Καμία ὑποχώρησις εἰς τὴν πίστιν, διὰ κανένα λόγον, κ. Οἰκονόμου

 

Καμία ὑποχώρησις εἰς τὴν πίστιν, διὰ


     κανένα λόγον, κ. Οἰκονόμου


Γράφει ὁ κ. Πέτρος Κούλενδρου, Φοιτητὴς Παιδαγωγικοῦ ΑΠΘ

Ἐμβρόντητοι μείναμε, ἀκούγοντας τὰ λεγόμενα τοῦ θεολόγου, κ. Χρήστου Οἰκονόμου στὴν τηλεοπτικὴ εἰδησεογραφικὴ ἐκπομπὴ τοῦ Ραδιοφωνικοῦ Ἱδρύματος Κύπρου γιὰ τὴν ἔλευση τοῦ Πάπα Φραγκίσκου στὴν Κύπρο, ἀφοῦ ἔμοιαζε περισσότερο μὲ διάλεξη οἰκουμενισμοῦ παρὰ μὲ σχολιασμὸ ἑνὸς θεολόγου.

Ὁ κ. Οἰκονόμου ἦταν καλεσμένος στὴν ἐκπομπὴ «Ἀπὸ Μέρα σὲ Μέρα» μὲ σκοπὸ νὰ «κρατᾶ συντροφιὰ» στοὺς τηλεθεατὲς τὴν ὥρα ποὺ ὁ αἱρετικὸς Πάπας ἔφτανε στὸ προεδρικὸ μέγαρο τῆς Κυπριακῆς Δημοκρατίας. Ὁ ἐν λόγῳ θεολόγος ἀναφέρθηκε στὴν εἰσβολὴ καὶ συνεχιζόμενη κατοχὴ τῆς Κύπρου, καθὼς καὶ στὴν παραβίαση τοῦ Διεθνοῦς Δικαίου ἀπὸ τὴν Τουρκία μὲ σκοπὸ νὰ προετοιμάσει τὸ ἔδαφος γιὰ αὐτὰ ποὺ θὰ ἔλεγε στὴ συνέχεια. Ἀναφέρθηκε στὴν «πληθυσμιακὴ ὑπεροχὴ» τῶν καθολικῶν καὶ προτεσταντῶν ἔναντι τῶν ὀρθοδόξων ἀνὰ τὸ παγκόσμιο, θέλοντας νὰ ἐπισημάνει κάποιο εἶδος κύρους καὶ οἰκουμενικότητας, ποὺ δῆθεν χαρακτηρίζει τὴν παπικὴ ἡγεσία.

Μέχρι ἐδῶ δὲν ὑπῆρξε κάτι τὸ «αἰσχρὸ» στὰ λεγόμενα τοῦ κ. Οἰκονόμου, ἀφοῦ μίλησε περισσότερο ὡς πολιτικὸς παρὰ ὡς θεολόγος. Στὴ συνέχεια ὅμως, ὁ ρόλος του ἔμοιαζε μὲ συνήγορο τοῦ Βατικανοῦ, ἀφοῦ, μεταξὺ ἄλλων, μίλησε γιὰ ἀνάγκη ἑνοποίησης τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου (ἐννοώντας καθολικούς, προτεστάντες καὶ ὀρθοδόξους).

Εἶπε συγκεκριμένα: «[…]Εἶναι ἡ παγκόσμια ἐπιρροὴ (ὁ Πάπας), ὅπου μπορεῖ ἄνετα νὰ ἔχει τὶς προσβάσεις ἀπὸ τὸν πρόεδρο τῆς Ἀμερικῆς μέχρι τὸν ὁποιονδήποτε, νοουμένου ὅτι μιλοῦμε γιὰ 1.500.000.000 λαό, τοῦ ὁποίου ἡγεῖται. Ἕνα συγκλονιστικὸ ἀριθμό, ἐὰν λάβετε ὑπόψη ὅτι ἔχουμε καὶ 820.000.000 προτεστάντες καὶ 250.000.000 μόνο ὀρθοδόξων. Ἑπομένως, εἶναι καιρός, αὐτὴ ἡ δύναμη τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου στὸ κοινωνικό, πολιτικό, πολιτιστικὸ ἐπίπεδο νὰ ἑνωθεῖ, διὰ νὰ μὴ φτάσουμε στὸ σημεῖο μετὰ ἀπὸ δέκα χρόνια νὰ μὴ ἔχει τὴ δυνατότητα νὰ ἔρθει καὶ νὰ βρεῖ χριστιανικὸ κόσμο[…] Ἔχουμε τὸν διάλογο τῆς ἀγάπης καὶ τὸν διάλογο τῆς ἀλήθειας. Τώρα, ὑπάρχει γιὰ ἐμένα συνδυασμὸς τῶν δύο, διότι ἡ ἀγάπη χωρὶς τὴν ἀλήθεια δὲν ὑφίσταται, ἀλλὰ καὶ ἀλήθεια χωρὶς τὴν ἀγάπη εἶναι ἀνύπαρκτη, δὲν εἶναι χρήσιμη. Ὡς ἐκ τούτου λοιπὸν νομίζω ὅτι πρὸς αὐτὴ τὴν κατεύθυνση καὶ ὁ διάλογος προωθεῖται τῶν Ἐκκλησιῶν, διότι μέσα ἀπὸ αὐτὸν τὸν διάλογο δὲν πρέπει νὰ περιορίζονται μόνο στὸ θεολογικὸ ἐπίπεδο τῶν διαφορῶν[…]Δὲν πρέπει νὰ μᾶς ἐπηρεάζουν κάποιες μεμονωμένες, ἀρρωστημένες φωνές, οἱ ὁποῖες ὑπάρχουνε, στὸ νὰ μὴ ἐπικοινωνοῦμε, ἐπειδὴ αὐτὸ εἶναι ἀνασφάλεια τῆς πίστεως[…]».

Ἦταν πολλαπλὰ καὶ ἀπανωτὰ τὰ χτυπήματα τοῦ κ. Οἰκονόμου ἐνάντια στὴν ἐκκλησιαστική μας παράδοση, ἀλλὰ καὶ ἐνάντια στὴν πατερικὴ κληρονομιὰ φωστήρων, ἁγίων τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἀλλὰ ἂς σχολιάσουμε συγκεκριμένα, σημεῖο-σημεῖο τὰ «ἀτοπήματα» τοῦ συγκεκριμένου θεολόγου. Ἐν συνεχείᾳ τοῦ σχετικοῦ μου ἄρθρου στὸν Ο.Τ τῆς περασμένης ἑβδομάδας, μὲ τίτλο «Οὐδὲν ὠφελεῖ βίος ὀρθὸς δογμάτων διεστραμμένων» (3/12/21), φαίνεται ὅτι τὸ οὐνιτικὸ μήνυμα τοῦ πάπα, ἐξέγειρε τὸν οἰκουμενισμὸ στὴν Κύπρο.

Ὁ κ.Οἰκονόμου, σὰν ἄλλος Ἰωάννης H΄ Παλαιολόγος μιλᾶ γιὰ «ἕνωση τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου» προκειμένου νὰ μὴ χαθεῖ τὸ χριστιανικὸ στοιχεῖο τῆς κατεχόμενης Κύπρου. Οὐσιαστικά, στηρίζει τὴν ἄποψή του αὐτὴ στὸ ἴδιο ἐπιχείρημα ποὺ ὁ αὐτοκράτορας Ἰωάννης Η΄ Παλαιολόγος στήριξε καὶ τὴν ὑποταγὴ τῆς Ἐκκλησίας στοὺς Λατίνους τὸ 1438, προκειμένου νὰ λάβει βοήθεια ἀπὸ τοὺς παπικούς, μετὰ τὴν ἅλωση τῆς Θεσσαλονίκης ἀπὸ τοὺς Τούρκους. Οὐσιαστικά, ὁ αὐτοκράτορας ἔβαλε στὴν ἄκρη τὴ δογματικὴ διαφορὰ ὀρθοδοξίας καὶ παπισμοῦ, ἀναγνώρισε τὴν αἱρετικὴ θέση, ἡ ὁποία ἀντιτίθεται στὴν ἴδια τὴν ἀποστολικὴ παράδοση («Ὅταν ἔλθῃ ὁ Παράκλητος ὅν ἐγὼ πέμψω ὑμῖν παρὰ τοῦ Πατρός, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας ὅ παρὰ τοῦ Πατρὸς ἐκπορεύεται, ἐκεῖνος μαρτυρήσει περὶ ἐμοῦ» Ἰω. 15, 26) καὶ δέχτηκε τὴν δῆθεν πρωτοκαθεδρία καὶ ὑπέρτατη ἐξουσία τῆς Ρώμης, ἔναντι ὅλων τῶν ἐκκλησιῶν, κάτι τὸ ὁποῖο ἀντιτίθετο στὴν Πενταρχία τῶν Πατριαρχείων τοῦ Βυζαντίου. Καὶ ὅλα αὐτὰ γιὰ νὰ λάβει ἐνίσχυση ἀπὸ τὴ Δύση, προκειμένου νὰ ἀντιμετωπίσει τοὺς Τούρκους· μία βοήθεια ποὺ δὲν παρεσχέθη ποτέ. Ἐπειδὴ ὅμως ἡ ἱστορία ἐπαναλαμβάνεται, ἔτσι καὶ τώρα ὁ κ. Οἰκονόμου προτάσσει ἕνα ἐπιχείρημα ἀνάγκης διατήρησης τοῦ χριστιανικοῦ στοιχείου στὴν Κύπρο, τὸ ὁποῖο κινδυνεύει ἀπὸ τοὺς Τούρκους, ὑπονοώντας ὅτι ὁ χριστιανικὸς κόσμος πρέπει νὰ ἑνωθεῖ κάτω ἀπὸ τὴν ὀμπρέλλα τοῦ ἰσχυροῦ πάπα Ρώμης.

Κύριε Οἰκονόμου, ὄντας θεολόγος θὰ ἔπρεπε νὰ γνωρίζετε τὴν ἄποψη ποὺ ὑποστηρίζει ὅτι ἡ Ἀνατολικὴ Ρωμαϊκὴ Αὐτοκρατορία ἔπεσε στὰ χέρια τῶν Τούρκων ὡς ἀποτέλεσμα τῶν ἀντιορθόδοξων πολιτικῶν χειρισμῶν τῆς δυναστείας τῶν Παλαιολόγων, ὡς μία λύση τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ μὴ Φραγκέψει ἡ Ἀνατολή. Τὸ χριστιανικὸ στοιχεῖο τῆς Κύπρου, ποὺ παρεπιπτόντως εἶναι ὀρθόδοξο, ἑλληνικὸ στοιχεῖο, μόνο μὲ ἕνα τρόπο θὰ διατηρηθεῖ. Ἐπιβάλλεται νὰ στηριχθεῖ σὲ δύο θεσμοὺς ποὺ ἀνέκαθεν στέκονταν ἀρωγοὶ στὸν ἀγῶνα ἐπιβίωσης τῆς Ρωμιοσύνης. Στὴν παιδεία καὶ τὴν Ὀρθοδοξία. Εἶναι ἀδήριτη ἀνάγκη, ἡ παιδεία νὰ ἀλλάξει πορεία, νὰ μεταβληθεῖ σὲ μία ἑλληνοκεντρική, πολυδιάστατη καλλιέργεια τῶν παιδιῶν, δίνοντας ἔμφαση στὴν ἀναπτέρωση τῆς κατακρεουργημένης ἐθνικῆς τους συνείδησης ἀλλὰ καὶ τῆς Ὀρθόδοξης πίστης τους. Ἀκόμα, ἡ Ἐκκλησία ἐπιβάλλεται νὰ δράσει ἔτσι ὥστε νὰ γίνει μέρος τοῦ τόπου, νὰ ἀναπτύξει πνευματικὰ παραμελημένες κοινότητες καὶ ἐπαρχίες καὶ δὴ τὶς ἀκριτικές, οἱ ὁποῖες κρατοῦν ὄρθιες τὶς ἐπάλξεις μέχρι νὰ ἔλθει μέρα τῆς ἀπελευθέρωσης τοῦ ὑπόλοιπου νησιοῦ. Οἱ ἐνορίες καὶ τὰ μοναστήρια πρέπει νὰ γίνουν ξανὰ τὸ κέντρο τῆς καθημερινότητας τῶν Ἑλλήνων τῆς Κύπρου, ἀποτελώντας πνευματικὸ ὁρμητήριο γιὰ ὅλο τὸ νησί.

