ΟΥΝΕΣΚΟ: άλλη μία παράμετρος εκκοσμίκευσης του Αγίου Όρους;

Πολύ σωστό το άρθρο. Όμως οι ευθύνες των μοναχών είναι τεράστιες. Ούτε αγωνίστηκαν όπως έπρεπε, ούτε όταν άρχισε ο αγώνας βοήθησαν με την στάση τους. Ένας από αυτούς ήταν και ο ένας από τους συντάκτες του άρθρου, ο π. Επιφάνιος Καψαλιώτης. Αν και πράγματι λόγιος μοναχός με σημαντική γραφίδα θα έπρεπε να ήξερε καλύτερα. Έτσι παρότι παραβρέθηκε στην συγκέντρωση του Ωραιοκάστρου και είδε και την αγωνιστική ετοιμότητα του ποιμνίου και το μήνυμα για ενότητα που αυτό διέδιδε, ο μοναχός Επιφάνιος μιλούσε για ημερολόγια και ότι κάθε αγώνας έχει νόημα μόνο με την αποδοχή του παλαιού ημερολογίου, χαρακτηρίζοντας όσους διαφωνούσαν αιρετικούς και πλανεμένους. Έτσι και στην διάσπαση του αγώνα και στην σύγχυση συνέβαλε και μέχρι σήμερα δεν έχει αναλάβει ούτε το ελάχιστο των ευθυνών του. Ωραία τα άρθρα, αλλά οι πράξεις δείχνουν το πραγματικό φρόνημα.

lina_mendoni_forum 

Με αφορμή τις σχετικά πρόσφατες δηλώσεις της Υπ. Πολιτισμού Λ. Μενδώνη, περί της ανάγκης εκπόνησης διαχειριστικής μελέτης για το Άγιον Όρος, κατ απαίτηση της ΟΥΝΕΣΚΟ (καθώς αυτό αποτελεί Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς), στο παρόν άρθρο γίνεται η προσπάθεια να συσχετισθούν οι “ατζέντες” που κρύβονται στα κείμενα–διακηρύξεις της ΟΥΝΕΣΚΟ, και κατ επέκτασιν του ΟΗΕ, με αυτές των μεγάλων οικονομικών συμφερόντων αλλά και του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ. Στο πλαίσιο αυτό, επιχειρείται η κατανόηση εννοιών, όπως “βιωσιμότητα”, “πράσινη ατζέντα” κτλ, καθώς και η βαθύτερη στόχευσή τους, παρουσιάζοντας τους κινδύνους που ενέχουν για το μέλλον του Αγίου Όρους.

Γ. Παΐσιος Καρεώτης, Μ. Επιφάνιος Καψαλιώτης

ΟΥΝΕΣΚΟ: άλλη μία παράμετρος εκκοσμίκευσης του Αγίου Όρους;

Γέρων Παΐσιος Καρεώτης,   Επιφάνιος Μοναχός Καψαλιώτης

Αδιαμφισβήτητα, το Άγιον Όρος (ΑΟ) αντιμετωπίζει σύνθετες προκλήσεις (πολιτικές επιδιώξεις, με την χρήση της θρησκευτικής διπλωματίας, γεωπολιτικές επιδιώξεις και τέλος οικονομικά συμφέροντα), σε ένα σύνθετο ευμετάβλητο διεθνές τοπίο, η πολυπλοκότητα των οποίων αποτελεί μείζον ζήτημα για τα θεσμικά του όργανα. Το να αφεθούν οι νομικές πολυπλοκότητες, των σύγχρονων “υψηλού ρίσκου” απαιτήσεων, αποκλειστικά σε “ειδικούς”, εγκυμονεί υπαρκτούς κινδύνους για το ΑΟ, καθώς αφ᾽ ενός –εκ των πραγμάτων– αυτοί αδυνατούν να κατανοήσουν σε βάθος την πνευματική διάσταση του ΑΟ, καθώς μόνον δια του βιώματος κατανοείται, αφ᾽ ετέρου, διότι το νομικό πλαίσιο σκέψης τους δύναται να κυριαρχείται από εσφαλμένες αντιλήψεις περί του ειδικού χαρακτήρα του Αγιορειτικού Αυτοδιοικήτου Καθεστώτος εν σχέσει προς το Ελληνικό όσο και το Διεθνές Δίκαιο.

Τις σύνθετες προκλήσεις που αντιμετωπίζει το Άγιον Όρος, στο οποίο αξιωθήκαμε να κατοικούμε χάριτι Θεού, οφείλουμε να τις γνωρίζουμε, και –το κατά δύναμιν– διεξοδικά να τις αναλύουμε, με την συγκέντρωση των απαραίτητων εκείνων στοιχείων, που θα βοηθήσουν την πληρέστερη απεικόνιση του εκάστοτε προβλήματος. Και δεν είναι πάντα θεολογικού χαρακτήρα οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει το ΑΟ, κάτι που μας οδηγεί σε εγχειρήματα πλέον απαιτητικά του συνήθους…

Αφορμή για την παρούσα τοποθέτηση, αποτέλεσε η δήλωση στην οποία προέβη, κατά την διάρκεια των εργασιών του 9ου Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών (Απρίλιος 2024), η Υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη, όπου και ανακοίνωσε την έναρξη της σύνταξης του διαχειριστικού σχεδίου του ΑΟ, το οποίο ζητάει η UNESCO (ΟΥΝΕΣΚΟ) για όλα τα μνημεία που εντάχθηκαν στον κατάλογο της παγκόσμιας κληρονομιάς. Προσέθεσε δε, ότι “μετά την πανδημία με τον προηγούμενο διοικητή Αθανάσιο Μαρτίνο και τον νυν διοικητή Αναστάσιο Μητσιάλη και πάντα με την ευλογία και τη βοήθεια του Γέροντα Ελισσαίου ξεκινάμε σιγά σιγά τη σύνταξη αυτού του διαχειριστικού σχεδίου”.[1] Κατ᾽ αρχάς ξενίζει η αναφορά της Υπουργού, αποκλειστικά και μόνον στον Ηγούμενο της Ι.Μ. Σίμωνος Πέτρας, εκ του οποίου έχει λάβει “την ευλογία του”, και όχι στο μόνο θεσμικά αρμόδιο Αγιορειτικό όργανο, την Ιερά Κοινότητα (ΙΚ) του ΑΟ, που σημειωτέον έχει παραλάβει από μηνός σχετικό έγγραφο εκ της ΟΥΝΕΣΚΟ! Άραγε πλέον για την Κυβέρνηση ο εν λόγω Ηγούμενος έχει αναλάβει να διαχειρίζεται ή και να εκπροσωπεί το ΑΟ; Δίχως να το καταλάβει η Υπουργός, εκθέτει τόσο την ΙΚ, όσο και τον Αγιορείτη Ηγούμενο…

Το Άγιον Όρος ως υποκείμενο διεθνών συμβάσεων

Το ΑΟ έχει χαρακτηριστεί ως Τόπος Παγκόσμιας Κληρονομιάς για τη Φύση και τον Πολιτισμό, σύμφωνα με την αντίστοιχη Σύμβαση της UNESCO (ΟΥΝΕΣΚΟ)[2], με το Ελληνικό Κράτος (ΕΚ) —δίχως να ερωτηθεί το ΑΟ– του 1988, κάτι που συνεπάγεται γι᾽ αυτό κανόνες συμμόρφωσης και υποχρεώσεις, που δεν αντιστοιχούν σε κανόνες και υποχρεώσεις που ορίζει ο Καταστατικός Χάρτης του Αγίου Όρους (ΚΧΑΟ). Περιλαμβάνεται επίσης, εξ ολοκλήρου στο ευρωπαϊκό δίκτυο προστατευόμενων περιοχών Natura 2000 (Οδηγία 92/43/ΕΕΚ).

Μετά από επίσκεψη στο ΑΟ το 2006, η Επιτροπή Παγκόσμιας Κληρονομιάς (ΕΠΚ), το κεντρικό δηλαδή όργανο της Σύμβασης Παγκόσμιας Κληρονομιάς της ΟΥΝΕΣΚΟ, ζήτησε μία μελέτη ολοκληρωμένης διαχείρισης ολόκληρης της χερσονήσου προκειμένου να “διατηρήσει αποτελεσματικά την πνευματική, πολιτιστική και φυσική της κληρονομιά”. Η οδηγία της εν λόγω επιτροπής οδήγησε την Ιερά Κοινότητα (ΙΚ) του ΑΟ να αναθέσει στην ελληνική Μη Κυβερνητική Οργάνωση (ΜΚΟ) MedINA (Μεσογειακό Ινστιτούτο για τη Φύση και τον Άνθρωπο) την εκπόνηση μιας Προκαταρκτικής Έκθεσης (2013) για το Στρατηγικό Πλαίσιο για τη διαφύλαξη και διαχείριση της πολιτιστικής και φυσικής κληρονομιάς του Αγίου Όρους. Η Προκαταρκτική Έκθεση, περιελάμβανε δε τις βασικές αρχές στις οποίες θα βασιζόταν η τελική μελέτη διαχείρισης, την σύνταξη της οποίας φαίνεται ότι επείγονται να δρομολογήσουν, τόσο η παρούσα κυβέρνηση όσο και διεθνείς φορείς.

Κατ᾽ αρχάς, στην Προκαταρκτική Έκθεση συνδέονται άμεσα η ιδιότητα του ΑΟ ως “Τόπου Παγκόσμιας Κληρονομιάς για τη Φύση και τον Πολιτισμό“, με αυτήν της “προστατευόμενης περιοχής” του δικτύου Natura 2000 της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EE). Η σύνδεση των δύο, οφείλει να ερευνηθεί περαιτέρω, καθώς αποκαλύπτεται ότι είναι οργανικής σημασίας, ενώ ταυτόχρονα παρουσιάζει προβλήματα αρχών ως προς το αυτοδιοίκητο καθεστώς του ΑΟ. Ας σημειωθεί πάντως ότι στην έκθεση ρητά αναφέρεται ότι, το Άγιο Όρος εντάχθηκε στο δίκτυο Natura 2000, με την επιφύλαξη πάντοτε του ειδικού καθεστώτος του:

Οι ιδιαιτερότητες (σημ. ημ. το Αυτοδιοίκητο Καθεστώς) αυτές πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη κατά τη σύνταξη της Μελέτης και κατά την αξιολόγηση των προτάσεών της, που θα πρέπει να περιλαμβάνουν και εισηγήσεις για την εξειδίκευση των γενικών περιορισμών τόσο της Σύμβασης Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCΟ όσο και της Οδηγίας 92/43/ΕΕΚ – Natura 2000 στις ειδικές απαιτήσεις μόνιμης διαβίωσης του πληθυσμού της μοναστικής κοινότητας.[3]

Στο σημείο αυτό πρέπει να σταθούμε προσεκτικά. Κατ᾽ αρχάς δεν θα πρέπει να διαφεύγει ότι οι όποιες δράσεις, αποφάσεις ή υποχρεώσεις αναφέρονται στο ΑΟ, υπό εθνικών ή υπερεθνικών οργανισμών (πχ Ελληνικό Κράτος, ΟΥΝΕΣΚΟ, Ευρωπαϊκή Ένωση κλπ), δεν μπορεί παρά να ορίζονται από το αρχαίο προνομιακό Καθεστώς Αυτοδιοίκησής του, όπως εκφράζονται στον ΚΧΑΟ, που τον αναγνωρίζει το Ελληνικό Σύνταγμα διά του άρθρου 105. Η ίδια η ύπαρξη του άρθρου 105, επιβάλλεται στο Ελληνικό Κράτος, λόγω των Διεθνών Συνθηκών που το τελευταίο έχει υπογράψει ή αναγνωρίσει: Βερολίνου (1878), Λονδίνου (1913), Αθηνών (1913), Σεβρών (1920) και της Λωζάννης (1923).

Σημαντική κρίνεται επίσης, πέραν της αναγνώρισης του Αρχαίου Αγιορειτικού Καθεστώτος υπό του Ελληνικού Συντάγματος, και η κοινή δήλωση της 29ης Μαΐου 1979, μεταξύ Ελληνικού Κράτους (ΕΚ) και της (τότε) ΕΟΚ, η οποία ας σημειωθεί, εντάχθηκε στην Τελική Πράξη (Final Act) της Συνθήκης Προσχώρησης της Ελλάδας στην ΕΟΚ και όχι στο επίσημο κείμενο της ίδιας της Συνθήκης Προσχώρησης![4] Η δήλωση έχει ως εξής: “Αναγνωρίζοντας ότι το ειδικό καθεστώς το όποιο έχει παραχωρηθεί στο Άγιο Όρος, όπως τούτο είναι εγγυημένο από το άρθρο 105 του Ελληνικού Συντάγματος, δικαιολογείται αποκλειστικά για λόγους πνευματικούς και θρησκευτικούς, η Κοινότης θα μεριμνήσει ώστε να ληφθούν υπ' όψη οι λόγοι αυτοί κατά την εφαρμογή και την περαιτέρω επεξεργασία των διατάξεων του κοινοτικού δικαίου, ιδίως όσον αφορά τις τελωνειακές και φορολογικές απαλλαγές, καθώς και το δικαίωμα εγκαταστάσεως.”

Η ίδια δήλωση επαναλήφθηκε και προστέθηκε στην Συνθήκη του Amsterdam της 2ας Οκτωβρίου του 1997, με την οποία τροποποιήθηκε η Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση (Maastricht 1992) και οι Συνθήκες περί ιδρύσεως των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Τρίτη δήλωση αποτελεί η Τελική Πράξη της Συμφωνίας Προσχώρησης της Ελλάδας στη Συμφωνία Schengen (1985), κατά την οποία: «Αναγνωρίζοντας ότι το ειδικό καθεστώς του Αγίου Όρους, όπως το εγγυάται το άρθρο 105 του Ελληνικού Συντάγματος και ο Χάρτης του Αγίου Όρους δικαιολογείται αποκλειστικά για πνευματικούς και θρησκευτικούς λόγους, τα συμβαλλόμενα μέρη θα φροντίσουν να λάβουν τούτο υπόψη τους κατά την εφαρμογή και την περαιτέρω επεξεργασία των διατάξεων της συμφωνίας του 1985 και της σύμβασης του 1990».[5]

Άξιον επισήμανσης είναι ότι και στις 3 δηλώσεις από πλευράς Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) δηλώνεται ευθέως ότι θα μεριμνήσει και θα φροντίσει στην διευθέτηση του αγιορειτικού ζητήματος. Μάλιστα στην σημαντικότερη εκ των τριών, την πρώτη, η αναφορά καλύπτει απλώς τις τελωνειακές και φορολογικές απαλλαγές, καθώς και το δικαίωμα εγκαταστάσεως, κάτι που υποδηλώνει ότι τόσο από πλευράς ΕΚ, όσο και ΕΕ, σε αυτά φαίνεται να εξαντλείται η έννοια του αρχαίου καθεστώτος του ΑΟ και των προνομίων που απορρέουν από αυτό!

Τα ανωτέρω θα πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπ᾽ όψιν εκ των Αγιορειτών, όσον αφορά το νομικό πλαίσιο εντός του οποίου εκταμιεύονται οι χρηματοδοτήσεις προς το ΑΟ (πάντοτε δια του ΕΚ, και όχι απ᾽ ευθείας), υπό της ΕΕ, καθώς τούτο αποτελεί τη νέα νομική πραγματικότητα, εντός της οποίας κατανοείται η θέση του ΑΟ. Επιπλέον, ας προστεθεί ότι οι χρηματοδοτήσεις (πχ της ΕΕ, αλλά όχι μόνον αυτής) οφείλονται ακριβώς στην σημασία του ΑΟ ως μέλους των συμβάσεων της ΟΥΝΕΣΚΟ και του ευρωενωσιακού δικτύου Natura 2000.

Όμως δεν είναι μόνον η ασαφής θέση που επιφύλαξαν για το ΑΟ οι συντάκτες των νέων συνθηκών. Επιπλέον, προστίθενται “βιώσιμοι στόχοι” που το ΑΟ οφείλει να επιτύχει, όπως αυτοί καθορίζονται στην Διαχείριση της φυσικής και πολιτιστικής κληρονομιάς του ΑΟ, τους οποίους καταγράφει η προκαταρκτική έκθεση, με κεντρικότερο αυτών την “εφαρμογή των κανόνων αειφορίας”[6], που αποτελεί το θεμελιώδες πλαίσιο της νέας πολιτικής που υιοθέτησε το 2015 ο ΟΗΕ υπό τον τίτλο, “Μεταμορφώνοντας τον κόσμο μας: η ατζέντα 2030 για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη”[7] (Transforming Our World: the 2030 Agenda for Sustainable Development). Η εν λόγω ατζέντα θέτει 17 βιώσιμους αναπτυξιακούς στόχους, και έχει την αμέριστη υποστήριξη και προώθηση από πλευράς του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ[8] (ΠΟΦ), και ακολούθως υιοθέτησε και η ΕΕ, μέσω του Προγράμματός της “Επόμενη Γενιά της ΕΕ” (Next Generation EU, 2020). Σε πλήρη στοίχιση προς τα αντίστοιχα προγράμματα του ΟΗΕ και του ΠΟΦ, έθεσε ως στόχους του προγράμματος την “πράσινη μετάβαση, τον ψηφιακό μετασχηματισμό, την έξυπνη, βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη”. Το πρόγραμμα συνοδεύεται από ένα αρχικό πακέτο στήριξης, της τάξης των 750 δις Ευρώ. Ουσιαστικά, ΟΗΕ, ΠΟΦ και ΕΕ αναφέρονται σε ένα κοινό πρόγραμμα, με κοινούς άξονες, σε απόλυτη ταύτιση όρων και στόχων, που λειτουργούν συμπληρωματικά και όχι ανεξάρτητα ο ένας από τον άλλο. Ας σημειωθεί ότι, το εν λόγω πρόγραμμα λόγω του στρατηγικού χαρακτήρα που έχει για την επίτευξη της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, ενσωματώνεται στα ευρωπαϊκά εθνικά συντάγματα. Στο Ελληνικό Σύνταγμα καταγράφεται στο άρθρο 24 παρ. 1:

Η προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος αποτελεί υποχρέωση του Κράτους και δικαίωμα του καθενός. Για τη διαφύλαξή του το Κράτος έχει υποχρέωση να παίρνει ιδιαίτερα προληπτικά ή κατασταλτικά μέτρα στο πλαίσιο της αρχής της αειφορίας. […] Απαγορεύεται η μεταβολή του προορισμού των δασών και των δασικών εκτάσεων, εκτός αν προέχει για την Εθνική Οικονομία η αγροτική εκμετάλλευση ή άλλη τους χρήση, που την επιβάλλει το δημόσιο συμφέρον.

Ήδη σε αυτό το σημείο οφείλουμε να σταθούμε, θέτοντας το εξής κρίσιμο ερώτημα: οφείλει να υπάρχει σχέση του ησυχαστικού, μη–κοσμικού ΑΟ, με πολιτικο–οικονομικές “ατζέντες”; Ποιόν εξυπηρετούν, και το κυριότερο, εξυπηρετούν άραγε το ΑΟ και την διαχρονική αποστολή του;

Αειφορία–βιωσιμότητα

Η βιώσιμη/αειφόρος ανάπτυξη αποτελεί επομένως κάτι που ενσωματώνει την “πράσινη μετάβαση” (την υιοθέτηση δηλαδή, “οικολογικών” νέων τεχνολογιών, καθώς και των αντιστοίχων οικονομικών δράσεων), και συνδέεται τόσο με αυτήν, όσο και με τον ψηφιακό μετασχηματισμό της οικονομίας. Το λέμε εδώ, διότι τόσο στα κείμενα της Σύμβασης Παγκόσμιας Κληρονομιάς της ΟΥΝΕΣΚΟ όσο και σε αυτά του ευρωενωσιακού δικτύου προστατευόμενων τόπων Natura 2000, γίνεται ρητή αναφορά στην βιωσιμότητα (είναι ο όρος που συνήθως χρησιμοποιείται εναλλακτικά για να περιγράψει συνολικά τις επιμέρους παραμέτρους της βιώσιμης/αειφόρου ανάπτυξης) διαφοροποιώντας την, αλλά συνδέοντάς την με την κλιματική δράση (εναλλακτικός όρος για την “πράσινη μετάβαση”). Βιωσιμότητα δεν σημαίνει συνεπώς μόνον “οικολογική–κλιματική” δράση.

Πιο συγκεκριμένα, η ΕΕ συνδέει –ως μέρος της συμφωνίας του Γκέτεμποργκ (2001) για την αειφόρο ανάπτυξη– το περιβάλλον ως τρίτο πυλώνα ανάπτυξης, με τον αντίστοιχο οικονομικό και κοινωνικό, κάτι που αποτυπώθηκε στο –κατ᾽ ουσίαν– Ευρωσύνταγμα, (Συνθήκη της Λισσαβόνας, 2007), όπου διακηρύσσεται η δέσμευση της ΕΕ για μια «ιδιαίτερα ανταγωνιστική οικονομία της αγοράς», με γνώμονα την «ειρήνη, ασφάλεια, βιωσιμότητα, ανάπτυξη της γης, αλληλεγγύη και σεβασμό μεταξύ των λαών, την εξάλειψη της φτώχειας και την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων».[9] Ουσιαστικά, το Ευρωσύνταγμα μας αποκωδικοποιεί την έννοια της βιωσιμότητας, καθώς οι μεγαλόστομες διακηρύξεις περί “πράσινης μετάβασης” κλπ, ορίζονται στο πλαίσιο του (αποτυχημένου και καταστροφικού για τα ευρωπαϊκά έθνη και Κράτη) οικονομικού μοντέλου του νεοφιλελευθερισμού, και μάλιστα στην επόμενη φάση του, όπου έγκριτοι οικονομολόγοι την ορίζουν ως “τεχνοφεουδαρχία”: μια πλήρως “απελευθερωμένη” οικονομία από κρατικούς περιορισμούς, ιδιωτικοποιόντας έως και τις πλέον θεμελιώδεις κρατικές υπηρεσίες. Αυτό σημαίνει το, “ιδιαίτερα ανταγωνιστική οικονομία της αγοράς”… Τελικά η ωρίμανση των υπαρχόντων ευρωενωσιακών προγραμμάτων, σε συνδιασμό με την οικονομική κρίση που έφερε η περίοδος της λεγόμενης “πανδημίας”, οδήγησε την ΕΕ στην εκπόνηση του πλέον μεγαλόπνοου προγράμματός της, αυτού που φιλοδοξεί να οδηγήσει την ΕΕ στο τέλος της διαδικασίας της Ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης, δηλαδή, την ομοσπονδιοποίηση της ΕΕ. Αναφερόμαστε στο πρόγραμμα “Επόμενη γενιά της ΕΕ” (2020), όπου κλίμα, ψηφιακός μετασχηματισμός και ολοκλήρωση της νεοφιλελεύθερης ατζέντας συμπλέκονται σε ένα αδιαίρετο όλον (τα κείμενα των πηγών που παρατίθενται είναι στα Αγγλικά· η μετάφραση, ημετέρα):

Παράλληλα με την αντιμετώπιση των οικονομικών και κοινωνικών επιπτώσεων της πανδημίας COVID-19, το σχέδιο έχει και άλλους στόχους. Στοχεύει επίσης να βοηθήσει την πράσινη μετάβαση, τον ψηφιακό μετασχηματισμό, την έξυπνη, βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη και τις νέες θέσεις εργασίας· την κοινωνική και εδαφική συνοχή· την υγεία καθώς και πολιτικές για την νέα γενιά, συμπεριλαμβανομένης της ενίσχυσης της εκπαίδευσης. Ο τρίτος στόχος είναι ο εκσυγχρονισμός της ευρωπαϊκής οικονομίας.[10]

Όλα αυτά αναφέρονται, διότι το ισχύον κανονιστικό πλαίσιο του δικτύου Natura 2000, στο οποίο ανήκει το ΑΟ, ορίζεται και λειτουργεί στο ευρύτερο πλαίσιο στόχων της ΕΕ (ας υπενθυμίσουμε ξανά ότι το ΑΟ συμμετέχει στο ευρωενωσιακό δίκτυο Natura 2000, ενώ παράλληλα αποτελεί και Τόπο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της ΟΥΝΕΣΚΟ). Θα το επαναλάβουμε, ώστε να γίνει κατανοητό: δεν είναι δυνατόν να κρατήσεις το ένα μέρος του πακέτου (το οικολογικό), παραβλέποντας το λοιπό τεχνο–οικονομικό…

Ίσως κάποιος –αφελής– να θεωρήσει ότι είμαστε υπερβολικά καχύποπτοι και εξάπαντος εκτός θέματος. Ότι πιαστήκαμε από μία φράση σε κάποιο κείμενο, την οποία κάναμε “από τρίχα, τριχιά”, ειδικά αναφερόμενοι στο μορμολύκειο του νεοφιλελευθερισμού, εκείνου του γενικού πλαισίου δηλαδή, το οποίο μέσω της ανεξέλεγκτης ιδιωτικοποιήσεως των πάντων, καθιστά “αγορά” τα πάντα, ιδέες, χώρους, κοινωνίες. Αυτού που διαμορφώνει μια νέα κοινωνική νοοτροπία, που όπως πολύ σωστά έχει επισημανθεί: “αντί για πολίτες, παράγει καταναλωτές. Αντί για κοινότητες, παράγει εμπορικά κέντρα. Που το καθαρό αποτέλεσμα είναι μια εξατομικευμένη “κοινωνία” ακοινώνητων ανθρώπων που αισθάνονται αποθαρρυμένοι και κοινωνικά ανίσχυροι.” Που αποτελεί την πλέον χυδαία υλιστική θεώρηση της κοινωνίας και του ανθρώπου, όπου ό,τι ακουμπάει, το εκμαυλίζει, εμπορευματοποιώντας το, καθώς οι ανάγκες της αγοράς, μετασχηματίζονται σε ανάγκες της κοινωνίας, και όχι το αντίθετο. Τέλος, ένα σύστημα, που παράγει μόνον φτώχεια για τους πολλούς, με συνέπεια την εξαθλίωση, τις εξαρτήσεις, την πορνεία και κάθε λογής αλλοτρίωση…

Όμως όχι, δεν είμαστε καχύποπτοι ή συνωμοσιολόγοι. Απλά σκύψαμε επί των κειμένων των εκθέσεων, των διακηρύξεων και των συμβάσεων, ενώ ταυτόχρονα κάναμε μία (δειγματοληπτική) έρευνα των ανθρώπων που κατέχουν θέσεις ισχύος (πολιτικές, οικονομικές ή στο ενδιάμεσο), που “κρύβονται” πίσω από προγράμματα και χρηματοδοτήσεις, αποκαλύπτοντας παράλληλα, την –όχι και πολύ γνωστή σε πολλούς– αλυσίδα των αλληλεπικαλυπτόμενων ΜΚΟ.

Οι ΜΚΟ και οι διασυνδέσεις τους

Όπως ήδη είπαμε, η Ιερά Κοινότης του ΑΟ χρησιμοποίησε την ελληνική ΜΚΟ MedINA για την εκπόνηση της Προκαταρκτικής Έκθεσης (2013), ως προστάδιο για την εκπόνηση της τελικής μελέτης που απαιτεί η ΟΥΝΕΣΚΟ. Στόχος της ΜΚΟ MedINA είναι “να συμβάλει στην οικοδόμηση ενός κόσμου όπου οι κοινωνίες ευημερούν σε αρμονία με τη φύση”, και επικεντρώνεται στην “ολοκληρωμένη διαχείριση της φύσης και του πολιτισμού μέσω τριών τομέων προτεραιότητας -των πολιτιστικών αξιών των υγροτόπων, του τοπίου και των Ιερών Φυσικών Τόπων- με την πάροδο του χρόνου το MedINA διεύρυνε το πεδίο δραστηριότητάς του σε τρεις αλληλένδετους πυλώνες: τη φύση, τον πολιτισμό και την συμμετοχή των κοινοτήτων.” Κεντρική αξία που καθοδηγεί το εγχείρημα της εν λόγω ΜΚΟ είναι η διαφορετικότητα “ειδών και οικοσυστημάτων, πολιτισμών και απόψεων”. Στην ιστοσελίδα της ΜΚΟ για το ΑΟ,[11] αναφέρεται ο χρηματοδότης της μελέτης, που είναι μια άλλη ΜΚΟ, που ονομάζεται MAVA. Ιδρυτής της MAVA ήταν ο Ελβετός μεγιστάνας Luc Hoffmann (+2016), η οικογένεια του οποίου κατέχει την ιδιοκτησία της Ελβετικής πολυεθνικής φαρμακευτικής εταιρείας FHoffmann-La Roche AG, ή απλά Roche. Σημειώνεται ότι η εν λόγω οικογένεια, είναι η πλουσιότερη της Ελβετίας…

Για τον μεγιστάνα ιδρυτή της MAVA, στη νεκρολογία που ανήρτησε το Κέντρο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της ΟΥΝΕΣΚΟ, επ᾽ αφορμή του θανάτου του το 2016, έγραφε για τον “πρωτοπόρο στη διατήρηση της φύσης, ο αντίκτυπος του οποίου άγγιξε όλες τις γωνιές του πλανήτη. Ορνιθολόγος, οικολόγος και φιλάνθρωπος, ο κ. Hoffmann συνίδρυσε το Παγκόσμιο Ταμείο Άγριας Ζωής (WWF) και βοήθησε στη δημιουργία της Σύμβασης Ραμσάρ για την προστασία των υγροτόπων. Ίδρυσε το ερευνητικό κέντρο Tour du Valat στην περιοχή Camargue της Γαλλίας. Το 2012, το Ίδρυμα MAVA του κ. Hoffmann, μαζί με το WWF International, ίδρυσαν το Ινστιτούτο Luc Hoffmann.”[12]

Όμως, η MAVA, στα χρόνια λειτουργίας της (1994–2022), δεν ήταν απλά άλλο ένα πρότζεκτ “φιλανθρωπικού καπιταλισμού”, ενός μεγιστάνα του χρήματος με οικολογικές ανησυχίες, αλλά αποτέλεσε βασικό χρηματοδότη του ΠΟΦ και στρατηγικό συνεργάτη του. Πράγματι, σε ποικιλία πρωτοβουλιών του ΠΟΦ, η MAVA πρωτοστατεί χρηματοδοτικά, αλλά το ενδιαφέρον εδώ είναι ως προς τα αντικείμενα των χρηματοδοτήσεων. Το αναμενόμενο θα ήταν να περιορίζεται στο αντικείμενο της κλιματικής δράσης, όμως αποδεικνύεται ότι με αφορμή την κλιματική αλλαγή, χρηματοδοτεί όλες εκείνες τις συνδεδεμένες με αυτήν παραμέτρους, που ουσιαστικά όλες μαζύ συγκροτούν την τέταρτη βιομηχανική επανάσταση ή όπως αλλοιώς την χαρακτηρίζει το ΠΟΦ, ως Μεγάλη Επανεκκίνηση (Great Reset). Έτσι το 2018 π.χ., χρηματοδοτεί την μελέτη “Αξιοποίηση τεχνητής νοημοσύνης για τη Γη” (Harnessing Artificial Intelligence for the Earth), στο πλαίσιο της εκδοτικής σειράς “Τέταρτη Βιομηχανική Επανάσταση για τη Γη” (Fourth Industrial Revolution for the Earth Series) του ΠΟΦ. Αντικείμενο της μελέτης αποτελεί το κύριο στοιχείο της τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης, και δεν είναι άλλο, από την Τεχνητή Νοημοσύνη (Artificial Intelligence). Πράγματι, αναφέρεται ότι προκειμένου να επιτευχθούν οι κλιματικοί στόχοι της ατζέντας 2030 του ΟΗΕ, και δεδομένου του αναπόδραστου της εισαγωγής τόσο της Τεχνητής Νοημοσύνης, όσο και της νέας ψηφιακής οικονομίας, στην καθημερινότητα, πρέπει να αποτελέσει στόχο η ανάπτυξη μιας κλιματικά φιλικής και “ασφαλούς” τεχνητής νοημοσύνης. Έτσι προαναγγέλλεται ότι για το “καλό” της Γης, η Τεχνητή Νοημοσύνη θα συνεισφέρει στους εξής τομείς: κλιματική αλλαγή, βιοπικοιλότητα και διατήρηση, υγιείς ωκεανοί, ασφάλεια νερού(!), καθαρός αέρας και τέλος καταστροφικά καιρικά φαινόμενα.

Ήδη από το 2018 το ΠΟΦ (και οι συνδεδεμένοι με αυτό οργανισμοί), έχει επικεντρωθεί στην Τεχνητή Νοημοσύνη και την συνδέει ως ουσιαστικό στοιχείο της βιώσιμης ανάπτυξης. Ενδεικτικά, το 2021, στην μελέτη που εκδίδει, “Ένας Ολιστικός Οδηγός για την Εκπαίδευση στην Δεοντολογική Χρήση της Τεχνητής Νοημοσύνης σε Οργανισμούς” (A Holistic Guide to Approaching AI Fairness Education in Organizations), αναγνωρίζει ότι: “Η Τέταρτη Βιομηχανική Επανάσταση θολώνει τα όρια μεταξύ του φυσικού, του ψηφιακού και του βιολογικού κόσμου. Η τεχνητή νοημοσύνη οδηγεί αυτήν την επανάσταση.” Ο μετασχηματισμός των υπαρχουσών κοινωνικών–πολιτικών–οιοκονομικών δομών αποτελεί μόνιμο στόχο του ΠΟΦ, π.χ. το “μακρυνό” 2019, στην ετήσια συνάντηση του ΠΟΦ στο Νταβός της Ελβετίας, έθετε ως ζήτημα προτεραιότητας την “Μελλοντική Κοινωνία των Πολιτών: Νέοι Οργανισμοί, Μοντέλα και Δυναμική στην Τέταρτη Βιομηχανική Επανάσταση” (Future Civil Society: New Organizations, Models and Dynamics in the Fourth Industrial Revolution).

Η Κλιματική αλλαγή, ως η μόνιμη επωδός που επικαλούνται ΟΗΕ, ΠΟΦ, ΕΕ κλπ, δεν αποτελεί παρά το έδαφος επι του οποίου σχεδιάζεται ο ολικός μετασχηματισμός της κοινωνίας προς μία τεχνοκρατική ουτοπία. Χαρακτηριστικά, το ΠΟΦ προβάλλοντας τον κεκηρυγμένο στόχο της εξάλειψης των ρύπων, και του φαινομένου του θερμοκηπίου, παραθέτει τέσσερις δέσμες τεχνολογιών που οφείλουν να λειτουργούν συμπληρωματικά.[13] Σε αυτές περιλαμβάνονται: η τεχνολογία 5g, η τεχνολογία blockchain (απαραίτητη για την μετάβαση στο ψηφιακό νόμισμα cbdc), το Web3 (ίντερνετ των πραγμάτων), η εικονική πραγματικότητα (virtual reality), τα ντρόουν επιτήρησης (drones) και φυσικά η τεχνητή νοημοσύνη. Όλα αυτά, για το “κλίμα”! Όλα αυτά, με αφορμή το “κλίμα”…

Ο ΟΗΕ και το “μεγάλο χρήμα” (big money)

Η διασύνδεση των στόχων των υπερεθνικών οργανισμών, σε μία ενιαία ατζέντα, με κοινό καμβα την μετάβαση σε μία νέα οικονομία, αμιγώς ψηφιοποιημένη και “πράσινη”, περνά –όπως είδαμε– μέσα από την αλληλεπικαλυπτόμενη δράση ΜΚΟ, κρατικών και υπερκρατικών φορέων, στις ηγετικές θέσεις των οποίων συναντάμε, τους ίδιους ανθρώπους: αυτούς που συνδέονται με τα πολύ μεγάλα οικονομικά συμφέροντα, τα οποία καθοδηγούν και διαμορφώνουν την ενιαία ατζέντα.

Οι χρηματοδοτήσεις από πού –κυρίως– προέρχονται; Από τα πολύ μεγάλα οικονομικά συμφέροντα. Οι άνθρωποι που στελεχώνουν τους διεθνείς οργανισμούς, από πού προέρχονται; Από τα πολύ μεγάλα οικονομικά συμφέροντα. Οι ιδέες που πραγματώνονται από τους διεθνείς οργανισμούς, από πού προέρχονται; Από “δεξαμενές σκέψεις” (think tanks) που χρηματοδοτούνται από τα πολύ μεγάλα οικονομικά συμφέροντα.

Ένα παράδειγμα: όταν το 2015 ο ΟΗΕ υιοθέτησε την ατζέντα 2030, για την βιώσιμη ανάπτυξη, και έθεσε τους 17 στόχους, γνωστοί και ως Παγκόσμιοι Στόχοι, για τον τερματισμό της φτώχειας(!), την προστασία του πλανήτη και τη διασφάλιση ότι μέχρι το 2030 όλοι οι άνθρωποι οφείλει να απολαμβάνουν ειρήνη και ευημερία, σε μία αναπτυξιακή πορεία που πρέπει να εξισορροπεί την κοινωνική, οικονομική και περιβαλλοντική βιωσιμότητα, υπολογίστηκε ότι απαιτείται χρηματοδότηση με τεράστια ποσά.

Στην δε ειδική ιστοσελίδα του ΟΗΕ σχετικά με την χρηματοδότηση για το κλίμα, αναφέρεται ότι: “Η χρηματοδότηση για το κλίμα αναφέρεται σε τοπική, εθνική ή διακρατική χρηματοδότηση —που προέρχεται από δημόσιες, ιδιωτικές και εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης— που επιδιώκει να υποστηρίξει δράσεις μετριασμού και προσαρμογής που θα αντιμετωπίσουν την κλιματική αλλαγή […] απαιτούνται δε, επενδύσεις μεγάλης κλίμακας για τη σημαντική μείωση των εκπομπών.”[14] Πράγματι ο ΟΗΕ, υπολογίζει ότι χρειάζονται τουλάχιστον 2,4 τρισεκατομμύρια δολάρια για να διατηρήσει τους στόχους της παγκόσμιας κλιματικής αλλαγής εφικτούς.

Εν κατακλείδι, “οι επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και βιώσιμες υποδομές αυξάνονται, [όμως] πολλές χώρες δεν διαθέτουν τους οικονομικούς πόρους για να κάνουν τη μετάβαση στην καθαρή ενέργεια και σε έναν βιώσιμο τρόπο ζωής που θα μπορούσε να αναστρέψει την κλιματική αλλαγή […] Οι επενδύσεις καθαρής ενέργειας οδηγούν επίσης την οικονομική ανάπτυξη, με δυνατότητα δημιουργίας 18 εκατομμυρίων θέσεων εργασίας έως το 2030, και αυτό περιλαμβάνει τις αναπόφευκτες απώλειες θέσεων εργασίας από ορυκτά καύσιμα. Η ετήσια δέσμευση 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων «είναι ένα κατώτατο όριο και όχι ένα ανώτατο όριο» για το κλίμα […] Το Περιβαλλοντικό Πρόγραμμα του ΟΗΕ (UNEP) εκτιμά ότι το κόστος προσαρμογής που αντιμετωπίζουν μόνο οι αναπτυσσόμενες χώρες θα κυμαίνεται από 140 έως 300 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως έως το 2030 και 280 δισεκατομμύρια έως 500 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως έως το 2050.”[15]

Πού θα βρεθούν αυτά τα τεράστια ποσά; Από ποιους θα δοθούν; Μας απαντά ο ίδιος ο ΟΗΕ. Από τα πολύ μεγάλα οικονομικά συμφέροντα.

Πρώτα όμως πρέπει να δούμε ποιος έχει τοποθετηθεί Ειδικός Απεσταλμένος του ΟΗΕ για Δράση και Οικονομικά για το Κλίμα (UN Special Envoy for Climate Action and Finance). Αυτός είναι ο Mark Carney, Καναδός οικονομολόγος και τραπεζίτης που διετέλεσε διοικητής της Τράπεζας του Καναδά από το 2008 έως το 2013, καθώς και διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας* από το 2013 έως το 2020. Είναι πρόεδρος και επικεφαλής επενδύσεων στο Brookfield Asset Management από το 2020 και διορίστηκε πρόεδρος της Bloomberg Inc., μητρικής εταιρείας της Bloomberg L.P., το 2023. Διετέλεσε πρόεδρος του Συμβουλίου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (είναι ο διεθνής εκείνος οργανισμός που παρακολουθεί και κάνει συστάσεις για το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα), από το 2011 έως το 2018. Πιο πριν, ο Carney εργάστηκε στην Goldman Sachs καθώς και το Υπουργείο Οικονομικών του Καναδά. Υπηρετεί επίσης ως Ειδικός Απεσταλμένος του ΟΗΕ για τη “Δράση για το Κλίμα και τα Οικονομικά” (Climate Action and Finance). Τέλος, ο Carney είναι μέλος της Ομάδας των Τριάντα, ενός διεθνούς οργανισμού κορυφαίων χρηματοπιστωτών και ακαδημαϊκών, ενώ ταυτόχρονα, αποτελεί μέλος του Ιδρυτικού Συμβουλίου του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ. Ο Carney παρακολούθησε τις ετήσιες συνεδριάσεις της Bilderberg το 2011, το 2012 και το 2019.[16]

Ο εν λόγω τραπεζίτης–χρηματιστής αποτελεί τον άνθρωπο–κλειδί που λειτουργεί ως ο ενδιάμεσος συντονιστής μεταξύ ΟΗΕ, των κρατών μελών και των μεγάλων οικονομικών συμφερόντων. Η βασική του λειτουργία όμως είναι να εκπροσωπεί τα υπʼ όψιν συμφέροντα, εντός του ΟΗΕ, και ως τέτοιος νοείται και ως συντονιστής:

Πάνω από 160 εταιρείες με περιουσιακά στοιχεία 70 τρισεκατομμυρίων δολαρίων ένωσαν τις δυνάμεις τους πίσω από έναν κοινό στόχο: να κατευθύνουν την παγκόσμια οικονομία προς τις καθαρές μηδενικές εκπομπές και να επιτύχουν τους στόχους της Συμφωνίας του Παρισιού.

Η νέα Χρηματοοικονομική Συμμαχία της Γλασκώβης για τις μηδενικές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα (GFANZ), της οποίας προεδρεύει ο Mark Carney, Ειδικός Απεσταλμένος του ΟΗΕ για την Κλιματική Δράση και τα Οικονομικά, συγκεντρώνει κορυφαίες πρωτοβουλίες από όλο το χρηματοπιστωτικό σύστημα για την επιτάχυνση της μετάβασης σε μηδενικές εκπομπές έως το 2050.

Στα μέλη της συμμαχίας περιλαμβάνονται εξαιρετικά σημαντικοί κάτοχοι και διαχειριστές επενδυτικών κεφαλαίων (major asset owners and managers), καθώς και τράπεζες με τη δύναμη να κινητοποιήσουν τρισεκατομμύρια δολάρια για τη μετάβαση στις μηδενικές εκπομπές.[17]

Τον πραγματικό όμως λόγο της ευρείας “συμμαχίας” των παγκόσμιας εμβελείας οικονομικών συμφερόντων, μας τον αποκαλύπτει το μεγαλοστέλεχος μιας εκ των μεγαλυτέρων αμερικανικών τραπεζών, όπου τόνισε:

Κυριολεκτικά εδώ δημιουργούμε μία νέα βιομηχανία, νέους βασικούς κανόνες για την νέα βιομηχανία που δίνει προτεραιότητα στη δράση για το κλίμα. […] Θέλω να εκμεταλλευτώ την ευκαιρία να μοιραστώ ότι θα ανακοινώσουμε τον πρώτο γύρο των ενδιάμεσων στόχων μας, πρόσθεσε η Audrey ChoiChief Sustainability Officer της (μεγάλης αμερικανικής τράπεζας) Μόργκαν Στάνλεϋ (Morgan Stanley).[18]

Ουσιαστικά μας περιέγραψε την πραγματική διάσταση της πράσινης ατζέντας, ότι αποτελεί μία βασική παράμετρο της τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης. Πίσω λοιπόν από την πράσινη ανάπτυξη και την κλιματική δράση (τα δύο ταυτίζονται) κρύβεται η εναγώνια προσπάθεια του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος για αναμόρφωση και υπέρβαση των τεραστίων προβλημάτων που αντιμετωπίζει, δημιουργώντας νέες τεράστιες οικονομικές αγορές.

Εδώ όμως εμφανίζεται μία θεμελιώδης παραδοξότητα, σε επίπεδο προθέσεων, η οποία κάνει σαφές ότι η όλη ρητορική του ΟΗΕ και των οικονομικών μεγαλοπαραγότων, δεν αποτελεί παρά μία πρόφαση: ενώ δηλαδή είναι πασιφανές ότι στην ανεπτυγμένη τεχνολογικά και οικονομικά Δύση εστιάζεται το πρόβλημα της μόλυνσης και της κλιματικής κρίσης, ο κύριος όγκος των επενδύσεων κατευθύνεται προς τις χώρες που δεν διαθέτουν ίδιους πόρους, για να τους διοχετεύσουν για την κλιματική αλλαγή, και τούτο διότι οι χώρες αυτές δεν διαθέτουν βαριά βιομηχανία, ανεπτυγμένη οικονομία ή υπερβολική κατανάλωση ενέργειας (κάτι που συμβαίνει στην Δύση), όπου η “ανθρωπογενής μόλυνση” δηλαδή, είναι από μικρή έως ασήμαντη! Όμως η παραδοξότητα έχει ήδη επιλυθεί: το ζητούμενο είναι η νέα οικονομία και η εκ νέου εξάρτηση των μικρών, από τους μεγάλους, και όχι το περιβάλλον…

Πολιτισμικός σχετικισμός: η ηθική της νέας ατζέντας

Είδαμε ότι η νέα ατζέντα που προωθείται από τον ΟΗΕ, η οποία σχεδιάζεται και υποστηρίζεται από οικονομικά πανίσχυρους παράγοντες, προβάλλοντας την ρητορική των “αγαθών προθέσεων” (πχ τη λεγόμενη “κλιματική δράση”), αποτελεί ένα συνεκτικό όλον, και η μόνη παράμετρος που λείπει για την –κατά το δυνατόν– παρουσίαση της πλήρους εικόνος είναι, το να καταδειχθεί το καθοδηγητικό ιδεολογικό πλαίσιο που διέπει την εν γένει πολιτική της βιωσιμότητας, που προβάλλει ο ΟΗΕ, και στην περίπτωσή μας (για το ΑΟ), το καθεστώς λειτουργίας των Μνημείων Παγκόσμιας Πολιτισμικής Κληρονομιάς της ΟΥΝΕΣΚΟ (που αποτελεί την υλοποίηση αυτής της πολιτικής).

Το υπʼ όψιν πλαίσιο, περιγράφεται σ᾽ ένα από τα πλέον κομβικής σημασίας κείμενα της ΟΥΝΕΣΚΟ, που είναι η Οικουμενική Διακήρυξη για την Πολιτισμική Ποικιλότητα.

Η συγγραφή της διακύρυξης έγινε αμέσως μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου στις Ηνωμένες Πολιτείες. Σύμφωνα με τα λόγια του Γενικού Διευθυντή Kōichirō Matsuura, η δήλωση επέτρεψε στα κράτη να αντιδράσουν ενάντια στις επιθέσεις, και στον φονταμενταλισμό γενικά, επιβεβαιώνοντας ότι ο διαπολιτισμικός διάλογος είναι η καλύτερη εγγύηση για την ειρήνη και απορρίπτοντας την ιδέα μιας αναπόφευκτης σύγκρουσης των πολιτισμών. Το ονόμασε ως "ένα από τα ιδρυτικά έγγραφα της νέας ηθικής που προωθείται από την UNESCO". Η δήλωση διευκρινίζει τις γενικές αρχές που αναμένεται να εφαρμόσουν τα κράτη μέλη, σε συνεργασία με ιδιωτικούς και πολιτικούς οργανισμούς. Δημοσιεύτηκε με ένα γενικό σχέδιο δράσης που απαριθμεί διάφορους τρόπους προώθησης της πολιτιστικής πολυμορφίας. Η διακήρυξη ήταν το πρώτο διεθνές μέσο που κατοχύρωσε την αξία της πολιτιστικής πολυμορφίας και του διαπολιτισμικού διαλόγου. Η σύμβαση είναι η πρώτη διεθνής συνθήκη που δίνει στα πολιτιστικά αγαθά ένα ειδικό καθεστώς, με πολιτιστική αλλά και οικονομική αξία.[19]

Οι θεμελιώδεις ορισμοί που χρησιμοποιήθηκαν, άπαντες, αποτελούν νοητικές κατασκευές της πρώτης περιόδου της απόλυτης αμερικανικής ηγεμονίας, δηλαδή μετά το 1990 (διάλυση του Ανατολικού Μπλόκ και της ΕΣΣΔ). Πράγματι, η τότε κατάσταση των πρώην σοσιαλιστικών χωρών, επέτρεψε την σε απόλυτο βαθμό υιοθέτηση των νέων ορισμών, ως “αυτονόητων”.

Η ίδια η διακήρυξη αποτελείται από δώδεκα άρθρα, όπου οι βασικές έννοιες της ανεκτικότητας (tolerance) και της ελευθερίας, πλαισιώνονται από αυτήν της “ταυτότητας” (αρθ. 1), ενώ ήδη στο πρόλογο αναγνωρίζεται ότι η “διαδικασία της παγκοσμιοποίησης (globalization) … δημιουργεί … τις συνθήκες για την ανανέωση του διαλόγου μεταξύ των πολιτιστικών παραδόσεων (cultures) και των πολιτισμών (civilizations)”. Οι “πολιτισμικές ταυτότητες” οφείλουν να καθοδηγούνται από την “πολιτικής της ενσωμάτωσης (inclusion)” του διαφορετικού (αρθ. 2), ενώ η ίδια η έννοια της πολιτισμικής διαφορετικότητας, οφείλει να προστατεύει τις κάθε λογής μειονότητες (αρθ, 3). Ο κεντρικός άξονας της όλης ανάπτυξης, είναι η αναγνώριση της κρισιμότητας της παρούσας φάσης της οικονομικο–τεχνολογικής εξέλιξης, η οποία “ανοίγει τεράστιους (vast) ορίζοντες για δημιουργία και καινοτομία” (αρθ. 8). Οι νέοι οικονομικοί ορίζοντες αναγνωρίζουν τις πολιτισμικές ταυτότητες ως “πολιτισμικά εμπορευματικά αγαθά” (ο.π.), η δε εμπορευματοποίηση των πολιτισμικών αγαθών, οφείλει να γίνεται μέσω της πολιτικής δημιουργίας πολιτιστικών βιομηχανιών (σημ. ημ. ας θυμηθούμε εδώ ότι η Ελλάδα πχ, έχει ως “βαρεία βιομηχανία”, τον τουρισμό), οι οποίες οφείλουν να σχηματίζονται από την κοινή συνεργασία του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα (αρθ. 9, 10, 11). Ο δε ρόλος της ΟΥΝΕΣΚΟ, σε όλην αυτή την διαδικασία είναι ο συντονισμός μεταξύ κρατών, ΜΚΟ και του ιδιωτικού τομέα (αρθ. 12). Τέλος στον επίλογο της διακήρυξης, σε είκοσι σημεία περιγράφονται οι στόχοι: εμβάθυνση και βελτίωση των νέων ορισμών, προώθηση μέσω της εκπαίδευσης του νέου μοντέλου κατανόησης της πολιτισμικής διαφορετικότητας, ενθάρρυνση της ψηφιακής εγγραματωσύνης (digital literacy), διαμόρφωση “πολιτιστικών βιομηχανιών” και στις αναπτυσσόμενες χώρες, στο πλαίσιο αναγνώρισης της σημασίας του ιδιωτικού τομέα στην ενίσχυση της πολιτιστικής διαφορετικότητας. Ως κατάληξη των στόχων αναφέρεται ο ρόλος της ΟΥΝΕΣΚΟ στην διαμόρφωση φόρουμ (forums) διαλόγου μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα[20]

Γίνεται κατανοητό ότι η “νέα ηθική” της ΟΥΝΕΣΚΟ είναι η ηθική του νεοφιλελευθερισμού, που ως κυρίαρχο μοντέλο ανάπτυξης της οικονομίας έχει την υφαρπαγή των δημόσιων πόρων και υπηρεσιών από τον ιδιωτικό τομέα, στην μορφή της συνεργασίας των επιχειρήσεων του δημόσιου–ιδιωτικού τομέα, όπου τα κέρδη καταλήγουν στον ιδιωτικό τομέα ενώ οι όποιες οικονομικές απώλειες, καταλήγουν στο Δημόσιο. Η διάνοιξη δε νέων αγορών, επιβάλλει την ενσωμάτωση των φτωχών χωρών στο νέο μοντέλο… Η διακήρυξη συγκροτεί επομένως ένα κατεξοχήν εργαλείο, (δυτικής) οικονομικής αποικιοκρατίας, με όχημα τον “πολιτισμό”, μιας και ο ιδιωτικός τομέας αποτελείται από τις πελώριες πολυεθνικές εταιρείες και τα κατά τόπους παραρτήματά τους.

Εδώ χρειάζεται να γίνει μια μικρή επισήμανση, ως προς το θεωρητικό πλαίσιο αναφοράς της διακήρυξης. Η κατʼ αρχάς διαμόρφωσή της συντελείται στο περιβάλλον της επιστήμης της κοινωνικής ανθρωπολογίας, η οποία καθοδηγείται –κυρίως– από την θεώρηση του πολιτισμικού σχετικισμού (cultural relativism), ο οποίος ήταν –εν μέρει– η απάντηση των Αμερικανών ανθρωπολόγων μεταξύ του Α΄ και του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου στον δυτικό εθνοκεντρισμό, και την αξίωσή του για καθολικότητα.

Η κριτική λειτουργία του πολιτισμικού σχετικισμού, όπως ο φιλόσοφος Τζον Κουκ παρατήρησε, είναι ότι «στοχεύει ώστε να κάνει τους ανθρώπους να παραδεχτούν ότι παρόλο που μπορεί να τους φαίνεται ότι οι ηθικές τους αρχές είναι αυτονόητα αληθινές, και ως εκ τούτου φαίνεται να αποτελούν λόγο για να κρίνουν άλλους λαούς, στην πραγματικότητα, η αυταπόδεικτη ισχύς αυτών των αρχών είναι ένα είδος ψευδαίσθησης." Εν τέλει, ο σχετικισμός δεν σημαίνει ότι οι απόψεις κάποιου είναι ψευδείς, αλλά σημαίνει ότι είναι ψευδές να ισχυρίζεται κανείς ότι οι απόψεις του είναι αυτονόητες, ή σε μιά ελαφρώς διαφοροποιημένη εκδοχή: «Δεν υπάρχουν ή μπορούν να υπάρχουν, αξιολογικές κρίσεις που να είναι αληθινές, δηλαδή, αντικειμενικά δικαιολογημένες, ανεξάρτητες από συγκεκριμένους πολιτισμούς».[21]

Για τον πολιτισμικό σχετικισμό, οι ανθρώπινες ηθικές αρχές, όσο και εν γένει αυτή η έννοια της ηθικής, δεν αποτελούν κάτι το στατικό, μα κάτι το ρευστό και ποικίλλουν μεταξύ των πολιτισμών ανάλογα με τη χρονική περίοδο και την τρέχουσα κατάσταση κάθε συγκεκριμένου πολιτισμού.

Αυτό που είναι ενδιαφέρον, και συσχετίζει τα πράγματα, είναι ο μετασχηματισμός του πολιτισμικού σχετικισμού, στο δόγμα του ηθικού σχετικισμού, που συνέβη στο πλαίσιο του έργου της Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών κατά την προετοιμασία της Οικουμενικής Διακήρυξης των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (1948). Ο Melville J. Herskovits ετοίμασε ένα σχέδιο «Δήλωση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα» το οποίο αναθεώρησε το Εκτελεστικό Συμβούλιο της Αμερικανικής Ανθρωπολογικής Εταιρείας, που το υπέβαλε στην Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και στη συνέχεια το δημοσίευσε.[22]

Επίλογος

Ειδήσεις που έρχονται από το ΑΟ, πλέον κατανοούνται βαθύτερα. Επί παραδείγματι, εμφανίστηκε η πληροφορία για την επικείμενη επένδυση στο ΑΟ, “Μονάδων επεξεργασίας λυμάτων και ΑΠΕ (Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας)”.[23] Τα ποσά είναι μεγάλα, τα δώρα είναι μεγάλα,και σχεδόν αποκλειστικά προέρχονται από την ΕΕ, το ΕΚ αλλά και την ΟΥΝΕΣΚΟ, μέσω τρίτων χρηματοδοτήσεων. Το αυτονόητο είναι ότι οι εν λόγω “επενδύσεις” ανήκουν στην κατηγορία της βιώσιμης “πράσινης ατζέντας”, όπως ακριβώς είδαμε ανωτέρω.

Φαίνεται ότι, πέραν του όποιου “χρηστικού χαρακτήρα” των εν λόγω έργων, ότι το ΑΟ αναλαμβάνει συμβολικό ρόλο εκπροσωπώντας–εφαρμόζοντας έμπρακτα την πολιτική της βιωσιμότητας, και ότι αυτή περιλαμβάνει, δίνοντας το “καλό” παράδειγμα προς τα έξω…

Ίσως δεν περνάει από το νού ότι, μέσω των νέων διακηρύξεων και αποφάσεων, όπως αυτές αποτυπώνονται στις επίσημες εθνικές και υπερεθνικές πολιτικές συμφωνίες, επιτυγχάνεται ο “ήπιος” μετασχηματισμός του αγιορειτικού Αυτοδιοικήτου, η μετάθεση των αιωνόβιων ορίων του Μοναχικού Καθεστώτος του και εν τέλει η υπέρβαση των περιορισμών που αυτό θέτει. Αποτελεί δηλαδή την οδό για την τελική εκκοσμίκευση του ΑΟ, όπως έχει ήδη συμβεί, πχ στην οριστικά αλλοτριωμένη, μοναστική πολιτεία των Μετεώρων.

Ίσως πάλι μας διαφεύγει ότι, το ΑΟ έχει καταστεί στόχος. Στόχος, που καλείται να έχει ρόλο σε μία πολιτική “ήπιας ισχύος”, κάτι που αναπτύσσεται στα πολυάριθμα (και αλληλοδιάδοχα) Φόρα. Η μετάλλαξη και ενσωμάτωσή του στις “Δυτικές Αξίες”, αποτελεί κεκηρυγμένο πρωταρχικό σκοπό.

Πέραν αυτών, η ατζέντα που υπηρετεί τόσο η ΟΥΝΕΣΚΟ, όσο και το Natura 2000 της ΕΕ, δεν αποτελούν παρά άλλον έναν ολοκληρωμένο μηχανισμό τουριστικοποιήσεως του ΑΟ. Η τουριστικοποίηση όμως, συνιστά την εμπράγματη αλλοτρίωση ενός χώρου, όπου το “αξιοθέατο” υπηρετεί τους σκοπούς της, και όχι τον αρχικό σκοπό για τον οποίο δημιουργήθηκε. Η κοινωνική λειτουργία του αξιοθέατου, υπηρετεί επομένως τον αλλοτριωμένο (και αλλοτριωτικό) σκοπό του τουρισμού, και εντάσσει τους ανθρώπους που ζουν εντός του (στην περίπτωσή μας, τους Αγιορείτες Μοναχούς), στην λογική της εμπορευματοποίησης, που διέπει εξ ολοκλήρου τον τουρισμό. Εν τέλει, η τουριστικοποίηση ενός χώρου, δεν συνιστά τίποτε άλλο από την ενσωμάτωση αυτού του χώρου στο κυρίαρχο μοντέλο της Δύσης, που έχει πια παγκοσμιοποιηθεί, αυτού της κυριαρχίας της οικονομίας επί του ανθρώπου.

Στην ερώτηση, «γιατί όλα αυτά»; Η απάντηση είναι απλή: διότι ως (πολιτικά εκμεταλλεύσιμος) πυλώνας ήπιας ισχύος η Εκκλησία, χρησιμοποιείται προς σκοπόν του δυτικότροπου μετασχηματισμού της κοινωνίας, διά της επιβολής σ᾽ αυτήν του κυρίαρχου δυτικού μοντέλου της υιοθέτησης της διαφορετικότητας, της σχετικοποιήσεως των παραδόσεων και του “διαλόγου”. Το ΑΟ, στην περίπτωση της Ελλάδας, και του Ορθοδόξου Κόσμου ευρύτερα, καλείται να παίξει αποφασιστικό ρόλο…

Το τελικό ερώτημα: Το Άγιον Όρος οδεύει άραγε σε μία πορεία δίχως γυρισμό; Ευελπιστούμε πως όχι…

Υγ. Ας θυμηθούμε οι Αγιορείτες τρία χωρία, που είναι αρκούντως διαφωτιστικά:

“ἐξόλλυσιν ἑαυτὸν ὁ δωρολήπτης, ὁ δὲ μισῶν δώρων λήψεις σῴζεται” (Παροιμίες Σολομώντα, 15),

“ὁ γὰρ κύριος οὐ μὴ ἀποποιήσηται τὸν ἄκακον, πᾶν δὲ δῶρον ἀσεβοῦς οὐ δέξεται” (Ιώβ 8,20)

“Πᾶν δῶρον καὶ ἀδικία ἐξαλειφθήσεται, καὶ πίστις εἰς τὸν αἰῶνα στήσεται. χρήματα ἀδίκων ὡς ποταμὸς ξηρανθήσεται” (Σοφία Σειράχ 40 12-13)

Επιλεκτική βιβλιογραφία

Anderson, Perry. 2021. Ever Closer Union?: Europe in the West. Verso Books.

MedINA. 2013. “Προκαταρκτική Έκθεση.” MedINA.

Καρβουνιάρη, Χρ. 2015. “Το άβατο του Αγίου Όρους υπό το πρίσμα του Δημοσίου Διεθνούς και του Ευρωπαϊκού Δικαίου.” Νομική Σχολή, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.