ιησούς Χριστός είναι Κύριος. Και με την ομολογία αυτή και την αναγνώριση του Ιησού Χριστού ως Κυρίου θα δοξάζεται ο Θεός Πατήρ)»[:Φιλιπ.2,9-11]. Ας ρωτήσουμε τους αιρετικούς εάν αυτά λέγονται για εκείνον που δεν σαρκώθηκε, εάν λέγονται για τον Θεό Λόγο, πώς υπερύψωσε Αυτόν; Επειδή του είχε δώσει κάτι περισσότερο; Ήταν λοιπόν ατελής κατά τούτο, και για εμάς έγινε τέλειος· διότι εάν δεν μας είχε ευεργετήσει, δεν θα απολάμβανε τιμής.
«Καὶ ἐχαρίσατο αὐτῷ (:και Του χάρισε)», λέγει, «ὄνομα». Ιδού, ούτε όνομα είχε κατά τη γνώμη σας. Πώς δε, εάν έλαβε οφειλή, παρουσιάζεται εδώ ως λαβών κατά χάριν και δωρεάν, και το όνομα που είναι υπεράνω από κάθε άλλο όνομα; Ας δούμε δε ποιο ήταν και το όνομα «ἵνα ἐν τῷ ὀνόματι ᾿Ιησοῦ πᾶν γόνυ κάμψῃ (:Τον υπερύψωσε, ώστε στο όνομα του Ιησού να γονατίσουν ταπεινά και να Τον προσκυνήσουν λατρευτικά)». Αυτοί τη δόξα αποκαλούν «ὄνομα». Αυτή λοιπόν η δόξα είναι υπεράνω από κάθε άλλη δόξα; Δόξα δε εν ολίγοις είναι το να προσκυνούμε Αυτόν; Απέχετε μακράν από τη μεγαλοπρέπεια του Θεού εσείς, οι οποίοι νομίζετε ότι γνωρίζετε τον Θεόν, όπως Αυτός γνωρίζει τον εαυτό Του. Και από αυτό μεν είναι σαφές, πόσο απέχετε από την έννοια του Θεού· γίνεται όμως φανερό και από το εξής. Αυτή είναι δόξα; Πες μου. Επομένως, με βάση τον αιρετικό αυτόν συλλογισμό, προτού να δημιουργηθούν οι άνθρωποι, προτού οι άγγελοι και οι αρχάγγελοι, δεν βρισκόταν σε δόξα. Εάν βέβαια αυτή είναι η δόξα, που είναι υπεράνω από κάθε δόξα, διότι αυτό σημαίνει το «υπεράνω από κάθε άλλο όνομα»· και αν ακόμη βρισκόταν εν δόξη όμως σε μικρότερο βαθμό από αυτήν. Συνεπώς, για τον λόγο αυτόν δημιούργησε τα όντα, για να δοξάζεται, και όχι εξαιτίας της αγαθότητάς Του, αλλά επειδή έχει ανάγκη να δοξάζεται από εμάς. Βλέπετε τη μωρία; Βλέπετε την ασέβεια; Αν μεν λοιπόν έλεγε αυτά περί του σαρκωθέντος, είχε δικαιολογία, διότι ο Θεός Λόγος ανέχεται να λέγονται αυτά για τη σάρκα· διότι δεν άπτεται της φύσεως, αλλά το παν ίσταται περί την οικονομία του πράγματος.
Τι λοιπόν σημαίνει «ἐπουρανίων καὶ ἐπιγείων καὶ καταχθονίων; Δηλαδή, όλος ο κόσμος, και οι άγγελοι και οι άνθρωποι και οι δαίμονες ή ότι και οι δίκαιοι και οι ζώντες και οι αμαρτωλοί. «Καὶ πᾶσα γλῶσσα ἐξομολογήσηται ὅτι Κύριος ᾿Ιησοῦς Χριστὸς εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός(:Και έτσι κάθε γλώσσα να ομολογήσει φανερά, δυνατά και ξεκάθαρα ότι ο Ιησούς Χριστός είναι Κύριος. Και με την ομολογία αυτή και την αναγνώριση του Ιησού Χριστού ως Κυρίου θα δοξάζεται ο Θεός Πατήρ)»[:Φιλιπ.2,11]. Δηλαδή για να πουν αυτό όλοι· αυτό λοιπόν είναι η δόξα του Πατρός. Βλέπεις παντού, όταν δοξάζεται ο Υιός, να δοξάζεται ο Πατήρ; Εάν βέβαια αυτό ισχύει σε μας, όπου υπάρχει μεγάλη διαφορά των πατέρων προς τους υιούς, πολύ περισσότερο στον Θεό, όπου δεν υπάρχει καμία διαφορά, προς Αυτόν μεταβαίνει και η τιμή και η ύβρις· διότι αν ο κόσμος όλος υποταγεί στον Υιό, λέγει, αυτό είναι δόξα του Πατρός.
