Πάμπολλες εἶναι οἱ προτυπώσεις τοῦ τιμίου σταυροῦ στὶς σελίδες τῆς ἁγίας Γραφῆς… Ἀναφέρουμε μερικοὺς ἀπό τούς τύπους τοῦ σταυροῦ…
* Τύπος τοῦ σταυροῦ ἦταν ἡ κιβωτὸς τοῦ Νῶε, διότι ἦταν ἀπὸ ξύλο, ὅπως ὁ σταυρός, κι ἔγινε μέσο τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπινου γένους (Γεν. 6-8).
*Τύπος τοῦ σταυροῦ διέγραψε ἡ διάσωση τοῦ Μωυσῆ ἀπὸ τὴν ἐντολὴ τοῦ παιδοκτόνου τυράννου (Ἐξ 2, 1-10).
*Τύπος τοῦ σταυροῦ ὑποδήλωσε καὶ ὁ Ἰησοῦς τοῦ Ναυῆ, ὅταν ὕψωσε τὰ χέρια στὸν οὐρανὸ καὶ ζήτησε ἀπὸ τὸν Θεὸ τὴν παράταση τῆς ἡμέρας, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ καθηλώσει τὸν ἥλιο καὶ τὴ σελήνη στὶς θέσεις τους (Ἰη 10, 12-13). Τότε παρατάθηκε τὸ φῶς καὶ ἐξολοθρεύθηκαν οἱ ἐχθροὶ τοῦ Θεοῦ˙ κατὰ τὴ σταύρωση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ σκοτίσθηκε τὸ φῶς, γιὰ νὰ ἐξουδετερωθοῦν οἱ νοητοὶ ἐχθροὶ τοῦ Θεοῦ μὲ τὴν κατάβαση τοῦ Κυρίου στὸν ἅδη.
*Τύπος τοῦ σταυροῦ ἦταν τὰ δύο ξύλα πού ἀναζητοῦσε ἡ πτωχὴ χήρα ἀπὸ τὰ Σαρεπτὰ τῆς Σιδωνίας, ἡ ὁποία κατὰ τὸν καιρὸ τῆς πείνας φιλοξένησε στὸ σπίτι της τὸν προφήτη Ἠλία (Γ΄ Βας. 17, 12-15).
*Τύπος τοῦ σταυροῦ ἦταν ὁ Ἠλίας μὲ τὸ πύρινο ἅρμα, ὅταν ἀνέβαινε στὸν οὐρανὸ (Δ’ Βας. 2, 11).
*Καὶ ὁ προφήτης Ἰωνᾶς, ὅταν μέσα στὸ κῆτος ἀνέπεμπε ἱκεσία πρὸς τὸν Θεό, τὸ σταυρὸ προδιέγραψε (Ἰωνᾶ 2). Δὲν λέγει βέβαια ἡ Γραφή, ἂν ὕψωσε τὰ χέρια του, ἀλλά ἔτσι τὸν φαντάζεται ἡ ἐκκλησιαστικὴ παράδοση. Αὐτὸ ψάλλει καὶ ὁ μελωδὸς Κοσμᾶς:
«Νοτίου θηρὸς ἐν σπλάγχνοις παλάμας Ἱωνᾶς σταυροειδῶς διεκπετάσας τὸ σωτήριον πάθος προδιετύπου σαφῶς»1.
*Σταυρὸς σχηματιζόταν καὶ ὅταν, καθὼς λέγει ἡ παράδοση, οἱ δήμιοι πριόνιζαν τὸν προφήτη Ἠσαΐα.
*Σταυρὸ σχημάτιζαν οἱ φλόγες μὲ τοὺς τρεῖς παῖδες στὴν κάμινο (Δαν. 3).
Τέτοιους τύπους προσπεράσαμε πολλούς, ὄχι μόνο διότι σὲ μία μελέτη δύσκολα κατορθώνει κανεὶς νὰ τοὺς συμπεριλάβει ὅλους, ἀλλά καὶ διότι ὅσο μελετᾶ, τόσο περισσότερους ἀνακαλύπτει. Ὁ ἀριθμός τους δὲν εἶναι ὁρισμένος, ὅπως δὲν εἶναι ὁρισμένος καὶ ὁ ἀριθμὸς τῶν σημείων πού ἀναφέρονται στὴν ἁγία Γραφή. Διότι, ἂν κανεὶς ἐπιχειρήσει νὰ τὰ μετρήσει ἀρχίζοντας ἀπὸ τὶς θεραπεῖες καὶ τὶς ἀναστάσεις, θὰ φθάσει νὰ μετρήσει καὶ τὰ «τάδε λέγει Κύριος…», καὶ τὰ «ἦσαν προσκαρτεροῦντες τὴ διδαχή… καὶ τῇ κλάσει τοῦ ἄρτου» (Πράξ 2, 42), διότι καὶ κάθε ἀποκάλυψη Θείων λόγων εἶναι σημεῖο καὶ κάθε τέλεση τοῦ μυστηρίου τῆς θείας Εὐχαριστίας εἶναι σημεῖο.
Στὸν πνευματικό μας περίπατο μέσα στὴν Παλαιὰ Διαθήκη εἴδαμε τὸ σταυρὸ τοῦ Κυρίου νὰ ἐμφανίζεται μυστηριωδῶς καὶ κατὰ ποικίλους τρόπους στοὺς ἄνδρες καὶ στὸ λαό, πού ἐπὶ χιλιάδες χρόνια ἦταν οἱ φορεῖς τῶν ὑποσχέσεων τοῦ Θεοῦ. Τὸν εἴδαμε νὰ ἐμφανίζεται
*στὸν Ἀδὰμ ὡς «ξύλον τῆς ζωῆς» (Γεν. 2, 9˙ 3, 22-24) καὶ ὡς πρωτευαγγέλιο (3, 15),
*στὸν Ἀβραὰμ ὡς φυτὸ σαβὲκ (Γεν. 22,13),
*στὸν Ἰακὼβ ὡς ράβδος (Γεν. 47, 31) καὶ σχῆμα εὐλογίας (48,13-20),
*στὸν Μωυσῆ στὴν Ἐρυθρὰ θάλασσα καὶ στὴν ἔρημο ὡς ράβδος (Ἐξ. 14, 16), ὡς ξύλο πού γλυκαίνει τὰ νερὰ (Ἐξ 15, 22-27), ὡς ξύλο πού ἀνοίγει πηγὴ νεροῦ στὸ βράχο (Ἐξ. 17, 1-7· Ἀριθμ. 20, 11), ὡς ξύλο ὅπου ὑψώνεται ὁ χάλκινος ὄφις (Ἀριθμ. 21, 8-9), ὡς σχῆμα προσευχῆς (Ἐξ. 17, 8-16),
*στὸν Ἀαρών ὡς ράβδος πού βλάστησε (Ἀριθμ 17, 16-27),
*στὸ λαὸ ὡς παράταξη (Ἀριθμ 2-3),
*στὸν Δαβὶδ ὡς βακτηρία καὶ ράβδος σιδηρᾶ (Ψαλμ. 2, 9- 22, 4· 44, 7· 73, 2˙ 109, 2), ὡς ἄφεση (Ψαλμ. 102, 11-12), ὡς ὑποπόδιο (Ψαλμ. 98, 5˙ 131, 7), ὡς σημεῖο (Ψαλμ. 59, 5-6˙85, 17),
*στοὺς προφῆτες ὡς «ἀξίνη» (Δ’ Βας. 6, 1-7), ὡς θανατηφόρο βότανο (Ἱερ. 11, 19), ὡς γράμμα ταῦ (Τ) (Ἰεζ. 9, 4).
Πάντοτε ἐμφανιζόταν σὲ περιστάσεις δύσκολες, σὲ καιροὺς θλίψεως ἔκτακτης ἡ συνηθισμένης. Πάντοτε ἔδινε πνοὴ ἐλπίδος, τῆς ὁποίας ἡ δύναμη καὶ τὸ μέγεθος δὲν ἐξηγοῦνται, ἂν ἐκληφθοῦν ὡς προερχόμενα μόνον ἀπὸ τὰ ὁρατὰ γεγονότα.
Ἡ θλίψη, ὁ κίνδυνος, ἡ ταλαιπωρία μπῆκαν στὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου μετὰ τὴ διατάραξη τῶν σχέσεών του μὲ τὸν Θεό. Ὁ τύπος τοῦ σταυροῦ, πού σώζει ἀπὸ τὴ δύσκολη θέση τοὺς ἀφοσιωμένους δούλους τοῦ Θεοῦ, δὲν ἦταν ἁπλῶς μία σωτήρια ἐπέμβασή του, ἀλλά μία ἐπέμβασή του πού ἐκφράζει πνεῦμα συμφιλίωσης. Ἦταν ἐπανάληψη τῆς ὑποσχέσεως τοῦ Θεοῦ, ὅτι ἔρχεται ἡ ἡμέρα τῆς ἀποκαταστάσεως τῶν σχέσεών μας˙ φθάνει ὁ καιρὸς τῆς καταλλαγῆς τοῦ παραστρατημένου ἀνθρώπου μὲ τὸν οὐράνιο Πατέρα. Ἡ καταλλαγὴ ἔμελλε νὰ γίνει μὲ τὸ σταυρό, καὶ τὰ προοίμια τῆς καταλλαγῆς βεβαιώνονταν ἀπό τούς τύπους του. «Ὁ τοῦ Χριστοῦ σταυρός», λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, «προανεκηρύττετο καὶ προετυποῦτο μυστικῶς ἐκ γενεῶν ἀρχαίων, καὶ οὐδεὶς ποτε κατηλλάγη τῷ Θεῷ χωρὶς τῆς τοῦ σταυροῦ δυνάμεως»2. Ἡ δωρεά, πού δόθηκε ὁριστικὰ μὲ τὸ σταυρό, δινόταν ἐν μέρει ὡς πρόγευση καὶ ὡς ἐγγύηση τῆς μεγάλης ἐπαγγελίας.
Βέβαια, στὴν Παλαιὰ Διαθήκη δὲν προτυπώνεται, μόνον ὁ σταυρός. Ὅλα τὰ πρόσωπα, τὰ γεγονότα καὶ οἱ καταστάσεις τῆς Καινῆς Διαθήκης ἔχουν στὴν Παλαιὰ Διαθήκη τὸν τύπο τους˙ κυρίως ὅμως ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς καὶ ἔπειτα ἡ ἁγία του Ἐκκλησία, ὁ ζωηφόρος σταυρός, ἡ κυρία Θεοτόκος Μαρία, ὁ Τίμιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος, οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι, τὰ ἱερὰ μυστήρια…
Οἱ τύποι κυριαρχοῦν στὴν Παλαιὰ Διαθήκη. Ὁ σκοπὸς τους προφανής. Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη ὁλόκληρη εἶναι μία προειδοποίηση καὶ ὑπόσχεση ὅτι ἔρχεται, ἔρχεται ὁ Λυτρωτὴς τῆς πεσμένης ἀνθρωπότητος. Ἡ ἀγγελία αὐτὴ δίνεται, ὅπως εἴδαμε, γιὰ πρώτη φορὰ κατὰ τὴ θλιβερὴ ὥρα τῆς πτώσεως τῶν προπατόρων μας. Στὴ συνέχεια ἐπαναλαμβάνεται μέχρι τὴ γέννηση τοῦ Σωτήρα, καὶ δίδεται εἴτε μὲ μυστικοὺς τύπους εἴτε μὲ ἐκτενέστερες προφητεῖες.
Κατὰ τὰ πανάρχαια χρόνια τῶν γεναρχῶν τῆς ἀνθρωπότητος καὶ τῶν πατριαρχῶν τοῦ Ἰσραὴλ δὶνεται ἡ ἀγγελία τῆς ἐλεύσεως τοῦ Σωτήρα περισσότερο μὲ τύπους καὶ λιγότερο μὲ λόγια. Ὅσο οἱ καιροὶ περνοῦν καὶ πλησιάζει τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου, πληθύνονται οἱ προφητεῖες καὶ ὑποχωροῦν οἱ τύποι. Αὐξάνεται ἡ ἐναγώνια προσμονὴ τοῦ Μεσσία, ὡριμάζει ὁ πόθος τῆς ἀπολυτρώσεως. Κατὰ τὸ μέτρο τῆς προσδοκίας δίνεται ὁ πλοῦτος καὶ ἡ λεπτομέρεια τοῦ μεγάλου ἀγγέλματος. Στὴν προφητικὴ ἐποχὴ οἱ προφητεῖες γίνονται ὁλόκληρα κηρύγματα καὶ περιγραφές, ἐνῶ οἱ τύποι σπανίζουν. Ὁ τύπος, λοιπόν, δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο παρὰ μία σιωπηρὴ καὶ ἀμυδρὴ προφητεία˙ εἶναι τὸ λυκαυγὲς τῆς προφητείας.
Ἀπὸ τὴ σκοπιὰ αὐτὴ πρέπει νὰ βλέπουμε καὶ τοὺς τύπους τοῦ σταυροῦ, πού προανήγγειλαν
*τὸ σχῆμα του,
*τὸ βαθύτερο νόημά του καὶ
*τὸ εἶδος τῆς περιστάσεως, κατὰ τὴν ὁποία ἐπρόκειτο νὰ ἐμφανισθεῖ.
Ὁ ἐσταυρωμένος καὶ ἀναστημένος Κύριός μας νὰ δώσει, ὥστε ὁ σταυρὸς νὰ εἶναι γιὰ μᾶς τὸ κύριο γνώρισμα τῆς ζωῆς μέχρι τὴν ὥρα τοῦ θανάτου μας.