"Στις πραγματείες μου στηλιτεύω, απορρίπτω και αντικρούω κάθε λατινική αίρεση και κάθε ιουδαϊκή και ειδωλολατρική βλασφημία, όπως δείχνουν οι ίδιοι οι λόγοι μου".
«Απρόσκοποι γίνεσθε και Ιουδαίοις και Έλλησι και τη εκκλησία του Θεού» [1], λέγει ο θείος και αληθής λόγος του αποστόλου. Πως κατορθώνουμε όμως κάτι τέτοιο, αν όχι με την αληθινή ορθόδοξη πίστη, τον τίμιο και θεάρεστο βίο και την επιμελή τήρηση των θείων εντολών του Κυρίου και Σωτήρα ημών Ιησού Χριστού; Όπως λέγει δε ο άγιος Ιακώβος ο αδελφόθεος πως: «η πίστις χωρίς των έργων νεκρά εστιν» [2], έτσι και τα έργα χωρίς αληθινή πίστη είναι το ίδιο νεκρά. Σύμφωνα πάλι με τους λόγους του Μεγάλου Βασιλείου ο άνθρωπος του Θεού πρέπει να είναι τέλειος και στο ένα και στο άλλο [3]. Αμήν!
Επειδή ορισμένοι, χωρίς φόβο τολμούν να με αποκαλούν αναιτίως και για λόγους άγνωστους σε μένα, αιρετικό, εχθρό και προδότη του θεοφυλάκτου ρωσικού κράτους, έκρινα απαραίτητο και συνάμα δίκαιο να απαντήσω εν συντομία, ώστε να διαβεβαιώσω όσους με συκοφαντούν κατηγορώντας με αδίκως, ότι με την Χάρη του Θεού μας Ιησού Χριστού είμαι κατά πάντα ορθόδοξος χριστιανός και σέβομαι δια πάντα το θεοφύλακτο ρωσικό κράτος.
Απευθύνομαι λοιπόν σε κάθε ορθόδοξο ιερέα, σε κάθε ευσεβή ηγεμόνα και ικετεύω να διαβάσει την απάντησή μου με σωφροσύνη και πραότητα, παραμερίζοντας κάθε άδικη οργή και μένος. «Οργή γαρ ανδρός δικαιοσύνην Θεού ου κατεργάζεται» [4], λέγει ο θείος Ιάκωβος ο αδελφόθεος. Εξάλλου όπου διεισδύει οργή και μένος, εκεί φωλιάζει κάθε ψυχική εκτροπή, διαταραχή και σύγχυση του λογικού μέρους της ψυχής, ο δε νους τυφλώνεται από την θύελλα της οργής. Γι’ αυτό φωτίστε τον νου σας με την αρμόζουσα στους ορθοδόξους ησυχία της ιεράς αγάπης και νηφαλιότητας· προσπαθείστε, με πνεύμα πραότητος, κατά τον θείο απόστολο [5], να με ελέγξετε αν αποκλίνω από την ορθόδοξη πίστη, είτε από παρανόηση, λήθη, είτε από ανεπαρκή καλλιεργεία του νου και της φρονήσεώς μου. Δεν ντρέπομαι να με διορθώνουν, μήτε απορρίπτω κάτι τέτοιο, αντιθέτως το επιθυμώ διακαώς και δέχομαι κάθε σύσταση με αγάπη, αφού έτσι θα οδηγηθώ με ασφάλεια στην βασιλεία των ουρανών, την προσμονή κάθε πιστού.
Συνεπώς ολόψυχα πιστεύω και απερίφραστα ομολογώ τον μόνο Ύψιστο Θεό, τον Δημιουργό των πάντων, τον άναρχο, τον αΐδιο, τον αιώνιο, τον υπάρχοντα σε τρεις υποστάσεις· τον Πατέρα, τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα. Τον αδιαίρετα διαιρούμενο στον Πατέρα ως πηγή και άναρχη αρχή του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, στον Υιό ως γεννώμενο από Αυτόν και υποστατικώς λατρευόμενο και δοξολογούμενο και στο Άγιο Πνεύμα, το εκπορευόμενο από τον Πατέρα υποστατικώς πιστευόμενο και ομολογούμενο. Τον ένα Τριαδικό Θεό, την μία θεότητα, την μία βασιλεία, την μία κυριότητα, που αδιαίρετα διαιρείται σε υποστάσεις και ασύγχυτα ενώνεται με την άναρχη θεία ουσία. Κατ’ αυτόν τον τρόπο αντιλαμβάνομαι και κατανοώ συνοπτικά την αγία, ομοουσία και αδιαίρετη Τριάδα.
Επίσης πιστεύω και ομολογώ ότι ο από τον άναρχο Θεό Πατέρα, ανάρχως και αϊδίως γεννώμενος Υιός και Θεός Λόγος, με την ευδοκία του Πατρός και την Χάρη του Αγίου Πνεύματος, συνελήφθη στους αγνούς λαγόνες της Παναγίας και αειπαρθένου Μαρίας της Θεομήτορος. Δεχόμενος την αγία σάρκα από το άμωμο αίμα της, εγενήθη ως τέλειος άνθρωπος όντας ο ίδιος τέλειος Θεός που υπάρχει και λατρεύεται σε μία υπόσταση και δύο φύσεις, δύο ενέργειες και δύο βουλήσεις. Μάλιστα, ούτε η θεότητά Του μετατράπηκε σε ανθρωπίνη φύση ούτε η ανθρωπότητά του μετατράπηκε σε θεία. Πιστεύω και ομολογώ πως για την σωτηρία μας Αυτός υπέφερε τον σταυρό, τα πάθη, τον θάνατο και την τριήμερη ταφή, και όλα αυτά ευδόκησε εθελουσίως να τα δεχθεί στην σάρκα Του. Ταυτόχρονα η θεότητά Του παρέμεινε αμέτοχη στο πάθος, καθώς η θεία φύση είναι ανώτερη από κάθε φθορά και πόνο, και αναστήθηκε εκ νεκρών την τρίτη ημέρα μέσα σε δόξα από τον Θεό Πατέρα και αναλήφθηκε στους ουρανούς με την αγία σάρκα Του, την οποία δέχθηκε και αφθαρτοποίησε καθιστώντας αυτήν απαθή. Κάθεται εν σαρκί στα δεξιά του Θεού Πατρός και πάλι θα έλθει με δόξα, για να κρίνει τους ζωντανούς και τους νεκρούς και να ανταποδώσει στον καθένα ανάλογα με τις πράξεις του.
Επίσης πιστεύω στο Άγιο Πνεύμα και το κηρύττω ως Θεό, που υπάρχει και προσκυνείται υποστατικώς. Εκπορεύεται δε μόνο από τον Πατέρα, όπως μας δίδαξε και μας φανέρωσε μυστικά η θεία φωνή του αγίου Ιωάννου στο ιερό Ευαγγέλιο. Δεν φρονώ και δεν διδάσκω τίποτε περισσότερο από αυτήν την αγία μυστική διδαχή περί του Αγίου Πνεύματος. Ταυτοχρόνως συμφωνώ ολόψυχα με όλα τα θεολογικά δόγματα και νοήματα, όπως αυτά μας παραδόθηκαν από τους αυτόπτες μάρτυρες και υπηρέτες του Θεού-Λόγου αλλά και οι μεταγενέστερες Οικουμενικές Σύνοδοι των θεοπνεύστων πατέρων. Δεν προσθέτω ούτε αφαιρώ τίποτα σε αυτά και δεν αλλάζω ούτε ένα γιώτα η μία κεραία. Αντίθετα φυλάω αναλλοίωτη εντός μου όλη την ορθόδοξη πίστη και διδασκαλία. Ακολουθώ δε τις εκκλησιαστικές παραδόσεις, τις οποίες οι πατέρες καθιέρωσαν. Δηλαδή, για την προσκύνηση των τιμίων εικόνων, για τις νηστείες, για την μοναστική ευταξία και τους κανόνες, που έγραψαν και παρέδωσαν στην αγία, αποστολική και καθολική Εκκλησία και για την θεία Λατρεία· όλα αυτά τα δέχομαι, τα κηρύττω και τα ασπάζομαι με όλη την καρδιά μου.
Επίσης ομολογώ και κηρύττω σε κάθε ορθοδόξο πιστό την ευλογημένη Δέσποινά μου Θεοτόκο, την προστάτιδα και υπέρμαχο όλων των ορθοδόξων χριστιανών, ότι Αυτή είναι αγία και πάναγνη και πανάχραντη και αειπάρθενη. Ακόμα και πριν από την θεία και άσπορο σύλληψη του ενσαρκωμένου από αυτήν μονογενούς Υιού του Θεού, κατά την ίδια την γέννηση και μετά την γέννηση εκείνη παρέμεινε Παναγία Παρθένος. Όπως δεν γνώρισε πειρασμό ανδρός πριν από την άσπορη σύλληψη του Εμμανουήλ, έτσι παρέμεινε και μετά την γέννησή Του. Ας μην επιτρέψει κάποιος από τους χριστιανούς στον εαυτό του να διανοηθεί σχετικά με αυτά κάτι βλάσφημο για την Παναγία και Αειπάρθενο, την τιμιωτέρα των Χερουβείμ και ασυγκρίτως ενδοξοτέρα των Σεραφείμ!
Επί του θέματος πιστεύω πως είπα αρκετά και δεν επεκτείνομαι, για να μην κουράσω πολυλογώντας την ευσέβειά σας.
Αυτή είναι γενικώς η ορθή και αλάνθαστη πεποίθησή μου για την αγία και άμωμη χριστιανική πίστη, που ενστερνίζομαι και κηρύττω με παρρησία. Μερικοί που θρασύνονται και τολμούν να με αποκαλούν αιρετικό, ας ομολογήσουν τον λόγο και ας με στηλιτεύσουν φανερά, αξιώνοντας την διόρθωσή μου. Δεν απορρίπτω την διόρθωση, ούτε ντρέπομαι τον έλεγχο, όταν προέρχεται από πατρική αγάπη και συνοδεύεται από ειρήνη και πραότητα. Με την χάρη του Χριστού σε όλες τις πραγματείες μου, σε όλες τις μεταφράσεις που πραγματοποίησα και με όλες τις διορθώσεις των ιερών βιβλίων, διδάσκω κάθε άνθρωπο να ορθοφρονεί για τον ενσαρκωμένο Θεό Λόγο. Να μην Τον αποκαλεί δηλαδή μόνο άνθρωπο, όπως συμβαίνει στα Ωρολόγιά σας, αλλά να Τον αναγνωρίζει ως τέλειο Θεό και τέλειο άνθρωπο σε ένα Πρόσωπο, τον μόνο Θεάνθρωπο. Επίσης ομολογώ με όλη την ψυχή μου ότι Αυτός ο Θεάνθρωπος αναστήθηκε από τους νεκρούς την τρίτη ημέρα και δεν γεύθηκε οριστικό θάνατο, όπως κηρύττουν παντού τα σχόλια στα Ευαγγέλια που διαθέτετε. Διδάσκω έτσι, ώστε όλοι να πιστεύουν και να ομολογούν ότι Αυτός είναι αδημιούργητος κατά την Θεότητα και όχι δημιούργημα και κτίσμα, όπως βλασφημεί ο αισχρός Άρειος και όπως αναφέρουν παντού τα Τριώδια, την διόρθωση των οποίων παραμελείτε.
Αναγνωρίζω και ομολογώ Αυτόν ως μόνον γεννηθέντα εκ του Πατρός προ πάντων των αιώνων, όπως διδάσκει ο θείος απόστολος και όλοι οι θεόπνευστοι θεολόγοι, αμήτορα, και όχι «και από τον Πατέρα». Ο Πατέρας δεν αποκαλείται πουθενά στην αγία Γραφή αμήτωρ, καθώ δεν γεννήθηκε και δεν προήλθε από κάποια άλλη προγενέστερή Του ύπαρξη. Ας μην υπάρχει στους ορθοδόξους μία τέτοια βλασφημία! Ο Πατέρας είναι άναρχος, αγέννητος και αΐδιος και δεν έφερε ο ίδιος τον εαυτό Του στην θεία ύπαρξη και υπόστασή Του, όπως φρονούν ασεβώς μερικοί ανόητοι. Επειδή, αν το δεχθούμε αυτό, τότε πρέπει να ομολογήσουμε ότι προτού ο ίδιος φέρει τον εαυτό Του στην ύπαρξη, Αυτός δεν υπήρχε και επομένως θα αναγνωριστεί ως δημιούργημα και ο ίδιος θα αποτελεί για τον εαυτό Του την αιτία και την αρχή. Συνεπώς θα υπάγεται στον χρόνο, θα έχει αρχή και τέλος –Αυτός, ο μόνος αδημιούργητος, άναρχος, αΐδιος, αιώνιος και ατελεύτητος μαζί με τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα που προέρχονται από Αυτόν. Τα Ωρολόγια όμως που έχετε, Τον κηρύττουν μυστικά ως αμήτορα προς τον Υιό και εσείς δεν δίδετε σημασία σε αυτήν την βλασφημία και δεν την διορθώνετε.
Στις πραγματείες μου στηλιτεύω, απορρίπτω και αντικρούω κάθε λατινική αίρεση και κάθε ιουδαϊκή και ειδωλολατρική βλασφημία, όπως δείχνουν οι ίδιοι οι λόγοι μου. Συμβουλεύω τον εαυτό μου και κάθε ευσεβή μοναχό να διάγει τον βίο του και να ρυθμίζει την ζωή του σύμφωνα με τις θείες εντολές, τις παραδόσεις και τους κανόνες των αποστόλων και των αγίων πατέρων. Συμβουλεύω να αποφεύγουν την κερδοσκοπία και την τοκογλυφία, την αδικία και την αρπαγή των ξένων έργων και περιουσιών. Σύμφωνα με την διδασκαλία των αγίων Ευαγγελίων και όλης της αγίας Γραφής, όσοι διαπράττουν αυτά τα έργα δεν εισέρχονται στην βασιλεία του Θεού, αλλά καταδικάζονται από τον φοβερό Κριτή σε αιώνια βάσανα. Άραγε μήπως για αυτόν τον λόγο έγινα για εσάς απαράδεκτος και αποκλήθηκα αιρετικός; Σκεφθείτε, αν είναι δίκαιο να ακούω και να υφίσταμαι όλα αυτά από σας, ενώ είμαι αθώος αναφορικά με τα ζητήματα της ορθοδόξου πίστεως. Στον βίο μου και στα αμαρτήματά μου δεν υπάρχει κανείς περισσότερο αμαρτωλός από εμένα. Μάρτυράς μου είναι ο Κύριός μας, ο Ιησούς Χριστός, ο αληθινός Θεός. Πέρα όμως από το πλήθος των ανομιών μου, δεν αναγνωρίζω τίποτα εις βάρος μου, τίποτα βλάσφημο σχετικά με την άμωμη και αμόλυντη χριστιανική πίστη. Ούτε πονηρίες ούτε συκοφαντίες είπα εναντίον κανενός πιστού ανθρώπου, έστω και αν με είχε προσβάλει στο παρελθόν η με προσβάλλει ακόμη και τώρα, επειδή γνωρίζω την εντολή του Σωτήρα που προστάζει: «αγαπάτε τους εχθρούς υμών, ευλογείτε τους καταρωμένους υμάς, καλώς ποιείτε τοις μισούσιν υμάς και προσεύχεσθε υπέρ των επηρεαζόντων υμάς και διωκόντων υμάς, όπως γένησθε υιοί του πατρός υμών του εν ουρανοίς» [6]. Είναι σαφές ότι όσοι πράττουν και φρονούν αντίθετα με αυτήν την εντολή δεν είναι υιοί του Υψίστου, αλλά του θεομάχου και μισανθρώπου, είναι τέκνα του διαβόλου και ευνοούμενοί του. Καθώς όμως ορισμένοι καθοδηγούμενοι από έχθρα εναντίον μου παρουσιάζουν για να με συκοφαντήσουν, μία φράση που άρπαξαν από την μετάφραση του Τριωδίου που έκανα, επιχειρώντας με αυτήν να με εμφανίσουν ως αιρετικό, θεωρώ αναγκαίο να δώσω εν συντομία μία απάντηση, ώστε να μην πέσουν και άλλοι σε παρόμοια αμαρτία και καταδικάσουν άδικα κάποιον αθώο άνθρωπο.
Παραπομπές:
1. Α Κορ. 10,32.
2. Ιακ. 2,20.
3. Μ. Βασιλείου, Περί τελειότητος βίου των Χριστιανών , Ε.Π.Ε. 3,462,1.
4. Ιακ. 1,20.
5. Γαλ. 6,1
6. Ματθ. 5,44-45.