Απόστολος Τιμόθεος

Ο Απόστολος Τιμόθεος ήταν μαθητής του Αποστόλου Παύλου. Γεννήθηκε στα Λύστρα της Λυκαονίας από πατέρα Έλληνα και μητέρα Ιουδαία. Ο πατέρας του έφυγε από την πρόσκαιρη αυτήν ζωή πολύ νωρίς και ο άγιος Τιμόθεος μεγάλωσε με την μητέρα του Ευνίκη και την γιαγιά του Λωΐδα, που τον ανέθρεψαν με το ανόθευτο γάλα της πίστης και του έμαθαν από τα παιδικά του χρόνια να προσεύχεται και να μελετά τον λόγο του Θεού. Όταν ο Απόστολος Παύλος πέρασε από τα Λύστρα εκτίμησε τα πνευματικά χαρίσματα του νεαρού Τιμοθέου και στο πρόσωπό του είδε τον άξιο αποστολικό εργάτη. Τον πήρε μαζί του στην δεύτερη αποστολική του περιοδεία του και αργότερα τον τοποθέτησε στην Έφεσο, για να ποιμάνη το ποίμνιο της Τοπικής αυτής Εκκλησίας ως Επίσκοπός της. Ο Απόστολος Παύλος του απέστειλε δύο επιστολές, οι οποίες ευρίσκονται στην Καινή Διαθήκη. Πρόκειται για θαυμάσια συμβουλευτικά κείμενα που πρέπει να μελετούμε όλοι οι πιστοί και κυρίως οι πνευματικοί ποιμένες.

Μετά το μαρτυρικό τέλος του Αποστόλου Παύλου στην Ρώμη, ο Απόστολος Τιμόθεος συνέχισε το ποιμαντικό του έργο στην Έφεσο μέχρι το δικό του μαρτυρικό τέλος. Σύμφωνα με την Παράδοση υπέστη μαρτυρικό θάνατο από τους εξαγριωμένους ειδωλολάτρες, επειδή επέκρινε τα όργιά τους σε μια σειρά γιορτών της Αρτέμιδος της Εφεσίας.

Στις δύο Επιστολές του προς τον άγιο Τιμόθεο ο Απόστολος Παύλος του δίνει διάφορες συμβουλές για την προσωπική του προκοπή, αλλά και για την προκοπή του ποιμνίου του. Του γράφει μεταξύ των άλλων:

– «Εντρεφόμενος τοις λόγοις της πίστεως και της καλής διδασκαλίας η παρηκολούθηκας» (Α Τιμ. δ 6)

Τον προτρέπει να τρέφεται με τους λόγους της πίστεως και της καλής διδασκαλίας που παρακολούθησε, για να είναι σε θέση, στην συνέχεια, να θρέψη ως καλός ποιμένας και το λογικό του ποίμνιο.

Ο λόγος του Θεού είναι πραγματικά πνευματική τροφή που στηρίζει και δυναμώνει και παράλληλα ξεκουράζει και παρηγορεί τον άνθρωπο, αλλά είναι και ζωντανό πνευματικό νερό που δροσίζει και ξεδιψά την ψυχή του. Βέβαια όταν είναι καθαρός και ανόθευτος, γιατί και σήμερα, όπως και στην εποχή του αγίου Τιμοθέου, αλλά και σε κάθε εποχή, υπάρχουν οι αιρετικοί, οι οποίοι νοθεύουν την πίστη και μαζί με την πνευματική τροφή προσφέρουν και πνευματικό δηλητήριο.

Στην σημερινή εποχή της υπερκατανάλωσης οι ανθρώπινες κοινωνίες μαστίζονται κυρίως από την πνευματική πείνα. Παρ’ όλον που κυκλοφορούν σήμερα πολλά πνευματικά βιβλία και ακούονται πολλά κηρύγματα, σε όλη σχεδόν την γη, εν τούτοις εξακολουθεί να υπάρχη πνευματική πείνα, «λιμός του ακούσαι λόγον Κυρίου». Αφ’ ενός μεν γιατί οι άνθρωποι στην πλειοψηφία τους δυστυχώς δεν μελετούν και για το γεγονός αυτό ευθύνονται πολλοί παράγοντες, όπως η τηλεόραση, η χαλάρωση των ηθών, η αδιαφορία για την πνευματική ζωή λόγω της αφθονίας των υλικών αγαθών κ.λ.π., αφ’ ετέρου δε γιατί τις περισσότερες φορές, ακόμη και εκεί που αφθονούν τα βιβλία και τα κηρύγματα, αυτό που προσφέρεται ως λόγος Θεού και ως τροφή πνευματική δεν είναι παρά θεολογία των παθών. Δηλαδή, εμπαθής ανθρώπινος λόγος που δεν έχει την δύναμη να παρηγορήση, να στηρίξη και να αναγεννήση τον άνθρωπο.

