Ὑπάρχει καὶ μία ἄλλη φοβερὴ καὶ τρομερὴ πληγὴ στὴν Ἐκκλησία, γιὰ τὴν ὁποία κανεὶς σχεδὸν δὲν μιλάει: Ἡ Σιμωνία!

Ἀπὸ τὸν βίο  ἑνὸς ἀγνώστου στὸ ποίμνιο Πατριάρχη: ὁ ἀγώνας του γιὰ τὴν προφύλαξη τοῦ ποιμνίου ἀπὸ τοὺς κάθε εἴδους προβατόσχημους λύκους - Ἐγκύκλιος κατὰ τῶν Σιμωνιακών!

Ἔχουμε παρουσιάσει κι ἄλλη φορὰ κείμενα ἐναντίον τῆς Σιμωνίας (ἐδῶ). Θὰ ἐπιμείνουμε στὸ θέμα αὐτό, διότι ἀποτελεῖ μία μεγάλη πληγὴ ποὺ τρώγει τὶς σάρκες τῆς Ἐκκλησίας, ἐμποδίζει τὴν κάθαρση στοὺς χώρους Της καὶ προπάντων προωθεῖ τὴν αἵρεση ἔναντι πληρωμῆς. Δυστυχῶς ὅμως σχεδὸν κανεὶς δὲν ἀγγίζει αὐτὸ τὸ θέμα ποὺ σήμερα ἀνθεῖ καὶ βασιλεύει καὶ σχεδὸν κανεὶς δὲν ἐκφράζει τὴν ἀνάγκη καταστολῆς του. Παρουσιάζουμε ἕνα ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸν βίο ἑνὸς αγνώστου Ἁγίου, τοῦ ἁγ. Γενναδίου, πατριάρχου Κων/πόλεως (ἐδῶ), συγχρόνου τῶν μεγάλων ἀσκητῶν Δανιὴλ τοῦ Στυλίτη καὶ τοῦ Ἀνδρέα τοῦ διὰ Χριστὸν Σαλοῦ. Ὁ βίος καὶ οἱ ἀγῶνες του νὰ προστατεύσει τὸ ποίμνιο του ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς καὶ τοὺς Σιμωνιακοὺς ἀποτελεῖ κόλαφο γιὰ τοὺς σημερινοὺς ποιμένες.


... Στὴν ἅγια μορφὴ τοῦ ἱεροῦ Γενναδίου ὁ πιστὸς λαὸς τῆς Βασιλεύουσας βρῆκε τὸν ἄξιο καὶ στοργικὸ ποιμένα του. Γιὰ δέκα τρία χρόνια καὶ δυὸ μῆνες (458 – 471) ὁ συνετὸς καὶ φλογερὸς Ἱεράρχης ἀνέλαβε καὶ διεξήγαγε ἕνα σταθερὸ καὶ ἀσταμάτητο ἀγώνα γιὰ τὴν πνευματικὴ ἄνοδο τοῦ ποιμνίου του, τὴν φύλαξή του ἀπὸ τὶς αἱρέσεις καὶ τὴν προσήλωσή του στὴν ὀρθὴ πίστη τῶν Πατέρων... Γνώριζε ὁ ἄγρυπνος καὶ πολύπειρος ἱεράρχης, πὼς ὁ χρόνος ποὺ πέρασε εἶχε σκορπίσει πολλὰ ξένα σώματα στὸ καθαρὸ καὶ ἄδολο χρυσάφι τῆς διδασκαλίας τοῦ Χριστοῦ. Οἱ αἱρετικοὶ μὲ πεῖσμα καὶ φανατισμό, μὰ καὶ ἔντεχνα εἶχαν κατορθώσει ἀπὸ καιρὸ νὰ σπείρουν τὰ ζιζάνια τῆς πλάνης τους στὸν ἀγρὸ τῆς «μίας, ἁγίας, καθολικῆς καὶ ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας»... Ὡς δόκιμος καὶ καλὸς γεωργὸς φρόντιζε νὰ περιποιεῖται καὶ νὰ κρατᾶ τὸ «γεώργιόν» του μακριὰ ἀπὸ τὶς ἐπιβουλὲς τῶν κακῶν γεωργῶν, ποὺ σὰν λύκοι μὲ ἔνδυμα προβάτου ἐρχόντουσαν νὰ σκορπίσουν τὰ ζιζάνια τῶν αἱρέσεών τους στὸν ὀρθόδοξο χριστιανικὸ ἀγρό.

     Τέτοιοι κακοὶ γεωργοὶ τὴν ἐποχὴ αὐτὴ ὑπῆρξαν μαζὶ μὲ ἄλλους οἱ ὀπαδοὶ τῆς παλαιᾶς αἱρέσεως τοῦ μονοφυσιτισμοῦ καὶ οἱ σιμωνιακοί. Ἡ λέξη προῆλθε ἀπὸ κάποιο Σίμωνα μάγο. Αὐτός, ὅπως μᾶς ἀναφέρουν αἱ Πράξεις (η’ 14 – 24), σὰν εἶδε ἐκεῖ στὴν Σαμάρεια ὅπου ζοῦσε τοὺς Ἀποστόλους Πέτρο καὶ Ἰωάννη νὰ μεταδίδουν μὲ τὴν ἐπίθεση τῶν χειρῶν τους ἐπάνω στοὺς νεοβαπτισθέντας χριστιανοὺς τὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πλησίασε καὶ πρόσφερε χρήματα πολλὰ στοὺς Ἀποστόλους, γιὰ νὰ δώσουν καὶ σ’ αὐτὸν τοῦτο τὸ χάρισμα. Στὴν πρότασή του, ὁ Ἀπόστολος Πέτρος ἀπήντησε μὲ καυστικὴ δριμύτητα καὶ τὸν ἔδιωξε. Ἀπὸ τότε ὅσοι ζητοῦν μὲ χρήματα ν’ ἀγοράσουν τὴν δωρεὰ τοῦ Θεοῦ, καλοῦνται «σιμωνιακοί» καὶ ἡ πράξη τους «σιμωνία». Οἱ πρῶτοι μὲ τρόπο ὕπουλο ἀγωνίζονταν νὰ νοθεύσουν τὸ ὀρθὸ δόγμα. Οἱ δεύτεροι, γιὰ νὰ ἱκανοποιήσουν τὸ ἀχόρταγο πάθος τῆς φιλαργυρίας τους, πωλοῦσαν καὶ ἀγόραζαν τὸ ἀτίμητο ἀξίωμα τῆς ἱεροσύνης μὲ χρήματα... Γιὰ τοὺς δεύτερους κυκλοφόρησε τὴν γνωστὴ θεόσοφο Συνοδικὴ ἐγκύκλιο ἐπιστολή του μὲ τὴν ὁποία καταδικάζει τὴν πράξη καὶ ἀπαγορεύει στοὺς ἐπισκόπους νὰ χειροτονοῦν κατόπιν πληρωμὴς ἀναξίους ἐργάτες γιὰ τὸν ἀγρὸ τοῦ Κυρίου.

     Ἡ ἐπιστολὴ αὐτὴ εἶναι στ’ ἀλήθεια ὑπέροχη, μὰ καὶ πολὺ αὐστηρή. Σ’ αὐτὴν μεταξὺ ἄλλων ἀναφέρονται καὶ τοῦτα. «Ἡμεῖς ἐν τούτῃ τῇ νέᾳ Ρώμῃ καὶ βασιλίδι μετὰ τῆς ἐνδημούσης ἡμῖν ἁγίας συνόδου ὁρίζομεν..., ὥστε δίχα πάσης ἐπινοίας καὶ προφάσεως καὶ σοφίσματος τὴν ἀσεβῆ ταύτην νόσον καὶ βδελυρὰν (ἐννοεῖ τὴν σιμωνία), παντελῶς ἐκκοπῆναι τῶν ἁγιωτάτων ἐκκλησιῶν τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἀκαπηλεύτου καὶ καθαρὸς τῆς τοῦ χειροτονοῦντος χειρὸς γινομένης, ἄνωθεν καὶ ἡ καθαρά του Ἁγίου Πνεύματος Χάρις ἐπιφοιτώσα ἐκπληροὶ τὸν χειροτονούμενον, καὶ μὴ συστέλλεσθαι μᾶλλον ὡς ἤδη διὰ χρημάτων τῆς χειρὸς μολυνθείσης δεῖ γὰρ τοὺς χειροτονοῦντας ὑπηρέτας εἶναι τοῦ Πνεύματος καὶ μὴ πράτας τοῦ Πνεύματος καὶ χάριν εἶναι τὴν χάριν καὶ μηδαμῶς μεσιτεύειν ἀργύριον. Διὸ ἔστω τοὶ νῦν καὶ ἔστω ἀποκήρυκτος (ἀφορισμένος) καὶ πάσης ἱερατικῆς ἀξίας ἀλλότριος καὶ τὴν κατάρα τοῦ ἀναθέματος ὑποκείμενος ὁ τεκτώμενος καὶ ὁ διδοὺς αὐτὴν (τὴν ἱερατικὴ ἐξουσία) διὰ χρημάτων»... Λόγια φοβερά. Ἀλλὰ καὶ λόγια ἀξιοπρόσεκτα. Ὑπηρέτες τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι οἱ ἐπίσκοποι ποὺ τελοῦν τὶς χειροτονίες. Ὑπηρέτες καὶ ὄχι ἔμποροι...

    Μεγάλη ὑπόθεση τὸ μυστήριό της ἱεροσύνης. Πολὺ μεγάλη. Ὅπως λέγει καὶ κάποιος σύγχρονος θεολόγος, ξεχωριστὸς δάσκαλος τοῦ θείου λόγου καὶ δόκιμος χειριστὴς τοῦ καλάμου. «Ἡ ἱεροσύνη δὲν εἶναι ἀξίωμα, ποὺ προμηθεύει ματαίαν δόξαν δὲν εἶναι θέσις ποὺ ἐξασφαλίζει προσόδους δὲν εἶναι ἐπάγγελμα βιοτικόν, ἀλλὰ κλῆσις τοῦ Χριστοῦ εἰς τὴν ὁποίαν καλεῖ τοὺς ἀγαπώντας Αὐτόν. Εἶναι παρακαταθήκη ἱερά, τὴν ὁποίαν ἐμπιστεύεται εἰς ἐκείνους, ποὺ ἀναλαμβάνουν τὸ βαρὺ καὶ κοπιῶδες αὐτὸ ἔργον εἰς ἔνδειξιν τῆς πρὸς Αὐτὸν ἀγάπης». Καὶ οἱ ἐκκλησιαστικοὶ ἄρχοντες, ὅπως λέγει ὁ ἴδιος, «εἶναι οἱ δοῦλοι οἱ διωρισμένοι ἀπὸ τὸν Χριστόν, καὶ καθιερωμένοι, διὰ νὰ κυβερνοῦν τὴν Ἐκκλησία. Νὰ τὴν κυβερνοῦν ὄχι ὡς ἀπόλυτοι δεσπόται, ἀλλὰ ὡς οἰκονόμοι, ὡς ὑπερούσιοι καὶ ἐξηρτημένοι ἐκ τοῦ Χριστοῦ ὄχι ὡς κύριοι, ἀλλὰ ὡς ὁδηγοὶ ὄχι διὰ νὰ χαράξουν νέους δρόμους εἴτε εἰς τὴν διδασκαλίαν, εἴτε εἰς τὴν διαγωγὴν καὶ ζωὴν τῶν πιστῶν, ἀλλὰ διὰ νὰ τοὺς καθοδηγήσουν εἰς τὸν ἕνα καὶ μοναδικὸν δρόμον ποὺ ἐχάραξεν ὁ Χριστός». Τὸν δρόμο ποὺ θὰ τοὺς ἐξασφαλίσει τὴν σωτηρία.