– Γέροντα, γιατί ο Άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων λέει ότι οι Μάρτυρες των εσχάτων χρόνων θα είναι «υπέρ πάντας Μάρτυρας»;
Σε μία στιγμή αισθάνθηκα ένα κύμα να με σπρώχνη προς τα εμπρός, γιατί όλοι πήγαιναν προς τα εκεί. Μόλις που σήκωνα το πόδι και προχωρούσα. Θέλω να πω δηλαδή ότι, όταν όλοι πάνε προς ένα μέρος, ένας, και να μη θέλη να πάη, δυσκολεύεται να μην πάη, γιατί τον πάνε οι άλλοι. Σήμερα, αν κάποιος θέλη να ζήση τίμια και πνευματικά, δεν χωράει στον κόσμο, δυσκολεύεται.
Και αν δεν προσέξη, θα τον πάρη ο κατήφορος, το κοσμικό κανάλι. Παλιότερα, ήταν πολύ το καλό, πολλή η αρετή, πολύ το καλό παράδειγμα, και το κακό πνιγόταν στο πολύ καλό και η λίγη αταξία που υπήρχε στον κόσμο ή στα Μοναστήρια δεν φαινόταν και ούτε έβλαπτε. Τώρα τί γίνεται; Το κακό παράδειγμα είναι πολύ, και το λίγο καλό που υπάρχει, περιφρονείται. Γίνεται δηλαδή το αντίθετο, πνίγεται το λίγο καλό στο πολύ κακό, και έτσι κυβερνάει το κακό.
Όταν ένας άνθρωπος ή ένα σύνολο ανθρώπων έχη αγωνιστικό πνεύμα, αυτό πολύ βοηθάει. Γιατί, όταν ένας προχωράη πνευματικά, δεν ωφελεί μόνον τον εαυτό του, αλλά βοηθάει και τον άλλον που τον βλέπει. Και ένας που είναι χαλαρός, πάλι το ίδιο, επιδρά και στους άλλους. Όταν ο ένας χαλαρώνη, ο άλλος χαλαρώνη, τελικά, χωρίς να το καταλαβαίνουν, δεν μένει τίποτε.
Γι’ αυτό το αγωνιστικό πνεύμα πολύ θα βοηθήση μέσα σ’ αυτήν την χαλάρωση που υπάρχει. Αυτό θα πρέπη να το προσέξουμε πολύ, γιατί έφθασαν δυστυχώς σε τέτοιο σημείο οι σημερινοί άνθρωποι, που κάνουν και νόμους ακόμη χαλαρούς και τους επιβάλλουν και στους αγωνιζομένους να τους εφαρμόσουν. Γι’ αυτό οι αγωνιζόμενοι όχι μόνο δεν πρέπει να επηρεάζωνται από το κοσμικό πνεύμα, αλλά και να μη συγκρίνουν τον εαυτό τους με τους κοσμικούς και νομίζουν ότι είναι άγιοι και μετά χαλαρώνουν και γίνονται χειρότεροι και από τους πιο κοσμικούς. Στην πνευματική ζωή δεν θα βάλη κανείς για πρότυπό τους κοσμικούς αλλά τους Αγίους. Καλά είναι να παίρνη κάθε αρετή και να βρίσκη τον Άγιο που την είχε, να μελετά τον βίο του, και τότε θα βλέπη ότι δεν έχει κάνει τίποτε και να προχωρή με ταπείνωση.
Στο στάδιο αυτοί που τρέχουν, δεν κοιτάζουν πίσω να δούν που βρίσκονται οι τελευταίοι, γιατί, αν το κάνουν, θα μείνουν αυτοί τελευταίοι. Όταν προσπαθώ να μιμηθώ τους προχωρημένους, η συνείδηση λεπτύνεται. Όταν όμως βλέπω τους πίσω, δικαιολογώ τον εαυτό μου και λέω ότι δεν είναι σπουδαία τα σφάλματά μου εν συγκρίσει με τα δικά τους. Επαναπαύομαι στον λογισμό μου ότι υπάρχει και ο κατώτερός μου. Έτσι πνίγω την συνείδησή μου ή καλύτερα, καταλήγω να έχω μία καρδιά σοβαντισμένη, αναίσθητη.