«…Ὅτι ἀνὴρ ἐπιθυμιῶν εἶ σύ» (Δαν. 9,23)
Ἑορτάζουμε, ἀγαπητοί
μου, τὸν προφήτη Δανιήλ. Νὰ τὸν ἐπαινέσουμε; Δὲν ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ τοὺς
δικούς μας ἐπαίνους. Τὸν ἐγκωμιάζει ἡ Ἐκκλησία μὲ ὡραιότατα τροπάρια.
Εἶνε, λέει, «ἀστὴρ φανότατος», «λαμπρότατος ἥλιος, προφητῶν ὁ
περίδοξος», ὁ «πανάριστος στῦλος τῶν δογμάτων», «κρηπὶς τῆς
οἰκουμένης», «ἡ διόπτρα τοῦ Πνεύματος», δηλαδὴ τὸ πνευματικὸ
τηλεσκόπιο μὲ τὸ ὁποῖο εἶδε τί θὰ συμβῇ στὸ μέλλον (ἑσπ.). Εἶδε θρόνους
καὶ βασιλεῖες νὰ πέφτουν, εἶδε τὶς περίφημες «ἑβδομήκοντα ἑβδομάδας»
(Δαν. 9,24), καὶ τέλος εἶδε τὴν ἔνδοξο βασιλεία τοῦ «Υἱοῦ τοῦ
ἀνθρώπου» (ἔ.ἀ. 7,13-14), τῆς ὁποίας «οὐκ ἔσται τέλος» (Λουκ. 1,33).
Τὸν Δανιὴλ ἐπαινοῦν ὄχι μόνο οἱ ὑμνογράφοι τῆς γῆς ἀλλὰ καὶ οἱ ἄγγελοι τοῦ οὐρανοῦ. Τὸν ἐπαινεῖ –μοναδικὴ περίπτωσις– ὁ ἴδιος
ὁ ἀρχάγγελος Γαβριήλ, ποὺ «οὐρανόθεν ἐπέμφθη εἰπεῖν τῇ Θεοτόκῳ τὸ χαῖρε» (Ἀκάθ. ὕμν. Α). Ὁ ἴδιος ἔλαβε ἐντολὴ νὰ ἔρθῃ καὶ στὸν Δανιήλ. Κι ὅταν ἦρθε, τὸν βρῆκε νὰ κλαίῃ. Οἱ ἅγιοι δὲν γελοῦν· κλαῖνε, ἀλλὰ μέσ᾿ στὸ κλάμα τους εἶνε ἡ χαρὰ τοῦ παραδείσου. Κλαίει ὁ Δανιήλ. ―Γιατί κλαῖς, Δανιήλ; –Κλαίω γιὰ κακοὺς ἱερεῖς, γιὰ ἀσεβεῖς ἄρχοντες, γιὰ τὶς ἁμαρτίες καὶ τὶς συμφορὲς τοῦ λαοῦ μου… Ἔκλαιγε, νήστευε, ἀγρυπνοῦσε, προσευχόταν ὁ Δανιήλ. Σ᾿ αὐτὴ τὴν κατάστασι τὸν βρῆκε ὁ Γαβριήλ, καὶ τοῦ λέει· Μὴν κλαῖς, Δανιήλ. Γιατὶ ἀπ᾿ ὅλους μόνο σ᾿ ἐσένα θ᾿ ἀνοίξῃ ὁ Θεὸς τὰ μυστικά του· σὺ θὰ δῇς τὰ μέλλοντα νὰ συμβοῦν. Καὶ σοῦ ἀξίζει, διότι εἶσαι «ἀνὴρ ἐπιθυμιῶν» (Δαν. 9,23). Τί σημαίνουν ἆραγε οἱ δύο αὐτὲς λέξεις;
Ἀπ᾿ ὅλα τὰ ἐγκώμια οἱ λέξεις αὐτὲς εἶνε τὸ λαμπρότερο στεφάνι. Θὰ προσπαθήσω ν᾿ ἀγγίξω τὸ πέλαγος τῶν νοημάτων ποὺ κλείνουν. Τί σημαίνει, ὅτι ὁ Δανιὴλ εἶνε «ἀνὴρ ἐπιθυμιῶν»;
* * *
Ὁ ἄνθρωπος, ἀγαπητοί μου, κάθε ἄνθρωπος, κλείνει μέσα του ἀμέτρητες ἐπιθυμίες. Τὶς ἐπιθυμίες κατατάσσω σὲ τρεῖς κατηγορίες.
1. Πρώτη κατηγορία εἶνε οἱ φυσικὲς ἐπιθυμίες. Ἐφ᾿ ὅσον ὁ
ἄνθρωπος εἶνε κι αὐτὸς βιολογικὸ ὄν, ἔχει καὶ ἀνάγκες φυσικές. Πρώτη
ἀνάγκη ἡ τροφή. Ἔπειτα ἡ ἀνάγκη τοῦ ποτοῦ, τοῦ νεροῦ· ἡ ἀνάγκη τῆς
ἀναπαύσεως· ἡ ἀνάγκη τοῦ ὕπνου· ἡ ἀνάγκη τῆς ψυχαγωγίας κ.λπ.. Οἱ
ἐπιθυμίες γι᾿ αὐτά, ποὺ ὁ Θεὸς τὶς φύτευσε μέσα μας, δὲν εἶνε
ἀπόβλητες. Γι᾿ αὐτὸ ὁ ἴδιος ἐνδιαφέρεται νὰ καλύπτωνται οἱ ἀνάγκες
αὐτές. Διέταξε νὰ βλαστήσῃ ἡ γῆ χλόη καὶ δέντρα καρποφόρα, νὰ πλασθοῦν
ζῷα ποὺ προσφέρουν γάλα καὶ κρέας. Ἔκανε τὶς πηγὲς καὶ τὰ ποτάμια.
Ἔδωσε τὸν ὕπνο – μέγα δῶρο! Γέμισε τὰ δάση μελῳδικὰ πουλιά. Ὁ Θεὸς
ἐξασφάλισε ὅλα αὐτά. Καὶ ὁ ἄνθρωπος, ἂν ἔχῃ λίγη εὐγνωμοσύνη, πρέπει νὰ
λέῃ· «Εὐλόγει, ἡ ψυχή μου, τὸν Κύριον…· τὸν ἐμπιπλῶντα ἐν ἀγαθοῖς τὴν
ἐπιθυμίαν σου» (Ψαλμ. 102,2-5).
2. Ὑπάρχουν ὅμως καὶ οἱ κακὲς ἐπιθυμίες. Αὐτὲς εἶνε ἢ φυσικὲς
ποὺ ὁ ἄνθρωπος προσπαθεῖ νὰ τὶς ἱκανοποιήσῃ παρανόμως, ὄχι διὰ τῆς
νομίμου ὁδοῦ, ἢ φυσικὲς ποὺ ξεπερνοῦν τὰ ὅρια τοῦ μέτρου καὶ ξεχειλίζουν
σὰν χείμαρροι. Οἱ ἴδιες οἱ ἐπιθυμίες, ἂν δὲν προσέξῃ ὁ ἄνθρωπος,
γεννοῦν πάθη φοβερά, ποὺ κάνουν τὸν ἄνθρωπο δοῦλο. Ἔτσι, ἂν δὲν
προσέξῃς, ἡ ἐπιθυμία τοῦ φαγητοῦ γίνεται λαιμαργία, ἡ ἐπιθυμία τοῦ
ποτοῦ γίνεται μέθη, ἡ ἐπιθυμία τῶν διασκεδάσεων γίνεται φιληδονία καὶ
ἀκολασία, ἡ ἐπιθυμία τῆς δόξης, τῆς τιμῆς καὶ ἀξιοπρεπείας γίνεται
ἀρχομανία καὶ ματαιοδοξία, καὶ ἡ ἐπιθυμία μικρῆς ἰδιοκτησίας, λίγων
πραγμάτων, γίνεται φιλοχρηματία, φιλαργυρία, πλεονεξία. Αὐτὲς εἶνε οἱ
κακὲς ἐπιθυμίες, ποὺ ἀπαγορεύει ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ.
Θυμηθῆτε τὸν Δεκάλογο. Ἡ τελευταία ἐντολή του, κρίκος τῶν
ἐντολῶν Παλαιᾶς καὶ Καινῆς Διαθήκης, λέει· «Οὐκ ἐπιθυμήσεις τὴν
γυναῖκα τοῦ πλησίον σου, οὐκ ἐπιθυμήσεις τὴν οἰκίαν τοῦ πλησίον σου
οὔτε τὸν ἀγρὸν αὐτοῦ οὔτε τὸν παῖδα αὐτοῦ οὔτε τὴν παιδίσκην αὐτοῦ οὔτε
τοῦ βοὸς αὐτοῦ οὔτε τοῦ ὑποζυγίου αὐτοῦ οὔτε παντὸς κτήνους αὐτοῦ οὔτε
ὅσα τῷ πλησίον σου ἐστί» (Ἔξ. 20,17).
Ἰδού, ἀγαπητοί μου, ὅτι ἐπιθυμίες ποὺ ἐξέρχονται ἀπὸ τὰ ὅρια
τοῦ θείου νόμου ἢ ὑπερβαίνουν τὸ μέτρο, εἶνε κακές. Γι᾿ αὐτὲς λέει τὸ
Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, ὅτι «ἡ ἐπιθυμία τῆς σαρκὸς καὶ ἡ ἐπιθυμία τῶν ὀφθαλμῶν
καὶ ἡ ἀλαζονεία τοῦ βίου», αὐτὰ τὰ τρία, δὲν εἶνε «ἐκ τοῦ πατρὸς» τοῦ
οὐρανίου, ἀλλὰ εἶνε «ἐκ τοῦ κόσμου». Καὶ «ὁ κόσμος παράγεται καὶ ἡ
ἐπιθυμία αὐτοῦ»· καὶ μόνο «ὁ ποιῶν τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ μένει εἰς τὸν
αἰῶνα» (Α΄ Ἰω. 2,16-17).
Γιὰ νὰ δῆτε ποῦ ὁδηγοῦν αἱ κακὲς ἐπιθυμίες, σᾶς παρακαλῶ ν᾿
ἀνοίξετε τὴν Παλαιὰ Διαθήκη στὸ βιβλίο τῶν Ἀριθμῶν. Ἐκεῖ θὰ συναντήσετε
τὰ «Μνήματα τῆς ἐπιθυμίας» (Ἀριθμ. 11,34-35· 33,16-17). Τί εἶνε αὐτά;
Οἱ Ἑβραῖοι μὲ ὁδηγὸ τὸ Μωϋσῆ ἔζησαν στὴν ἔρημο σαράντα ὁλόκληρα χρόνια.
Τροφή τους ἐκλεκτὴ καὶ θαυμαστὴ τὸ μάννα τοῦ οὐρανοῦ. Ἀλλ᾿ αὐτοί, μιὰ
τέτοια τροφή, τὴν ἀηδίασαν· ζήτησαν κρέας. Ἡ ἐπιθυμία τους σφοδρά. Ὁ
Μωϋσῆς παρακάλεσε τὸ Θεό. Καὶ ἀπαντᾷ ἡ φωνὴ τοῦ Θεοῦ· Αὔριο θὰ ἔχουν
κρέας· θὰ φᾶνε τόσο πολύ, ποὺ θὰ τοὺς βγῇ ἀπὸ τὴ μύτη, «ἐκ τῶν
μυκτήρων» αὐτῶν (Ἀριθμ. 11,20). Καὶ πράγματι τὸ πρωὶ γέμισε ἡ ἔρημος
ἀπὸ ὀρτύκια. Κ᾿ ἔπεσαν οἱ Ἑβραῖοι στὰ κρέατα σὰν τὰ ὄρνια στὰ ψοφίμια.
Ἔφαγαν ἔφαγαν· τὸ ἀποτέλεσμα; Ἔπαθαν δυσεντερία, καὶ τὴν ἄλλη μέρα
πέθαιναν κατὰ χιλιάδες. Τότε ἄνοιξαν τάφους ἀμέτρητους μέσα στὴν ἔρημο
καὶ τοὺς ἔθαψαν. Ἔτσι ἡ τοποθεσία πῆρε τὸ ὄνομα «Μνήματα ἐπιθυμίας». Ἡ
ἐπιθυμία τους αὐτὴ δὲν ἦταν κατὰ Θεόν. Ἦταν λαιμαργία καὶ γαστριμαργία.
Νά ποῦ ὁδηγοῦν οἱ κακὲς ἐπιθυμίες.
3. Τέλος, ἀδελφοί μου, μετὰ τὶς φυσικὲς ἐπιθυμίες καὶ τὶς
κακὲς ἐπιθυμίες θὰ σᾶς δείξω τὴν τρίτη κατηγορία ἐπιθυμιῶν. Ἀλλὰ γι᾿
αὐτὲς δὲν εἶμαι ἐγὼ κατάλληλος. Γι᾿ αὐτὲς θά ᾿πρεπε νὰ μιλήσῃ ἕνας ἅγιος
Ἀντώνιος, ἕνας ἅγιος Παχώμιος, ἕνας Ἰωάννης Χρυσόστομος καὶ ἕνας
προφήτης Δανιήλ. Εἶνε οἱ ἅγιες ἐπιθυμίες ἢ ἐπιθυμίες τῶν ἁγίων. Ποιές
εἶνε αὐτές; Πρώτη ἐπιθυμία ἑνὸς ἀνθρώπου τοῦ Θεοῦ εἶνε ἡ ἐπιθυμία τῆς
πνευματικῆς τροφῆς, τὸ νὰ γνωρίσῃ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, τὸ θεῖο νόμο, ποὺ
εἶνε γλυκύτερος «ὑπὲρ μέλι καὶ κηρίον» (Ψαλμ. 18,11). Ἐπιθυμία του
εἶνε, αὐτὰ ποὺ διαβάζει ἢ ἀκούει στὴν ἐκκλησία (ψαλσίματα, ἀναγνώσματα,
κήρυγμα, θεία λειτουργία), νὰ τὰ κάνῃ αἷμα καὶ ζωή, ἀγῶνα καὶ μάχη. Ὅπως
ἄλλοι τρέχουν στὰ κέντρα ψυχαγωγίας, αὐτὸς τρέχει στὴν ἐκκλησία· «Ὡς
ἀγαπητὰ τὰ σκηνώματά σου, Κύριε τῶν δυνάμεων. ἐπιποθεῖ καὶ ἐκλείπει ἡ
ψυχή μου εἰς τὰς αὐλὰς τοῦ Κυρίου» (Ψαλμ. 83,2-3). Ἐπιθυμεῖ νὰ
ἐπισκέπτεται τὸν οἶκο τοῦ Θεοῦ. Ἐπιθυμεῖ πρὸ παντὸς νὰ γεύεται τὸ μέγα
μυστήριο τῆς θείας εὐχαριστίας· «Γεύσασθε καὶ δετε ὅτι χρηστὸς ὁ Κύριος»
(Ψαλμ. 33,9). Ποθεῖ τὴν ἕνωσι μὲ τὸν Κύριο. Ἐπιθυμία του τέλος εἶνε,
ὅλος ὁ κόσμος νὰ γνωρίσῃ τὸ Θεὸ καὶ τὸ θέλημά του.
* * *
Τέτοιες ἐπιθυμίες εἶχαν οἱ
ἅγιοι, τέτοιες εἶχε καὶ ὁ προφήτης Δανιήλ. Γι᾿ αὐτὸ ὁ Γαβριὴλ τὸν εἶπε
«ἄνδρα ἐπιθυμιῶν». Θὰ ρωτήσετε· Ὑπάρχουν σήμερα τέτοιοι ἄνθρωποι;
Ὑπάρχουν. Κάποιος ἔπασχε ἀπὸ καρκίνο τῆς γλώσσης. Μετὰ τὴν ἐγχείρησι θὰ
ἔχανε πλέον τὴ λαλιά του. Τὸν ρώτησαν, ποιά θέλει νὰ εἶνε τὰ τελευταῖα
του λόγια. Αὐτὸς εἶπε· «Ἰησοῦς Χριστὸς νικᾷ» – «Μνήσθητί μου, Κύριε,
ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου». Ἦταν σὰν ἐκεῖνα ποὺ εἶπε ὁ ἀπόστολος
Παῦλος «Χριστὸς Ἰησοῦς ἦλθεν εἰς τὸν κόσμον ἁμαρτωλοὺς σῶσαι, ὧν πρῶτός
εἰμι ἐγώ» (Α΄ Τιμ. 1,15).
Ἀδελφοί μου! Σᾶς ἔδωσα ἕνα δειγματολόγιο τῶν ἐπιθυμιῶν·
ἐπιθυμίες φυσικές, ἐπιθυμίες κακές, ἐπιθυμίες ἅγιες. Διαλέξτε καὶ
πάρτε. Ἐὰν ἔχετε ἐπιθυμίες φυσικές, οὔτε ἔπαινος οὔτε κατηγορία. Ἐὰν
ἔχετε ἐπιθυμίες κακές, τότε εἶστε δυστυχεῖς. Ποιός θὰ μᾶς ἐμπνεύσῃ
ἐπιθυμίες ἅγιες, γιὰ νὰ γίνουμε κ᾿ ἐμεῖς ὅπως ὁ Δανιὴλ «ἄνδρες
ἐπιθυμιῶν»;
Σᾶς παρακαλῶ, βάλτε τὸ χέρι στὴν καρδιά, ποὺ εἶνε ἡ ἕδρα τῶν
ἐπιθυμιῶν, καὶ ρωτῆστε· καρδιά, τί ἐπιθυμεῖς; λεπτά, δόξες, μεγαλεῖα,
ἡδονές;… «Πάντα ματαιότης τὰ ἀνθρώπινα…» (νεκρ. ἀκολ.). Μηδὲν οἱ ἔρωτες,
μηδὲν τὰ πλούτη, μηδὲν τὰ ἐπίγεια. Ἂν ἡ καρδιὰ πάσχῃ ἀπὸ ἐπιθυμίες
κακές, τότε γονατίστε καὶ πέστε μαζὶ μὲ τὸν ἄλλο προφήτη, τὸ Δαυΐδ·
«Καρδίαν καθαρὰν κτίσον ἐν ἐμοί, ὁ Θεός» (Ψαλμ. 50,12). Δῶστε μου ἕναν
ἄνθρωπο μὲ καθαρὴ καρδιά, δῶστε μου μιὰ καρδιὰ ποὺ νὰ πάλλῃ γιὰ τὸ Θεὸ
καὶ τὸν πλησίον!
Ἂς προσπαθήσουμε τὶς ἡμέρες αὐτὲς νὰ καθαρίσουμε τὶς καρδιές
μας ἀπὸ τὰ πάθη, γιὰ νὰ γίνῃ κάθε καρδιὰ μιὰ φάτνη, ὅπου θὰ γεννηθῇ μιὰ
φορὰ ἀκόμη ὁ Χριστός· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος