π. Αθανάσιος Μυτιληναίος: Κυριακή ΣΤ΄ Λουκά - Είσαι βέβαιος ότι πιστεύεις και ζεις ευαγγελικώς ορθά;
ΚΥΡΙΑΚΗ ΣΤ΄ΛΟΥΚΑ [:Γαλ.1,11-19]
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου [εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 21-10-1990] [Β241]
Ο Απόστολος Παύλος, αγαπητοί μου, εις την προς Γαλάτας επιστολή του, που ανεγνώσθη προηγουμένως, μας δίδει την ευκαιρία να κάνομε μερικές σκέψεις οικοδομητικές. Η αιτία που έγραψε την επιστολή αυτή ήταν ότι μερικοί εξ Ιουδαίων Χριστιανοί, μετά από την αποχώρηση του Παύλου από τις εκκλησίες της Γαλατίας – η Γαλατία ήταν μία μεγάλη περιοχή, επαρχία ήτο της Μικράς Ασίας- άρχισαν αυτοί να καταρρακώνουν το κύρος του το αποστολικόν και να τονίζουν και να λέγουν ότι «για να γίνεις Χριστιανός, πρέπει προηγουμένως να περάσεις από τον Ιουδαϊσμόν· να τηρήσεις και να τηρείς τις νομικές διατάξεις της Παλαιάς Διαθήκης και ιδιαιτέρως μάλιστα την περιτομήν». Δηλαδή να μετέλθει κανείς την περιτομή. Να περιτμηθεί. Αυτό θα πει «να περάσει από τον Ιουδαϊσμόν», και κατόπιν να περάσει στον Χριστιανισμόν.
Ο Απόστολος Παύλος, όταν έμαθε τι αυτοί δίδασκαν και πώς συνετάρασσαν την Εκκλησία της Γαλατίας, τις εκκλησίες της Γαλατίας, έστειλε αυτή του την επιστολή. Και ήθελε να πει ότι ο Κύριος που είπε εις τον Πέτρον να διδάσκει εις τους εξ Ιουδαίων Χριστιανούς, ο ίδιος Κύριος είπε και εις τον Παύλον να διδάσκει τους ειδωλολάτρας, χωρίς να υπάρχει ανάγκη να περάσει κανείς από τον Ιουδαϊσμόν. Αυτός είναι ο κύριος σκοπός που εγράφη η προς Γαλάτας επιστολή.
Και για να δείξει ότι δεν υπάρχει διάστασις μεταξύ του Παύλου που κηρύσσει μη περιτομήν και του Πέτρου που κηρύσσει στους Ιουδαίους- δεν εκήρυσσε την περιτομή, αλλά στους Χριστιανούς τους εκ περιτομής, δεν υπάρχει καμία διαφορά και ότι υπήρχε αγαθή συνεργασία, γράφει στην επιστολή του τα εξής: «Ἒπειτα μετὰ ἔτη τρία ἀνῆλθον εἰς ῾Ιεροσόλυμα ἱστορῆσαι Πέτρον, καὶ ἐπέμεινα πρὸς αὐτὸν ἡμέρας δεκαπέντε». Λέγει ότι ανέβηκε στα Ιεροσόλυμα μετά τρία χρόνια, μετά από την επιστροφή του εις τον Χριστόν, εκεί βρήκε τον Πέτρον, του περιέγραψε τα της ιεραποστολής του και έμεινε κοντά του 15 ημέρες. Πιο κάτω γράφει στην επιστολή του: «Ἒπειτα διὰ δεκατεσσάρων ἐτῶν πάλιν ἀνέβην εἰς Ἱεροσόλυμα (:Ύστερα από δεκατέσσερα χρόνια, πάλι ξανανέβηκα στα Ιεροσόλυμα), ἀνέβην δὲ κατὰ ἀποκάλυψιν (:δηλαδή, μου απεκάλυψε ο Χριστός για να ανέβω στα Ιεροσόλυμα)· καὶ ἀνεθέμην αὐτοῖς τὸ εὐαγγέλιον ὃ κηρύσσω ἐν τοῖς ἔθνεσιν (:τους εξέθεσα το Ευαγγέλιον που κηρύττω εις τους ειδωλολάτρας), κατ᾿ ἰδίαν δὲ τοῖς δοκοῦσι (:επειδή όλοι δεν ήσαν κατηρτισμένοι και μπορούσαν να παρανοήσουν και να παρεξηγήσουν, ‘’εἰς τούς δοκοῦντας στύλους εἶναι’’, ότι ήσαν οι στύλοι της Εκκλησίας -όπως οι Απόστολοι και ο άγιος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος- και σ’ αυτούς, λέγει, ιδιαιτέρως τα είπα αυτά), μήπως εἰς κενὸν τρέχω ἢ ἔδραμον (:Μήπως, λέει, τρέχω κούφια ή έχω τρέξει κούφια- Δηλαδή χωρίς αποτέλεσμα, χωρίς καρπόν)».
Ο Παύλος, όμως, προσέξτε αυτό το σημείο, ήτο θεόπνευστος, ήτο θεοδίδακτος. Και συνεπώς ό,τι εδίδασκε ήτο γνήσιο και αληθινό. Ήθελε όμως να κάνει κοινωνούς της διδασκαλίας του, των όσων εδίδασκε δηλαδή, και τους άλλους Αποστόλους. Όχι να πάρει την έγκρισή τους. Δεν υπήρχε τέτοιο θέμα. Κι όταν γράφει «μήπως έτρεξα ή τρέχω στον αέρα, στο κενό», θα λέγαμε τούτο, ο ίδιος ο Παύλος γράφει κάπου ότι ήτο «ἰδιώτης». «Ἰδιώτης» στην αρχαία Ελληνική θα πει αγράμματος. Ο Ιερός Χρυσόστομος, που ερμηνεύει το χωρίο αυτό και γενικά ήταν ο θαυμαστής του Παύλου και ο εξαίσιος ερμηνευτής του Παύλου, γράφει, ο πολύς Χρυσόστομος: «Ἰδιώτης ὁ Παῦλος;». Δηλαδή: «Αγράμματος ο Παύλος;». Όπως λοιπόν γράφει ο ίδιος για τον εαυτόν του ότι είναι αγράμματος, έτσι κι εδώ τώρα εμφανίζεται να φοβείται «μήπως εἰς κενὸν τρέχει ἢ ἔδραμε». Δεν υπήρχε αυτή η περίπτωση. Όμως το αναφέρει. Θα έλεγα όμως ότι για τον Παύλο δεν υπήρχε, υπάρχει όμως για μας. Διότι ούτε θεόπνευστοι είμαστε, ούτε Απόστολοι είμαστε. Και θα πρέπει ακριβώς να εκφράσομε φόβους για τον εαυτό μας, σας είπα, λίγες σκέψεις θα πούμε, που αφορούν στην οικοδομή μας, πρέπει λοιπόν να φοβόμαστε τον εαυτό μας ως προς το θέμα και της πίστεως και της ζωής. Πώς πιστεύομε; Πώς ζούμε; Αυτό ακριβώς, αγαπητοί μου, θα πρέπει να δούμε με λίγα λόγια σήμερα.
Πολλές φορές μας δίδεται η ψευδαίσθησις ότι η πίστις μας είναι ορθή. Και η ζωή μας είναι σύμφωνη με το Ευαγγέλιο. Όλοι έτσι νομίζομε. Κάθε Χριστιανός. Αυτό πιστεύει. Θα δείτε να σου λένε: «Είμαι καλός Χριστιανός. Ζω όπως θέλει ο Θεός». Έτσι λένε οι άνθρωποι οι Χριστιανοί. Αυτό όμως δεν είναι το δεδομένον, αλλά είναι το ζητούμενον. Λες ότι είσαι καλός Χριστιανός. Θα πάρω την φράση σου, και θα βάλω ένα ερωτηματικό. Είσαι καλός Χριστιανός; Και πρώτιστα εσύ πρέπει να ερωτήσεις: «Είμαι καλός Χριστιανός; Η ζωή μου και η πίστις μου είναι σύμφωνα με το Ευαγγέλιον;». Γιατί αν δεν είναι, τότε χάνω μία μεγάλη υπόθεση. Χάνω την σωτηρία.
Ο Απόστολος Παύλος λέγει: «Ἐὰν δὲ καὶ ἀθλῇ τις, οὐ στεφανοῦται, ἐὰν μὴ νομίμως ἀθλήσῃ». «Εάν», λέγει, «κανείς αθλεί» -δηλαδή είναι αθλητής εις τον χώρον, εις το σκάμμα, εις τον στίβον, αν θέλετε, τον πνευματικόν- εάν λοιπόν κανείς αθλεί, θα πρέπει να εξετάσει και να έχει υπόψιν του ότι δεν στεφανώνεται, εάν νόμιμα δεν αθλήσει». Τι είναι το «νόμιμα»; Να σας πω ένα μικρό παράδειγμα. Είναι πέντε στη σειρά και ξεκινούν για να τρέξουν. Περιμένουν το σύνθημα για να τρέξουν. Εάν κάποιος τρέξει πιο γρηγορότερα, δηλαδή σηκωθεί, ξεκινήσει πιο γρηγορότερα, αναμφισβήτητα αυτός αποκλείεται από τον αγώνα. Γιατί; Διότι δεν ήθλησε νόμιμα, σύμφωνα με τους κανονισμούς και τους νόμους του αθλήματος. Αυτό λοιπόν το «νομίμως» το ερευνούμε; Ζω νόμιμη άθληση; Ζω νόμιμον Χριστιανισμόν; Ζω νόμιμα; Όπως δηλαδή θα ήταν σύμφωνα με τους κανόνες; Ποιους κανόνες; Της Εκκλησίας, του Ευαγγελίου. Όπως ο Θεός θα ήθελε; Γι'αυτό και οι Πατέρες της Εκκλησίας μας αγαπητοί μου, ηγωνίζοντο δια την ορθήν πίστιν, βλέπετε, συγκροτούσαν Οικουμενικάς Συνόδους - μερικοί τους λένε ότι ήσαν φανατικοί. Δεν ήσαν φανατικοί. Αλλά, όπως θα δείτε στην συνέχεια, το θέμα είναι ότι πρέπει να φθάσομε στην ακρίβεια, στην αληθή γνώση. Από αυτήν δε την γνώση, τη σωστή, την αληθινή, την γνώση της πίστεως, Ποιος είναι ο Θεός, πώς λατρεύεται ο Θεός, απορρέει η ορθή ζωή. Έτσι, εκ της Ορθο-δοξίας, απορρέει η ορθο-πραξία. Από την ορθήν πίστιν, η ορθή πράξις.
Πώς όμως μπορούμε να γνωρίζομε ότι η ζωή μας και η πίστη μας είναι σύμφωνη με το Ευαγγέλιο; Από πού μπορούμε να το γνωρίζομε αυτό;
Πρώτον. Αν μελετούμε παντοτινά και σωστά τον λόγο του Θεού. Και όταν λέω «σωστά» εννοώ όχι μετά προσοχής μόνο, αλλά θα δω, οι Πατέρες πώς ερμηνεύουν την Αγίαν Γραφήν; Μια λέξη, να πάω να δω, στους Πατέρες. Είναι δύσκολο; Όχι, δεν είναι δύσκολο. Δεν είναι της ώρας να σας πω πόσο εύκολο είναι να τα βρούμε αυτά τα πράγματα. Υπάρχουν άφθονα βιβλία, άφθονα. Να μπορώ να βρω αυτή την λέξη, πώς την ερμηνεύουν; Να μην την εκλάβω εσφαλμένα. Γιατί αν εσφαλμένα την εκλάβω και την ερμηνεύσω, εσφαλμένα και θα την ζήσω. Είναι πάρα πολύ φυσικό. Πρέπει λοιπόν εκεί γνωρίζοντας να συγκρίνομε την ζωή μας με εκείνα που λέγει ο λόγος του Θεού. «Η άγνοια των Γραφών», λέγει ο Ιερός Χρυσόστομος, «και την λύμην (:την καταστροφή) των αιρέσεων εισάγει και τον διεφθαρμένο βίο συντηρεί». Πάρα πολλοί άνθρωποι ζουν διεφθαρμένα, μόνο και μόνο διότι δεν γνωρίζουν τι λέγει ο Θεός πάνω σ’ αυτό. Σας βεβαιώνω, στους χίλιους Χριστιανούς μας, ίσως ο ένας ξέρει τι σημαίνει πορνεία. Ίσως ο ένας ξέρει. Άστε ότι πάρα πολλοί, ούτε καν θεωρούν ότι είναι αμαρτία, αλλά γιατί είναι αμαρτία, δεν το γνωρίζουν. Ίσως ένας στους χίλιους. Δεν είμαι υπερβολικός, σας λέγω την αλήθεια. «Κι ακόμα», λέγει, «η άγνοια των γραφών τα πάντα αναποδογυρίζει», λέει ο ιερός πατήρ.
Δεύτερον. Χρειάζεται ταπείνωσις. Όταν προσεγγίζομε την Αγία Γραφή, δεν θα την μελετούμε με το πνεύμα ότι αυτά τα λέει για τους άλλους. Ξέρετε πόσες φορές όταν ακούγεται ένα κήρυγμα και ακούσουν οι ακροαταί, μάλιστα δείχνουν, αν υποτεθεί ότι υπήρχαν σημεία που ηλέγχθησαν, ότι αυτοί είναι αδιάφοροι, ότι είναι πολύ εντάξει, ότι εκείνα τα οποία ελέγχθησαν, δεν τους εγγίζουν. Και λέγουν μεταξύ τους μετά: «Ωραία τους τα είπε ο ιεροκήρυκας». Δεν λένε: «Ωραία μας τα είπε». Βγάζουν τον εαυτό τους. Γι'αυτό λένε οι Πατέρες: «Εκείνος που έχει έργο πνευματικό, ό,τι μελετά, εις εαυτόν – λέγει- νοήσει(:θα τα λογαριάσει, θα τα σκεφθεί για τον εαυτό του) και όχι εις ετέρους-όχι εις τους άλλους)». Αυτό λέγουν οι Πατέρες. Συνεπώς βλέπομε ότι χρειάζεται η ταπείνωσις. Ούτε θα κάνω κριτική στον λόγο του Θεού. Ούτε θα λέγω αν τα λέει καλά ή δεν τα λέει καλά ο λόγος του Θεού. Ούτε θα κάνω επιλογή· αυτό μ’ αρέσει και το κρατώ κι εκείνο δεν μ’ αρέσει και το απορρίπτω. Αυτό θα πει προσεγγίζω με ταπείνωση.
Τρίτον. Χρειάζεται ακόμη και γνώσις και βίωσις ακριβής. Αν απαγορεύεται η άγνοια του νόμου μιας πολιτείας, πόσο περισσότερο απαγορεύεται η άγνοια του νόμου του Θεού; Δεν επιτρέπεται. Από πού θα τον μάθω; Όπως σας είπα προηγουμένως, με την μελέτη και με την ακρόαση. Αλλά χρειάζεται και βίωσις ακριβής. Δηλαδή να βιώσω εκείνα τα οποία πληροφορούμαι από τον λόγο του Θεού με ακρίβεια. Ο Παύλος λέγει για τον εαυτόν του, πώς ζούσε πρώτα εις τον Ιουδαϊσμόν, σε μια του απολογία. Λέγει ότι ήτο «πεπαιδευμένος κατὰ ἀκρίβειαν τοῦ πατρῴου νόμου». Δηλαδή, είχε παιδαγωγηθεί, είχε μορφωθεί σύμφωνα με τον νόμο «τοῦ πατρῴου», δηλαδή των προγόνων –προσέξτε- «κατὰ ἀκρίβειαν», ακριβώς. Αλλά και ο ίδιος ο Παύλος συνιστά και λέγει στην προς Εφεσίους επιστολή του: «Βλέπετε πῶς ἀκριβῶς περιπατεῖτε!».«Περιπατῶ» θα πει ζω, πολιτεύομαι. «Προσέχετε», λέγει, «πώς με ακρίβεια πολιτεύεστε την ζωή σας». Αυτό το «ἀκριβῶς». Επιμένω σ’ αυτό.
Αν αυτή η ακρίβεια, αγαπητοί, δεν ήτο αναγκαία, τότε δεν θα εσημειούτο εκείνη η περίπτωση διορθώσεως του Απολλώ. Ποιος ήτο ο Απολλώ; Ο Απολλώ ήταν ένας Ιουδαίους, έγινε Χριστιανός, Αλεξανδρεύς ήτο. Ακούστε, να μην σας τα διηγούμαι, λέει ο Ευαγγελιστής Λουκάς τα εξής εις το 18ον κεφάλαιον των Πράξεων: «᾿Ιουδαῖος δέ τις ᾿Απολλὼς ὀνόματι (:Κάποιος Ιουδαίος, ονόματι Απολλώς), ᾿Αλεξανδρεὺς τῷ γένει(:κατήγετο από την Αλεξάνδρειαν), ἀνὴρ λόγιος (: μορφωμένος), κατήντησεν εἰς ῎Εφεσον, δυνατὸς ὢν ἐν ταῖς γραφαῖς (: έφτασε στην Έφεσο και ήτο δυνατός εις την ερμηνείαν των γραφών-Βλέπετε πόσα προσόντα;). Οὗτος ἦν κατηχημένος τὴν ὁδὸν τοῦ Κυρίου, καὶ ζέων τῷ πνεύματι ἐλάλει καὶ ἐδίδασκεν ἀκριβῶς τὰ περὶ τοῦ Κυρίου (:Ήταν –λέγει- ζωντανός στο πνεύμα, έβραζε το πνεύμα του. Και ακόμη κατηχημένος το περιεχόμενο της πίστεως και εδίδασκε με ακρίβεια), ἐπιστάμενος μόνον τὸ βάπτισμα ᾿Ιωάννου (: εγνώριζε όμως μόνο το βάπτισμα του Ιωάννου, το οποίον δεν ήτο βάπτισμα αφέσεως, αλλά ήτο βάπτισμα μετανοίας). Οὗτός τε ἤρξατο παρρησιάζεσθαι ἐν τῇ συναγωγῇ (:Άρχισε να παρουσιάζεται στην συναγωγή και να κηρύττει). Ἀκούσαντες δὲ αὐτοῦ ᾿Ακύλας καὶ Πρίσκιλλα –Αυτό το θαυμάσιο ζευγάρι, σύζυγοι ήσαν. Προπαντός η Πρίσκιλλα, καταπληκτική γυναίκα! -προσελάβοντο αὐτὸν καὶ ἀκριβέστερον αὐτῷ ἐξέθεντο τὴν ὁδὸν τοῦ Θεοῦ». Τον άκουσαν. «Α… Κάποια σημεία δεν τα λέει καλά». Τον πήραν ιδιαιτέρως και τον εδίδαξαν ακριβέστερον. Ήτο ακριβής και τον διδάσκουν ακόμη ακριβέστερον. Γιατί τα γράφει άραγε ο λόγος του Θεού αυτά; Έτσι για φιλολογία; Γιατί απλούστατα μόνο εάν έχομε ακρίβεια εις την γνώσιν και εις την πνευματική ζωή, τότε μόνον δεν θα τρέχομε εις κενόν, που λέγει ο Απόστολος Παύλος.
Τέταρτον. Χρειάζεται ακόμα και μία ανακοινωτικότης. Να είμαστε ανακοινωτικοί εις τους αδελφούς και εις τους οικείους της πίστεως. Κάτι θα μας βρουν. Κάτι θα τους βρούμε. Να μας το πουν, να τους το πούμε. Αυτή η ανακοινωτικότητα. Αλλά και στην προσευχή μας πρέπει να ανακοινώνουμε τα σχέδιά μας εις τον Θεόν. «Κύριε, σκέπτομαι να κάνω αυτό. Το εγκρίνεις; Το θέλεις;». Δεν πρέπει να μένω στις δικές μου τις σκέψεις, γιατί είναι επικίνδυνο πράγμα. Θα το δούμε λίγο πιο κάτω. Ιδιαιτέρως θα πούμε τι σκεφτόμαστε και πώς ενεργούμε. Πού; Στον πνευματικό μας. Στον πνευματικό μας θα πούμε τα σχέδιά μας, θα πούμε τις σκέψεις μας, τους λογισμούς μας. Διότι έστω κι αν μοιάζουν ότι οι λογισμοί μας και τα σχέδιά μας είναι αγαθά, αλλά εάν δεν ανακοινώσουμε, τότε «ο διάβολος μάς κλέπτει», όπως λένε οι Πατέρες, «από τα δεξιά».
Ένα ακόμα σημείον, πέμπτον είναι η ιδιορρυθμία. Η ιδιορρυθμία είναι επικίνδυνο πράγμα. Ο sui generis άνθρωπος, ο ιδιόρρυθμος άνθρωπος, ο ιδιότυπος άνθρωπος, ο οποίος πάρα πολύ εύκολα μπορεί να πλανηθεί. Γράφει ο άγιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης: «Κοντά και γύρω στους ιδιόρρυθμους, περιφέρονται οι δαίμονες, ετοιμάζοντας παγίδες λογισμών και λάκκους πτώσεων και όλεθρο διαμέσου των φαντασιών. Και δεν πρέπει να απορούμε αν κάποιος πλανήθηκε ή έχασε τον νου του ή δέχεται πλάνη. Ή βλέπει πράγματα ξένα προς την αλήθεια ή λέει από απειρία και άγνοια πράγματα που δεν πρέπει». Αυτός κινείται ιδιόρρυθμα. Κινείται με οδηγό του το ίδιο του το μυαλό. Ό,τι του πει το μυαλό του, αυτό κάνει. Δεν θέλει κανέναν να συμβουλευτεί.
Και τέλος, τέλος, αγαπητοί, είναι οι κρυπτόμενοι λογισμοί. Οι λογισμοί που υπάρχουν μέσα μας και δεν τους λέμε. Χρειάζεται εξαγόρευσις. Και κυρίως εις τον πνευματικό μας. Ποτέ μην εμπιστευθούμε τον εαυτόν μας στους λογισμούς μας. Σας το είπα και προηγουμένως, είτε κακοί είναι αυτοί, είτε αγαθοί είναι αυτοί. Οι λογισμοί οδηγούν εις την υπερηφάνειαν, εάν δεν αποκαλυφθούν. Και συνηθίζουν οι δαίμονες να υποβάλλουν την ιδέαν ότι δεν πρέπει να πούμε τους λογισμούς μας. Ότι οι άλλοι δεν θα μας κατανοήσουν, δεν θα μας καταλάβουν. «Μην το πεις στον πνευματικό σου, δεν θα σε καταλάβει. Θα σε εμποδίσει. Δεν θα σε αφήσει να κάνεις το σχέδιό σου, το οποίον είναι τόσο ωραίο, τόσο σπουδαίο. Μην πεις τους λογισμούς σου». Εκεί ακριβώς, αγαπητοί μου, είναι η μεγάλη παγίδα, που τελικά μας κάνει να απομακρυνόμεθα από την σωτηρία μας.
Αγαπητοί μου, αν θέλομε να υπακούσομε στην ψυχή και να γνωρίζουμε ότι βαδίζομε έναν σωστό δρόμο, πρέπει να διαθέτομε μιαν αυτογνωσία. Και η αυτογνωσία αυτή δημιουργείται με την ταπείνωση και την γνώση του λόγου του Θεού. Μ΄ αυτά τα δυο. Πρέπει κάθε στιγμή να κάνομε αναθεώρηση της πορείας μας. Πηγαίνω καλά; Ή αν θέλετε, επιθεώρηση της πορείας μας. Πώς πηγαίνω στην ζωή μου; Περπατάω καλά; Ποτέ μην μας καταλάβει το αίσθημα της πνευματικής αυταρκείας. Ότι πηγαίνω καλά. Είδατε, οι Φαρισαίοι είχαν αυτήν την πνευματικήν αυτάρκειαν. Πίστευαν οι ταλαίπωροι ότι είναι φτασμένοι και ότι είναι επάνω στον σωστό δρόμο. Ο θεόπνευστος Παύλος εφοβείτο και διαρκώς επέβλεπε στην πνευματική του πορεία. Ένας θεόπνευστος Παύλος έλεγε: «Ἐγώ τοίνυν οὕτω τρέχω, ὡς οὐκ ἀδήλως (:Εγώ λοιπόν έτσι τρέχω, μετά γνώσεως, όχι χωρίς γνώση), οὕτω πυκτεύω (=πυγμαχώ· έτσι, λέει, πυγμαχώ) ὡς οὐκ ἀέρα δέρων (:όχι χτυπώντας τον αέρα - Θα το λέγαμε αν το μεταφράζαμε νεοελληνικά: «Δεν κοπανάω αέρα». Αυτήν την έκφραση θα το λέγαμε), ἀλλ᾿ ὑποπιάζω μου τὸ σῶμα καὶ δουλαγωγῶ (-ὑποπιάζω =το υποβάλλω σε δοκιμασία και το κρατώ δούλο το σώμα μου), μήπως ἄλλοις κηρύξας αὐτὸς ἀδόκιμος γένωμαι». «Μήπως στους άλλους τα είπα καλά, εγώ όμως αποδειχθώ αδόκιμος άνθρωπος». Βλέπετε πώς επιτηρούσε τον εαυτόν του; Ο θεόπνευστος Παύλος.
Και πάλι μας λέγει: «Μετά φόβου καί τρόμου κατεργαζόμενοι τήν ἡμῶν σωτηρίαν». «Να κατεργάζεστε», όχι «να εργάζεστε», «να κατεργάζεστε -βάζει και την πρόθεση «κατά» για να δείξει το έντονον- όχι με φόβο την σωτηρία σας, αλλά και με τρόμο να κατεργάζεστε την σωτηρία σας». Αν, λοιπόν, μπει ο φόβος και ο τρόμος του Θεού μέσα στην ψυχή μας, δεν θα ζούμε τότε κατά τύχην, αλλά «κατά τέχνην», όπως έλεγε ο Πλάτων. Δηλαδή κατ’ επιστήμην, δηλαδή θα ξέρομε τι κάνομε. Γιατί οι πιο πολλοί Χριστιανοί μας ζουν πνευματική ζωή κατά τύχην, όπως έρθει. Ακούσατε; Όπως έρθει. Κατά τύχην. Πρέπει λοιπόν, όταν λέω «κατά τέχνην», να συγκρίνω και την ζωή μου και την πίστη μου με το Ευαγγέλιον και με την ζωή των αγίων. Βέβαια αιώνιον πρότυπον είναι ο Ιησούς Χριστός ως άνθρωπος. Καλούμεθα να μιμηθούμε. Μην πει κανείς: «Μα, θα μοιάσω του Χριστού;». Αυτό λέει η Αγία Γραφή. Ο Απόστολος Πέτρος λέγει, για να ακολουθήσομε τα χνάρια Του: «Ὑπολιμπάνων ὑμῖν ὑπογραμμόν». «Ὑπογραμμός» θα πει υπόδειγμα. Ναι. Έχομε λοιπόν τον Χριστόν. Έχομε το Ευαγγέλιο που μιλά για τον Χριστόν. Έχομε την ζωή των αγίων. Ο Παύλος ο θεόπνευστος, αγαπητοί μου, έτσι έκανε. Κι εμείς οφείλομε να κάνομε το ίδιο. Αυτό εξάλλου αποτελεί και την ασφάλεια και την δική μας την σωτηρία.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
ψηφιοποίηση της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας και επιμέλεια: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_487.mp3