π. Αθανάσιος Μυτιληναίος- Σύγχρονοι νέοι και ιδανικά (Κυριακή ΙΓ΄ Λουκά)

 ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ΄ΛΟΥΚΑ[:Λουκά 18,18-27]



Απομαγνητοφωνημένη ομιλία του μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου σχετικά με την ευαγγελική περικοπή της Κυριακής ΙΓ΄ Λουκά με θέμα:

«ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΝΕΟΙ ΚΑΙ ΙΔΑΝΙΚΑ»

      [εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 27-11-1994]  (Β 308)

    Η παρουσία του πλουσίου νεανίσκου, αγαπητοί μου, που ζητά από τον Κύριον τι να πράξει για να κερδίσει την αιώνιον ζωήν, όντως μας συγκινεί. Ενώ το ερώτημα είναι ένα τεράστιον θέμα, «τί ποιήσας ζων αώνιον κληρονομήσω;», η απάντησις του Κυρίου μοιάζει ότι είναι πολύ πεζή. Τι του είπε; «Τήρησε τις εντολές». Πολύ απλά. «Τήρησε τις εντολές». Και ο νεανίσκος ίσως νόμισε περί μεγάλων και εκτάκτων και αγνώστων εντολών. Γι΄αυτό ερωτά: «Ποιες είναι αυτές;». Και ο Κύριος τού απαριθμεί εντολές από τον δεκάλογον, πολύ γνωστές.

     Έτσι, πολλοί σύγχρονοί μας, περιφρονούν, αγαπητοί μου, τις δέκα εντολές σαν πολύ γνωστές. Είναι ένα ίδιον του ανθρώπου να θέλει κάτι το γνωστό να το περιφρονεί. Πάντοτε. Ομιλητής είναι; Εντολές είναι; Λειτουργία είναι; Αισθάνεται την ανάγκη να απωθήσει, να περιφρονήσει. Γιατί; «Ε, τα ξέρομε αυτά, είναι γνωστά». Δεν υπάρχει μέσα στον άνθρωπο εκείνη η διαρκής, γιατί εκεί μέσα είναι όλη η δουλειά, η διαρκής ανανέωσις, που να δημιουργεί παρθενικότητα ματιών. Να μπορείς να βλέπεις το ίδιο πράγμα κάθε φορά καινούριο! Αυτό είναι μία μεγάλη-μεγάλη υπόθεση. 

Και δεν είναι στην περίπτωση μόνο όσων πνευματικών πραγμάτων. Είναι και εις την γύρω μας φύση. Θέλετε; Και εις τα γύρω μας πρόσωπα. Πόσες φορές βαριόμαστε τα ίδια πρόσωπα, που τα έχουμε δει, τα έχομε ξαναδεί. Κάποτε η γυναίκα μας, ο άνδρας μας, τα παιδιά μας. Ναι, ναι. Οι φίλοι μας. Κάποτε τους βαριόμαστε. Τον πνευματικό μας, τα πνευματικά μας παιδιά. Τα βαριόμαστε. Λέμε: «Ε…». Ενώ έχομε ένα ενδιαφέρον πάντοτε για κάτι καινούριο. Το περιβάλλον, τα βουνά, τα δένδρα, η θάλασσα, τα πάντα. «Ε, τα ξέρομε, τι είναι αυτά;». Δεν βλέπομε με αυτά τα ανανεωμένα μάτια. Να αισθανόμεθα ότι τα βλέπομε για πρώτη φορά. Το θέμα πού βρίσκεται; Μέσα μας. Μόνο μέσα μας. Έτσι λοιπόν και οι δέκα εντολές. «Α, τις ξέρω». Τι είπε ο νεαρός; «Τις ετήρησα», λέει, «εκ νεότητός μου». Από μικρό μου παιδάκι τις ετήρησα τις εντολές. Και όμως η οδός των εντολών είναι εκείνη που οδηγεί εις την αιώνιον ζωήν. Εάν τηρούσε τις εντολές όντως, τότε δεν ήταν ανάγκη να ερωτήσει τον Κύριον· διότι θα ήξερε ότι οι εντολές είναι ο δρόμος, η οδός, ο τρόπος για να φθάσουμε εις την αιώνιον ζωήν.

     Εκεί όμως είναι και το λάθος του νεανίσκου. Και η αποτυχία του. Στις εντολές; Ναι, νεανίσκε μου, υπάρχουν πράγματα που δεν παλιώνουν ποτέ. Οι εντολές του Χριστού. Δεν παλιώνουν. Είναι διαχρονικές. Είναι πάντοτε οι ίδιες. Κι αν θέλετε, ως προς την Καινή Διαθήκη και ως προς το πρόσωπο του Ιησού Χριστού, «Χριστός χθές καί σήμερον ατός καί ες τούς αἰῶνας», λέει ο Απόστολος Παύλος. Ο Ίδιος και χθες και σήμερα και αύριο και αιωνίως. Λοιπόν; Λοιπόν. Οι δέκα εντολές πρέπει να βιωθούν.

      Ωστόσο υπάρχει και η υπέρβασις των εντολών. Και ο νεανίσκος εζήτησε αυτήν την υπέρβασιν. Και ο Κύριος του είπε: «Ένα σου λείπει». «Τι, Κύριε;». «Πάντα σα χεις πώλησον κα διάδος πτωχος, κα ξεις θησαυρν ν οραν(:όσα έχεις πούλησέ τα, αφού επιθυμείς να είσαι πιο πάνω και από τις εντολές, πιο πέρα δηλαδή, και τότε θα έχεις θησαυρό στον ουρανό), κα δερο κολούθει μοι». «Και έλα να με ακολουθήσεις».

      Το βάρος της προτάσεως πέφτει πού; Όχι στον πλούτο, όχι στο «διάδος πτωχος». Γιατί μπορούσε να ήταν κάποιος και να μην είχε πλούτον. Οπότε να μην έπρεπε, να μην είχε τη δυνατότητα να πουλήσει τα υπάρχοντά του και να τα δώσει εις τους πτωχούς. Πού πέφτει το βάρος; Στο «δερο κολούθει μοι». «Έλα να με ακολουθήσεις». Η περιουσία του πλουσίου νεανίσκου ήταν απλώς ένα εμπόδιον. Κι έπρεπε να φύγει από τη μέση για να ακολουθήσει τον Χριστόν. Τι είναι αυτό; «Έλα να με ακολουθήσεις;». Είναι η αφιέρωσις· που ξεπερνά την τήρηση των εντολών. Δεν είναι πια τι θα τηρήσω, αλλά ποιος θα έχω γίνει. Θα το ξαναπώ. Δεν είναι πια τι θα τηρήσω. Αν τήρησα, δεν τήρησα τις εντολές και πόσο τις τήρησα. Αλλά εκ της τηρήσεως των εντολών, εγώ ποιος έχω γίνει, πώς διαμορφώθηκα, πώς φτιάχτηκα.

     Ο νεανίσκος όμως έμενε στο τι θα τηρήσει. Δεν μπορούσε να ξεπεράσει τον εαυτόν του και τα χρήματά του. Γι΄αυτό ο Κύριος τού είπε να πουλήσει ό,τι έχει, όχι για τίποτε άλλο, αλλά για να ελευθερωθεί από το «χειν» και να περάσει στο «εναι». Πάντως, πέραν των αν ο πλούσιος νεανίσκος αστόχησε, εκείνο που συγκινεί σε αυτόν τον νέον είναι η αναζήτησις ενός ιδανικού. Αυτό έχει πολλή σημασία. Κι αυτό είναι η αιώνιος ζωή. «Τι να κάνω για να κερδίσω την αιώνιον ζωήν». Και ο Κύριος, όπως μας πληροφορεί το κατά Μάρκον Ευαγγέλιον, γιατί το θέμα το περιγράφει και ο Ματθαίος και ο Μάρκος, εκεί λέγει ότι ο Κύριος τον συνεπάθησεν τον νέον αυτόν. « δ ησος μβλέψας ατ γάπησεν ατν». Ήταν συμπαθής νέος. Πού ήτο συμπαθής; Στο ότι ζητούσε ένα ιδανικό. Και μάλιστα ακραίον, ύψιστον ιδανικόν. Την αιώνιον ζωήν.

      Τι είναι τα ιδανικά; Είναι οι αξίες. Είναι όλα εκείνα που έλκουν τον άνθρωπο προς τα άνω. Τον αποσπούν από την πεζότητα της ζωής και του δείχνουν το «ε ζν» με την πνευματική σημασία του όρου. Γιατί «ε ζν» δύναται να λογαριαστεί και το να έχω να τρώω και να πίνω καλά. Αλλά με την πνευματική σημασία. Να γίνω πνευματικότερος άνθρωπος, υψηλότερος άνθρωπος. Και τα ιδανικά είναι εκείνα που αξιοποιούν το κατ΄εικόνα, που το έχομε όλοι αναγκαστικά -«κατ΄εικόνα» θα πει «άνθρωπος πια, θέλω δεν θέλω, είμαι άνθρωπος, δεν μπορώ να είμαι κάτι το διαφορετικό»- αξιοποιούν λοιπόν τα ιδανικά, οι αξίες αξιοποιούν το κατ΄εικόνα και το μεταβιβάζουν, το περνούν εις το καθ’ ομοίωσιν. Να φθάσω να μιμηθώ τον Θεόν.

     Τα ιδανικά, οι αξίες, κάνουν τον άνθρωπο να είναι αυτό που πρέπει να είναι. Είναι εκείνο που έλεγε ο Πίνδαρος: «Γένοιο οος σ». «Να γίνεις αυτό που η δομή σου, από τη δομή σου είσαι». Να γίνεις αυτό που είσαι. Δηλαδή να γίνεις άνθρωπος. «Γένοιο οος σ». Είθε να γίνεις. Και τα ιδανικά, οι αξίες, είναι πολλά. Η θρησκεία, η πατρίδα, η οικογένεια, η μάθησις, η κοινωνικότης, η εντιμότης, η εργασία. Όλα είναι αξίες αυτά τα πράγματα. Ο Απόστολος Παύλος γράφει εις τους Φιλιππησίους κάτι θαυμάσιον. Δείχνοντας και εκθέτοντας αυτές τις αξίες. Λέγει: «Τ λοιπόν, δελφοί, σα στν ληθ, σα σεμνά, σα δίκαια, σα γνά, σα προσφιλ, σα εφημα(:έχουν καλή φήμη), ε τις ρετ κα ε τις παινος(: ό,τι είναι κάτι που να αφορά την αρετή, οτιδήποτε είναι που αποσπά τον έπαινον), τατα λογίζεσθε(:αυτά να έχετε στον νου σας),τατα πράσσετε». «Αυτά να εφαρμόζετε». Ακόμη θα γράψει στην ίδια επιστολή: «μν τ πολίτευμα ν ορανος πάρχει». «Το πολίτευμά μας είναι στον ουρανό. Ζούμε στη Γη, αλλά στον ουρανό πολιτευόμεθα». Δηλαδή; Δηλαδή, η ακρότης των ιδανικών είναι ο ουρανός. Η ακρότης των ιδανικών, των αξιών είναι η Βασιλεία του Θεού, η αιώνιος ζωή.

    Όλα αυτά σαν αξίες τις έχομε είτε εξ αποκαλύψεως, ό,τι μας αποκαλύπτει ο λόγος του Θεού, είτε δυνάμει της ν μν εικόνος του Θεού. Ως άνθρωποι, που έχομε την εικόνα του Θεού, έχομε λογικό και σκεφτόμαστε και έτσι μπορούμε να έχομε μίαν ωραίαν δέσμη αξιών και ιδανικών. Πώς φιλοσοφούσαν οι αρχαίοι; Οι αρχαίοι Έλληνες. Πώς είχε πει αυτό ο Πίνδαρος, «Γένοιο οος σ», «είθε να γίνεις οος σ»,κλπ. κλπ. Δεν είναι εξ αποκαλύψεως, αλλά είναι δυνάμει της ν μν εικόνος του Θεού.

    Και θέτομε το ερώτημα: Οι σύγχρονοι νέοι,μια που ο λόγος περί νεανίσκου στη σημερινή ευαγγελική περικοπή, οι σύγχρονοι νέοι έχουν ιδανικά; Τι ιδανικά έχουν; Την εποχή μας, είναι γνωστό, τη χαρακτηρίζει μία πολιτιστική ή πνευματική καθίζηση. Έχομε κάτι που κατεβαίνει διαρκώς. Και το αποτέλεσμα είναι να έχομε έντονα σημάδια κοινωνικής, ανθρωπιστικής παρακμής. Βαθιά σημάδια. Εκτός βέβαια εξαιρέσεων, οι σύγχρονοι νέοι μας, δεν έχουν ιδανικά. Ή ακριβέστερα, τα ιδανικά τους είναι απαξίες, όχι αξίες. Απαξίες. Δείχνουν την προτίμησή τους σε πράγματα που σε άλλη εποχή θα ησθάνοντο ντροπή οι άνθρωποι. Είναι αυτό που γράφει ο Απόστολος Παύλος στους Φιλιππησίους: «ν(: των οποίων)  Θες κοιλα- «Ό,τι αφορά την ικανοποίηση των αισθήσεων, αυτό είναι ο Θεός μας. Τι θα φάω, τι θα πιω, πώς θα αφροδισιάσω. Αυτό είναι ο Θεός μου»- κα δξα ν τ ασχν ατν(: η δόξα τους, ο έπαινός τους, είναι σε πράγματα που θα έπρεπε να ντρέπονται), ο τ πγεια φρονοντες». Αυτοί που φρονούν τα επίγεια. Αυτά είναι τα ιδανικά, σήμερα, των νέων μας.

    Ακόμη ο Παύλος περιγράφει τον αρχαίο κόσμο και το ήθος του· που σήμερα το ήθος του αρχαίου κόσμου, οι Χριστιανοί μας, το ξεπέρασαν. Γράφει στην προς Ρωμαίους επιστολή του στο Α΄ κεφάλαιο. Δεν θα το ερμηνεύσω. Θα διαβάσω: «ματαιώθησαν ν τος διαλογισμος ατν, κα σκοτίσθη σύνετος ατν καρδία·  φάσκοντες εναι σοφο μωράνθησαν(:ισχυριζόμενοι ότι είναι σοφοί, αποκαλύπτονται μωροί, ανόητοι). Δι(:Γι΄αυτόν τον λόγο) κα παρέδωκεν ατος Θες ν τας πιθυμίαις τν καρδιν ατν ες καθαρσίαν το τιμάζεσθαι τ σώματα ατν ν ατος». Αναφέρεται εις την ομοφυλοφιλία ο Απόστολος Παύλος. «Δεν θέλετε, ε; Σας αφήνω στον εαυτό σας. Να πού φθάνετε». «Κα καθς οκ δοκμασαν τν Θεν χειν ν πιγνσει, παρδωκεν ατος Θες ες δκιμον νον -Ω, αυτός ο αδόκιμος νους, αγαπητοί. Ο αδόκιμος νους. Ο αδοκίμαστος, ο παιδαριώδης νους- ποιεν τ μ καθκοντα(:Να πράττουν εκείνα που δεν πρέπει), πεπληρωμνους πσ δικίᾳ, πορνείᾳ πονηρίᾳ πλεονεξίᾳ κακίᾳ, μεστος φθνου, φνου, ριδος, δλου, κακοηθεας, ψιθυριστς, καταλλους, θεοστυγες, βριστς, περηφνους, λαζνας, φευρτας κακν, γονεσιν πειθες, συντους, συνθτους, στργους, σπνδους, νελεμονας».

     Μακρύς ο κατάλογος. Αυτά είναι απαξίες. Οι νέοι μας μένουν σε αυτές τις απαξίες. Τι; Να τιμήσουν τους γονείς; «Τίμα τον πατέρα σου και τη μητέρα σου». Είναι η εντολή η πέμπτη και που την ακούσαμε σήμερα. Ποιους γονείς να σεβαστούν;… Για να προσθέσομε ότι τα ιδανικά των σύγχρονων νέων μας, πάντοτε απαξίες είναι μία συστηματοποιημένη και οργανωμένη οκνηρία, ακηδία. Είναι το αμάρτημα του δευτέρου ημίσεος του 20ου αιώνος. Η ακηδία. Η τεμπελιά. Η τεμπελιά. Η ανερμάτιστη, ανελέητη τεμπελιά· που απλώνεται σε όλους τους τομείς της ζωής μας. Ρίξτε μια ματιά στις πλατείες, κατά τις 10 το πρωί. Χειμώνας είναι, καλοκαίρι είναι, να δείτε στην πόλη μας, στη Λάρισα. Νέοι και νέες. Βγαίνουν…κάαααθονται, κάαααθονται. Μη μου πείτε ότι «υπάρχει ανεργία γι΄αυτό κάθονται». Μη μου το πείτε αυτό. Κάαααθονται. Άπραγοι. Περισσότερον άπραγοι από βατράχους. Ώστε να φαίνονται στην ήσσονα προσπάθεια· ό,τι είναι δυνατόν το λιγότερα να κάνουν. Ταυτόχρονα ζητούν χρήματα. Βέβαια από πού; Από τους γονείς. Ή κλέπτουν. Γι΄αυτό σήμερα η κλοπή είναι πολύ, πολύ, σε μεγάλο δείκτη. Γιατί; Για την σπατάλη στις ηδονές. Ηδονές πάσης μορφής. Το τσιγάρο, τα ναρκωτικά, τα σκληρά οινοπνευματώδη, οι ατέλειωτες χαμένες ώρες στις καφετέριες, στην ντίσκο, στην τηλεόραση, στους χορούς και τα τραγούδια· που έχουν δαιμονικό περιεχόμενο, αλλά και δαιμονικό σχήμα, το ατημέλητον, το ατσούμπαλο, το αλήτικο, με το επίτηδες για τ’ αγόρια ξεφτισμένο παντελόνι. Με το ύφος εκείνο που μόνο σοβαρούς νέους δεν προδίδει και κοπέλες.  Με το ύφος εκείνο που μόνο σοβαρούς νέους δεν προδίδει και κοπέλες. Με σκουλαρίκια τ’ αγόρια. Τ’ αγόρια με σκουλαρίκια. Με δαχτυλίδια και μακριά μαλλιά. Με μιαν ηθελημένη αεργία. Όχι ανεργία. Α-εργία. Θεληματική,δηλαδή, τεμπελιά. Δεν θέλουν να δουλέψουν. Όλα αυτά συνθέτουν τις απαξίες που σήμερα οι νέοι μας επιθυμούν να χορτάσουν την ψυχή τους. Είναι κρίμα. Είναι πολύ κρίμα.

     Αλλά πώς έφθασαν όμως οι νέοι μας σε αυτές τις απαξίες; Τι φταίει; Πολλά. Οι δύο παγκόσμιοι πόλεμοι του αιώνος μας. Οι κοινωνικές ακαταστασίες και ανακατατάξεις. Η ανάπτυξις ενός ακράτου ατομισμού· που φθάνει εις τα όρια της αναρχίας, όπως σήμερα τη ζούμε και τη γνωρίζουμε την αναρχία. Ο Θεός, ο Θεός, ο Θεός, η θρησκεία, η οικογένεια, η πατρίδα, θεωρήθηκαν άχρηστο κατεστημένο. Και «όπου ο Θεός απουσιάζει, τότε όλα επιτρέπονται», λέγει ο Ντοστογιέφσκι. Ναι. Λείπει ο Θεός; Όλα μου επιτρέπονται.

     Έτσι έχομε ένα γενικό κλίμα βαθιάς παρακμής, που οι νέοι πλέον δεν έχουν ιδανικά. Μάλλον κυνηγούν τις απαξίες. Η οικογένεια δεν μπορεί να βοηθήσει. Γιατί κι αυτή δυστυχώς είναι μπολιασμένη με ιδέες χαλασμένες. Πλην, βεβαίως, εξαιρέσεων. Αλλά και τα παιδιά καλών, χριστιανικών, αν θέλετε, οικογενειών, βρισκόμενα σε αυτό το γενικό, κακό κλίμα, που κατακλύζει τα πάντα, και αυτά υφίστανται φθορά. Το παιδί θα βγει στον δρόμο, θα βγει στην κοινωνία, θα πάει στο σχολειό και εκεί θα πάθει πολύ κακό.

