Τοῦ Ἀδαμάντιου Τσακίρογλου
Μετὰ τὴν ἐπικράτηση τῶν Οἰκουμενιστῶν στὴν Ἐκκλησία γινόμαστε πολλάκις μάρτυρες ἑνὸς ἄλλου τραγικοῦ γεγονότος: Τῆς ἄσκησης κυβιστήσεως καὶ ἀνακάλυψης ἡρώων ὁμολογητῶν ποὺ δικαιολογοῦν τὴν κοινωνία μὲ τὴν αἵρεση ἀπὸ τοὺς ἀντιαιρετικούς. Εἶναι πιὰ φανερὸ ἀπὸ πλεῖστα ἄρθρα, τί ἔλεγαν πρὶν πρὸς χαρά μας καὶ τί λένε πάλι τώρα πρὸς ἀμέτρητη λύπη μας, οἱ ὑπέρμαχοι τῆς «Οἰκονομίας» καὶ τοῦ «ἄχρι καιροῦ». Καὶ γιὰ νὰ καλύψουν ὅσα λένε καὶ διαδίδουν καὶ παρ' ὅτι ἔχουν διαψευθεῖ ὄχι μία ἀλλὰ πολλὲς φορές, ἀνακαλύπτουν συνέχεια ὁμολογητὲς καὶ νέους Μάρκους Εὐγενικοὺς φθάνοντας μάλιστα στὸ σημεῖο νὰ τοὺς ἐξασφαλίζουν (ἂν εἶναι δυνατόν) καὶ θέση στὸν Παράδεισο (
ἐδῶ)! Ἔτσι ὄχι μόνο δὲν τιμοῦν τοὺς Ἁγίους, ἀφοῦ τοὺς ἐξισώνουν μὲ ἀνθρώπους ποὺ δὲν ἔχουν οὔτε κατὰ διάνοια τὸ ἀνάστημά τους, ἀλλὰ καὶ παρασύρουν τοὺς πιστοὺς σὲ ἀκρότητες ποὺ καμία σχέση δὲν ἔχουν μὲ τὸν ἁγιοπατερικὸ ἀγῶνα.
Ὅλα αὐτὰ φυσικὰ δὲν συμβαδίζουν μὲ τὴν ἐκκλησιαστικὴ διδασκαλία. Ἀντιθέτως τὴν διαστρεβλώνουν. Ἰδιαίτερα στὸ θέμα τῆς ἀποτειχίσεως σὲ καιροὺς αἱρέσεως ὅτην π.χ. ἀκοῦμε ἱερέα νὰ δηλώνει μὲν ἀποτειχισμένος ἀλλὰ νὰ μνημονεύει ἐπίσκοπο καὶ ἀρχιεπίσκοπο, τὸν ὁποῖο κατηγορεῖ ὡς Οἰκουμενιστή, δηλαδὴ τὸν λόγο ποὺ ἀποτειχίστηκε (
ἐδῶ)!!!
Ὡς ἐκ τούτου δὲν πρέπει νὰ σταματήσει ὁ τονισμὸς τῶν λόγων καὶ τῶν ἔργων τῶν Ἁγίων καὶ τῶν ἀνάλογων ἀγώνων τοῦ ποιμνίου, ὄχι μόνο γιὰ νὰ ἐπαληθευτοῦν οἱ παραπάνω λυπηρὲς διαπιστώσεις, ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ μὴν σταματήσει ἡ ἐλπίδα, ὅτι ἔτσι ἴσως κάποιοι ἀλλάξουν πλώρη καὶ πράγματι ἀκολουθήσουν τὴν διδασκαλία τῆς Εκκλησίας.

Γι’ αὐτὸ κάνω μία ὑπόθεση: Τί θὰ δίδασκε καὶ τί θὰ ἔκανε, ἂν ζοῦσε σήμερα ὁ ἄγ. Μᾶρκος ὁ Εὐγενικὸς μὲ ὅλα αὐτὰ ποὺ συμβαίνουν, ὥστε ἔτσι νὰ διαπιστώσουμε, ἂν πράγματι ὑπάρχουν καὶ σήμερα ὁμολογητὲς ἰσάξιοι τοῦ Ἁγίου.
Γράφει ὁ Κάλλιστος Βλαστὸς πώς, ὅταν ὅλοι ὑπέγραψαν τὸν Ὅρον τῆς ἐν Φερράρᾳ-Φλωρεντίᾳ συνόδου, «Ἐνῷ δὲ πρὸς τὸν Ἱερὸν Μᾶρκον, οἱονεὶ κατῃσχυμμένοι, οἱ ὑπογράψαντες ἔστρεψαν δειλὸν τὸ ὄμμα, οὗτος ἀναστὰς ἐξῆλθε τῆς ὁμηγύρεως, τὸ περιλάλητον ἐκεῖνο ἐπιφωνῶν· «οὐχ ὑπογράψω, οὐδ᾿ εἴ τι καὶ γένηται». Καὶ ἀπ᾿ ἐκείνης τῆς ὥρας ἤρξατο καὶ διὰ ζώσης καὶ δι᾿ ἐπιστολῶν κηρύττων πρὸς τοὺς ἁπανταχοῦ Ἕλληνας τὰ ἐναντία τοῖς ὑπὸ τοῦ Βησσαρίωνος κηρυττομένοις· τουτέστιν ἵνα μὴ ὑποτάξωσι κατὰ μηδένα τρόπον τὸν αὐχένα τῷ παπισμῷ, διότι τοῦτο ὡς ἀκολούθημα μὲν ἄμεσον φέρει τὴν τῆς πατρῴας εὐσεβείας ἀθέτησιν, ὡς ἔμμεσον δέ, τοῦ Γένους τὴν παντελῆ ἐξόντωσιν. Τοιαύτην τινὰ ἐγκύκλιον τοῦ Ἱεροῦ Μάρκου ἐπιστολὴν πρὸς τὸ Ὀρθόδοξον πλήρωμα ἀντιγράψαντες ἐκ χειρογράφου παραθέτομεν ἐνταῦθα».
Βλέπουμε ἐδῶ τον ἄγ. Μᾶρκο ὄχι μόνο νὰ μὴν ὑπογράφει ἀλλὰ ἀμέσως μετὰ μὲ ἀπόλυτη συνέπεια καὶ χωρὶς συμβιβασμοὺς νὰ κηρύττει τὸν λαὸ νὰ μὴν σκύψει τὸν αὐχένα του στοὺς φιλοπαπικοὺς καὶ φιλενωτικούς. Δὲν ζήτησε συγγνώμη ἀπὸ αὐτούς, ὅπως κάνουν οἱ νεοανακηρυγμένοι «Μάρκοι», δὲν εἶπε ὅτι θαυμάζει καὶ ἐκτιμάει αὐτούς, στοὺς ὁποίους ἀντιστέκεται, ὅπως κάνουν οἱ νεοανακηρυγμένοι «Μάρκοι», καὶ τὸ κυριότερο δὲν κήρυξε ἐναντίον τῆς ἀπομάκρυνσης (ἀποτείχισης) ἀπὸ αὐτούς, ὅπως κάνουν οἱ νέοι νεοανακηρυγμένοι «Μάρκοι», ἀλλά, ὅπως θὰ δοῦμε παρακάτω, ἔπραξε τὸ ἀκριβῶς ἀντίθετο: Μέχρι τὸν θάνατό του ἐπέμεινε στὴν παντελῆ διακοπὴ κοινωνίας μὲ κάθε φιλενωτικό, σήμερα Οἰκουμενιστή.
Δήλωσε λοιπὸν ὁ Ἅγιος, τὸν ὁποῖο μὲ τόση ἀσέβεια παρομοιάζουν οἱ σημερινοὶ Χριστιανοὶ μὲ ποιμένες, ποὺ οὔτε στὸ ἐλάχιστο δὲν τὸν μιμοῦνται, μετά την Φερράρα-Φλωρεντία καὶ τὴν προδοσία καὶ ὑποταγὴ τῶν Ὀρθοδόξων στὸν Πάπα :
«Ἐντεῦθεν οἱ μὲν τὸ ἑαυτῶν ἔπραξαν, καὶ πρὸς τὴν συνθήκην ὅρου καὶ τὰ λοιπὰ τῆς ἑνώσεως ἔβλεψαν· ἐγὼ δὲ χωρισθεὶς αὐτῶν ἔκτοτε καὶ ἐμαυτῷ σχολάσας, ἵνα τοῖς ἁγίοις μου πατράσι καὶ διδασκάλοις διατελῶ συνημμένος, πᾶσι καταφανῆ ποιῶ τὴν ἐμαυτοῦ γνώμην διὰ τῆσδε μου τῆς γραφῆς, ὡς ἂν ἐξῇ δοκιμάζειν τῷ βουλομένῳ, πότερον ὑγιέσι δόγμασι χαίρων, ἢ διεστραμμένοις τισὶ τὴν γεγενημένην ἕνωσιν οὐ παρεδεξάμην».
Ἂς προσέξουμε τὰ παραπάνω λόγια τοῦ Ἁγίου καὶ ἂς τὰ συγκρίνουμε μὲ τὶς δηλώσεις τῶν νέων «Μάρκων» περὶ συγγνώμης, θὰ κάνω ὅτι μοῦ ποῦν, λέω σὲ ὅσους μὲ ρωτοῦν, νὰ μὴν ἀποτειχιστοῦν κλπ. (π.χ. ἐδῶ) : «Ἔκτοτε, ἀφοῦ χωρίστηκα ἀπὸ τοὺς ὑπόλοιπους Ἀνατολικούς (ἀποτειχίστηκα), παραμένω ἐν ἑαυτῷ, γιὰ νὰ μπορῶ ἔτσι νὰ συνεχίσω νὰ εἶμαι ἑνωμένος μὲ τοὺς Ἁγίους μου Πατέρες καὶ διδασκάλους (ἀφοῦ, ὅποιος ἐπικοινωνεῖ μὲ τοὺς αἱρετικούς, δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ἑνωμένος μὲ τοὺς Ἁγίους). Καὶ φανερώνω σὲ ὅλους τὴν ἀπόφασή μου αὐτὴ (τῆς ἀποτείχισης) μὲ τούτη τὴν Ἔκθεση, γιὰ νὰ μπορεῖ –ὅποιος θέλει– νὰ ἐξετάζει, γιὰ ποιό λόγο δὲν ἀποδέχτηκα τὴν Ἕνωση ποὺ ἔγινε. Δὲν τὴν ἀποδέχτηκα, ἐπειδὴ ἡ Ἕνωση στηρίχτηκε, ὄχι στὰ ὑγιῆ Ὀρθόδοξα δόγματα, ἀλλὰ στὰ κακόδοξα καὶ διεστραμμένα.»
Ὅλα αὐτὰ τὰ συνοψίζει ὁ Ἅγιος Μᾶρκος στὴν παρακάτω παρακαταθήκη του, ἡ ὁποία εἶναι σύμφωνη μὲ τοὺς Ἁγίους (Μ. Βασίλειος καὶ Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός: «Οἵτινες τὴν ὑγιᾶ ὀρθόδοξον πίστιν προσποιούμενοι ὁμολογεῖν, κοινωνοῦσι δὲ τοῖς ἑτερόφροσι, τοὺς τοιούτους, εἰ μετὰ παραγγελίαν μὴ ἀποστῶσιν, μὴ μόνον ἀκοινωνήτους ἔχειν, ἀλλὰ μηδὲ ἀδελφοὺς ὀνομάζειν» βλ. Ν. Βασιλειάδη, Μᾶρκος ὁ Εὐγενικὸς καὶ ἡ Ἕνωσις τῶν Ἐκκλησιῶν, Ἔκδ. «Σωτήρ», Ἀθῆναι, 1972, σελ. 95) καὶ τελείως καὶ ξεκάθαρα ἀντίθετη μὲ αὐτὴν τοῦ νέου «Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ» , ποὺ δημοσίως καὶ ἐνῷ γνωρίζει ὅτι ἡ Ἐκκλησία τῆς Κύπρου καὶ αἰρετίζει καὶ ἑτεροδιδασκαλεῖ ὡς πρὸς τὴν ἀποτείχιση δήλωσε: "πολλοὺς τοὺς ἀπέτρεψα ἀπὸ αὐτὸ τὸ πρᾶγμα" ( χαρακτηρίζει τὴν ἀποτείχιση πρᾶγμα) (ἐδῶ):
«Ἅπαντες οἱ τῆς Ἐκκλησίας διδάσκαλοι, πᾶσαι αἱ σύνοδοι καὶ πᾶσαι αἱ θεῖαι Γραφαὶ φεύγειν τοὺς ἑτερόφρονας παραινοῦσι καὶ τῆς αὐτῶν κοινωνίας διΐστασθαι» (Μάρκου Εὐγενικοῦ, Ὁμολογία τῆς ὀρθῆς πίστεως ἐκτεθεῖσα ἐν Φλωρεντίᾳ 5, Patrologia Orientalis 17, 442).
Καὶ ὁ τότε ὀρθόδοξος λαός, ἀκολουθῶντας τὸν πράγματι ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ (ἐδῶ): « Ἡ ὀργή τοῦ φύλακα τῆς πίστεως, Ὀρθοδόξου λαοῦ τῆς Κων/πολεως
…Ὀ λαός τῆς Κων/πολεως ἀπό τήν πρώτη στιγμή συντάχθηκε μέ τό μέρος τοῦ ἁγίου Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ καί ἀνάγκασε τούς ἀργυρώνητους προδότες τῆς Ὀρθοδοξίας νά χτυποῦν τά στήθη τους, ἐπιδεικνύοντας μεταμέλεια, ἐπειδή συνέπραξαν στήν τραγωδία τῆς Φλωρεντίας…Ὁ λαός, στοιχώντας στίς ὁδηγίες τοῦ ἁγίου Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ, οὔτε τόν Πατριάρχη οὔτε τόν Αὐτοκράτορα φοβόταν. Ὁ Σύλβεστρος Συρόπουλος γράφει ὅτι «οἱ πιστοί τῆς Κων/λης περισσότερο στηρίζονταν καί καταφρονοῦσαν τά γεγονότα στή Σύνοδο καί παρασιωποῦσαν καί τό μνημόσυνο τοῦ Βασιλιᾶ». Οἱ Ὀρθόδοξοι κληρικοί τῆς Κων/λεως ἀρνοῦνταν νά συλλειτουργήσουν μέ τούς λατινόφρονες. Στήν Κων/λη «οὔτε ὁ πάπας μνημονεύονταν, οὔτε ὁ ὅρος ἀναγνώσθηκε, οὔτε κάτι ἄλλο καινοτομήθηκε»[9]…
«Οἱ λατινόφρονες ἀποφεύγονταν. Οἱ ὑποστηρικτές τῆς ψευδοενώσεως βρίσκονταν ὅλο καί περισσότερο ἀπομονωμένοι. Στούς ναούς, πού λειτουργοῦσαν, δέν σύχναζαν πιστοί. Ἀκόμη καί αὐτοί, πού τούς ἐπισκέπτονταν ἀπό περιέργεια, οἱ φίλοι τους τούς ἀπέφευγαν». Ὁ Ὀρθόδοξος λαός δέν ἤθελε νά ἔχει ἐκκλησιαστική κοινωνία μέ τούς λατινόφρονες Ἐπισκόπους καί κληρικούς. Ὁ ἅγιος Μᾶρκος σέ ἐπιστολή του ἀπό τήν Λῆμνο, ὅπου ἦταν ἐξόριστος, πρός τόν ἱερομόναχο Θεοφάνη στόν Εὔριπο περιγράφει αὐτήν τήν ἀντίδραση τοῦ Ὀρθοδόξου λαοῦ : «Οἱ περισσότεροι ἀπό τούς ἀδελφούς, παίρνοντας θάρρος ἀπό τήν ἐξορία μου, ἐλέγχουν τούς ἀλιτήριους καί παραβάτες τῆς ὀρθῆς πίστεως καί τῶν πατρικῶν θεσμῶν, καί τούς δυσφημίζουν παντοῦ ὡς καθάρματα, χωρίς νά ἀνέχονται οὔτε νά συλλειτουργοῦν μ’ αὐτούς, οὔτε νά τούς μνημονεύουν ὡς Χριστιανούς».
Ἀπό τήν ἀνωτέρω περιγραφή καταδεικνύεται ἡ στάση τοῦ λαοῦ καί ἡ συμβολή του στήν ἀποκατάσταση τῆς Ὀρθοδοξίας. Ὁ λαός, ὄχι μόνο γνώριζε τήν πίστη του, ἀλλά καί τήν στάση, πού ἔπρεπε νά κρατήσει, ὅταν αὐτή προδιδόταν. Καί ἡ στάση αὐτή ἦταν ἡ διακοπή τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας μέ τούς λατινόφρονες».
Τί νὰ πεῖ κανείς, ὅταν διαβάζει αὐτὰ τὰ ἱστορικὰ στοιχεῖα! Τὸ κυρίαρχο συναίσθημα ποὺ διακατέχει τὸν ἀναγνώστη τῶν ἀποσπασμάτων αὐτῶν εἶναι ὁ θαυμασμὸς γιὰ τοὺς ἀγῶνες τῶν Χριστιανῶν, τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, ἡ λύπη γιὰ τὴν δική μας σημερινὴ τραγικὴ δειλία καὶ ἀπροθυμία καὶ ἡ ἀγανάκτηση γιὰ τοὺς ποιμένες, ποὺ ἐνῶ τὰ γνωρίζουν καὶ μάλιστα προσποιοῦνται τοὺς ομολογητές ἀναφέροντάς τα, ὄχι μόνο δὲν τὰ τηροῦν, ἀλλὰ κατηγοροῦν αὐτοὺς ποὺ προσπαθοῦν νὰ τὰ τηρήσουν. Εἶναι δυνατὸν νὰ μιλάει κάποιος γιὰ νέο «Μᾶρκο» ποὺ προτρέπει τοὺς λαϊκούς, νὰ πηγαίνουν στοὺς Οἰκουμενιστές, ἐνῶ ὁ Ἅγιος Μᾶρκος γράφει «Οἱ περισσότεροι ἀπό τούς ἀδελφούς, παίρνοντας θάρρος ἀπό τήν ἐξορία μου, ἐλέγχουν τούς ἀλιτήριους καί παραβάτες τῆς ὀρθῆς πίστεως καί τῶν πατρικῶν θεσμῶν, καί τούς δυσφημίζουν παντοῦ ὡς καθάρματα, χωρίς νά ἀνέχονται οὔτε νά συλλειτουργοῦν μ’ αὐτούς, οὔτε νά τούς μνημονεύουν ὡς Χριστιανούς»;
Εἶναι δυνατὸν νὰ γνωρίζουν, ὅτι ὁ ἅγ. Μᾶρκος ὁ Εὐγενικὸς δὲν εἶχε καμία κοινωνία μὲ ὁλόκληρη τὴν Σύνοδο καὶ μετὰ νὰ ζητοῦν συγγνώμη, νὰ ἀποφαίνονται, ὅτι τάχα δὲν μποροῦμε νὰ καταδικάζουμε μία ὁλόκληρη Σύνοδο καὶ ὅτι δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ὐπεύθυνοι ὅλοι οἱ Ἐπίσκοποι, παρότι ὅλοι κοινωνοῦν ἄνευ αἰσθημάτων ἐνοχῆς μὲ τοὺς Οἰκουμενιστὲς Ἐπισκόπους;
Εἶναι δυνατὸν ἱερεῖς, μοναχοὶ καὶ λαϊκοὶ νὰ γράφουν σὲ κείμενα χωρὶς ἔλεγχο συνειδήσεως π.χ. ὅτι ὁ ἅγιος Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός εἶναι ὁ στῦλος τῆς Ὀρθοδοξίας, ἔχοντας στὸ θέμα τῆς διακοπῆς τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας μὶα ἰδιαίτερη θέση, διότι ἀποδεικνύει τὴν βεβαιότητα καὶ τὴν ἀσφάλεια, ποὺ νιώθει ὁ πιστός, ἀπομακρυνόμενος ἀπὸ τοὺς φορεῖς τῆς αἱρέσεως καὶ τὸ δηλητήριό τους καὶ παράλληλα νὰ ὀνομάζουν «Μάρκους» αὐτοὺς ποὺ πράττουν καὶ διδάσκουν τὰ ἀντίθετα;
Δὲν ἀντιμάχονται ἔτσι τὸν Ἅγιο ἀλλὰ καὶ ὅλους τοὺς Ἁγίους; Πῶς ἰσχυρίζονται ὅτι τὸ συλλείτουργο καὶ ἡ μνημόνευση δὲν ἀποτελεῖ ἔνδειξη ὑποταγῆς στὴν αἵρεση καὶ ὅτι δὲν ἀναιρεῖ τὴν εὐσέβεια, ὅταν τὰ λόγια τοῦ Ἁγίου γιὰ τοὺς ἀρνοῦμενοι τὴν κοινωνία μὲ αἱρετικοὺς πιστοὺς εἶναι ξεκάθαρα: «ἐλέγχουν τούς ἀλιτήριους καί παραβάτες τῆς ὀρθῆς πίστεως καί τῶν πατρικῶν θεσμῶν, καί τούς δυσφημίζουν παντοῦ ὡς καθάρματα, χωρίς νά ἀνέχονται οὔτε νά συλλειτουργοῦν μ’ αὐτούς, οὔτε νά τούς μνημονεύουν ὡς Χριστιανούς» (ἐδῶ);
Πῶς ἰσχυρίζονται ὅτι δὲν ὑπάρχουν συγκοινωνοῦντα δοχεῖα, ὅταν ἀκόμα καὶ οἱ Οἰκουμενιστές, ὅπως ὁ Χριστιανουπόλεως Μακάριος, δὲν τολμᾶ νὰ ἀρνηθεῖ ὅτι: «ὅταν κάποιος εἶναι αἱρετικός ἤ σχισματικός, τότε καί ὅλοι οἱ κοινωνοῦντες μετ᾽ αὐτοῦ εἶναι σχισματικοί καί αἱρετικοί»; Δὲν βλέπουμε ὅτι μὲ τὴν ἀσυνέπειά μας, τὴν διγλωσσία μας, τὴν εὐσεβοφάνεια, τὴν ἄκριτη προβολὴ κάποιων μεμονωμένων πράξεων καὶ τὴν δική μας διαστροφὴ τῶν Ἁγίων καταντοῦμε κατὰ τὸν Μ. Βασίλειο «εἰς γέλωτα τῶν αἱρετικῶν»;
Εἶναι ἀπόλυτα σίγουρο ὅτι ὁ Ἄγ. Μᾶρκος ὁ Εὐγενικὸς ὄχι μόνο δὲν θὰ εἶχε καμία σχέση μὲ τοὺς Οἰκουμενιστές, ὄχι μόνο θὰ τοὺς κατακεραύνωνε μὲ τὴν διδασκαλία του, ἀλλὰ καὶ θὰ συμβούλευε συνεχῶς τὸ ποίμνιο νὰ τοὺς ἀποφεύγει ὡς δηητηριώδεις ὄφεις.
Μακάρι ὅλοι αὐτοὶ οἱ νέοι «Μάρκοι», οἱ «λέοντες» κλπ. νὰ ἀποδειχθοῦν πράγματι ὁμολογητὲς καὶ πραγματικοὶ ποιμένες ποὺ δὲν φοβοῦνται οὔτε καὶ τὴν ζωή τους νὰ χάσουν γιὰ τὸ ποίμνιο (ὄχι τὸν θρόνο τους) ποὺ τοὺς ἐμπιστεύθηκε ὁ Θεός. Ὅμως μέχρι τότε δὲν ἔχουμε τὸ δικαίωμα καὶ διαπράττουμε καὶ μεγάλο ἀσέβεια μὲ τὸ νὰ τοὺς συγκρίνουμε καὶ νὰ τοὺς χαρακτηρίζουμε Ἁγίους μὲ κλεισμένη θέση στὸν παράδεισο. Οὔτε αὐτοὺς ὠφελούμενων, ἀφοῦ ἔτσι δὲν βλέπουν τὸ λάθος τους, οὔτε ἐμᾶς, ἀφοῦ ἔτσι δὲν στρεφόμαστε στοὺς πράγματι Ἁγίους καὶ τὴν διδαχὴ τοὺς σὲ καιροὺς αἱρέσεως.
Ἀδαμάντιος Τσακίρογλου