Η συνάντηση Αγίου Μάξιμου του Γραικού με τον τσάρο Ιβάν τον Τρομερό.
Ο μεγάλος Έλληνας φωτιστής των Ρώσων, όσιος Μάξιμος ο Γραικός (1470-1556) [21 Ιαν.] παρέμεινε τα τελευταία πέντε έτη της ζωής του στη Λαύρα της Αγίας Τριάδος, που ίδρυσε ο όσιος Σέργιος του Ραντονέζ (1314-1392) [25 Σεπτ.].
Εκεί τον επισκέφθηκε ο τσάρος Ιβάν ο Τρομερός (1530-1584), καθώς πήγαινε με την τσαρίνα Αναστασία και τον μικρό τσάρεβιτς Δημήτριο, σε προσκύνημα του οσίου Κυρίλλου στο Μπελοζέρσκ.
Ο όσιος Μάξιμος προσπάθησε, χωρίς τελικά να το πετύχει, με πολλή επιμονή και με κίνδυνο της ζωής του, να πείσει τον θρησκόληπτο ηγεμόνα, αντί να κάνει άσκοπα προσκυνήματα, να βοηθήσει τις φτωχές γυναίκες και τα απροστάτευτα ορφανά, θύματα του πολέμου για την απελευθέρωση του Καζάν από τους Τούρκους.
Τον υποδέχτηκε στο κελλί του με τα εξής θωπευτικά λόγια για χάρη της διακρίσεως:
—Ευχαριστώ τον μεγαλοδύναμο Θεό, τσάρε Ιβάν, που μ’ αξίωσε να σε δω με τα ίδια μου μάτια πριν έρθει η ώρα τους να κλείσουν. Ας σε συνοδεύει η θεία προστασία, μεγάλε βασιλιά της Ορθοδοξίας! Κι αν σου είναι αρεστό, έχε και τη δική μου ταπεινή ευλογία.
—Για τούτο με βλέπεις εδώ, γέροντα, απάντησε ο τσάρος. Επειδή θέλω να έχω την ευλογία σου. Κι εγώ και η τσαρίνα κι ο μικρός τσάρεβιτς, που δεν χρόνισε ακόμη.
—Έμαθα, τσάρε μου, πως σκέφτεσαι να κάνεις μεγάλο ταξίδι. Έτσι είναι όπως το λένε;…
—Έτσι! απάντησε ο Ιβάν. Πηγαίνω στο Μπελοζέρσκ να προσκυνήσω τον όσιο Κύριλλο. Τέτοιο είναι το τάμα μου.
—Όταν ήσουν, είπε τότε ο όσιος, βαριά άρρωστος, προσευχήθηκα σε όλους τους αγίους. Προσευχήθηκα ακόμη και στη θαυματουργή εικόνα της Παναγίας της Βατοπεδινής. Αλλά δεν πήγα στο Βατοπέδι! Από ’δω μέσα την παρακάλεσα για σένα, μέσ’ από το κελλί μου. Κι η Παναγία μ’ άκουσε…
Ο τσάρος απόρησε. Δεν ήταν τόσο τα λόγια, όσο η φωνή του οσίου, που δεν του άρεσε. Παρατηρητικός ο Ιβάν, κατάλαβε ότι αυτά που άκουσε, έπρεπε να τα «ξετυλίξει», να τα ψάξει και να βρει γρήγορα την έννοιά τους.
Τον ρώτησε:
—Και δεν είναι καλό που πάω να κάνω το τάμα μου;
—Δεν είναι καλό! του δόθηκε δίχως δισταγμό η απάντηση.
—Μα, πάω να προσκυνήσω τον όσιο Κύριλλο στην ίδια τη μονή του!
—Τσάρε Ιβάν! Όταν έχεις να κάνεις ένα μεγάλο καλό, και δεν το κάνεις, και αντί για το μεγάλο καλό κάνεις άλλο, μικρότερο, τότε λογάριαζε πως δεν κάνεις καλό, παρά κακό!... Λογάριαζε ότι οφείλεις πέντε και δίνεις ένα. Μα, τότε η οφειλή σου μένει.
—Και ποια είναι εκείνα που δεν δίνω; Ποιο είναι το «μεγάλο καλό» που δεν κάνω;
—Οι προσευχές των λόγων είναι πάρα πολλές, μα πάνω απ’ όλες, τσάρε Ιβάν, είναι η προσευχή των έργων. Ο Κύριος είπε: «Μη Μου λέτε “Κύριε! Κύριε!”, αλλά να πράττετε τα όσα σας λέω» (βλ. Ματθ. 7, 21). Κι εσύ τώρα, αντί για έργα, πηγαίνεις να πεις λόγια. Να, το κακό που κάνεις!...
Ο Ιβάν έμεινε σιωπηλός. Δεν σκεφτόταν τίποτε. Ένιωθε μόνο μέσα του μεγάλο θυμό για τα λόγια του οσίου.
