«Ευσέβεια, Πίστις και Δόγματα»


 (Ι. Χρυσόστομος – Κατήχησις 1η – Ε.Π.Ε. 30)
Τοῦ Ν. ΣΑΚΑΛΑΚΗ

Σήμερα, δίνεται από τους οικουμενιστές έμφαση (σκόπιμη) στην απροϋπόθετη «υπακοή» στον Επίσκοπο, στον Γέροντα, ως βασικό στοιχείο–κριτήριο «της προς τον Θεόν αμέσου ενώσεως», ενώ τον κεντρικό πυρήνα, τα δόγματα της Ορθοδοξίας, τα διαχειρίζονται ως μετασχηματιζόμενες γνωστικές λειτουργίες.
Ο Ι. Χρυσόστομος απαντά στο «στρατήγημα» των οικουμενιστών:
«Επεί ουν ο θεμέλιος της ευσεβείας η πίστις εστί, φέρε μικρά περί ταύτης υμίν διαλεχθώμεν ίνα, τον θεμέλιον αρραγή καταβαλόμενοι, ούτω λοιπόν μετά ασφαλείας την πάσαν οικοδομήν ποιησώμεθα».
Μετάφραση: «Επειδή λοιπόν το θεμέλιο της ευσεβείας είναι η πίστη, εμπρός ας σας πω λίγα γι’ αυτήν, ώστε τοποθετώντας στερεό το θεμέλιο, έτσι στη συνέχεια να χτίσουμε όλη την οικοδομή με ασφάλεια» (σελ. 339).
Το σημείο εκκίνησης, η παραίτιος και γονιμοποιός παρέμβαση στην πνευματική ζωή–θέωση, είναι η ενεργός–ορθή πίστις, υπογραμμίζει παραπάνω ο Ι. Χρυσόστομος.
Είναι, η ορθή πίστις, η έγκυρη και αξιόπιστη βασική προϋπόθεσις της υπακοής στον Επίσκοπο ή στον Γέροντα.
Όταν ένας πιστός έχει αυτεπίγνωση των μετατιθέμενων ορίων της πίστεως από τον Επίσκοπο, τότε η «υπακοή» του δημιουργεί «επίπλαστη ευημερία». Αυτή η «υπακοή» στην αίρεση δεν δρομολογεί την εσχατολογική δωρεά της αιωνίου ζωής. Δεν αποτελεί, πλέον, σωτηριολογική πράξη.
Αυτή η απροϋπόθετη στάση «υπακοής» προς τον επίσκοπο–Γέροντα εμπεριέχει παραβλεπτικότητα και αποβλεπτικότητα, σκόπιμη δηλ. έλλειψη συνειδητοποίησης της πτωτικής βαρύτητας των οικουμενιστικών φρονημάτων–δραστηριοτήτων του Επισκόπου ή του Γέροντα.

Αφ’ ης στιγμής ο προεστώς ή ο τοπικός επίσκοπος διατυπώνουν και προωθούν αίρεση, τότε η υπακοή χάνει τον πνευματικό και θεραπευτικό χαρακτήρα της. Επί αυτής της βάσεως εθεμελιώθη ο 15ος Κανόνας της ΑΒ συνόδου και οι αποτειχίσεις των Πατέρων.
Στην Ορθόδοξη Εκκλησία ο Επίσκοπος υπάρχει για να φέρει σωτηρία εν Χριστώ και όχι οικουμενισμό ή κάποια άλλη αίρεση.
Η ποιμαντική εντολή στον Επίσκοπο έρχεται από τον Χριστό και έχει την αρχή της στον ίδιο τον Κύριο.
Ερώτημα: Διακονεί την εν Χριστώ σωτηρία ο Επίσκοπος που είναι μητέρα και τροφός της οικουμενιστικής θεολογίας εν έργω; Ασφαλώς όχι!
Ο Ι. Χρυσόστομος τονίζει κατηγορηματικά:
«Μη σε τις λοιπόν ταραττέτω, τας εκ των οικείων λογισμών ζητήσεις επεισφέρων τοις της Εκκλησίας δόγμασι και τα ορθά και υγιή δόγματα επιθολούν βουλόμενος.
Αλλά φεύγε των τοιούτων τας συνουσίας ως των φαρμάκων τα δηλητήρια. Και γαρ εκείνων ούτοι χαλεπώτεροι· Εκείνα μεν γαρ μέχρι του σώματος ίστησι την βλάβην, ούτοι δε αύτη τη σωτηρία της ψυχής λυμαίνονται».
Μετάφραση: «Ας μη σε ταρράσει πλέον κανείς, προσθέτοντας στα δόγματα της Εκκλησίας τις έρευνες των λογισμών του και θέλοντας να θολώσει τα ορθά και υγιή δόγματα. Αλλά φεύγε τις συναναστροφές αυτών όπως τα δηλητήρια των φαρμάκων. Καθ’ όσον αυτοί είναι πιο φοβεροί από εκείνα· γιατί εκείνα περιορίζουν τη βλάβη μόνο στο σώμα, ενώ αυτοί καταστρέφουν την ίδια τη σωτηρία της ψυχής» (σελ. 34 Ε.Π.Ε. 30).
Παράδειγμα, πρόσφατο, πρόσθεσης στα δόγματα της Εκκλησίας «οικείων λογισμών ζητήσεις» η ψευδοσύνοδος της Κρήτης.
Πεδίο αυτοτελούς θεολογικής περιχαράκωσης «οικείων λογισμών» είναι και η αιρετική δέσμη «δογμάτων» του Σεβ. Περγάμου κ. Ζηζιούλα και του Πατριάρχου  κ. Βαρθολομαίου.
Ως λαϊκά μέλη της Εκκλησίας πονούμε και προσευχόμεθα, βέβαια, για τη σωτηρία τους, για την έξοδό τους από την αίρεση.
Παλαιότερα, ακόμη και άγιοι άνθρωποι, κληρικοί και λαϊκοί, αξιοποιώντας τα θεολογικά–θεωρητικά εργαλεία της Εκκλησίας και των Πατέρων, είχαν καταδικάσει τον οικουμενισμό χωρίς όμως να κατακτήσουν την «δύσκολη Ελευθερία», που είναι οι ορθές αποτειχίσεις των αγίων Πατέρων, γι’ αυτό και σήμερα (εν πολλοίς) η αποτείχιση μνημονεύεται απαξιωτικά ή δυνητικά.
Σήμερα, δίνεται από τους οικουμενιστές (σκόπιμη) έμφαση στο γεγονός αυτό και προβάλλουν ως «παράδειγμα» τους αγίους–οσίους Παΐσιο και Πορφύριο.
Να θυμίσουμε, ότι οι άγιοι Παΐσιος και Πορφύριος, ποτέ:
- Δεν υιοθέτησαν τον οικουμενισμό.
- Δεν λειτούργησαν ως Κεντρικότητες της παναιρέσεως αυτής.
- Δεν αναθεώρησαν τις εκκλησιολογικές θέσεις των Πατέρων.
- Δεν ανέπτυξαν κακοδοξίες.
- Δεν αμφισβήτησαν δόγματα της Εκκλησίας.
- Δεν αμφισβήτησαν την ακρίβεια στην πνευματική ζωή.
- Δεν υιοθέτησαν μετα-Πατερικές διδασκαλίες.
Ο Χριστός τους βαθμολόγησε αγιαστικά–θετικά! Επικαλούμεθα τις πρεσβείες τους. Είναι τελείως διαφορετικοί από τον (οικουμενιστή) Εθνομάρτυρα Χρυσόστομο Σμύρνης και από τον γέροντα Σωφρόνιο του Έσσεξ, που έθεσε την «λογική» του υπεράνω της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου και της διδασκαλίας των Πατέρων στο θέμα της συνοικήσεως μοναχών και μοναζουσών (και όχι μόνο).
Η σημερινή «ομολογιακή» γλώσσα ψελλίζει–εκφράζεται ως (υπεκφυγή) εξής:
- «Μας ενδιαφέρει μόνο η αγάπη και η αγιαστική ζωή της Εκκλησίας».
- «Έχει ο Θεός, θα στείλει τους κατάλληλους ανθρώπους».
- «Έστω και αν γίνει η ένωση όπως το λένε «αυτοί», εγώ θα είμαι Ορθόδοξος. Η Εκκλησία είναι αγία. Ξέρουμε πώς να ζούμε και τι είναι αυτά, που δημιουργούν προβλήματα» (γέροντας Σωφρόνιος του Έσσεξ) – Βλέπε στο βιβλίο «Αναμνήσεις από τον Γέροντα Σωφρόνιο του Έσσεξ» - ΔΗΜ. ΔΑΒΙΤΗ στη σελ. 73.
- «Δεν ήλθε ακόμη ο καιρός για ν’ αντιδράσουμε».
Ερώτημα: Που η Αγία Γραφή ή ποιος Πατέρας διδάσκουν ότι υπάρχει «αγιαστική ζωή» μέσα στην αλλοίωση των δογμάτων, στην κοινωνία με την αίρεση;
Διαπιστώνουμε στους ισχυριζόμενους τα ανωτέρω, μια εσωτερική μεταβολή προς την κατεύθυνση της εδραίωσης του οικουμενισμού. Θέλουν ν’ αγνοούν την σχετική Πατερική πρακτική έναντι των αιρέσεων. Στην πράξη δηλ. απαξιώνουν το Πατερικό και Συνοδικό αρχειακό θεμέλιο της Εκκλησιολογίας.
«Δει γαρ και την διάνοιαν εστηρίχθαι βεβαίως εν τη ευσεβεί πίστει και την γλώτταν δια της ομολογίας κηρύττειν το πεπηγός της διανοίας».
Μετάφραση: «Πρέπει δηλ. και η σκέψη να είναι σταθερά στηριγμένη στην ευσεβή πίστη και η γλώσσα με την ομολογία να διακηρύσσει τη σταθερότητα της σκέψεως» (Ι. Χρυσόστομος – Κατήχησις ΕΠΕ 30, σελ. 339).
ΝΙΚΟΣ Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ, ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΣ