«Η γνωριμία και η σχέσις του Αγίου Ραφαήλ με τον Άγιον Μάρκον τον Ευγενικόν»
Γράφει ο Αρχιμ. Κύριλλος Κεφαλόπουλος, ιστορικός, Δρ. Αρχαίας Ιστορίας Παν/μίου B.I.U. Μαδρίτης
Οι Άγιοι Ραφαήλ, Νικόλαος και Ειρήνη συγκαταλέγονται στη χορεία των Νεοφανών Αγίων και μάλιστα εκείνων που μαρτύρησαν σχεδόν αμέσως μετά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως. Σχετικά με τον βίο τους γνωρίζουμε λίγα πράγματα. Οι πρώτες πληροφορίες για την ύπαρξη των Αγίων ιστορούνται με θαυματουργικό και αποκαλυπτικό τρόπο από το έτος 1959 μ.Χ. Από μία ανασκαφή που έγινε στη Θερμή της Λέσβου, ανακαλύφθηκε ο τάφος ενός αγνώστου προσώπου, που όπως αποκαλύφθηκε σε συνεχή οράματα, ανήκε στον Άγιο Ιερομάρτυρα Ραφαήλ, ο οποίος μαρτύρησε μαζί με τον Άγιο Οσιομάρτυρα Νικόλαο και την Αγία Ειρήνη. Ο τάφος και το λείψανο του Αγίου Νικολάου ανακαλύφθηκε στις 13 Ιουνίου 1960 μ.Χ.
Όσα γνωρίζουμε για το βίο τους προέρχονται από εμφανίσεις των Αγίων Ραφαήλ, Νικολάου και Ειρήνης σε πιστούς της Λέσβου, οι οποίοι έλαβαν τις πληροφορίες αυτές από οράματα και ενύπνια, στα οποία οι Άγιοι γνωστοποιούσαν στοιχεία από τον βίο τους και το μαρτύριόν τους. Αυτά εν συνεχεία κατεγράφησαν σε επιστολές και σε βιβλία που εξεδόθησαν. Ταυτοχρόνως, η αρχαιολογική σκαπάνη επιβεβαίωσε με τα ευρήματά της τον τόπο του μαρτυρίου και της ταφής των Αγίων, πάντοτε σύμφωνα με τις θαυματουργικές υποδείξεις των Αγίων.
Εκείνο το στοιχείο το οποίον δεν είναι ιδιαιτέρως γνωστό και δεν έχει δοθεί η δέουσα σημασία, είναι ότι στους δύσκολους χρόνους πριν την Άλωση της Βασιλεύουσας, όταν η Βυζαντινή Ανατολική Ρωμαϊκή αυτοκρατορία όδευε προς το εναγώνιο τέλος της και η επικείμενη κατάκτηση από τους Οθωμανούς ήταν προ των θυρών, στις τελευταίες στιγμές της αυτοκρατορίας, όταν απειλητικά σύννεφα από Ανατολή και Δύση πύκνωναν, οι διαδρομές και τα βήματα των δύο Αγίων, Ραφαήλ και Αγίου Μάρκου του Ευγενικού, διεσταυρώθησαν και συναντήθησαν. Σκοπός του παρόντος άρθρου είναι να αναδείξει αυτήν ακριβώς την διάσταση μέσα από τις υπάρχουσες πληροφορίες και με συνεκτίμηση των ιστορικών στοιχείων να καταλήξει στο συναγόμενο ιστορικό συμπέρασμα της γνωριμίας και της διασυνδέσεως των δύο Αγίων.
Ο Άγιος Ραφαήλ καταγόταν από τους Μύλους της Ιθάκης και γεννήθηκε το έτος 1410 μ.Χ. Το κοσμικό του όνομα ήταν Γεώργιος Λάσκαρης ή Λασκαρίδης και ο πατέρας του ονομαζόταν Διονύσιος και η μητέρα του Μαρία. Καταγόταν από το γένος των Λασκαραίων, από την αυτοκρατορική αυλή της Νίκαιας. Οι γονείς του ήσαν άνθρωποι ευσεβείς και έδωσαν στον Γεώργιο χριστιανική ανατροφή και μεγάλη μόρφωση.
Την εποχή εκείνη η Ιθάκη, όπως και πολλά μέρη της Δυτικής Ελλάδος, ήσαν υπό την κατοχή των Δυτικών. Η Ιθάκη και η Κεφαλονιά ήσαν υπό την κατοχή του ιταλικού οίκου του Καρόλου Τόκκου. Από νωρίς, ο νεαρός Γεώργιος Λασκαρίδης έλαβε επιμελημένη μόρφωση, ιταλική παιδεία και ορθόδοξη χριστιανική ανατροφή. Μάλιστα, πλησίον σε κάποιον ιατροφιλόσοφο παρακολούθησε και μαθήματα ιατρικής. Πάντοτε όμως διατηρούσε με υπερηφάνεια την ανάμνηση της πατρογονικής του καταγωγής από την Νίκαια της Μικράς Ασίας.
Οι ιστορικές συγκυρίες και η διπλωματική συμμαχία μεταξύ του Κάρολου Τόκκου και του Θεόδωρου Παλαιολόγου του Δεσποτάτου του Μυστρά, η οποία επισφραγίστηκε με επιγαμία, οδήγησαν τα βήματα του νεαρού Γεωργίου Λασκαρίδη στην αυλή των Παλαιολόγων. Εκεί, ευρέθη και μαθήτευσε στον φημισμένο δάσκαλο και φιλόσοφο Πλήθωνα τον Γεμιστόν. Εκεί, στην σχολή του Πλήθωνος στον Μυστρά γνωρίσθηκε και με τον Βησσαρίωνα, αλλά και τους άλλους πρίγκηπες Παλαιολόγους, τον Θωμά και τον Κωνσταντίνο, που έμελλε να στεφθεί τελευταίος αυτοκράτορας της Κων/πόλεως και να πέσει ηρωικώς μαχόμενος στα τείχη της το 1453.
Σε πολύ νέα ηλικία, αφού ολοκλήρωσε την κοσμική του μόρφωση, ενετάχθη στον αυτοκρατορικό στρατό, αρχικώς στην συνοδεία του πρίγκηπα Θωμά Παλαιολόγου, και εν συνεχεία του αδελφού του Δημητρίου Παλαιολόγου. Λόγω της υψηλής του μορφώσεως και της ανδρείας του, ανήλθε στις τάξεις του αυτοκρατορικού στρατού και έφθασε στον βαθμό του χιλιάρχου.
Όταν ο αυτοκράτωρ Ιωάννης Παλαιολόγος απεφάσισεν να μεταβεί στην Δύση για διάλογο με τον Πάπα στην Σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας, με εντολή των Παλαιολόγων του Δεσποτάτου του Μυστρά, ο χιλίαρχος Γεώργιος Λασκαρίδης (ο μετέπειτα Άγιος Ραφαήλ), διετάχθη να μετάσχει στην ακολουθία του αυτοκράτορος ως επιτελής (αξιωματικός) του Δημητρίου Παλαιολόγου. Ως μέλος της πολυμελούς ελληνικής αντιπροσωπείας που θα συμμετείχε στην Φερράρα-Φλωρεντία τα έτη 1438-1439, ο χιλίαρχος Γεώργιος Λασκαρίδης είχεν την ευκαιρία να γνωρίσει εκ του σύνεγγυς και να συναναστραφεί με τους ιστορικούς πρωταγωνιστές των γεγονότων, τον Πατριάρχη Ιωσήφ, τον Βησσαρίωνα, τον Ισίδωρον Κιέβου, τον Γεώργιο Σχολάριο και τον φιλόσοφο Πλήθωνα Γεμιστό, τους οποίους εγνώριζε από τον Μυστρά. Επίσης, είχε την δυνατότητα να γνωρίσει και να εκτιμήσει την μεγάλη μορφή της Ορθοδοξίας, τον πρωταγωνιστή και υπέρμαχο της Πίστεως, τον Άγιο Μάρκο τον Ευγενικό.
Όταν τελικώς υπέγραφη ο ενωτικός όρος της Συνόδου Φερράρας-Φλωρεντίας, κατόπιν των πιέσεων του Πάπα, των Δυτικών αλλά και του αυτοκράτορος, και ο Μάρκος ο Ευγενικός έμεινε μόνος του, εκτεθειμένος στις απειλές και το μένος του Πάπα, διότι δεν είχε συμβιβασθεί να υπογράψει την ψεύτικη Ένωση της Συνόδου Φερράρας-Φλωρεντίας, ο ίδιος ο αυτοκράτωρ Ιωάννης Παλαιολόγος, ο οποίος εκτιμούσε την προσωπικότητα και την εντιμότητα του Μάρκου του Ευγενικού, εγγυήθηκε την ασφάλεια της ζωής του και τον επεβίβασε στην αυτοκρατορική γαλέρα για το ταξίδι της επιστροφής της ελληνικής αντιπροσωπείας. Επάνω στο ίδιο πλοίο συνταξίδεψε και προστάτεψε την ζωή του Αγίου Μάρκου ο χιλίαρχος Γεώργιος Λασκαρίδης. [Σημείωση Αδελφότητος Αγίου Ραφαήλ: Για να είμαστε πιο ακριβείς στο σημείο αυτό: Οι πληροφορίες από τις πηγές αναφέρουν ότι ο Δημήτριος Παλαιολόγος, μαζί με τον Πλήθωνα Γεμιστό και τον Γεώργιο Σχολάριο -προφανώς και με την παρουσία του Χιλίαρχου Γεώργιου Λασκαρίδη, δηλαδή του Αγίου Ραφαήλ, ο οποίος όπως προαναφέρθη ήταν ανατεθειμένος ως αξιωματικός στο επιτελείο του Δημητρίου Παλαιολόγου (και προσωπικός ιατρός του)- είχαν αναχωρήσει 2 μέρες πριν την υπογραφή του Τόμου της Συνόδου, ενώ ο Άγιος Μάρκος αναχώρησε αργότερα μαζί με τον Αυτοκράτορα -αφού ο Αυτοκράτορας και οι υπόλοιποι εκκλησιαστικοί υπέγραψαν τις αποφάσεις της Συνόδου- με την αυτοκρατορική γαλέρα, υπό την προστασία όντως του Αυτοκράτορα. Άρα: ο Άγιος Ραφαήλ δεν ήταν παρών όταν υπεγράφησαν οι Αποφάσεις της Συνόδου, αλλά και δεν είχε περεταίρω απευθείας επαφή με τον Άγιο Μάρκο τον Ευγενικό, αφού επέστρεψαν σε διαφορετική χρονική στιγμή και με διαφορετικό μέσο. Στο βιβλίο "Άγραφον - η Αποκάλυψη του Αγίου Ραφαήλ" του Φώτιου Λίτσα, ομιλώντας ο Άγιος Ραφαήλ αναφέρει για την Σύνοδο της Φερράρας-Φλωρεντίας και το εξής: «Εγώ φυσικά ήμουν στην πολιτική αντιπροσωπεία (δεν ήταν δηλαδή εκκλησιαστικό πρόσωπο ακόμα), υποστήριζα τον Αυτοκράτορα... Να πω την αλήθεια μου η ψυχή μου ήταν με τον Πλήθωνα (ήταν ο πρώην δάσκαλός του Αγίου στον Μυστρά) που παρά την πίεση του Αυτοκράτορα δεν ήθελε την Ένωση με τίποτα. Δίπλα του ο Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός της Εφέσου, ανθενωτική κολώνα, τί αξιοθαύμαστος άνθρωπος!»]
Ο Γεώργιος Λασκαρίδης επέστρεψε στο Μυστρά, και συνέχισε την στρατιωτική του υπηρεσία στον Δεσπότη Θωμά Παλαιολόγο. Η οθωμανική απειλή γινόταν συνεχώς και περισσότερον πιεστική, η επιθετική προέλαση του σουλτάνου Μουράτ (πατέρα του Μωάμεθ του Πορθητή) στην Βαλκανική και την Μικρά Ασία έσφιγγε περισσότερο τον κλοιό για την Βυζαντινή αυτοκρατορία, η οποία είχεν περιορισθεί πλέον στην Βασιλεύουσα, τα περίχωρα της Κων/πόλεως και το Δεσποτάτο του Μυστρά. Στα 1443, ο Κων/νος Παλαιολόγος εστέφθη Δεσπότης του Μυστρά. Σε μίαν ύστατη προσπάθεια συνασπισμού των χριστιανικών δυνάμεων για να αναχαιτισθεί η προέλαση των Οθωμανών, οι χριστιανικές δυνάμεις υπό τον βασιλέα Λαδίσλαον της Πολωνίας υπέστησαν δεινή ήττα και συντριβή στην μάχη της Βάρνας το έτος 1444.
Κατά την υποχώρηση των βυζαντινών στρατευμάτων, ο χιλίαρχος Γεώργιος Λασκαρίδης, που έλαβε μέρος στην μάχη της Βάρνας, εύρε καταφύγιο στην Μονή του Τιμίου Προδρόμου στις Σέρρες. Εκεί, συνάντησε τον παλιόν του γνώριμο από τον Μυστρά, τον πρώην φιλόσοφον Γεώργιο Σχολάριο και νυν μοναχό Γεννάδιο, μαθητή του Αγίου Μάρκου του Ευγενικού και ηγέτη των ανθενωτικών. Είχαν την ευκαιρία να συζητήσουν και να αναστοχασθούν την μοίρα του Γένους, την πορεία της φθίνουσας αυτοκρατορίας, την διάσταση ενωτικών και ανθενωτικών, αλλά και την απαρασάλευτη προσήλωση του Αγίου Μάρκου του Ευγενικού στην Ορθόδοξη Πίστη των Πατέρων.
Στην πνευματική ησυχία και γαλήνη του μοναστηριού, ο χιλίαρχος Γεώργιος είχε τον χρόνον να σκεφθεί πολλά πράγματα και να λάβει την απόφαση να εγκαταλείψει τον στρατιωτικό βίο και να γίνει μοναχός, και εν συνεχεία κληρικός με το όνομα Ραφαήλ. Πριν γίνει κληρικός είχε σταδιοδρομήσει στο βυζαντινό στρατό και έφθασε μάλιστα σε μεγάλο βαθμό. Σε ηλικία τριάντα πέντε ετών γνώρισε ένα ασκητικό και σεβάσμιο γέροντα, τον Ιωάννη, ο οποίος τον προσείλκυσε στην εν Χριστώ ζωή. Κάποια Χριστούγεννα ο γέροντας κατέβηκε από τον τόπο της ασκήσεώς του, για να εξομολογήσει και να κοινωνήσει τους στρατιώτες και κήρυξε τον λόγο του Θεού. Τότε ο αξιωματικός Γεώργιος, όταν ο γέροντας κατέβηκε πάλι τα Θεοφάνεια, αποχαιρέτισε τους στρατιώτες και τον ακολούθησε.
Μετά την κουρά του σε μοναχό, στη συνέχεια έγινε κληρικός παίρνοντας το όνομα Ραφαήλ, χειροτονήθηκε πρεσβύτερος, και υπηρέτησε ως εφημέριος και ιεροκήρυκας στο ναό του Αγίου Δημητρίου του Λουμπαρδιάρη στην Ακρόπολη των Αθηνών. Έπειτα τιμήθηκε και με το οφίκιο του αρχιμανδρίτη και του πρωτοσυγκέλλου στο Οικουμενικό Πατριαρχείο της Κωνσταντινουπόλεως.
Μετά τον θάνατο του αυτοκράτορος Ιωάννου Η´ Παλαιολόγου, στον θρόνο της Βασιλεύουσας ανήλθε ο Κων/νος ΙΑ´ Παλαιολόγος το έτος 1449. Επειδή είχε τεράστια μόρφωση, μαζί δε με τις άλλες αποκαλύψεις, ο Άγιος Ραφαήλ αποκάλυψε ότι απεστάλη από τον Οικουμενικό Πατριάρχη στην Εσπερία, στην πόλη της Γαλλίας που ονομάζεται Μορλαί, τον έστειλε για κάποια θεολογική σύσκεψη. Το γεγονός αυτό έλαβε χώρα λίγο πριν από την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως.
Εκεί, στην γαλλική πόλη Μορλαί, στο πανεπιστήμιο φοιτούσε ο νεαρός σπουδαστής Νικόλαος, που η καταγωγή του ήταν από τη Θεσσαλονίκη. Θεωρείται Θεσσαλονικεύς στην καταγωγή, αν και αναφέρεται ότι γεννήθηκε στους Ράγους της Μηδίας της Μικράς Ασίας. Ωστόσο μεγάλωσε και ανδρώθηκε στη Θεσσαλονίκη. Ήταν πλουσιόπαιδο. Γιος συμβολαιογράφου. Οι γονείς του τον είχαν στείλει να σπουδάσει σε γαλλικό πανεπιστήμιο. Η πνευματική μορφή αλλά και η μόρφωση του Αγίου Ραφαήλ προσήλκυσε τον νεαρό Νικόλαο, ο οποίος συνεδέθη πνευματικώς με τον σεβάσμιο ιερομόναχο Ραφαήλ, και άφησε τις σπουδές του. Ο Νικόλαος, συγκινημένος από τη χριστιανική διδασκαλία του Ραφαήλ, εγκατέλειψε την κοσμική ζωή και τον ακολούθησε. Γύρισε στην Ελλάδα, ασπάστηκε το μοναχικό σχήμα και χειροτονήθηκε διάκονος. Έγινε πιστός συνεργάτης και αφοσιωμένος στον Ραφαήλ και από τότε δεν αποχωρίστηκαν ποτέ.
Ο Άγιος Ραφαήλ και ο διάκονος Νικόλαος ήσαν στην Κων/πολη, λίγο πριν την Άλωση του 1453. Όταν όμως έγινε η ενωτική λειτουργία στην Αγία Σοφία, στις 12 Δεκεμβρίου 1452, λειτουργούντος του λατινόφρονος καρδιναλίου Ισιδώρου, παρουσία Ελλήνων και Λατίνων, όπου έγινε και η μνημόνευση του Πάπα, ο Άγιος Ραφαήλ με τον διάκονο Νικόλαο αρνήθησαν να παραστούν και έφυγαν από την Πόλη.
Όταν έγινε η Άλωση της Κωνσταντινούπολης, το 1453, ο Ραφαήλ και ο Νικόλαος συνέπεσε να βρίσκονται στη Θράκη. Μόλις έπεσε η Κωνσταντινούπολη στα χέρια των Τούρκων, οι οποίοι εισέβαλαν ορμητικά στη Θράκη και καταλύθηκε οριστικά η βυζαντινή αυτοκρατορία, ο φόβος για γενικούς διωγμούς κατά των Χριστιανών στάθηκε ως αφορμή να καταφύγει ο Άγιος Ραφαήλ με την συνοδεία του από το λιμάνι της Αλεξανδρουπόλεως, στη Μυτιλήνη. Εκεί, το 1454 εγκαταστάθηκε μαζί με άλλους μοναχούς στην παλαιά μονή του Γενεσίου της Θεοτόκου, η οποία στο παρελθόν ήταν γυναικεία και ήταν χτισμένη στο λόφο Καρυές, κοντά στο χωριό Θέρμη. Ηγούμενος της μονής εξελέγη στην συνέχεια ο Άγιος Ραφαήλ.
Έπειτα από μερικά χρόνια, το έτος 1463 μ.Χ., η Λέσβος έπεσε στα χέρια των Τούρκων, οι οποίοι σε μια επιδρομή τους στο μοναστήρι, συνέλαβαν τον Άγιο Ραφαήλ και τον Άγιο Νικόλαο, τη Μεγάλη Πέμπτη του ιδίου έτους. Ακολούθησαν σκληρά και ανηλεή βασανιστήρια και ο Άγιος Ραφαήλ μαρτύρησε διά σφαγής με πολύ σκληρό τρόπο. Τον έσυραν βιαίως τραβώντας τον από τα μαλλιά και την γενειάδα, τον κρέμασαν από ένα δένδρο, τον χτύπησαν βάναυσα, τον τρύπησαν με τις λόγχες, αφού προηγουμένως τις πυράκτωσαν σε δυνατή φωτιά και τελικά τον έσφαξαν πριονίζοντάς τον από το στόμα.
Έπειτα από θαυματουργικές υποδείξεις των Αγίων Ραφαήλ, Νικολάου και Ειρήνης, έγινε γνωστή η ύπαρξη των λειψάνων τους και υποδείχθηκαν τα σημεία όπου βρίσκονταν οι τάφοι τους.
Βιβλιογραφία (ενδεικτική).
-) Βασιλειάδη Νικολάου, Μάρκος Ευγενικός και η ένωσις των εκκλησιών, εκδ. αδελφότητος θεολόγων “Ο ΣΩΤΗΡ”, Αθήναι 1972.
-) Λίτσα Φωτίου, Άγραφον (η αποκάλυψις του Αγίου Ραφαήλ), εκδ. Ακρίτας, 2008.
-) Μπεκιάρη Δημητρίου , αρχιμ., Η ζωή εκ τάφων, Αθήνα 1988.
-) Ντίτορα Ολυμπιάδος, Ο σπορέας του ΟΧΙ (αφηγηματική βιογραφία του Αγίου Μάρκου του Ευγενικού), εκδ. Ιεράς Μονής Αγίου Αθανασίου Σφηνίτσης, Ημαθία, 2017.
Εφημερίδα Ορθόδοξος Τύπος, Φύλλο της 14ης/01/2022.