    Τι μπορούμε να κάνουμε; Κάποτε, αγαπητοί, για ένα δαιμονισμένο παιδί είπε ο Κύριος ότι «τό γένος τοτο τν δαιμόνων οκ κπορεύεται παρά μόνον μέ προσευχή καί νηστεία». «Κύριε», λέει, «γιατί δεν μπορέσαμε να θεραπεύσομε εμείς το παιδί;», είπαν οι μαθηταί. «Το γένος τοτο τν δαιμόνων οκ κπορεύεται ε μή ν προσευχ καί νηστεί». Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι οι άνθρωποι της εποχής μας είναι λεία του διαβόλου. Γι΄αυτό, εκείνοι που καταλαβαίνουν, εκείνοι που πονούν, εκείνοι που ακόμη διατηρούν μέσα τους υγείαν πνευματικήν, ας το κάνουν αυτό. Να νηστεύουν και να προσεύχονται. Μην παραμελούμε τις Τετάρτες και τις Παρασκευές, και τις Σαρακοστές. Να νηστεύομε. Και να παρακαλούμε τον Κύριον να απαλλάξει από τα δαιμόνια που επέπεσαν στην ανθρωπότητα και ιδιαίτερα εις τους νέους μας ανθρώπους. Ακόμη χρειάζεται μαρτυρία προς κάθε κατεύθυνση. Να πούμε, να διασαφήσομε, να διαφωτίσομε. Η παιδεία μας μάλιστα σήμερα όπως προσφέρεται, είναι ένας -και ποιος το αρνείται;- ένας μεγάλος παράλυτος. Δεν μπορεί τίποτε να κάνει η παιδεία. Φοβάμαι μήπως και αρνητικά προσφέρεται. Όσοι όμως εκπαιδευτικοί, που με ακούτε, έχετε μέσα σας μια πνευματική υγεία, τότε να προτάξετε αντίσταση. Να πείτε στα παιδιά, στους μαθητάς σας, μα Δημοτικό, μα Γυμνάσιο, μα Λύκειο, να πείτε το σωστό. Θα κάνομε ό,τι μπορούμε ωστόσο. Έχομε φθάσει, και το βλέπομε, σε οριακές τιμές, στο μη περαιτέρω…

     Αγαπητοί, χαιρόμαστε βέβαια τον νεανίσκον του Ευαγγελίου, που ζήτησε να κατακτήσει την αιώνιον ζωήν. Βέβαια δεν μπόρεσε. Δεν μπόρεσε γιατί η καρδιά του ήταν αιχμάλωτη στο πάθος της φιλαργυρίας. Όμως είχε ενατενίσεις ο πλούσιος νεανίσκος. Είχε ενατενίσεις. Έβλεπε και ποθούσε ιδανικά. Και ανάμεσά μας βέβαια υπάρχουν ακόμη νέοι με ωραία ιδανικά, με υψηλό φρόνημα, με αγάπη εις τον Χριστόν. Δόξα τω Θεώ, υπάρχουν. Αυτούς τους νέους να τους φυλάξομε, να τους προστατεύσομε, να τους επαινέσομε, να τους δώσομε θάρρος, σε αυτήν την εποχή που τόσο απογοητεύει. Επιτέλους θα κάνομε ό,τι μπορούμε. Ο καθένας όπως καταλαβαίνει, ό,τι καταλαβαίνει, ό,τι μπορούμε να περισώσομε. Θα κάνομε ό,τι μπορούμε. Έστω να δώσουμε τη μαρτυρία μας. Και ας μην μας προσέχει κανείς. Να δώσομε όμως τη μαρτυρία μας. Κάποιοι πάντα θα βρίσκονται, θα είναι το λείμμα, θα είναι ο λαός του Θεού. Θα είναι «το μικρό ποίμνιον», που είπε ο Κύριος. Αυτό θα προσέξει. Αυτό θα ωφεληθεί. Και ο Θεός, αγαπητοί, ας λυπηθεί τη νέα γενεά και ας την ελεήσει.

 

         ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ

και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,

 μεταφορά της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας σε ηλεκτρονικό κείμενο και επιμέλεια:Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

ΠΗΓΕΣ:

·                    Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.

·                    http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_622.mp3

πηγή