Ὅσο ἀφορᾶ τὸ ἀφήγημα τοῦ κ. Οἰκονόμου περὶ ἀλληλένδετων ἐννοιῶν τοῦ διαλόγου τῆς ἀλήθειας καὶ τῆς ἀγάπης, ἴσως ἂν τὸ ξανὰ σκεφτεῖ νὰ ἀναθεωρήσει. Ποιὰ ἀλήθεια βρίσκετε κύριε Χρῆστο Οἰκονόμου στὸ «Filioque» ἢ στὸ «παπικὸ ἀλάθητο»; Ποιὰ ἀλήθεια βρίσκετε στὸν ἄζυμο ἄρτο τῆς αἱρετικῆς «θείας κοινωνίας» ποὺ παρεμπιπτόντως ἦταν καὶ ἡ ἀφορμὴ γιὰ τὸ μαρτύριο τῶν δεκατριῶν μοναχῶν τῆς Καντάρας καὶ τοῦ Μαχαιρᾶ ἀπὸ τοὺς καθολικούς; Βρίσκετε κάποια ἀλήθεια στὸ δόγμα, τὸ ὁποῖο ὤθησε τὸν Νεομάρτυρα Ἅγιο Κοσμᾶ τὸν Αἰτωλὸ νὰ πεῖ τὸ περίφημο «Τὸν πάπα νὰ καταράσθε»; Εἶναι λοιπόν, ἐπιεικῶς βλάσφημο νὰ χαρακτηρίζει ὁ συγκεκριμένος κύριος ὡς μεμονωμένες καὶ ἀρρωστημένες φωνὲς ὅποιους προτάσσουν τὰ στήθη ἔναντι τῆς αἵρεσης καὶ τῆς οὐνίας. Τέλος, ὅσο ἀφορᾶ τὴν ὑλιστικὴ φράση τοῦ κ.Οἰκονόμου «καὶ ὁ διάλογος προωθεῖται τῶν Ἐκκλησιῶν, διότι μέσα ἀπὸ αὐτὸν τὸν διάλογο δὲν πρέπει νὰ περιορίζονται μόνο στὸ θεολογικὸ ἐπίπεδο τῶν διαφορῶν», δὲν μᾶς ξενίζει ἰδιαίτερα, ἂν ἀναλογιστοῦμε ὅτι ζοῦμε σὲ μία κοινωνία ποὺ γιὰ χάρη τῆς καλοπέρασής μας, τῆς ὑγείας μας καὶ τῆς εὐημερίας μας θυσιάζουμε ἀξίες, ἰδανικὰ καὶ πίστη.

Δὲν ἀποτελεῖ κάποιο εἶδος ἡδονῆς ἢ εὐχαρίστησης γιὰ ἐμᾶς ἡ ἀνοικτὴ διαφωνία μὲ ἀνθρώπους ὅπως, ἐπὶ παραδείγματι, ὁ κύριος Οἰκονόμου, οὔτε ἀναιρῶ τὴν θεολογική του ἰδιότητα, ὄντας ἐγὼ ἕνας ἁπλὸς φοιτητὴς μὲ καθόλου ἀκαδημαϊκὲς σπουδὲς ἐπὶ θεολογικῶν ζητημάτων. Παραθέτω ὅμως αὐτὰ ποὺ θὰ ἔπρεπε νὰ θεωροῦνται αὐτονόητα σὲ κράτη, ὅπως ἡ Κύπρος καὶ ἡ Μητροπολιτικὴ Ἑλλάδα, ὅπου ἡ Ὀρθοδοξία δὲν κυριάρχησε χθές, ἀλλὰ παρελήφθη ἀπὸ τοὺς ἴδιους τοὺς Ἀποστόλους καὶ διαδόθηκε μέσῳ αὐτῶν. Ἂς δοῦμε καλύτερα τὸ πῶς ἐμεῖς οἱ ἴδιοι θὰ ἀγωνιστοῦμε, γιὰ νὰ διατηρηθεῖ τὸ Ὀρθόδοξο στοιχεῖο στὴν Κύπρο καὶ τὸν Ἑλληνισμὸ ὁλόκληρο καὶ ἂς μάθουμε ἀπὸ τὰ λάθη τῶν προγόνων μας, οἱ ὁποῖοι βασίστηκαν πάνω στοὺς ὀλετῆρες μας, τοὺς αἱρετικοὺς προκειμένου νὰ μᾶς σώσουν· κάτι τὸ ὁποῖο δὲν ἔγινε. Ἡ ὀρθόδοξη παιδεία, μὲ τὴν ἔμφαση στὸ ἑλληνικὸ πνεῦμα θὰ καταστήσει τὴν κοινωνία μας ἱκανὴ νὰ σηκώσει στοὺς ὤμους της τὸν ἀγῶνα τῆς ἐθνικῆς ἐπιβίωσης καὶ θὰ προσελκύσει καὶ τὴ χάρη Τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ χωρὶς Αὐτόν, οὐ δυνάμεθα ποιεῖν οὐδέν.

Ορθόδοξος Τύπος