Όσιος Παΐσιος – ‘’Από όσους φιλενωτικούς έχω γνωρίσει, δεν είδα να έχουν ούτε ψίχα πνευματική ούτε φλοιό’’
Πρὶν ἀρχίσω μὲ τὸ κύριο θέμα τοῦ κειμένου, ἂς μοῦ ἐπιτραπεῖ ἕνας μικρὸς πρόλογος ποὺ θὰ δικαιολογήσει καὶ τὸ θέμα καὶ τὸ ὕφος τοῦ κειμένου μου. Ὁ Ἀπόστολος Ἰωάννης, ὁ -πρέπει ἰδιαίτερα στὶς μέρες μας νὰ τονιστεῖ αὐτό- μοναδικὸς στὴν Ἐκκλησία μας ποὺ φέρει τὴν ἐπωνυμία «ὁ μαθητὴς τῆς ἀγάπης» δηλ. τῆς ἀγάπης, ὅπως τὴν ἐννοεῖ ἡ Ἐκκλησία καὶ ὄχι ὁ κόσμος, στὴν πρώτη του ἐπιστολὴ δίνει τὴν θεῶθεν πνευματικὴ ἐντολή, ποὺ πρέπει νὰ τηρεῖ κάθε Χριστιανός: «Ἀγαπητοί, μὴ δίδετε ἐμπιστοσύνην εἰς κάθε πνεῦμα ἀνθρώπων, ἀλλὰ νὰ ἐξετάζετε τοὺς ἀνθρώπους, ποὺ διαβεβαιώνουν ὅτι ἔχουν Πνεῦμα Θεοῦ καὶ πνευματικὰ χαρίσματα, ἐὰν πράγματι εἶναι ἀπὸ τὸν Θεόν, διότι πολλοὶ ψευδοπροφῆται ἔχουν βγῇ στὸν κόσμον». Ἄρα ὅποιος κι ἂν εἶναι ἀπέναντί μας, ὅτι κι ἂν ἔχει καταφέρει, πρέπει νὰ τὸν ἐξετάζουμε, διότι μπορεῖ νὰ εἶναι ψευδοπροφήτης.
Ποιοί εἶναι ὅμως αὐτοὶ οἱ ψευδοπροφῆτες, οἱ λύκοι μὲ δορὰ προβάτου; Ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος
Ἀντιοχείας,τοὺς ἀποκαλύπτει ὡς ἑξῆς: «Πᾶς ὁ λέγων
παρὰ τὰ διατεταγμένα
(δηλαδὴ ἀντίθετα ἀπὸ τὶς ἐντολὲς τοῦ Κυρίου
καὶ τὶς
διδασκαλίες τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων
καὶ τῶν Ἁγίων Πατέρων), κἄν ἀξιόπιστος
ᾖ, κἄν νηστεύῃ,
κἄν παρθενεύῃ, κἄν
σημεῖα ποιῇ, (δηλαδὴ θαύματα)
κἄν προφητεύῃ,
λύκος σοι φαινέσθω ἐν προβάτου δορᾷ, προβάτων φθορὰν
κατεργαζόμενος» (ΒΕΠΕΣ 2, σελ. 330). Ἐδῶ βλέπουμε τὸν μεγάλο αὐτὸν Πατέρα τῆς Ἐκκλησίας
νὰ μὴν φοβᾶται νὰ ὀνομάζει λύκο καὶ ὡς ἐκ τούτου ψευδοπροφήτη ἀκόμα καὶ αὐτὸν
ποὺ κάνει σημεῖα καὶ τέρατα, ποὺ μιλάει γλυκύτατα, ποὺ ἔκανε ἔργο στὴν Ἐκκλησία;
Γιατί; Διότι παράλληλα λέγει καὶ πράττει ἀντίθετα
ἀπὸ τὶς ἐντολὲς τοῦ Κυρίου
καὶ τὶς
διδασκαλίες τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων
καὶ τῶν Ἁγίων Πατέρων.
Κινούμενος λοιπόν, ἀπὸ τὴν ἐντολὴ τοῦ Ἀποστόλου καὶ
Μαθητοῦ τῆς Ἀγάπης καὶ τοῦ καθήκοντός μου ὡς Χριστιανός, κι ἐπειδὴ ἔχουν ἀυξηθεῖ
ἤδη καὶ μὲ φανερὰ σημεῖα ὑπερβολῆς οἱ φωνὲς περὶ Ἁγιότητος τοῦ κεκοιμημένου Ἀλβανίας
Ἀναστασίου θὰ ἐξετάσω δημοσίως (τὸ ἔχω πράξει καὶ πρὶν τὴν κοίμησή του) τὸ ἔργο
καὶ τὴν διδασκαλία τοῦ μακαριστοῦ ἀρχιεπ. Ἀναστασίου, γιὰ νὰ διαπιστωθεῖ ἂν ἦταν
πράγματι ἕνας ἅγιος καὶ ἄξιος ποιμένας τῆς Ἐκκλησίας ποὺ τηροῦσε καὶ κήρυττε τὶς
ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ. Διότι ὅπως θὰ διαπιστωθεῖ παρακάτω, οἰκουμενιστὴς καὶ ἄνθρωπος
τοῦ Θεοῦ δὲν γίνεται νὰ εἶναι κάποιος. Ἢ θὰ ἀπορρίψουμε τὴν διδασκαλία τῶν Ἁγίων
ποὺ καταδίκασαν τὸν Οἰκουμενισμὸ ἢ θὰ ἀπορρίψουμε ὅσους τὸν προωθοῦσαν καὶ τὸν
προωθοῦν. «Oὐδεὶς δύναται δυσὶ κυρίοις δουλεύειν· ἢ γὰρ τὸν ἕνα μισήσει καὶ
τὸν ἕτερον ἀγαπήσει, ἢ ἑνὸς ἀνθέξεται καὶ τοῦ ἑτέρου καταφρονήσει» (Ματθ.
6, 24).
Κι ἐπειδὴ κάποιοι -τάχα εὐαίσθητοι-
ἀντιδροῦν
στὴν ὁποιαδήποτε
δημοσίευση κειμένων μὲ τὶς οἰκουμενιστικὲς δραστηριότητες τοῦ
κεκοιμημένου πλέον ἀρχιεπισκόπου Ἀλβανίας Ἀναστασίου
θεωρῶντας την ἀνάρμοστη
πρὸς τὴν ὀρθόδοξη δεοντολογία (παρ' ὅλο ποὺ
κάθε δημοσίευση συνοδεύεται πάντα ἀπὸ τὶς εἰλικρινεῖς
προσευχὲς γιὰ τὴν ἀνάπαυση καὶ
συγχώρεση τοῦ μακαριστοῦ κεκοιμημένου ἀρχιερέως) καὶ τονίζοντας τὸ ἱεραποστολικὸ καὶ ἐκκλησιαστικό
ἔργο καθὼς καὶ τὸ ἄμεμπτο τοῦ βίου του, θέλω νὰ ἐπισημάνω τὰ ἑξῆς: Ὁ ἄμεμπτος βίος
καὶ οἱ
γνώσεις δὲν ἀποτελοῦν
σημεῖο Ἁγιότητας
καθὼς ἀκόμα
καὶ ὁ Ἄρειος περιγράφεται νὰ ἦταν νηστευτής,
λεπτὸς στὴν ὄψη, ἀσκητικὸς ἄνευ
σκανδάλων καὶ κάτοχος ἀξιόλογης μόρφωσης μὲ ἰδιαίτερη συμπάθεια πρὸς τὴν Ἀριστοτελικὴ φιλοσοφία.
Ὁ Σωζόμενος (Ἐκκλ.
Ἱστ. 1, 15, 2ff) γράφει γιὰ τὸν Ἄρειο
«ἐξ ἀρχῆς σπουδαῖος
εἶναι περὶ τὸ δόγμα δόξας... Διαλεκτικώτατος». Ὁ καταδικασμένος
ἀπὸ τὴν Γ΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο αἱρετικὸς Νεστόριος πρὶν ἀρχίζει νὰ αἱρετίζει εἶχε
ἀναιρέσει τὶς κακοδοξίες τοῦ Ἀπολλιναρίου καὶ τῶν Δοκητῶν καὶ εἶχε ὁμολογήσει τὴν
Ὀρθοδοξία. Εἶχε ἀποκτήσει μάλιστα μεγάλη φήμη, χάρη στὴν εὐγλωττία καὶ τὴ
θεολογική του μόρφωση. Ἡ φήμη του ὁδήγησε τὸν αὐτοκράτορα Θεοδόσιο Β΄ νὰ τὸν
προωθήσει στὸν Θρόνο τῆς Κωνσταντινούπολης, μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Πατριάρχη καὶ ἁγίου
τῆς Ἐκκλησίας Σισινίου τοῦ Α΄. Παρόλα αὐτὰ οὔτε Ἅγιο τὸν εἶπε κανεὶς
παραβλέποντας παράλληλα τὴν αἵρεση τὴν ὁποία διατύπωσε καὶ μετέδωσε, οὔτε ὅταν
κοιμήθηκε σεβάστηκε κάποιος τὸ γεγονὸς ὅτι ἦταν πατριάρχης.
Ἀρχίζω μὲ τὶς δηλώσεις τῶν
τελευταίων ἡμερῶν, ποὺ
δείχνουν ξεκάθαρα τὸν σκοπὸ τῶν
οἰκουμενιστικῶν
κύκλων: Τὴν ἁγιοκατάταξη τοῦ
μακαριστοῦ ἀρχιεπ. Ἀναστασίου
χωρὶς νὰ ἔχουμε ἔστω
καὶ μία ἄνωθεν
ἀπόδειξη Ἁγιότητος
καὶ ἐνῶ τὰ στοιχεῖα ποὺ θὰ ἀκολουθήσουν ἀποδεικνύουν τὸ ἀντίθετο, ὅτι δηλ. ὁ Ἀναστάσιος
ὑπηρετοῦσε μὲ ὅλες του τὶς δυνάμεις τὴν αἵρεση καὶ γι’ αὐτὸ τὸν σκοπὸ διαστρέβλωνε
τὴν κύρια ἐντολὴ τοῦ Εὐαγγελίου: τὴν ἐντολὴ τῆς ἀγάπης.
Μὲ πρόσχημα τὴν εὐαγγελικὴ ἀγάπη ὁ
μακαριστὸς ἀρχιεπίσκοπος, ὅπως
θὰ διαπιστώσει ὁ ἀναγνώστης στὴ συνέχεια τοῦ κειμένου, συμμετεῖχε
σὲ ὀργανισμοὺς στοὺς ὁποίους κανεὶς ὀρθόδοξος Ἅγιος
ὄχι μόνο δὲν
θὰ συμμετεῖχε,
ἀλλὰ
καὶ θὰ
καταδίκαζε ξεκάθαρα ὡς ἀντίθετους πρὸς
τὴν ὀρθόδοξη
διδασκαλία.
Δηλώσεις περὶ Ἁγιότητος τοῦ Ἀλβανίας Ἀναστασίου:
Μητροπολίτης Λεμεσοῦ Ἀθανάσιος (ὁ κατὰ πολλοὐς εὐσεβής):
«Πήγαμε τον Ιούλιο με τον Γέροντα Εφραίμ και είδαμε τον μακαριστό, πλέον,
Αρχιεπίσκοπο Αλβανίας, Αναστάσιο. Πρόκειται περί ενός Αγίου, ενός σύγχρονου
Αγίου. Πραγματικά η τελευταία αυτή συνάντηση που είχαμε μαζί του, μας έδωσε
την απόλυτη πληροφορία ότι αυτός είναι ένας σύγχρονος Άγιος, ένας σύγχρονος
Άγιος της Εκκλησίας μας. Ισαπόστολος εκεί στη χώρα της Αλβανίας, άγγελος
της Εκκλησίας της Αλβανίας πραγματικά, και μόνο αυτός θα μπορούσε να φέρει
την Εκκλησία σε αυτό το σημείο που την έφερε. Όχι εκ του μηδενός, εκ του πλην
του μηδενός! Και αυτός την έφερε σε επίπεδο πραγματικά αξιοζήλευτο και με την
παρουσία του έγινε θεμέλιο της Εκκλησίας της Αλβανίας. Να έχουμε την Αγία
ευχή του και το Άγιο παράδειγμά του να μας εμπνέει κι εμάς» (ἐδῶ).
«Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος: Άγιος των ημερών μας» (ἐδῶ).
«Ο Αναστάσιος αρχιεπίσκοπος Αλβανίας, ήταν ένας Άγιος Ιεράρχης και
Ιεραπόστολος» (ἐδῶ). Στὴν συνέντευξη αὐτὴ ἐκτὸς τῆς δημοσιογράφου Ἅγιο τὸν
ἀποκαλεῖ καὶ ὁ γνωστὸς κήρυκας σὲ ὅλα τὰ μέσα κοινωνικῆς δικτύωσης π. Εὐάγγελος
Παπανικολάου, ὁ ὁποῖος διδάσκει καὶ τὴν μετάδοση τῆς Θείας Κοινωνίας μὲ
γλωσσόφιλα!!!
Ἅγιο τὸν ἀποκαλεῖ καὶ ὁ γνωστὸς περὶ τὰ ἐκκλησιαστικὰ δημοσιογράφος Διονύσιος Μακρὴς σὲ ἐκπομπή του: «ὁ ἅγιος Ἀναστάσιος Γιαννουλᾶτος. Τὸ
λέω ὅτι εἶναι Ἅγιος»!
(Ἐδῶ
μετά το 17ο λεπτό).
«Φάρος πίστης... που μου θυμίζει τον Μ. Βασίλειο... πιστεύω κι ελπίζω
να γίνουν εμφανή τα κριτήρια της αγιότητας του και να ανακηρυχθεί σύντομα άγιος
της εκκλησίας μας» (ἐδῶ).
«Ἅγιο» τὸν ἀποκάλεσε καὶ ὁ προωθητὴς κάθε ἀντίθεου
μέτρου πρωθυπουργὸς Κωνσταντίνος
Μητσοτάκης στὸν ἐπικήδειο λόγο του!
Ἐπειδὴ ὅλοι γνωρίζουμε, ποιά διαφορὰ ὑπάρχει μεταξὺ κρίσης καὶ κατάκρισης,
καὶ ὑπενθυμίζοντας παράλληλα, ὅτι ὁ μακαριστὸς Ἀναστάσιος ἤθελε (παρόλη τὴν
διδασκαλία του περὶ ἀγάπης) νὰ καταγραφοῦν ὡς αἱρετικοὶ οἱ ἀντιδρῶντες στὶς ἀποφάσεις
τῆς προδοτικῆς συνόδου τοῦ Κολυμπαρίου, ὡς ἐκ τούτου ρωτάω ὡς ἀδαὴς πιστός:
Εἶναι γνωστό, ὅτι συμφωνία Ἅγιων σημαίνει, ὅτι οἱ Ἅγιοι συμφωνοῦν παντελῶς
στὰ θέματα Πίστεως καὶ δὲν λέει ὁ ἕνας τὸ ἕνα καὶ ὁ ἄλλος τὸ ἄλλο. Ποιός ἄνθρωπος
τοῦ Θεοῦ ἢ ἔστω Ἅγιος, ὅπως ἡ Ὀρθοδοξία ὁρίζει καὶ τοὺς δύο ὅρους, ἔκανε ἢ θὰ ἔκανε
κάτι ἀπὸ τὰ παρακάτω, τὰ ὁποῖα προέρχονται ἀπὸ τὸ βιογραφικὸ τοῦ Ἀλβανίας Ἀναστασίου
(εδώ):
Mέλος της Διεθνούς «Επιτροπής για ιεραποστολικές μελέτες»
του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών (ΠΣΕ, 1963-69) και Γραμματέας για την
«Ιεραποστολική έρευνα και τις σχέσεις με τις Ορθόδοξες Εκκλησίες» στη Γενική
Γραμματεία του ΠΣE (Γενεύη, 1969-71). Έλαβε μέρος στις Συνελεύσεις Παγκοσμίου Ιεραποστολής
και Ευαγγελισμού (Μεξικό 1963, Μπανγκόκ 1973, Μελβούρνη 1980, Σαν Αντόνιο 1989)
και τις Συνελεύσεις του ΠΣΕ (Ουψάλα 1968, Ναϊρόμπι 1975, Βανκούβερ 1983,
Καμπέρα 1991, Χαράρε 1998, Πόρτο Αλέγκρε 2006) (σσ. δηλ.
συμμετεῖχε ἐνεργὰ σὲ ὅλες αὐτὲς τὶς συνελεύσεις ποὺ προδόθηκε ἡ Πίστη μας καὶ τὶς
ὁποῖες καταδίκασαν ὍΛΟΙ οἱ Ἅγιοι καὶ φωτισμένοι ἄνθρωποι τῶν τελευταίων 60
χρόνων ἀπὸ ὍΛΕΣ τὶς ὀρθόδοξες χῶρες).
Υπήρξε μέλος πολλών διεθνών επιστημονικών επιτροπών, όπως: της «Γερμανικής
Εταιρείας για την Ιεραποστολική», της «Διεθνούς Εταιρείας Ιεραποστολικών
Μελετών», της Διαχριστιανικής Επιτροπής ΠΣE για το διάλογο με άλλες θρησκείες και
ιδεολογίες (1975-83), της Μικτής Επιτροπής του «Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών
Εκκλησιών» και της Συνελεύσεως των Ρωμαιοκαθολικών Επισκόπων «Islam in Europe» Committee (1989-91) και του «Διεθνούς Συμβουλίου» του World Conference on Religion and Peace (1985-1994).
Από το 1959 μετέχει ενεργώς σε αρκετά διεθνή συνέδρια, διορθόδοξες,
διαχριστιανικές και διαθρησκειακές συσκέψεις, εκπροσωπώντας την Εκκλησία ή την
επιστήμη σε διαφόρους διεθνείς Οργανισμούς. Έχει δώσει διαλέξεις σε διάφορα
πανεπιστημιακά κέντρα του εξωτερικού, σχετικά με τη σύγχρονη χριστιανική σκέψη,
τον διαθρησκειακό διάλογο, την παγκόσμια αλληλεγγύη και ειρήνη. Υπήρξε επίτιμο
μέλος του Kuratorium του Ρωμαιοκαθολικού Ιδρύματος Pro Oriente, Βιέννη (1989), Πρόεδρος-Συντονιστής της Commission on World Mission and Evangelism του ΠΣE (1984-1991), μέλος της Κεντρικής Επιτροπής
του ΠΣE (1998 - 2006) και της Επιτροπής «Πίστις και Tάξις» (2000 - 2006). Ακόμη διετέλεσε μέλος των European Council of Religious Leaders/Religions for Peace (ECRL) (2001) και Council of 100, Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ, Νταβός (2003),
αντιπρόεδρος της Conference of European Churches (2003), Πρόεδρος του Παγκοσμίου Συμβουλίου
Εκκλησιών (2006) και Επίτιμος Πρόεδρος της «Παγκοσμίου Διασκέψεως των Θρησκειών
για την Ειρήνη»
(2006).
Ρωτάω λοιπόν: Ποιός
Ἅγιος συμμετεῖχε ἢ προέτρεψε ποτὲ νὰ συμμετάσχουν οἱ Ὀρθόδοξοι σὲ τέτοιες προδοτικὲς γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία συνελεύσεις καὶ ὀργανώσεις, οἱ ὁποῖες καμία σχέση δὲν ἔχουν μὲ τὴν διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου (οἱ ἄλλες θρησκεῖες συνεχίζουν νὰ τὸ ἀρνοῦνται καὶ νὰ τὸ ὑβρίζουν ὡς ψέμα) μὲ τὴν μετάνοια τῶν μὴ ὀρθοδόξων (βλ. Παπισμὸ καὶ Προτεσταντισμό) καὶ τὴν ἐπιστροφή τους στὴν Ἐκκλησία; Κι ἂν κάποιος
θεωρεῖ τὴν συμμετοχὴ αὐτὴ σωστή, τότε πρέπει νὰ καταδικάσει τοὺς Ἁγίους ποὺ καταδίκασαν
ἀκόμα καὶ τὴν ἁπλὴ παρουσία σὲ τέτοιες ὀργανώσεις καὶ συγκεντρώσεις. Ποιός Ἅγιος
θὰ ἦταν μέλος τῆς συνέλευσης ρωμαιοκαθολικῶν ἐπισκόπων καὶ θὰ προωθοῦσε τὸν διάλογο
π.χ. μὲ τὸ Ἰσλὰμ ὡς Ἄβρααμικὴ θρησκεία;
Ποιός Ἅγιος θὰ διοργάνωνε συμπροσευχὲς ὅπως:
Στὰ πλαίσια τῆς
διαθρησκειακῆς συνάντησης εἰς τὰ
Τίρανα, εἰς τὶς 7 Σεπτέμβρη 2015 διοργανώθηκε συνάντηση εἰς τὸ
ξενοδοχεῖο Rogner,με τίτλο: ''Ἡ
Προσευχὴ ὡς πηγὴ τῆς εἰρήνης''.
Συμμετεῖχαν ὁ
Καθολικὸς Ἐπίσκοπος
Βελγίου κ. Leon Lemmens
O Oρθόδοξος Μητροπολίτης Ἀμφιλόχιος
τῆς Σερβίας
Ὁ
Καθολικὸς Ἐπίσκοπος Ρουμανίας κ. Virgil Bersea
O Ἰμάμης τοῦ Πακιστὰν Muhammad Abdul Khabir Ἀζάντ
Ὁ
Ραββῖνος τῆς Ἰταλίας Joseph Levi
Ὁ Βουδιστὴς τῆς Ἰαπωνίας
Gijun Sugitani
Ὁ ἐκπρόσωπος τῆς Εὐαγγελικῆς Ἐκκλησίας Kαναδᾶ Brian Stiler
Κι ἂν κάποιος ἀντιπαραθέσει, ὅτι
ὅλα αὐτὰ εἶναι
γιὰ τὴν
εἰρήνη στὴν Ἀλβανία, τότε τί δουλειὰ εἶχε,
ὁ Βέλγος Παπικός, ὁ Καναδὸς Προτεστάντης, ὁ Πακιστανὸς Ἰμάμης, ὁ Ἰάπωνας Βουδιστὴς
καὶ ὁ Ἰταλὸς Ραββῖνος στὴν Ἀλβανία; Ἡ ἀπάντηση εἶναι,
ὅτι ὅλα
αὐτὰ δὲν εἶχαν
σχέση μὲ τὴν Ἀλβανία,
ἀλλὰ μὲ ἕναν ξεκάθαρο οἰκουμενιστικὸ
σχεδιασμό.
Γιὰ αὐτὸ καὶ ὁ
Ἀναστάσιος ἐπισήμαινε ἀναφερόμενος στὸ ἔργο του στὴν Ἀλβανία ποὺ
τόσοι σήμερα ἐπαινοῦν (ἐδῶ):
«συμφωνήσαμε μὲ τὶς ἡγεσίες
τῶν ἄλλων θρησκευτικῶν κοινοτήτων νὰ μὴν ἐπιτρέψουμε φονταμενταλιστικὲς ἰδέες
καὶ ἀκραίους κύκλους νὰ ἐπηρεάζουν
τὰ μέλη τῶν κοινοτήτων μας. Ἐπιπλέον δημιουργήσαμε τὸ «Διαθρησκειακὸ Συμβούλιο τῆς Ἀλβανίας», τὸ ὁποῖο
μετέχει ὡς μέλος στὸ Παγκόσμιο Συμβούλιο «World Conference of Religions for
Peace», εὐρύτερα γνωστὸ ὡς
«Religions for Peace» μὲ ἕδρα τὴ
Νέα Ὑόρκη».
Ποιός Ἅγιος θὰ θεωροῦσε τὴν ἐπίσκεψη τοῦ ἀμετανόητου Πάπα τῶν κακοδοξιῶν, τῶν
σκανδάλων καὶ τῆς Οὐνίας ὡς ἔνδειξη θρησκευτικῆς ἁρμονίας καὶ ἀδελφικότητος. Εἶχε
πεῖ ὁ Ἀναστάσιος μέσω τοῦ Γραφείου Τύπου του:
«Όπως έχουμε δηλώσει ο ερχομός του Πάπα Φραγκίσκου στην χώρα μας είναι πέρα
από καλοδεχούμενη και η συνέχεια μιας παράδοσης εξαιρετικών σχέσεων και όχι μόνο
μεταξύ των χριστιανών. Από την στιγμή που η θρησκευτική ελευθερία επανήλθε, οι βασικές
θρησκευτικές κοινότητες, μουσουλμάνοι, ορθόδοξοι, καθολική και μπεκτασίδες έχουν
καλλιεργήσει όχι μόνο την θρησκευτική ανεκτικότητα και την κατανόηση... Καθόλου τυχαίο δεν είναι, που λίγο πριν από την επίσκεψη στην Αλβανία,
ο Πάπας θα δήλωνε «αυτοί είναι ικανοί να δημιουργούν μια "κυβέρνηση
εθνικής ενότητας" μεταξύ μουσουλμάνων, ορθοδόξων και καθολικών και ένα διαθρησκευτικό
συμβούλιο που έχει βοηθήσει πολύ και είναι ισορροπημένο. Αυτή είναι η θρησκευτική
αρμονία... «Οι αδερφικές σχέσεις μεταξύ καθολικών και ορθοδόξων είναι
έμπνευση για όλο το αλβανικό λαό και μαρτυρούν ότι για τους χριστιανούς είναι
δυνατόν να ζουν σε αρμονία…», –θα δήλωνε ο Πάπας Βενέδικτος ΙΣΤ, στις 4 Δεκεμβρίου
2011, κατά την επίσημη επίσκεψη του Αρχιεπισκόπου Αναστασίου στο Βατικανό» (Τίρανα 14.09.2014 Γραφείο Τύπου Ορθόδοξης Αυτοκέφαλης
Εκκλησίας της Αλβανίας).
Ἄρα οἱ Ἅγιοι ποὺ καταδίκασαν τὸν κάθε Πάπα καὶ τὶς σχέσεις μ’ αὐτὸν πρέπει
νὰ ἦταν ψεῦτες καὶ ἄνευ ἀγάπης.
Ὁ μακαριστός Καθηγητὴς Ποιμαντικῆς Ψυχολογίας τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν Ἰωάννης
Κορναράκης εἶχε καταγγείλλει χαρακτηριστικά:
«Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀλβανίας, ὅμως,
στὸ ἔργο τοῦ Ἴχνη ἀπὸ τὴν ἀναζήτηση τοῦ ὑπερβατικοῦ, ἀντικαθιστᾶ τὴν φράση
“διὰ τοῦ εὐαγγελίου”, μὲ τὴν φράση
“διὰ τῆς ἐκκλησίας”, ἀναπτύσσοντας, ἔτσι, τὴν διδασκαλία
τῆς ἀόρατης σωτηρίας! Μὲ τὴν παραχάραξη
αὐτή, ἔχει τὴν δυνατότητα
νὰ ξεπεράσει τὴν αὐθεντικὴ ἀποστολικὴ διδασκαλία περὶ τῆς σωτηρίας
τῶν ἐθνῶν,
διὰ τῆς ἀπὸ μέρους τους ἀποδοχῆς,
ἐφαρμογῆς καὶ βιώσεως
τοῦ Εὐαγγελίου. Σημειώνοντας δὲ ὅτι,
“οἱ παλαιότεροι ὅσο καὶ οἱ νεότεροι θεολόγοι τῆς ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας τόνισαν ὅτι ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ ἐνεργεῖ καὶ πέραν τῶν ὁρίων τῆς ὁρατῆς Ἐκκλησίας”, ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀλβανίας καταλήγει στὸ συμπέρασμα ὅτι,
σὲ αὐτὴν τὴν “ἀόρατη
Ἐκκλησία”,καὶ τὰ ἔθνη “δύνανται νὰ ἀνήκωσι ἀοράτως καὶ οἱ ἐθνικοί, οἱ ἑτερόδοξοι…”(σσ.
423-4)».
Βλέπουμε λοιπόν, ὅτι ὁ μακαριστὸς Ἀναστάσιος διαστρέβλωνε αἱρετίζοντας τὸν
εὐαγγελικὸ λόγο καὶ ὅτι ἡ κατηγορία αὐτὴ δὲν εἶναι δική μου ἀνακάλυψη, ἀλλὰ ἔχει
ἐκφραστεῖ ἀπὸ πολλοὺς διακεκριμένους ἀνθρώπους τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως θὰ δοῦμε καὶ
παρακάτω.
Γιὰ τὴν
συμμετοχὴ τοῦ Ἀλβανίας Ἀναστασίου στὸ
Π.Σ.Ε. καὶ τὴν προεδρία του δὲν
χρειάζεται νὰ ποῦμε πολλά. Ἀρκοῦν μόνο δυὸ
κείμενα:
Α) Ἅγιος Ἰουστῖνος
Πόποβιτς: «Ἦτο ἄραγε ἀπαραίτητον
ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία,
αὐτὸ τὸ
πανάχραντον Θεανθρώπινον σῶμα
καὶ ὀργανισμὸς
τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ, νὰ
ταπεινωθῇ τόσον τερατωδῶς, ὥστε οἱ ἀντιπρόσωποί της Θεολόγοι, ἀκόμη καὶ Ἱεράρχαι, νὰ ἐπιζητοῦν τὴν ὀργανικὴν μετοχὴν καὶ συμπερίληψιν εἰς τὸ ΠΣΕ; Ἀλοίμονον, ἀνήκουστος προδοσία» (ἔκκλησή
του πρὸς τὴν Ἱερὰ
Σύνοδο τῆς Σερβικῆς Ἐκκλησίας
τὸ 1975). Ἄρα
ὁ Ἀλβανίας,
σύμφωνα μὲ τὸν Ἅγιο ὄχι μόνο συμμετεῖχε, ἀλλὰ πρωτοστατοῦσε σὲ
μία ἀνήκουστη προδοσία κατὰ τῆς Πίστεως! Εἶναι σημάδι αὐτὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος; Σημάδι ὁμολογίας καὶ
θυσίας; Σημάδι Ἁγιότητος; Ἔχει δίκιο ὁ Ἅγιος Ἰουστῖνος ἢ οἱ σημερινοὶ
θαυμαστὲς τοῦ Ἀναστασίου;
Β) Π. Ἀθανάσιος Μυτιληναῖος: «Πᾶρτε
τὴν περίπτωση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.
Αὐτὸς ποὺ χαλκεύτηκε στὸ
Παγκόσμιο Συμβούλιο «Ἐκκλησιῶν», τί νομίζετε ὅτι
εἶναι αὐτὸ ἀγαπητοί μου; Ἕνας Δούρειος Ἵππος, ναί, ἕνας
Δούρειος Ἵππος. Τί εἶναι λοιπὸν ὁ Οἰκουμενισμός;
Ὁ Οἰκουμενισμὸς
εἶναι ἕνας Δούρειος Ἵππος, ὁ ὁποῖος
κουβαλᾶ τὸν Ἀντίχριστο. Ναί, ναί! Καὶ ὅμως
τὸ σύνθημα, παρακαλῶ, τοῦ
Οἰκουμενισμοῦ
εἶναι: ἀγάπη! ἀγάπη!
Καὶ ὑπηρέτησαν
αὐτὸ
τὸ σχῆμα
τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, τὸ ὑπηρέτησαν καὶ τὸ ὑπηρετοῦν αὐτὴ τὴν στιγμή, καὶ ὀρθόδοξοι κληρικοί, ἀνωτάτων μάλιστα βαθμῶν! Δυστύχημα!
Στὴν πραγματικότητα εἶναι
μία κατάργηση τοῦ
χριστιανισμοῦ.
Καὶ ὅμως ἐμφανίζεται ἐν ὀνόματι τῆς ἀγάπης!»
Ἄρα
ὁ Ἀλβανίας μὲ
βάση τὸ βιογραφικό του καὶ ὅσα τὸν ὑμνοῦν οἱ θαυμαστές του ἦταν ὡς μέλος, πρόεδρος καὶ πρωτεργάτης τοῦ Π.Σ.Ε. καὶ ὅλων
τῶν ὀργανώσεων ποὺ συμμετεῖχε, προδότης τῆς Πίστεως, (φαίνεται ἐδῶ ἡ συμφωνία τῶν
πραγματικῶν δοχείων τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος), Οἰκουμενιστής, Δούρειος Ἴππος, κουβαλητὴς τοῦ Ἀντιχρίστου
καὶ ἐργάτης κατάργησης τοῦ Χριστιανισμοῦ μὲ πρόσχημα τὴν ἀγάπη. Δυστύχημα! Εἶχε ὁ πράγματι ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ καὶ
ἐργάτης τοῦ Εὐαγγελίου π. Ἀθανάσιος Μυτιληναῖος ἢ ὁ Ἀναστάσιος δίκιο; Τελικὰ
πόση σύγχυση θὰ ἐπιφέρουν οἱ ἐργάτες τῆς ἀνομίας στὸ δύστυχο ποίμνιο, ποὺ
βομβαδίζεται ἀπὸ παντοῦ μὲ ψευδομηνύματα καὶ ψεύτικα πρότυπα;
Οἱ παραπάνω διαπιστώσεις αἱρετικῆς δραστηριότητος καὶ διαστρέβλωσης τοῦ Εὐαγγελίου
ἐπαληθεύονται καὶ στὰ δύο παρακάτω ἀποσπάσματα ἀπὸ λόγους τοῦ μακαριστοῦ Ἀναστασίου
ἔτσι ὅπως τὰ μεταδίδει τὸ ἴδιο τὸ Π.Σ.Ε. καὶ καταγγέλει ἕνας ἄλλος ἄνθρωπος τοῦ
Θεοῦ, ὁ μακαριστὸς Νικόλαος Σωτηρόπουλος: «Ήταν σημαντικό να είμαι στην
Επιτροπή για τον διάλογο με τις άλλες θρησκείες του Παγκοσμίου Συμβουλίου
Εκκλησιών. Εδώ μαθαίνεις ότι συχνά ο καλύτερος διάλογος πραγματοποιείται στην
σιωπή, είναι αγάπη χωρίς επιχειρήματα» (εδώ)
«Καί οἱ
μή Χριστιανοί, οἱ ἐθνικοί, οἱ ἀλλόθρησκοι, ἀνήκουν ἀοράτως
στήν Ἐκκλησία. Εἶναι
τά ἔθνη συγκληρονόμα καί σύσσωμα καί συμμέτοχα τῆς ἐπαγγελίας
αὐτοῦ
(τοῦ Θεοῦ) ἐν τῷ
Χριστῷ» (ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΙΩ. ΣΩΤΗΡΟΠΟΥΛΟΣ, «Εἶναι καί οἱ ἀλλόθρησκοι Ἐκκλησία;
Ἀπάντησις εἰς
τάς οἰκουμενιστικάς
θεωρίας τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀλβανίας ὅτι «εἶναι
τά ἔθνη συγκληρονόμοι καί σύσσωμα καί συμμέτοχα τῆς ἐπαγγελίας
αὐτοῦ
(τοῦ Θεοῦ) ἐν τῷ
Χριστῷ» », Ὀρθόδοξος
Τύπος 18-11-2011)
Συνεχίζω μὲ τὴν κακοδιδασκαλία τοῦ Ἀναστασίου Ἀλβανίας.
Ποιός Ἄγιος ἔχει πεῖ ἔστω καὶ στὸ ἐλάχιστο γιὰ τὸ Ἰσλάμ κάτι παρόμοιο μὲ τὰ ἀκόλουθα τοῦ Ἀναστασίου;
Τὸ ἀπόσπασμα αὐτὸ εἶναι ἀπὸ εἰσήγηση ποὺ ἔκαμε ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀναστάσιος σὲ ἕνα
διεθνὲς συμπόσιο στὴ Βιέννη τὸ 1986 (ἐδῶ):
«Ἕνας διάλογος ποὺ σκοπεύει
στὴν ἀντικειμενικὴ καὶ νηφάλια
κατανόηση τῶν θρησκευτικῶν ἀπόψεων
καὶ τῶν ἐμπειριῶν τῶν ἄλλων
ἀνθρώπων ἀναδεικνύει τὴν εὐρύτητα
τῶν κοινῶν θεμελιωδῶν πεποιθήσεων, στὶς ὁποῖες
στηρίζεται τόσο τὸ Ἰσλὰμ ὅσο καὶ ὁ Χριστιανισμός. Σὲ μερικὰ μάλιστα
σημεῖα οἱ χριστιανοὶ μποροῦμε νὰ ἀνακαλύψουμε καὶ πάλι λησμονημένες
θεμελιώδεις ἐντολὲς—τὴν ἔντονη
βίωση τῆς ὑπερβατικότητος τοῦ Θεοῦ,
τὴν ὑπακοὴ στὸ θέλημά
Του, τὸ δέος στὴν ἐπικοινωνία μαζί Του, τὴν κινητοποίηση
ὁλοκλήρου του ψυχοσωματικοῦ εἶναι
στὴν προσευχὴ κτλ.»
(σ. 157)
Ποιός Ἅγιος θὰ ἔλεγε γιὰ τὸ Ἰσλάμ, ὅτι ὑπενθυμίζει στὸν Χριστιανὸ ἐντολὲς
τοῦ Θεοῦ, ποὺ ὁ ἴδιος ὁ Χριστιανὸς ἔχει ξεχάσει, ὅταν μάλιστα τὸ Ἰσλὰμ ἀρνεῖται
ἀκόμα καὶ τὴν Τριαδικότητα τοῦ Θεοῦ, τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ καὶ ὅλα τὰ
δόγματα τῆς Ἐκκλησίας;
Ὁ Ἀναστάσιος ἦταν συγκριτιστής. Διότι μόνο ἕνας συγκριτιστὴς κι ὄχι ὀρθόδοξος
καὶ μάλιστα ἐπίσκοπος θὰ ἔλεγε τὰ ἀκόλουθα (ἐδῶ): «Στις
μονοθεϊστικές θρησκείες που επηρεάζουν τη σημερινή οικουμένη διαπιστώνονται: α)
μια αναζήτηση εσωτερικής ειρήνης· β) η χαλιναγώγηση της επιθετικότητος· γ)
αρχές ειρηνικής συμβιώσεως· δ) επιδίωξη ειρηνικών σχέσεων με τον Θεό· ε)
παροτρύνσεις για τη διατήρηση της ειρήνης στην ανθρωπότητα. Οι χριστιανοί
ιδιαίτερα προσβλέπουμε σε «Θεό Ειρήνης» και εκζητούμε συνεχώς την επέμβασή Του.
Υψιστο και άμεσο χρέος όλων των θρησκευτικών ηγετών είναι η επίμονη και
συστηματική καλλιέργεια μιας υγιούς πνευματικότητος. Μέσα στα ιερά κείμενα υπάρχουν
φωτεινές ακτίνες που συμβάλλουν στην ειρηνική συμβίωση και διευκρινίζουν
τον χαρακτήρα της γνήσιας θρησκευτικότητος, στην οποία ευαρεστείται ο Θεός».
Καὶ
«Τό Ἰσλάμ ὅσο καί ὁ Χριστιανισμός ἔχουν τροφοδοτηθεῖ ἀπό τό θρησκευτικό στρῶμα, πού ξεκινᾶ ἀπό τήν παράδοση τοῦ Ἀβραάμ. Κοινά στοιχεῖα εἶναι, σέ γενικές γραμμές, ἡ βεβαιότητα στήν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ, ἡ πεποίθηση γιά τήν κοινή καταγωγή τῆς ἀνθρωπότητας, ἡ πίστη στό μήνυμα τῶν προφητῶν, πού μίλησαν ἐξ ὀνόματος τοῦ Θεοῦ, ἡ πίστη στήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν καί στήν ἔσχατη κρίση. Πολλές ἐπίσης μορφές ἔκφρασης τῆς θρησκευτικῆς ἐμπειρίας ἀκολουθοῦν παράλληλους δρόμους : προσευχή, ἐλεημοσύνη, νηστεία, ἀποδημίες, ὁμολογία πίστεως, διάφορες ἑορτές, σεβασμός τῆς τιμῆς καί περιουσίας. Ὅπως ἡ ἀντίληψη περί Θεοῦ, τό δόγμα τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἡ θεότητα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί ὅλα ὅσα αὐτή συνεπάγεται, ἡ πίστη ὅτι «ὁ Θεός ἀγάπη ἐστί»....
Γιά νά καλλιεργηθεῖ θετικότερο κλίμα στίς σχέσεις χριστιανῶν καί μουσουλμάνων πρέπει νά ἐνταθεῖ ὁ χριστιανό-ἰσλαμικός διάλογος μέ κέντρο τή μελέτη καί τήν ἔξαρση τῶν οὐσιαστικῶν ἀνθρωπολογικῶν ἀρχῶν τῶν δύο θρησκειῶν : π.χ. ἕνας στίχος τοῦ Κορανίου (κεφ. 49. Τά δώματα, στ. 13) τονίζει : «Ὦ ἄνθρωποι! Σας ἔχουμε πλάσει ἀπό ἕναν (μόνο) ἄνδρα καί μία (μόνο) γυναίκα καί ἀπό σᾶς κάναμε λαούς, φυλές, γιά νά ἀναγνωρίζουν ὁ ἕνας τόν ἄλλο. Ὁ πιό τιμημένος ἀνάμεσά σας ἐνώπιον τοῦ Ἀλλάχ εἶναι ὁ πιό ἐνάρετος» (ἐδῶ).
Ἄρα
γιὰ τὸν Ἀναστάσιο τὸ Ἰσλὰμ ὡς μονοθειστικὴ
θρησκεία καὶ ἀναλόγως τὸ
Κοράνι εἶναι «ἱερὸ
κείμενο» μὲ «φωτεινὲς ἀκτῖνες» μὲ τὸ ὁποῖο «εὐαρεστεῖται ὁ
Θεός»! ἀναγνωρίζει τὴν θεότητα τοῦ Χριστοῦ (!!!), τὸ δόγμα περὶ Θεοῦ, τὴν
νηστεία κλπ. Κακῶς λοιπὸν οἱ Ἅγιοι μίλησαν τόσο αὐστηρὰ ἐναντίον του καὶ κακῶς
μαρτύρησαν, ἀφοῦ καὶ
στὸ Ἰσλὰμ διαπιστώνεται «μιὰ ἀναζήτηση ἐσωτερικῆς εἰρήνης
καὶ ἐπιδίωξη εἰρηνικῶν
σχέσεων μὲ τὸν Θεό».
Ἀντιθέτως
ὅμως μὲ τὸν Ἀναστάσιο
στὸ ἔργο τοῦ ἁγ. Ἰωάννου τοῦ
Δαμασκηνοῦ «κατὰ αἱρέσεων»
(PG 94, 765A, 772D) τὸ Ἰσλὰμ
χαρακτηρίζεται ὡς
χριστιανικὴ αἵρεση καὶ εἰδικώτερα ὡς ἡ «ρα΄ αἵρεσις»,
καὶ ἀλλοῦ ὡς «λαοπλάνος θρησκεία τῶν Ἰσμαηλιτῶν» καί «πρόδρομος τοῦ Ἀντιχρίστου» (Νά πάλι ἡ συμφωνία τῶν Ἁγίων καὶ ὄχι τοῦ Ἀναστασίου στὴν
ὁρολογία κατὰ τῶν ψευδοπροφητῶν καὶ Ἀντιχρίστων). Ἐκτὸς
αὐτῶν ὁ Ἅγιος κατηγορεῖ τὸ
Κοράνι, ὅτι ἀποδίδει βλάσφημα τὴν
αἰτία τοῦ
κακοῦ στὸ
Θεό, καὶ ἀρνεῖται
τὴν μετάνοια ποὺ ἐξαρτᾶται
ἀπὸ τὸ αὐτεξούσιό
μας. Τὸ Κοράνι ἀρνεῖται
ὅτι ὁ ἄνθρωπος
ἔχει ἐλευθερία τῆς
βουλήσεως, διότι τὸ καλὸ
καὶ τὸ
κακὸ κατὰ τὴν κορανικὴ
διδασκαλία ἔχουν τὴν αἰτία
τους στὸν Θεὸ καὶ εἶναι προαποφασισμένα καὶ ἀμετάτρεπτα
(κισμέτ). Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ ἁμαρτία δὲν ἔχει
γιὰ τὸ Ἰσλὰμ ὀντολογικὲς ἐπιπτώσεις στὴν ἀνθρωπίνη φύση, ἀλλά
ἀποτελεῖ
παράβασι τοῦ νόμου μὲ ἠθικολογικὰ κριτήρια.
Ὁ Ἀναστάσιος παρόλα αὐτά,
ποὺ σίγουρα γνώριζε, ἔγραφε: «Τὸ Ἰσλὰμ ὅσο
καὶ ὁ Χριστιανισμός
ἔχουν τροφοδοτηθεῖ ἀπὸ τὸ
θρησκευτικὸ στρῶμα ποὺ
ξεκινᾶ ἀπὸ τὴν παράδοση τοῦ Ἀβραάμ»
(ἐδῶ).
Ὁ
Νικήτας Βυζαντίου πιστὸς στὴν ἐκκλησιαστικὴ γραμμή, ἔγραψε
τὸ «Ἀνατροπή
τῆς παρὰ
τοῦ Ἄραβος Μωάμετ
πλαστογραφηθείσης βίβλου», καὶ ὀνομάζει τὸν
Μωάμεθ «ἀμαθέστατον βάρβαρον», καὶ «ἀναιδέστατον
πρόσωπον τοῦ ψευδηγόρου λόγου».Ὁ Ἀναστάσιος Ἀλβανίας τὸν
κατηγορεῖ ὅμως ὅτι
«διακρίνεται γιὰ
βιαιότητα καὶ
γιὰ αὐθαίρετες κρίσεις κατὰ τοῦ
Ισλάμ»!!! («Ισλάμ», σελ.
38).
Ὁ ἅγ. Γρηγόριος ὁ
Παλαμᾶς ἔγραψε
τρία ἔργα κατὰ τῆς ἰσλαμικῆς κακοδοξίας: τὴν
«Ἐπιστολή πρὸς
τὴν ἑαυτοῦ Ἐκκλησίαν», «πρὸς τοὺς ἄθεους Χιόνας» καὶ «Ἐπιστολὴ
πρὸς Δαυίδ Μοναχόν τὸν
Δισύπατον» (οἱ δύο πρῶτες στὴν
ΕΠΕ 7 κυρίως 160-220, ἡ τρίτη στὸ ΔΙΕΕ 3, 1869, 229-234). Ἐκεῖ ὁ Ἅγιος «ὁμολόγησε καὶ
διατύπωσε μὲ
σαφήνεια τὴν ὀρθόδοξη χριστιανικὴ διδασκαλία, ἐπισήμανε (σσ. σὲ ἀντίθεση μὲ τὸν Ἀναστάσιο) τὸ ριζικῶς διαφορετικὸ περιεχόμενο καὶ τὸν τρόπο κατανόησης τοῦ Θεοῦ ποὺ ὑπάρχει μεταξὺ Χριστιανισμοῦ καὶ Ἰσλὰμ, ὅπως ἐπίσης
καὶ τὸν διαφορετικὸ
τρόπο κατανόησης τοῦ
προσώπου τοῦ
Χριστοῦ. Τονίζει μὲ σαφήνεια σχετικὰ μὲ τὶς θεολογικές ἀφετηριακές προϋποθέσεις τοῦ Ἰσλὰμ: «Τὸν δὲ Μεχουμέτ (σ.σ. τὸν
Μωάμεθ) οὔτε παρά τῶν προφητῶν εὑρίσκομεν μαρτυρούμενον οὔτε τι ξένον εἰργασμένον καὶ ἀξιόλογον πρὸς πίστιν ἐνὰγον. Διά τοῦτο οὐ πιστεύομεν αὐτῷ οὐδὲ τῷ παρ’ αὐτοῦ βιβλίῳ». Μὲ ἀφορμή μάλιστα τὶς ἰσλαμικές
ἀντιλήψεις περὶ Χριστοῦ ἐπισημαίνει στὸ ποίμνιό του: «Προσέχετε μή εὑρεθῆτε ὅπως αὐτοὶ ἐδῶ, ποὺ, ἐνῶ τὸν τεχθέντα ἀπὸ τὴν παρθένο τὸν ὀνομάζουν Λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ πνοή του καὶ Χριστὸ, δηλαδή Θεάνθρωπο, ἔπειτα τὸν ἀποφεύγουν φρενοβλαβῶς καὶ τὸν ἀθετοῦν σάν νὰ μή εἶναι Θεός».
Αὐτὰ λέγει ὁ μέγας Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας Γρηγόριος ὁ
Παλαμᾶς. Δὲν εἶχε ἀγάπη ὁ Ἅγιος; Δὲν ἤθελε εἰρήνη ὁ ἅγιος; Δὲν γνώριζε τὸ
θέλημα τοῦ Θεοῦ ὁ Ἅγιος; Ὁ Ἀναστάσιος ὅμως
μιλάει γιὰ ὑποτιθέμενα κοινὰ σημεῖα τὴν «εὐλάβεια πρὸς στὴν παρθένο Μαριάμ» καὶ τὴν ἀναγνώριση τῆς «γέννησης
τοῦ Ἰησοῦ μὲ ὑπερφυσικὸ τρόπο»
(Ἰσλὰμ,
σελ. 212-213)!!!
Ὅσον
ἀφορᾶ τὸν
ψευδῆ χαρακτηρισμὸ τοῦ Ἰσλὰμ ὡς ἀβρααμικὴ θρησκεία
ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὴν
πρὸς Γαλάτας ἐπιστολή
του διασαφηνίζει τὸ θέμα, ποιοί εἶναι τὰ
τέκνα, οἱ ἀληθινοὶ ἀπόγονοι τοῦ Ἀβραὰμ:
«Γινώσκετε ἄρα ὅτι οἱ ἐκ πίστεως, οὗτοὶ εἰσιν
υἱοὶ Ἀβραὰμ προϊδοῦσα δὲ ἡ γραφή ὅτι
ἐκ πίστεως δικαιοῖ τὰ ἔθνη ὁ Θεός, προευηγγελίσατο τῷ Ἀβραὰμ ὅτι
ἐνευλογηθήσονται ἐν
σοὶ πάντα τὰ ἔθνη». Ὥστε
οἱ ἐκ πίστεως εὐλογοῦνται σύν τῷ
πιστῷ Ἀβραὰμ» (Γαλ. 3, 7-9) καὶ «ἵνα εἰς
τὰ ἔθνη ἡ εὐλογία
τοῦ Ἀβραὰμ
γένηται ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, ἵνα
τὴν ἐπαγγελίαν τοῦ
Πνεύματος λάβωμεν διὰ τῆς πίστεως»
(Γαλ. 3, 14).\
Ἄρα
ἡ πίστη στὸν Ἰησοῦ Χριστὸ ὡς ἐνσαρκωθέντα, ὑπὲρ ἡμῶν σταυρωθέντα καὶ ἀναστὰντα
Θεό εἶναι αὐτὴ ποὺ καθιστᾶ κάποιον τέκνο, ἀπόγονο τοῦ Ἀβραὰμ.
Πῶς γίνεται ὅμως,
ἐν ἀντιθέσει
στὸν Παῦλο,
στὸν Ἀπόστολο τῶν ἐθνῶν, νὰ μιλοῦσε ὁ ἀρχιεπ.
Ἀναστάσιος γιὰ ἀβρααμικὲς
θρησκεῖες, καὶ ὅτι ἡ
κοινὴ καταγωγὴ ἑνώνει τοὺς
Χριστιανοὺς μὲ τὸ Ἰσλάμ: «Ἀκολούθως
ἐπισημαίνεται ἡ σπουδαιότητα τῆς κληρονομιᾶς τοῦ Ἀβραὰμ καὶ τὰ κοινὰ σημεῖα μὲ τὸν Χριστιανισμό» («Ἰσλάμ»,
σελ. 401, ὑποσ. 28).
Καὶ
στὴν σελ. 406:
«Ἀπό ὅλες τὶς ζῶσες θρησκεῖες,
τὸ Ἰσλὰμ βρίσκεται πλησιέστερα (τόσο γεωγραφικά ὅσο
καὶ πνευματικά) πρὸς τὸν Ὀρθόδοξο Χριστιανισμό. Παρὰ τὶς
βαθιὲς θεολογικὲς
διαφορὲς καὶ τὶς
δραματικὲς συγκρούσεις τοῦ παρελθόντος, στεκόμαστε
ἐν
πολλοῖς πάνω σὲ
κοινὸ
πολιτισμικὸ
καὶ
θρησκευτικὸ
ἔδαφος·
καὶ
ἡ οὐσιαστικότερη
ἀλληλοκατανόηση
τοῦ
πνευματικοῦ
πλούτου
τῶν δύο κόσμων
ἀποτελεῖ
ἀμοιβαῖο χρέος ‒μεστὸ
προσδοκίας».
Μετὰ ἀπὸ αὐτὴ τὴν
σοκαριστικὴ
δήλωση Ὀρθοδόξου Ἱεράρχη, ἄς δοῦμε
πόσο κοντὰ
εἶναι τὸ
Ἰσλὰμ
μὲ τὴν
Ὀρθοδοξία.
Α) Ἄρνηση τῆς πατρότητας τοῦ
Θεοῦ
Ἡ ἰδὲα τοῦ «Θεοῦ
πατρός» εἶναι ἀπαράδεκτη γιὰ
τοὺς μουσουλμάνους. Ἡ ἀπόρριψη τοῦ ὅρου «Πατὴρ»
σχετίζεται ὁπωσδήποτε καὶ μὲ τὴν πολεμική ἐναντίον
τῆς χριστιανικῆς
διδασκαλίας περὶ Υἱοῦ τοῦ
Θεοῦ καὶ
περὶ Ἁγίας Τριάδος τὴν ὁποία τὸ Ἰσλὰμ
καταπολεμᾶ μὲ πάθος (Σούρα Αἱ
γυναῖκες, 4, 169): «Πιστέψτε στὸν Θεό καὶ
στὸν Ἀπόστολο καὶ νὰ μήν λέτε, ὅτι ὑπάρχει Τριάς. Σταματῆστε
νὰ τὸ λέτε καὶ θὰ ὠφεληθεῖτε».
Β) Τὸ Κοράνι ἀπορρίπτει καὶ ἀρνεῖται
σαφέστατα τὴν θεότητα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ
καὶ τὴν
χριστολογική σημασία τῶν χριστιανικῶν συμβόλων, κυρίως τοῦ Σταυροῦ
(Σούρα Ἡ τράπεζα 5, 19): «ἄπιστοι εἶναι ὅσοι λένε, ὅτι ὁ Μεσσίας, υἱός τῆς Μαριάμ, εἶναι Θεός».
Γιὰ τοὺς
μουσουλμάνους ὁ Ἰησοῦς
δὲν σταυρώθηκε οὔτε
κἂν φονεύθηκε ἀπὸ κάποιον, ἀλλά
στὴν θέση Του θανάτωσαν κάποιον ἄλλον (Σούρα 4, 156): «Ὄχι δὲν ἐφόνευσαν, δὲν
σταύρωσαν αὐτὸν, ἀλλά
κάποιον ὅμοιον μὲ αὐτὸν».
Γ) Οἱ μουσουλμάνοι δέχονται τὴν Μαρία ὡς
παρθένο, ἀλλά ὄχι ὡς
Θεοτόκο. Δὲν θεωρεῖται κόρη τοῦ Ἰωακείμ καὶ τῆς Ἄννης,
ἀλλά κόρη τοῦ Ἐμρᾶν
(Σούρα 66, 12). Ἐπίσης ταυτίζεται μὲ τὴν
Μαριάμ, τὴν ἀδελφὴ
τοῦ Ἀαρών (Σούρα
19, 29).
Περιττὸ νὰ τονισθεῖ, ὅτι τὸ Ἰσλὰμ
δὲν δέχεται Ἅγιο
Πνεῦμα, Ἐκκλησία,
Μυστήρια, Ἁγίους, Ἱερωσύνη κλπ. Ἀκόμα
καὶ ἐναντίον τοῦ μοναχισμοῦ εἶναι. Καὶ ὅμως παρόλα τὰ
παραπάνω καὶ ἐνῶ τὰ περισσότερα τὰ
παραθέτει καὶ ὁ ἴδιος στὸ βιβλίο του, ὁ Ἀλβανίας Ἀναστάσιος
Γιαννουλᾶτος δίδασκε ὅτι τὸ Ἰσλὰμ εἶναι
τὸ πλησιέστερο τῶν θρησκειῶν στὴν Ὀρθοδοξία καὶ,
φρίξον ἥλιε, μεταξὺ ἄλλων καὶ Τὰ ἑξῆς:
«Τὸ Κοράνιο… δείχνει
γιὰ τὸ ἐπί
γῆς ἔργο τοῦ Ἰησοῦ ἀναμφίβολα ἰδιαίτερο
σεβασμό» (σελ. 210). «Ὁ Μωάμεθ γνωρίζει καὶ σὲβεται
τὴν ὑπέροχη θαυματουργικὴ δύναμη τοῦ
Μεσσία» (σελ. 212). «Ἕνα κορανικὸ ἐδάφιο συνοψίζει τὴν τιμή ποὺ ἀπονέμεται στὸν Ἰησοῦ»,
«Εὐλάβεια πρὸς τὴν
παρθένο Μαριάμ», «Τὸ Κοράνιο ὄχι
μόνο δέχεται ὅτι
ὁ Ἰησοῦς
γεννήθηκε ἐκ Μαρίας τῆς Παρθένου, ἀλλά
δίνει ἐξαιρετικὰ τιμητικὴ
θέση στὴν Παναγία καὶ μιλάει γι’ αὐτὴν
μὲ μεγαλύτερη εὐλάβεια ἀπὸ ὅ,τι
ὁρισμένοι
προτεσταντικοὶ
κύκλοι» (σελ. 213).
Ὁ
κάθε πιστὸς μὲ κάποιο ἴχνος
θεοσεβείας καὶ εὐλαβείας μένει
ἄφωνος μὲ τὶς διαπιστώσεις αὐτὲς τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀλβανίας.
Οἱ μουσουλμάνοι ἀρνοῦνται τὴν
Θεότητα τοῦ Κυρίου, ἀρνοῦνται
τὸν Σταυρό, ἀρνοῦνται τὴν Ἀνάσταση, ἀρνοῦνται τὴν
Παναγία ὡς Θεοτόκο (ἀκόμα καὶ τὸν Ἰωακεὶμ καὶ τὴν Ἄννα
ὡς γονεῖς
Της ἀρνοῦνται)
κι αὐτὸς μιλάει γιὰ εὐσέβεια,
τιμή, εὐλάβεια τῶν μουσουλμάνων στὸν
Χριστὸ καὶ
στὴν Παναγία περισσότερο κι ἀπὸ τοὺς Προτεστάντες, τοὺς ὁποίους ὁ ἴδιος ὡς
πρόεδρος τοῦ Π.Σ.Ε. ἀναγνώρισε ὡς Ἐκκλησία μὲ
βάπτισμα καὶ χάριν.
Ἡ ἐπίδραση τῆς
σκέψης του Ἀλβανίας εἶναι τόσο μεγάλη στοὺς
θεολογικοὺς κύκλους, ὥστε οἱ
θεολογικοὶ κύκλοι συναγωνίζονται τοὺς κληρικοὺς
στὴν ἁγιοποίηση
τοῦ Ἰσλὰμ: π.χ. «ὁ Ἀστέριος Ἀργύριου,
μελετητὴς τοῦ Ἰσλὰμ καὶ
καθηγητὴς στὸ Πανεπιστὴμιο
τοῦ Στρασβούργου. Ἀναφερόμενος στὴν σύγχρονη ἰσλαμολογική
ἔρευνα γράφει ὅτι οἱ ἰσλαμολόγοι ἀνεγνώρισαν στὸ Ἰσλὰμ «τὴ θρησκεία ποῦ δοξολογεῖ τὸν ἴδιο μὲ μᾶς Θεό, τὸ Θεό τοῦ Ἀβραὰμ, τὸν κοινό Πατέρα ὅλων τῶν πιστῶν».
Εἶναι, ὡς γνωστὸν,
ἀποστολική ἡ πίστις ὅτι
ὁ Χριστὸς εἶναι
ἡ μόνη Ὁδός πρὸς
τὸν Θεό Πατέρα. Ἐν τούτοις ὁ
καθηγητὴς Ἀργυρίου, σάν νὰ μή δέχεται τὴν πίστι αὐτὴ, ἐρωτᾶ: «Τί λοιπόν θὰ ἐμπόδιζε τὴ σύγχρονη θεολογία νὰ ἀναγνωρίσει στὸ πρόσωπο τῆς θρηκείας τοῦ Μωάμεθ μίαν “ὁδόν πρὸς σωτηρίαν” τῶν ἀνθρώπων;». Διότι, “τὸ
Πνεῦμα ὅπου θέλει πνεῖ” (Ἰωάν.
3, 8) καὶ “ἀνεξερεύνητα Τὰ κρίματα τοῦ
Θεοῦ καὶ ἀνεξιχνίαστοι
αἱ ὁδοί αὐτοῦ” (Ρωμ. 2, 33). Ὁ Θεός ἔχει
τὴ δύναμη νὰ χρησιμοποιήση τὴν “ὁδὸν σωτηρίας” ὅπου
θέλει καὶ ὅποτε τὸ
κρίνει σκόπιμο. Ἡ ἄπειρος πρὸς
τοὺς ἀνθρώπους ἀγάπη
του μπορεῖ νὰ ἀνοίξει
“ὁδούς θεογνωσίας καὶ σωτηρίας” ποὺ ὁ ἀνθρώπινος νοῦς
μας ἀδυνατεῖ νὰ ἐξιχνιάσει. Πῶς μποροῦμε λοιπόν νὰ ἰσχυριστοῦμε ὅτι ἡ ἐμφάνιση καὶ ἡ δράση τοῦ μωαμεθανισμοῦ στὸν κόσμο εἶναι ἔργο τοῦ Διαβόλου καὶ ὄχι τοῦ Θεοῦ, τοῦ Ἀντιχρίστου καὶ ὄχι τοῦ Χριστοῦ;» (ἐδῶ).
Ἄλαλα τὰ χείλη τῶν εὐσεβῶν! Καὶ ὅμως τὴν διδασκαλία αὐτὴ οἱ ὑμνητὲς τοῦ Ἀναστασίου
σήμερα τὴν ὀνομάζουν διδασκαλία ἀγάπης ἑνὸς ὑποτίθεται Αγίου.
Ὡς ἀναίρεση τῶν
παραπάνω καὶ γιὰ μήν νοηθεῖ, ὅτι ὅλα
αὐτὰ εἶναι γεννήματα μίας ὑποτιθέμενης
ἐμπάθειας, ἄς ἀφήσουμε τὸν
μητροπολίτη Νικοπόλεως Μελέτιο νὰ ἀποδείξει τοῦ
λόγου (καὶ τοῦ σκανδάλου) τὸ ἀληθές:
«Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι
ὁ ἀκρογωνιαῖος
λίθος τῆς χριστιανικῆς πίστης. α. Ὁ ἀπόστολος
Παῦλος γράφει: Ἡ ἀνάσταση
εἶναι τὸ οὐσιαστικώτερο
σημεῖο τῆς πίστης μας. Αὐτὸ σημαίνει:
Ἄν ὁ Χριστὸς δὲν ἀναστήθηκε, ἡ πίστη μας εἶναι στὸ σύνολό της μάταιη· καὶ ἐμεῖς οἱ ἀπόστολοι εἴμαστε ἕνα συνὰφι βλάσφημοι καὶ παλιάνθρωποι, ἀφοῦ ἐκηρύξαμε – γιὰ λογαριασμό τοῦ Θεοῦ! – ἕνα ψέμα: ὅτι ἀνάστησε τὸν Χριστὸ· χωρὶς νὰ τὸν ἔχη πράγματι ἀναστήσει (Α’ Κορ. 15,15-16). («Τί
εἶναι ὁ Χριστὸς»
Μητροπολίτου Νικοπόλεως Μελετίου, κεφ. 6).
Ἀφοῦ λοιπόν, ὁ Παῦλος διδάσκει, ὅτι χωρὶς τὴν πίστη
στὴν Ἀνάσταση ἡ πίστη
μας εἶναι στὸ σύνολό της μάταιη· καὶ ἐμεῖς οἱ ἀπόστολοι εἴμαστε ἕνα συνὰφι βλάσφημοι καὶ παλιάνθρωποι, ἀφοῦ ἐκηρύξαμε – γιὰ λογαριασμό τοῦ Θεοῦ! – ἕνα ψέμα τότε γιὰ τὸ Ἰσλὰμ οἱ Ὀρθόδοξοι εἶναι ψεῦτες (τὸ διατυμπανίζουν μάλιστα σὲ
κάθε κήρυγμά τους, λέγοντας ὅτι οἱ Χριστιανοὶ παραχάραξαν τὰ ἀληθινὰ λόγια τοῦ Ἀλλάχ)
καὶ οἱ Ἀπόστολοι παλιάνθρωποι, ἀφοῦ παρέσυραν τὸν κόσμο στὸ ψέμα. Κι ὅμως, γιὰ
τὸν Ἀναστάσιο καὶ τοὺς θαυμαστές του αὐτὰ δὲν παίζουν ρόλο καὶ τὸ Ἰσλὰμ παρόλο
ποὺ ἀρνεῖται τὴν Ἀνάσταση εἶναι κοντὰ στὴν Ὀρθοδοξία καὶ ἡ οὐσιαστικότερη ἀλληλοκατανόηση τοῦ πνευματικοῦ πλούτου τῶν δύο κόσμων ἀποτελεῖ ἀμοιβαῖο χρέος ‒μεστὸ προσδοκίας. Δηλαδὴ ἀποτελεῖ χρέος μας νὰ δείξουμε κατανόηση ὅτι ἀποτελεῖ πνευματικὸ
πλοῦτο, ὅτι οἱ μουσουλμάνοι θεωροῦν τὸν Χριστὸ καὶ τοὺς Ἀποστόλους ψεῦτες. Μπορεῖ
νὰ θεωρηθεῖ ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος ἐκφραστὴς τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ.
Καὶ γιὰ νὰ μὴν θεωρηθεῖ καὶ πάλι ὅτι μιλάω ἀπὸ ἐμπάθεια ἢ ὅτι παρερμηνεύω,
παραθέτω τὰ λόγια ἑνὸς ἄλλου ὁμολογουμένως πνευματικοῦ ἀνθρώπου, τοῦ μακαριστοῦ
π. Γεωργίου Καψάνη, ἡγουμένου τῆς Ἱ. Μονῆς Γρηγορίου τοῦ Ἁγίου Ὄρους:
«θα υπενθυμίσω την περίπτωση δύο κοιμηθέντων Ιεραρχών. Ενός
Αρχιεπισκόπου της Ορθοδόξου Διασποράς και ενός Πατριάρχου του προσφάτως
κοιμηθέντος Αλεξανδρείας Παρθενίου. Ο πρώτος, σε ‟Ορθόδοξο’’ Κατήχηση που συνέγραψε, δέχεται την θεωρία των κλάδων που ανατρέπει την Ορθόδοξο Εκκλησιολογία και ομιλεί ευφήμως για την μασωνία. Ο δεύτερος, τουλάχιστον τρις εχαρακτήρισε τον Μωάμεθ ως ‟προφήτη’’ και το Κοράνιο ως ‟άγιο’’, ελθών σε κραυγαλέα αντίθεση με το Ευαγγέλιο και την Ιερά Παράδοση της Εκκλησίας... Αναγινώσκοντες τα κείμενα του διαλόγου
Ορθοδόξου και Μουσουλμάνων είχαμε την ίδια αίσθησι. Είδαμε να αποσιωπώνται
θεμελιώδεις αλήθειαι της αγίας ευαγγελικής και αποστολικής μας Πίστεως.
Είδαμε να επικρατή ένα πνεύμα ουμανιστικό, που μας θύμισε τον δυτικό Βαρλαάμ. Εάν υπήρχε σήμερα ένας Γρηγόριος Παλαμάς, θα εξοβέλιζε με την
μάχαιρα του Πνεύματος την ‟θεολογία’’ αυτήν εκ μέσου της
Εκκλησίας. Γράφουμε με πόνο και αγάπη. Αλλά δεν ημπορούμε να
σιωπήσουμε. Εάν σιωπήσουμε, φοβούμεθα ότι θα είμεθα συνένοχοι. Το κείμενο που
ακολουθεί, γραμμένο τη επιστασία μου από αδελφό της Ιεράς Μονής μας, εκφράζει
τον προβληματισμό μας. Λυπούμεθα αν κάποιοι στενοχωρηθούν απ’ αυτό. Αλλά
κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο:«κρείσσων επαινετός πόλεμος, ειρήνης
χωριζούσης Θεού». Ποτέ δεν θα ηθέλαμε να ιδούμε την Εκκλησία μας από ‟ενότης της Πίστεως και κοινωνία του Αγίου
Πνεύματος’’ να εκπίπτη σε ουμανιστική θρησκευτική λέσχη... Ο
διάλογος κινείται σε πλαίσια συγκριτικά. Στον ορισμό του συγκριτισμού κεντρική
θέσι κατέχει η αποδοχή όλων των πίστεων και η αναγνώρισις της Αληθείας σ’ όλες
τις πίστεις... Στον διάλογο τονίσθηκε από τους εκπροσώπους αμφοτέρων των
πλευρών η ανοχή των θρησκευτικών πεποιθήσεων της άλλης πλευράς. Η ανοχή αυτή
δεν έχει απλώς τον χαρακτήρα της ανεξιθρησκείας. Δεν πρόκειται για σεβασμό των
προσώπων που προτιμούν να πρεσβεύουν την μία ή την άλλη πίστι. Πρόκεται για
σχετικοποίησι της Πίστεως. Ο Σεβ. Ελβετίας είναι σαφής: «κατά βάθος, μία
εκκλησία ή ένας τέμενος… αποβλέπουν στην ίδια πνευματική καταξιωσι του ανθρώπου»
(βλ. υποσημ.15). (σσ. βλέπουμε ἐδῶ τὸν Οἰκουμενιστὴ
ἀρχιεπ. Ἑλβετίας νὰ λέει τὰ ἴδια μὲ τὸν Ἀναστάσιο, σὲ μία συμφωνία ὄχι Ἁγίων ἀλλὰ
αἱρετικῶν συγκρητιστῶν).
Αναρρωτιέται ο
Ορθόδοξος πιστός, εάν μια τέτοια δήλωσις μπορεί να γίνη από ένα Ορθόδοξο
Χριστιανό...
Όταν κάποιος συγκρίνει το θεολογικό πλαίσιο, μέσα στο
οποίο πραγματοποιείται ο σημερινός ορθοδοξο-ισλαμικός διάλογος, με την θεολογία
που διέπει όλους τους ανωτέρω διαλόγους των Αγίων της Εκκλησίας, διαπιστώνει με
πολλή λύπη ότι προωθείται ένας σοβαρώτατος διαθρησκευτικός συγκριτισμός.
Πρώτον, διότι παρασιωπώνται και δεν συζητούνται τα καιριώτατα αυτά θέματα της
Πίστεως, και δεύτερον, διότι η παραδρομή των από τους Ορθοδόξους υποδηλώνει
«αναισθησία του μυστηρίου της Εκκλησίας» (π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ). Δεν
φανερώνουν άραγε συγκριτισμό οι κατωτέρω εκφράσεις που ενδεικτικώς παραθέτουμε;
«Ο λόγος της θρησκείας αποκαθιστά την πνευματικήν ισορροπίαν του ανθρώπου».
Αναρρωτώμεθα: και ο λόγος της θρησκείας του Ισλάμ;
Σύμπτωσις αξιών: μοιραίο σφάλμα ή τέχνασμα; Υποστηρίχθηκε στον διάλογο ότι ο Χριστιανισμός και το
Ισλάμ έχουν κοινές ανθρωπιστικές, πνευματικές και ηθικές αξίες . Τούτο
θεωρήθηκε φυσικό επακόλουθο της κοινής πίστεως σε ένα δημιουργό Θεό και στην
ενότητα του ανθρωπίνου γένους ως δημιουργήματος του Θεού . Δυστυχώς το ολίσθημα
των Ορθοδόξων στην θεολογία έγινε αφετηρία για σφάλματα στην ανθρωπολογία και
την ηθική...
Θα πρέπει επίσης να επισημάνουμε ότι από πλευράς των
Μουσουλμάνων είναι εύκολο να υποστηριχθή η σύμπτωσις ανθρωπιστικών και ηθικών
αξιών Ισλάμ και Χριστιανισμού, διότι μπορεί να αποδοθή στον κοινό κατ’ αυτούς
μονοθεισμό των δύο πίστεων. Από πλευράς όμως των Ορθοδόξων δεν μπορεί να
δικαιολογηθή τέτοια σύμπτωσις, διότι καθ’ ημάς υπάρχει αγεφύρωτο χάσμα στην
περί Θεού διδασκαλία μεταξύ Ορθοδοξίας και Ισλάμ» (ἐδῶ).
Κλείνω ἐπαναλαμβάνοντας τὰ λόγια τοῦ μακαριστοῦ π. Γεωργίου Καψάνη καὶ
δείχνοντας ἔτσι, ὅτι κάθε προσπάθεια ἁγιοποίησης καὶ ἐπαίνου τῆς οἰκουμενιστικῆς
διδασκαλίας τοῦ Ἀλβανίας Ἀναστασίου ἀποτελεῖ ἄρνηση τῆς Ὀρθόδοξης διδασκαλίας
καὶ τῶν Ἁγίων. Καὶ ὅπως ἔλεγε ὁ μακαριστὸς κήρυκας Δημήτριος Παναγόπουλος ἄλλος
καλὸς ἄνθρωπος (ποὺ ὁμολογουμένως ἦταν ὁ μακαριστὸς Ἀλβανίας Ἀναστάσιος) κι ἄλλο
καλὸς Χριστιανός.
«Γράφουμε με πόνο και αγάπη. Αλλά δεν ημπορούμε να
σιωπήσουμε. Εάν σιωπήσουμε, φοβούμεθα ότι θα είμεθα συνένοχοι. Λυπούμεθα αν κάποιοι στενοχωρηθούν
απ’ αυτό. Αλλά κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο: «κρείσσων επαινετός
πόλεμος, ειρήνης χωριζούσης Θεού». Ποτέ δεν θα ηθέλαμε να ιδούμε την Εκκλησία
μας από ‟ενότης της Πίστεως
και κοινωνία του Αγίου Πνεύματος’’ να εκπίπτη σε ουμανιστική θρησκευτική λέσχη».
Ἀδαμάντιος Τσακίρογλου