—Και τι μου λες να κάνω;
—Πήρες πέρσι το Καζάν από τους απίστους και πολλοί γενναίοι χριστιανοί πολεμιστές έπεσαν μπροστά στα κάστρα… Άφησαν χήρες γυναίκες, παιδιά, ορφανά, μάνες χαροκαμένες κι απροστάτευτες. Ε, αυτούς να σκεφτείς τώρα. Γύρισε πίσω στη Μόσχα και κάθισε να σκεφτείς πώς θα ελαφρύνεις τον πόνο τους.
Βάζοντας ο όσιος την παλάμη στην καρδιά του, πρόσθεσε με ανείπωτη ικεσία ζωγραφισμένη στο πρόσωπό του:
—Κάμε όπως σου λέω, και θα προσεύχομαι για σένα νύχτα και μέρα, μέχρι τον θάνατό μου, ακόμη και μετά τον θάνατό μου. Δείξε στους πάσχοντες την ευσπλαχνία σου. Καλύτερη προσευχή από αυτό δεν υπάρχει!... Και να είσαι βέβαιος, τσάρε μου, ότι ο Κύριος θα την ακούσει μια τέτοια προσευχή, θα δοξάσει το όνομά σου στον αιώνα τον άπαντα!
Γύρισε και του είπε ο Ιβάν ο Τρομερός:
—Γέροντα, μπορεί να γίνει και τούτο που λες εσύ κι εκείνο που λογαριάζω εγώ. Το ένα δεν εμποδίζει τ’ άλλο!
—Εμποδίζει! φώναξε ο όσιος με ιερή έξαψη. Εμποδίζει, τσάρε, πάρα πολύ. Σε ικετεύω, άκουσέ με: Δεν είναι μόνο που θ’ ανακουφίσεις τις χήρες, τους φτωχούς και τους άλλους πονεμένους. Ακόμη πιο σπουδαίο είναι το Παράδειγμα! Όσα σου λέω εγώ τούτη τη στιγμή, δεν τα λέω με τη δική μου φτωχή φώτιση. Άκουσέ με καλά. Κάνε εσύ την αρχή, μάθε τους ανθρώπους, εσύ ο τσάρος, ν’ αφήσουν τα λόγια και να δώσουν αξία στις πράξεις. Τούτο θέλει από εμάς ο Κύριος και τίποτε άλλο. Και να την, τσάρε Ιβάν, η στιγμή! Τώρα που δυνάμωσε το βασίλειό σου κι έγινε ακατανίκητο, τώρα σήμανε η εποχή, επί της δική σου βασιλείας, να γίνει επιτέλους ο χριστιανισμός θρησκεία των έργων.
Ο τσάρος τον διέκοψε απερίσκεπτα:
—Κι αν συνεχίσω το ταξίδι, γέροντα, όπως το ξεκίνησα;
—Αν το συνεχίσεις, θα κάνεις μεγάλο κακό! Και ανάλογος θα είναι και ο πόνος που θα δοκιμάσεις… Αλλά κι εσύ προσωπικά θα πάθεις μεγάλο κακό! Και μάλιστα πολύ σύντομα…
—Για ποιο κακό μού λες; ρώτησε οργισμένος ο τσάρος.
—Εκεί που τώρα πας, θα χάσεις τον τσάρεβιτς! απάντησε ευθαρσώς ο όσιος έχοντας άμεση θεία πληροφορία.
Ο Ιβάν έγινε κατακίτρινος. Φοβήθηκε τούτο τον δυσάρεστο προφητικό λόγο, μα δυνατότερη κι από τον φόβο ένιωθε μέσα του την ακράτητη οργή.
—Τι; Με φοβερίζεις; Πώς τολμάς εσύ, ένας θνητός, να μου λες πράγματα που μόνον ο Θεός τ’ αποφασίζει; Πάρε πίσω τα όσα είπες για τον τσάρεβιτς!
Στα μάτια του ο όσιος του Θεού είδε τον τρόμο για την επαλήθευση της προφητείας. Μέσα στον τρόμο του τσάρου θαμπόφεγγε η μοναδική ελπίδα.
—Βοήθα, Χριστέ μου! έκανε τον σταυρό του.
Και πλησιάζοντας τον Ιβάν, τον κοίταξε βαθιά στα μάτια:
—Τσάρε Ιβάν! του είπε. Αν δεν ακούσεις τα λόγια μου, το παιδί θα το χάσεις!...
Έξαλλος ο Ιβάν, μούγκρισε σαν θηρίο ανήμερο, χτύπησε κάτω στο δάπεδο με φοβερή δύναμη το πόδι του και όρμησε προς την πόρτα.
Το ταξίδι πραγματοποιήθηκε, όπως ήταν αναμενόμενο. Ο ισχυρός τσάρος περιφρόνησε την έκκληση φιλανθρωπίας του Έλληνα οσίου Μαξίμου, η οποία θα ήταν αφορμή για μια γενικότερη αλλαγή νοοτροπίας σε πολλούς θρησκόληπτους. Σύμφωνα όμως με την πρόρρηση, ο τσάρεβιτς Δημήτριος, πρωτότοκος γιος του Ιβάν του Τρομερού, δεν άντεξε στις κακουχίες του προσκυνηματικού ταξιδιού και πέθανε στον δρόμο.
«Χαρίσματα και Χαρισματούχοι», Έκδοση Ιεράς Μονής Παρακλήτου·