Τί θέλουμε ἀληθινά ἀπό τόν Χριστό;

Γιά νά μπορέσουμε νά προσευχηθοῦμε, πρέπει νά ζήσουμε στήν κατάστασι, ἡ ὁποία καθορίζεται σάν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.




Anthony Bloom, Metropolitan of Sourozh (1914- 2003)


Ὁ Θεός εἶναι διατεθειμένος νά μείνη τελείως ἔξω ἀπό τήν ζωή μας, εἶναι ἕτοιμος νά τό σηκώση αὐτό σάν ἕναν σταυρό, ἀλλά δέν εἶναι καθόλου διατεθειμένος νά γίνη ἁπλῶς ἕνα μέρος τῆς ζωῆς μας.

Ἔτσι, ὅταν σκεπτόμαστε τήν ἀπουσία τοῦ Θεοῦ, δέν ἀξίζει νά ἐρωτήσουμε τόν ἑαυτό μας: ποιός φταίει γι’ αὐτό;

Πάντοτε ἀποδίδουμε τήν ἐνοχή στόν Θεό, πάντοτε κατηγοροῦμε Ἐκεῖνον, εἴτε κατ’ εὐθείαν εἴτε μπροστά στούς ἀνθρώπους, ὅτι εἶναι ἀπών, ὅτι ποτέ δέν εἶναι παρών ὅταν Τόν χρειαζόμαστε, ποτέ δέν ἀνταποκρίνεται ὁσάκις καταφεύγουμε σ’ Αὐτόν.

Εἶναι στιγμές, πού εἴμαστε περισσότερο «εὐσεβεῖς» καί λέμε εὐλαβικά: «ὁ Θεός δοκιμάζει τήν ὑπομονή μου, τήν πίστη μου, τήν ταπείνωσί μου». Βρίσκομε ἕνα σωρό τρόπους, γιά νά μεταβάλουμε τήν ἐναντίον μας κρίσι τοῦ Θεοῦ σέ ἔπαινό μας. Εἴμαστε τόσο ὑπομονετικοί, ὥστε μποροῦμε νά ὑποφέρουμε ἀκόμα καί τόν Θεό!

Ὅταν πᾶμε νά προσευχηθοῦμε, ὅλες τίς φορές θέλουμε ΚΑΤΙ ἀπό Ἐκεῖνον καί καθόλου ΕΚΕΙΝΟΝ. Μπορεῖ αὐτό νά λεχθεῖ σχέση; Συμπεριφερόμαστε μέ τόν τρόπο αὐτόν στούς φίλους μας; Ἀποβλέπουμε, κυρίως, σ’ αὐτό πού ἡ φιλία μπορεῖ νά μᾶς δώση ἤ ἀγαπᾶμε τόν φίλο; Συμβαίνει τό ἴδιο στίς σχέσεις μας μέ τόν Θεό;

Ἄς σκεφθοῦμε τίς προσευχές μας, τίς δικές σας καί τίς δικές μου. Σκεφθῆτε τήν θέρμη, τό βάθος καί τήν ἔντασι πού ἔχει ἡ προσευχή σας, ὅταν ἀφορᾶ κάποιον πού ἀγαπᾶτε, ἤ κάτι πού ἔχει σημασία γιά τήν ζωή σας. Τότε ἡ καρδιά σας εἶναι ἀνοιχτή, ὅλος ὁ ἐσωτερικός σας ἐαυτός εἶναι προσηλωμένος στήν προσευχή. Μήπως αὐτό σημαίνει, ὅτι ὁ Θεός ἔχει κάποια σημασία γιά σᾶς; ΟΧΙ, καθόλου! Ἁπλῶς σημαίνει, ὅτι τό θέμα τῆς προσευχῆς σᾶς ἀπασχολεῖ.

Ὅταν κάνετε τήν γεμάτη πάθος, βαθειά καί ἔντονη προσευχή, τήν σχετική μέ τό ἀγαπώμενο πρόσωπο ἤ τήν κατάστασι πού σᾶς στεναχωρεῖ, καί μετά στραφῆτε στό ἑπόμενο αἴτημα, πού δέν σᾶς ἀπασχολεῖ καί πολύ, καί ξαφνικά παγώση ἡ διάθεσί σας, τί ἄλλαξε; «Ψυχράθηκε» μήπως ὁ Θεός; Ἤ ἔχει «ἀπομακρυνθεῖ»; Ὄχι ἀσφαλῶς. Αὐτό σημαίνει, ὅτι ὅλη ἡ ἔξαρσι, ὅλη ἡ ἔντασι τῆς προσευχῆς σας δέν γεννήθηκε ἀπό τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ οὔτε ἀπό τήν πρός Αὐτόν πίστι σας, τήν σφοδρή γι’ Αὐτόν ἀγάπη, ἀπό τήν αἴσθησι τῆς παρουσίας Του. Ἀλλά γεννήθηκε, μόνο καί μόνο, ἀπό τήν ἀνησυχία σας γιά κεῖνο τό πρόσωπο ἤ γιά κείνη τήν ὑπόθεσι, καί ὄχι γιά τόν Θεό.

Γιατί, λοιπόν, μᾶς ἐκπλήττει τό γεγονός, ὅτι αὐτή ἡ ἀπουσία τοῦ Θεοῦ μᾶς πλήττει; Ἐμεῖς εἴμαστε ἐκεῖνοι πού ἀπουσιάζουμε, ἐμεῖς γινόμαστε ψυχροί, ἀφοῦ δέν μᾶς ἐνδιαφέρει πλέον ὁ Θεός. Γιατί; Διότι ὁ Θεός δέν ἔχει τόσο σημασία γιά ἐμᾶς.

Ὑπάρχουν ἐπίσης καί ἄλλες περιπτώσεις, πού ὁ Θεός εἶναι «ἀπών». Ἐφόσον ἐμεῖς εἴμαστε πραγματικοί, δηλαδή εἴμαστε, ἀληθινά, ὁ ἐαυτός μας, ὁ Θεός μπορεῖ νά εἶναι παρών καί νά κάνη κάτι γιά ἐμᾶς. Ἀλλά, ἀπό τήν στιγμή πού προσπαθοῦμε νά γίνουμε, ὅ,τι στήν οὐσία δέν εἴμαστε, τότε δέν μένει τίποτε νά ποῦμε ἤ νά ἔχουμε. Γινόμαστε μία φανταστική προσωπικότης, μία ἀνειλικρινής παρουσία, καί τήν παρουσία αὐτήν δέν μπορεῖ νά τήν πλησιάσει ὁ Θεός.

Γιά νά μπορέσουμε νά προσευχηθοῦμε, πρέπει νά ζήσουμε στήν κατάστασι, ἡ ὁποία καθορίζεται σάν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Πρέπει νά ἀναγνωρίσουμε, ὅτι Αὐτός εἶναι ὁ Θεός, ὁ Βασιλεύς, ὀφείλουμε νά παραδοθοῦμε σ’ Αὐτόν. Τουλάχιστον πρέπει νά ἐνδιαφερόμαστε γιά τό θέλημά Του, ἀκόμη καί ἄν δέν εἴμαστε ἱκανοί νά τό ἐκπληρώσουμε. Ἀλλά ἄν δέν εἴμαστε ἱκανοί γι’ αὐτό, ἄν φερόμαστε στόν Θεό, ὅπως ὁ πλούσιος νεανίας πού δέν μποροῦσε νά ἀκολουθήση τόν Χριστό, γιατί ἦταν πάρα πολύ πλούσιος, τότε, πῶς θά Τόν συναντήσουμε;

Πολύ συχνά, ὅ,τι θά θέλαμε νά εἴχαμε ἀποκτήσει διά τῆς προσευχῆς, διά τῆς βαθείας σχέσεως μέ τόν Θεό, τήν ὁποίαν τόσο ἐπιθυμοῦμε, εἶναι ἁπλῶς μία ἐπιθυμία εὐτυχίας καί τίποτα παραπάνω. Δέν εἴμαστε προετοιμασμένοι νά πουλήσουμε ὅλα, ὅσα ἔχουμε, γιά νά ἀγοράσουμε τόν πολύτιμο μαργαρίτη. Ἔτσι, πῶς εἶναι δυνατόν νά κερδίσουμε αὐτόν τόν πολύτιμο μαργαρίτη; Εἶναι Αὐτός ἡ προσδοκία μας;

Τελικά θέλουμε κάτι ἀπό τόν Χριστό ἤ θέλουμε τόν ἴδιο τόν Χριστό;