Ἡ ἱστορία σπίλωσης τοῦ ἁγ. Κυρίλλου Λούκαρη: Ἕνα ἀκόμα ἀπόσπασμα ἀπὸ τὴν ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία μὲ ἀποδείξεις γιὰ τὴν ἐφαρμογὴ τῆς διακοπῆς μνημόνευσης καὶ ἐκλησιαστικῆς κοινωνίας, δηλ. τῆς ἀποτείχισης, ποὺ οἱ σημερινοὶ Χριστιανοὶ ἀρνοῦνται νὰ ἐφαρμόσουν.
Πρὶν ἀπὸ λίγο καιρὸ δημοσιεύτηκαν στὴν «Κατάνυξη» κείμενα τοῦ
λεγόμενου «Μέτοικου» (ἐδῶ κι ἐδῶ), ἑνὸς ἀκόμα ἀγνώστου «ὁμολογητοῦ», ὁ ὁποῖος φυσικὰ πρέπει
πρωτίστως νὰ ἐξηγήσει, τί εἴδους ὁμολογία ἐφαρμόζει κρύβοντας τὸ ὄνομά του. Στὰ
κείμενα αὐτὰ ὁ «Μέτοικος» ὑποστηρίζει ὅτι ἡ ἁγιοκατάταξη τοῦ Κύριλλου Λούκαρη
εἶναι παράνομη καὶ ἔγινε γιὰ οἰκουμενιστικοὺς σκοπούς, ὁ δὲ Ἅγιος εἶναι
ἀναθεματισμένος. Τὴν γνώμη αὐτὴ τοῦ «Μέτοικου» ὑποστηρίζει καὶ ὁ π. Σεραφείμ
Ζήσης (βλ. τὸ τέλος τῆς ὁμιλίας του γιὰ μασόνους καὶ κοτόπουλα), χωρὶς
παραδόξως παράλληλα νὰ ἀναρωτιέται, ποιός εἶναι αὐτὸς ὁ Μέτοικος.
Τὴν ὑπεράσπιση τοῦ Ἁγίου κατὰ τῶν παραπάνω κατηγοριῶν ἀνέλαβε ὁ
Γ.Ο.Χ. κ. Μάννης, ὁ ὁποῖος μὲ τὰ κείμενα ποὺ παρέθεσε καὶ τὴν ἁγιότητα τοῦ
Κυρίλλου ἀπέδειξε καὶ τὴν ἐπιχειρηματολογία τοῦ «Μέτοικου» κονιορτοποίησε (ἐδῶ κι ἐδῶ). Ὅ,τι κι ἂν μᾶς χωρίζει μὲ τὸν κ. Μάννη, πρέπει τὸ δίκαιο καὶ
μάλιστα σὲ περίπτωση ὑπεράσπισης Ἁγίου νὰ λεχθεῖ καὶ ἡ ἐργασία του αὐτὴ νὰ
ἀναγνωρισθεῖ.
Ἡ προσπάθεια σπίλωσης τοῦ ἁγ. Κυρίλλου Λούκαρη ὅμως, ἔφερε μέσῳ τῶν κειμένων ποὺ παρουσίασε ὁ κ. Μάννης γιὰ τὴν ὑπεράσπιση τῆς ἁγιότητάς του καὶ ἀποδείξεις γιὰ τὴν ἐφαρμογὴ τῆς διακοπῆς μνημόνευσης καὶ ἐκλλησιαστικῆς κοινωνίας μὲ τοὺς ἀσεβεῖς καὶ παράνομους στὴν Ἐκκλησία, δηλ. τὴν ἀποτείχιση. Βλέπουμε ἔτσι, ὅτι καὶ στὴν νεότερη ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία ἡ Ἐκκλησία δὲν ἔπαψε νὰ ἐφαρμόζει τὴν ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ, τὴν ἀποτείχιση, σὲ θέματα εὐσεβείας, κανόνων καὶ ἐκκλησιαστικῆς ὀρθότητας, συγκεκριμένα καὶ ὅσον ἀφορᾶ τὴν δίωξη καὶ κατασυκοφάντιση τοῦ Ἁγίου: Σιμωνία, ἀσέβεια, συνεργασία μὲ τοὺς αἱρετικοὺς παπικούς, σύγκλιση ψευτοσυνόδου, προσπάθεια δολοφονίας ἱεραρχῶν (αὐτὰ ὅλα καὶ τὰ παρακάτω ἀποσπάσματα ἀπὸ τὸ κείμενο τοῦ κ. Μάννη ἐδῶ).
Ἔτσι διαβάζουμε στὴν σελ. 3, ὅτι οἱ ἐκπρόσωποι τῶν λαϊκῶν τῆς
Κωνσταντινουπόλεως εἶπαν στὸν ἀντικανονικό, ἐγκληματία καὶ ἀσεβῆ Κονταρή (σσ.
τὸν ἀντικανονικὸ διάδοχο τοῦ ἁγ. Κυρίλλου στὸν πατριαρχικὸ θρόνο):
«ἡμεῖς οὐ χρήζομεν ἱερέων, ἀρχιερέων, αἱρέτωσαν∙ ἱκανούσθω ἡ
προσευχὴ ἡμῶν∙ τὸ Κύριε ἐλέησον ψάλλοντες ἢ αἱ ψαλμωδίαι τῶν ἀνιέρων μᾶλλον ἢ
ἱερέων».
Καὶ στην σελ. 4:
«η μη αναγνώριση του Κονταρή από το σύνολο
κλήρου και λαού και άλλων περιοχών, όπως της Κρήτης, στην οποία διεκόπη το
μνημόσυνό του. Σε αποκαλυπτικό γράμμα του επόμενου Πατριάρχη,
του Παρθενίου Α΄, προς τον πρωτοσύγκελο και πατριαρχικό επίτροπο της Κυδωνίας
Μελέτιο Νταμόρο, αυτή η στάση επαινείται μάλιστα ως εξής: “καλῶς καὶ φρονίμως
ποιήσας οὐκ ἀπέστειλας μετὰ τὸ ἀκοῦσαι σε τοῦ ἀδίκου θανάτου τοῦ γέροντος
πατριάρχου κῦρ Κυρίλλου (Λουκάρεως) καὶ τῆς ἐκχύσεως τῶν ἐγκάτων ἐκείνου ἐπὶ
τῆς ἀρχῆς καὶ ἐξουσίας τῆς παρανόμου τοῦ παραβάτου ἐκείνου καὶ ἐπιβάτου τοῦ πατριαρχικοῦ
θρόνου καὶ φόνου πνέοντος ἐκ Βεῤῥοίας, τὸ ὡς ἔθος συναγόμενον ἔλεον παρὰ τῶν
αὐτόθι εὐσεβῶν χριστιανῶν καὶ ἄλλα δικαιώματα ἐκκλησιαστικὰ εἰς ὄνομα τῆς καθ’
ἡμᾶς τοῦ Χριστοῦ μεγάλης Ἐκκλησίας οὔτε τοῦ ὀνόματος ἐκείνου τοῦ
τρισκαταράτου ἐμνημόνευσας ἢ ὡς πατριάρχην ἐδέχθης, οὔτε οἱ λοιποὶ ἱερεῖς τε
καὶ λαϊκοὶ ἐμνημόνευσαν αὐτοῦ καὶ ἐτίμησαν“ (Ἀρχιμανδρίτου
Χρυσόστομου Παπαδόπουλου, Λουκάρεια, στὸ Ἐκκλησιαστικὸς Φάρος ΙΖ’, 1918, σελ.
207).
Καὶ στὴν σελ. 6 τῆς ἴδιας μελέτης:
«Και μας έστειλε ο πρώην Μητροπολίτης Βερροίας (Κονταρής)
πρόσκληση να συλλειτουργήσουμε μαζί του και επειδή εμείς δεν θέλαμε να
συλλειτουργήσουμε με αυτόν, μας απείλησε με τους ασεβείς Αγαρηνούς… ο
Σερρών Δανιήλ… αν και συμμετείχε (σσ. στην ψευτοσύνοδο του 1642) αρνήθηκε
να υπογράψει και λόγω της αρνήσεως του εξορίσθηκε».
Ἀπὸ ὅλα αὐτὰ συμπεραίνουμε, ὅτι καὶ στὴν ἐποχὴ ἐκείνη, δηλ. τὸν 17ο
αἰώνα
α) ἀποτειχίστηκαν καὶ ἱερεῖς καὶ λαϊκοί, πράγμα ποὺ
κατακεραυνώνει, ὅσους ὑποστηρίζουν σκανδαλωδῶς ὅτι οἱ λαϊκοὶ δὲν
ἀποτειχίζονται,
β) τὸ ποίμνιο δήλωσε περίτρανα, ὅτι εἶναι προτιμότερη ἡ ἰδιωτικὴ
προσευχὴ (τὸ Κύριε ἐλέησον) ἀπὸ τὴν λειτουργία μὲ ἀνίερους ἱερεῖς. Αὐτὸ
ἀποστομώνει αὐτοὺς ποὺ βλασφημοῦν λέγοντας, καλύτερα πλανόμενοι στὴν Ἐκκλησία,
ἀπὸ τὸ νὰ εἶσαι μὲ τὴν τὴν ἀλήθεια ἐκτός Της. Μάλιστα ἡ δήλωση τῶν λαϊκῶν ὅτι
δὲν χρειάζονται ἀνίερους ἀρχιερεῖς κονιορτοποιεῖ τὰ παντελῶς ἀβάσιμα
ἐπιχειρήματα τοῦ σύγχρονου ἐπισκοποκεντρισμοῦ καὶ παπισμοῦ στὴν Ἐκκλησία,
γ) ὅποιος ἀποτειχίστηκε ἐπαινεῖται καὶ δικαιώνεται, πράγμα ποὺ
ἀκυρώνει καὶ ξεμπροστιάζει ὅσους θεωροῦν τὴν ἀποτείχιση σχίσμα καὶ ἀξία
καταδίκης,
δ) αὐτὸς ποὺ δὲν ὑπογράφει καὶ ἀντιστέκεται πραγματικὰ σὲ μία
ψευτοσύνοδο διώκεται, διότι οἱ ψευδοποιμένες δὲν ἀνέχονται καμία ἀντίσταση. Ἂς
ἀναλογιστοῦμε λοιπόν, τὴν ψευτοσύνοδο τοῦ Κολυμπαρίου καὶ ὅσους «εὐσεβεῖς»
ὑποστήριζαν ὅτι δὲν συμφώνησαν ἀλλὰ καὶ ὑπόγραψαν (μὲ τὸν ἕνα ἢ μὲ τὸν ἄλλο
τρόπο) καὶ δὲν διώχτηκαν, ὥστε νὰ μὴ μᾶς ἐκπλήσσει ἡ σημερινή τους πτώση,
ε) ὅποιος ὑποστηρίζει τὴν εὐσέβεια καὶ τὴν ἀλήθεια δὲν δέχεται μὲ
κανέναν τρόπο νὰ συλλειτουργήσει μὲ τὸν ὁποιοδήποτε προδότη τῆς Πίστεως καὶ τῆς
Ἐκκλησίας καὶ δὲν κάνει Οἰκονομίες ἢ ἂν κάνει, αὐτὲς δὲν κρατοῦν χρόνια οὔτε
ἑρμηνεύονται κατὰ τὸ δοκοῦν.
Στὰ κείμενα μάλιστα ποὺ παραθέτει ὁ κ. Μάννης ἐμφανίζεται καὶ μία
ἀπόδειξη γιὰ ὅσους ὑποστηρίζουν τὰ ἄκυρα μυστήρια καὶ δὲν δέχονται τὸ γεγονός
ὅτι καὶ στὴν Ἐκκλησία ὑπάρχουν σαπρὰ μέλη, χωρὶς Αὐτὴ νὰ χάσει τὴν καθαρότητά
Της. Ἔτσι στὴν σελίδα 7 διαβάζουμε στὸ κείμενο καθαίρεσης του Κονταρῆ:
«δοχεῖον σαπρὸν καὶ παραλελυμένον καὶ ὄργανον τοῦ Διαβόλου
καὶ σεσηπὸς μέλος κατὰ παραχώρησιν Θεοῦ τρὶς ἤδη τοῦ οἰκουμενικοῦ ληστρικῶς καὶ
ἀθέσμωςἐπιβιβασθέντα θρόνον».
Κατὰ παραχώρησιν Θεοῦ λοιπόν, ἐμφανίστηκε ἕναν τέτοιος ἀπατεὼν
στὸν πατριαρχικὸ θρόνο, ὡς δοχεῖον σαπρὸν καὶ σεσηπὸς μέλος, καὶ ἔρχεται σὲ
συμφωνία μὲ τὴν Ἐκκλησία ποὺ χαρακτήρισε ὅλους τοὺς αἱρετικοὺς ποὺ ἀνῆκαν σὲ
αὐτὴ μὲ τὸν ἴδιο τρόπο. Καμία κουβέντα γιὰ ἄκυρα μυστήρια.
Ἂς ἐλπίσουμε νὰ γίνει ἔστω καὶ τώρα ξεκάθαρο σὲ ὅσους διστάζουν,
τί εἶναι ἐκκλησιαστικὰ τὸ ὀρθὸν καὶ ὀρθοδοξον, ὅταν ἐπικρατεῖ μία αἵρεση,
μᾶλλον ἡ παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ στὴν Ἐκκλησία.
Ἀδαμάντιος Τσακίρογλου