Ζούμε σε μια εποχή όπου η εκκοσμίκευση έλαβε επικίνδυνες διαστάσεις και κατατρώει το μεδούλι της Ορθόδοξης θεολογίας και ζωής. Πολλά κηρύγματα είναι, δυστυχώς, άχροα, άοσμα, άγευστα και είναι οτιδήποτε άλλο παρά λόγος Θεού. Επίσης, άλλο πράγμα είναι ο λόγος περί του Θεού και άλλο ο λόγος του Θεού, που είναι καρπός εμπειρίας και θεοπτίας. Και αν ο κήρυκας του Θείου λόγου δεν έχει μεγάλη προσωπική πείρα και εμπειρία, ωστόσο έχει την δυνατότητα να «εκμεταλλεύεται» την πείρα και την εμπειρία των θεοπτών Αγίων και πρέπει να το κάνη και να μη λέγη δικές του σκέψεις και στοχασμούς, επειδή υπάρχει ενδεχόμενο να κάνη σοβαρά λάθη. Και ασφαλώς κανένας δεν έχει το δικαίωμα να παίζη με την σωτηρία την δική του, αλλά και των συνανθρώπων του. «Γι’ αυτό είναι απαραίτητο να τονίζεται και το πως είναι δυνατόν κανείς να πραγματοποιήση τον σκοπό της ζωής του και να επιτύχη την σωτηρία του, ποιό τρόπο και ποιά μεθοδο θα πρέπη να ακολουθήση» (Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ιερόθεος).

– «ου γαρ έδωκεν ημίν ο Θεός πνεύμα δειλίας, αλλά δυνάμεως και αγάπης και σωφρονισμού» (Β Τιμ. α 7)

Προτρέπεται ο Απόστολος Τιμόθεος να αναζωπυρώνη την φλόγα του χαρίσματος του Θεού, που του δόθηκε δια της επιθέσεως των χειρών του Αποστόλου Παύλου, επειδή ο Θεός δεν μας έδωσε πνεύμα δειλίας, αλλά δυνάμεως και αγάπης και σωφρονισμού.

Υπάρχει διάχυτη η εντύπωση σε πολλούς ανθρώπους ότι όλοι εκείνοι που αγωνίζονται να βιώνουν το θέλημα του Θεού στην ζωή τους είναι δειλοί, απόκοσμοι, αποκομμένοι από την κοινωνία, αποτυχημένοι της ζωής και χωρίς την δύναμη να αντιμετωπίσουν την καθημερινότητα και τα προβλήματά της. Αλλά συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο, επειδή χρειάζεται να διαθέτη κανείς μεγάλη ανδρεία, εσωτερική δύναμη και πνευματική λεβεντιά για να μπορέση να απαρνηθή το θέλημά του, να βιώση την υπακοή στο θέλημα του Θεού και να ζη με παρθενία, αγνεία και σωφροσύνη σε δύσκολες και αντίξοες συνθήκες μέσα στον κόσμο ως έγγαμος η ως ασκητής στην έρημο με εκούσιες στερήσεις, με άσκηση και προσευχή, μακριά από αγαπημένα πρόσωπα, «μόνος μόνω Θεώ». «Το να προσεύχεσαι για όλο τον κόσμο είναι σαν να χύνης αίμα» (Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης).

Όσοι έχουν μάθει να τρέφονται με το ανόθευτο γάλα της πίστης από τον ζωντανό μαστό της Εκκλησίας και όχι από κακέκτυπα υποκατάστατά της, αυτοί αποκτούν πνευματικά αντισώματα, πνευματική υγεία, ανδρεία και ευρωστία και αληθινή λεβεντιά.

Πηγή