Κυριακή των Βαΐων († Μητροπολίτη Σουρόζ Αντωνίου Bloom)


Εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος.

   Σήμερα, την ημέρα τών Βαΐων στεκόμαστε με δέος και θαυμασμό μπροστά σ’ αυτό που συνέβη, στο πως οι Ιουδαίοι δεν μπόρεσαν να συναντήσουν τον Χριστό, γιατί τον συνάντησαν με την φαντασία ότι Εκείνος είναι ένας ένδοξος βασιλιάς που θα μπορούσε να αναλάβει την εξουσία τώρα με κάθε ισχύ, να επικρατήσει και να καταρρίψει τους αλλόθρησκους, τους Ρωμαίους που είχαν κατακτήσει την χώρα τους, και που θα μπορούσε να επανιδρύσει ένα Βασίλειο, ένα επί γής βασίλειο του Ισραήλ.
      Ξέρουμε ότι Εκείνος δεν ήρθε γι’ αυτό,
       ήρθε για να ιδρύσει ένα Βασίλειο που δεν θα έχει τέλος, ένα βασίλειο αιώνιο, ένα Βασίλειο που δεν θα είναι ανοιχτό σ’ ένα έθνος, αλλά σε όλα τα έθνη, ένα βασίλειο που θα βασιζόταν στη ζωή και τον θάνατο του Υιού του Θεού που έγινε υιός του ανθρώπου.
     Η Μ. Εβδομάδα είναι απ’ την αρχή ώς το τέλος μία περίοδος τρομερής σύγχυσης. Οι Ιουδαίοι συναντούν τον Χριστό στις πύλες της Ιερουσαλήμ επειδή περιμένουν από Εκείνον έναν θριαμβευτή στρατιωτικό ηγέτη, αλλά Εκείνος θα έρθει για να πλύνει τα πόδια των μαθητών Του, να δώσει την ζωή Του για τον κόσμο, αλλά όχι για να κατακτήσει με βία και δύναμη. Κι αυτοί, οι ίδιοι άνθρωποι που Τον πλησίαζαν φωνάζοντας «Ωσαννά, Υιέ Δαυίδ» σε λίγες μέρες θα φωνάξουν «Σταυρωθήτω, σταυρωθήτω» επειδή πρόδωσε τις προσδοκίες τους. Αυτοί προσδοκούσαν έναν επίγειο νικητή και αυτός που βλέπουν είναι ένας νικημένος βασιλιάς. Τον μισούν για την ματαίωση όλων των ελπίδων τους. Αυτό δεν είναι τόσο ξένο για μας στις μέρες μας. 
Πόσοι είναι εκείνοι που απομακρύνονται με έχθρα από τον Χριστό γιατί τους απογοήτευσε στην μία ή στην άλλη ελπίδα τους!
. Θυμάμαι μία γυναίκα που ήταν πιστή όλη την ζωή της, και όταν ο εγγονός της πέθανε -ένα μικρό αγόρι- μου είπε:


     «Δέν πιστεύω πιά στον Θεό· πως μπόρεσε να μου πάρει τον εγγονό μου;».  Κι εγώ της είπα:
   «Άλλα πιστεύατε, ενώ πέθαιναν χιλιάδες, μυριάδες άνθρωποι…».  Με κοίταξε και μου είπε: 
    «Μά γιατί έγινε αυτό σε μένα; Δεν μ’ ενδιαφέρει, αυτά δεν ήταν παιδιά μου».
   Αυτό είναι κάτι που συμβαίνει και σε μας σε μικρότερο βαθμό τόσο συχνά που αμφιταλαντευόμαστε στην πίστη μας, στην εμπιστοσύνη πρός τον Θεό, όταν κάτι που περιμένουμε από Εκείνον να κάνει για μάς, δεν γίνεται, όταν Εκείνος δεν γίνεται ο Υπάκουος υπηρέτης μας, κι όταν προβάλλουμε την επιθυμία μας, Εκείνος δεν λέει «Αμήν» και δεν την πραγματοποιεί.
    Άρα δέν είμαστε τόσο ξένοι από εκείνους τους ανθρώπους που συνάντησαν τον Χριστό στις πύλες της Ιερουσαλήμ και μετά στράφηκαν μακριά Του.
. Καί τώρα, 

μπαίνουμε στην Μ. Εβδομάδα

. Πως αντικρίζουμε αυτά τα γεγονότα; Νομίζω πως οφείλουμε να μπούμε στην Μ. Εβδομάδα όχι σαν θεατές, όχι απλά διαβάζοντας τα σχετικά αποσπάσματα του Ευαγγελίου, πρέπει να μπούμε σαν να είμαστε 
     μέτοχοι των γεγονότων, αλήθεια, διαβάζουμε γι’ αυτά, αλλά θάπρεπε να μπερδευτούμε με το πλήθος που περιβάλλει τον Χριστό και να ρωτήσουμε τους εαυτούς μας: 
«πού βρίσκομαι μέσα σ΄αυτό το πλήθος; Είμαι ένας απ’ αυτούς που λένε: «Ωσαννά, Υιέ Δαυίδ»;

    Είμαι μήπως απ’ τους περιθωριακούς που κραυγάζουν «Σταύρωσον αυτόν»;

     Είμαι κάποιος απ’ τους μαθητές που πίστευαν μέχρι την ώρα που ο έσχατος κίνδυνος φάνηκε να έρχεται;
    Θυμάστε ότι στον κήπο της Γεσθημανή τρείς από τους μαθητές είχαν επιλεγεί για να Του συμπαρασταθούν στις ώρες της υπέρτατης αγωνίας Του, αλλά δεν το έκαναν, ήταν κουρασμένοι, είχαν χάσει το θάρρος τους κι αποκοιμήθηκαν. Τρείς φορές ήρθε σ’ αυτούς, τρείς φορές ήταν μακρυά Του. Δέν συναντάμε τον Χριστό κάτω απ’ τις ίδιες συνθήκες, αλλά συναντάμε τόσους ανθρώπους που είναι σε αγωνία, όχι μόνο γιατί πεθαίνουν σωματικά, …κι αυτό συμβαίνει σε φίλους, σε συγγενείς, σε ανθρώπους γύρω μας που αγωνιούν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Είμαστε ζωντανοί, γεμάτοι ενδιαφέρον γι’ αυτούς, έτοιμοι να τους βοηθήσουμε, στεκόμαστε δίπλα τους, ή αποκοιμιόμαστε, που σημαίνει αποσυρόμαστε, γυρνάμε την πλάτη, τους αφήνουμε σε αγωνία, στον φόβο, στην αθλιότητά τους; Και δεν θα μιλήσω για τον Ιούδα, γιατί κανένας μας δεν έχει πρόθεση να προδώσει τον Χριστό μ’ αυτό τον τρόπο, αλλά 
     δέν τον προδίδουμε όταν απομακρυνόμαστε από τις εντολές Του;
       Όταν λέει: «Σάς δίνω παράδειγμα, ν’ ακολουθήσετε...» κι εμείς κουνάμε τα κεφάλια μας και λέμε:

    «Όχι θέλω μόνο ν’ ακολουθήσω τις επιθυμίες της καρδιάς μου».
    Άς σκεφτούμε τον Πέτρο, τον δυνατότερο, εκείνον που μπορούσε να μιλά εκ μέρους των υπολοίπων, όταν έφθασε να ριψοκινδυνεύσει τη ζωή του, ή μάλλον όχι την ζωή του, απλά ν’ απορριφθεί, γιατί κανείς δεν θέλησε να τον σκοτώσει, αρνήθηκε τον Χριστό τρείς φορές.
   Εμείς τι κάνουμε, όταν έχουμε τέτοια πρόκληση, όταν κινδυνεύουμε να μας κοροϊδέψουν, να γελοιοποιθούμε, να μας απομονώσουν φίλοι και γνωστοί πού σηκώνουν τους ώμους και λένε: «Ά, Χριστιανός; Και πιστεύεις ότι ο Χριστός είναι Θεός, πιστεύεις στο Ευαγγέλιό Του, πιστεύεις ότι θα είναι στο πλάι σου; Πόσο συχνά…! Ώ, ας μην πούμε: «Δέν είμαι…» αλλά ας πούμε: «Ναί, είναι δόξα μου, κι αν θέλεις να Τον σταυρώσεις, αν θέλεις να Τον απορρίψεις, απόρριψε κι εμένα επίσης επειδή επιλέγω να σταθώ στο πλευρό Του, είμαι μαθητής Του ακόμα κι αν με απορρίψουν, ακόμα και αν δεν μου επιτρέψεις να μπώ στο σπίτι σου ξανά».

    Άς σκεφτούμε το πλήθος στον Γολγοθά. Υπήρχαν άνθρωποι που ήταν όργανα στην καταδίκη Του, Τον περιγέλασαν, είχαν πάρει την νίκη τους, τουλάχιστον έτσι νόμιζαν. Ακόμα υπήρχαν οι στρατιώτες, οι στρατιώτες που Τον Σταύρωσαν· είχαν σταυρώσει αμέτρητους ακόμα ανθρώπους, έκαναν την δουλειά τους. Δεν τους ένοιαζε ποιόν σταύρωναν. Κι ο Χριστός προσευχόταν γι’ αυτούς: «Συγχώρησε τους Πατέρα, δεν ξέρουν τι κάνουν…». Δεν σταυρωνόμαστε μέν με φυσικό τρόπο, αλλά λέμε: «Συγχώρησε Πατέρα μου, όλους αυτούς που μας προσβάλλουν, μας απορρίπτουν, που σκοτώνουν την χαρά και σκοτεινιάζουν τις ζωές μας...».
       Τό κάνουμε;   Όχι δεν το κάνουμε.
    Αναγνωρίζουμε τους εαυτούς μας σ’ αυτούς τους σταυρωτές; Καί έπειτα υπήρχε ένα πλήθος ανθρώπων που κατέκλυσαν την πόλη για να δούν έναν άνθρωπο να πεθαίνει, με μία τρελλή περιέργεια, που πιέζει τόσους από μας να γινόμαστε περίεργοι, για όσους υποφέρουν, για όλους εκείνους που αγωνιούν. Θα πείτε, δεν συμβαίνει;

     Ρωτήστε τον εαυτό σας, πως βλέπετε τηλεόραση, πόσο παθιασμένα βλέπετε τα όσα τρομερά συμβαίνουν στην Σομαλία, στο Σουδάν, στην Βοσνία και όποια άλλη χώρα. Τα βλέπετε με ραγισμένη καρδιά; Είναι ότι δεν μπορείτε να υπομείνετε τον τρόμο, αλλά στρέφεστε στον Θεό με προσευχή, και δίνετε, δίνετε γενναιόδωρα ό,τι μπορείτε για να περιοριστεί η πείνα και η μιζέρια; Έτσι είναι; Όχι, είμαστε οι ίδιοι που πήγαν στον Γολγοθά για να δούν κάποιον να πεθαίνει. Περιέργεια, ενδιαφέρον; Ναί, αλίμονο.
     Υπήρχαν ακόμα κι εκείνοι που ήλθαν με την ελπίδα ότι Εκείνος θα πεθάνει· επειδή, όταν Εκείνος πεθάνει στον Σταυρό, εκείνοι θα ελευθερωθούν από τρομερό μήνυμα που Εκείνος φέρνει· ότι οφείλουμε να αγαπάμε τον άλλο, έτσι που να είμαστε έτοιμοι και να πεθάνουμε γι’ αυτόν. Αυτό το μήνυμα της σταυρωμένης, θυσιαστικής αγάπης, θα μπορούσε να καταργηθεί διαπαντός, και για όλους. Κι αν Εκείνος που το κηρύττει, πεθάνει, θα αποδειχθεί ότι Εκείνος είναι ένας ψευδοπροφήτης, ένας ψεύτης.
       Κι ακόμα, υπήρχαν κι εκείνοι που ήρθαν με την ελπίδα ότι θα κατέβει από τον Σταυρό, κι ότι τότε θα μπορούσαν να είναι πιστοί χωρίς ρίσκο, θα ενωθούν με την «μερίδα» των νικητών. Δεν τους μοιάζουμε τόσο συχνά;
       Κι έπειτα το σημείο που πολύ δύσκολα τολμάμε ν’ αντικρύσουμε την Μητέρα του θυσιαζόμενου Υιού του Θεού, η μητέρα του Ιησού, σιωπηλή, προσφέροντας τον θάνατό Του για την σωτηρία του ανθρώπινου γένους, σιωπηλά, σβήνοντας μαζί Του, ώρα την ώρα, και ο μαθητής που γνώριζε με τον νεανικό τρόπο, πως ν’ αγαπά τον Κύριό του, στεκόμενος με φόβο, κοιτάζοντας τον Κύριό του να πεθαίνει και την Μητέρα ν’ αγωνιά. Νοιώθουμε έτσι όταν διαβάζουμε το Ευαγγέλιο, νοιώθουμε την αγωνία στους ανθρώπους γύρω μας;
   Άς μπούμε στην Μ. Εβδομάδα με σκοπό όχι να είμαστε θεατές όσων συμβαίνουν, ας μπερδευτούμε με το πλήθος και σε κάθε βήμα ας ρωτάμε τον εαυτό μας: 
ποιός είμαι μέσα σ’ αυτό το πλήθος;
 Είμαι η Μητέρα; Είμαι ο μαθητής; Είμαι ένας από τους σταυρωτές; Και θα μπορέσουμε να φθάσουμε στην ημέρα της Ανάστασης μαζί μ’ αυτούς για τους οποίους ήταν πραγματικά η ζωή και η ανάσταση· 
    όταν η απελπισία είχε φύγει, ήρθε η νέα ελπίδα, ο Θεός είχε νικήσει.   Αμήν.

                                                                        Πηγή: Εδώ.