Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς ἔζησε, ἀγαπητοί μου, σὲ ἐποχὴ δύσκολη. Οἱ Τοῦρκοι εἶχαν ἐπεκταθῆ· ἡ σημαία τους ἔφτανε ἀπ᾿ τὴ Βιέννη ὣς τὸ Νεῖλο, κι ἀπ᾿ τὴ Βαγδάτη ὣς τὸ Ἀλγέρι. Ἦταν μιὰ ἰσχυρὴ αὐτοκρατορία, ποὺ τὴν ἔτρεμαν μικροὶ καὶ μεγάλοι. Ἰδίως στὴν Ἀλβανία τόσο εἶχαν ἐπιβληθῆ, ὥστε ἀπὸ τὶς 600 χιλιάδες Χριστιανοὺς εἶχαν μείνει μόνο 50 χιλιάδες. Κι αὐτοὶ θὰ ἔσβηναν καὶ θὰ γίνονταν Τοῦρκοι, ἂν δὲν παρουσιαζόταν ὁ ἅγιος Κοσμᾶς.
Κήρυττε ὁ ἅγιος Κοσμᾶς. Ἀλλ᾿ ἀπέναντί του δὲν εἶχε μόνο Χριστιανούς, εἶχε καὶ ἄλλους. Πήγαιναν καὶ ὡς κατάσκοποι, γιὰ νὰ πιάσουν κάποια λέξι ἀπὸ τὰ κηρύγματά του καὶ νὰ τὸν κατηγορήσουν στοὺς πασᾶδες.
Ἐκεῖνος πρόσεχε. Καὶ ἔσπερνε τὰ λόγια τοῦ Θεοῦ στὶς καρδιὲς ὅλων τῶν ἀνθρώπων, καὶ αὐτῶν ἀκόμη τῶν Τούρκων. Ἄλλοι μὲν ἀπὸ αὐτοὺς τὸν μισοῦσαν, ἄλλοι πάλι τὸν ἄκουγαν ἀπὸ περιέργεια –ἔβλεπες μέσα στὰ ἀκροατήριά του νὰ εἶνε κι αὐτοί–, ἄλλοι ὅμως τὸν ἄκουγαν μὲ μεγάλη εὐχαρίστησι. Γιατὶ δὲν ἦταν ὅλοι οἱ Τοῦρκοι κακοί· ὑπῆρχαν καὶ πολλοὶ ποὺ εἶχαν καλὴ καρδιά.
Θὰ ἀναφέρω δυὸ – τρία παραδείγματα.
Κήρυττε ὁ ἅγιος Κοσμᾶς. Ἀλλ᾿ ἀπέναντί του δὲν εἶχε μόνο Χριστιανούς, εἶχε καὶ ἄλλους. Πήγαιναν καὶ ὡς κατάσκοποι, γιὰ νὰ πιάσουν κάποια λέξι ἀπὸ τὰ κηρύγματά του καὶ νὰ τὸν κατηγορήσουν στοὺς πασᾶδες.
Ἐκεῖνος πρόσεχε. Καὶ ἔσπερνε τὰ λόγια τοῦ Θεοῦ στὶς καρδιὲς ὅλων τῶν ἀνθρώπων, καὶ αὐτῶν ἀκόμη τῶν Τούρκων. Ἄλλοι μὲν ἀπὸ αὐτοὺς τὸν μισοῦσαν, ἄλλοι πάλι τὸν ἄκουγαν ἀπὸ περιέργεια –ἔβλεπες μέσα στὰ ἀκροατήριά του νὰ εἶνε κι αὐτοί–, ἄλλοι ὅμως τὸν ἄκουγαν μὲ μεγάλη εὐχαρίστησι. Γιατὶ δὲν ἦταν ὅλοι οἱ Τοῦρκοι κακοί· ὑπῆρχαν καὶ πολλοὶ ποὺ εἶχαν καλὴ καρδιά.
Θὰ ἀναφέρω δυὸ – τρία παραδείγματα.
* * *
⃝Ὁ σπόρος, ποὺ ἔρριχνε ὁ ἅγιος Κοσμᾶς, ἔμοιαζε μὲ τοῦ γεωργοῦ· ποὺ σπέρνει, καὶ ἄλλος πέφτει σὲ ἀγκάθια, ἄλλος σὲ πέτρες, ἄλλος στὸ δρόμο τὸν πατημένο, καὶ ἕνα μικρὸ μέρος τοῦ σπόρου ῥιζώνει στὸ καλὸ τὸ χῶμα. Ἔτσι καὶ οἱ Τοῦρκοι ἦταν ἄλλοι πατημένος δρόμος, ἄλλοι ἀγκάθια, μὲ κακίες καὶ ἐλαττώματα. Ἀλλὰ ἔχουμε καὶ μερικὰ παραδείγματα ὅπως ὁ Κοὺρτ – πασᾶς.
Αὐτὸς ἦταν ἀγᾶς καὶ κυβερνοῦσε ὁλόκληρη τὴν Ἀλβανία· πρωτεύουσά του εἶχε τὸ Βεράτι. Αὐτὸς πῆγε καὶ ἄκουσε τὸν ἅγιο Κοσμᾶ. Καὶ τόσο εὐχαριστήθηκε, ποὺ τοῦ ἔκανε ἕνα σκαμνί, ἄμβωνα, γιὰ ν᾿ ἀνεβαίνῃ νὰ κηρύττῃ. Καὶ ὁ ἅγιος Κοσμᾶς τὸ εἶχε πάντα μαζί του. Ὅπως ἀκριβῶς συνέβη μὲ τὸν Ἡρῴδη καὶ τὸν Πρόδρομο. Ὁ Ἡρῴδης ἦταν ἀλλόφυλλος, ἀλλόπιστος, ἀκόλαστος. Καὶ ὅμως, λέει τὸ Εὐαγγέλιο, στὴν ἀρχὴ ἄκουγε «ἡδέως», δηλαδὴ μὲ εὐχαρίστησι, τὰ λόγια τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου (Μᾶρκ. 6,20). Ἀλλὰ μετά, ἐξ αἰτίας τῆς Ἡρῳδιάδος, τὸν συνέλαβε καὶ τὸν ἔρριξε στὴ φυλακὴ καὶ τέλος τὸν ἀποκεφάλισε.
Ὅπως λοιπὸν ὁ Ἡρῴδης στὴν ἀρχὴ «ἡδέως ἤκουε» τῶν ῥημάτων Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου, ἔτσι καὶ ὁ Κοὺρτ – πασᾶς ἄκουγε εὐχαρίστως τὰ λόγια τοῦ Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ. Ἀλλὰ κατόπιν ἄλλαξε καὶ διέταξε νὰ τὸν θανατώσουν. Πῶς ἄλλαξε; Πῆγαν Ἑβραῖοι ἀπὸ τὰ Γιάννενα στὸ Βεράτι. Ἀπ᾿ αὐτούς βρῆκε τὸ θάνατο ὁ ἅγιος Κοσμᾶς. Τὸν μισοῦσαν, γιατὶ τοὺς ἥλεγχε γιὰ τὴν ἀπιστία καὶ τὴν πλεονεξία τους. Αὐτοὶ πῆγαν καὶ βρῆκαν τὸν Κοὺρτ – πασᾶ. Τοῦ ζήτησαν νὰ τὸν βγάλῃ ἀπὸ τὴ μέση. Ἐκεῖνος δίσταζε στὴν ἀρχή. Ἀλλ᾿ ὅταν τοῦ ἔρριξαν τὰ φλουριά, πουγγιὰ χρυσὲς λίρες, τότε διέταξε καὶ τὸν ἀποκεφάλισαν.
Καὶ ὅπως ὁ Ἰούδας μετανόησε ποὺ παρέδωσε τὸ Χριστό, ἔτσι λένε καὶ ὁ Κοὺρτ – πασᾶς μετανόησε καὶ ἔκλαιγε στὸ σαράι γιατὶ ἔδωσε ἐντολὴ ν᾿ ἀποκεφαλισθῇ ὁ ἅγιος Κοσμᾶς.
⃝ Ἄλλο παράδειγμα εἶνε τὸ ἑξῆς. Ὅταν ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ἔφτασε στὸ Τεπελένι, βρῆκε ἐκεῖ ἕνα ζωηρὸ Τουρκόπουλο 17 – 18 χρονῶν, ποὺ ἔβοσκε ζῷα. Αὐτὸ τὸν ἐρώτησε·
–Δὲ μοῦ λές, πατέρα, τί θὰ γίνω ἐγώ; θὰ κάθωμαι ἐδῶ καὶ θὰ βόσκω πρόβατα καὶ γίδια;
Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς τοῦ λέει·
–Ἐσὺ μιὰ μέρα θὰ γίνῃς μεγάλος. Θὰ νικήσῃς, καὶ θά ᾿χῃς ὅλη τὴν Ἀλβανία δική σου.
Ὕστερα τὸ Τουρκόπουλο τὸν ξαναρωτᾷ·
–Δὲ μοῦ λές, θὰ πάω καὶ στὴν Πόλι;
Λυπημένος τότε ὁ ἅγιος Κοσμᾶς τοῦ εἶπε·
–Θὰ πᾷς, παιδί μου, ἀλλὰ μὲ κόκκινα τὰ γένεια.
Τὸ Τουρκαλβανόπουλο δὲν κατάλαβε τίποτα. Προφητεῖες ἦταν καὶ τὰ δύο ποὺ τοῦ εἶπε. Καὶ οἱ δύο λόγοι πραγματοποιήθηκαν.
Ὁ μικρὸς αὐτὸς ἦταν ὁ μετέπειτα περιβόητος Ἀλῆ – πασᾶς. Ὅταν μεγάλωσε γκρέμισε τὸν Κοὺρτ – πασᾶ, κυρίευσε τὸ σαράι του, καὶ ξάπλωσε τὴν ἐπικράτειά του μέχρι κάτω στὸν Ἀχελῷο. Ἔγινε μεγάλος καὶ πολύς. Γυναῖκα εἶχε τὴν περιβόητη κυρὰ – Βασιλική, ποὺ ἐπέδρασε ἐπάνω στὰ ἄγρια ἤθη του.
Ὁ Ἀλῆ – πασᾶς λοιπὸν τόσο πολὺ ἀγαποῦσε τὸν ἅγιο Κοσμᾶ, ὥστε μετὰ τὸ μαρτύριό του διέταξε νὰ κάνουν μιὰ θήκη καὶ νὰ βάλουν μέσα τὰ λείψανά του. Καὶ τὰ ὑποδέχθηκε στὰ Γιάννενα μὲ μεγάλη τιμή. Γονάτισε καὶ ἀσπάστηκε τὴν κάρα τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ.
Ἀργότερα ὑπερηφανεύτηκε καὶ τά ᾿βαλε μὲ τὸ σουλτᾶνο. Τότε ὁ σουλτᾶνος ἔστειλε στρατεύματα καὶ τὸν πολιώρκησαν στὴ λίμνη τῶν Ἰωαννίνων. Τὸν συνέλαβαν, τοῦ ἔκοψαν τὸ κεφάλι καὶ τό ᾽στειλαν πεσκέσι στὸ σουλτᾶνο. Ἔτσι ὁ Ἀλῆ – πασᾶς πῆγε στὴν Πόλι, ἀλλὰ μὲ κόκκινα τὰ γένεια ἀπὸ τὰ αἵματα.
Εἶχε λοιπὸν ἐπίδρασι τὸ κήρυγμα τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ καὶ στοὺς ἀλλοπίστους, καὶ σ᾿ αὐτοὺς τοὺς Τούρκους ἀκόμη τύπου Ἀλῆ – πασᾶ.
⃝ Παράδειγμα ἀκόμη τῆς μεγάλης ἐπιδράσεως τῶν λόγων τοῦ ἁγίου ἦταν καὶ τὸ ἑξῆς. Καθὼς μιλοῦσε, ἐκεῖ στὰ κακοτράχαλα βουνὰ τῆς Ἠπείρου, βγῆκε μέσα ἀπὸ μιὰ σπηλιὰ ἕνας φοβερὸς λῃστής, ποὺ ἔκοβε κεφάλια. Αὐτὸς εἶπε· Ἂς πάω κ᾿ ἐγὼ νὰ τὸν ἀκούσω αὐτόν… Πάει λοιπὸν κι ὁ λῃστὴς ἐκεῖ. Κρύφτηκε σ᾿ ἕνα μέρος καὶ τὸν ἄκουγε. Τὸν ἄκουγε καὶ δὲν χόρταινε. Τόση ἐντύπωσι τοῦ ἔκαναν τὰ λόγια τοῦ ἁγίου, ποὺ βγῆκε ἀπὸ τὴν κρυψῶνα του, τὸν πλησίασε, ἔσπασε μπροστά του τὰ ὅπλα, τὰ μαχαίρια καὶ τὰ κουμπούρια, κι ἀπὸ τὴν ἡμέρα ἐκείνη ἔγινε Χριστιανός.
Αὐτὸς ἦταν ἀγᾶς καὶ κυβερνοῦσε ὁλόκληρη τὴν Ἀλβανία· πρωτεύουσά του εἶχε τὸ Βεράτι. Αὐτὸς πῆγε καὶ ἄκουσε τὸν ἅγιο Κοσμᾶ. Καὶ τόσο εὐχαριστήθηκε, ποὺ τοῦ ἔκανε ἕνα σκαμνί, ἄμβωνα, γιὰ ν᾿ ἀνεβαίνῃ νὰ κηρύττῃ. Καὶ ὁ ἅγιος Κοσμᾶς τὸ εἶχε πάντα μαζί του. Ὅπως ἀκριβῶς συνέβη μὲ τὸν Ἡρῴδη καὶ τὸν Πρόδρομο. Ὁ Ἡρῴδης ἦταν ἀλλόφυλλος, ἀλλόπιστος, ἀκόλαστος. Καὶ ὅμως, λέει τὸ Εὐαγγέλιο, στὴν ἀρχὴ ἄκουγε «ἡδέως», δηλαδὴ μὲ εὐχαρίστησι, τὰ λόγια τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου (Μᾶρκ. 6,20). Ἀλλὰ μετά, ἐξ αἰτίας τῆς Ἡρῳδιάδος, τὸν συνέλαβε καὶ τὸν ἔρριξε στὴ φυλακὴ καὶ τέλος τὸν ἀποκεφάλισε.
Ὅπως λοιπὸν ὁ Ἡρῴδης στὴν ἀρχὴ «ἡδέως ἤκουε» τῶν ῥημάτων Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου, ἔτσι καὶ ὁ Κοὺρτ – πασᾶς ἄκουγε εὐχαρίστως τὰ λόγια τοῦ Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ. Ἀλλὰ κατόπιν ἄλλαξε καὶ διέταξε νὰ τὸν θανατώσουν. Πῶς ἄλλαξε; Πῆγαν Ἑβραῖοι ἀπὸ τὰ Γιάννενα στὸ Βεράτι. Ἀπ᾿ αὐτούς βρῆκε τὸ θάνατο ὁ ἅγιος Κοσμᾶς. Τὸν μισοῦσαν, γιατὶ τοὺς ἥλεγχε γιὰ τὴν ἀπιστία καὶ τὴν πλεονεξία τους. Αὐτοὶ πῆγαν καὶ βρῆκαν τὸν Κοὺρτ – πασᾶ. Τοῦ ζήτησαν νὰ τὸν βγάλῃ ἀπὸ τὴ μέση. Ἐκεῖνος δίσταζε στὴν ἀρχή. Ἀλλ᾿ ὅταν τοῦ ἔρριξαν τὰ φλουριά, πουγγιὰ χρυσὲς λίρες, τότε διέταξε καὶ τὸν ἀποκεφάλισαν.
Καὶ ὅπως ὁ Ἰούδας μετανόησε ποὺ παρέδωσε τὸ Χριστό, ἔτσι λένε καὶ ὁ Κοὺρτ – πασᾶς μετανόησε καὶ ἔκλαιγε στὸ σαράι γιατὶ ἔδωσε ἐντολὴ ν᾿ ἀποκεφαλισθῇ ὁ ἅγιος Κοσμᾶς.
⃝ Ἄλλο παράδειγμα εἶνε τὸ ἑξῆς. Ὅταν ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ἔφτασε στὸ Τεπελένι, βρῆκε ἐκεῖ ἕνα ζωηρὸ Τουρκόπουλο 17 – 18 χρονῶν, ποὺ ἔβοσκε ζῷα. Αὐτὸ τὸν ἐρώτησε·
–Δὲ μοῦ λές, πατέρα, τί θὰ γίνω ἐγώ; θὰ κάθωμαι ἐδῶ καὶ θὰ βόσκω πρόβατα καὶ γίδια;
Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς τοῦ λέει·
–Ἐσὺ μιὰ μέρα θὰ γίνῃς μεγάλος. Θὰ νικήσῃς, καὶ θά ᾿χῃς ὅλη τὴν Ἀλβανία δική σου.
Ὕστερα τὸ Τουρκόπουλο τὸν ξαναρωτᾷ·
–Δὲ μοῦ λές, θὰ πάω καὶ στὴν Πόλι;
Λυπημένος τότε ὁ ἅγιος Κοσμᾶς τοῦ εἶπε·
–Θὰ πᾷς, παιδί μου, ἀλλὰ μὲ κόκκινα τὰ γένεια.
Τὸ Τουρκαλβανόπουλο δὲν κατάλαβε τίποτα. Προφητεῖες ἦταν καὶ τὰ δύο ποὺ τοῦ εἶπε. Καὶ οἱ δύο λόγοι πραγματοποιήθηκαν.
Ὁ μικρὸς αὐτὸς ἦταν ὁ μετέπειτα περιβόητος Ἀλῆ – πασᾶς. Ὅταν μεγάλωσε γκρέμισε τὸν Κοὺρτ – πασᾶ, κυρίευσε τὸ σαράι του, καὶ ξάπλωσε τὴν ἐπικράτειά του μέχρι κάτω στὸν Ἀχελῷο. Ἔγινε μεγάλος καὶ πολύς. Γυναῖκα εἶχε τὴν περιβόητη κυρὰ – Βασιλική, ποὺ ἐπέδρασε ἐπάνω στὰ ἄγρια ἤθη του.
Ὁ Ἀλῆ – πασᾶς λοιπὸν τόσο πολὺ ἀγαποῦσε τὸν ἅγιο Κοσμᾶ, ὥστε μετὰ τὸ μαρτύριό του διέταξε νὰ κάνουν μιὰ θήκη καὶ νὰ βάλουν μέσα τὰ λείψανά του. Καὶ τὰ ὑποδέχθηκε στὰ Γιάννενα μὲ μεγάλη τιμή. Γονάτισε καὶ ἀσπάστηκε τὴν κάρα τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ.
Ἀργότερα ὑπερηφανεύτηκε καὶ τά ᾿βαλε μὲ τὸ σουλτᾶνο. Τότε ὁ σουλτᾶνος ἔστειλε στρατεύματα καὶ τὸν πολιώρκησαν στὴ λίμνη τῶν Ἰωαννίνων. Τὸν συνέλαβαν, τοῦ ἔκοψαν τὸ κεφάλι καὶ τό ᾽στειλαν πεσκέσι στὸ σουλτᾶνο. Ἔτσι ὁ Ἀλῆ – πασᾶς πῆγε στὴν Πόλι, ἀλλὰ μὲ κόκκινα τὰ γένεια ἀπὸ τὰ αἵματα.
Εἶχε λοιπὸν ἐπίδρασι τὸ κήρυγμα τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ καὶ στοὺς ἀλλοπίστους, καὶ σ᾿ αὐτοὺς τοὺς Τούρκους ἀκόμη τύπου Ἀλῆ – πασᾶ.
⃝ Παράδειγμα ἀκόμη τῆς μεγάλης ἐπιδράσεως τῶν λόγων τοῦ ἁγίου ἦταν καὶ τὸ ἑξῆς. Καθὼς μιλοῦσε, ἐκεῖ στὰ κακοτράχαλα βουνὰ τῆς Ἠπείρου, βγῆκε μέσα ἀπὸ μιὰ σπηλιὰ ἕνας φοβερὸς λῃστής, ποὺ ἔκοβε κεφάλια. Αὐτὸς εἶπε· Ἂς πάω κ᾿ ἐγὼ νὰ τὸν ἀκούσω αὐτόν… Πάει λοιπὸν κι ὁ λῃστὴς ἐκεῖ. Κρύφτηκε σ᾿ ἕνα μέρος καὶ τὸν ἄκουγε. Τὸν ἄκουγε καὶ δὲν χόρταινε. Τόση ἐντύπωσι τοῦ ἔκαναν τὰ λόγια τοῦ ἁγίου, ποὺ βγῆκε ἀπὸ τὴν κρυψῶνα του, τὸν πλησίασε, ἔσπασε μπροστά του τὰ ὅπλα, τὰ μαχαίρια καὶ τὰ κουμπούρια, κι ἀπὸ τὴν ἡμέρα ἐκείνη ἔγινε Χριστιανός.
* * *
Αὐτὸς λοιπὸν ἦταν ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ἀγαπητοί μου, καὶ αὐτὴ ἦταν ἡ ἐπίδρασί του σὲ ψυχὲς καὶ ἀλλοφύλλων καὶ ἀλλοθρήσκων ἀκόμη.
Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ἐκπλήρωσε τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ, ποὺ εἶπε «Οὕτω λαμψάτω τὸ φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν ὑμῶν τὰ καλὰ ἔργα καὶ δοξάσωσι τὸν πατέρα ὑμῶν τὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς» (Ματθ. 5,16). Μὲ τὴ διδασκαλία, μὲ τὰ θαύματα, μὲ τὶς προφητεῖες, μὲ τὸν ἅγιο βίο καὶ τὴν ἄμεμπτη πολιτεία του, ἔλαμψε σὰν φῶς καὶ φώτισε ψυχές.
Τὸ συμπέρασμα. Τότε, ἀπὸ τὴ ζωὴ καὶ τὴ διδασκαλία του καὶ ἄπιστοι καὶ ἄθεοι γίνονταν Χριστιανοί. Σήμερα; Σήμερα ἀντιστράφηκαν τὰ πράγματα. Πιστοὶ γίνονται ἄπιστοι ἐξ αἰτίας ἡμῶν τῶν λεγομένων Χριστιανῶν, κληρικῶν καὶ λαϊκῶν. Βλέπουν οἱ ἄνθρωποι τὰ ἔργα μας, ποὺ δὲν εἶνε χριστιανικά, καὶ ψυχραίνονται. Εἴμαστε Χριστιανοὶ μόνο μέσα στὴν ἐκκλησία, γιὰ μιὰ μονάχα ὥρα. Κι ὅταν βγοῦμε ἔξω εἴμαστε διάβολοι· ἄλλος στὰ λεφτά, ἄλλος στὶς γυναῖκες, ἄλλος στὰ ἀξιώματα… Σκανδαλίζουμε τὸν κόσμο καὶ τὸν ἀπομακρύνουμε ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. Ἐνῷ ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ἔλαμψε σὰν ἥλιος· ἔτσι καὶ οἱ ἄπιστοι ποὺ τὸν ἔβλεπαν γίνονταν Χριστιανοί.
Συνέβη πρὸ ἐτῶν τὸ ἑξῆς φοβερό. Ἦρθαν ἀπὸ τὴν Αἰθιοπία κάποιοι νέοι γιὰ νὰ σπουδάσουν. Ἄκουγαν, ὅτι στὴν Ἑλλάδα ὑπάρχουν παπᾶδες, δεσποτάδες, θεολογικὲς σχολές… Μπῆκαν λοιπὸν στὸ καράβι γιὰ νὰ ᾿ρθοῦν ἐδῶ, ποὺ ἄκουγαν πὼς εἶνε τόπος χριστιανικός. Μόλις ὅμως βγῆκαν στὸ λιμάνι τοῦ Πειραιῶς, ἡ πρώτη λέξι ποὺ ἄκουσαν ἦταν βλαστήμια. Πώ πω πω! φώναξαν, ἔβαλαν τὰ χέρια γιὰ νὰ βουλώσουν τ᾿ αὐτιά τους, καὶ εἶπαν· Νὰ φύγουμε, νὰ φύγουμε ἀπὸ ᾽δῶ… Λοιπὸν τί παράδειγμα νὰ δώσουμε ἐμεῖς;
Ἄχ ἅγιε Κοσμᾶ, ποὺ ἤσουν πραγματικὰ ἅγιος, καὶ ἄπιστοι καὶ Τοῦρκοι πασᾶδες καὶ Ἀλῆ – πασᾶδες ἀκόμα ἔβλεπανε τὴ ζωή σου κι ἄκουγαν τὸ λόγο σου καὶ σὰν μαγνήτης τοὺς τραβοῦσες κοντά σου καὶ τοὺς ἐπηρέαζες κατὰ ποικίλους τρόπους! Ποῦ εἶνε σήμερα τὸ παράδειγμα ἀπὸ τοὺς παπᾶδες καὶ τοὺς δεσποτάδες καὶ τοὺς ἱεροκήρυκες καὶ τοὺς Χριστιανούς; Οἱ Χριστιανὲς γυναῖκες δὲν γεννοῦν παιδιά, οἱ ἄντρες εἶνε φιλάργυροι καὶ πλεονέκτες… Διαβολοποιηθήκαμε!
Νὰ σᾶς πῶ καὶ κάτι ἄλλο; Δὲν θὰ νικήσουμε τοὺς Τούρκους μὲ τὰ ὅπλα, ὄχι. Τὰ ὅπλα μπορεῖ νὰ συμβάλλουν στὸ νὰ ἐπιβληθῇ κανείς, δὲν ἀντιλέγω· ἀλλὰ δὲν εἶνε νίκη αὐτή. Θὰ τοὺς νικήσουμε μὲ τὰ καλά μας ἔργα. Θὰ τοὺς νικήσουμε, ἂν γίνουμε πραγματικοὶ Χριστιανοί. Εἶνε μεγάλο θέμα αὐτό.
Ἂς γίνουμε λοιπὸν πραγματικοὶ Χριστιανοί, Χριστιανοὶ σὰν τὸν ἅγιο Κοσμᾶ. Καὶ τότε ἡ ζωή μας θὰ ἐκπέμπῃ φῶς, γιὰ νὰ φωτιστῇ καὶ ν᾿ ἀλλάξῃ ὁ κόσμος ὅλος· ἀμήν.
Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ἐκπλήρωσε τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ, ποὺ εἶπε «Οὕτω λαμψάτω τὸ φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν ὑμῶν τὰ καλὰ ἔργα καὶ δοξάσωσι τὸν πατέρα ὑμῶν τὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς» (Ματθ. 5,16). Μὲ τὴ διδασκαλία, μὲ τὰ θαύματα, μὲ τὶς προφητεῖες, μὲ τὸν ἅγιο βίο καὶ τὴν ἄμεμπτη πολιτεία του, ἔλαμψε σὰν φῶς καὶ φώτισε ψυχές.
Τὸ συμπέρασμα. Τότε, ἀπὸ τὴ ζωὴ καὶ τὴ διδασκαλία του καὶ ἄπιστοι καὶ ἄθεοι γίνονταν Χριστιανοί. Σήμερα; Σήμερα ἀντιστράφηκαν τὰ πράγματα. Πιστοὶ γίνονται ἄπιστοι ἐξ αἰτίας ἡμῶν τῶν λεγομένων Χριστιανῶν, κληρικῶν καὶ λαϊκῶν. Βλέπουν οἱ ἄνθρωποι τὰ ἔργα μας, ποὺ δὲν εἶνε χριστιανικά, καὶ ψυχραίνονται. Εἴμαστε Χριστιανοὶ μόνο μέσα στὴν ἐκκλησία, γιὰ μιὰ μονάχα ὥρα. Κι ὅταν βγοῦμε ἔξω εἴμαστε διάβολοι· ἄλλος στὰ λεφτά, ἄλλος στὶς γυναῖκες, ἄλλος στὰ ἀξιώματα… Σκανδαλίζουμε τὸν κόσμο καὶ τὸν ἀπομακρύνουμε ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. Ἐνῷ ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ἔλαμψε σὰν ἥλιος· ἔτσι καὶ οἱ ἄπιστοι ποὺ τὸν ἔβλεπαν γίνονταν Χριστιανοί.
Συνέβη πρὸ ἐτῶν τὸ ἑξῆς φοβερό. Ἦρθαν ἀπὸ τὴν Αἰθιοπία κάποιοι νέοι γιὰ νὰ σπουδάσουν. Ἄκουγαν, ὅτι στὴν Ἑλλάδα ὑπάρχουν παπᾶδες, δεσποτάδες, θεολογικὲς σχολές… Μπῆκαν λοιπὸν στὸ καράβι γιὰ νὰ ᾿ρθοῦν ἐδῶ, ποὺ ἄκουγαν πὼς εἶνε τόπος χριστιανικός. Μόλις ὅμως βγῆκαν στὸ λιμάνι τοῦ Πειραιῶς, ἡ πρώτη λέξι ποὺ ἄκουσαν ἦταν βλαστήμια. Πώ πω πω! φώναξαν, ἔβαλαν τὰ χέρια γιὰ νὰ βουλώσουν τ᾿ αὐτιά τους, καὶ εἶπαν· Νὰ φύγουμε, νὰ φύγουμε ἀπὸ ᾽δῶ… Λοιπὸν τί παράδειγμα νὰ δώσουμε ἐμεῖς;
Ἄχ ἅγιε Κοσμᾶ, ποὺ ἤσουν πραγματικὰ ἅγιος, καὶ ἄπιστοι καὶ Τοῦρκοι πασᾶδες καὶ Ἀλῆ – πασᾶδες ἀκόμα ἔβλεπανε τὴ ζωή σου κι ἄκουγαν τὸ λόγο σου καὶ σὰν μαγνήτης τοὺς τραβοῦσες κοντά σου καὶ τοὺς ἐπηρέαζες κατὰ ποικίλους τρόπους! Ποῦ εἶνε σήμερα τὸ παράδειγμα ἀπὸ τοὺς παπᾶδες καὶ τοὺς δεσποτάδες καὶ τοὺς ἱεροκήρυκες καὶ τοὺς Χριστιανούς; Οἱ Χριστιανὲς γυναῖκες δὲν γεννοῦν παιδιά, οἱ ἄντρες εἶνε φιλάργυροι καὶ πλεονέκτες… Διαβολοποιηθήκαμε!
Νὰ σᾶς πῶ καὶ κάτι ἄλλο; Δὲν θὰ νικήσουμε τοὺς Τούρκους μὲ τὰ ὅπλα, ὄχι. Τὰ ὅπλα μπορεῖ νὰ συμβάλλουν στὸ νὰ ἐπιβληθῇ κανείς, δὲν ἀντιλέγω· ἀλλὰ δὲν εἶνε νίκη αὐτή. Θὰ τοὺς νικήσουμε μὲ τὰ καλά μας ἔργα. Θὰ τοὺς νικήσουμε, ἂν γίνουμε πραγματικοὶ Χριστιανοί. Εἶνε μεγάλο θέμα αὐτό.
Ἂς γίνουμε λοιπὸν πραγματικοὶ Χριστιανοί, Χριστιανοὶ σὰν τὸν ἅγιο Κοσμᾶ. Καὶ τότε ἡ ζωή μας θὰ ἐκπέμπῃ φῶς, γιὰ νὰ φωτιστῇ καὶ ν᾿ ἀλλάξῃ ὁ κόσμος ὅλος· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγίου Κοσμᾶ Σιταριᾶς – Φλωρίνης τὴν 24-8-1976.
http://www.augoustinos-kantiotis.gr/?p=82870