Νικόδημος Ἁγιορείτης, ὁ φωτεινός μας διδάσκαλος
Σοφία Μπεκρῆ, φιλόλογος – θεολόγος
Μέσα στὰ πολλὰ καὶ φωτεινὰ ἀστέρια ποὺ κοσμοῦν τὸ νοητὸ στερέωμα, ἰδιαιτέρως κατὰ τὸν μήνα Ἰούλιο, ξεχωρίζει ἕνας θεοφεγγὴς ἀστέρας, ὁ Ὅσιος Νικόδημος Ἁγιορείτης. «Ὡς φωστῆρα τοῦ Ἄθω» καὶ «Ἐκκλησίας ἁπάσης θεόπτουν διδάσκαλον» καλούμαστε ἐμεῖς οἱ πιστοὶ νὰ τὸν τιμήσωμε, διότι «ἔμπλεως σοφίας θεϊκῆς» σκορπίζει σὲ ὅλους μας ὡς οὐράνιο δῶρο τὶς «δαψιλεῖς ( = πλουσιοπάροχες) του διδαχές».
Βλαστὸς τῆς ναξιώτικης γῆς ὁ Νικόλαος - ὅπως ἦταν τὸ κοσμικό του ὄνομα- ὑπῆρξε καρπὸς εὐσεβῶν καὶ ἐνάρετων γονέων, ποὺ τὸν ἀνέθρεψαν «ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσίᾳ Κυρίου» (Ἐφεσ., στ’ 4). Ὁ πρωτότοκος υἱὸς τῆς οἰκογένειας Καλλιβούρτση, γεννημένος τὸ 1749, μεγαλώνει σὲ μιὰ κρίσιμη ἐποχή: Στὰ μέσα τοῦ 18ου αἰ. ἀφ’ ἑνὸς μὲν κορυφώνονται οἱ ἐξισλαμισμοί, ἀφ’ ἑτέρου δὲ ἡ προπαγάνδα τῶν παπικῶν καὶ δυτικῶν «ἱεραποστόλων», οἱ ὁποῖοι, ἐκμεταλλευόμενοι τὴν ἀμάθεια καὶ τὴν οἰκονομικὴ ἐξαθλίωση τῶν δύστυχων ῥαγιάδων, τοὺς προσηλυτίζουν εὐκολότερα στὶς αἱρετικές των δοξασίες.
Μέσα στὶς δύσκολες αὐτὲς συνθῆκες ἀνδρώνεται ὁ Νικόλαος, ὁ ὁποῖος ἀπὸ μικρὸς ἔδειξε ὅτι θὰ γινόταν μέγας. Δὲν ἦταν μόνον ὅτι ἀκολουθοῦσε πιστὰ τὰ διδάγματα τῶν σεβαστῶν του γονέων, Ἀντωνίου καὶ Ἀναστασίας, καὶ τοῦ σεπτοῦ πνευματικοῦ του, π. Δαμασκηνοῦ, ἀλλὰ παράλληλα διέθετε αὐτὸς ὁ νεαρὸς καὶ φυσικὰ προσόντα, καὶ μάλιστα μιὰ καταπληκτικὴ μνήμη, ποὺ τὸν βοηθοῦσε νὰ συγκρατῇἀλλὰ καὶ νὰ ἐπεξεργάζεται κριτικὰ καὶ νὰ ἐπαυξάνῃ τὶς γνώσεις του. Ἐξ ἄλλου, στὸ «σχολεῖο τοῦ Θεοῦ», ὅπου φοιτοῦσε ὁ Νικόλαος, δὲν διδασκόταν ἁπλῶς τὰ θεῖα γράμματα. Ὥριμος ὅπως ἦταν ὁ ἴδιος, τοῦ ἄρεσε νὰ συμβουλεύῃ τὰ ἄλλα παιδιά, καθὼς ἔπαιζαν τὸ παιγχνίδι τῆς «ἐξαγορεύσεως»: ἔλεγαν ὁ ἕνας στὸν ἄλλον τὶς «ἀταξίες» των καὶ στὸ τέλος ἐνθαρρύνονταν ἀπὸ τὸν Νικόλαο νὰ ἀλληλοσυγχωρεθοῦν! Ἄλλωστε καὶ οἱ εἰδικοὶ παραδέχονται ὅτι τὸ παιγχνίδι καθρεπτίζει συχνὰ τὴν μελλοντικὴ πορεία τοῦ παιδιοῦ.
Στὴν Σχολὴ τῆς Νάξου, ὅπου φοίτησε στὴν συνέχεια ὁ Νικόλαος, εὐτύχησε νὰ ἔχῃ ἕναν φωτισμένο δάσκαλο, τὸν π. Χρύσανθο Αἰτωλό, ἀδελφὸ τοῦ πατρο-Κοσμᾶ. Ἀφοῦ ἔλαβε τὴν ἐγκύκλια παιδεία καὶ ἔμαθε ἄριστα γαλλικά, ἰταλικά, λατινικὰ καὶ τὴν ἑλληνικὴ σὲ ὅλες τις τὶς μορφές– σ’ αὐτὸν ὀφείλεται ἡ μεταφορὰ τοῦ ἀναστασίμου Εὐαγγελίου ποὺ ψάλλεται στὸν Ἑσπερινὸ τῆς Ἀγάπης στὴν ὁμηρική-, συνέχισε τὶς σπουδές του στὴν Εὐαγγελικὴ Σχολὴ τῆς Σμύρνης, κοντὰ στὸν ἐπίσης ἐξαίρετο δάσκαλο π. Ἱερόθεο Βουλισμά. Ὅλοι οἱ συμφοιτητές του παραδέχονταν τὸν Νικόλαο γιὰ τὴν φιλοπονία καὶ εὐρυμάθειά του, γιὰ τὴν εὐθυκρισία καὶ τὴν σύνεσή του, ὥστε νὰ ἐπιδιώκουν νὰ μελετοῦν μαζί του καὶ νὰ τὸν συμβουλεύωνται στὶς δυσκολίες των. Ὁ Νικόλαος, πράγματι, στὴν σχολὴ αὐτὴν καταρτίστηκε πολύπλευρα, στὴν θεολογία, στὴν φιλοσοφία, στὴν οἰκονομία, στὴν ἰατρική, στὴν ἀστρονομία, ἀκόμη καὶ στὶς στρατιωτικὲς ἐπιστῆμες! Ἦταν πλέον ἕτοιμος νὰ ἀναλάβῃ τὴν διεύθυνση τῆς σχολῆς, ὅπως ἄλλως τε ἐπιθυμοῦσε καὶ ὁ δάσκαλός του.
Ὅμως, ἀλλοιῶς οἰκονόμησε ὁ Κύριος τὰ πράγματα. Οἱ σφαγὲς στὴν Σμύρνη ἀπὸ τοὺς Ὀθωμανούς, οἱ ὁποῖοι μετὰ ἀπὸ τὴν ἀποτυχία τῶν Ὀρλωφικῶν ξεσποῦν στοὺς δύστυχους Ἕλληνες, ἀναγκάζουν τὸν Νικόλαο νὰ ἐγκαταλείψῃ τὴν πανεπιστημιόπολή του καὶ νὰ ἐπιστρέψῃ στὴν ἰδιαίτερη πατρίδα του, ὅπου διακονεῖ ὡς γραμματέας τοῦ Μητροπολίτου Παροναξίας Ἀνθίμου Γ’. Κατὰ τὴν ἐκεῖ ὑπηρεσία του (1770-1775), τοῦ γεννιέται βαθύτερα ἡ ἐπιθυμία νὰ ἀφιερωθῇ ἐξ ὁλοκλήρου στὸν Θεό. Σ’ αὐτὸ συνετέλεσε καὶ ἡ γνωριμία του μὲ τοὺς ἐξορίστους στὴν Νάξο, ἐξ αἰτίας τῶν κολλυβαδικῶν των ἀπόψεων, ἁγιορεῖτες μοναχούς, πατέρες Γρηγόριο, Ἀρσένιο καὶ Νήφωνα. Κοντά των μαθήτευσε ἐκ νέου ὁ Νικόλαος, ὅπως καὶ κοντὰ στὸν ὁμόφρονά των, πρώην Μητροπολίτη Κορίνθου, Μακάριο Νοταρά.
Ὁ σεβαστός του πόθος ἱκανοποιεῖται, ἐπὶ τέλους, μὲ τὴν μετάβασή του στὸ Ἅγιο Ὅρος, ὅπου κείρεται μοναχὸς στὴν Ἱ. Μ. Διονυσίου, σὲ ἡλικία 26 ἐτῶν. Ἀπὸ τότε καὶ ἐπὶ 35 περίπου ἔτη, συνεχῶς, μέχρι καὶ τὴν κοίμησή του (+14 Ἰουλίου 1809), ὁ μοναχὸς Νικόδημος, πλέον, ἐπιδίδεται σὲ ἕνα τεράστιο ἔργο: μελετάει τοὺς κώδικες ἀπὸ τὶς Βιβλιοθῆκες τῶν Μονῶν, ἑρμηνεύει τοὺς Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας – τὸ «Πηδάλιο» εἶναι δικό του ἔργο- καὶ ἐκδίδει συγγράμματα τῶν Πατέρων σὲ γλῶσσα κατανοητὴ γιὰ τὸν λαό, μὲ σύντομη εἰσαγωγὴ καὶ τὶς ἀπαραίτητες ἑρμηνευτικὲς ἐξηγήσεις. Ἐπίσης, διορθώνει ἀπὸ τυχὸν λάθη καὶ ἀποκαθαίρει χειρόγραφα, λ.χ. τῆς «Φιλοκαλίας», τοῦ «Εὐεργετινοῦ», «Περὶ συνεχοῦς Θείας Μεταλήψεως», καὶ τὰ συμπληρώνει. Παράλληλα, συντάσσει πλῆθος ἄλλων συγγραμμάτων μὲ συμβουλευτικὸ καὶ ποιμαντικὸ περιεχόμενο.
Ἀξίζει νὰ ἀναφερθῆ, στὸ σημεῖο αὐτό, ὅτι ὁ Νικόδημος θαύμαζε τὸν περίπου σύγχρονό του, πατρο-Κοσμᾶ (1714-1779), γιὰ τὴν διαφωτιστική του δράση, μὲ τὴν διδασκαλία του καὶ μὲ τὴν ἵδρυση σχολείων. Τονίζεται χαρακτηριστικὰ ὅτι, ἀπὸ τὴν μιὰ ὁ λαϊκὸς διδάχος Κοσμᾶς Αἰτωλός, καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη ὁ λόγιος μοναχὸς Νικόδημος, ποὺ ἔγραφε στὴν καθομιλουμένη, γιὰ νὰ γίνεται κατανοητὸς ἀπὸ τὸν ἁπλὸ λαό, βοήθησαν ἐξ ἴσου στὸν φωτισμὸ τοῦ Γένους καὶ τόνωσαν, ὁ καθένας μὲ τὸν τρόπο του, τὴν πίστη καὶ τὸ ἐθνικὸ φρόνημα τῶν ὑποδούλων κατὰ τὴν κρίσιμη προεπαναστατικὴ περίοδο.
Γράφει σχετικά, στὸ «Νέο Μαρτυρολόγιο», ὁ Νικόδημος: «φυλαχθῆτε, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί μου, φυλαχθῆτε διὰ τὴν ἀγάπην τοῦ Θεοῦ καὶ διὰ τὴν σωτηρίαν τῶν ψυχῶν σας, νὰ μὴν σᾶς κλέψουν τὸν θησαυρὸν τῆς ἁγίας σας πίστεως, τῆς ὁποίας ὅλος ὁ κόσμος μὲ ὅλας του τὰς δόξας καὶ ἀναπαύσεις καὶ τὰ βασίλεια δὲν εἶναι ἀντάξιος». Σὰν νὰ ἀκούῃ κανεὶς τὸν πατρο-Κοσμᾶ, ποὺ τόνιζε στὰ κηρύγματά του ὅτι «ψυχὴ καὶ Χριστὸς σᾶς χρειάζονται. Αὐτὰ τὰ δύο νὰ τὰ φυλάγετε νὰ μὴν τὰ χάσετε». Κοσμᾶς καὶ Νικόδημος, μὲ τὰ λόγια των καὶ μὲ τὸ προσωπικό των παράδειγμα, κράτησαν κυριολεκτικὰ στὶς πλάτες των, ὡς στυλοβάτες, τὸ φτωχὸ καὶ ὑπόδουλο γένος καὶ τὸ ἐνεψύχωναν νὰ διατηρῇ ζωντανὴ τὴν πίστη στὸν Χριστὸ καὶ τὴν ἐλπίδα γιὰ τὴν ἀνάσταση καὶ τὴν σωτηρία του!
Ὅπως ὅλοι οἱ μεγάλοι Πατέρες, ὅμως, ἔτσι καὶ ὁ Νικόδημος γνώρισε καὶ ἐκεῖνος μεγάλες πικρίες καὶ διώξεις, καὶ μάλιστα ἀπὸ τὸν ἴδιο του τὸν κύκλο. Ἀναγκάστηκε, ἔτσι, νὰ ἀπολογηθῇ ἔναντι τῶν «Ἀντικολλυβάδων», ποὺ τὸν ἀντιμάχονταν καὶ τὸν συκοφαντοῦσαν, συντάσσοντας, στὸ τέλος τῆς ζωῆς του, «Ὁμολογία πίστεως» (!), στὴν ὁποία ἀποδίδει τὶς σὲ βάρος του κατηγορίες σὲ φθόνο, σημειώνοντας χαρακτηριστικά: «…ἂν ἴσως οἱ τοιοῦτοι καὶ τηλικοῦτοι τῆς Ἐκκλησίας Ἅγιοι δὲν ἠδυνήθησαν νὰ λυτρωθοῦν ἀπὸ τὸν φθόνον καὶ τὰς διαβολάς, πῶς ἦτο δυνατὸν νὰ μείνωμεν τούτων ἀνώτεροι ἡμεῖς, οἱ μηδὲ τῶν ἐκείνων ποδῶν ὄντες ἄξιοι;»
Ἐνδεικτικός, ἐξ ἄλλου, τοῦ πνεύματος ἀγάπης καὶ διαλλαγῆς ποὺ τὸν χαρακτηρίζει εἶναι ὁ ἐπίλογος τῆς ἐπιστολῆς του αὐτῆς, ὅπου ζητάει ἀπὸ τοὺς ἀδελφοὺς νὰ ἀφήσουν κατὰ μέρος τὸ μῖσος καὶ τὸν φθόνο καὶ νὰ ἀναλάβουν τὴν ἀγάπη, ποὺ εἶναι γνώρισμα τῶν μαθητῶν τοῦ Κυρίου, καὶ νὰ ἐναγκαλιστοῦν «τὴν πρὸς ἀλλήλους εἰρήνην, ὁμόνοιαν καὶ συμψυχίαν».
Δὲν ὑπάρχει, πράγματι, ὡραιότερος τρόπος, γιὰ νὰ ὁλοκληρώσῃ κανεὶς τὴν ἐπίγεια πορεία του ἀπὸ τὸ «κλείσῃ τοὺς λογαριασμούς του», ζητῶντας, παρὰ τὴν πικρία του, συγχώρηση καὶ ἀπὸ αὐτοὺς ἀκόμη τοὺς συκοφάντες του! Καὶ ὁ Νικόδημος διέθετε, ὡς φαίνεται, ἀπαράμιλλη μεγαλοψυχία καὶ σθένος.
Μὲ τὴν ἴδια καρτερία πρόσμενε ὁ εὐλαβὴς Νικόδημος καὶ τὸ τέλος τῆς ζωῆς του, ποὺ ἦλθε καὶ αὐτὸ ὕστερα ἀπὸ πολλοὺς σωματικοὺς πόνους καὶ ὀδύνες, ὄντας, ὡστόσο, βέβαιος ὅτι παραδίδει τὴν ψυχή του στὸν Χριστό, τὸν Ὀποῖον τόσο ἀγάπησε καὶ μετὰ πάθους διεκόνησε. «Τὸν Χριστόν ἔβαλα μέσα μου καὶ πῶς νὰ μὴν ἡσυχάσω;» ὡμολόγησε μετὰ ἀπὸ τὴν τελευταία του θεία κοινωνία.
Ἐμεῖς, οἱ ἀπόγονοι τοῦ μεγάλου αὐτοῦ πατρός, ἀνταξίου στὴν προσφορὰ μὲ ἐκείνη ὅλων τῶν παλαιῶν μεγάλων Πατέρων, δὲν ἔχομε παρὰ νὰ φανοῦμε γνήσια τέκνα του. Τί νὰ κάνωμε δηλαδή; Ὅ τι ἔκανε καὶ ὁ γνήσιος πατέρας μας, ὁ Νικόδημος: νὰ διαφυλάξωμε ἀκέραιη τὴν πίστη μας καὶ νὰ τηρήσωμε ἀνόθευτη τὴν ὀρθόδοξη παράδοσή μας. Πιὸ συγκεκριμένα: Νὰ ἀντισταθοῦμε στὴν ἀνευλάβεια καὶ στὴν ἀθεΐα τῆς ἐποχῆς μας, στὸ ἐκκοσμικευμένο φιλοδυτικὸ πνεῦμα ποὺ μᾶς παρασύρει, στὶς αἱρετικὲς πλάνες καὶ δοξασίες ποὺ καὶ σήμερα ἀπειλοῦν νὰ μᾶς τυλίξουν στὰ δίκτυα των.
Σὲ μιὰ ἐποχὴ ποὺ στὰ σχολεῖα μας διδάσκονται τὰ «ἄθεα γράμματα», ἡ ὑπέροχη ἑλληνική μας γλῶσσα κακοποιεῖται, καὶ γενικῶς τὸ ὀρθόδοξο πατερικὸ πνεῦμα στοχοποιεῖται καὶ ἐν πολλοῖς ἀλλοιώνεται, ὁ Ἅγιος Νικόδημος Ἁγιορείτης καὶ οἱ σὺν αὐτῷ ὀρθόδοξοι Πατέρες ὅλων τῶν ἐποχῶν προβάλλουν ἐμπρός μας ὡς ὁ μοναδικὸς δρόμος στὰ σύγχρονα ἀδιέξοδα καὶ ὡς ἡ μόνη εὔστοχη ἀπάντηση στὰ σημερινὰ προβλήματα.
Ὁ τιμώμενος, μάλιστα, Ἅγιος, ὡς «θεόφθογγος σάλπιγξ» καὶ «ἀρετῶν ὑφηγητής» (= διδάσκαλος), κοσμούμενος «σοφίας χάριτι», μᾶς παραθέτει «σωτηρίας διδάγματα», μὲ τὴν «καθαρότητα τοῦ βίου» του καὶ τὸν «πλοῦτο τῶν ἐνθέων του λόγων», διὰ τῶν ὁποίων «ἔλαμψε ὡς φῶς τῷ κόσμῳ».
Κοντολογίς, ἐμπνεόμενοι ἀπὸ τὸ θεῖο του παράδειγμα ἂς λάμψωμε καὶ ἐμεῖς ὡς μικρὰ φῶτα, ὥστε ὅλοι μαζί, σύν Θεῷ, νὰ διαλύσωμε τὰ παχυλὰ σκοτάδια τοῦ κόσμου τούτου, πρὸς δόξα Κυρίου καὶ γιὰ τὴν δική μας, διὰ πρεσβειῶν τοῦ Ἁγίου, σωτηρία. Ἀμήν! Γένοιτο!
Ἐνδεικτικὲς Πηγές-βοηθήματα:
-Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Ὁμολογία πίστεως, ἐκδ. Μυριόβιβλος, Ἀθήνα 2004.
-Γερασίμου Μοναχοῦ Μικραγιαννανίτου, Βίος καὶ Πολιτεία τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρὸς ἡμῶν καὶ Σοφωτάτου Διδασκάλου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, ὡς καὶ Ἀκολουθία αύτοῦ, στὸ Συμβουλευτικὸν Ἐγχειρίδιον, ἔκδοσις Σ. Σχοινᾶ, Βόλος, 1969.
-Εὐθυμίου Ἱερομονάχου, Ὁ πρωτότυπος Βίος τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου (1749-1809), ἐπιμέλεια Μοναχοῦ Νικοδήμου (Μπιλάλη), Ἀθῆναι 1990 (ἔκδοσις ὀγδόη).