Ο Άγιος Αρσένιος ο Καππαδόκης (1840-1824), που η μνήμη του εορτάζεται στις 10 Νοεμβρίου, κοιμήθηκε στην Κέρκυρα, ως πρόσφυγας, το 1924, ξεριζωμένος από τον τόπο του.
Μάλιστα τον κατατρεγμό των Μικρασιατών τον είχε προβλέψει χρόνια νωρίτερα. Καταγόταν από τα Φάρασα της Καππαδοκίας, όπου γεννήθηκε και ο όσιος Παΐσιος, τον οποίο βάπτισε ο αρχιμανδρίτης Αρσένιος.
Είναι συγκλονιστικές οι περιγραφές του οσίου Παΐσιου,που αν και πολύ μικρός, διατήρησε στη σκέψη και στην καρδιά του διδάγματα του αγίου, βιώματα της ζωής του, καθώς με την οικογένεια Ενζεπίδη ο Αρσένιος έφτασε στην Κέρκυρα, γέροντας πια, και πικραμένος από την ανελέητη σφαγή και την άδικη μεταχείριση σε βάρος των Ελλήνων της Μικράς Ασίας.
Ακόμη συγκίνηση προκαλούν οι αναφορές του αγίου Παϊσίου για το πώς ο ίδιος έκανε την ανακομιδή των λειψάνων του.
Πήγε τον Οκτώβριο του 1958 στην Κέρκυρα, ξέθαψε ο ίδιος τα οστά από τον τάφο του και τα μετέφερε στην Κόνιτσα. Και από το 1970 φυλάγονται στο γυναικείο Μοναστήρι, που ίδρυσε, στη Σουρωτή Θεσσαλονίκης.
Μάλιστα σημειώνει πως το βράδυ, μετά την ανακομιδή, ενώ προσευχόταν μπροστά στα λείψανα του αγίου, ένιωσε να του περισφίγγουν άγρια το λαιμό για να τον πνίξουν.
Τότε φώναξε έντρομος «άγιε Αρσένιε, βοήθησέ με». Και αμέσως από δύο δυνατά χέρια ελευθερώθηκε. Όμως δεν είναι το μοναδικό θαύμα του αγίου Αρσενίου.
Ζωντανός ακόμη θεράπευε αδιάκριτα Χριστιανούςκαι Τούρκους. Δεν ξεχώριζε τους ανθρώπους, αλλά τους έβλεπε ως εικόνες του Θεού, άρα ως αδελφούς του, που χρειάζονται αγάπη και ανοχή.
Στείρες γυναίκες τεκνοποιούσαν, αφού διάβαζε ευχή ή έδιδε «φυλακτό», που ήταν ένα κομμάτι χαρτί γραμμένο με κάποιες αυτοσχέδιες ευχές.
Σε τυφλούς, βουβούς, χωλούς παραλυτικούς, δαιμονιζόμενους έκανε ανάγνωση ευαγγελικών περικοπών και γινόντουσαν καλά. Χριστιανοί και Τούρκοι έπαιρναν από το χώμα του κελιού του, το κατάπιναν με νερό και αποκτούσαν υγεία.
Μετά την κοίμησή του, το 1945, τα αδέλφια του οσίου Παϊσίου πήραν χώμα από τον τάφο του στην Κέρκυρα, το έριξαν στο σώμα ενός ανθρώπου, που επί πολλά χρόνια έμενε άλιωτο κι έλιωσε στη στιγμή.
Ο άγιος Αρσένιος, το καταθέτει ως μαρτυρία ο συντοπίτης του όσιος Παΐσιος πίστευε και βίωνε την πίστη του. Παρ’ ότι ζούσε ανάμεσα στον κόσμο, δεν άφηνε να τον κυριαρχήσουν οι κοσμικές επιθυμίες.
Πολύ απλός ήταν, γιατί γνώριζε, κάτι,που εμείς φαίνεται να το αγνοούμε, ότι η εγωπάθεια διώχνει το Θεό. Αντίθετα κοντά στο Χριστό φέρνει η πίστη και η προθυμία στα πνευματικά.
Χωρίς την έμπνευση της πίστης, χωρίς την φλόγα της αγάπης, δεν νιώθει κανείς ότι πλησιάζει το Χριστό. Στις ημέρες μας παρατηρείται να πιστεύουμε με νωχέλεια, λες και κάνουμε αγγαρεία.
Όταν εργαζόμαστε το καλό,όταν είμαστε πραγματικά πιστοί, χρειάζεται να βάζουμε τα δυνατά μας. Το παράδειγμα μας το δίνει και ο άγιος Αρσένιος. Η πίστη, που συνοδεύεται με αδιαφορία, που εκδηλώνεται χωρίς όρεξη, ή ένα πνευματικό καθήκον, που επιτελείται με απροθυμία, δεν έχουν αξία.
Η αμέλεια, η βραδύτητα, η οκνηρία προς το Θεό και προς το συνάνθρωπο μαρτυρούν ότι λείπει η ολόψυχη πίστη. Διαπιστώνεται πολλές φορές η εξής τραγικότητα στον άνθρωπο: Προσφέρει γενναία την καρδιά του στα του κόσμου, ενώ στο Θεό τα υπολείμματα των δυνάμεων και των διαθέσεών του.
Ο Αρσένιος ακολούθησε αντίστροφη πορεία, γι’αυτό στέφθηκε με το στεφάνι του θαυματουργού Αγίου.
π. Ηλίας Μάκος
Τα κλεμμένα Ιερά Σκεύη – Θαυμαστό γεγονός Αγίου Αρσενίου του Καππαδόκου
~ Είχαν ληστέψει μια φορά πάλι οι Τούρκοι Ιερά Σκεύη της Εκκλησίας.
Οι Φαρασιώτες ανησυχούσαν και προσπαθούσαν να βρουν τους κλέφτες.
Ο Άγιος Αρσένιος (Χατζεφέντης) όμως ατάραχος τους λέγει: «Μην ανησυχείτε, θα δείτε τον Αϊ-Γιώργη να τα φέρνει ξωπίσω».
Όταν οι ληστές έφθασαν στο Καζάν-Ταγή, ενώ ήταν μέρα και ο ουρανός καθαρός, έπεσε απότομα μια παράξενη μαυρίλα μπροστά τους, που ήταν αδύνατο να προχωρήσουν, ούτε καν τον ποταμό Φεραχτίν ήταν δυνατόν να περάσουν, που είχαν μπροστά τους. Κατάλαβαν τότε οι ληστές ότι ήταν από το Θεό αυτό το παράξενο φαινόμενο, και γύρισαν προς τα Φάρασα, για να επιστρέψουν τα Ιερά Σκεύη.
Όταν όμως προχώρησαν λίγο τον δρόμο προς τα Φάρασα και η μαυρίλα είχε φύγει, το θεώρησαν για τυχαίο γεγονός και γύρισαν ξανά με τα φορτωμένα ζώα για το χωριό τους.
Με το γύρισμα όμως για το χωριό τους ένιωσαν κάποιον να τους δέρνει αόρατος και να τους φέρνει έτσι καταπόδι μέχρι τα Φάρασα.
Έφθασαν με τα κλεμμένα Ιερά Σκεύη στα Φάρασα και φώναζαν τους Φαρασιώτες οι κλέφτες να τα ξεφορτώσουν γρήγορα, γιατί αυτοί με τα χέρια τους προστάτευαν τα κεφάλια τους από τις ξυλιές που ένιωθαν αόρατως να τρώνε.
"Σημεία των καιρών"