Κάποτε ὁ Ἅγιος Σπυρίδων βρισκόταν σέ μία Τοπική Σύνοδο στήν Λήδρα τῆς Κύπρου, δηλαδή στή σημερινή Λευκωσία πού ἦταν καί τότε πρωτεύουσα τοῦ Νησιοῦ.
Ἐπίσκοπος Λήδρας ἦταν ὁ μαθητής του Τριφύλλιος, ὁ ὁποῖος ἦταν ἀρχαϊστής καί ὅπως προβλέπουν οἱ Πράξεις τῆς Ἐκκλησίας, προΐστατο τῆς Θείας Λειτουργίας. Ὅλοι οἱ ἄλλοι Ἐπίσκοποι καί Συνεπίσκοποι ἦσαν στό Σύνθρονο. Φαίνεται ἦταν τό Εὐαγγέλιο τοῦ Παραλύτου πού λέγει «ἆρον τόν κράββατόν σου καί ὕπαγε εἰς τόν οἶκον σου.
Ὁ Τριφύλλιος, λόγῳ τοῦ ἀρχαϊσμοῦ του, εἶπε... ἆρον τόν σκίμποδά σου καί ὕπαγε εἰς τόν οἶκον σου. Δέν ἤθελε νά πεῖ τήν λαϊκή αὐτή λέξη... κράββατον, κρεββάτι πού λέμε σήμερα.
Καί τότε ὁ Ἅγιος Σπυρίδων, ὅπως λέγει ὁ ἱστορικός Σωκράτης τοῦ 5ου μ.Χ. Αἰῶνος, σηκώνεται ἐπιδεικτικά καί μέ τά ἄμφια ὅπως ἦταν πήγαινε πρός τήν ἔξοδο. Ὅλοι ἐνόμισαν ὅτι κάτι ἔπαθε, πλησιάζουν καί τοῦ λένε: «Γέροντα τί ἔχεις; Καί τί ἀπήντησε ὁ Ἅγιος Σπυρίδων εἰς ἐπήκοον ὅλων;
Δέν μπορῶ νά μείνω ἐδῶ μ’ ἕναν ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος ντρέπεται νά πεῖ αὐτό πού εἶπε ὁ Χριστός!!!».