«Tην ασέβειαν αυτών στενάξω, ή την αμαθίαν βδελύξομαι;

(Μ. Βασίλειος – Εις το «Εν αρχή ην ο Λόγος» – Ε.Π.Ε. 7, 48)

                                

ΝΙΚΟΣ Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ, ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΣ

Έπρεπε, έξι χρόνια τώρα μετά την ψευδοσύνοδο της Κρήτης, το εκκλησιαστικό πλήρωμα (Κλήρος, Λαός και Μοναχισμός) να έχει δείξει (ως ευσέβεια) την ολική πνευματική αντίθεσή του προς την «σύνοδο» και να έχει εφαρμόσει (ως γνώση πνευματική) στην πράξη την διδασκαλία της Γραφής και των Πατέρων έναντι της αιρέσεως του οικουμενισμού.
Η πικρή αλήθεια είναι, ότι η ευσέβεια και η Πατερική πρακτική (Αποτειχίσεις, διακοπή μνημοσύνου των αιρετικών Επισκόπων) παραγκωνίσθηκαν, προδόθηκαν, απαξιώθηκαν ή και αλλοιώθηκαν από μεγάλο τμήμα του πληρώματος.
Ο έλεγχος – πικρία του Μ. Βασιλείου, ισχύει και για τους σημερινούς Ορθοδόξους (;) :
«Την ασέβειαν αυτών στενάξω, ή την αμαθίαν βδελύξομαι;».
Μετάφραση: «Να στενάξω για την ασέβειά τους ή να σιχαθώ την αγραμματοσύνη τους;».

Το ελεγκτικό δίλλημα, πικρό παράπονο του Ιερού Πατρός, ευρίσκεται στην αντιαιρετική ομιλία του «Εις το “Εν αρχή ην ο λόγος”», όπου δίνει απαντήσεις σ’ ένα άθροισμα παρερμηνειών του εδαφίου με ρίζες (των παρερμηνειών) την ασέβεια και την αβαθή γνώση (άγνοια) των αιρετικών, ως απουσία του φωτός της θείας γνώσεως.
Ο Μ. Βασίλειος διδάσκει την θεολογική έννοια της ασέβειας στην ερμηνεία του Α΄ Ψαλμού (ΕΠΕ 5, 26):
«Επειδή δε ασέβεια κυρίως λέγεται η εις Θεόν αμαρτία, μη γένοιτο δέξασθαι ημάς εξ απιστίας ποτέ αμφιβολίαν περί Θεού. Τούτο γαρ εστί το πορευθήναι εν βουλή ασεβών, εάν είπης εν τη καρδία σου, άρα εστι Θεός κυβερνών τα σύμπαντα; άρα εστι Θεός εν ουρανώ, οικονομών τα καθ’ έκαστον; άρα κρίσις;… Εάν ταύτα διανοηθής, επορεύθης εν βουλή ασεβών… Μακάριος δε κακείνος, “ος εν οδώ αμαρτωλών ουκ έστη”».
Μετάφρασις: «Επειδή δε ασέβεια λέγεται κυρίως η αμαρτία που προσβάλλει τον Θεόν, μη γένοιτο ποτέ να δεχθούμεν από απιστίαν αμφιβολίαν περί Θεού. Αυτό σημαίνει το να βαδίσης «εν βουλή ασεβών», εάν είπης μέσα σου, άραγε υπάρχει Θεός που κυβερνά τα σύμπαντα; άραγε υπάρχει Θεός εις τον ουρανόν, που προνοεί δια τον καθένα; άραγε υπάρχει κρίσις… Εάν τα σκεφθής αυτά, επορεύθης «εν βουλή ασεβών»… Μακάριος ακόμη είναι και εκείνος ο οποίος “εν οδώ αμαρτωλών ουκ εστη”».
Είναι σαφές ότι η κατεύθυνση της ελεγκτικής κριτικής, που διατυπώνει ο Ιερός Πατήρ, στρέφεται τόσο κατά της ασεβείας όσο και κατά του εργαλειακού χειρισμού της πλάνης ή καλύτερα κατά της θεολογικής – εκκλησιολογικής «αμάθειας».
«Την ασέβειαν αυτών στενάξω, ή την αμαθίαν βδελύξομαι;», είναι το κατηγοριακό πλαίσιο του ελέγχου.
Σήμερα, εξ αιτίας της ασέβειας και της αμάθειας, πολλές λέξεις έχουν χάσει το νόημά τους.
Ο καθηγητής φιλολογίας – γλωσσολογίας κ. Φοίβος Παναγιωτίδης, γράφει: «Όταν λοιπόν αισθάνεστε πως οι λέξεις έχουν χάσει το νόημά τους, αυτό ίσως να οφείλεται στο ότι κάποιοι τις καταχρώνται, είτε για να κάνουν φιγούρα είτε γιατί δεν θέλουν να σκεφτούν είτε για να σας εξαπατήσουν …» (Βιβλίο «Μίλα μου για γλώσσα» – Σελ. 147).
Η αναφορά μου στις λέξεις δεν έχει κίνητρο ακαδημαϊκό.
Επισημαίνω τον κίνδυνο εκ της αλλαγής σημασιών που επιχειρεί ο οικουμενισμός στη Θεολογική – Δογματική γλώσσα, για να διακόψει την Πατερική γλωσσική – θεολογική συνέχεια μέσα στην Εκκλησία.
Οι οικουμενιστές (παράδειγμα) με τον όρο «Εκκλησία», δεν αποδίδουν το αυθεντικό θεολογικό αντίστοιχο που γνωρίζουμε (χρόνια τώρα) στην Ορθοδοξία.
Αναμφίβολα είναι ασέβεια η «τεχνική» των οικουμενιστών, δηλ. να υπάρχει με τους αιρετικούς διαφωνία στα δόγματα αλλά συμφωνία στις λέξεις.
Τρανό (κλασσικό) παράδειγμα η εγκύκλιος των Μητροπόλεων περί «Μεικτών γάμων» ως εφαρμογή των αποφάσεων του Κολυμβαρίου Κρήτης, όπου οι αιρέσεις αναγνωρίζονται ως «Εκκλησίες» με μυστήρια, δηλ. με Πανάγιο Πνεύμα!
Στην Εγκύκλιο αυτή οι αντιχαλκηδόνιοι – μονοφυσίτες αναγνωρίζονται ως εκκλησία. Παρ’ όλα αυτά οι σημερινοί επίσκοποι εορτάζουν και τους 630 Αγίους Πατέρες, τους εν Χαλκηδόνι της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου, οι οποίοι καταδίκασαν τους μονοφυσίτες (αιρετικούς)!
Αυτές οι αντιθετικές εκκλησιολογικές πραγματικότητες δικαιώνουν το Μ. Βασίλειο, ο οποίος χαρακτηρίζει (διαχρονικά) τις δραματικές αυτές εξαθλιώσεις του πληρώματος ως συμπτώματα ασεβείας και αμάθειας, προσπαθώντας μια θετική πνευματικά αναδιάταξη του Εκκλησιαστικού περιβάλλοντος – χώρου.
Σήμερα, βλέπουμε σε ποιο βαθμό η ασέβεια και η αμάθεια διαστρεβλώνουν τις ιστορικές – θεολογικές εμπειρίες της Ορθοδοξίας. Ακόμη ένα παράδειγμα δια γραφίδας του μακαριστού Νικολάου Ι. Σωτηρόπουλου:
«Πολλοί επιπόλαιοι Χριστιανοί, ακόμη δε και μορφωμένοι επιστήμονες, νομίζουν οι ταλαίπωροι, ότι η Ιεραρχία είναι η Εκκλησία!
Δεσποτοκράτες Επίσκοποι έφθασαν μέχρι το σημείο να λένε, ότι η Θεία Λειτουργία τελείται στο όνομα του Επισκόπου!
Θεός ή μάλλον Υπέρθεος ο Επίσκοπος! Δεσποτοκράτης Επίσκοπος, δεσποτοκρατικώτατος, έγραψε σε βιβλίο του, ότι ο Επίσκοπος είναι κριτήριο της αληθείας και ο αρχηγός της σωτηρίας!».
Πράγματι αυτή η υπερεξύψωση του Επισκοπικού αξιώματος είναι αποτέλεσμα ασεβείας και αμαθείας (ίσως και ημιμάθειας).

«Την ασέβειαν αυτών στενάξω, ή την αμαθίαν βδελύξομαι;» (Μ. Βασίλειος).