Συνεπώς και όταν λέμε ότι ο Υιός είναι τέλειος, ανενδεής, ότι δεν είναι μικρότερος από τον Πατέρα, αυτό είναι δόξα του Πατρός, διότι έτσι Τον γέννησε. Αυτό είναι μεγάλη απόδειξη και της δύναμής Του, και της αγαθότητας και της σοφίας, διότι δεν μειονεκτεί καθόλου, ούτε κατά τη σοφία, ούτε κατά την αγαθότητα. Όταν πω ότι είναι σοφός, όπως ο Πατήρ, και καθόλου μικρότερος, αυτό είναι απόδειξη της μεγάλης σοφίας του Πατρός· όταν πω ότι είναι δυνατός, όπως ο Πατήρ, αυτό είναι απόδειξη της δύναμής Του· όταν πω ότι είναι αγαθός, όπως ο Πατήρ, αυτό είναι μεγίστη απόδειξη της αγαθότητάς Του, διότι τέτοιον Τον γέννησε, καθόλου κατώτερο από Αυτόν, ούτε υπολειπόμενο κατά κάτι· όταν πω ότι δεν είναι υποδεέστερος κατά την ουσία, αλλά ίσος, ούτε από άλλη ουσία, και με αυτό πάλι τον Θεό θαυμάζω, και τη δύναμη Αυτού και την αγαθότητα και τη σοφία, διότι από Αυτόν προσέφερε σε μας άλλον όμοιο εκτός από το ότι δεν είναι Πατήρ. Ώστε όσα μεγάλα αν πω για τον Υιό, μεταβαίνουν αυτά στον Πατέρα· διότι εάν το μικρό αυτό και ασήμαντο, καθόσον είναι μικρό συγκρινόμενο προς τη δόξα του Θεού το να προσκυνήσει Αυτόν όλος ο κόσμος, είναι για τη δόξα του Θεού, πόσο μάλλον για όλα τα άλλα;
Ας έχουμε λοιπόν πίστη για τη δόξα του Θεού, και ας ζούμε προς δόξαν Αυτού, επειδή δεν υπάρχει καμία ωφέλεια από το ένα εκ των δύο. Ώστε όταν δοξάζομε καλώς, και δεν ζούμε καλώς, τότε υβρίζομε Αυτόν στον υπέρτατο βαθμό, διότι αποκαλώντας Αυτόν Κύριο και Διδάσκαλο, περιφρονούμε Αυτόν και δεν φοβόμαστε τη φοβερή κρίση Εκείνου. Δεν είναι βέβαια καθόλου παράδοξο να ζουν οι ειδωλολάτρες ακαθάρτως, ούτε άξιο τόσο μεγάλης κατακρίσεως. Οι Χριστιανοί όμως, που μετέχουν σε τόσα μυστήρια και απολαύουν τόσο μεγάλης δόξας, να ζουν έτσι ακαθάρτως, αυτό είναι το χειρότερο από όλα και ανυπόφορο. Διότι πες μου: Υπάκουσε την εσχάτη υπακοή, για τον λόγο αυτόν έλαβε την άνω τιμή· έγινε δούλος, για τον λόγο αυτόν είναι κύριος πάντων, και των αγγέλων και όλων των άλλων. Συνεπώς και εμείς να μη νομίζουμε ότι υποβιβαζόμαστε από το αξίωμά μας, όταν ταπεινώσουμε τον εαυτό μας· διότι τότε είναι δυνατόν να εξυψωθούμε περισσότερο· εύλογα τότε είναι δυνατό να τιμηθούμε στον υπέρτατο βαθμό. Ότι βέβαια ο υψηλός είναι ταπεινός, ο δε ταπεινός υψηλός, είναι αρκετή μεν και η απόκριση του Χριστού που λέγει αυτό, πλην όμως ας εξετάσουμε και αυτό το πράγμα.
Τι σημαίνει να ταπεινωθούμε; Δεν σημαίνει να μας ψέγουν, να μας κατηγορούν και να μας διαβάλλουν; Και τι να υψωθούμε; Το να μας τιμούν, το να μας επαινούν, να μας δοξάζουν. Καλώς. Ας δούμε λοιπόν πώς γίνεται αυτό. Ο σατανάς, άγγελος όντας, ύψωσε τον εαυτό του. Τι λοιπόν συνέβη· δεν ταπεινώθηκε περισσότερο από όλους; Δεν έχει τόπο παραμονής τη γη; Δεν κατηγορείται και διαβάλλεται από όλους; Ο Παύλος, άνθρωπος όντας, ταπείνωσε τον εαυτό του. Τι λοιπόν; Δεν θαυμάζεται; Δεν επαινείται; Δεν εγκωμιάζεται; Δεν είναι φίλος του Χριστού; Δεν πραγματοποίησε μεγαλύτερα από όσα έπραξε ο Χριστός; Δεν διέταξε πολλές φορές τον διάβολο ως δούλο; Δεν τον περιέφερε ως δήμιο; Δεν το περιέπαιζε; Δεν είχε κάτω από τα πόδια του συντετριμμένο το κεφάλι αυτού; Δεν ευχόταν αυτό και στους άλλους με πολλή παρρησία; Γιατί τα λέω αυτά; Εξύψωσε τον εαυτό του ο Αβεσσαλώμ, ταπείνωσε τον εαυτό του ο Δαβίδ. Ποιος υψώθηκε; Ποιος έγινε ένδοξος; Διότι τι υπάρχει ταπεινότερο από τα λόγια που έλεγε για τον Σεμεεί ο μακάριος αυτός προφήτης, λέγοντας: «Ἂφετε αὐτὸν καταρᾶσθαι, ὅτι εἶπεν αὐτῷ Κύριος (:Αφήστε αυτόν να με καταράται, διότι ο Κύριος έδωσε εντολή σε αυτόν)»; [Β΄Βασ.16,11]
Και εάν θέλετε, ας εξετάσουμε επάνω στα ίδια τα πράγματα. Ο τελώνης ταπείνωσε τον εαυτό του, αν και βέβαια αυτό δεν ήταν ούτε ταπεινοφροσύνη, αλλά με ποιο τρόπο; Είπε με ευγνωμοσύνη αυτά που είπε. Ύψωσε τον εαυτό του ο Φαρισαίος. Τι λοιπόν; Ας εξετάσουμε και τα πράγματα. Ας υποτεθεί ότι είναι δύο άνθρωποι· και οι δύο είναι πλούσιοι και απολαύουν μεγάλης τιμής και έχουν μεγάλη πεποίθηση για τη σοφία και την εξουσία τους, και για όλα τα άλλα κοσμικά πλεονεκτήματα. Έπειτα ο ένας μεν ζητεί τις τιμές από όλους και επειδή δεν λαμβάνει, οργίζεται, και περισσότερο από ό,τι πρέπει απαιτεί και υψώνει τον εαυτό του. Ο άλλος όμως περιφρονεί το πράγμα, με κανένα δεν δυσανασχετεί για τούτο, και όταν δίνεται η τιμή την αποφεύγει. Δεν υπάρχει βέβαια άλλος τρόπος να επιτύχουμε τη δόξα, παρά να αποφεύγουμε αυτήν· διότι έως ότου μεν επιδιώκομε αυτήν, μας αποφεύγει· όταν όμως την αποφεύγουμε, αυτή μας ακολουθεί κατά πόδας. Εάν επιθυμείς να είσαι ένδοξος, να μην επιθυμείς δόξα· εάν επιθυμείς να είσαι υψηλός, να μη γίνεσαι υψηλός. Και εκτός αυτού μάλιστα, όλοι τιμούν εκείνον που δεν επιθυμεί την τιμή, περιφρονούν όμως εκείνον που την επιζητεί. Εκ φύσεως είναι το ανθρώπινο γένος κατά κάποιο τρόπο φιλόνικο και αντιπαθές.
Ας περιφρονούμε λοιπόν τη δόξα, διότι έτσι θα μπορέσουμε να γίνουμε ταπεινοί, μάλλον δε υψηλοί. Μην υψώνεις τον εαυτό σου, για να υψωθείς από άλλον. Εκείνος που υψώνει τον εαυτό του, από άλλους δεν υψώνεται. Εκείνος που ταπεινώνει τον εαυτό του, από άλλους δεν ταπεινώνεται. Η αλαζονεία είναι μέγα κακό· είναι καλύτερο να είναι κανείς μωρός παρά αλαζόνας· διότι εκεί μεν η μωρία είναι ιδιαίτερο γνώρισμα μόνο της παραφροσύνης, εδώ δε είναι χειρότερη, και μωρία μαζί με μανία. Ο ανόητος είναι για τον εαυτό του κακό, ο αλαζόνας όμως καταστροφή και σε άλλους. Από τη μωρία γεννάται αυτό το πάθος. Δεν είναι δυνατόν να υπάρχει υπερήφανος που να μην είναι μωρός· εκείνος δε που έχει σε μεγάλο βαθμό τη μωρία είναι απεγνωσμένος. Άκου κάποιον σοφό να λέει: «Εἶδον ἄνδρα δόξαντα παρ᾿ αὑτῷ σοφὸν εἶναι, ἐλπίδα μέντοι ἔσχε μᾶλλον ἄφρων αὐτοῦ(:Είδα άνθρωπο δοκησίσοφο, που φαντάστηκε ότι είναι σοφός· ο άφρονας όμως έχει περισσότερες ελπίδες διορθώσεως από αυτόν)» [Παροιμ.26,12]. Για τον λόγο αυτόν και ο Παύλος έλεγε: «τὸ αὐτὸ εἰς ἀλλήλους φρονοῦντες. μὴ τὰ ὑψηλὰ φρονοῦντες, ἀλλὰ τοῖς ταπεινοῖς συναπαγόμενοι. μὴ γίνεσθε φρόνιμοι παρ᾿ ἑαυτοῖς(:Να έχετε μεταξύ σας τα ίδια φρονήματα και σχέσεις αρμονικές. Μην αποβλέπετε και μην επιζητείτε τις υψηλές διακρίσεις και τιμές, αλλά να συγκαταβαίνετε στους ταπεινούς και να συμμερίζεστε την ταπεινή τους θέση και ασημότητα. Μη σχηματίζετε για τον εαυτό σας την ψευδαίσθηση ότι είστε συνετοί και ότι έχετε όλη τη γνώση, ώστε να μη χρειάζεστε τις συμβουλές των άλλων)» [Ρωμ.12,16]. Όσον αφορά τα σώματα, πες μου, ποια λέμε ότι είναι υγιή; Εκείνα που έχουν πολύ όγκο και είναι γεμάτα από μέσα αέρια και ύδωρ ή εκείνα που είναι κομψά και έχουν περιορισμένη την επιφάνεια; Είναι φανερό ότι τα δεύτερα. Λοιπόν και ως προς την ψυχή, εκείνη μεν που βρίσκεται σε ταραχή έχει χειρότερο νόσημα από τον διαβήτη, η δε ήρεμη ψυχή είναι απαλλαγμένη από κάθε πάθος.
Πόσα λοιπόν αγαθά γεννά για εμάς η ταπεινοφροσύνη; Τι θέλεις; Την ανεξικακία, την έλλειψη οργής, τη φιλανθρωπία, τη νηφαλιότητα, την προσοχή; Όλα τα αγαθά αυτά προέρχονται από την ταπεινοφροσύνη, και τα αντίθετα από την απόγνωση. Κατ’ ανάγκην ένας τέτοιος άνθρωπος είναι και υβριστής και φιλόνικος και οργίλος και σκληρός και κατηφής, θηρίο μάλλον παρά άνθρωπος. Είσαι ισχυρός και υπερήφανος; Λοιπόν για τον λόγο αυτόν περισσότερο οφείλεις να ταπεινώνεσαι. Γιατί έχεις μεγάλη ιδέα για πράγμα ατελές; Διότι αληθώς και το λεοντάρι είναι γενναιότερο από εσένα και ο χοίρος ισχυρότερος, και ούτε κουνούπι είσαι συγκρινόμενος προς αυτά· και οι ληστές δε και οι τυμβωρύχοι και οι μονομάχοι και οι δικοί σου υπηρέτες, ίσως δε οι περισσότερο αγνώμονες, είναι ισχυρότεροι από εσένα. Αυτό λοιπόν είναι άξιο επαίνου; Και δεν κρύβεις τον εαυτό σου, επειδή καυχάσαι για αυτό; Αλλά είσαι καλός και ωραίος και γι'αυτό υπερηφανεύεσαι; Η καύχηση αυτή ανήκει στις κουρούνες. Δεν είσαι ομορφότερος από το παγώνι, ούτε ως προς τη λαμπρότητα, ούτε ως προς τα φτερά· η νίκη ανήκει στα φτερά του πτηνού· σε υπερβάλλει πολύ στην κόμη, στη λαμπρότητα. Και ο κύκνος είναι πάρα πολύ όμορφος, και πολλά άλλα πτηνά, προς τα οποία αν συγκριθείς, θα δεις ότι δεν αξίζεις τίποτε. Πολλές φορές δε και παιδιά ευτελή και κόρες παντρεμένες και γυναίκες πόρνες και άντρες θηλυπρεπείς είχαν το καύχημα αυτό. Αυτό λοιπόν είναι άξιο υπερηφανείας;
Αλλά είσαι πλούσιος και γι'αυτό υπερηφανεύεσαι; Από πού; Τι κατέχεις; Χρυσάφι, άργυρο, πολύτιμους λίθους; Αυτό είναι καύχημα και των ληστών και των δολοφόνων και εκείνων που επεξεργάζονται τα μέταλλα. Το έργο των καταδίκων, αυτό είναι για εσένα το καύχημα; Αλλά στολίζεσαι και καλλωπίζεσαι και γι'αυτό υπερηφανεύεσαι; Είναι δυνατόν να δεις και ίππους να καλλωπίζονται· στους Πέρσες μάλιστα θα μπορούσε να δει κανείς και τις καμήλες να καλλωπίζονται· όσον αφορά δε στους ανθρώπους, θα δεις όλους τους ηθοποιούς να καλλωπίζονται. Δεν ντρέπεσαι να είσαι υπερήφανος εξαιτίας αυτών, στα οποία μετέχουν μαζί σου και τα ζώα και οι δούλοι και οι δολοφόνοι και οι θηλυπρεπείς και οι ληστές και οι τυμβωρύχοι; Αλλά κατασκευάζεις οικίες πολυτελείας και γι'αυτό υπερηφανεύεσαι; Και τι με αυτό; Πολλοί κόρακες κατοικούν σε πολυτελέστερα και μεγαλοπρεπέστερα καταλύματα. Ή δεν βλέπεις αυτούς που επιθυμούν με μανία τα χρήματα, έχτισαν τις οικίες τους στους αγρούς και σε έρημους τόπους, καταλύματα κοράκων; Αλλά καυχάσαι για τη φωνή σου; Ποτέ δεν θα μπορέσεις να τραγουδήσεις μελωδικότερα από τον κύκνο και το αηδόνι. Αλλά μήπως καυχάσαι για την ποικιλία της τέχνης; Και τι υπάρχει σε αυτό σοφότερο από τη μέλισσα; Ποιος κεντητής, ποιος ζωγράφος, ποιος γεωμέτρης θα μπορέσει να μιμηθεί τα έργα της; Μήπως καυχάσαι για τη λεπτότητα του ενδύματός σου; Στην περίπτωση όμως αυτή οι αράχνες σε νικούν. Μήπως για την ταχύτητα των ποδιών; Πάλι τα πρωτεία κατέχουν τα ζώα, ο λαγός και το ζαρκάδι και όσα δεν υστερούν κατά την ταχύτητα των ποδιών.
Αλλά αποδημείς και γι'αυτό υπερηφανεύεσαι; Όχι όμως περισσότερο από τα πτηνά· διότι αυτά αποδημούν ευκολότερα, δεν έχουν την ανάγκη των εφοδίων, ούτε των υποζυγίων, αλλά το φτερό είναι σε αυτά αρκετό για όλα. Αυτό είναι και πλοίο, αυτό και υποζύγιο, αυτό και όχημα, αυτό και άνεμος και οτιδήποτε θα μπορούσε να πει κανείς. Μήπως έχεις οξεία όραση; Όχι όμως όπως το ζαρκάδι, ούτε όπως ο αετός. Μήπως έχεις οξεία ακοή; Ο όνος όμως έχει οξύτερη. Μήπως έχεις οξεία όσφρηση; Όμως ο σκύλος δεν σε αφήνει να τον ξεπεράσεις. Μήπως είσαι ικανός να προμηθεύεις αγαθά για τον εαυτό σου; Υπολείπεσαι όμως του μύρμηγκος. Αλλά φορείς χρυσά κοσμήματα, όμως όχι έτσι, όπως οι ινδικοί μύρμηγκες. Τα ζώα δε είναι πολύ καλύτερα από εμάς εξαιτίας της υγείας και της ευεξίας και της αφθονίας των αγαθών· εκείνα δεν φοβούνται την πενία. «Ἐμβλέψατε εἰς τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ, ὅτι οὐ σπείρουσιν οὐδὲ θερίζουσιν οὐδὲ συνάγουσιν εἰς ἀποθήκας (:Κοιτάξτε τα πουλιά που πετούν στον αέρα και δείτε ότι αυτά δεν σπέρνουν ούτε θερίζουν ούτε μαζεύουν τροφές σε αποθήκες για το χειμώνα ή τον καιρό της στερήσεως)» [Ματθ.6,26] λέγει ο Κύριος.
«Επομένως», θα πει κάποιος, «δημιούργησε ο Θεός τα ζώα ανώτερα από εμάς». Βλέπεις πόση είναι η απερισκεψία; Βλέπεις το ανεξέταστο του πράγματος; Βλέπεις πόσα χαρίζει σε εμάς η εξέταση και έλεγχος των πραγμάτων; Ο μεγαλοφρονών περισσότερο από όλους τους ανθρώπους βρέθηκε ταπεινότερος και από τα άλογα ζώα. Αλλά θα λυπηθούμε αυτόν και δεν θα τον μιμηθούμε· ούτε καταβιβάζοντας αυτόν στην τάξη των ζώων, επειδή υπερηφανεύτηκε υψηλότερα από την ανθρώπινη φύση, θα τον αφήσουμε εκεί, αλλά θα τον σηκώσουμε, όχι προς χάρη του, διότι αυτός μεν είναι άξιος να πάθει αυτά, αλλά για να αποδειχτεί η φιλανθρωπία του Θεού και η τιμή προς εμάς· διότι υπάρχουν μερικά πράγματα, στα οποία δεν μετέχουν καθόλου τα ζώα μαζί μας. Ποια λοιπόν είναι αυτά; Η ευσέβεια και ο ενάρετος βίος. Εδώ δεν μπορείς να πεις πόρνους, ούτε θηλυπρεπείς, ούτε ανθρωποκτόνους, διότι αποχωριστήκαμε από αυτούς. Τι λοιπόν σημαίνει αυτό; Γνωρίζουμε τον Θεό, γνωρίζουμε καλώς την πρόνοιά Του, φιλοσοφούμε για την αθανασία. Ας παραμερίσουν εδώ τα ζώα, δεν θα αμφισβητήσουν για αυτά. Σωφρονούμε· εδώ κανένα κοινό δεν έχουν τα ζώα. Υπολειπόμενοι βέβαια όλων των ζώων, είμαστε κυρίαρχοι αυτών· διότι ως προς αυτό είναι μεγαλύτερη η εξουσία, ότι υπολειπόμενοι αυτών, βασιλεύουμε σε αυτά, για να μάθεις ότι δεν είσαι εσύ αίτιος αυτών, αλλά ο Θεός, ο Οποίος σε δημιούργησε και χάρισε το λογικό. Τοποθετούμε δίχτυα και παγίδες σε αυτά, τα ρίχνουμε μέσα σε αυτές και τα τιθασεύουμε. Σε εμάς υπάρχει σωφροσύνη, επιείκεια, πραότητα, περιφρόνηση των χρημάτων. Αλλά επειδή εσύ, όντας ένας από τους απεγνωσμένους, δεν έχεις τίποτε από αυτά, εύλογα ή φρονείς υψηλότερα από τους ανθρώπους ή και ταπεινότερα από τα άλογα ζώα· διότι έτσι είναι η μωρία και η θρασύτητα· ή εξυψώνεται περισσότερο από το δέον ή ταπεινώνεται πάλι ομοίως, χωρίς να φυλάσσει πουθενά το μέτρο.
Είμαστε ίσοι προς τους αγγέλους κατά τούτο· έχει γίνει αντικείμενο υπόσχεσης προς εμάς η βασιλεία των ουρανών, η χορεία μετά του Χριστού. Ο άνθρωπος μαστίζεται και δεν υποκύπτει· ο άνθρωπος περιφρονεί τον θάνατο, δεν τρέμει, δεν φοβάται, δεν αποβλέπει στα περισσότερα. Συνεπώς όσοι δεν συμπεριφέρονται κατ’ αυτόν τον τρόπο, είναι χειρότεροι από τα ζώα· διότι όταν στα μεν σωματικά χαρίσματα υπερτερείς, δεν έχεις όμως τα ψυχικά, πώς δεν είσαι χειρότερος από τα ζώα; Διότι φέρει ενώπιόν μας ένα από τους περισσότερο ανοήτους, που ζουν στην κακία, την τρυφή και την πλεονεξία. Ο ίππος είναι πολεμικότερος αυτού, ο χοίρος ισχυρότερος, ο λαγός ταχύτερος, το παγώνι ομορφότερο, ο κύκνος μελωδικότερος, ο ελέφαντας μεγαλύτερος, ο αετός οξυδερκέστερος, όλα τα πτηνά πλουσιότερα. Από πού λοιπόν είσαι άξιος να εξουσιάζεις τα ζώα; Από το λογικό; Αλλά δεν είναι δυνατόν· διότι εκείνος που δεν μεταχειρίζεται αυτό προς το καλό, πάλι είναι χειρότερος από εκείνα· διότι όταν είναι περισσότερο ανόητος από εκείνα, αν και έχει λογικό, ήταν καλύτερο εάν δεν γινόταν καθόλου λογικός· διότι δεν είναι ίσο, αφού λάβει κάποιος αρχή να την προδώσει, και παρά καιρόν να μη λάβει. Εκείνος που είναι βασιλιάς και είναι χειρότερος από τους σωματοφύλακές του, ήταν καλύτερο εάν δεν φορούσε ούτε την πορφύρα. Έτσι ακριβώς συμβαίνει και εδώ.
Γνωρίζοντας λοιπόν ότι είμαστε χειρότεροι από τα ζώα χωρίς την αρετή, ας επιδιώκουμε αυτήν, ώστε να γίνουμε άνθρωποι, μάλλον δε άγγελοι, και να απολαύσουμε τα υπεσχημένα αγαθά, τα οποία όλοι μας να επιτύχουμε με τη χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού μετά του Οποίου ανήκει στον Πατέρα και στο Άγιο Πνεύμα δόξα, δύναμις, τιμή, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
· https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-epistulam-ad-philippenses.pdf
· Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στην προς Φιλιππησίους επιστολήν, ομιλία Η΄,πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1980, τόμος 21, σελίδες 528-563.
· Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
· Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
· Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
· Η Παλαιά Διαθήκη μετά Συντόμου Ερμηνείας, Παναγιώτης Τρεμπέλας, Αδελφότης Θεολόγων «Ο Σωτήρ», Αθήνα, 1985.
· https://www.agia-aikaterini-larissis.com/agia-grafi-palaia-diathiki/
· https://www.agia-aikaterini-larissis.com/agia-grafi-kaini-diathiki/
· Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016.
· http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
· http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
· http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm