Επιτέλους ακόμα και αυτοί που εθελοτυφλούσαν, τώρα κατάλαβαν, ότι η κατάσταση έφτασε στο απροχώρητο.
Του Σωτήρη Μ. Τζούμα
Η Εκκλησία, από την ίδρυσή της, έζησε και αναπνέει μέσα από την Ιεραρχία της. Η Αρχιερωσύνη δεν αποτελεί τίτλο τιμής, αλλά ύψιστη διακονία, σταυρό και προσφορά. Όμως στην εποχή μας, που ο λόγος του Θεού ακούγεται πια σιγανά ενώ ο ήχος των φιλοδοξιών πληθαίνει, υπάρχει ο κίνδυνος η Μίτρα να μετατραπεί από σύμβολο σταυρικής πορείας σε έμβλημα κοσμικής εξουσίας. Και τότε, ο άνθρωπος της Εκκλησίας παύει να διακονεί το θυσιαστήριο και αρχίζει να εξυπηρετεί έναν άλλο βωμό – εκείνον της φιλαυτίας και της ματαιότητας.
Ήμουν πάντοτε υπέρμαχος της εκλογής βοηθών Επισκόπων. Το έβλεπα ως ευκαιρία να αξιωθούν περισσότεροι άγαμοι κληρικοί τη χαρά και την ευθύνη της Αρχιερωσύνης.
Η Εκκλησία μας χρειάζεται νέες φωνές, πνοή νεότητας, πρόσωπα με ιεραποστολικό ζήλο. Όμως κάθε αγαθό, όταν απουσιάζει η διάκριση, μπορεί να μετατραπεί σε πειρασμό. Και σήμερα, δυστυχώς, βρισκόμαστε μπροστά σε μία άλλη πραγματικότητα:ο θεσμός των βοηθών Επισκόπων, από όργανο διακονίας, κινδυνεύει να γίνει μηχανισμός ικανοποίησης φιλοδοξιών και ισορροπιών της Ιεραρχίας.
Οι πρόσφατες εκλογές της Ιεραρχίας, με δύο Μητροπολίτες και πέντε (!) νέους Επισκόπους, απέδειξαν πως ο θεσμός έχει εκτραπεί.
Ο καθένας επιθυμεί να δει «ένα παιδί του» να ανεβαίνει στον τελευταίο βαθμό της Αρχιερωσύνης. Ο Αρχιεπίσκοπος, διπλωματικός και μειλίχιος, δεν χαλά χατίρια μέχρι στιγμής. Το αποτέλεσμα; Ο αριθμός των Επισκόπων να διογκώνεται, αλλά το ποίμνιο συρρικνώνεται. Σε λίγο θα έχουμε μία ακόμη Ιεραρχία Επισκόπων.
Οι Εκκλησίες γεμάτες Μίτρες, αλλά άδεια στασίδια,λαμπρές χειροτονίες, αλλά φτωχά και σιωπηλά κατηχητικά,πλούτος ενδύματος αλλά πενία πνεύματος.
Η Αρχιερωσύνη, όταν γίνεται εύκολα προσπελάσιμη, χάνει την αίγλη της θυσίας. Όταν δεν είναι καρπός σταυρικής πορείας, αλλά αποτέλεσμα ισορροπιών, τότε ο Επίσκοπος παύει να είναι «τύπος Χριστού» και γίνεται απλός διαχειριστής.
Η Μίτρα, αντί να στέφει ένα μαρτύριο, γίνεται διακοσμητικό αντικείμενο. Και τότε ο λαός, που βλέπει, απογοητεύεται – και ο Θεός, που βλέπει βαθύτερα, λυπάται.
Έπειτα έρχεται και το πρακτικό μέρος. Όταν ο θεσμός εκτρέπεται, εμφανίζονται φαινόμενα που τραυματίζουν την εκκλησιαστική εικόνα: έριδες, «λευκά ψηφοδέλτια», παρασκηνιακές συνεννοήσεις, έως και ατυχήματα όπου «άλλον θέλεις να βγάλεις και άλλον βγάζει η κάλπη». (Αναφέρομαι στην εκλογή Βοηθού Επισκόπου για την Μητρόπολη Καισαριανής).
Άλλοτε ήταν η Αγία Κλήρος που προσευχόταν να επιδράσει και να φωτίσει «το Πνεύμα το Άγιον». Τώρα, συχνά, μοιάζει να ενεργούν άλλες δυνάμεις, όπως οι συσχετισμοί, οι φιλίες, οι πιέσεις. Αλλά η Εκκλησία, όταν παίζει με κοσμικούς κανόνες, χάνει το πνευματικό της κύρος.
Επομένως, το πρόβλημα δεν είναι ο θεσμός αυτός καθ’ εαυτός. Ο Επίσκοπος βοηθός ενδέχεται να αναδειχθεί πολύτιμος συνεργάτης, στήριγμα του Ιεράρχου του, φάρος πνευματικής ζωής. Αλλά όταν ο θεσμός γίνεται μηχανισμός «αναρρίχησης» και όχι άσκησης ταπείνωσης, τότε ο σκοπός αλλοιώνεται.
Όπως έλεγε και ο σοφός Χριστόδουλος τότε που είχε πρoκύψει για πρώτη φορά το θέμα των Βοηθών , «αν κάνουμε αρχή, δεν θα μπορούμε να σταματήσουμε».
Και πράγματι, τώρα φθάσαμε σε σημείο που δύσκολα μπορούμε να πούμε «όχι»,διότι ο θεσμός έγινε έθος, και το έθος, πειρασμός.
🔹Η Μίτρα ως Σταυρός, όχι ως στόχος
Η Εκκλησία μας χρειάζεται Επισκόπους, όχι απλώς αξιωματούχους. Ανθρώπους που θα κηρύττουν όχι με εγκυκλίους ή με κηρύγματα που θα διαβάζουν, αλλά με δάκρυα. Χρειάζεται ιερωμένους που θα φορούν τη Μίτρα όχι ως στέμμα, αλλά ως αγκάθινο στεφάνι. Όταν η Αρχιερωσύνη ξαναγίνει σταυρός, τότε θα ξαναλάμψει και η Χάρη της. Αλλιώς, θα συνεχίσουμε να πλουτίζουμε σε τίτλους και να φτωχαίνουμε σε πνεύμα.
Και τότε θα καταλάβουμε – δυστυχώς αργά – πως ο αληθινός βοηθός Επίσκοπος είναι εκείνος που βοηθά πρώτα τον λαό του Θεού και όχι τη φιλοδοξία του εαυτού του.