Ἐσχατολογία

 

Oἱ χιλιαστικές ἀντιλήψεις τῆς κίνησης ἀπορρίπτονται ἀπό τήν ἁγία Γραφή.

Ὁ Ἰωάννης βλέπει τόν Ἄγγελο νά «δένει» τόν Δράκοντα γιά «χίλια ἔτη», στά ὁποῖα βασιλεύουν ὅσοι δέν προσκύνησαν «τό θηρίον καί τήν εἰκόνα αὐτοῦ» (Ἀποκ. κ’ 1-4. Βλ. καί ιγ’ 11-17. ιδ’ 9-11). Οἱ «λοιποί τῶν νεκρῶν» δέν ἀνέζησαν μέχρι ποὺ νά συμπληρωθοῦν τά «χίλια ἔτη». Αὐτή εἶναι ἡ «πρώτη ἀνάσταση» καί αὐτός ποὺ θά λάβει μέρος σ’ αὐτήν δέν θά γευθεῖ τό «δεύτερο θάνατο», ἀλλά θά βασιλεύσει μέ τόν Χριστό «χίλια ἔτη» (Ἀποκ. κ’ 4-6. Βλ καί β’ 11. κα’ 8). Μετά, ὁ Σατανᾶς θά λυθεῖ γιά νά πλανήσει τά ἔθνη, θά ἀκολουθήσει ἡ μεγάλη θλίψη, ποὺ ὅμως θά τελειώσει μέ τήν συντριβή τοῦ Διαβόλου καί τῶν ὀργάνων του (Ἀποκ. κ’ 7-10).

Πράγματι, μέ τήν ἔλευση τοῦ Χριστοῦ ὁ Σατανᾶς «δέθηκε» καί τό κράτος του διαλύθηκε (Ματθ. ιβ’ 29). Ἡ βασιλεία τοῦ Χριστοῦ ἄρχισε, γι’ αὐτό καί ὁ Κύριος ἐξέβαλε τά δαιμόνια (Ματθ. ιβ’ 28. Λουκ. ι’ 18. ια’ 20). 

Οἱ πιστοί ἐνίκησαν τόν Σατανᾶ «διά τό αἷμα τοῦ Ἀρνίου» (Ἀποκ. Ζ’ 14), ἐλευθερώθηκαν ἀπό τή δουλεία τῆς ἁμαρτίας καί εἰσῆλθαν στή βασιλεία τοῦ Χριστοῦ (Κολ α’ 13. Ἑβρ. β’ 14-15). Ὁ Χριστός βασιλεύει στούς πιστούς (Α’ Κορ. ιε’ 24-25) καί οἱ πιστοί βασιλεύουν διά τοῦ Χριστοῦ (Ρωμ. ε’ 17-19. Ἐφεσ. β’ 5-6. Α’ Πέτ. β’ 5. 9. Ἀποκ. α’ 6). Μ’ αὐτή τήν ἔννοια ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι «ἐντός ἡμῶν», μεταξύ μας, δηλαδή παροῦσα (Λουκ. ιζ’ 21).

Τό «δέσιμο» τοῦ Σατανᾶ δέν εἶναι ἀπόλυτο καί ἡ καταδίκη του δέν εἶναι τελική, θά λυθεῖ μετά «χίλια Χρόνια» καί θά κηρύξει διωγμό ἐναντίον τῶν πιστῶν, θά ξεσηκώσει τά ἀσεβῆ ἔθνη. Ὅμως τότε μέ τή δευτέρα παρουσία τοῦ Χριστοῦ, θά πραγματοποιηθεῖ ἡ τελική κρίση του (Ἀποκ. ιθ’ 20. κ’ 8-10).

Τό ἴδιο παρατηροῦμε καί γιά τή βασιλεία τῶν πιστῶν: δέν εἶναι πλήρης. Ἀποτελεῖ πρόγευση καί προοίμιο τῆς αἰωνίας βασιλείας, μετά τήν καταδίκη τοῦ «θηρίου» καί ὅλων τῶν ὀργάνων τοῦ Σατανᾶ. 

Τό ὅτι ἡ βασιλεία αὐτή δέν εἶναι πλήρης, ἀποδεικνύεται καί ἀπό τό γεγονός ὅτι ὑπάρχουν ἀσεβῆ ἔθνη, τά ὁποῖα στό τέλος τῶν «χιλίων ἐτῶν» ἑνώνονται μέ τόν Διάβολο ἐναντίον τῶν πιστῶν. Αὐτό θά κορυφωθεῖ μέ τήν ἐμφάνιση καί τή δράση τοῦ Ἀντίχριστου, πρίν ἀπό τή δευτέρα παρουσία τοῦ Χριστοῦ.

Ἡ «χιλιετής βασιλεία» λοιπόν εἶναι ἡ βασιλεία τοῦ Χριστοῦ ἀπό τήν ἀνάστασή του «ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος» (Ματθ. κη’ 18-20. Βλ καί Λουκ. ιζ’ 20-21). 

Σ’ αὐτή τήν περίοδο πραγματοποιεῖται ἡ «πρώτη ἀνάσταση» (Ἀποκ. κ’ 5), δηλαδή ἡ ἀνάσταση τῶν πιστῶν ἀπό τή δουλεία τῆς ἁμαρτίας, ἡ ἀναγέννησή τους στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ (Ἰω. γ’ 3-5. Γαλ γ΄ 26-29. Ρωμ. η’ 14-17). Ἡ κατάσταση τῆς ἁμαρτωλῆς ζωῆς εἶναι πνευματικός θάνατος (Λουκ. ιε’ 24. 32. Ρωμ. ια’ 15. Ἐφεσ. ε’ 14. Α’ Ἰω. γ’ 14-15. Ἀποκ. γ’ 1, βλ καί Γέν. β’ 17). Συνεπῶς ἡ ἀπαλλαγή ἀπό τήν ἁμαρτωλή κατάσταση, εἶναι ἀνάσταση.

Ὅσοι ἔλαβαν μέρος σ’ αὐτή τήν «πρώτη ἀνάσταση» θά βασιλεύσουν μέ τόν Χριστό «ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος» καί δέν θά γνωρίσουν τό «δεύτερο θάνατο», δηλαδή τόν πνευματικό (Ἀποκ. β’ 11. κ’ 6.14. κα\’ 8).

Ὅλοι αὐτοί θά λάβουν μέρος στή «δεύτερη ἀνάσταση», ποὺ εἶναι ἡ ἀνάσταση τῶν σωμάτων, θά ἑνωθοῦν μέ τούς πιστούς ποὺ θά ζοῦν κατά τήν ἡμέρα τοῦ Κυρίου καί θά ἐνδυθοῦν ἀφθαρσία καί ἀθανασία, γιά νά εἶναι «πάντοτε μετά τοῦ Κυρίου» (Α’ Θεσ. δ’ 16-17).

Ἡ ἁγία Γραφή χρησιμοποιεῖ τόν ὅρο «ἀρμαγεδών» γιά νά δηλώσει τήν «ἡμέρα τοῦ Κυρίου», δηλαδή τή δευτέρα παρουσία τοῦ Χριστοῦ, ποὺ θά εἶναι ἡμέρα μεγάλης κρίσεως (Ἰούδα 6), ἡμέρα «ὀργῆς» (Ρωμ. β’ 5), «ἡ ἡμέρα ἡ μεγάλη τῆς ὀργῆς αὐτοῦ» (Ἀποκ. στ’ 17). 

Ὁ Κύριος λέγει μέ σαφήνεια: «Ἰδού ἔρχομαι ὡς κλέπτης μακάριος ὅστις ἀγρυπνεῖ…»(Ἀποκ. ιστ’ 15). Ὅλα λοιπόν θά γίνουν ἀκαριαῖα, ἡ δευτέρα παρουσία τοῦ Χριστοῦ, ἡ ἀνάσταση τῶν κεκοιμημένων, ἡ ἀλλαγή καί ἡ «ἁρπαγή» τῶν ζώντων πιστῶν, ἡ εἴσοδος στήν αἰώνια ζωή καί τήν αἰώνια καταδίκη.

Ἡ «ἁρπαγή» δέν προηγεῖται τοῦ Ἀντιχρίστου, ὁ ὁποῖος θά ἔλθει καί θά διώξει τούς πιστούς. Στίς ἡμέρες τοῦ Ἀντιχρίστου ἡ ζωή δέν θά εἶναι εὔκολη γιά ὅσους δέν ἔλαβαν τό χάραγμα τοῦ θηρίου καί δέν προσκυνοῦν τήν εἰκόνα του (Ἀποκ. ιγ’ 11-17). Οἱ συνειδητοί χριστιανοί θά ἐλαττωθοῦν ἀριθμητικά (Λουκ. ιη’ 8. Β’ Τιμ. γ’ 1-5). Ὅμως ὁ Κύριος μᾶς βεβαιώνει πὼς τό γένος τῶν Χριστιανῶν («ἡ γενεά αὕτη») δέν θά ἐκλείψει, μέχρις ὅτου τελειώσουν τά βάσανα, ποὺ θά προκαλέσει ὁ Ἀντίχριστος (Ματθ. κδ’ 34-35).

Γιά νά δηλώσει ἡ ἁγία Γραφή τίς ἐσχατολογικές αὐτές ἀλήθειες χρησιμοποιεῖ διάφορες εἰκόνες γιά τήν τελική συντριβή τοῦ κακοῦ μέ τή θριαμβευτική παρουσία τοῦ Χριστοῦ (Ἀποκ. ιδ’ 19-20. ιθ’ 19-21), γιά τήν τελική νίκη τοῦ Κυρίου (Ἀποκ. ιζ’ 14-16), γιά τό γεγονός ὅτι οἱ πιστοί θά χαίρονται τήν κοινωνία τοῦ Κυρίου, ἐνῶ οἱ ἄδικοι θά βασανίζονται ἀπό τή στέρησή της (Ματθ. ιγ’ 30. 47-48. κδ’ 40-41. κε’ 31-46. Λουκ. ιζ’ 34-35. Α’ Θεσ. δ’ 16-18).

Ἡ ἀντίληψη πὼς οἱ ἄνθρωποι θά ζήσουν σ’ αὐτή τή γῆ, μέσα σ’ ἕνα ὑλικό παράδεισο, ὁ ὁποῖος θά τούς προσφέρει ὅλες τίς ἐπίγειες ἀπολαύσεις, δέν βρίσκει θεμελίωση στήν ἁγία Γραφή. Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι πνευματική, ὄχι σαρκική. Αὐτό γίνεται φανερό, ἀκόμη καί μέ μία σύντομη ἀνασκόπηση τῆς περιπέτειας, στήν ὁποία μπῆκε ὁλόκληρη ἡ κτίση, μέ τήν πτώση τοῦ ἀνθρώπου.

Μέ τήν πτώση τοῦ ἀνθρώπου, ὁλόκληρη ἡ δημιουργία ὑποτάχθηκε στή φθορά (Γεν. γ’ 17-18) καί γι\’ αὐτό συμμετέχει στήν περιπέτεια τοῦ ἀνθρώπου. 

Ἡ Γραφή ἀναφέρει πὼς οἱ σημερινοί οὐρανοί καί ἡ σημερινή γῆ «εἶναι ἀποταμιευμένοι, φυλαττόμενοι διά τό πῦρ εἰς τήν ἡμέρα τῆς κρίσεως καί τῆς ἀπωλείας τῶν ἀσεβῶν ἀνθρώπων» (Β’ Πέτρ. γ’ 7).

«Θέλει δέ ἔλθει ἡ ἡμέρα τοῦ Κυρίου, ὡς κλέπτης ἐν νυκτί, καθ\’ ἥν οἱ οὐρανοί θά παρέλθουν μέ συριγμόν, τά στοιχεῖα δέ πυρακτούμενα θά διαλυθοῦν καί ἡ γῆ καί τά ἐν αὐτῇ ἔργα θά κατακαοῦν. Ἐπειδή λοιπόν πάντα ταῦτα διαλύονται, ὁποῖοι πρέπει νά εἶσθε σεῖς εἰς πολίτευμα ἅγιο, καί εὐσέβεια, προσμένοντες καί σπεύδοντες εἰς τήν παρουσίαν τῆς ἡμέρας τοῦ Θεοῦ, καθ’ ἥν οἱ οὐρανοί πυρακτούμενοι θά διαλυθοῦν, καί τά στοιχεῖα πυρακτούμενα θά χωνευθοῦν; Κατά τήν ὑπόσχεση αὐτοῦ νέους οὐρανούς καί νέα γῆ προσμένομεν, ἐν οἷς δικαιοσύνη κατοικεῖ» (Β’ Πέτρ. γ’ 10-13).

Ἡ μαρτυρία αὐτή τῆς Γραφῆς φανερώνει πὼς ἡ κατά γράμμα γῆ θά εἰσέλθει σέ χωνευτήριο, γιά νά ἐξέλξει μία «νέα γῆ», ἄφθαρτη καί ἀπαλλαγμένη ἀπό τίς συνέπειες τῆς πτώσης (Ρωμ. η’ 19-22), αὐτή τήν ἀφθαρτοποιημένη γῆ θά κληρονομήσουν οἱ πραεῖς καί οἱ εἰρηνοποιοί, ποὺ θά oνoμασθοῦν «υἱοί Θεοῦ» (Ματθ. ε’ 5-10).

Ὁ χαρακτήρας τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ θά εἶναι πνευματικός, ὄχι σαρκικός (Ματθ. ιστ’ 52. Ἰω. ιη’ 36. Β’ Κορ. ι’ 3-6. Ἐφεσ. στ’ 13-18. Α’ Θέσ. ε’ 8). Κατά τή δευτέρα παρουσία τοῦ Κυρίου θά γίνει ἡ καθολική ἀνάσταση τῶν σωμάτων, ὄχι βαθμιαία, ἀλλά σέ μία στιγμή (Ἰω. ε’ 28-29. Α’ Κορ. ιε’ 52) καί αὐτή δέν θά εἶναι γιά ὅλους χαρά, γιά ἄλλους θά εἶναι ἀνάσταση ζωῆς καί γιά ἄλλους ἀνάσταση κρίσης (Ἰω. ε’ 29).

Τά σώματα ποὺ θά ἀναστηθoῦν καί ἐκεῖνα (τῶν Ζώντων κατά τήν παρουσία τοῦ Κυρίου) ποὺ θά ἀλλαγοῦν, θά ἐνδυθοῦν ἀφθαρσία καί ἀθανασία (Α’ Κορ. ιε’ 36-55. Α’ Θεσ. δ’ 14-17. Φιλ. γ’ 20-21). Γι’ αὐτό δέν θά ὑπάρχουν πλέον ὑλικές ἀνάγκες (Α’ Κορ. στ’ 13) καί ἡ ζωή τῶν ἀνθρώπων θά εἶναι πνευματική (Ματθ. κβ’ 30. Μάρκ. β’ 25). Δέν πρόκειται λοιπόν γιά κάποιο ἐπίγειο παράδεισο, ἀλλά γιά πνευματική βασιλεία.

Ἡ διδαχή πὼς ὁ Σατανᾶς καί ὁ Ἀντίχριστος δέν ὑπάρχουν σάν πρόσωπα εἶναι βλάσφημη καί ἀvτι-Γραφική. Στή Γένεση ἀναφέρεται ὁ «ὄφις», ποὺ τελικά θά συντριβεῖ (Γεν. γ’ 1. Ἀποκ. κ’ 10, βλ. καί Ματθ. κε’ 41).

Ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέγει πὼς πρίν ἀπό τή δευτέρα παρουσία τοῦ Χριστοῦ θά ἔλθει «ὁ υἱός τῆς ἀπωλείας» (Β’ Θεσ. β’ 3). Ὁ προφήτης Δανιήλ τόν ὀνομάζει «μικρόν κέρας» (Δὰν. ζ’ 8. 24-25, βλ. καί Α’ Ἰω. β’ 18), ἐνῶ ἡ Ἀποκάλυψη κάνει λόγο γιά τό «θηρίο» μέ δύο κέρατα, «ὅμοια ἀρνίῳ» (Ἀποκ. ιγ’ 11), δηλαδή θά μοιάζει ἐξωτερικά μέ τόν Χριστό. Μάλιστα θά ἔχει καί δικό του «πρόδρομο-προφήτη», ποὺ ὅμως θά εἶναι ψευδοπροφήτης. Τόσο ὁ Ἀντίχριστος, ὅσο καί ὁ ψευδοπροφήτης θά ριφθοῦν στή λίμνη τοῦ «πυρός καί τοῦ θείου», μαζί μέ τόν Διάβολο (Ἀποκ. ιστ\’ 13. ιθ\’ 20. κ\’ 10).

Πηγή