Στὰ στιχηρὰ τοῦ ἁγ. Δημητρίου τῆς σημερινῆς Κυριακῆς βλέπουμε ὅτι τὰ δύο πρῶτα εἶναι ἀφιερωμένα στὸ πόλεμο τῶν πιστῶν κατὰ τῆς αἱρέσεως καὶ στὶς προσευχές τους νὰ τοὺς λυτρώσει μὲ τὶς πρεσβείαις του ὁ Ἅγιος ἀπὸ τὶς συμφορὲς ποὺ τοὺς βασανίζουν. Διότι οἱ πιστοὶ λόγω τοῦ ἀγῶνος τους κατὰ τῶν αἱρετικῶν διώκονται, αἰχμαλωτίζονται, καταφεύγουν σὲ σπήλαια καὶ στὰ βουνά, περιφέρονται ἀπὸ τόπο σὲ τόπο, ὥστε νὰ μὴν μολυνθοῦν ἀπὸ τὴν αἵρεση καὶ τοὺς αἱρετικούς.
Αὐτὰ τὰ στιχηρὰ δίνουν θάρρος στοὺς σημερινοὺς Χριστιανούς, ποὺ ἀρνούμενοι τὴν αἵρεση ὑψώνουν τεῖχος καὶ ἀποτειχίζουν τοὺς αἱρετικοὺς ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. Τὰ στιχηρὰ δίνουν θάρρος διότι ἀποδεικνύουν, ὅτι σὲ καιροὺς αἱρέσεως ἡ Ἐκκλησία πάντα ἔτσι ἀντιστεκόταν, οἱ δὲ πιστοὶ προτιμοῦσαν νὰ πηγαίνουν στὰ ὄρη καὶ στὰ σπήλαια παρὰ στοὺς ναοὺς ποὺ εἶχαν ὑπὸ τὴν κατοχή τους οἱ αἱρετικοί. Μάλιστα σήμερα οὔτε αἰχμαλωτιζόμαστε οὔτε διωκόμαστε οὔτε πέρνουμε τὰ βουνὰ καὶ τὰ ὄρη. Ἄρα σὲ σύγκριση μὲ τοὺς τότε Χριστιανοὺς τὸ μόνο κοινὸ εἶναι ἡ ἔλλειψη ἱερέων. Κατὰ τὰ ἄλλα μᾶλλον λόγω τῶν ἁμαρτιῶν μας δὲν ὑποφέρουμε σχεδὸν τίποτα.
Αὐτὰ τὰ στιχηρὰ ἐλέγχουν ὅμως παράλληλα ὅλους ὅσους ἰσχυρίζονται ὅτι πολεμοῦν τὴν αἵρεση κοινωνώντας παράλληλα μαζί της καὶ μνημονεύοντας τοὺς αἱρετίζοντες ἐπισκόπους ὡς ὀρθοτομοῦντες, χωρίς νὰ κακοπαθοῦν (βλ. τὸν σημερινὸ Απόστολο) κατηγορώντας μάλιστα ὅσους δὲν τοὺς μιμοῦνται καὶ προτιμοῦν νὰ ἀντισταθοῦν ὡς ἀκραίους καὶ ἄνευ ἐπίγνωσης ζηλωτές, ἐνῶ ἡ Ἐκκκλησία τοὺς ἀναφέρει στοὺς ὕμνους Tης ὡς πράγματι πιστούς.
Καὶ γιὰ νὰ ἀποδειχθεῖ ἡ διαχρονικὴ συμφωνία τῆς Ἐκκλησίας καλοῦμε τὸν ἀναγνώστη νὰ συγκρίνει τὰ στιχηρὰ τῆς ἑορτῆς μὲ τὴν ἀκόλουθη περιγραφὴ τοῦ ἁγ. Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου καὶ τοῦ Μ. Βασιλείου γιὰ τὴν κατάσταση τῶν πιστῶν ποὺ ἀπέφευγαν νὰ λειτουργοῦνται ἐκεῖ ποὺ βρίσκονταν οἱ Αρειανοί:
"Τοῦτο τὸ ποίμνιον ἦν, ὅτε μικρόν τε καὶ ἀτελὲς ἦν... ἀσύντακτον, καὶ ἀνεπίσκοπον, καὶ ἀόριστον, μήτε νομὴν ἐλευθέραν ἔχον, μήτε μάνδρᾳ περιεχόμενον, πλανώμενον ἐν ὄρεσι, καὶ σπηλαίοις καὶ ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς, ἄλλο ἀλλαχοῦ διεσπαρμένον τε καὶ διεῤῥιμμένον, ὡς ἕκαστον ἔτυχε σκεπόμενον, ἢ νεμόμενον, καὶ διακλέπτον ἀγαπητικῶς τὴν ἑαυτοῦ σωτηρίαν" (ἅγ. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος P. G. 36, 460)
«Κεφάλαιον δέ τοῦ κακοῦ οἱ λαοί, τοὺς τῶν προσευχῶν καταλιπόντες οἴκους ἐν ταῖς ἐρήμοις συνάγονται θέαμα ἐλεεινόν, γυναῖκες καὶ παιδία καί γέροντες καὶ οἱ ἄλλως ἀσθενεῖς ἐν ὄμβροις λαβροτάτοις καὶ νιφετοῖς καί ἀνέμοις καὶ παγετῷ τοῦ χειμῶνος, ὁμοίως δὲ καὶ ἐν θέρει ὑπὸ τὴν φλόγα τὴν τοῦ ἡλίου, ἐν τῷ ὑπαίθρῳ ταλαιπωροῦντες. Καὶ ταῦτα πάσχουσι διὰ τὸ τῆς πονηρᾶς ζύμης Ἀρείου γενέσθαι μὴ καταδέχεσθαι» (Μ. Βασιλείου ἐπιστ. 242, Τοῖς Δυτικοῖς, ΕΠΕ 2, 28).
Ἀδαμάντιος Τσακίρογλου
Στιχηρὰ τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου