ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ[:Ιω. 12,1-18]
Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΘΡΙΑΜΒΕΥΤΙΚΗ ΕΙΣΟΔΟ
ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΜΑΣ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΣΤΑ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΑ
«Ὁ οὖν Ἰησοῦς πρὸ ἓξ ἡμερῶν τοῦ πάσχα ἦλθεν εἰς
Βηθανίαν, ὅπου ἦν Λάζαρος ὁ τεθνηκώς, ὃν ἤγειρεν ἐκ νεκρῶν. ἐποίησαν οὖν αὐτῷ δεῖπνον ἐκεῖ, καὶ ἡ Μάρθα διηκόνει· ὁ δὲ Λάζαρος
εἷς ἦν τῶν ἀνακειμένων σὺν αὐτῷ(:ο Ιησούς λοιπόν, χωρίς να εμποδιστεί από την επιβουλή των
εχθρών Του, έξι ημέρες πριν από την εορτή του Πάσχα ήλθε στη Βηθανία, όπου
έμενε ο Λάζαρος που είχε πεθάνει και ο Κύριος τον είχε αναστήσει από τους
νεκρούς. Οι συγγενείς λοιπόν του Λαζάρου, επειδή αισθάνονταν μεγάλο σεβασμό και
ευγνωμοσύνη προς τον Ιησού για το θαύμα που είχε επιτελέσει, Του έκαναν δείπνο
εκεί, και η Μάρθα υπηρετούσε. Ο Λάζαρος μάλιστα ήταν ένας από εκείνους που
κάθονταν και έτρωγαν στο τραπέζι μαζί Του)»[Ιω.12,1-2].
Η Μαρία όμως δεν διακονούσε·
διότι ήταν μαθήτρια. Πάλι εδώ αυτή ενεργεί κατά τρόπο
πνευματικότερο· δηλαδή δεν διακονούσε ως προσκεκλημένη, ούτε παρέχει
την υπηρεσία προς όλους, αλλά σε Αυτόν μόνον αποδίδει την τιμή, και δεν
προσέρχεται σε Αυτόν ως σε άνθρωπο αλλά ως σε Θεό· διότι το μύρο γι’ αυτόν
τον λόγο το έχυσε στα πόδια Του και το σφούγγισε με τις τρίχες της κεφαλής της,
πράγματα τα οποία είναι χαρακτηριστικά μιας γυναίκας η οποία δεν είχε περί
Αυτού την ίδια γνώμη που είχαν οι πολλοί.
Την επιτίμησε όμως ο Ιούδας, υπό το
πρόσχημα δήθεν της ευλαβείας[Ιω.12,4-6: « ἡ οὖν
Μαρία, λαβοῦσα λίτραν μύρου
νάρδου πιστικῆς πολυτίμου, ἤλειψε τοὺς πόδας τοῦ
Ἰησοῦ καὶ
ἐξέμαξε ταῖς θριξὶν αὐτῆς τοὺς πόδας αὐτοῦ· ἡ
δὲ οἰκία ἐπληρώθη
ἐκ τῆς ὀσμῆς τοῦ μύρου. λέγει οὖν
εἷς ἐκ τῶν
μαθητῶν αὐτοῦ,
Ἰούδας Σίμωνος Ἰσκαριώτης, ὁ μέλλων αὐτὸν
παραδιδόναι·διατί τοῦτο τὸ μύρον οὐκ ἐπράθη
τριακοσίων δηναρίων καὶ ἐδόθη πτωχοῖς; εἶπε
δὲ τοῦτο οὐχ ὅτι
περὶ τῶν πτωχῶν ἔμελεν
αὐτῷ, ἀλλ᾿ ὅτι
κλέπτης ἦν, καὶ τὸ
γλωσσόκομον εἶχε καὶ τὰ
βαλλόμενα ἐβάσταζεν(:ύστερα
λοιπόν από την πράξη αυτή της Μαρίας είπε ένας από τους μαθητές Του, ο Ιούδας ο
γιος του Σίμωνος, ο Ισκαριώτης, εκείνος που σκόπευε να Τον προδώσει και να Τον
παραδώσει στους σταυρωτές Του: ‘’Αντί να χυθεί και να σπαταληθεί άσκοπα το μύρο
αυτό, γιατί δεν πουλήθηκε στην τιμή των τριακοσίων δηναρίων, δηλαδή τριακοσίων
ημερομισθίων, και δεν δόθηκε το αντίτιμό του ελεημοσύνη στους φτωχούς;’’. Και
το είπε αυτό, όχι γιατί ενδιαφερόταν για τους φτωχούς, αλλά διότι ήταν κλέφτης˙
και καθώς διαχειριζόταν το κοινό ταμείο και είχε το κουτί των συνεισφορών,
κρατούσε κρυφά για τον εαυτό του από τα χρήματα που έριχναν σε αυτό)»].
Και
τι του λέγει λοιπόν ο Χριστός; «ἄφες αὐτήν, εἰς τὴν ἡμέραν τοῦ ἐνταφιασμοῦ μου
τετήρηκεν αὐτό(:άφησε
αυτήν ήσυχη και μην την κατηγορείς. Η γυναίκα αυτή, σαν να προαισθανόταν ότι σε
λίγες μέρες πρόκειται να ενταφιαστώ, φύλαξε το μύρο αυτό για να μου το
προσφέρει, προαναγγέλλοντας έτσι συμβολικά την ετοιμασία του σώματός μου με
μύρο την ημέρα της ταφής μου)»[Ιω.12,7]. Αλλά
γιατί άραγε δεν έλεγξε τον μαθητή γι' αυτό που είπε για τη γυναίκα,
ούτε είπε αυτό, το οποίο είπε ο Ευαγγελιστής, ότι δηλαδή λόγω της
τάσεώς του να κλέβει, επιτιμούσε τη γυναίκα; Ήθελε με την πολλή Του
μακροθυμία να τον κάνει να αισθανθεί ντροπή· διότι γνώριζε ότι ήταν
προδότης, εξαρχής έλεγξε αυτόν πολλές φορές, όταν είπε «ἀλλ᾿ εἰσὶν ἐξ ὑμῶν τινες οἳ οὐ
πιστεύουσιν(:αλλά είναι μερικοί
από σας που δεν πιστεύουν στα λόγια μου, και γι’ αυτό, αντί να ζωοποιούνται,
σκανδαλίζονται απ’ αυτά)»[Ιω.6,64]
και «ἐξ ὑμῶν εἷς διάβολός ἐστιν(:κι όμως
ένας από σας, επειδή έγινε όργανο του διαβόλου, εξομοιώθηκε με τον
διάβολο)»[Ιω.6,70]. Λοιπόν
έδειξε μεν ότι γνωρίζει αυτόν ως προδότη, δεν τον έλεγξε όμως φανερά,
αλλά φάνηκε συγκαταβατικός και τον συγχώρησε, επειδή ήθελε να τον επαναφέρει
στον ορθό δρόμο.
Πώς λοιπόν άλλος Ευαγγελιστής λέγει ότι
όλοι οι μαθητές είπαν τα λόγια αυτά του Ιούδα;[Ματθ.26,8-9: «ἰδόντες δὲ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἠγανάκτησαν
λέγοντες· εἰς τί ἡ ἀπώλεια αὕτη; ἠδύνατο γὰρ τοῦτο τὸ μύρον
πραθῆναι πολλοῦ καὶ δοθῆναι τοῖς πτωχοῖς(:όταν
όμως το είδαν αυτό οι μαθητές, αγανάκτησαν κι έλεγαν: ‘’Γιατί να γίνει αυτή η
άσκοπη και χαμένη σπατάλη του πολύτιμου αυτού μύρου; Διότι το μύρο αυτό
μπορούσε να πουληθεί ακριβά και το αντίτιμό του να δοθεί στους φτωχούς’’)» και Μάρκ.14,3: «ἦσαν δέ τινες ἀγανακτοῦντες πρὸς
ἑαυτοὺς λέγοντες· εἰς τί ἡ ἀπώλεια
αὕτη τοῦ μύρου γέγονεν; ἠδύνατο γὰρ τοῦτο
τὸ μύρον πραθῆναι ἐπάνω τριακοσίων δηναρίων καὶ δοθῆναι
τοῖς πτωχοῖς· καὶ ἐνεβριμῶντο αὐτῇ (:ήταν
όμως μερικοί απ’ τους μαθητές οι οποίοι ιδιαιτέρως μεταξύ τους εξέφρασαν την
αγανάκτησή τους και έλεγαν: ‘’Γιατί έγινε αυτή η άσκοπη σπατάλη του πολύτιμου
αυτού μύρου; Διότι θα μπορούσε το μύρο αυτό να πουληθεί περισσότερο από
τριακόσια δηνάρια, και το αντίτιμό του να δοθεί στους φτωχούς’’. Και επέπλητταν
τη γυναίκα αυτή)». Και όλοι είπαν τα λόγια εκείνα, και
εκείνος· αλλά οι άλλοι όχι με την ίδια υστερόβουλη πρόθεση.
Εάν επίσης κανείς εξέταζε για ποιο
λόγο άραγε ανέθεσε το κιβώτιο των φτωχών σε εκείνον ο οποίος ήταν κλέπτης, και
τον έκανε διαχειριστή των χρημάτων αυτών, ενώ ήταν φιλάργυρος, εμείς θα
μπορούσαμε εκείνο να πούμε, ότι τον μεν απόρρητο λόγο ο Θεός τον
γνωρίζει, εάν όμως πρέπει να κάνουμε και εμείς κάποια σκέψη, το έκανε για να
του αφαιρέσει οποιαδήποτε δικαιολογία· διότι δεν μπορούσε να πει ότι το
έκανε αυτό από αγάπη προς τα χρήματα (καθόσον μπορούσε να ικανοποιήσει την
επιθυμία του από το χρηματοκιβώτιο), αλλά εξαιτίας της πολλής πονηρίας
του, που ήθελε ο Χριστός να την ανακόψει,επιδεικνύοντας πολλή συγκατάβαση
απέναντί του. Γι' αυτό δεν τον κατηγορούσε ότι έκλεβε, αν και βέβαια το
γνώριζε αυτό, θέλοντας να καταστείλει την πονηρή του επιθυμία και να
του αφαιρέσει οποιαδήποτε δικαιολογία.
«Εἶπεν οὖν ὁ Ἰησοῦς· ἄφες αὐτήν, εἰς τὴν ἡμέραν τοῦ ἐνταφιασμοῦ μου τετήρηκεν αὐτό(:όταν λοιπόν ο Ιησούς άκουσε τον Ιούδα να επικρίνει την Μαρία,
του είπε: ‘’Άφησέ την ήσυχη και μην την κατηγορείς. Η γυναίκα αυτή, σαν να
προαισθανόταν ότι σε λίγες μέρες πρόκειται να ταφώ, φύλαξε το μύρο αυτό για να
μου το προσφέρει, προαναγγέλλοντας έτσι συμβολικά την ετοιμασία του σώματός μου
με μύρο την ημέρα της ταφής μου’’)»[Ιω. 12,7].Πάλι υπενθύμισε σε αυτόν την ιδιότητα
του προδότη, όταν μίλησε περί ενταφιασμού. Αλλά δεν τον συγκινεί καθόλου ο
έλεγχος αυτός τον Ιούδα, ούτε τον καθιστά ηπιότερο απέναντι στον Διδάσκαλο
που επρόκειτο να προδώσει και να οδηγήσει στον θάνατο, αν και ήταν
αρκετός αυτός ο έλεγχος του Κυρίου που έδειχνε έτσι και ότι προγνώριζε τι
επρόκειτο σε λίγο να κάνει ο Ιούδας, για να προκαλούσε σε αυτόν τον οίκτο για
τον Ιησού· ήταν σαν να έλεγε ο Ιησούς: «Επαχθής είμαι για
σένα και ενοχλητικός, αλλά να περιμένεις λίγο και θα φύγω από αυτόν τον κόσμο».
Καθόσον αυτό εννοούσε όταν έλεγε «ἐμὲ δὲ οὐ πάντοτε ἔχετε(:εμένα δεν με έχετε πάντοτε)»[Ιω.12,8].
Αλλά όμως τίποτε από αυτά δεν έκαμψε
τον θηριώδη και μαινόμενο μαθητή, αν και βέβαια από αυτά πολύ περισσότερα και
είπε και έκανε και τα πόδια του τού ένιψε ο Ιησούς την ίδια νύκτα και
από την τράπεζα του Μυστικού Δείπνου του έδωσε να φάγει μαζί με τους άλλους,
πράγμα το οποίο συνήθως και τις ληστρικές ψυχές τις συγκρατεί (και άλλα λόγια
είπε ικανά και πέτρα να μαλάκωναν) και αυτό όχι προ πολλού χρόνου,
αλλά κατά την ίδια ημέρα για να μη δημιουργήσει λήθη ο χρόνος·
ωστόσο, στάθηκε ασυγκίνητος από όλα ο Ιούδας.[…]
«Ἔγνω οὖν ὄχλος πολὺς ἐκ τῶν Ἰουδαίων ὅτι ἐκεῖ ἐστι, καὶ ἦλθον οὐ διὰ τὸν Ἰησοῦν μόνον, ἀλλ᾿ ἵνα καὶ τὸν Λάζαρον
ἴδωσιν ὃν ἤγειρεν ἐκ νεκρῶν(:από το
δείπνο λοιπόν αυτό και απ’ όσα συνέβησαν σε αυτό, πολύς λαός από τους Ιουδαίους
έμαθε ότι ο Ιησούς βρισκόταν στη Βηθανία. Και ήλθαν εκεί όχι μόνο για τον
Ιησού, αλλά για να δουν και τον Λάζαρο, τον οποίο είχε αναστήσει από τους
νεκρούς)»[Ιω.12,9].
Όπως ο πλούτος εκείνους, οι οποίοι δεν
προσέχουν, συνήθως τους εκτραχηλίζει, έτσι και η εξουσία·
διότι ο πλούτος μεν οδηγεί στην πλεονεξία, ενώ η εξουσία στην
αλαζονεία. Πρόσεχε λοιπόν ότι το πλήθος των Ιουδαίων, που είναι υπό εξουσία,
υγιαίνει, ενώ οι άρχοντές του έχουν διαφθαρεί. Διότι ως προς το ότι πολλοί από
το πλήθος πίστευαν σε Αυτόν, το αναφέρουν συνεχώς οι Ευαγγελιστές, λέγοντας ότι
«πολλοὶ δὲ ἐκ τοῦ ὄχλου ἐπίστευσαν εἰς αὐτὸν πίστεψαν
σε Αυτόν)»[Ιω.7,31],από τους
άρχοντες όμως δεν πίστευαν.
Και αυτοί οι ίδιοι οι
άρχοντες λένε, όχι το πλήθος του λαού, τα εξής: «Μή τις ἐκ τῶν ἀρχόντων ἐπίστευσεν
εἰς αὐτὸν;(: μήπως
πίστεψε σε αυτόν κανείς απ’ τους άρχοντες, που είναι οι μόνοι αρμόδιοι να
κρίνουν τα θρησκευτικά ζητήματα, ή απ’ τους Φαρισαίους, που είναι άγρυπνοι
φύλακες των παραδόσεων και της αληθινής πίστεως;)»[Ιω.7,48]. Αλλά τι προσθέτουν; «Ὁ ὄχλος οὗτος ὁ μὴ γινώσκων
τὸν νόμον ἐπικατάρατοί εἰσι!(: Κανείς απ’ αυτούς δεν πίστεψε, παρά μόνον αυτός ο όχλος, που
δεν ξέρει τον νόμο και γι’ αυτό είναι όλοι τους καταραμένοι)»[Ιω.7,49]. Εκείνους, οι οποίοι πίστευαν, τους αποκαλούσαν «καταραμένους»,
ενώ τους εαυτούς τους, οι οποίοι έκαναν φόνους, «συνετούς».
Και στην περίπτωση αυτή, αφού είδαν το
θαύμα, πίστευαν πολλοί, ενώ οι άρχοντες δεν αρκούνταν μόνο στα δικά
τους κακά, αλλά επιχειρούσαν και τον Λάζαρο να φονεύσουν [βλ. Ιω.
12,10-11: «ἐβουλεύσαντο δὲ οἱ
ἀρχιερεῖς ἵνα
καὶ τὸν Λάζαρον ἀποκτείνωσιν, ὅτι πολλοὶ δι᾿
αὐτὸν ὑπῆγον τῶν Ἰουδαίων
καὶ ἐπίστευον εἰς
τὸν Ἰησοῦν(:μετά
όμως απ’ αυτό, οι αρχιερείς αποφάσισαν να σκοτώσουν και τον Λάζαρο,
διότι εξαιτίας του πολλοί από τους Ιουδαίους πήγαιναν στη Βηθανία για να
βεβαιωθούν αν πραγματικά αναστήθηκε από τους νεκρούς. Κι όταν το διαπίστωναν
αυτό, πίστευαν στον Ιησού)»]. Έστω: τον Χριστό ήθελαν να Τον
θανατώσουν, διότι κατέλυε το Σάββατο, διότι έκαμε τον εαυτό Του ίσο με τον
Πατέρα, και εξαιτίας των Ρωμαίων, κατά τους ισχυρισμούς τους, αλλά τον Λάζαρο
με ποια κατηγορία, ήθελαν να τον θανατώσουν; Μήπως άραγε το ότι
ευεργετήθηκε ήταν έγκλημα;
Βλέπεις πως είναι φονική η πρόθεσή
τους; Και όμως πολλά θαύματα επιτέλεσε ο Ιησούς, όμως κανένα από αυτά
τόσο πολύ δεν τους εξαγρίωσε, ούτε ο παράλυτος που θεραπεύθηκε, ούτε ο
τυφλός που ξαναβρήκε την όρασή του· διότι αυτό και ως προς τη φύση ήταν
πιο θαυμαστό και είχε γίνει μετά από πολλά άλλα, και ήταν παράδοξο να δει
κανείς άνθρωπο που για τέσσερις μέρες ήταν νεκρός, να περιπατεί και να ομιλεί.
Καλά και ωραία βέβαια -δεν
είναι;- της εορτής τα κατορθώματα, να αναμιγνύουν την πανήγυρη με φόνους…
Άλλωστε, στην περίπτωση εκείνη της θεραπείας
του εκ γενετής τυφλού, θεωρούσαν καλό να Τον κατηγορούν για το Σάββατο, και
έτσι να απομακρύνουν το πλήθος από Αυτόν, ενώ σε αυτή την περίπτωση,
επειδή δεν είχαν να Τον κατηγορήσουν για τίποτα, στρέφουν την προσπάθειά τους
εναντίον του ανθρώπου που θεραπεύθηκε· διότι εδώ δεν μπορούσαν να πουν ούτε
και ότι αντιτίθεται στον Πατέρα· καθόσον η προσευχή τούς αποστόμωνε[βλ. Ιω.
11,41-42: «ἦραν οὖν τὸν λίθον οὗ ἦν ὁ τεθνηκὼς κείμενος. ὁ δὲ Ἰησοῦς ἦρε τοὺς ὀφθαλμοὺς ἄνω καὶ εἶπε· πάτερ, εὐχαριστῶ σοι ὅτι ἤκουσάς μου. ἐγὼ δὲ ᾔδειν ὅτι
πάντοτέ μου ἀκούεις· ἀλλὰ διὰ τὸν ὄχλον τὸν περιεστῶτα εἶπον, ἵνα πιστεύσωσιν ὅτι σύ με ἀπέστειλας(:μετά λοιπόν από την παρατήρηση αυτή του Κυρίου έβγαλαν την
πέτρα από την είσοδο του σπηλαίου, όπου βρισκόταν ο νεκρός. Ο Ιησούς τότε ύψωσε
τα μάτια Του στον ουρανό και είπε: ‘’Πάτερ, είμαι βέβαιος ότι θα συντελεστεί
αμέσως το θαύμα και σε ευχαριστώ που με άκουσες. Εγώ το ήξερα ότι πάντοτε με
ακούς. Αλλά είπα μεγαλόφωνα το «ευχαριστώ», για να το ακούσει ο λαός που
στέκεται γύρω μου. Και έτσι αφού όλοι αυτοί δουν πόση βεβαιότητα έχω ότι θα
εισακουστώ, να πιστέψουν ότι Εσύ με απέστειλες, όταν ακολουθήσει το θαύμα’’)»].
Επειδή λοιπόν και η κατηγορία την οποία διατύπωναν
πάντοτε, είχε γίνει εντελώς ανυπόστατη πλέον και το θαύμα ήταν
καταφανές, στρέφονται προς τον φόνο. Ώστε και στον τυφλό θα μπορούσαν να
κάνουν το ίδιο και να επιδίωκαν να θανατώσουν και τον θεραπευμένο τυφλό, εάν
δεν είχαν να Τον κατηγορήσουν για το Σάββατο. Άλλωστε εκείνος μεν (ο
τυφλός) ήταν άσημος, και τον εκδίωξαν από το ιερό, ο Λάζαρος όμως ήταν
επιφανής· και τούτο γίνεται φανερό από το ότι πολλοί ήλθαν για να παρηγορήσουν
τις αδελφές του· και το θαύμα συντελέστηκε παρουσία όλων, και με
εντελώς παράδοξο τρόπο. Για τον λόγο αυτό έτρεχαν όλοι να δουν.
Αυτό λοιπόν τους ενοχλούσε και τους
ερέθιζε, το ότι ενώ είχε αρχίσει η εορτή στα Ιεροσόλυμα, όλοι αφού την
άφησαν, ήρθαν στη Βηθανία. Επιχείρησαν λοιπόν να φονεύσουν τον Λάζαρο, και
δε φαίνονταν ότι τολμούν να προβούν σε σχετική ενέργεια· τόσο
αιμοδιψείς ήταν. Και για τον λόγο αυτό ο νόμος από αυτή τη φράση
αρχίζει: «Οὐ φονεύσεις» [Έξ.
20,13] και ο Θεός διαμέσου του προφήτη Ησαΐα, γι’ αυτό τους κατηγορεί: «ὅταν ἐκτείνητε
τὰς χεῖρας ὑμῶν πρός με, ἀποστρέψω τοὺς ὀφθαλμούς μου ἀφ᾿ ὑμῶν, καὶ ἐὰν
πληθύνητε τὴν δέησιν, οὐκ εἰσακούσομαι ὑμῶν· αἱ γὰρ χεῖρες ὑμῶν αἵματος πλήρεις(:όταν
υψώνετε ικετευτικά τα χέρια σας προς εμένα και ζητείτε την βοήθειά μου, εγώ θα
γυρίζω αλλού τα μάτια μου από σας με αποστροφή. Και εάν πολλαπλασιάσετε και
παρατείνετε τις δεήσεις σας, δεν θα σας ακούσω, διότι τα χέρια σας
είναι γεμάτα από αίματα αθώων)» [Ησ.
1,15].
Πώς λοιπόν ο Κύριος,
ενώ δεν κυκλοφορούσε φανερά στην Ιουδαία και αναχωρούσε στην έρημο, πάλι
εισέρχεται στα Ιεροσόλυμα με θάρρος; Αφού έσβησε τον θυμό τους με την
αναχώρησή Του, επιστρέφει πλέον αφού είχε καταπαύσει ο θυμός τους. Άλλωστε
το πλήθος το οποίο βάδιζε μπροστά Του και αυτό το οποίο Τον ακολουθούσε, ήταν
αρκετό για να τους δημιουργήσουν αγωνία και ανησυχία· διότι κανένα άλλο
θαύμα δεν τους προσέλκυσε τόσο, όσο το θαύμα της αναστάσεως του Λαζάρου.
Και άλλος επίσης Ευαγγελιστής
συμπληρώνει ότι «πορευομένου δὲ αὐτοῦ ὑπεστρώννυον
τὰ ἱμάτια αὐτῶν ἐν τῇ ὁδῷ(:και καθώς ο Κύριος προχωρούσε, άλλοι μαθητές και συνοδοί Του
έστρωναν κάτω στον δρόμο τα ρούχα τους, για να περάσει πάνω από αυτά)»[Λουκ. 19,36]· και ότι «καὶ εἰσελθόντος
αὐτοῦ εἰς Ἱεροσόλυμα ἐσείσθη πᾶσα ἡ πόλις λέγουσα· τίς ἐστιν οὗτος;(:και όταν ο Ιησούς μπήκε στα Ιεροσόλυμα, ξεσηκώθηκαν όλοι οι
κάτοικοι της πόλεως λέγοντας: ‘’Ποιος είναι αυτός;”)»[ Ματθ.21,10]· με τόση μεγάλη τιμή εισερχόταν στην
πόλη της Ιερουσαλήμ.
Και το έκανε αυτό αφενός
μεν προτυπώνοντας προφητεία, αφετέρου δε εκπληρώνοντας προφητεία, και
το ίδιο πράγμα υπήρξε αρχή της μιας προφητείας και τέλος της άλλης· διότι το
μεν «εἴπατε τῇ θυγατρὶ Σιών, ἰδοὺ ὁ βασιλεύς σου ἔρχεταί
σοι πραΰς καὶ ἐπιβεβηκὼς ἐπὶ ὄνον καὶ πῶλον υἱὸν ὑποζυγίου(:πείτε
στη θυγατέρα Σιών, δηλαδή την Ιερουσαλήμ: ‘’ιδού ο βασιλιάς σου, ο Μεσσίας,
έρχεται σε σένα πράος και καθισμένος πάνω σε γαϊδούρι και σε πουλάρι, γέννημα
ζώου που μπήκε σε ζυγό’’)»[Ματθ.
21,5] και «Χαῖρε σφόδρα, θύγατερ Σιών· κήρυσσε, θύγατερ Ἱερουσαλήμ·
ἰδοὺ ὁ βασιλεὺς σου ἔρχεταί σοι, δίκαιος καὶ σῴζων αὐτός,
πραΰς καὶ ἐπιβεβηκὼς ἐπὶ ὑποζύγιον καὶ πῶλον νέον(:Χαίρε
λοιπόν παρά πολύ, κόρη μου Σιών, διαλάλησε Ιερουσαλήμ· ιδού ο βασιλεύς σου
έρχεται σε σένα δίκαιος, λυτρωτής και σωτήρας, πράος, καθισμένος επάνω σε ένα
υποζύγιο, σε ένα νεαρό πουλάρι)»[Ζαχ.9,9] ήταν σημείο εκπληρώσεως προφητείας, το να
καθίσει όμως επάνω σε όνο, ήταν πράγμα που προδιατύπωνε το μέλλον, ότι
δηλαδή επρόκειτο να έχει υπό την εξουσία Του το ακάθαρτο ως τότε γένος των
εθνικών[:των ειδωλολατρών].
Και πώς γίνεται να λένε οι άλλοι
Ευαγγελιστές ότι έστειλε μαθητές και τους είπε «πορεύθητε εἰς τὴν κώμην τὴν ἀπέναντι ὑμῶν, καὶ εὐθέως εὑρήσετε ὄνον
δεδεμένην καὶ πῶλον μετ᾿ αὐτῆς· λύσαντες ἀγάγετέ μοι(:πηγαίνετε
στο χωριό που βλέπετε απέναντί σας, κι αμέσως θα βρείτε ένα θηλυκό γαϊδούρι
δεμένο κι ένα πουλάρι μαζί του. Λύστε το και φέρτε μου και τα δύο εδώ)»[ Ματθ.21,2] και Μάρκ.11,2: «ὑπάγετε εἰς τὴν κώμην τὴν
κατέναντι ὑμῶν, καὶ εὐθέως εἰσπορευόμενοι εἰς αὐτὴν εὑρήσετε πῶλον
δεδεμένον, ἐφ᾿ ὃν οὐδεὶς ἀνθρώπων κεκάθικε· λύσαντες αὐτὸν ἀγάγετε(:πηγαίνετε στο απέναντί σας χωριό, και αμέσως μόλις θα μπαίνετε
σε αυτό, θα βρείτε ένα πουλάρι δεμένο, πάνω στο οποίο δεν έχει καθίσει κανένας
άνθρωπος μέχρι τώρα. Λύστε το και φέρτε το εδώ)», ενώ ο Ευαγγελιστής Ιωάννης δεν λέγει τίποτε παρόμοιο, αλλά ότι
αφού βρήκε ένα μικρό γαϊδουράκι, κάθισε πάνω σε αυτό; Διότι και τα δύο
ήταν δυνατόν να συμβούν, δηλαδή και να έλυσαν το γαϊδουράκι οι μαθητές, και να
το οδηγούσαν, και να το βρήκε έπειτα ο Ιησούς και να κάθισε στη συνέχεια επάνω
σε αυτό.
Και έλαβαν τα βάια από τους
φοίνικες και τις ελιές και έστρωσαν τα ενδύματά τους , δείχνοντας ότι
είχαν πλέον για Αυτόν ανώτερη γνώμη από ό,τι για προφήτη και
έλεγαν: «ὡσαννά, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου, ὁ βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ(:Δόξα και τιμή σε Αυτόν που υποδεχόμαστε! Ευλογημένος και
δοξασμένος να είναι αυτός που έρχεται απεσταλμένος από τον Κύριο ως
αντιπρόσωπός Του. Αυτός είναι ο ένδοξος βασιλιάς του Ισραήλ, που τόσο καιρό
περιμέναμε)» [Ιω.
12,13]. Βλέπεις ότι αυτό προπάντων τους κατέπνιγε τους άρχοντες των
Ιουδαίων, το ότι δηλαδή είχαν πειστεί όλοι ότι ο Ιησούς δεν ήταν αντίθετος προς
τον Θεό; Και τούτο κυρίως δίχαζε τον λαό, το να λέγει Αυτός ότι είχε έλθει
εκ μέρους του Πατρός;
Τι σημαίνει λοιπόν η φράση από την
προφητεία του Ζαχαρία: «Χαῖρε
σφόδρα, θύγατερ Σιών(:Να
χαίρεσαι λοιπόν παρά πολύ, κόρη μου Σιών)»[Ζαχ. 9,9]; Επειδή όλοι οι βασιλείς τους ήταν
κατά το πλείστον άδικοι και πλεονέκτες, και αυτούς τους υπηκόους τους
είχαν παραδώσει στους εχθρούς τους και διέστρεφαν το πλήθος και τους παρέδιδαν
ομήρους και υπόλογους απέναντι στους εχθρούς, λέγει ο προφήτης Ζαχαρίας : «Έχε
θάρρος· Αυτός δεν είναι τέτοιος, αλλά είναι πράος και επιεικής·
και αυτό καθίσταται φανερό από το γαϊδουράκι· διότι δεν μπήκε μέσα στην πόλη
ακολουθούμενος από στρατό, αλλά έχοντας μονάχα ένα γαϊδουράκι».
«Ταῦτα δὲ οὐκ ἔγνωσαν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ τὸ πρῶτον, ἀλλ᾿ ὅτε ἐδοξάσθη ὁ Ἰησοῦς, τότε ἐμνήσθησαν
ὅτι ταῦτα ἦν ἐπ᾿ αὐτῷ γεγραμμένα, καὶ ταῦτα ἐποίησαν αὐτῷ(:τι
σημαίνουν όμως τα λόγια αυτά του Ζαχαρία δεν κατάλαβαν οι μαθητές Του από την
αρχή, την ώρα της θριαμβευτικής Του αυτής εισόδου, αλλά όταν ο Ιησούς δοξάσθηκε
με την Ανάστατη και την Ανάληψή Του. Τότε φωτίστηκαν από το Άγιο Πνεύμα και
θυμήθηκαν ότι τα προφητικά αυτά λόγια του Ζαχαρία ήταν γι’ Αυτόν
γραμμένα. Και οι ίδιοι είχαν κάνει μια τέτοια υποδοχή για τον
Ιησού και είχαν συνεργαστεί, χωρίς να το καταλαβαίνουν, ώστε να εκπληρωθούν
ακριβώς τα προφητικά αυτά λόγια)»[Ιω.12,16].
Βλέπεις ότι τα περισσότερα σημεία τα αγνοούσαν, επειδή ο Ίδιος
δεν τα αποκάλυπτε σε αυτούς; Διότι και όταν ο Ιησούς είχε πει: «Λύσατε
τὸν ναὸν τοῦτον, καὶ ἐν τρισὶν ἡμέραις ἐγερῶ αὐτόν (:γκρεμίστε
τον ναό αυτό, και σε τρεις ημέρες θα τον ξαναχτίσω μόνο με τη δύναμή μου·
διότι θα αναστηθώ από τον τάφο ως ζωντανός ναός του Θεού και αθάνατη
κεφαλή της Εκκλησίας μου. Και η Εκκλησία μου αυτή θα αντικαταστήσει
για πάντα τον ναό σας, που θα καταστραφεί)»[Ιω.2,19], ούτε
τότε αντιλήφθηκαν οι μαθητές τη σημασία των λόγων Του αυτών.
Άλλος,
επίσης, Ευαγγελιστής λέγει ότι ήταν κρυμμένο σε αυτούς το βαθύτερο
νόημα των λόγων Του και δεν γνώριζαν ότι πρέπει Αυτός να αναστηθεί εκ νεκρών[βλ.
Μάρκ.9,9-10: «καταβαινόντων δὲ αὐτῶν ἀπὸ τοῦ ὄρους
διεστείλατο αὐτοῖς ἵνα
μηδενὶ διηγήσωνται ἃ εἶδον,
εἰ μὴ ὅταν
ὁ υἱὸς τοῦ
ἀνθρώπου ἐκ νεκρῶν ἀναστῇ. καὶ τὸν
λόγον ἐκράτησαν, πρὸς ἑαυτοὺς συζητοῦντες τί ἐστι
τὸ ἐκ νεκρῶν
ἀναστῆναι(:και ενώ
κατέβαιναν από το βουνό, τους πρόσταξε ο Ιησούς να μη διηγηθούν σε κανέναν αυτά
που είδαν, παρά μόνο τότε, όταν ο υιός του ανθρώπου, ο Μεσσίας, αναστηθεί εκ
νεκρών· διότι τότε δεν θα υπάρχει κίνδυνος άκαιρων ενθουσιασμών του πλήθους,
αλλά και το γεγονός της Μεταμορφώσεως θα γίνει περισσότερο κατανοητό και
πιστευτό. Και πράγματι κράτησαν μυστικό τον λόγο για τη Μεταμόρφωση. Συζητούσαν
όμως μεταξύ τους τι σημασία έχει το να αναστηθεί από τους νεκρούς ο Χριστός,
αφού Αυτός ως Μεσσίας ήταν ανώτερος από ανθρώπους που δεν γνώρισαν θάνατο, όπως
ο Ενώχ και ο Ηλίας, και συνεπώς ούτε Αυτός θα έπρεπε να πεθάνει)» και
Ματθ.17,22-23: «Ἀναστρεφομένων δὲ αὐτῶν εἰς τὴν
Γαλιλαίαν εἶπεν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· μέλλει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδίδοσθαι εἰς χεῖρας ἀνθρώπων
καὶ ἀποκτενοῦσιν αὐτόν, καὶ τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἐγερθήσεται. καὶ ἐλυπήθησαν
σφόδρα(:και ενώ αυτοί περιόδευαν
στη Γαλιλαία, τους είπε ο Ιησούς: Ο υιός του ανθρώπου πρόκειται να παραδοθεί
πολύ σύντομα σε χέρια ανθρώπων, και θα Τον θανατώσουν, και την τρίτη ημέρα από
τον θάνατό Του θα αναστηθεί. Και οι μαθητές λυπήθηκαν πάρα πολύ)»]. Όμως αυτό εύλογα κρυπτόταν· και άλλος Ευαγγελιστής λέγει ότι
καθένας από τους λόγους Του που άκουγαν για την επικείμενη σύλληψη και θανάτωσή
Του, τους γέμιζε με θλίψη και κατήφεια[βλ. παραπάνω,Ματθ.17,22], λόγω
του ότι δεν κατανοούσαν τη σημασία του λόγου περί της Αναστάσεως που θα
ακολουθούσε τα πάθη. Ωστόσο αυτό δίκαια κρυπτόταν, επειδή
ήταν ανώτερο από τις πνευματικές ικανότητές τους και δεν μπορούσαν
ακόμη να εννοούν τα λεγόμενα· όμως το σχετικό με την όνο, για ποιο λόγο δεν
αποκαλύφθηκε σε αυτούς; Διότι και αυτό ήταν σπουδαίο.
Βλέπε φιλοσοφικότητα Ευαγγελιστού,
πώς δεν εντρέπεται να αναφέρει την προηγούμενη άγνοιά τους. Ότι
βεβαίως έχει γραφτεί η προφητεία, το γνώριζαν, ότι έχει γραφτεί όμως σχετικά με
Αυτόν, δεν το γνώριζαν· διότι θα μπορούσε βέβαια να τους σκανδαλίσει το
ότι βέβαια ενώ ήταν βασιλιάς, επρόκειτο να υποστεί τέτοια πάθη και με αυτόν τον
τρόπο να παραδοθεί. Εξάλλου, δε θα μπορούσαν αμέσως να αντιληφθούν το
νόημα της βασιλείας για την οποία ομιλούσε· διότι και άλλος Ευαγγελιστής λέγει
ότι νόμιζαν πως ο λόγος ήταν για την επίγεια βασιλεία[Ματθ.17,25].
«Ἐμαρτύρει
οὖν ὁ ὄχλος ὁ ὢν μετ᾿ αὐτοῦ ὅτε τὸν Λάζαρον ἐφώνησεν ἐκ τοῦ μνημείου καὶ ἤγειρεν αὐτὸν ἐκ νεκρῶν(:όλοι
λοιπόν εκείνοι που ήταν μαζί με τον Ιησού όταν αυτός είχε φωνάξει απ’ τον τάφο
τον Λάζαρο και τον είχε αναστήσει από τους νεκρούς και τώρα ήταν στην υποδοχή
αυτή, διηγούνταν και διαβεβαίωναν το θαύμα του Λαζάρου σε όσους δεν το είχαν δει)»[Ιω.12,17]. «Διότι δεν θα μετέβαλαν», λέγει, «τόσοι
πολλοί τη γνώμη τους, εάν δεν πίστευαν στο θαύμα».
«Οἱ οὖν Φαρισαῖοι εἶπον πρὸς ἑαυτούς·
θεωρεῖτε ὅτι οὐκ ὠφελεῖτε οὐδέν; ἴδε ὁ κόσμος ὀπίσω αὐτοῦ ἀπῆλθεν(:μετά
λοιπόν από τον ενθουσιασμό αυτό του λαού είπαν οι Φαρισαίοι μεταξύ τους:
‘’Βλέπετε ότι δεν κερδίζετε τίποτε με το να περιμένετε και να αναβάλλετε τη
σύλληψή του; Να τώρα, όλος ο λαός εγκατέλειψε εμάς και ακολούθησε
αυτόν’’)»[Ιω.12,19]. Έχω την
εντύπωση ότι αυτά είναι λόγια εκείνων που σκέπτονταν υγιώς μεν, δεν τολμούσαν
όμως να τα εκφράσουν με θάρρος, και που αντιλαμβάνονταν από το όλο αποτέλεσμα
ότι αυτοί επιχειρούν ακατόρθωτα πράγματα.
Και «κόσμο» ονομάζει εδώ
πάλι το πλήθος· διότι γνωρίζει η Γραφή να ονομάζει «κόσμο» και
την κτίση και αυτούς που ζουν με κακία. Και το μεν πρώτο εννοεί, όταν
λέγει: «ἀναβλέψατε εἰς ὕψος τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν καὶ ἴδετε, τίς κατέδειξε ταῦτα πάντα;
ὁ ἐκφέρων κατ᾿ ἀριθμὸν τὸν κόσμον αὐτοῦ πάντας ἐπ᾿ ὀνόματι καλέσει(:σηκώστε
υψηλά τα μάτια σας στον ουρανό και δείτε ποιος δημιούργησε και κατέστησε
περίλαμπρα όλα αυτά; Ο Θεός είναι Εκείνος, ο οποίος διατάσσει και βγάζει σαν
μετρημένη και τακτοποιημένη στρατιά, τον κόσμο των αστέρων. Όλα τα
αστέρια ονομαστικώς θα τα καλέσει)»[Ησ.40,26], ενώ τη δεύτερη σημασία έχει όταν λέγει: «οὐ δύναται ὁ κόσμος
μισεῖν ὑμᾶς· ἐμὲ δὲ μισεῖ, ὅτι ἐγὼ μαρτυρῶ περὶ αὐτοῦ ὅτι τὰ ἔργα αὐτοῦ πονηρά ἐστιν (:δεν
υπάρχει λόγος να μισεί εσάς ο κόσμος, και γι’ αυτό κανείς δεν σας εμποδίζει να
πάτε όποτε θέλετε στα Ιεροσόλυμα. Εμένα όμως ο κόσμος με μισεί, διότι εγώ
αποκαλύπτω και καταγγέλλω ότι τα έργα του είναι πονηρά και τον ελέγχω γι’ αυτά.
Όταν λοιπόν πάω στα Ιεροσόλυμα, θα με σκοτώσουν)»[Ιω.7,7]. Και πρέπει
ακριβώς αυτά να γνωρίζουμε, ώστε να μην παρέχουμε λαβή στους αιρετικούς,
παρεκκλίνοντας από την κανονική σημασία των λέξεων κατά τη χρήση τους.
«Ἦσαν δέ
τινες Ἕλληνες ἐκ τῶν ἀναβαινόντων ἵνα προσκυνήσωσιν ἐν τῇ ἑορτῇ(:ανάμεσα
σε εκείνους που συνήθως ανέβαιναν στα Ιεροσόλυμα για να προσκυνήσουν κατά την
εορτή του Πάσχα ήταν τότε και μερικοί Έλληνες προσήλυτοι)»[Ματθ.12,20].
Παρευρίσκονταν στην εορτή οι Έλληνες
αυτοί διότι σχεδόν πλησίαζαν να γίνουν προσήλυτοι. Όταν λοιπόν διαδόθηκε η φήμη
ότι ήλθε ο Ιησούς, λένε: «Θέλουμε να δούμε τον Ιησού». Ο Φίλιππος λοιπόν
έρχεται πρώτος τον Ανδρέα, επειδή προηγείτο στο δρόμο από αυτόν και του το
ανακοινώνει. Αλλά ούτε αυτός παίρνει από μόνος του πρωτοβουλία· διότι είχε
ακούσει τον λόγο του Ιησού που έλεγε: «εἰς ὁδὸν ἐθνῶν μὴ ἀπέλθητε(:μην πάτε σε δρόμο που θα σας οδηγήσει σε χώρα που κατοικούν
ειδωλολάτρες, και μην μπείτε σε πόλη που ανήκει σε Σαμαρείτες)»[Ματθ.10,5] · για τον
λόγο αυτό αφού το συζήτησε με τον μαθητή, το αναφέρει στον Διδάσκαλο· διότι και
οι δύο ανέφεραν το αίτημα αυτό των Ελλήνων σε Αυτόν.
Και Εκείνος τι λέγει; «Ἐλήλυθεν ἡ ὥρα ἵνα δοξασθῇ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου.ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐὰν μὴ ὁ κόκκος
τοῦ σίτου πεσὼν εἰς τὴν γῆν ἀποθάνῃ, αὐτὸς μόνος μένει· ἐὰν δὲ ἀποθάνῃ, πολὺν καρπὸν
φέρει (:ήλθε η ώρα που
όρισε ο Θεός, σύμφωνα με το προκαθορισμένο σχέδιό Του, για να δοξαστεί ο Υιός
του ανθρώπου με τον θάνατό Του και την Ανάληψή Του, οπότε και θα αναγνωριστεί
ως Μεσσίας και από τους εθνικούς)»[Ιω.12,23]. Τι σημαίνει «ἐλήλυθεν ἡ ὥρα»; Έλεγε «εἰς ὁδὸν ἐθνῶν μὴ ἀπέλθητε (:μη μεταβείτε προς τους εθνικούς)»,
αφαιρώντας από τους Ιουδαίους κάθε πρόφαση αγνωμοσύνης και
τους συγκρατούσε.
Επειδή λοιπόν οι μεν
Ιουδαίοι επέμεναν στην απείθεια, ενώ οι εθνικοί ήθελαν να προσέλθουν,
«καιρός είναι πλέον», λέγει, «να προχωρήσω προς το Πάθος, εφόσον όλα
έχουν εκπληρωθεί». «Διότι εάν επρόκειτο στους πρώτους μεν να αφιερώνουμε
το ενδιαφέρον και την φροντίδα μας, ενώ είναι ανυπάκουοι και απείθαρχοι, και
την ίδια στιγμή να μη δεχόμαστε τους δεύτερους, ενώ εκείνοι εκφράζουν
την επιθυμία να προσέλθουν, οι ενέργειες αυτές δεν θα ήταν αντάξιες της
δικής μας κηδεμονίας». Επειδή λοιπόν επρόκειτο να αφήσει τους μαθητές Του
να μεταβούν πλέον στα έθνη μετά τη σταύρωσή Του και βλέπει τους εθνικούς να
προσέρχονται πριν οι μαθητές μεταβούν προς αυτούς, λέγει: «Καιρός είναι να
βαδίσω προς τον σταυρό»· δεν τους άφησε δηλαδή προηγουμένως, για να
αποτελεί αυτό μαρτυρία για αυτούς, διότι μέχρι τότε που Τον απομάκρυναν με τα
έργα τους, μέχρι τότε που Τον σταύρωσαν, δεν είπε «πορευθέντες
μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη(:λοιπόν
πηγαίνετε και κάνετε μαθητές σας όλα τα έθνη)»[Ματθ.28,19] αλλά «εἰς ὁδὸν ἐθνῶν μὴ ἀπέλθητε(:σε δρόμο, που οδηγεί προς τα ειδωλολατρικά έθνη, μην
πορευτείτε)»[Ματθ.10,5] και «οὐκ ἀπεστάλην
εἰ μὴ εἰς τὰ πρόβατα τὰ ἀπολωλότα οἴκου Ἰσραήλ(:δεν με
απέστειλε ο Πατέρας μου παρά για τα χαμένα πρόβατα του ισραηλιτικού γένους)»[Ματθ. 15,24] και «οὐκ ἔστι καλὸν λαβεῖν τὸν ἄρτον τῶν τέκνων
καὶ βαλεῖν τοῖς κυναρίοις(:δεν
είναι σωστό να πάρει κανείς το ψωμί των παιδιών και να το ρίξει στα σκυλάκια)»[Ματθ.15,26].
Επειδή ωστόσο Τον μίσησαν και τόσο
πολύ Τον μίσησαν, ώστε να Τον θανατώσουν, ήταν περιττό να φροντίζει για
εκείνους εφόσον εκείνοι Τον αποστράφηκαν με τα έργα τους· εφόσον
Τον αρνήθηκαν, λέγοντας: «Οὐκ ἔχομεν
βασιλέα εἰ μὴ Καίσαρα(:δεν
έχουμε άλλον βασιλιά παρά μόνο τον Καίσαρα)»[Ιω.19,15].Δηλαδή τότε πλέον τους άφησε, όταν αυτοί Τον
άφησαν. Για τον λόγο αυτό λέγει: «Ποσάκις ἠθέλησα ἐπισυναγαγεῖν τὰ τέκνα
σου ὃν τρόπον ἐπισυνάγει ὄρνις τὰ νοσσία ἑαυτῆς ὑπὸ τὰς πτέρυγας, καὶ οὐκ ἠθελήσατε(:πόσες φορές θέλησα να μαζέψω τα παιδιά σου με μια στοργή σαν
εκείνη που έχει η όρνιθα όταν περιμαζεύει τα πουλιά της κάτω από τα φτερά της˙
και δεν θελήσατε)»[Ματθ.23,37].
Τι σημαίνει: «ἐὰν μὴ ὁ κόκκος
τοῦ σίτου πεσὼν εἰς τὴν γῆν ἀποθάνῃ(:εάν το μικρό σπυρί του σιταριού δεν πέσει στη γη και δεν
σαπίσει μέσα στο χώμα;)»[Ιω.12,24]. Σημαίνει
τη σταύρωσή Του. Για να μη θορυβούνται δηλαδή σκεπτόμενοι ότι τότε θανατώθηκε,
όταν προσήλθαν οι Έλληνες λέγει: «Αυτό λοιπόν προπάντων θα τους κάνει να
προσέλθουν και θα αυξήσει το κήρυγμά μου».
Έπειτα, επειδή με τα λόγια δεν τους
έπειθε τόσο, διδάσκει αυτό με παράλληλο παράδειγμα από την πείρα όσων
συμβαίνουν στη φύση, λέγοντας: «Διότι το ίδιο γίνεται και με το
σιτάρι, τότε φέρει περισσότερο καρπό, όταν αποθάνει, και
εάν αυτό συμβαίνει στα σπέρματα, πολύ περισσότερο θα συμβεί σε Εμένα». Αλλά
οι μαθητές δεν αντιλήφτηκαν το νόημα όσων τους είπε. Για τον
λόγο αυτό συνεχώς το αναφέρει ο Ευαγγελιστής, απολογούμενος για τη φυγή τους
στη συνέχεια. Αυτόν τον λόγο ανέφερε και ο Παύλος, μιλώντας για την
ανάσταση[Α’Κορ.15,35-36: «Ἀλλ᾿ ἐρεῖ τις· πῶς ἐγείρονται
οἱ νεκροί; ποίῳ δὲ σώματι ἔρχονται; ἄφρον, σὺ ὃ
σπείρεις, οὐ ζωοποιεῖται ἐὰν μὴ ἀποθάνῃ·(:αλλά ίσως θα πει κανείς: ‘’πώς ανασταίνονται οι νεκροί και
με ποιο σώμα έρχονται, με αυτό το σώμα που αποσυντέθηκε και διαλύθηκε;’’. Ανόητε
και απερίσκεπτε, γιατί αμφιβάλλεις; Εκείνο το οποίο εσύ σπείρεις, δεν
ζωογονείται και δεν καρποφορεί, εάν δεν αποθάνει και δεν αποσυντεθεί θαπτόμενο
στη γη)»].
Ποια λοιπόν απολογία θα έχουν αυτοί που δεν
πιστεύουν στην ανάσταση, τη στιγμή που διαπιστώνουμε να γίνεται αυτό το πράγμα
καθημερινώς στα σπέρματα και στα φυτά και στη δική μας τη γέννηση; Διότι
πρώτα πρέπει να καταστραφεί το σπέρμα, και τότε να γεννηθεί το νέο. Και
γενικά, όταν ο Θεός κάνει κάτι, δε χρειάζονται οι συλλογισμοί· διότι
πώς μας δημιούργησε εμάς από το μηδέν; Αυτά τα λέγω για τους
χριστιανούς, που λένε ότι πιστεύουν στις Γραφές. Εγώ επίσης θα πω και κάτι
άλλο, που αποτελεί ανθρώπινο συλλογισμό. Από τους ανθρώπους άλλοι μεν ζουν
διαπράττοντας την κακία και άλλοι ασκώντας την αρετή, αλλά από αυτούς που
διαπράττουν την κακία πολλοί έφθασαν σε βαθύ γήρας ευημερώντας, ενώ από αυτούς
που ζουν την ενάρετη ζωή πολλοί φθάνουν σε βαθύ γήρας αφού υπέμεναν τα
αντίθετα. Πότε λοιπόν ο καθένας θα λάβει αυτό που του αξίζει; Σε ποιον καιρό;
«Ναι», θα μπορούσε να
απαντήσει κάποιος, «αλλά δεν υπάρχει ανάσταση σωμάτων». Δεν ακούνε τον
Παύλο που λέγει: «Δεῖ γὰρ τὸ φθαρτὸν τοῦτο ἐνδύσασθαι
ἀφθαρσίαν(:διότι
πρέπει αυτό το φθαρτό σώμα να ενδυθεί αφθαρσία)»[Α΄Κορ. 15,53]. Δεν
το λέει για την ψυχή(διότι δεν φθείρεται η ψυχή)· και ανάσταση λέγεται γι' αυτό
που έχει πέσει· και έπεσε το σώμα. Γιατί λοιπόν δε θέλεις να υπάρχει ανάσταση σώματος;
Ποιο πράγμα δεν είναι δυνατό στον Θεό; Το να το λέει αυτό κανείς είναι δείγμα
της πιο μεγάλης ανοησίας. Αλλά δεν πρέπει; Γιατί δεν πρέπει το φθαρτό σώμα, που
έλαβε μέρος στους πόνους και τον θάνατο, να λάβει μέρος και στους στεφάνους;
Διότι, εάν δεν έπρεπε, δεν θα δημιουργούνταν από την αρχή, και ο ίδιος
ο Κύριος δε θα λάμβανε σάρκα.
Το ότι λοιπόν έλαβε σάρκα και
την ανέστησε, για να βεβαιωθείς, άκουσε τι λέγει: «ἴδετε τὰς χεῖράς μου
καὶ τοὺς πόδας μου, ὅτι αὐτὸς ἐγώ εἰμι·
ψηλαφήσατέ με καὶ ἴδετε, ὅτι πνεῦμα σάρκα καὶ ὀστέα οὐκ ἔχει καθὼς ἐμὲ θεωρεῖτε ἔχοντα(:δείτε
τα χέρια μου και τα πόδια μου ότι έχουν τα σημάδια των καρφιών, και βεβαιωθείτε
ότι είμαι εγώ ο ίδιος ο Διδάσκαλός σας που σταυρώθηκε. Ψηλαφήστε με με τα χέρια
σας και βεβαιωθείτε ότι δεν είμαι άσαρκο πνεύμα. Διότι η ψυχή και το φάντασμα
ενός νεκρού δεν έχει σώμα και οστά, όπως βλέπετε και πείθεσθε ότι έχω εγώ)»[Λουκ.24,39] και «εἶτα λέγει
τῷ Θωμᾷ· φέρε τὸν δάκτυλόν σου ὧδε καὶ ἴδε τὰς χεῖράς μου,
καὶ φέρε τὴν χεῖρά σου καὶ βάλε εἰς τὴν πλευράν μου, καὶ μὴ γίνου ἄπιστος, ἀλλὰ πιστός(:έπειτα λέγει στον Θωμά · Φέρε το δάχτυλό σου εδώ. Ψηλάφισε και
εξέτασε τα σημάδια των πληγών μου, και δες συγχρόνως με τα μάτια σου τα χέρια
μου. Φέρε το χέρι σου κάτω από τα ενδύματά μου και βάλ’ το στην πλευρά μου που
χτυπήθηκε από τη λόγχη. Και μην αφήνεις τον εαυτό σου να κυριευθεί από την
απιστία, ώστε να γίνεις μόνιμα και ανεπανόρθωτα άπιστος, αλλά για να προοδεύεις
και να στηρίζεσαι στην πίστη, ώστε να γίνεις αμετακίνητος και αδιάσειστος σε
αυτή)»[Ιω.20,27].Γιατί λοιπόν ανέστησε τον Λάζαρο, εάν ήταν
προτιμότερο να αναστηθεί χωρίς το σώμα του; Γιατί το επιτελεί αυτό σε θέση
θαύματος και ευεργεσίας; Και γενικά γιατί έδωσε τροφές;
Μη, λοιπόν, αδελφοί μου, μην απατάσθε
από τους αιρετικούς· καθόσον και ανάσταση υπάρχει και κρίση υπάρχει.
Αυτά επίσης τα αρνούνται όσοι δεν θέλουν να λογοδοτήσουν για τις
πράξεις τους· διότι και πρέπει η ανάσταση να είναι τέτοια, όπως υπήρξε η
ανάσταση του Χριστού· διότι Εκείνος υπήρξε η αρχή της αναστάσεως των νεκρών, ο
πρώτος που αναστήθηκε από τους νεκρούς(πρβ. Προς Κολοσσαείς 1,18: «ὅς ἐστιν ἀρχή, πρωτότοκος ἐκ τῶν νεκρῶν(:και Αυτός από τον οποίο τα πάντα συγκρατούνται είναι η κεφαλή
του σώματος, δηλαδή της Εκκλησίας. Αυτός είναι η αρχή της Εκκλησίας και ο
ιδρυτής της, ο πρώτος που αναστήθηκε από τους νεκρούς, για να γίνει Αυτός και
ως προς την ανθρώπινη φύση Του πρώτος σε όλα˙ πρώτος δηλαδή και στην Εκκλησία
και στην ανάσταση)».
Εάν λοιπόν ανάσταση είναι αυτό,
καθαρισμός δηλαδή της ψυχής, και απαλλαγή από τις αμαρτίες, και ο Χριστός δεν
αμάρτησε, πώς ανέστη; Πώς εμείς απαλλαχτήκαμε από την κατάρα, εάν βέβαια και ο
Ίδιος αμάρτησε; Πώς επίσης λέγει: «ἔρχεται γὰρ ὁ τοῦ κόσμου ἄρχων, καὶ ἐν ἐμοὶ οὐκ ἔχει οὐδέν(:δεν θα πω πλέον πολλά μαζί σας. Δεν μένει άλλωστε
καιρός για να σας πω περισσότερα· διότι έρχεται ο σατανάς, που εξουσιάζει
τον κόσμο που βρίσκεται μακριά από τον Θεό˙ και έρχεται για να
πραγματοποιήσει την τελευταία και βιαιότερη επίθεσή του εναντίον μου.
Αλλά δεν θα βρει σε μένα τίποτε το δικό του, το οποίο θα του δίνει
κάποια εξουσία ή κάποιο δικαίωμα επάνω μου)»[Ιω. 14,30];Διότι
αυτά είναι λόγια κάποιου που καθιστά φανερό ότι δεν έχει διαπράξει καμία
αμαρτία.
Λοιπόν,
σύμφωνα με τους αιρετικούς, ή δεν ανέστη ή εάν ανέστη, αμάρτησε προ της
αναστάσεως. Αλλά όμως και ανέστη και δεν αμάρτησε. Ανέστη λοιπόν
κατά το σώμα και αυτά τα πονηρά διδάγματα δεν είναι τίποτε άλλο, παρά προϊόντα
κενοδοξίας. Ας αποφεύγουμε λοιπόν αυτό το νόσημα· διότι λέγει: «φθείρουσιν
ἤθη χρηστὰ ὁμιλίαι κακαί(:μη
λησμονείτε ότι οι κακές συναναστροφές διαφθείρουν τα καλά ήθη)»[Α΄Κορ.15,34].Δεν είναι αυτά διδάγματα των
Αποστόλων· αυτές τις καινοτομίες τις δίδαξαν ο Μαρκίων και ο Ουαλεντίνος.
Ας τα αποφεύγουμε λοιπόν , αγαπητοί·
διότι δεν ωφελεί σε τίποτε ο καθαρός βίος, εάν τα διδάγματα είναι
διεφθαρμένα· όπως ακριβώς βέβαια ούτε και το αντίθετο, δεν
ωφελούν τα υγιή δόγματα, εάν ο βίος είναι διεφθαρμένος. Αυτά τα γέννησαν οι
Έλληνες, αυτά οι αιρετικοί τα διόγκωσαν, αφού τα πήραν από τους εθνικούς
φιλοσόφους, διδάσκοντας ότι η ύλη είναι αγέννητη και πολλά παρόμοια. Όπως
ακριβώς λοιπόν δίδαξαν, ότι δεν μπορεί να υπάρξει δημιουργός, αφού δεν
ενυπάρχει ύλη αγέννητη, έτσι αρνήθηκαν και την ανάσταση. Αλλά ας μην τα
προσέχουμε αυτά τα διδάγματα, γνωρίζοντας ότι η δύναμη του Θεού είναι
πανίσχυρη· ας μην τα προσέχουμε. Προς εσάς τα λέγω αυτά· διότι εμείς δεν θα
παρατήσουμε τη μάχη προς αυτούς.
Αλλά ο άοπλος και γυμνός, και αν ακόμη
πέσει σε ασθενείς αντιπάλους, εύκολα θα κατανικηθεί και αν ακόμη είναι
ισχυρότερος. Διότι, εάν προσέχατε τις Γραφές και ασκούσατε καθημερινά τους
εαυτούς σας, δε θα σας συμβούλευα να αποφεύγετε τη μάχη προς εκείνους, αλλά θα
σας συμβούλευα και να συμπλέκεστε· καθόσον η αλήθεια είναι ισχυρή. Επειδή
όμως δεν μπορείτε να τις χρησιμοποιείτε, φοβούμαι τη συμπλοκή, μήπως σας
συλλάβουν άοπλους και σας κατανικήσουν· διότι τίποτε δεν υπάρχει ασθενέστερο
από τη βοήθεια του Πνεύματος. Επίσης, εάν χρησιμοποιούν τη μη χριστιανική
σοφία, δεν πρέπει να τους θαυμάζουμε αλλά να τους καταγελούμε, διότι
χρησιμοποιούν τους μωρούς διδασκάλους· διότι εκείνοι δεν μπόρεσαν
να βρουν τίποτε το αληθινό ούτε περί του Θεού ούτε περί των δημιουργημάτων,
αλλά, αυτά που η δική μας χήρα τα γνωρίζει πάρα πολύ καλά, αυτά ούτε ακόμη και
ο Πυθαγόρας δεν τα γνώρισε· αλλά έλεγαν ότι η ψυχή γίνεται θάμνος και
ιχθύς και σκύλος…!
Αυτούς, λοιπόν, πες μου, πρέπει να προσέχουμε; Και πώς θα
μπορούσε αυτό να δικαιολογηθεί; Εκείνοι έχουν μακριά κόμη, τρέφουν ωραίες μπούκλες
και φορούν τετριμμένα ιμάτια. Μέχρι αυτό το σημείο φθάνει η φιλοσοφία
τους. Εάν όμως δεις τον εσωτερικό κόσμο τους, είναι στάχτη και σκόνη
και τίποτε το υγιές, αλλά «τάφος ἀνεῳγμένος ὁ λάρυγξ αὐτῶν , ταῖς
γλώσσαις αὐτῶν ἐδολιοῦσαν(:ο
λάρυγγάς τους, σαν τάφος ανοιχτός που αναδίδει μολυσματική δυσοσμία, βγάζει
μόνο λόγια βλάσφημα και βρωμερές αισχρότητες. Με τις συκοφαντικές γλώσσες τους
υφαίνουν δολιότητες και φαρμακερές επινοήσεις)»[Ψαλμ. 5,10]. Όλα τα
διδάγματά τους είναι γεμάτα από ακαθαρσία και σαπίλα και σκουλήκια.
Ο
πρώτος λοιπόν από αυτούς[:ο Θαλής ο Μιλήσιος] είπε ότι το νερό
είναι θεός, ο επόμενος[:ο Ηράκλειτος] ότι η φωτιά είναι θεός, άλλος έλεγε[:ο
Αναξιμένης] ότι ο αέρας είναι Θεός και όλη την αρχή του παντός στα σώματα τα
υλικά την ανήγαγαν. Αυτούς λοιπόν, πες μου, πρέπει να θαυμάζουμε, που δεν
συνέλαβαν στον νου τους ούτε και την ασώματη έννοια του Θεού, αν και βέβαια
αργότερα συνέλαβαν αυτήν την έννοια, όταν συνανεστράφησαν τους δικούς μας στην
Αίγυπτο; Αλλά για να μη σας θορυβήσουμε πάρα πολύ, ας σταματήσουμε εδώ
τον λόγο. Διότι εάν αρχίσουμε να αναφέρουμε τα διδάγματα εκείνων και τι
είπαν περί Θεού, τι δε περί ύλης, τι περί ψυχής και τι περί σωμάτων θα
ακολουθήσει πολύ γέλιο. Και δε θα χρειασθούν ούτε την δική μας κατηγορία,
διότι οι ίδιοι αντιτάχτηκαν ο ένας εναντίον του άλλου. Εκείνος
λοιπόν που έγραψε εναντίον μας τον λόγο περί της ύλης, τον εαυτό του έπληξε και
αφάνισε.
Για αυτόν ακριβώς τον λόγο, για να μη
σας απασχολήσουμε άδικα και σας απλώσουμε λαβύρινθο λόγων, αφήνοντας αυτά,
εκείνο θα πούμε, προσέχετε την ανάγνωση των θείων Γραφών και μη λογομαχείτε
για τίποτε το μη αναγκαίο, πράγμα που και ο Παύλος συμβουλεύει στον Τιμόθεο
[Β΄Τιμ. 2,14: «Ταῦτα ὑπομίμνησκε,
διαμαρτυρόμενος ἐνώπιον τοῦ Κυρίου μὴ λογομαχεῖν εἰς οὐδὲν χρήσιμον, ἐπὶ καταστροφῇ τῶν ἀκουόντων(:αυτά
υπενθύμιζε, μαρτυρώντας επίσημα μπροστά στον Θεό να μη λογομαχούν, γιατί δεν
είναι σε τίποτα χρήσιμο, αλλά επιφέρει καταστροφή σε αυτούς που ακούν)»], αν και ήταν πλήρης από πολλή σοφία και είχε τη δύναμη να
επιτελεί θαύματα. Ας υπακούουμε λοιπόν σε Εκείνον και αφού αφήσουμε τις
φλυαρίες, ας επιδοθούμε σε έργα, εννοώ τη φιλαδελφία και τη φιλοξενία και ας
δείξουμε μεγάλη φροντίδα για την ελεημοσύνη, για να επιτύχουμε τα υποσχεθέντα
αγαθά με την χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον Οποίο
ανήκει η δόξα στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
· https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-joannem.pdf
· Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον, ομιλίες ΞΕ΄ και ΞΣΤ΄(επιλεγμένα αποσπάσματα που αφορούν την ερμηνεία της
συγκεκριμένης ευαγγελικής περικοπής), πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο
Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 2011, τόμος 14, σελίδες
257- 287.
· Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα,
τόμος 74, σελ. 223-225 και σελ.230-243.
· Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
· Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
· Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα,
εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
· Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016
· http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
· http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
· http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm