Ἡ ρομφαῖα τοῦ πατερικοῦ λόγου διαλύει τὴν μάσκα τοῦ σημερινοῦ ψεύδους

 


Μία μικρὴ γεύση τῆς σύμφωνης μὲ τοὺς Πατέρες καὶ ἀντίθετης μὲ τοὺς σημερινοὺς ποιμένες διδασκαλίας του ἁγ. Νικολάου Βελιμίροβιτς, παρμένη ἀπὸ τὶς ἐπιστολές του (Δρόμος δίχως Θεὸ δὲν ἀντέχεται..., Ἱεραποστολικὲς ἐπιστολές, Ἐκδόσεις Ἐν Πλῷ, 2009):

«Μὴ νομίσητε, ὅτι ἦλθον βαλεῖν εἰρήνην ἐπὶ τὴν γῆν· οὐκ ἦλθον βαλεῖν εἰρήνην, ἀλλὰ μάχαιραν» (Ματθ. 10, 34). ... Διάβασε σὰν νὰ εἶναι εἰπωμένο: δὲν ἦλθα νὰ συμφιλιώσω τὴν ἀλήθεια καὶ τὸ ψέμα, τὴν σοφία καὶ τὴν βλακεία, τὸ καλὸ καὶ τὸ κακό, τὸ δίκαιο καὶ τὴν βία, τὴν κτηνωδία καὶ τὴν ἀνθρωπιά, τὴν ἁγνότητα καὶ τὴν ἀσωτία, τὸν Θεὸ καὶ τὸν μαμωνά, ἀλλὰ ἔφερα τὸ ξίφος γιὰ νὰ κόψω τὸ ἕνα ἀπὸ τὸ ἄλλο, γιὰ νὰ μὴν ἀνακατεύονται. Μὲ τί νὰ κόψεις, Κύριε; Μὲ τὸ ξίφος τῆς ἀληθείας. Ἢ μὲ τὸ ξίφος τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, ποὺ εἶναι τὸ ἴδιο. Ἀφοῦ ἡ ἀλήθεια εἶναι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ καὶ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ ἀλήθεια (ἐπιστ. 9)

Στὸν κόσμο ὅμως οὔτε ὑπῆρξε, οὔτε ὑπάρχει καμία δύναμη, ἡ ὁποία μπορεῖ νὰ κάνει τὸν ἄνθρωπο τέλεια καλό, παρὰ μόνο ἡ δύναμη τῆς πίστης στὸν Χριστό (ἐπιστ. 10).

Δὲν εἶναι παράξενο ποὺ ἀντιδρᾶτε ἐνάντια στὴν χριστιανικὴ διδασκαλία περὶ Ἁγίας Τριάδας. Ἡ δική σας οὐνιτικὴ σέκτα δὲν θεμελιώνεται καὶ δὲν βασίζεται στὴν καθαρὴ ἀλήθεια, ἀλλὰ βασίζεται στὴν συμφιλίωση ὅλων τῶν θρησκειῶν τοῦ κόσμου. Τὸ γεγονὸς ὅτι εἶναι δύσκολο νὰ ἐξισώσετε τὸ βουνὸ μὲ τὴν πεδιάδα, σᾶς κάνει νὰ ἐκνευρίζεστε μὲ τὸ βουνό. Ἐπειδὴ σᾶς φαίνεται —ἐντελῶς λανθασμένα— εὐκολότερο νὰ χαμηλώσετε τὸ σωτήριο βουνὸ ἀπὸ τὸ νὰ ὑψώσετε τὴν πεδιάδα... 

Ἐὰν πιστεύετε στὸν Ἰησοῦ Χριστό, τότε πῶς μπορεῖτε νὰ ὑποστηρίζετε τὴν ἀλήθεια μὲ τὴν ἀναλήθεια; Αὐτὸν τὸν δρόμο σᾶς ἔδειξε ὁ Χριστός; Μήπως Ἐκεῖνος συμφιλίωσε τὴν διδασκαλία Του μὲ τὴν Ρωμαϊκὴ εἰδωλολατρεία, μὲ τὸν σκοτεινὸ φετιχισμό, μὲ τὸν Ἰνδικὸ μηδενισμὸ καὶ μὲ τὸν Ἰουδαϊκὸ φαρισαϊσμό; Ὀφθαλμοφανῶς ὄχι!... Γνωρίζετε, ὅτι ὁ κόσμος δὲν καρφώνει στὸν σταυρὸ ἐκεῖνον ποὺ συμφιλιώνει τὴν ἀλήθεια μὲ τὸ ψέμα, τὸ φῶς μὲ τὸ σκοτάδι καὶ τὸ καλὸ μὲ τὸ κακό. Τὸν Χριστὸ ὅμως τὸν σταύρωσε, ἐπειδὴ δὲν ἐξίσωσε, δὲν ἀνακάτωσε, δὲν ἔκανε πολιτικὴ μὲ τὴν ἀλήθεια. Εἶναι ξεκάθαρο, λοιπόν, ὅτι ἐσεῖς δὲν πιστεύετε στὸν Ἰησοῦ Χριστό (ἐπιστ. 46).

Ἡ Ὀρθοδοξία ἔχει τὸν πάπα της, παλαιότερο ἀπ’ ὅλους τοὺς πάπες καὶ πατριάρχες στὸν κόσμο. Τὸν εἶχε ἀπὸ τὴν ἀρχὴ καὶ θὰ τὸν ἔχει μέχρι τὸ τέλος τῶν αἰώνων. Εἶναι ὁ ἴδιος πάπας, τὸν ὁποῖο ἐπικαλέστηκαν καὶ ὅλοι οἱ Ἀπόστολοι τοῦ Χριστοῦ. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τὸ Πνεῦμα τῆς Σοφίας καὶ τοῦ Νοῦ, τὸ Πνεῦμα Παραμυθίας καὶ Δύναμης τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸς εἶναι ὁ πραγματικὸς πάπας τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ ἀνέκαθεν καὶ γιὰ πάντα, χωρὶς μεταβολὲς καὶ ἀλλαγές, χωρὶς προκατόχους καὶ διαδόχους (ἐπιστ. 48).

Ὁ προορατικὸς Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης προειδοποιεῖ: «Ἀγαπητοί, μὴ παντὶ πνεύματι πιστεύετε, ἀλλὰ δοκιμάζετε τὰ πνεύματα εἰ ἐκ τοῦ Θεοῦ ἐστιν, ὅτι πολλοὶ ψευδοπροφῆται ἐξεληλύθασιν εἰς τὸν κόσμον» (Α’ Ἰωάν. 4, 1)... Ἡ Ὀρθοδοξία σήμερα βρίσκεται ἀνάμεσα στὶς δύο μονόπλευρες ἀναγνωρίσεις: Ἀπὸ τὴν μία εἶναι οἱ Μουσουλμάνοι οἱ ὁποῖοι ἀναγνωρίζουν τὴ δύναμη τῆς πίστης μας ἀλλὰ δὲν ἀναγνωρίζουν τὴν Βίβλο τῆς πίστης μας καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη οἱ δυτικοὶ νεόπιστοι, οἱ ὁποῖοι ἀναγνωρίζουν τὴ Βίβλο ἀλλὰ δὲν ἀναγνωρίζουν τὴν δύναμη τῆς πίστης μας. Γι’ αὐτοὺς τοὺς τελευταίους ὁ θεϊκὸς Παῦλος γράφει, ὅτι «ἔχοντες μόρφωσιν εὐσεβείας, τὴν δὲ δύναμιν αὐτῆς ἠρνημένοι» (Β’ Τιμ. 3, 5). Καὶ συμβουλεύει τὸν Τιμόθεο: «καὶ τούτους ἀποτρέπου» (Β’ Τιμ. 3, 5). Εμεῖς κρατούσαμε καὶ κρατᾶμε καὶ τὴν Βίβλο, δηλ. τὴν Ἀγία Γραφὴ καὶ τὴν Δύναμη, δηλ. τὰ σημάδια καὶ τὰ θαύματα τοῦ Θεοῦ μέσῳ ἁγίων, σταυροῦ, εἰκόνων, μέσῳ προσευχῶν καὶ ὅλων τῶν Ἁγίων Μυστηρίων (ἐπιστ. 68)».